Η Αθήνα το καλοκαίρι είναι ένα τεστ επιβίωσης. Όχι λόγω πολέμου, όχι λόγω λιμού, αλλά λόγω θερμότητας. Η μέρα αρχίζει και τελειώνει κάτω από έναν ανελέητο ήλιο, και η θερμοκρασία δεν είναι απλώς ένας αριθμός — είναι ένας δείκτης πολιτισμού. Όταν μια πόλη φτάνει στο σημείο όπου η καθημερινή μετακίνηση γίνεται αδύνατη, τότε δεν έχουμε απλώς ένα περιβαλλοντικό πρόβλημα. Έχουμε μια κατάρρευση στο κοινωνικό συμβόλαιο.
Στην καρδιά αυτής της κρίσης βρίσκεται η απουσία δέντρων. Όχι ενός συμβολικού πρασίνου για φωτογραφίες, αλλά της βαθιάς, πυκνής σκιάς που άλλαζε το μικροκλίμα αρχαίων πόλεων και παραδοσιακών οικισμών. Το δέντρο, ίσως το παλαιότερο σύμβολο ζωής και σοφίας, έχει χαθεί από τις γειτονιές μας — όχι επειδή το αποφασίσαμε συνειδητά, αλλά επειδή μάθαμε να σχεδιάζουμε πόλεις για αυτοκίνητα, όχι για ανθρώπους.
Ο άνθρωπος του 21ου αιώνα διαθέτει τεχνητή νοημοσύνη, εξελιγμένα εμβόλια, διαστημικά σχέδια — αλλά δεν μπορεί να περπατήσει δύο χιλιόμετρα στην ίδια του τη γειτονιά χωρίς να κινδυνεύσει από θερμοπληξία. Αυτή η αντίφαση είναι ο καθρέφτης της σύγχρονης εποχής: τεχνολογική ακμή με οικολογική παρακμή. Η Αθήνα είναι απλώς ένα παράδειγμα. Οι πόλεις σε όλο τον πλανήτη γίνονται θερμικά νησιά. Αλλά στην Αθήνα, η ένταση του ήλιου συνδυάζεται με την έλλειψη πράσινου, την αδιαφορία της Πολιτείας και την ανοχή μιας κοινωνίας που έχει ξεχάσει ότι το να μπορείς να βγεις έξω δεν είναι πολυτέλεια — είναι δικαίωμα.
Πώς φτάσαμε εδώ;
Η απάντηση δεν είναι μόνο πολεοδομική — είναι υπαρξιακή. Για αιώνες, ο άνθρωπος ζούσε σε απόλυτη εξάρτηση από το φυσικό περιβάλλον. Η σκιά του δέντρου, το νερό της πηγής, το αεράκι της κοιλάδας — ήταν οι μηχανισμοί επιβίωσης. Σήμερα, το air condition αντικατέστησε το δέντρο. Το εμπορικό κέντρο αντικατέστησε την πλατεία. Και ο κόσμος κλείστηκε μέσα.
Το τίμημα είναι βαρύ. Δεν είναι απλώς η θερμοκρασία. Είναι η μοναξιά. Είναι η διάρρηξη του δημόσιου χώρου. Είναι η απώλεια της κοινότητας. Αν δεν μπορούμε να καθίσουμε κάτω από ένα δέντρο και να μιλήσουμε με έναν γείτονα, τότε δεν έχουμε πόλη — έχουμε θερμομονωμένα κελιά που μας κρατούν ζωντανούς, αλλά όχι συνδεδεμένους.
Κι όμως, η λύση είναι απλή. Όχι εύκολη, αλλά απλή: φυτεύστε δέντρα. Πολλά. Παντού. Όχι ως περιβαλλοντικό άλλοθι, αλλά ως πράξη πολιτικής και ηθικής αποκατάστασης. Ο δρόμος με δέντρα είναι ο δρόμος που μπορείς να περπατήσεις. Και μια πόλη που περπατιέται είναι μια πόλη που ανήκει στους ανθρώπους της.
Δεν υπάρχει ουτοπία χωρίς σκιά. Και δεν υπάρχει μέλλον χωρίς πόλεις που επιτρέπουν στους κατοίκους τους να αναπνέουν, να κινούνται, να συναντιούνται. Το αν θα είναι η Αθήνα κατοικήσιμη το 2050 δεν είναι ερώτηση για την τεχνολογία. Είναι ερώτηση για τη φαντασία, τη βούληση και —τελικά— την επιβίωσή μας.
Γιατί το τέλος δεν θα έρθει με φωτιά. Θα έρθει με έναν καύσωνα που δεν σου επιτρέπει πια να βγεις από το σπίτι σου.
Αποστόλης Ζυμβραγάκης
