Γράφει ο Αποστόλης Ζυμβραγάκης
Αν ένας ιστορικός του μέλλοντος ασχοληθεί με την Ελλάδα του 2025, πιθανότατα θα απορήσει: πώς είναι δυνατόν μια χώρα που γέννησε τη δημοκρατία, τη φιλοσοφία και την επιστήμη να βρίσκεται παγιδευμένη σε έναν αέναο κύκλο διαφθοράς, αδικίας και αναξιοκρατίας;
Αν όμως εμβαθύνουμε στην ιστορία της ανθρωπότητας, θα διαπιστώσουμε πως αυτό το φαινόμενο δεν είναι ούτε ελληνικό ούτε καινούργιο. Αντίθετα, είναι μια από τις πιο ανθεκτικές κοινωνικές δομές που έχει δημιουργήσει ο άνθρωπος.
Η φαντασιακή τάξη της διαφθοράς
Η διαφθορά δεν είναι απλώς μια ανωμαλία του συστήματος· είναι συχνά ο ίδιος ο μηχανισμός που το κρατά σε λειτουργία. Από τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία έως τη σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ένωση, οι άνθρωποι δημιούργησαν θεσμούς που υπόσχονταν ισότητα και δικαιοσύνη, μόνο και μόνο για να τους διαβρώσουν από μέσα.
Στην Ελλάδα, τα κρατικά κονδύλια, είτε από φόρους είτε από ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, προορίζονται για την ανάπτυξη της χώρας. Στην πράξη, όμως, μεγάλο μέρος τους εξαφανίζεται σε έναν λαβύρινθο γραφειοκρατίας και πελατειακών σχέσεων. Τα δημόσια έργα καθυστερούν ή δεν γίνονται ποτέ, οι ευθύνες χάνονται σε ατέρμονες επιτροπές, και στο τέλος, η κοινωνία αποδέχεται τη διαφθορά ως κάτι δεδομένο.
Αλλά γιατί συμβαίνει αυτό;
Η χειραγώγηση της πληροφορίας: Όταν η αλήθεια δεν έχει σημασία
Οι άνθρωποι δεν διαμορφώνουν την πραγματικότητα με βάση τα γεγονότα, αλλά με βάση τις ιστορίες που τους λένε. Και ποιος αφηγείται αυτές τις ιστορίες; Τα μέσα ενημέρωσης.
Στην Ελλάδα, όμως, τα περισσότερα ΜΜΕ ανήκουν σε επιχειρηματίες που τα χρησιμοποιούν ως εργαλεία εξουσίας. Έτσι, αντί για ανεξάρτητη δημοσιογραφία, έχουμε έναν μηχανισμό προπαγάνδας που είτε αποσιωπά είτε διαστρεβλώνει την πραγματικότητα. Αντί να αποκαλύπτεται η διαφθορά, παρουσιάζονται αποδιοπομπαίοι τράγοι. Αντί να υπάρχει έρευνα, κυριαρχεί η παραπληροφόρηση.
Το αποτέλεσμα; Οι πολίτες χάνουν την ικανότητα να διακρίνουν το πραγματικό από το κατασκευασμένο. Ζουν σε έναν κόσμο όπου το έγκλημα δεν είναι αυτό που γίνεται, αλλά αυτό που αναφέρεται.
Όταν η δικαιοσύνη είναι προνόμιο, όχι θεσμός
Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Μαξ Βέμπερ είχε περιγράψει το ιδανικό κράτος ως έναν μηχανισμό που κατέχει το «μονοπώλιο της νόμιμης βίας». Με άλλα λόγια, το κράτος πρέπει να απονέμει δικαιοσύνη με έναν αμερόληπτο τρόπο, χωρίς εξαιρέσεις.
Στην Ελλάδα, όμως, η δικαιοσύνη είναι συχνά ένα προνόμιο των ισχυρών. Οι πολιτικοί προστατεύονται από ασυλίες, οι μεγαλοεπιχειρηματίες δεν τιμωρούνται ποτέ πραγματικά, ενώ οι πολίτες που ζητούν διαφάνεια καταλήγουν να παλεύουν ενάντια σε έναν αόρατο εχθρό.
Αν η δικαιοσύνη λειτουργεί επιλεκτικά, τότε παύει να είναι δικαιοσύνη. Και όταν η εμπιστοσύνη στους θεσμούς καταρρέει, οι άνθρωποι σταματούν να πιστεύουν σε οτιδήποτε άλλο εκτός από το ατομικό συμφέρον.
Οι ολιγάρχες: Τα σύγχρονα βασιλικά σόγια
Η Ιστορία δείχνει ότι οι άνθρωποι ποτέ δεν έζησαν σε κοινωνίες όπου όλοι ήταν ίσοι. Σε κάθε εποχή, μικρές ελίτ συγκέντρωναν εξουσία και πλούτο, διαμορφώνοντας τις εξελίξεις. Σήμερα, αυτή η τάξη ονομάζεται «ολιγαρχία».
Οι Έλληνες ολιγάρχες, είτε μέσω των επιχειρήσεων, είτε μέσω των ΜΜΕ, είτε μέσω πολιτικών διασυνδέσεων, ελέγχουν κρίσιμους τομείς της κοινωνίας. Μπορούν να επηρεάσουν εκλογές, να καθοδηγήσουν την κοινή γνώμη, ακόμα και να διαμορφώσουν νόμους προς όφελός τους. Στην ουσία, λειτουργούν όπως οι βασιλικές οικογένειες του παρελθόντος: διατηρούν τα προνόμιά τους και προστατεύουν τη θέση τους.
Το πελατειακό σύστημα: Η κοινωνία που δεν θέλει να αλλάξει
Αλλά η διαφθορά δεν είναι μόνο ένα πρόβλημα της ελίτ. Είναι και μια κοινωνική νοοτροπία. Στην Ελλάδα, πολλοί πολίτες βλέπουν το κράτος όχι ως έναν θεσμό που πρέπει να λειτουργεί δίκαια, αλλά ως ένα δίκτυο εξυπηρετήσεων.
Το «μέσον» είναι μια πρακτική που ξεκινά από τα μικρότερα επίπεδα: μια θέση στο δημόσιο, μια εξυπηρέτηση στο νοσοκομείο, μια γρήγορη έγκριση για μια άδεια. Οι πολίτες, αντί να απαιτούν έναν δίκαιο μηχανισμό, προσαρμόζονται σε ένα διεφθαρμένο σύστημα, συμβάλλοντας στη διατήρησή του.
Η ειρωνεία είναι ότι, ακόμα και αν όλοι αναγνωρίζουν το πρόβλημα, λίγοι είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν συμπεριφορά.
Μπορεί η Ελλάδα να ξεφύγει από αυτόν τον κύκλο;
Στην ανθρώπινη ιστορία, καμία κοινωνία δεν αλλάζει χωρίς να πληρώσει ένα τίμημα. Οι μεγάλες αλλαγές έρχονται όταν μια κρίση γίνεται τόσο έντονη, που οι άνθρωποι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να επανεφεύρουν τον κόσμο τους.
Αν η Ελλάδα θέλει να σπάσει τον κύκλο της διαφθοράς, δεν αρκεί να αλλάξει πολιτικούς ή νόμους. Πρέπει να αλλάξει την ίδια τη φαντασιακή της τάξη.
Πρέπει να πειστεί ότι η διαφθορά δεν είναι αναπόφευκτη. Ότι η δικαιοσύνη δεν είναι προνόμιο, αλλά δικαίωμα. Ότι η ενημέρωση δεν είναι εργαλείο χειραγώγησης, αλλά πηγή γνώσης.
Πάνω απ’ όλα, πρέπει να θυμηθεί ότι οι κοινωνίες αλλάζουν όταν οι άνθρωποι σταματούν να είναι απλώς θεατές της Ιστορίας και αποφασίζουν να τη γράψουν οι ίδιοι.
Αποστόλης Ζυμβραγάκης, Φιλόλογος M.Ed.
.png)