Γράφει ο Αποστόλης Ζυμβραγάκης
Αυτό το φαινόμενο δεν είναι τυχαίο. Είναι η λογική συνέπεια μιας εποχής που η οικονομία απορρόφησε τη δημοκρατία. Όταν η αγορά παύει να είναι εργαλείο και γίνεται ιδεολογία, τότε το κράτος μετατρέπεται από θεσμό κοινωνικής συνοχής σε μηχανισμό οικονομικής διαχείρισης. Οι ηγέτες δεν βλέπουν πια πολίτες, βλέπουν «μονάδες κόστους». Δεν ακούν ανάγκες, αλλά υπολογίζουν αποδόσεις.
Κι όμως, ο ρόλος του κράτους δεν είναι να μεγιστοποιεί το κέρδος, αλλά να ελαχιστοποιεί την αδικία. Ένα κράτος που λειτουργεί σαν εταιρεία μπορεί να ισοσκελίσει τους προϋπολογισμούς του, αλλά χάνει κάτι πολύ πιο πολύτιμο: την ψυχή του.
Η ιστορία μάς δείχνει πως οι κοινωνίες δεν καταρρέουν όταν τελειώνουν τα χρήματα· καταρρέουν όταν τελειώνει η εμπιστοσύνη. Όταν οι πολίτες νιώθουν ότι πληρώνουν χωρίς ανταπόδοση, όταν βλέπουν τις υπηρεσίες να συρρικνώνονται και τους ισχυρούς να απαλλάσσονται από κάθε ευθύνη, τότε παύουν να πιστεύουν στο κοινό μέλλον.
Η φορολογία χωρίς κοινωνική επιστροφή είναι μια μορφή σύγχρονης δουλείας.
Και ένα κράτος που αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως αριθμούς στον πίνακα του Excel, γρήγορα θα ανακαλύψει πως οι αριθμοί δεν ψηφίζουν, δεν εμπνέονται, δεν πεθαίνουν για ιδανικά.
Ο Χόμπς και ο Ρουσσώ έβλεπαν το κράτος ως σύμβαση: μια συμφωνία μεταξύ ανθρώπων να θυσιάσουν ένα μέρος της ελευθερίας τους για να αποκτήσουν ασφάλεια, δικαιοσύνη και συλλογική προκοπή. Όταν όμως η ασφάλεια γίνεται στατιστική και η δικαιοσύνη περικοπή, τότε το κοινωνικό συμβόλαιο μετατρέπεται σε σύμβαση παροχής υπηρεσιών και ο πολίτης σε πελάτη χωρίς φωνή.
Το ερώτημα είναι απλό, αλλά καθοριστικό: Θέλουμε ένα κράτος που να ισοσκελίζει προϋπολογισμούς ή ένα κράτος που να ισορροπεί τις ζωές μας;
Ο κόσμος δεν χρειάζεται κυβερνήσεις-μάνατζερ. Χρειάζεται κυβερνήσεις-κηδεμόνες του ανθρώπινου νοήματος. Γιατί στο τέλος, το μέτρο μιας κοινωνίας δεν είναι το ΑΕΠ της, αλλά το πόσο αξίζει να ζεις μέσα της.
Αποστόλης Ζυμβραγάκης, Φιλόλογος M.Ed., Συγγραφέας
