Το 1978, η ελληνική κοινωνία και η Εκκλησία συγκλονίστηκαν από ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της εποχής, με πρωταγωνιστή τον Μητροπολίτη Πρεβέζης Στυλιανό Κορνάρο. Η υπόθεση ξεπέρασε τα όρια του ηθικού παραπτώματος, καθώς ενεπλάκησαν ο ίδιος ο ιεράρχης, μία νεαρή γυναίκα, η πρεσβυτέρα, και ο σύζυγός της, ιερέας, ο οποίος παράλληλα εκτελούσε χρέη οδηγού του Μητροπολίτη. Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο Στυλιανός επιδίωκε την πρεσβυτέρα για καιρό, φτάνοντας στο σημείο να την απειλεί ότι θα τιμωρούσε τον άντρα της στέλνοντάς τον σε άγονη περιοχή και αφήνοντας τα παιδιά τους να πεινάσουν, προκειμένου να υποκύψει.
Η παράνομη σχέση, όμως, δεν έμεινε κρυφή για πολύ. Ο απατημένος ιερέας, αντί να επέμβει άμεσα, φαίνεται να εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση, στήνοντας μια παγίδα. Κατέγραψε τις ερωτικές συνομιλίες του Μητροπολίτη με τη σύζυγό του και, εν γνώση της τελευταίας, τον φωτογράφισε γυμνό κατά τη διάρκεια μιας συνάντησής τους. Αυτές οι αποκαλυπτικές αποδείξεις έγιναν το εργαλείο για τον εκβιασμό του ιεράρχη, με τον ιερέα να ζητά ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Ο Μητροπολίτης, ωστόσο, αρνήθηκε να πληρώσει, με αποτέλεσμα οι φωτογραφίες και οι ηχογραφήσεις να φτάσουν στην Ιερά Σύνοδο, καθώς και στα χέρια των δημοσιογράφων.
Το σκάνδαλο έγινε πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες, δημοσιεύοντας όχι μόνο τις φωτογραφίες του παράνομου ζευγαριού, αλλά και γαργαλιστικούς διαλόγους. Όταν κλήθηκε να λογοδοτήσει στο Συνοδικό Δικαστήριο, ο Μητροπολίτης Στυλιανός ακολούθησε μια αμφιλεγόμενη τακτική. Αρνήθηκε τις κατηγορίες, δηλώνοντας αθώος και αποδίδοντας τα πάντα σε «κομμουνιστικό δάκτυλο» και σε σκευωρία εναντίον του. Μάλιστα, προσπάθησε να εκβιάσει τους Μητροπολίτες-δικαστές, ενώ υποστήριξε ακόμα και ότι έπασχε από σωματική ιδιομορφία που δεν του επέτρεπε πλήρη συνεύρεση. Ωστόσο, η Ιερά Σύνοδος, αποδεχόμενη τη γνησιότητα των αρνητικών φιλμ, τον καταδίκασε. Ζητήθηκε η παραίτησή του για να μην συνεχιστεί ο διασυρμός της Εκκλησίας, και τελικά ο Στυλιανός Κορνάρος εκπτώθηκε από το αρχιερατικό του αξίωμα.
Οι συνέπειες του σκανδάλου ήταν εκτεταμένες, πλήττοντας το κύρος της Εκκλησίας και προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στους πιστούς της Πρέβεζας. Η υπόθεση ενέπνευσε τον σκηνοθέτη Δημήτρη Κολλάτο, ο οποίος τη μετέφερε στη θεατρική σκηνή και τον κινηματογράφο με το έργο «Ο Άγιος Πρεβέζης», προκαλώντας περαιτέρω αναταραχή και δημόσια συζήτηση. Ο Στυλιανός Κορνάρος έζησε τα τελευταία του χρόνια στην Αθήνα, λειτουργώντας ως απλός ιερέας σε νεκροταφείο. Παραδόξως, ο απατημένος ιερέας συνέχισε να συζεί με την πρεσβυτέρα, αποκτώντας μαζί της πολλά παιδιά και εγγόνια, κλείνοντας έτσι έναν κύκλο που ξεκίνησε με τον εκβιασμό και τον εκκλησιαστικό διασυρμό, αλλά τελείωσε με την επαναφορά της οικογενειακής τους ζωής.