Αν κάποιος εξωγήινος παρατηρούσε τον άνθρωπο να διαβάζει, πιθανότατα θα υπέθετε ότι γεννήθηκε για αυτό. Θα έβλεπε μάτια να κινούνται πάνω σε σύμβολα και ένα μυαλό να τα μετατρέπει σε κόσμους, συναισθήματα, αφηγήσεις. Αλλά η αλήθεια είναι το αντίθετο: η ανάγνωση δεν είναι δώρο της φύσης· είναι τεχνολογία. Και όπως κάθε τεχνολογία που υιοθέτησε η ανθρωπότητα, άλλαξε τον εγκέφαλό μας. Και τώρα, με τη σειρά του, ο εγκέφαλός μας εξελίσσει την τεχνολογία και αλλάζει ο ίδιος ξανά.
Ο άνθρωπος πέρασε εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια εξελίσσοντας κυκλώματα για να βλέπει, να ακούει, να θυμάται, να φοβάται. Κανένα από αυτά δεν σχεδιάστηκε για να διαβάζει. Η γραφή εμφανίστηκε πριν από μόλις πέντε χιλιάδες χρόνια· μια απειροελάχιστη στιγμή στην εξελικτική χρονογραμμή. Ο εγκέφαλος δεν είχε τον χρόνο να δημιουργήσει ένα «κέντρο ανάγνωσης». Αντί γι’ αυτό, έκανε εκείνο που κάνει πάντα, όταν συναντά κάτι ριζικά νέο: επιστράτευσε παλιά εργαλεία για νέες χρήσεις. Στρατολόγησε περιοχές της όρασης, της ακουστικής επεξεργασίας, της γλώσσας, της προσοχής, ακόμη και του συναισθήματος, δημιουργώντας ένα πρωτότυπο νευρωνικό δίκτυο που δεν υπήρχε ποτέ πριν στον πλανήτη Γη.
Είναι πράγματι εντυπωσιακό το πώς η γλώσσα που διαβάζουμε μπορεί να διαμορφώσει διαφορετικά τον εγκέφαλό μας. Οι λογογραφικές γλώσσες, όπως τα κινεζικά, ενεργοποιούν περιοχές της οπτικής μνήμης με τρόπο που δεν κάνουν οι αλφαβητικές γλώσσες. Σε μία διάσημη περίπτωση, ένας δίγλωσσος ασθενής έχασε την ικανότητα να διαβάζει κινεζικά μετά από εγκεφαλικό, αλλά συνέχισε απρόσκοπτα να διαβάζει αγγλικά· ο ζωντανός χάρτης του εγκεφάλου του είχε χαραχθεί διαφορετικά από τις δύο γραφές.
Η ανάγνωση δεν αλλάζει μόνο τον νου· αλλάζει και το σώμα. Όταν οι λέξεις περιγράφουν πόνο ή άγχος, το σώμα μας αντιδρά. Η πρόσθια ίνσουλα – μια περιοχή που ρυθμίζει τη ναυτία και τη σωματική δυσφορία – φωτίζεται, όταν συμπονούμε έναν χαρακτήρα. Η ενσυναίσθηση δεν είναι αφηρημένη ιδέα· είναι βιολογική διεργασία. Η λογοτεχνία κυριολεκτικά μας συγκινεί, επειδή εισέρχεται σε κυκλώματα που κάποτε χρησίμευαν μόνο για την επιβίωση.
Κι όμως, αυτή τη στιγμή, βιώνουμε την ταχύτερη αλλαγή του αναγνωστικού εγκεφάλου στην ιστορία. Η βαθιά ανάγνωση, εκείνη που απαιτεί προσοχή, επίμονη σκέψη και ενδοσκόπηση, υποχωρεί μπροστά στη σάρωση της οθόνης. Τα smartphones μάς προσφέρουν άπειρα κείμενα, αλλά μας στερούν τον χρόνο και τη συγκέντρωση να τα μετατρέψουμε σε γνώση. Η ανάγνωση γίνεται καταναγκαστική κίνηση των ματιών, όχι μεταμόρφωση του νου. Κι ένας νους που συνηθίζει να διαβάζει επιφανειακά αποκτά ανοσία στη βαθιά σκέψη, το θεμέλιο κάθε δημοκρατίας.
Τα παιδιά είναι τα πρώτα που πληρώνουν το κόστος. Έρευνες δείχνουν ότι η πρόωρη έκθεση σε οθόνες υποσκάπτει τις εκτελεστικές λειτουργίες: την προσοχή, τη μνήμη εργασίας, την ικανότητα για μάθηση. Δεν χρειάζεται να φανταστούμε δυστοπίες του μέλλοντος· τις χτίζουμε ήδη, όταν δίνουμε σε ένα οκτάχρονο ένα tablet αντί για ένα βιβλίο.
Το παράδοξο είναι ότι το αντίδοτο είναι αρχαίο και απλό: η ανάγνωση. Όχι η ανάγνωση ως υποχρέωση, αλλά ως «αναγνωστική ζωή». Κάθε βιβλίο είναι ένα εργαστήριο στο οποίο ο εγκέφαλος μαθαίνει να σκέφτεται βαθύτερα, να αισθάνεται βαθύτερα, να γίνεται περισσότερο άνθρωπος. Η ανάγνωση είναι μία από τις λίγες δραστηριότητες που αλλάζει την ανατομία του νου με τρόπους που καμία οθόνη δεν μπορεί να μιμηθεί.
Καθώς βαδίζουμε σε έναν αιώνα τεχνητής νοημοσύνης, η πιο κρίσιμη υπενθύμιση ίσως είναι αυτή: οι μηχανές μπορεί να διαβάζουν γρηγορότερα από εμάς, αλλά μόνο οι άνθρωποι μπορούν να διαβάζουν με έναν τρόπο που τους αλλάζει. Η βαθιά ανάγνωση είναι τεχνολογία ανθρώπινης εξέλιξης και το μέλλον μας θα εξαρτηθεί από το αν θα την υπερασπιστούμε.
Αποστόλης Ζυμβραγάκης, M.Ed. Φιλόλογος