Η 13η Απριλίου 2003 είναι καταγεγραμμένη στη συλλογική μνήμη ως μία από τις πιο μαύρες ημέρες στην ιστορία της Ελλάδας. Μια ανείπωτη τραγωδία εκτυλίχθηκε στην Κοιλάδα των Τεμπών, κόβοντας το νήμα της ζωής 21 μαθητών της Α' Λυκείου από το Μακροχώρι Ημαθίας. Τα παιδιά επέστρεφαν στα σπίτια τους γεμάτα χαρά και ενθουσιασμό από μια σχολική εκδρομή στην Αθήνα, αλλά δεν γνώριζαν ότι δεν επρόκειτο ποτέ να ξαναδούν τους γονείς και τους φίλους τους. Το θέαμα στον τόπο του ατυχήματος, στο 38ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού Λάρισας-Θεσσαλονίκης, χαρακτηρίστηκε ως «κόλαση» από όσους βρέθηκαν εκεί, με τις εικόνες να είναι αιματοκυλισμένες και ανείπωτα φρικτές.
Το χρονικό της τραγωδίας ξεκινά περίπου στις 7:30 το βράδυ, όταν το τουριστικό λεωφορείο, που μετέφερε 49 μαθητές, εισήλθε στην κοιλάδα. Λίγο νωρίτερα, μια νταλίκα με ρυμουλκούμενη καρότσα, φορτωμένη με φύλλα Novopan, κινούνταν στο βόρειο ρεύμα με κατεύθυνση την Αθήνα. Ξαφνικά, σε μια στροφή, ο οδηγός της νταλίκας έχασε τον έλεγχο, με αποτέλεσμα να συγκρουστεί πλαγιομετωπικά με το λεωφορείο. Το φορτίο, τα μεγάλα φύλλα Novopan, έσκισαν την αριστερή πλευρά του λεωφορείου από άκρη σε άκρη, θερίζοντας σαν δρεπάνι τους άτυχους μαθητές που κάθονταν σε εκείνη τη πλευρά. Ο πανικός που επικράτησε ήταν απόλυτος. Στο χάος που ακολούθησε, τρία αυτοκίνητα που ακολουθούσαν έπεσαν πάνω στα συντρίμμια και τυλίχθηκαν στις φλόγες. Οι διασώστες χρειάστηκαν ώρες για να απεγκλωβίσουν τους τραυματίες και τις σορούς, με τον επίσημο απολογισμό να είναι 21 νεκροί και 20 τραυματίες.
Η έρευνα αποκάλυψε πως η κύρια αιτία του δυστυχήματος ήταν μια αλυσίδα παραλείψεων και παρανομιών που σχετίζονταν με την κατάσταση της νταλίκας. Το φορτίο της ήταν υπέρβαρο, τα ελαστικά της ήταν φθαρμένα και η ταχύτητα μεγαλύτερη από το επιτρεπόμενο όριο. Επιπλέον, ο οδηγός οδηγούσε για έξι ώρες χωρίς διακοπή. Ο ίδιος ο οδηγός παραδέχτηκε ότι, παρότι διαπίστωσε το υπέρβαρο φορτίο, δεν τόλμησε να αρνηθεί το δρομολόγιο, καθώς φοβόταν μήπως χάσει τη δουλειά του επειδή ήταν καινούργιος στην εταιρεία. Πολλοί θεώρησαν πως οι μαθητές θυσιάστηκαν στο βωμό του κέρδους και της αδιαφορίας, επιρρίπτοντας ευθύνες και στην πολιτεία για την κακή κατάσταση του οδικού δικτύου, που δικαίως είχε αποκτήσει το προσωνύμιο «δρόμος καρμανιόλα».
Η δικαστική διαδικασία ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2008, με το δικαστήριο να καταδικάζει τον οδηγό της νταλίκας σε 15 χρόνια κάθειρξη, ενώ ποινές επιβλήθηκαν και στους ιδιοκτήτες του οχήματος, καθώς και στους υπεύθυνους του εργοστασίου στον Έβρο. Η εταιρεία καταβολής αποζημίωσε τις οικογένειες των θυμάτων με το ποσό των 8.500.000€. Ωστόσο, όπως δηλώθηκε, παρά τις τιμωρίες και τις αποζημιώσεις, τα παιδιά του Μακροχωρίου «δεν θα γυρίσουν ποτέ πίσω». Προς τιμήν της μνήμης τους, η πρώτη από τις τρεις σύραγγες που κατασκευάστηκαν για να εκσυγχρονιστεί η διαδρομή των Τεμπών, πήρε το όνομα «Μαθητών Μακροχωρίου Ημαθίας», αφήνοντας την καταραμμένη παλιά οδό ως απλή εναλλακτική διαδρομή, ώστε η τραγωδία να μην ξεχαστεί ποτέ.