Περισσότερο εκπαιδευτικό υλικό για το Λύκειο εδώ.
Δημήτριος Τζωρτζόπουλος
Δρ. Φιλοσοφίας
Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων
ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
Β΄ Λυκείου – θεωρητική κατεύθυνση
Ι. ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ
Για μια δημιουργική διδασκαλία του παρόντος μαθήματος κρίνονται αναγκαία, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
- Διαλογική προσέγγιση της εκάστοτε ενότητας και όχι μονολογική παρουσίαση του υλικού: δεν ενδείκνυται ο καθηγητής να παρουσιάζει δια μιας όλη την ενότητα και ο μαθητής να ακούει παθητικά.
- Ο διδάσκων αναδεικνύει με περιεκτικό τρόπο και κατά τεκμήριο με θεμελιώδεις θεματικές, ήτοι διανοηματικές προτάσεις την ουσία της εκάστοτε ενότητας. Με βάση αυτά τα νοήματα προκαλεί συζήτηση με τον μαθητή με μεθοδικό τρόπο.
- Μεθοδικός τρόπος:
– Συγκέντρωση της προσοχής και του ενδιαφέροντος του μαθητή στις κύριες ή καθολικές έννοιες της ενότητας.
– Στοιχειώδης ανάλυση ή κατανόηση των δεδομένων θέσεων, απόψεων κ.λπ. από την πλευρά των μαθητών.
– Το υλικό προβάλλεται με σαφήνεια, με αμεσότητα, με ακρίβεια, με πειστικότητα και με αναφορές στο σήμερα.
– Δεν ενδείκνυται ιστοριογραφική εμμονή σε πρόσωπα και πράγματα, εκτός από ορισμένες στιγμές.
– Επίσης δεν ενδείκνυται να αναλώνεται η διδακτική ώρα σε ανάγνωση φωναχτά της ενότητας, χωρίς καμιά προεργασία ή επεξεργασία.
- Οποιαδήποτε παρουσίαση του υλικού της ενότητας συνδέεται με τη συζήτηση και τον σχολιασμό των κειμένων.
- Ο σχολιασμός των κειμένων έχει αξία για το μάθημα, γιατί επιτρέπει στο μαθητή να εκκινεί από μια σταθερή βάση γνώσης και με αυτοπεποίθηση να ενεργοποιεί τη σκέψη του και να εμπλουτίζει τις εμπειρίες του.
- Σε κάθε περίπτωση, μια αξιοπρόσεκτη διδασκαλία του μαθήματος βοηθά τον μαθητή να ταξινομεί τις σκέψεις του, να εκφράζεται σωστά και να απελευθερώνει τον ψυχισμό του.
ΙΙ. ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΞΕΚΙΝΩΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΡΙΑ
ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΡΩΤΗ
Η ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ
1. Βασικές κατευθύνσεις:
· Το ερώτημα ως τέτοιο.
· Τα φιλοσοφικά ερωτήματα.
· Τα φιλοσοφικά ερωτήματα είναι οριακά, θεμελιώδη ή έσχατα.
· Η φιλοσοφία είναι σκέψη πάνω στην ίδια τη σκέψη και τις δυνατότητές της.
· Η ευρεία εφαρμογή της έννοιας της φιλοσοφίας.
· Η σημασία αυτής της ευρύτητας
2. Ανάλυση:
· Πώς οδηγούμαστε σε φιλοσοφική συζήτηση; Μέσα από τα ερωτήματα που μας απασχολούν.
· Τι είδους ερωτήματα είναι αυτά;
· Είναι ερωτήματα παρόμοια με εκείνα της επιστήμης.
· Τι σημαίνει αυτό; Πώς έχουν μια ιδιαιτερότητα.
· Πότε την ανακαλύπτουμε αυτή την ιδιαιτερότητα; Όταν επιχειρούμε να τα απαντήσουμε.
· Τι σημαίνει αυτή η ιδιαιτερότητα; Ότι δεν γνωρίζουμε από πού να ξεκινήσουμε για να τα απαντήσουμε, όπως επίσης δεν γνωρίζουμε και ποια μέθοδο να χρησιμοποιήσουμε.
· Γιατί δεν γνωρίζουμε; Μας λείπουν οι γνώσεις; Όχι.
· Απλώς πρόκειται για φιλοσοφικά ερωτήματα, τα οποία εκφράζουν προβληματισμό και θέτουν προβλήματα.
· Αυτά τα προβλήματα πότε μας γοητεύουν και πότε μας απογοητεύουν.
· Πρέπει άραγε να εγκαταλείψουμε την προσπάθεια να τα σκεφτούμε; Όχι.
· Απεναντίας αξίζει να την εντείνουμε και να εμβαθύνουμε ως το σημείο που θα καταλάβουμε ότι όσο καταπιανόμαστε με αυτά τόσο μαθαίνουμε να σκεφτόμαστε λογικά και να χρησιμοποιούμε έννοιες.
· Αυτά τα ερωτήματα είναι οριακά, θεμελιακά ή έσχατα.
· Η ενασχόληση μαζί τους διευρύνει τον πνευματικό μας ορίζοντα και οξύνει την κριτική μας ικανότητα.
· Κατά συνέπεια, τα φιλοσοφικά ερωτήματα μας βοηθούν να ανοίγουμε νέες προοπτικές στη γνώση και στην πράξη, κατ’ επέκταση στη ζωή μας.
· Από εδώ προκύπτει πως η φιλοσοφία συνδέεται με τη σκέψη που σκέπτεται τον εαυτό της και τις δυνατότητές του.
· Πώς χρησιμοποιούν τη φιλοσοφία πολλοί; Τη χρησιμοποιούν για να δηλώσουν τις θεωρίες των φιλοσόφων.
· Αυτό είναι όμως το κύριο που μας ενδιαφέρει; Όχι.
· Το ζήτημα δηλαδή δεν είναι τόσο να μαθαίνει κανείς ένα σύνολο φιλοσοφικών θεωριών ή αντιλήψεων όσο να μαθαίνει πώς να φιλοσοφεί, δηλαδή πώς να σκέπτεται.
· Η λέξη φιλοσοφία έχει χρησιμοποιηθεί σε ποικίλες εφαρμογές: π.χ. μιλάμε για φιλοσοφία της φύσης, φιλοσοφία του ανθρώπου, της κοινωνίας, της ιστορίας, των μαθηματικών, της τέχνης, της βιολογίας, της οικονομίας, της επικοινωνίας κ.λπ.
· Τι σημαίνει αυτή η πολυχρησία του όρου; Πώς χρειάζεται κανείς να κατανοεί συγκεκριμένα κάθε φορά τη σημασία του όρου φιλοσοφία.
· Πώς μπορεί να επιτυγχάνεται αυτό; Με το να προσδιορίζονται οι θεμελιώδεις στόχοι της φιλοσοφικής δραστηριότητας.
3. Σχολιασμός κειμένων:
· Β. Βέντερς, τα φτερά του έρωτα:
· το ερώτημα ενυπάρχει στη φύση του παιδιού και εκφράζει την απορία του. Η απορία αυτή ενσαρκώνει αντικειμενικά, ανεξάρτητα δηλαδή από το βαθμό επίγνωσης του κάθε επί μέρους παιδιού, τη ζωτικότητα της ύπαρξής του.
· Λ. Βιτγκενστάιν, Αφορισμοί και εξομολογήσεις:
οι φιλόσοφοι θέτουν κι αυτοί ερωτήματα, όχι για να δώσουν ή να πάρουν πληροφορίες, όπως μπορεί να συμβαίνει με τα κοινά ερωτήματα που μπορεί να διατυπώνει ένας ενήλικος, αλλά για να σκεφτούν το «γιατί» και το «τι». Το σκέφτονται όμως; Προ-καλούν τη σκέψη να σκεφτεί τον εαυτό της, δηλαδή να σκεφτεί φιλοσοφικά. Το φιλοσοφικώς σκέπτεσθαι δεν έχει αρχή και τέλος παρά έρχεται να μας υπενθυμίσει πως δυσκολευόμαστε να σκεφτούμε, όταν βρισκόμαστε σε αμηχανία ή μπροστά σε ένα πρόβλημα. Τι σημαίνει αυτό; Ότι μας παροτρύνει να τα παρατήσουμε; Όχι. Απλώς να ξανασκεφτούμε αυτό που έχουμε σκεφτεί. Να σκεφτόμαστε δηλαδή πώς να σκεφτόμαστε. Τι λέει ο Παπανούτσος εδώ:
· Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά, Α 2, 982b121:
O θαυμασμός και η απορία παρώθησαν τους ανθρώπους να φιλοσοφήσουν. Τα φαινόμενα, τα οποία ανάγκαζαν ή αναγκάζουν τον άνθρωπο να τα θαυμάζει, είναι συνήθως αυτά που δεν κατανοούνται με την πρώτη ματιά ή λογίζονται παράδοξα. Τέτοια παράδοξα φαινόμενα ποικίλουν ανάλογα με την περίπτωση. Υπάρχουν αυτά που εμφανίζονται μπροστά του, δηλαδή τα μικρά, άμεσα και προφανή, αλλά και τα φυσικά φαινόμενα και όλα εκείνα τα μεγάλα, για τα οποία ο άνθρωπος προοδευτικά απορεί και σχηματίζει την ιδέα ότι έχει άγνοια γι’ αυτά. Πώς ξεφεύγει κανείς από την άγνοια; Με το να φιλοσοφεί. Προσπαθεί να παρατηρήσει, να ερμηνεύσει, να εξηγήσει, να κατανοήσει τα φαινόμενα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να οργανώσει τη σκέψη και να μάθει να καλλιεργεί την ικανότητα για θεωρητικές συλλήψεις. Τέτοιες θεωρητικές συλλήψεις εντάσσονται στη λογική αναζήτηση της αλήθειας. Προκειμένου να αναπτύξουν αυτή τη λογική διαδικασία αναζήτησης της αλήθειας, οι φιλόσοφοι δεν διστάζουν να θέτουν υπό αμφισβήτηση τις προσωπικές τους πεποιθήσεις και να έρχονται σε αμηχανία. Αμηχανία στη φιλοσοφία είναι εκείνη η κατάσταση που μας δημιουργεί προβληματισμό και μας κάνει να προχωρούμε μπροστά.
· Πλάτων, Μένων 80a:
Ο φιλοσοφικός λόγος, εδώ ο λόγος του Σωκράτη, δεν προσφέρει έτοιμες λύσεις ούτε προορίζεται να απορρίπτει ή να αποδοκιμάζει άκριτα και εριστικά την άποψη του άλλου παρά οδηγεί σε προβληματισμό και σε αμφιβολία. Όσο πιο ανοικτός και αληθινός είναι σε επιχειρήματα, σε κρίσεις και σε συλλογισμούς, τόσο ηλεκτρίζει τον συζητητή και αποδεικνύεται ικανός να τον εξοικειώσει με πιο βαθυστόχαστους τρόπους σκέψης.
· Ρόμπερτ Μούζιλ, Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες
Η φιλοσοφία δεν συνδέεται με οποιαδήποτε αγοραία αντίληψη ή κοσμοαντίληψη, ειδικά στην εποχή μας όπου με περισσή σοβαροφάνεια διατυπώνονται διάφορες ρηχές απόψεις ή θεωρίες, αλλά παρά τη ρηχότητά τους δεν διστάζουν να διεκδικούν απόλυτη παραδοχή. Η διαφορά της φιλοσοφικής σκέψης και του φιλοσοφικού λόγου από την επιπόλαια γνώμη, η οποία θέλει να αυτοχαρακτηρίζεται φιλοσοφική, έγκειται στο ότι η φιλοσοφία καλλιεργεί περίσκεψη, προβληματισμό, δημιουργική αμφιβολία και τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία. Απεναντίας, ο δογματικός διαποτισμός της σκέψης δεν έχει καμιά σχέση με τη φιλοσοφία, ακόμη και αν δεν φείδεται να την επικαλείται. Η φιλοσοφία συνεπώς είναι μια συγκεκριμένη δραστηριότητα του ανθρώπινου νου, η οποία αφορά τον κάθε άνθρωπο, αλλά συγχρόνως απαιτεί απ’ αυτόν ως προϋπόθεση ορθής χρήσης της να εξασκείται συστηματικά και να δοκιμάζονται στην πράξη τα αποτελέσματα αυτής της εξάσκησης. Τέτοια αποτελέσματα είναι η ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας, η συνέπεια λόγου και έργου, η διεύρυνση του πνευματικού ορίζοντα, η καλλιέργεια αυτογνωσίας, η κριτική και αυτοκριτική στάση.
ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
ΒΑΣΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ
1. Διασάφηση γενικών εννοιών:
· Η ενασχόληση με τα φιλοσοφικά ερωτήματα μας παραπέμπει στην κατανόηση αφηρημένων και γενικών εννοιών.
· Τέτοιες έννοιες είναι:
– εαυτός
– πραγματικότητα
– χρόνος
– νόμος
– ελευθερία
– δικαιοσύνη
– ομορφιά κ.λπ.
· Η αναφορά σε τέτοιες έννοιες γίνεται με λέξεις.
· Αυτές οι λέξεις παίρνουν άλλη σημασία στην καθημερινή συζήτηση και άλλη στην επιστημονική έρευνα.
· Η φιλοσοφική αναζήτηση προϋποθέτει συστηματική μελέτη των εννοιών.
· Συστηματική μελέτη σημαίνει εντοπισμός και ανάδειξη των κοινών και σταθερών στοιχείων που χαρακτηρίζουν τις έννοιες.
2. Αιτιολόγηση βασικών πεποιθήσεων:
· Φιλοσοφική στάση σημαίνει ότι απορούμε για ό,τι ο κοινός νους θεωρεί αυτονόητο.
· Συχνά οι αισθήσεις και η λογική μας σφάλλουν, έτσι ώστε τα προφανή να μην είναι σταθερά και αναλλοίωτα και να χρειάζεται κάποτε να αλλάξουν.
· Το ίδιο αλλάζουν και οι αρχές που διέπουν τις επιστημονικές έρευνες.
· Από τη σκοπιά του φιλοσόφου, αυτό σημαίνει πως κάθε άποψη ή πεποίθηση απαιτεί αιτιολόγηση.
· Η αιτιολόγηση είναι αναγκαία για να γνωρίζουμε τα όρια της λογικής μας ικανότητας και να κατανοούμε το γιατί στην περίπτωση της αποτυχίας.
3. Διαμόρφωση μιας συνολικής θεώρησης του ανθρώπου και της θέσης του μέσα στον κόσμο:
· Τι γνωρίζουμε από τον κόσμο;
· Διάφορες όψεις του, οι οποίες ανάλογα με τη σκοπιά που βλέπονται είναι διαφορετικές ή ακόμη και αντιθετικές.
· Έτσι η κοινή μας εμπειρία μας φανερώνει άλλες όψεις του κόσμου ή με άλλο τρόπο.
· Άλλες η θρησκεία ή οι επιστήμες ή η τέχνη κ.λπ.
· Ποιος είναι ο ρόλος της φιλοσοφίας σε σχέση με τις επί μέρους «εικόνες» που μας παρέχουν οι πιο πάνω πνευματικές δραστηριότητες;
· Η φιλοσοφία λειτουργεί διαμεσολαβητικά ανάμεσα στις επί μέρους «εικόνες».
· Μας επιτρέπει να τις συμφιλιώνουμε με βάση κοινά γνωρίσματα, να τις ιεραρχούμε ή να εξηγούμε την αμοιβαία τους σχέση, καθώς και την αιτιώδη τους σχέση, δηλαδή πώς η μία μπορεί να μας οδηγεί στην άλλη.
· Επιδίωξη των φιλοσόφων, από την αρχαιότητα ακόμη, ήταν να συνδυάσουν τις ποικίλες θεωρίες και αντιλήψεις, έτσι όπως διατυπώνονταν ως γενικές αρχές, και να επιτύχουν μιασυνολική θεώρηση του κόσμου με λογική συνοχή, δηλαδή χωρίς αντιφάσεις.
· Αναλογικά επεδίωκαν μια αντίστοιχη θεώρηση της θέσης του ανθρώπου μέσα σε αυτό τον κόσμο.
· Μια τέτοια θεώρηση επιτρέπει να δίνονται απαντήσεις, ικανοποιητικές σχετικά αλλά ποτέ οριστικές, στα έσχατα ερωτήματα σχετικά με τη ζωή, τον θάνατο, την ανθρώπινη ύπαρξη κ.λπ.
· Βέβαια είναι δύσκολο να έχουμε μια γενική εικόνα ή εποπτεία όλων όσων ξέρουμε ή θεωρούμε ότι ξέρουμε, γιατί οι επιστήμες αναπτύσσονται συνεχώς και οι γνώσεις μας γίνονται πιο εξειδικευμένες, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται και να επεκτείνονται με αλματώδη ρυθμό.
· Αυτό δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος πρέπει να χάνεται μέσα στην εξειδίκευση ή να παραιτείται από τη δυνατότητα μιας συνολικότερης θεώρησης.
· Αυτή τη δυνατότητα προσφέρει η φιλοσοφική δραστηριότητα.
4. Καθοδήγηση της πράξης και οργάνωση του τρόπου ζωής μας:
· Η φιλοσοφία δεν ασχολείται μόνο με θεωρητικά ζητήματα αλλά και με ζητήματα του πρακτικού βίου.
· Από την εποχή των σοφιστών και του Σωκράτη οι πρακτικοί στόχοι της φιλοσοφικής δραστηριότητας είναι εμφανείς.
· Ερωτήματα πρακτικής υφής που απασχολούν τη φιλοσοφία είναι σημαντικά για τον προσανατολισμό της ζωής μας: πώς θα ’πρεπε να ζει ο άνθρωπος, για να ζει καλά; Πώς θα ’πρεπε να πράττει, για να πράττει σωστά;
· Είπαμε πιο πάνω ότι η φιλοσοφία προβαίνει στη διασάφηση ή την ανάλυση των εννοιών, στην αιτιολόγηση των πεποιθήσεων, στην επεξεργασία μιας συνολικής θεώρησης του κόσμου και του ανθρώπου.
· Όλες αυτές οι δραστηριότητες δεν είναι απλώς θεωρητικές αλλά στοχεύουν και σε τούτο: να μας υποδείξουν τρόπους, αρχές και αξίες που ρυθμίζουν και δίνουν νόημα στη ζωή μας.
· Η θεωρία πρέπει να συνδέεται με την πράξη μας και να την καθοδηγεί.
· Ιδού ορισμένα πρακτικά ζητήματα: πώς πρέπει να ζούμε ως άτομα, πώς να συμπεριφερόμαστε μεταξύ μας, πώς να οργανώνουμε την κοινωνία μας και τους πολιτικούς μας θεσμούς;
· Με αυτή την έννοια, η φιλοσοφία για την αρχαιοελληνική σκέψη ήταν και τέχνη του βίου.
5. Σχολιασμός κειμένων:
· Ρενέ Ντεκάρτ, Λόγος περί της μεθόδου:
Τι μπορεί να ακούσει κανείς από τους φιλοσόφους; Το πιο αλλόκοτο και το πιο απίστευτο. Άραγε οι φιλόσοφοι μιλούν για αλλόκοτα και απίστευτα πράγματα, τα οποία μπορεί να θεωρούνται αδιανόητα για τον κοινό νου και κατ’ επέκταση να απορρίπτονται ως παράλογα; Μπορεί και αυτό να συμβαίνει για ορισμένους ανθρώπους, οι οποίοι συγχέουν τον βαθύ προβληματισμό με τη δική τους αδυναμία να σκεφτούν και έτσι εύκολα καταφεύγουν σε αρνητικές κρίσεις για ό,τι δεν καταλαβαίνουν. Σε κάθε περίπτωση, η φιλοσοφική δραστηριότητα δεν είναι κάτι το στατικό και το περιορισμένο, αλλά προχωρεί στην ενασχόληση και με το πιο απίστευτο.
· Καρλ Γιάσπερς, Εισαγωγή στη φιλοσοφία
Η φιλοσοφία οδηγεί τον καθένα σε ένα δρόμο συνεχούς προβληματισμού, μεθοδικής ανάλυσης και κατανόησης, ερωτηματικής στάσης. Κάθε απάντηση που δίνει για τα μικρά και μεγάλα προβλήματα της ζωής και της επιστήμης είναι μια διάνοιξη σε νέα ερωτήματα.
· Πλάτων, Ευθύφρων
Η φιλοσοφική συζήτηση και γενικότερα μια σοβαρή διαλογική αντιμετώπιση ενός πράγματος δεν εξαντλείται στην απαρίθμηση επί μέρους χαρακτηριστικών ή γνωρισμάτων του αλλά στον προσδιορισμό της έννοιάς του, η οποία είναι το γενικό ή καθολικό στοιχείο και αποτελεί κριτήριο για να αποφαινόμαστε κάθε φορά τι είναι το ένα και τι είναι το άλλο πράγμα ή η μια και η άλλη ιδέα και αντίληψη.
· Τόμας Νάγκελ, Θεμελιώδη φιλοσοφικά προβλήματα
Ένα από τα σοβαρά καθήκοντα της φιλοσοφίας είναι να κατανοεί πίσω από μια κοινή αντίληψη ή έννοια μια βαθύτερη σκέψη, η οποία τίθεται ως διερώτηση: τι είναι αυτό, τι είναι το άλλο; Τι σημαίνει αυτό, τι σημαίνει το άλλο κ.λπ.; Η φιλοσοφία, κατ’ αυτόν τον τρόπο, αναζητεί το νόημα που συνέχει μια πράξη, μια ενέργεια, μια σκέψη, μια άποψη, μια ερευνητική δραστηριότητα, εν τέλει μια στάση ζωής. Στη συνάφεια τούτη διερευνά και την ηθική υπόσταση όλων αυτών και προσφέρει στον άνθρωπο αυτή τη διερεύνηση και εκείνη την αναζήτηση ως μέθοδο ή τρόπο για να μεθερμηνεύει και να κατανοεί περαιτέρω τη θέση του μέσα στον κόσμο.
· Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια
Η φιλοσοφία δεν είναι μόνο θεωρητική αναζήτηση ή ηθική διδασκαλία, αλλά και η θεωρία που καθοδηγεί και οφείλει να καθοδηγεί την πράξη. Έτσι χρειάζεται να οργανώνουμε την πράξη με βάση συγκεκριμένους σκοπούς και με καθορισμένους τρόπους, τους οποίους συλλαμβάνουμε πρώτα θεωρητικά και ανάλογα σχεδιάζουμε την εκπλήρωσή τους. Για παράδειγμα, όταν θέλουμε να γίνουμε ενάρετοι, δεν επιζητούμε απλά και μόνο διάφορους ορισμούς περί αρετής ή αντίστοιχες ηθικές εντολές αλλά διερευνούμε την αρετή σε σχέση με τον σκοπό που θέτουμε:δηλαδή να γίνουμε ενάρετοι· και ακόμη σε σχέση με τους τρόπους που πρέπει να ακολουθήσουμε για να υλοποιήσουμε αυτό τον σκοπό.
ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΡΙΤΗ
ΚΛΑΔΟΙ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
1. Βασικοί κλάδοι της φιλοσοφίας
· Οι κλάδοι της φιλοσοφίας ορίζονται ή προσδιορίζονται με βάση τα φιλοσοφικάπροβλήματα που καλούνται να συζητήσουν. Μεταξύ άλλων έχουμε τους εξής κλάδους:
· Γνωσιολογία: είναι θεωρία της γνώσης σχετικά με τις δυνατότητες, τις πηγές, τα είδη και τις μεθόδους απόκτησής της.
· Μεταφυσική ή οντολογία: ερευνά τη βαθύτερη υφή ή δομή ή σύσταση της πραγματικότητας. Είναι μια γενική θεωρία αυτού που υπάρχει ή σχετικά με το τι υπάρχει. Π.χ. υπάρχει θεός,υπάρχει μεταθανάτια ζωή κ.λπ.
· Αξιολογία ή πρακτική φιλοσοφία: περιλαμβάνει την ηθική, την πολιτική φιλοσοφία και τηναισθητική. Ασχολείται με αρχές και αξίες που κατευθύνουν ή θέλουμε να κατευθύνουν τη ζωή μας.
· Λογική: ασχολείται με τον τρόπο ή τη μέθοδο σκέψης. Λογίζεται συνεπώς ως όργανο της ορθής νόησης· δηλαδή όργανο ή εργαλείο για να σκεφτόμαστε ορθά.
⇒ Χρειάζεται να σημειώσουμε ότι υπάρχουν και άλλοι κλάδοι ή οι ίδιοι κλάδοι ταξινομούνται και διαφορετικά.
2. Επιχειρήματα
· Για να υποστηρίξει κανείς τις απόψεις του ή τις ιδέες του χρειάζεται να χρησιμοποιεί επιχειρήματα. Γιατί; Επειδή με τα επιχειρήματα αναδεικνύει τον λογικό ειρμό των σκέψεων που εξωτερικεύει.
· Πώς οργανώνεται το επιχείρημα; Ξεκινάμε από τις προκείμενες [=προτάσεις με λιγότερο ή περισσότερο λογικό περιεχόμενο] και καταλήγουμε στο συμπέρασμα:συμπερασματικήπρόταση.
· Η λογική μας επιτρέπει να διακρίνουμε πότε ένα επιχείρημα είναι ή δεν είναι έγκυρο.
· Έγκυρο είναι, όταν το συμπέρασμα συνάγεται κατ’ αναγκαιότητα από αληθείςπροκείμενες [δες τα παραδείγματα του εγχειριδίου σ. 11] .
· Τα φιλοσοφικά επιχειρήματα δεν αναπτύσσονται μέσα στο θεωρητικό περιβάλλον των επί μέρους επιστημών, αλλά συγκροτούν τα στοιχεία τους από κοινές απόψεις. Επίσης χρησιμοποιούν συνήθως την καθημερινή γλώσσα και όχι κάποια ειδική ορολογία.
3. Φιλοσοφία και επιστήμες
· Η διάκριση ανάμεσα στη φιλοσοφία και στις επί μέρους επιστήμες επιτεύχθηκε κατά τα νεώτερα χρόνια. Σε παλαιότερες εποχές στον όρο φιλοσοφία συμπεριλαμβάνονταν και τα άλλα επί μέρους γνωστικά αντικείμενα.
· Ο διαχωρισμός φιλοσοφίας και επιστημών δεν συρρικνώνει τη φιλοσοφία παρά ορισμένους αντίθετους ισχυρισμούς.
· Η φιλοσοφία συνιστά μια διαφορετική εκδήλωση του πνεύματος με κύρια χαρακτηριστικά τα εξής:
α) παρουσιάζει ένα μεγαλύτερο βαθμό γενικότητας απ’ αυτόν των επιστημών.
β) δίνει έμφαση στις εννοιολογικές διερευνήσεις.
γ) αιτιολογεί βαθύτερα βασικές κοινές ή επιστημονικές πεποιθήσεις.
δ) νοηματοδοτεί την ανθρώπινη ύπαρξη. Δηλαδή αναζητεί και διερευνά το νόημα ή τα νοήματα της ανθρώπινης ύπαρξης.
· Η φιλοσοφία προηγείται των επιστημών: έτσι μπορεί να συμβάλλει στη θεμελίωση τωναρχών τους, στον προσδιορισμό των εννοιών τους, στην οργάνωση των μεθόδων τους.
· Η φιλοσοφία όμως έρχεται και «μετά» από τις επιστήμες: δηλαδή συνοψίζει και ερμηνεύει τα πορίσματα των ερευνών τους.
· Η φιλοσοφία δεν στέκεται «δίπλα» στις επιστήμες, δηλαδή δεν είναι μια παράλληλη επιστήμη, αλλά στέκεται «πάνω» ή «κάτω»: δηλαδή πριν από την επιστήμη και διερευνά για λογαριασμό της ό,τι η ίδια χρειάζεται για να αναπτυχθεί ή για να αποβεί χρήσιμη στην κοινωνία: π.χ. διερευνά για μέθοδο, έννοιες, αρχές, χρησιμότητα, εφαρμογές κ.λπ. Επίσης μετά την επιστήμη για να διερευνήσει ή να ερμηνεύσει συνέπειες των επιστημονικών εφαρμογών, πορίσματα κ.α.
· Γενικώς η φιλοσοφία σε σχέση με την επιστήμη φωτίζει «ατραπούς» ή «μονοπάτια», από τα οποία αναγκαστικά περνούν και οι άνθρωποι των επιστημών και οι «κοινοί θνητοί».
· Η φιλοσοφία φωτίζει ερωτήματα, που δεν επιδέχονται μια μόνο απάντηση. Για να μπορεί να προτείνει συγκεκριμένες και σωστές κατά το δυνατόν λύσεις πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα πορίσματα των επιστημών και να γνωρίζει τις επιστημονικές εξελίξεις.
4. Σχολιασμός κειμένων
· John Locke (Τζων Λοκ): Δοκίμιο για την ανθρώπινη νόηση
Σύμφωνα με τον Λοκ πολλά σκουπίδια φράζουν το δρόμο της γνώσης. Για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτή την τοποθέτηση πρέπει να δούμε τη σημασία της λέξης σκουπίδια: τη μεταφορική σημασία της λέξης σκουπίδια δεν τη χρησιμοποιεί μόνο ο Λοκ, αλλά όλοι οι άνθρωποι στην καθημερινή τους ζωή. Λέμε για παράδειγμα: σκουπίδια της πολιτικής, της κουλτούρας, της γνώσης κ.λπ. και εννοούμε ότι κυριαρχούν σαθρές, ρηχές ή στρεβλές αντιλήψεις στον ένα ή τον άλλο τομέα της γνώσης, της σκέψης, της πολιτικής, του πολιτισμού, της ζωής κ.α και όλες αυτές οισαθρότητες περνούν για περισσή γνώση ή επιβάλλονται από διάφορους δοκησίσοφους [=κενόσοφους] ως επιστημονική γνώση. Τόσο στρεβλές ή σαθρές είναι που συσκοτίζουν την πραγματική διάσταση των πραγμάτων και εμποδίζουν έτσι τον άνθρωπο να έχει σαφή εικόνα για αυτά. Με βάση αυτή τη διαπίστωση συνεχίζει ο Λοκ: ενάντια σε τέτοια σκουπίδια γίνονταιφιλότιμεςπροσπάθειες από καλοπροαίρετους μελετητές, δασκάλους, γενικώς από ανθρώπους που θέλουν να σκέπτονται. Όμως μπορεί να φωτισθεί περισσότερο ο δρόμος της γνώσης, αν όλες αυτές οι φιλότιμες προσπάθειες ενισχύονται από μια σαφή χρήση των επιστημονικών όρων, γενικότερα από μια αποσαφηνισμένη παραγωγή νοημάτων και από μια κατανοητή γλώσσαπου θα καταλάβαινε και η ίδια τι θέλει να πει, αλλά και θα επέτρεπε και στο συνομιλητή να καταλάβει καλύτερα. Βασικό δίδαγμα του συγκεκριμένου κειμένου είναι τούτο: κριτήριο της αληθινής γνώσης είναι ο βαθμός κατανόησής της και ο συγκεκριμένος της χαρακτήρας: το συγκεκριμένο αντιμετωπίζεται μόνο συγκεκριμένα. Δεν έχει καμιά σχέση με την αλήθεια μια ομιχλώδης επίκληση διαφόρων εξεζητημένων ή ακραίων επιστημονικών όρων για να φαίνεται κανείς ότι κατέχει τη γνώση. Η ακατανοησία είναι τεκμήριο επιπόλαιης ανάγνωσης και ακόμα πιο επιπόλαιης αφομοίωσης· δεν έχει καμιά σχέση με την επιστημονικότητα, γιατί γνώρισμα της τελευταίας είναι να εξασφαλίζει υψηλό βαθμό κατανόησης και ευρύτερης συνεννόησης.
· Φερνάρντο Σαμπατέρ: Οι ερωτήσεις της ζωής
Το παρόν κείμενο ασχολείται με την επιστήμη και τη φιλοσοφία. Πρωτίστως αναφέρεται στηναρχική ενότητά τους και στον μετέπειτα διαχωρισμό τους. Ο διαχωρισμός τους επήλθε, γιατί εξειδικεύτηκαν πιο πολύ και το αντικείμενο των επιστημών και το αντικείμενο της φιλοσοφίας.
Οι επιστήμες χαρακτηρίζονται για τα εξής:
Ι) επιδιώκουν μια συστηματική εξήγηση για το πώς είναι κατασκευασμένος ο κόσμος, ποια είναι δηλαδή η δομή του και για το πώς λειτουργεί.
ΙΙ) πραγματεύονται τα θέματά τους χωρίς να αναφέρονται στη συγκεκριμένη υπαρκτικήσύστασηγνωστικού υποκειμένου. του ανθρώπου και την ενεργό στάση του ως
ΙΙΙ) επιχειρούν να γνωρίσουν ό,τι υπάρχει και ό,τι συμβαίνει. όχι γιατί συμβαίνει ή γιατί υπάρχει ή ακόμη πώς υπάρχει και πώς συμβαίνει.
ΙV) τεμαχίζουν και εξειδικεύουν τη γνώση.
V) χρησιμοποιούν μαθηματικές μεθόδους για να μετατρέψουν τις μορφές της πραγματικότητας που είναι εμφανείς, που έρχονται δηλαδή στην επιφάνεια, σε αόρατα θεωρητικά στοιχεία, δηλαδή σε στοιχεία της αφηρημένης σκέψης, τα οποία είναι μη προσιτά στην καθημερινή πραγματικότητα του ανθρώπου.
VI) Αναζητούν θεμελιακές γνώσεις, δεν μένουν σε απλές εικασίες ή υποθέσεις.
Η φιλοσοφία διακρίνεται για τα εξής:
Ι) αναζητεί τη σημασία που έχει ο κόσμος για μας.
ΙΙ) εξετάζει τη γνώση πάντοτε σε σχέση με το υποκείμενο. Με άλλα λόγια οποιαδήποτε φιλοσοφική θεώρηση της γνώσης προϋποθέτει μια σχέση της γνώσης με το υποκείμενο που γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει.
ΙΙΙ) μελετά την επίδραση που έχει στον άνθρωπο αυτό που υπάρχει και αυτό για το οποίο έχουμε γνώση ή επίγνωση ότι συμβαίνει.
IV) ενδιαφέρεται για τη συνεκτικότητα της γνώσης: συγκεντρώνει το σύνολο των επί μέρους γνώσεων σε ένα θεωρητικό πλαίσιο, το οποίο ενοποιεί, δηλαδή υπερβαίνει την πολυμορφία της ανθρώπινης σκέψης και ύπαρξης
V) ασχολείται με την πραγματικότητα έτσι όπως εμφανίζεται στη ζωή του ανθρώπου καισυνδέεται με την περιπέτεια ύπαρξής του.
VI) προβληματίζεται για θέματα ή ζητήματα που για τις επιστήμες θεωρούνται δεδομένα, αυτονόητα ή προφανή. Έτσι διερευνά το πραγματικό υπέδαφος των γνώσεων μας και προσπαθεί να αποκαλύψει τις ψευδαισθήσεις γύρω από τη γνώση. Η φιλοσοφία ξανακάνει πρόβλημα αυτό που οι επιστήμες θεωρούν λυμένο.
· Μόρτις Σλικ: Μορφή και περιεχόμενο
Η φιλοσοφία δεν είναι μια κλειστή θεωρία με παγιωμένους κανόνες και στερεότυπες αρχές αλλά μια αδιάκοπα ανοικτή δραστηριότητα του νου και της σκέψης, η οποία βρίσκει έκφραση στη γλώσσα. Η δραστηριότητα αυτή δεν κατανοείται τόσο, σύμφωνα με τον συγκεκριμένο φιλόσοφο Βιτγκενστάιν, ως διατύπωση «φιλοσοφικών προτάσεων», δηλαδή ως λεκτική εκφορά στερεότυπων προτάσεων κατά το πρότυπο της τυπικής λογικής ανεξάρτητα από το νόημα που αποτυπώνουν και το βαθμό κατανόησής τους, αλλά ως νοηματική διασάφηση των προτάσεων. Με δυο λόγια η φιλοσοφική δραστηριότητα είναι γόνιμη, όταν παράγει σαφείς και κατανοητές προτάσεις, όταν διασαφηνίζει νοήματα και έννοιες που περιέχουν οι φιλοσοφικές προτάσεις.
ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
1. Αμφισβητήσεις της αξίας της φιλοσοφίας
· Ποια είναι η γνώμη των απλών ανθρώπων για τη φιλοσοφία, σύμφωνα με τους συγγραφείς του εγχειριδίου; Ότι είναι κουραστική, γιατί μας ζητά να εμβαθύνουμε στα διάφορα ζητήματα.
· Επίσης ότι κάθε φιλοσοφική αναζήτηση ή διερεύνηση μπορεί να είναι άσκοπη και ανώφελη, αφού δεν οδηγεί σε απτά αποτελέσματα.
· Άλλοι πιστεύουν ότι η φιλοσοφική σκέψη είναι απρόσιτη και άλλοι ότι η φιλοσοφική ενασχόληση είναι χάσιμο χρόνου, γιατί δεν οδηγεί σε πρακτικά αποτελέσματα παρά αναλώνεται σε σχολαστικές συζητήσεις χωρίς αντίκρισμα.
· Δεν παραγνωρίζεται και το γεγονός ότι η κριτική στάση του φιλοσόφου πολλές φορές θεωρείται επικίνδυνη, γιατί μοιάζει να υπονομεύει τη θρησκευτική πίστη, να κλονίζει βεβαιότητες, να αμφισβητεί τους πολιτικούς θεσμούς κ.λπ.
· Γι’ αυτό είναι πολλά τα παραδείγματα από την ιστορία που δείχνουν το διωγμό των φιλοσόφων (βλ. εγχειρίδιο σ. 15) για την κριτική τους στάση.
· Πολύ παραστατικά ο Πλάτων στο έργο του Πολιτεία παρουσιάζει το φιλόσοφο να είναι δεσμώτης ενός σπηλαίου και κάποια στιγμή να απελευθερώνεται από τα δεσμά του, χάρη προφανώς στη δύναμη και τη διαύγεια της σκέψης του, και να βγαίνει στο φως του ήλιου, δηλαδή να αντικρίζει την αλήθεια. Όταν γυρίζει στο σπήλαιο για να διδάξει στους δεσμώτες την αλήθεια που αντίκρισε, δηλαδή την αληθινή πραγματικότητα έναντι αυτής της απατηλής πραγματικότητας του σπηλαίου, και για να τους βοηθήσει να απαλλαγούν από τα δεσμά τους, δηλαδή από την ψευδή πραγματικότητα, μέσα στην οποία ζουν, τότε αυτοί όχι μόνο δεν θα τον ακολουθήσουν, αλλά θα θελήσουν και να τον προπηλακίσουν μέχρι και να τον θανατώσουν.
· Η αλληγορία του σπηλαίου είναι μια ιδιοφυής σύλληψη του Πλάτωνα και έχει διαχρονική ισχύ, γιατί παριστά με μοναδική διαύγεια την απατηλή ή παραπλανητικήπραγματικότηταφαινομενική αλήθεια να διακρίνουμε την αντικειμενική αλήθεια. Το ιστορικό παράδειγμα που ενέπνευσε τον Πλάτωνα στην σύλληψή του αυτή ήταν η άδικη καταδίκη και δολοφονία του Σωκράτη από το δημοκρατικό, κατά τα άλλα, πολίτευμα της Αθήνας. που μας περιβάλλει και μας εθίζει τόσο πολύ στο στρεβλό, στο ανεστρραμμένο, στο παράλογο, ώστε να μην μπορούμε πίσω από τη
· Ανακεφαλαιωτική επισήμανση: η αξία της φιλοσοφίας κατά βάθος δεν αμφισβητείται, αλλά αμφισβητείται και οφείλει να αμφισβητείται ό,τι ενίοτε περνάει για φιλοσοφία χωρίς στην πράξη να έχει την παραμικρή σχέση με τη φιλοσοφία. Δεν είναι λοιπόν φιλοσοφία ηακατάσχετη ρητορική ή ατελείωτη φλυαρία που χαρακτηρίζει ορισμένους, ενδημούντες ή παρεπιδημούντες συνήθως μέσα στα σκονισμένα αμφιθέατρα.
2. Η χρησιμότητα της φιλοσοφίας
· Μια προσεκτική εκτίμηση δείχνει ότι η φιλοσοφία, όταν αντιμετωπίζεται ως συγκεκριμένη μέθοδος και δυνατότητα σκέψης, μόνο άχρηστη δεν είναι. Σε τι έγκειται λοιπόν η χρησιμότητά της;
· Ι) κεντρίζει το ενδιαφέρον των ανθρώπων για θεωρητικές αναζητήσεις. Αυτές μπορεί να περιστρέφονται γύρω από μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, γύρω από τησυνειδητοποίηση των γνωσιολογικών μας δυνατοτήτων –δηλ. μέχρι ποιο βαθμό μπορούμε να έχουμε γνώσεις για κάτι–, γύρω από κοσμοθεωρίες και ιδεολογίες, γύρω απόαμφισβητήσεις παραδοσιακών αντιλήψεων κ.α.
· ΙΙ) Προσφέρει μια αδιάψευστη πνευματική ενασχόληση ως αντίπαλο δέος της καθημερινής ρουτίνας και πλήξης.
· ΙΙΙ) Επιτρέπει να αποκτούμε μια εποπτική εικόνα των πραγμάτων, έτσι ώστε ναμηνδιαμελίζεται, μέσα σε μια διχασμένη κοινωνία ή διχασμένο περιβάλλον ζωής, ούτε η σκέψη μας ούτε ο ψυχισμός μας.
· IV) Μας μαθαίνει να σκεπτόμαστε συγκεκριμένα και ρεαλιστικά, με διαύγεια και σαφήνεια, ώστε να προσεγγίζουμε τις δυνατές απαντήσεις στα έσχατα ερωτήματα ή ζητήματα του ανθρώπινου βίου.
· V) Έχει πρακτική σημασία: οξύνει την κριτική μας ικανότητα, μας πορίζει ιδέες, ακαταμάχητη επιχειρηματολογία, συλλογιστικούς τρόπους και αποτελεσματικές μεθόδους για έλεγχο των λογικών σφαλμάτων, για αποδόμηση εδραιωμένων προκαταλήψεων, για μια ψύχραιμη και ορθολογική αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων.
· VI) εξοπλίζει με αφαιρετικό στοχασμό τους επιστήμονες των επί μέρους επιστημών, ενώ παράλληλα τους ευαισθητοποιεί απέναντι στην κοινωνία και σε σχέση με την ανάδειξη του ανθρωπιστικού χαρακτήρα της επιστημονικής έρευνας.
· VIΙ) Στο ευρύτερο πεδίο της πολιτικής και κοινωνικής ζωής διαμορφώνει τους διανοητικούς όρους για να στεκόμαστε με δημιουργικό και κριτικό βλέμμα απέναντι στα εκάστοτε τεκταινόμενα. Όσο πιο φιλοσοφημένοι είναι οι άνθρωποι που παράγουν πολιτική και επηρεάζουν τις κοινωνικές εξελίξεις, τόσο πιο πολύ εδραιώνονται οι αρχές της δικαιοσύνης, της ισονομίας και ισοπολιτείας· στον δε οικονομικό και διοικητικό τομέα πρυτανεύει η ορθοφροσύνη και η εύτακτη λειτουργία των οικονομικών μεγεθών και των διαφόρων θεσμών. Μαζί με όλα αυτά, μια φιλοσοφημένη κοινωνία παράγει σκεπτόμενους πολίτες και όχι παθητικούς ή αλλοτριωμένους οπαδούς.
· VIII] Με τη θεωρητική της εμβέλεια συντελεί στην προετοιμασία μεγάλων ιστορικών και κοινωνικοπολιτικών μεταβολών ή ρήξεων. Η φιλοσοφία του Διαφωτισμού, για παράδειγμα, προετοίμασε το έδαφος της Γαλλικής Επανάστασης κ.α. Από την άλλη, αποτελεί εστία αντί-στασης ή αντιπαράθεσης με την αρνητική όψη της πολιτικής εξουσίας.
· IX) Βοηθάει στην προσωπική ζωή του κάθε ανθρώπου. Του καλλιεργεί μια αίσθηση αυτονομίας, αυτοπεποίθησης και πνευματικής ελευθερίας. Τον απελευθερώνει από φανατισμούς, εμμονές, δογματικούς διαποτισμούς και επιθετική συμπεριφορά. Επίσης τον εξοικειώνει με διαλογικούς τρόπους επικοινωνίας και τον μαθαίνει να σέβεται την ετερότητα
3. Σχολιασμός κειμένων
· Πλάτων, Γοργίας 484c-486a
Στο παρόν απόσπασμα ο Καλλικλής παρουσιάζεται από τον Πλάτωνα να εκφέρει μια κρίση για τη φιλοσοφία. Σύμφωνα με αυτή την κρίση, η φιλοσοφία ασκεί μια δικαιολογημένη γοητεία στους νέους και συνιστά ωραίο επίτευγμα για αυτούς, επειδή ασκεί πάνω τους μορφωτικό και παιδευτικό ρόλο. Όταν όμως εξακολουθεί κανείς να την παίρνει στα σοβαρά και κατά την ώριμη ηλικία του, τότε οδηγείται στην καταστροφή: αποχαυνώνει το πνεύμα του, αποκόπτεται από την κοινωνική και πολιτική δράση και περιθωριοποιείται. Για να μην παρανοηθεί το συνολικό νόημα του αποσπάσματος από τους μαθητές, χρειάζεται να γνωρίζουν για τον Καλλικλή τα εξής: ο Καλλικλής συζητά με τον Σωκράτη και εκπροσωπεί εκείνους τους ανθρώπους που αναγνωρίζουν ως κίνητρο της κοινωνικής και πολιτικής δράσης την επιβολή των ισχυρών επί των ασθενέστερων· κάτι δηλαδή που συμβαίνει και στις δικές μας σημερινές κοινωνίες του άκρατου χρησιμοθηρισμού και ωφελιμισμού. Ως όργανο για την επίτευξη αυτής της επιβολής προκρίνει τον ρητορικό λόγο, δηλαδή τον ρητορισμό, και όχι το φιλοσοφικό λόγο. Γι’ αυτό, οι παραπάνω αρνητικές απόψεις του για τη φιλοσοφία στοχεύουν στην υπεράσπιση της εδραίας θέσης του περί του δικαίου του ισχυροτέρου. Αυτές οι απόψεις αντιτίθενται στις φιλοσοφικές απόψεις περί ισότητας και δικαιοσύνης, τις οποίες υπερασπίζεται ο Σωκράτης. Μάλιστα τις σωκρατικές θέσεις περί ισότητας τις θεωρεί κατασκευή των ασθενέστερων, των ανίσχυρων πολιτικά και κοινωνικά ανθρώπων. Κατ’ αυτό το πνεύμα, ηαμφισβήτηση της αξίας τηςφιλοσοφίας από τον Καλλικλή έχει ιδιοτελή κίνητρα· γι’ αυτό και οι πιο πάνω απόψεις του εξορίζουν τη φιλοσοφία από την κοινωνική και πολιτική σκηνή και ανοίγουν δρόμο για να επικρατήσει το δίκαιο του ισχυροτέρου. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στις δικές μας εποχές: όσο απομακρύνεται η κοινωνία από τη φιλοσοφία, τόσο γίνεται θύμα ή θύτης ιδιοτελών συμφερόντων.
· Πλάτων, Πολιτεία 517a
Ο φιλόσοφος που απελευθερώθηκε από τα δεσμά του και βγήκε στο φως του νοητού ήλιου, εάν ξαναγυρίσει στους δεσμώτες και επιχειρήσει να τους μεταδώσει την εμπειρία του από τον αληθινό κόσμο και να τους βοηθήσει να απαλλαγούν από τη σκιώδη-ψευδή πραγματικότητα του σπηλαίου, θα θεωρηθεί απροσάρμοστος για τους δεσμώτες που ζουν μέσα σε μια εικονική πραγματικότητα και θα γίνει περίγελως. Οι άνθρωποι της εικονικής πραγματικότητας περιβάλλονται από τέτοιες και τόσες ψευδαισθήσεις, ώστε να βλέπουν την αλήθεια του φιλοσόφου με ανεστραμμένη λογική και να θέλουν να τον σκοτώσουν, αν ήταν στο χέρι τους.
· Σπινόζα, Πραγματεία για τη διόρθωση του νου
Η φιλοσοφία μπορεί να συνεισφέρει στην υπέρβαση της ματαιότητας και της μηδαμινότητας που μπορεί να προκαλεί η καθημερινή ζωή. Είναι μια αναζήτηση που γεμίζει τον άνθρωπο με ανείπωτη χαρά και ικανοποίηση.
ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΕΜΠΤΗ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ
· Η φιλοσοφική δραστηριότητα λαμβάνει χώρα σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο.
· Τα φιλοσοφικά ερωτήματα καθορίζονται από την εποχή και την κοινωνία, όπου τίθενται.
· Γενικώς τα φιλοσοφικά ερωτήματα διατυπώνονται με ένα τρόπο, ο οποίος απηχείσυγκεκριμένη εποχή και συγκεκριμένο πολιτισμό.
· Τέτοια παραδείγματα είναι, μεταξύ άλλων, τα εξής: οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι (7ος και 6οςμεταφυσικά ή οντολογικά ερωτήματα, ενώ οι σοφιστές και ο Σωκράτης (5ος αι. π.χ.) με ερωτήματα πρακτικής φιλοσοφίας: ηθική κ.λ.π. αι. π.χ.) ασχολήθηκαν με
· Η φιλοσοφία και οι φιλόσοφοι δεν αγνοούν την ιστορία του ανθρώπινου στοχασμού και πολιτισμού. Μελετούν τόσο το παρελθόν όσο και τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές συνθήκες για να ερμηνεύουν πιο βαθιά και σφαιρικά την πρωτο-εμφάνιση ορισμένων σημαντικών ερωτημάτων ή προβλημάτων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΡΩΤΗ
Α. σσ.60-62:
Ι. Η σκεπτικιστική πρόκληση–Διαφορετικά είδη σκεπτικισμού
· Στο χώρο της γνωσιολογίας, δηλαδή κατά την ενασχόληση με τη γνώση ως τέτοια, οι φιλόσοφοι θέτουν το ερώτημα σχετικά με το εάν η γνώση μας για τα πράγματα που δεχόμαστε πως υπάρχουν είναι δυνατή.
· Με άλλα λόγια το ερώτημα έχει ως εξής: μπορούμε να γνωρίσουμε τα πράγματα;
· Στο ερώτημα αυτό δεν υπάρχει μια καταφατική ή αρνητική απάντηση. Οι φιλόσοφοι απαντούν διαφορετικά, ανάλογα με αυτά που παρατηρούν.
· Τι παρατηρούν; Πως η ικανότητα του νου μας να συλλαμβάνει την πραγματικότητα υπόκειται σε σοβαρούς περιορισμούς.
· Επίσης διαπιστώνουν πως οι αισθήσεις μας συχνά-πυκνά μας εξαπατούν, οισυλλογισμοίείναι λαθεμένοι ή οδηγούν σε λάθος, με αποτέλεσμα να προβληματιζόμαστε για τους κανόνες που διέπουν τη σκέψη μας, δηλαδή για τις μεθόδους και την οργάνωση της σκέψης μας. που κάνουμε
· Τέλος παρατηρείται ασυμφωνία σε πολλά και σημαντικά ζητήματα.
· Από αφορμή τέτοιες και άλλες παρόμοιες εμπειρίες, οι φιλόσοφοι αμφιβάλλουν για το αν μπορούμε να έχουμε βέβαιη γνώση για τον κόσμο ή αν έχουμε μια ψευδή αντίληψη γι’ αυτόν.
· Οι φιλόσοφοι που υποστηρίζουν ότι μας λείπουν τα ασφαλή κριτήρια για να αποφασίσουμε εάν και πότε γνωρίζουμε κάτι αληθινό, που θέτουν υπό αμφιβολία τη βεβαιότητά μας για τη γνώσης ονομάζονται σκεπτικοί ή σκεπτικιστές.
· Η αντίστοιχη φιλοσοφική στάση ονομάζεται σκεπτικισμός. Ο σκεπτικισμός έχει μακρά ιστορία: από την αρχαιότητα έως σήμερα. Υπάρχουν διάφορες μορφές σκεπτικισμού.
α) Αρχαίος σκεπτικσιμός:
– αμφισβήτηση της δυνατότητας για γνώση
– επιδίωξη αταραξίας
· Πρώτες σκεπτικιστικές αμφιβολίες για τη γνώση:
– Προσωκρατικοί
– Σοφιστές
– Σωκράτης
· Συστηματικός σκεπτικισμός:
· «Πυρρώνειος»: από τους οπαδούς του Πύρρωνα.
· Ακαδημαϊκός: από αυτούς που δίδαξαν στην Ακαδημία του Πλάτωνα.
· Γνωρίσματα:
Ι. επίτευξη αταραξίας, ψυχικής γαλήνης ως απόρροια της αποδοχής ότι η γνώση είναι ανέφικτη.
ΙΙ. Για κάθε θέμα υπάρχουν δύο αντίθετες αλλά ισοδύναμες-ισοσθενείς απόψεις. Έτσι δεν μπορούμε να αποφασίσουμε υπέρ της μιας ή της άλλης.
ΙΙΙ. Πρέπει να μην παίρνουμε θέση απέναντι σε οποιαδήποτε θεωρητική πεποίθηση σχετικά με τη φύση της πραγματικότητας.
ΙV. Τα επιχειρήματα των αρχαίων σκεπτικών ονομάζονται τρόποι, ήτοι ισοδύναμες απόψεις που δεν μας επιτρέπουν να επιλέξουμε.
V. Παραδείγματα:
– διαφορετικές εντυπώσεις από το ίδιο πρόσωπο και για το ίδιο πράγμα ανάλογα με τη συναισθηματική κατάσταση.
– αντίθετες πεποιθήσεις λόγω διαφορετικού κοινωνικού περιβάλλοντος.
VI. Οι ακαδημαϊκοί είναι πιο μετριοπαθείς: δέχονται πως οι πεποιθήσεις μας έχουν ένα βαθμό πιθανότητας να είναι αληθείς. Λέγονται ακαδημαϊκοί, επειδή δίδαξαν στην Ακαδημία του Πλάτωνα.
Β. σσ. 62-66:
β) Νεότερες μορφές σκεπτικισμού
⇒ Εκπρόσωποι: α) Ρενέ Ντεκάρτ ή Καρτέσιος β) Χιουμ.
1. Ακραία μορφή σκεπτικισμού: Ρενέ Ντεκάρτ ή Καρτέσιος (17ος αιώνας).
· Ο Ντεκάρτ αναζήτησε στέρεα θεμέλια για τη γνώση, με δεδομένα τα χαρακτηριστικά της εποχής του:
– ραγδαία ανάπτυξη της επιστήμης
– έντονες θρησκευτικές έριδες ανάμεσα στους καθολικούς και τους προτεστάντες.
· Ο φιλόσοφος υποστήριξε:
α) δεν ξεχωρίζουμε με βεβαιότητα την κατάσταση του ονείρου, την οποία υποτίθεται ότι συνειδητοποιούμε μόνο αφού έχουμε ξυπνήσει, από την κατάσταση της εμπειρίας μας, όταν ήδη είμαστε ξύπνιοι.
β) δεν μπορούμε να δεχτούμε με ασφάλεια λογικές και μαθηματικές αλήθειες, οι οποίες υποτίθεται ότι ισχύουν και όταν κοιμόμαστε και όταν είμαστε ξύπνιοι.
γ) πού στήριξε την αμφιβολία του για τις μαθηματικές αλήθειες; Στην υπόθεση ότι μπορεί να μας έκανε να τις πιστέψουμε κάποιος «μοχθηρός δαίμονας».
δ) κάθε αμφιβολία μας για την αλήθεια της μιας ή της άλλης πεποίθησης για να υπάρχει προϋποθέτει την ύπαρξη του υποκειμένου που τις σκέφτεται.
ε) η στιγμή λοιπόν που σκέφτεται ο άνθρωπος είναι και στιγμή της ύπαρξής του. Το «υπάρχω» ισχύει, όταν το σκέφτομαι. Πρέπει να το σκέφτομαι για να αμφιβάλλω ως προς αυτό. Παύει να είναι αντικείμενο αμφιβολίας, όταν το βλέπω. Έτσι κατανοείται καλύτερα η περίφημη ρήση του Ντεκάρτ: σκέφτομαι, άρα υπάρχω.
· Η πεποίθηση του φιλοσόφου ότι το υποκείμενο σκέψης γνωρίζει με σιγουριά ότι υπάρχει την ίδια στιγμή που σκέπτεται και ότι συγχρόνως αποτελεί άυλη οντότητα είναι εσφαλμένη.
· Πιστεύει ότι η αμφιβολία αίρεται μέσα από την απόδειξη της ύπαρξης του θεού.
· Τα επιχειρήματα για το ζήτημα του θεού είναι τα εξής:
α) οι άνθρωποι είναι ατελή όντα και ως τέτοια δεν αποτελούν την αιτία της ιδέαςτηςτελειότητας παρά την έχουν μόνο στο νου τους. Αναγκαστικά η αιτία υπάρχει έξω από τον ανθρώπινο νου· είναι η «πραγματικότητα» που αντιστοιχεί στον «τέλειο θεό».
Με άλλα λόγια: η ιδέα του «τέλειου όντος» που συλλαμβάνει με τη σκέψη του ο άνθρωπος,δηλαδή είναι εμφυτευμένη στο νου του, συνεπάγεται την ύπαρξη αυτού του όντος, την πραγματικότητα του οποίου παριστά ο θεός. Άρα ο θεός είναι η αιτία που εμφυτεύει μέσα στον ανθρώπινο νου την ιδέα της τελειότητας.
β) η ύπαρξη κρύβει τελειότητα, γιατί η ανυπαρξία συνιστά ένα είδος ατέλειας. Άρα ο θεός, που περιέχει κάθε είδους τελειότητα, πρέπει να υπάρχει.
· Τα επιχειρήματα του Ντεκάρτ για το θέμα του θεού δεν είναι πειστικά για τους περισσότερους φιλοσόφους.
· Μπορεί, για παράδειγμα, η ιδέα της τελειότητας να μην έχει προέλθει από την ανάγκη να υπάρχει θεός, αλλά να είναι σχηματισμένη μέσα στη σκέψη από τον ίδιο τον άνθρωπο.
· Ακόμη, η ύπαρξη δεν μπορεί υποχρεωτικά να ταυτίζεται με την ιδέα που φαντάζεται ο νους.
2. Μετριοπαθής σκεπτικισμός: Ο σκεπτικισμός του Χιουμ [σχολικό εγχειρίδιο σ. 64]
· Η γνώση προέρχεται από τις αισθήσεις.
· Τα δεδομένα των αισθήσεων είναι βασικά στοιχεία της γνώσης.
· Αυτά τα στοιχεία δεν προσφέρουν καμιά βεβαιότητα παρά αποτελούν χωριστές ή ατομικές παραστάσεις του νου μας.
· Οι αισθήσεις προσφέρουν χάος εντυπώσεων, πάνω στις οποίες στηρίζονται οι ιδέες μας σχετικά με το τι υπάρχει.
· Κατ’ αυτό τον τρόπο, ό,τι κάνει αισθητή την παρουσία του στο χώρο των ιδεών έλκει την καταγωγή του από το χώρο των αισθήσεων.
· Εδώ εστιάζεται ο εμπειρισμός του Χιουμ, σύμφωνα με τον οποίο η αλήθεια των ιδεών μας απορρέει από τις εντυπώσεις που μας δημιουργούν οι αισθήσεις μας.
· Το σύνολο των εντυπώσεών μας είναι εφήμερο, παροδικό και δεν μας παραπέμπει σε κάποιο ακλόνητο υπόβαθρο.
· Έτσι δεν μπορούμε να συλλάβουμε κάποια σταθερή υφή της πραγματικότητας και καταφεύγουμε σε σκεπτικιστική αμφιβολία.
· Αυτή ή αυτές οι αμφιβολίες δεν πρέπει να προκαλούν αδιέξοδα στην αντιμετώπιση της πρακτικής ζωής.
· Σύμφωνα με τον ίδιο τον Χιουμ:
«ο αληθινός σκεπτικιστής αρνείται τόσο τις φιλοσοφικές του αμφιβολίες
όσο και τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις».
· Αυτό σημαίνει ότι αρνείται σοφίσματα, λεπτολογίες ή παρεκκλίσεις που φυλακίζουν τοπνεύμα σε μια αδιέξοδη υπεροψία.
· Επομένως δεν απελπίζεται για την πραγματικότητα που τον περιβάλλει.
· Η τελευταία οφείλει να αντιμετωπίζεται με οδηγό τις προδιαθέσεις, τα ένστικτα και τις συνήθειες, αφού δεν μπορούμε να στηριχθούμε σε κάποια βέβαιη γνώση που στηρίζεται στη λογική. Βλέπε σχετικά κείμενο 7: «Η υπόθεση …να παρατηρούμε το παρελθόν».
· Εκεί λοιπόν που αρχίζει η εμπειρία παύει να μας βασανίζει ο σκεπτικισμός. Βλέπε σχετικάκείμενο 8: «Εφόσον ο λόγος …διάθεση να εμβαθύνω περισσότερο».
ΙΙ. Στρατηγικές αντιμετώπισης του σκεπτικισμού [σσ.65-66]
· Αρκετοί φιλόσοφοι επιχείρησαν με διάφορα επιχειρήματα, δηλαδή με διάφορες στρατηγικές, να αντιμετωπίσουν τις ως άνω μορφές σκεπτικισμού.
· Ορισμένα επιχειρήματα ανασκευής του σκεπτικισμού:
1. η επίκληση του κοινού νου
2. η προοδευτική «ωρίμανση» του ανθρώπινου πνεύματος μέσα από την ιστορική του εξέλιξη.
3. η κατάδειξη της αδυναμίας των σκεπτικών να υποστηρίξουν με συνέπεια την αμφιβολία τους.
4. οι ανησυχίες των σκεπτικών δεν έχουν βάση και νόημα, είναι ανόητες, γιατί θέτουν ερωτήματα που δεν απαντώνται. Βλέπε σχετικά κείμενο 9: «Ο σκεπτικισμός δεν είναι … κάτι που μπορεί να λεχθεί».
5. τα κριτήρια που αναζητεί ο σκεπτικισμός είναι άχρηστα και υπερβολικά κριτήρια βεβαιότητας.
ΙΙΙ. Σχολιασμός κειμένων
· Κείμενο 3 & 4:
Αναζητώντας την αλήθεια ο Ντεκάρτ επιχείρησε να σκεφτεί μια αρχή της φιλοσοφίας, η οποίαυπάρχει πέρα από κάθε αμφιβολία. Γιατί θέλει να σκεφτεί αυτή την αρχή; Επειδή «οι αισθήσεις μάς απατούν»: μας δίνουν ομοιώματα ή είδωλα της εξωτερικής πραγματικότητας και μας θέτουν μπροστά σε μια φανταστική ή φαινομενική κατάσταση, δηλαδή σε πράγματα, τα οποία αναγκαζόμαστε να πιστεύουμε και να τα προσλαμβάνουμε στο πνεύμα μας ως αληθινά. Ουσιαστικά όμως αυτά είναι τόσο αληθινά όσο και οι ψευδαισθήσεις των ονείρων μας. Τι συμβαίνει τότε; Με τημέθοδο της αμφιβολίας, υποστηρίζει ο φιλόσοφος, αντιμετωπίζουμε καχύποπτα κάθε είδους πίστη, μέχρι τη στιγμή που θα μπορούσε να αποδειχτεί η νομιμότητά της. Με τη μέθοδο αυτή οι αμφιβολίες μας ωθούνται ως τα άκρα, μέχρι το σημείο του παραλογισμού, έως ότου μας οδηγήσουν στην αδιαμφισβήτητη αλήθεια. Ποια είναι τούτη η αλήθεια; Είναι η εξής: σκέφτομαι, άρα υπάρχω. Πρόκειται για εκείνη την αρχή της φιλοσοφίας, όπου η μόνη, η ακλόνητη βεβαιότητα είναι ότι υπάρχω. Για πόσο όμως χρονικό διάστημα μπορώ να υπάρχω; Όσο σκέπτομαι. Μόνο ενόσω σκέπτομαι κατανοώ το Εγώ μου ότι υπάρχει.
Δυνάμει αυτής της αρχής, ο Ντεκάρτ επιχειρεί να διαχωρίσει αυτό που πραγματικά γνωρίζει από αυτό που απλώς πιστεύει, δηλαδή το αληθινό από το ψεύτικο. Αυτό κατανοείται ως εξής: Όσο κανείς σκέφτεται, τόσο καλλιεργεί τη γνωστική του ικανότητα για να καταγράφει τις αδυναμίες που παρουσιάζουν οι παραστάσεις των πραγμάτων και να διερωτάται για την εξωτερική πραγματικότητα που τον περιβάλλει. Έτσι η ενέργεια του εγώ σκέφτομαι εξασφαλίζει την υπεροχή της ερωτηματοθεσίας ή της διερώτησης για τη μέθοδο που ακολουθεί ο ανθρώπινος νους. Αυτή η υπεροχή διαλύει τη δυσκολία να προσδιορίσουμε αυτό που είμαστε ή να προσδιορίσω αυτό πουείμαι, γιατί μας ή με τοποθετεί κατά τη μεριά της διεργασίας της σκέψης που κατευθύνει την αμφιβολία και η οποία μας ή μου επιβάλλει τη διερώτηση: τι είμαστε ή τι είμαι; Είμαστε ή είμαι κάτι που σκέπτεται, είμαι ένα σκεπτόμενο πράγμα, ένα πράγμα που αμφιβάλλει, βεβαιώνει, αρνείται, αισθάνεται κ.λπ. Με άλλα λόγια είμαι πνεύμα, νους λόγος, έλλογη ψυχή κ.λπ. Η αλήθεια λοιπόν:σκέφτομαι, άρα υπάρχω, για τον φιλόσοφο είναι η πρώτη αρχή της φιλοσοφίας και ενσαρκώνει την επαλήθευση του Εγώ ότι, εφόσον σκέπτεται, δεν μπορεί να αυταπατάται για το γεγονός της ύπαρξής του.
Γενικώς ειπείν, η καρτεσιανή αλήθεια είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη μέθοδο. Τοσυστατικόστοιχείο της μεθόδου είναι η αμφιβολία, η οποία αγκαλιάζει ολόκληρο το σύστημα της γνώσης. Τούτο σημαίνει ότι μπορώ να πω ότι μια γνώση είναι απόλυτα βέβαιη, όταν την υποβάλλω σε κάθε δυνατή αμφισβήτηση, για να την ανασκευάσω και παρ’ όλα αυτά δεν το επιτυγχάνω. Η αμφιβολία, ως μεθοδολογικό στοιχείο, είναι ενέργημα του νου που θέτει τα πάντα σε αβεβαιότητα. Αφού δεν έμεινε τίποτα βέβαιο, η αμφιβολία έπαψε να έχει αντικείμενο και στρέφεται προς τον εαυτό της. Δεν μπορεί ωστόσο η αμφιβολία να έχει αντικείμενο τον εαυτό της· δεν μπορεί η αμφιβολία να γίνει αντικείμενο της αμφιβολίας. Για το μόνο πράγμα συνεπώς, για το οποίο δεν μπορώ να αμφιβάλλω είναι πως αμφιβάλλω. Στη φάση αυτή της αμφιβολίας ανταποκρίνεται η βεβαιότητα της αυτοσυνείδησης ή η συνειδησιακή δραστηριότητα. Ακριβώς τούτη η δραστηριότητα είναι κάτι που μου ανήκει και δεν μπορεί να αποκοπεί από μένα: είναι η βεβαιότητα του Είναι μου ή του Είναι της συνείδησης.
· Κείμενο 5
Το Εγώ, η συνείδηση είναι το πρωταρχικά πραγματικό, το οποίο με τις κρίσεις του θέτει τα αντικείμενα ως πραγματικά. Αλλά τούτη η αλήθεια του Εγώ δεν αποτελεί εγγύηση ότι το ίδιο δεν πλανάται, αφού η πρώτη βεβαιότητα του Εγώ σκέπτομαι δεν έλυσε το πρόβλημα της αλήθειας, αλλά προσέφερε μόνο τη μέθοδο για τη λύση του. Η βέβαιη γνώση του Εγώ δεν σημαίνει αυτόματα και βέβαιη γνώση των πραγμάτων που βρίσκονται έξω από μένα. Πώς αντιμετωπίζεται αυτό το πρόβλημα της αβεβαιότητας των εξωτερικών πραγμάτων; Με το να ανατρέξω σε μια υπερβατική αρχή, στο θεό, ο οποίος υπάρχει. Πώς το ξέρω αυτό; Από το γεγονός πως κάθε φορά που αμφιβάλλω αντιλαμβάνομαι πως είμαι ένα ατελές ον, που φέρνω μέσα μου μια σαφή και ευκρινή παράσταση ενός τέλειου όντος, δηλαδή του θεού, από τον οποίο εξαρτώνται όλα τα πράγματα. Το ότι ο θεός, ως το πιο τέλειο ον, υπάρχει, ακυρώνει την υπόθεση ότι είναι πλανερός και πανούργος.
ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
1. Η διερεύνηση της έννοιας της γνώσης: Δυσκολίες
· Η έννοια της γνώσης εδώ λαμβάνεται ως θεωρητική και όχι ως καθημερινή, πρακτική ή τεχνική γνώση.
· Πρόκειται για την προτασιακή γνώση: η γνώση που διατυπώνεται με προτάσεις ή περιέχεται σε προτάσεις.
· Πώς την όρισε ο Πλάτων: αιτιολογημένη αληθινή πεποίθηση.
· Τούτο σημαίνει ότι:
α) πρέπει κανείς να πιστεύει την πρόταση π.
β) η πρόταση π πρέπει να είναι αληθής.
γ) η πεποίθηση του ατόμου για την αλήθεια της πρότασης π πρέπει να είναι επαρκώς αιτιολογημένη.
· Έχουμε γνώση, όταν το υποκείμενο της γνώσης είναι σε θέση να αιτιολογήσει επαρκώς την πεποίθησή του ότι η πρόταση π είναι αληθής.
· Κατ’ αυτό τον τρόπο αποδεικνύει ότι η γνώμη του δεν είναι ασταθής.
· Τι σημαίνει όμως επαρκής αιτιολόγηση μιας πεποίθησης;
· Μια σίγουρη ή βέβαιη απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι διασφαλισμένη.
· Η γνώση συνεπώς δεν μπορεί να ορισθεί με καθορισμένα κριτήρια.
· Προς τούτο κρίνεται αναγκαία η μελέτη των τρόπων αιτιολόγησης των πεποιθήσεών μας.
2. Τρόποι αιτιολόγησης των πεποιθήσεων
α) Αναζήτηση στέρεων θεμελίων
· Αρκετοί φιλόσοφοι δέχονται πως το σύνολο των πεποιθήσεών μας πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένες βασικές ή θεμελιώδεις πεποιθήσεις, με βάση τις οποίες θα στηριχθούν, ήτοι θα αιτιολογηθούν όλες οι άλλες.
· Πόσες και ποιες μπορεί να είναι όμως αυτές οι θεμελιακές πεποιθήσεις;
· Η θεωρία περί οικοδόμησης της γνώσης σε σταθερά θεμέλια ονομάζεται θεμελιωτισμός ήθεμελιοκρατία.
β) Διαμόρφωση ενός δικτύου πεποιθήσεων
· Φιλόσοφοι, όπως ο Χέγκελ ή ο Κουάιν αναζητούν τον τρόπο αιτιολόγησης των πεποιθήσεων σε ένα δίκτυο με κόμβους που αλληλοϋποστηρίζονται.
· Η αιτιολόγηση των πεποιθήσεων είναι πιο ικανοποιητική, όταν το δίκτυο αυτό είναι γερά πλεγμένο.
· Το ζητούμενο είναι ο βαθμός της συνοχής, ήτοι η λογική σύνδεση των πεποιθήσεών μας, ώστε να υπάρχει μια προοδευτική εξήγηση της μιας από την άλλη.
· Οι νέες θεωρίες, ας πούμε, επιβάλλουν να αλλάζουμε τον τρόπο ερμηνείας των δεδομένων της εμπειρίας μας.
· Δεν υπάρχουν γυμνά δεδομένα των αισθήσεων ή του νου. ΄
· Γι’ αυτό έχει σημασία η αμοιβαία και παράλληλη στήριξη των εντυπώσεων, παρατηρήσεων, εννοιών και θεωριών.
· Ξεκινώντας από την ολιστική αντίληψη ενδιαφέρει την κατηγοριοποίηση των πεποιθήσεών μας όχι τόσο σε βασικές και μη βασικές όσο σε κεντρικές και λιγότερο κεντρικές.
· Τι ονομάζεται συνεκτισμός; Ονομάζεται η θεωρία αιτιολόγησης που υποστηρίζει ότι οι πεποιθήσεις μας αλληλοσυνδέονται ή αλληλοστηρίζονται λογικά υπό τη μορφή δικτύου ή ιστού.
· Επικρίσεις: σύμφωνα με τους επικριτές της,
Ι) η θεωρία αυτή αποκόπτει τις πεποιθήσεις μας από τον κόσμο, επειδή στηρίζεται σε θεμέλια.
ΙΙ) Οι αιτιολογήσεις μας ή, πράγμα που είναι το ίδιο, οι πεποιθήσεις μας δενείναιριζωμένες» μέσα στον κόσμο, δηλαδή δεν συνδέουν τη λογική τους αλληλουχία ή την αιτιολόγησή τους με τα αντικειμενικά δεδομένα ή ζητούμενα του κόσμου, αλλά λειτουργούν «κυκλικά», με την έννοια ότι αλληλοστηρίζονται μέσα από τυχαίες, ανεπαρκείς ή επισφαλείς αιτιολογήσεις. «
ΙΙΙ) Η λογική συνοχή του συνεκτισμού, από την οποία υποτίθεται ότι απορρέει αιτιολόγηση, δεν είναι αποσαφηνισμένη.
ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΡΙΤΗ
1. Ορθολογισμός ή ρασιοναλισμός
· Οι ορθολογιστές φιλόσοφοι πρεσβεύουν τα εξής:
Ι. Η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται από τον ορθό λόγο και στηρίζεται σ’ αυτόν.
ΙΙ. Τα βασικά στοιχεία της γνώσης μας αναζητούνται στο νου μας.
ΙΙΙ. Αυτή η γνώση αποκαλείται a priori ή προ-εμπειρική, γιατί φαίνεται να είναι δυνατή πριν ή ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εμπειρία.
· Κύριοι εκπρόσωποι:
Ι. αρχαιότητα:
Πλάτων
– Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η γνώση βασίζεται στην ανάμνηση των ιδεών. Οι ιδέες αυτές υπάρχουν αιώνια και τις έχει αντικρίσει η ψυχή πριν να ενσαρκωθεί στο σώμα.
– Πώς τις ενσαρκώνει η ψυχή; Με κατάλληλη νοητική άσκηση και με τη μελέτη των μαθηματικών.
– Ο υλικός κόσμος αποτελεί ατελή αντανάκλαση των ιδεών.
ΙΙ. Νεότερη εποχή:
α) Ντεκάρτ
– Σύμφωνα με τον Ντεκάρτ, η γνώση ως συμπαγές οικοδόμημα στηρίζεται στις πεποιθήσεις που έχουν για θεμέλιό τους τον ορθό λόγο και γι’ αυτό είναι ακλόνητες.
– Τέτοιες πεποιθήσεις μπορούμε να παράγουμε με τη μέθοδο της συστηματικήςαμφιβολίας.
– Τούτο σημαίνει ότι διατρέχουμε ένα σύνολο πεποιθήσεων για να επιλέξουμε στο τέλος της διαδικασίας, κατά την οποία αμφιβάλλουμε, εκείνες τις πεποιθήσεις που δεν μπορούμε ναθέσουμε υπό αμφιβολία.
– κριτήρια για τις αληθείς ιδέες: η σαφήνεια και η ευκρίνεια.
– Αυτά τα γνωρίσματα καθιστούν τις ιδέες μας εναργείς.
– Τις βασικές μας ιδέες τις έχει εμφυτεύσει στο νου μας ο θεός.
– Τι είναι οι ιδέες μας; Παραστάσεις των θεμελιακών γνωρισμάτων των υλικών και πνευματικών όντων.
– Πώς τις συλλαμβάνουμε αυτές τις ιδέες; Άμεσα και με τη βοήθεια της ενόρασης, δηλαδή χωρίς να καταφεύγουμε σε κάποια συλλογιστική διαδικασία.
– Η απόλυτη βεβαιότητα, στην οποία κατέληξε ο Ντεκάρτ, είναι το σκέφτομαι, άρα υπάρχω.
– Αυτή η βεβαιότητα προβάλλει στο νου μας άμεσα και δεν προκύπτει συμπερασματικά μέσα από κάποια συλλογιστική διαδικασία. Γι’ αυτό και το συμπερασματικό άρα καθίσταται περιττό.
– Η εν λόγω βεβαιότητα είναι το θεμέλιο, πάνω στο οποίο επιχειρεί ο φιλόσοφος να οικοδομήσει τη γνώση.
– Το βέβαιο του πράγματος έγκειται στο ότι η σύνδεση των πεποιθήσεών μας με την πραγματικότητα εντοπίζεται στη σχέση των πεποιθήσεων που στηρίζονται στον ορθό λόγομε τις πεποιθήσεις που στηρίζονται στην εμπειρική πραγματικότητα.
β) Σπινόζα
γ) Λάιμπνιτς
– Υποστηρίζουν ότι ο νους μας πρέπει να χρησιμοποιεί τις έμφυτες ιδέες και τιςλογικέςαρχές για να μπορεί να κατανοεί βασικές δομές της πραγματικότητας.
δ) Χέγκελ
– ο πιο σημαντικός ορθολογιστής.
– ο ορθός λόγος συντελεί στο να κατανοήσουμε πλήρως την πραγματική εξέλιξη της ανθρώπινης ιστορίας και να προβλέψουμε την όλη πορεία της.
⇒Χαρακτηριστική ρήση του φιλοσόφου:
«αυτό που είναι ορθολογικό, είναι πραγματικό
και αυτό που είναι πραγματικό, είναι ορθολογικό».
2. Εμπειρισμός
· Οι εμπειριστές υποστηρίζουν ότι η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται από τις αισθήσεις.
· Τα στοιχειώδη δεδομένα του περιβάλλοντος κόσμου αποτυπώνονται, εγγράφονται καικαταχωρίζονται στο νου μας μέσα από την αισθητηριακή αντίληψη.
· Αυτή η καταχώριση συνιστά στιγμή δημιουργίας στοιχειωδών πεποιθήσεων ή ιδεών.
· Πρόκειται, με άλλα λόγια, για απλές παραστάσεις των πιο πάνω δεδομένων.
· Η στοιχειώδης πεποίθηση που πραγματοποιεί την καταχώριση είναι η πρωταρχική γνώση, που αναζητούμε.
· Όταν καταγράφονται αισθητηριακές εντυπώσεις, η στοιχειώδης πεποίθηση έρχεται σεεπαφήεμποτίζεται με γνώση. με την πραγματικότητα και έτσι
Ι. Αρχαίοι φιλόσοφοι με εμπειριστικές απόψεις:
α) Επίκουρος
β) Αριστοτέλης: δίνει προτεραιότητα στη λειτουργία του νου για την επίτευξη επιστημονικής γνώσης. Προϋποθέτει όμως επαγωγική πορεία: από το ειδικό, το μερικό ή το συγκεκριμένο στο γενικό, το καθολικό και αφηρημένο.
Το μερικό συλλαμβάνεται με τη λειτουργία των αισθήσεων.
ΙΙ. Νεότεροι φιλόσοφοι του εμπειρισμού:
α) Μπέικον [ή Βάκων]
→γενικές αντιλήψεις των νεότερων εμπειριστών:
– έμφαση στο ρόλο των αισθήσεων.
– οι ιδέες που υπάρχουν στο νου μας δεν είναι έμφυτες, αλλά διαμορφώνονται σύμφωνα με τις εντυπώσεις που μας προσφέρουν οι αισθήσεις.
β) Τζον Λοκ
–μιλάει για λειτουργία μιας εσωτερικής αίσθησης, ενός αναστοχασμού.
– αυτή η αίσθηση αποτυπώνει ως αντικείμενα και ό,τι λαμβάνει χώρα κατά την εσωτερική λειτουργία του νου. Π.χ. αυτό που λαμβάνει χώρα τη στιγμή που σκεφτόμαστε, αμφιβάλλουμε, επιθυμούμε κ.λπ.
– Δεν υπάρχουν στοιχεία της γνώσης προ-εμπειρικά ή ανεξάρτητα από την εμπειρία.
– Ο νους [ή η ψυχή] είναι ένας «άγραφος χάρτης» [άγραφο χαρτί (tabula rasa)], πάνω στο οποίο η εμπειρία αποτυπώνει τα σημάδια της.
γ) Μπέρκλεϋ
– ταυτίζει τις ιδέες του ανθρώπινου νου με την πραγματικότητα.
– υπάρχουν πνεύματα και ιδέες και μέσα στο νου του υπέρτατου πνεύματος, του θεού, υπάρχουν τα πράγματα του περιβάλλοντος κόσμου.
– ο θεός έχει εγκαθιδρύσει τους φυσικούς νόμους, τις κανονικές σχέσεις δηλαδή που συνδέουν τα πράγματα και οι οποίες μας επιτρέπουν να διακρίνουμε ετούτα τα πράγματα από τα πλάσματα της φαντασίας μας.
– η πραγματικότητα είναι μία, όπως και οι ιδέες μας, με χρώματα, ήχους κ.λπ.
– οι αφηρημένες έννοιες είναι κατασκευές τη γλώσσας.
δ) Χιουμ
– οι αισθητηριακές εντυπώσεις είναι αποτυπωμένες στο νου με αυτάρκεια και δεν χρειάζεται να υποστηρίζονται από πρόσθετες λειτουργίες,σαν αυτή του αναστοχασμού.
– τα δεδομένα του εξωτερικού κόσμου προσφέρουν περιορισμένη γνωστική δυνατότητα.
– συνθέτουμε τις παραστάσεις μας με βάση στοιχειώδεις, ατομικές εντυπώσεις.
– οι επαγωγικές γενικεύσεις δεν έχουν πραγματική λογική ισχύ
3. Καντ: η ανάγκη συνθετικής προσέγγισης
· Επιδίωξη του Καντ: γεφύρωση του ορθολογισμού με τον εμπειρισμό.
· Διερεύνησε τη συνεργασία των αισθήσεων με τον ορθό λόγο.
· Αφετηρία αυτής της συνεργασίας είναι η συγκρότηση της εμπειρίας.
· Η εμπειρία προσφέρει το «υλικό» που καλείται να αξιοποιήσει ο λόγος.
· Αυτό το υλικό προσφέρεται με τη μορφή των εποπτειών, των άμεσων ενιαίων παραστάσεων.
· Η εμπειρική διάσταση του νου επεξεργάζεται ενεργητικά το υλικό που παραλαμβάνει. Ο νους το μορφοποιεί με στοιχεία που διαθέτει από πριν.
· Πώς κατανοείται αυτή η επεξεργασία;
· Ως τοποθέτηση του πρωτογενούς υλικού στον χώρο και στον χρόνο, οι οποίοι συνιστούνεγγενείς [=ενύπαρκτες] μορφές εποπτείας.
· Χώρος και χρόνος είναι απαραίτητες προϋποθέσεις της εμπειρίας. Άρα δεν γίνονται αντιληπτοί εμπειρικά παρά είναι αρχές.
· Κάθε πράγμα που περιέρχεται στην αντίληψή μας είναι εγκατεστημένο στο νου από τηνκαθαρή νόηση, αφού έχει διαμορφωθεί από τον χώρο και τον χρόνο ή στο πλαίσιο του χώρου και του χρόνου.
· Τι είναι λοιπόν τα πράγματα;
· Φαινόμενα που τα οργάνωσε ο νους μας και όχι πράγματα καθεαυτά.
· Ο ορθός λόγος δεν μας παρέχει απεριόριστες δυνατότητες για να κατανοήσουμε τα πράγματα καθεαυτά, τη βαθύτερη δομή του κόσμου, την ύπαρξη του θεού, την αθανασία της ψυχής.
· Δεν μας προσφέρει μια a priori θεωρητική γνώση, αλλά μόνο μια γνώση για τη δομή του κόσμου των φαινομένων.
· Η φιλοσοφική αναζήτηση δεν πρέπει να είναι υπερβατική αλλά υπερβατολογική.
· Υπερβατική: η αναζήτηση προχωρεί με στήριγμα τον λόγο πέρα από τα όρια της δυνατής ανθρώπινης εμπειρίας.
· Υπερβατολογική: διερεύνηση των αναγκαίων συνθηκών της εν λόγω εμπειρίας.
· Τι είναι κατηγορίες της νόησης:
– καθαρές, αφηρημένες έννοιες που εκφράζουν τις λειτουργίες της νόησής μας, με τις οποίες συνδέονται και οι εποπτείες, δηλαδή τα προϊόντα της αντίληψής μας που φέρνουν την σφραγίδα της νόησης.
· Οι κύριες γενικές κατηγορίες:
· Ποσότητα, ποιότητα, σχέση, τρόπος.
· Εποπτείες και κατηγορίες αλληλοσυμπληρώνονται: σύνθεση ορθολογισμού και εμπειρισμού.
· Το φιλοσοφικό εγχείρημα του Καντ αποτέλεσε τη βάση για κάθε περαιτέρω σύλληψη γνωσιακών συνθέσεων στη νεότερη εποχή.
4. Σχολιασμός κειμένων
· Κείμενο 1 [σχετίζεται με τον ορθολογισμό]
Η αλήθεια σχετικά με όλα όσα υπάρχουν δεν είναι εφήμερη, παροδική, σχετική, αλλά καθολική, ενιαία, αιώνια, άφθαρτη. Και τούτο γιατί βρίσκεται μέσα στην ψυχή του ανθρώπου, η οποία είναι αθάνατη. Η γνώση μας συνεπώς για τα πράγματα δεν παράγεται από την εμπειρία, η οποία μεταβάλλεται συνεχώς, αλλά ανάγεται σε μια πρωταρχική γνώση, η οποία είναι εγκατεστημένη μέσα στην ψυχή μας και ανακαλείται στην προφάνεια της ζωής ως ανάμνηση.
· Κείμενο 2 [σχετίζεται με τον εμπειρισμό]
Η θεμελιώδης ή βασική γνώση προκύπτει από την εμπειρία. Για να εξετάσουμε καθετί το καθολικό, το πρωταρχικό, το αφηρημένο ξεκινάμε από το συγκεκριμένο, το ειδικό, το μερικό, όπως το τελευταίο εγγράφεται στην εμπειρία μας. Η επαγωγική συλλογιστική, δηλαδή η πορεία του νου από το ειδικό ή μερικό στο γενικό ή καθολικό, στηρίζεται στο προφανές, το αισθητό, το εμπειρικό που ανήκει στην τάξη των αισθήσεων. Με άλλα λόγια, αφετηρία είναι οι γνώσεις που παράγονται από τις αισθήσεις. Η αισθητηριακή μας εμπειρία, συνεπώς, δεν είναι κάτι το δευτερεύον, αλλά η πρωταρχική πράξη για να σκεφτούμε περαιτέρω και να προχωρήσουμε σε πιο συστηματικούς συλλογισμούς.
· Κείμενο 3 [σχετίζεται με τον ορθολογισμό]
Ο Ντεκάρτ ή Καρτέσιος αναφέρει το παράδειγμα του κεριού για να δείξει πως το θεμέλιο της αλήθειας είναι το υποκείμενο που σκέπτεται, το υποκείμενο ή, πράγμα που είναι το ίδιο, το Εγώ-υποκείμενο που περνάει από τη σφαίρα του Είναι, δηλαδή από τη σφαίρα της υπαρκτικής του οντότητας ή της ύπαρξής του, στη σφαίρα της σκέψης και της γνώσης. Ας θυμηθούμε εδώ τη βασική αρχή του φιλοσόφου: σκέπτομαι, (άρα) υπάρχω. Πιο ειδικά, στο εν λόγω παράδειγμα, ο Ντεκάρτ τονίζει πως αυτό που είναι το κερί στην ταυτότητά του ή ενότητά του το συλλαμβάνει μόνο τοπνεύμα. Οι αισθήσεις δεν μας επιτρέπουν να αντιλαμβανόμαστε την ενότητά του αλλά μόνο τις μεταβαλλόμενες ποιότητες. Τα αισθήματα που έχουμε δεν μπορούν να δηλώσουν τίποτα για το κερί. Αυτό που μπορούμε να προσλάβουμε μέσω αυτών είναι η οσμή, η γεύση του κ.λπ.· αυτές όμως οι ποιοτικές του μεταβολές δεν μπορούν να μας οδηγήσουν στην ιδέα ή την έννοια του κεριού. Την αναγωγή στην ιδέα του μπορεί να την επιτύχει η κριτική δύναμη του σκεπτόμενου υποκειμένου. Ακριβώς τούτο το Εγώ-υποκείμενο, μέσα από την πολλαπλότητα των ποιοτικών μεταβολών του κεριού, ήτοι του κάθε πράγματος, σχηματίζει παραστάσεις, δηλαδή εποπτείες ή έννοιες, στη σφαίρα της συνείδησης. Η ενεργοποιημένη λοιπόν συνείδηση δείχνει πως η ιδέα ή η έννοια δεν υπάρχει σε ένα ιδεατό βασίλειο του πράγματος, όπως π.χ. συμβαίνει στον Πλάτωνα, αλλά συνυφαίνεται με το ίδιο το Είναι των πραγμάτων και είναι η ίδια η ιδέα που επιτρέπει στο νοούν ή σκεπτόμενο υποκείμενο να θέτει το Είναι των πραγμάτων, δηλαδή να καθιστά τα πράγματα αντικείμενα της σκέψης.
· Κείμενο 4 [σχετίζεται με τον εμπειρισμό]
Σύμφωνα με τον Λοκ, όλες οι ιδέες μας προέρχονται από την εμπειρία. Δεν υπάρχουν έμφυτες αρχές και ιδέες. Ο σχηματισμός των ιδεών καθίσταται δυνατός χάρη στις νοητικές μας ικανότητες. Αν στην ανθρώπινη ψυχή είχαν εμφυτευτεί εκ φύσης ορισμένες αλήθειες, τότε θα μπορούσαν να τις κάνουν κτήμα τους όλοι οι άνθρωποι. Αυτό όμως δεν συμβαίνει, όπως φαίνεται, γιατί τα παιδιά και οι ηλίθιοι δεν τις γνωρίζουν διόλου αυτές τις αλήθειες και δεν συμφωνούν με αυτές. Οι ιδέες είναι περιεχόμενα της ανθρώπινης συνείδησης. Γι’ αυτό και αντικείμενο της νόησης δεν είναι τα πράγματα, αλλά οι ιδέες. Χωρίς αυτές τις ιδέες δεν μπορεί να υπάρξει γνώση. Οι ιδέες ωστόσο από μόνες τους δεν μας παρέχουν γνώση παρά συνιστούν στοιχεία των κρίσεων ή των προτάσεων. Η γνώση προκύπτει ως συμφωνία ή ασυμφωνία ανάμεσα στις ιδέες μας.
· Κείμενο 5 [σχετίζεται με τη συνθετική προσέγγιση]
Κάθε γνώση αρχίζει με την εμπειρία. Τούτο σημαίνει ότι αντλούμε τη γνώση από τις κατ’ αίσθηση εντυπώσεις. Ο Καντ συμφωνεί εδώ με τον Λοκ ότι όλη μας η γνώση αρχίζει με την εμπειρία. Μάλιστα τούτο ισχύει από την άποψη του χρόνου, δηλαδή η εμπειρία προηγείται χρονικά για να παραχθεί γνώση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε άλλη πηγή γνώσης πέρα από την εμπειρία. Η χρονική προτεραιότητα της εμπειρίας, κατά τη διαδικασία παραγωγής γνώσης, δεν εμποδίζει την εμπειρική γνώση να αποτελεί «ένα σύνθετο κατασκεύασμα από αυτό που προσλαμβάνουμε μέσα από τις κατ’ αίσθηση εντυπώσεις και από εκείνο που η ίδια μας η γνωστική δύναμη αντλεί από τον εαυτό της». Εδώ έχουμε δύο είδη γνώσης: την εμπειρική γνώση [=η γνώση που αντλούμε από τις εντυπώσεις] και την καθαρή γνώση [=η γνώση που αντλεί η γνωστική δύναμη από τον εαυτό της]. Το ζητούμενο εδώ για τον Καντ είναι η διερεύνηση των προεμπειρικών όρων της εμπειρίας, έτσι ώστε να νομιμοποιείται και το «σύνθετο κατασκεύασμα» της γνώσης. Στο πλαίσιο αυτής της διερεύνησης, ο φιλόσοφος ονομάζει υπερβατολογική τη γνώση που προηγείται (a priori) της εμπειρίας και προορίζεται να καταστήσει δυνατή την εμπειρική γνώση. Η υπερβατολογική γνώση δεν συνδέεται με τα αντικείμενα αλλά με τους όρους που καθιστούν δυνατή την προεμπειρική γνώση των αντικειμένων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΕΤΑΡΤΗ
1. Η φιλοσοφία της τεχνολογίας
· Η τεχνολογία γίνεται αντικείμενο φιλοσοφικής εξέτασης τις τελευταίες δεκαετίες.
· Παλαιότερα είχε ασχοληθεί θεωρητικά με την τεχνολογία ο μαρξισμός.
· Η συνεχής τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη, μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες, έδειχνε να επιβεβαιώνει την κυριαρχία της αντίληψης σχετικά με την επικράτηση του ανθρώπου πάνω στη φύση και με μια αισιόδοξη ιδέα περί «προόδου».
· Παράλληλα η τεχνολογία αντιμετωπιζόταν ως «τεχνική» και κατά συνέπεια ως μια κατώτερη πνευματική δραστηριότητα.
· Ως τέτοια, κατά την ισχύουσα εκτίμηση, δεν άξιζε να αποτελέσει αντικείμενο φιλοσοφικής διερεύνησης.
· Η φιλοσοφία, από τη δική της πλευρά, εμφανιζόταν αντίθετη σε κάθε είδους πρακτική τεχνολογική δραστηριότητα που στηριζόταν σε διαισθητικούς κανόνες κατασκευής.
· Η φιλοσοφία εμφανιζόταν αντίθετη, επειδή πίστευε ότι πρέπει να ασχολείται μόνο με την καθαρά θεωρητική σκέψη.
· Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει.
· Πολλά προβλήματα έχουν συσσωρευτεί: οικολογικό, πυρηνικά όπλα, η εξάντληση των φυσικών πόρων της γης κ.α.
· Τα προβλήματα αυτά άρχισαν να προκαλούν αβεβαιότητα για το μέλλον.
· Παράλληλα έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα καχυποψίας απέναντι στη σύγχρονη τεχνολογία.
· Η κλασική όσο και ανύποπτα αισιόδοξη ιδέα της συνεχούς «προόδου» που συνδεόταν κυρίως με την τεχνολογική ανάπτυξη δεν συμβιβαζόταν με την αίσθηση ή τη συνειδητοποίηση ότι η αυτή η ανάπτυξη έχει και τα όριά της.
· Γιατί η τεχνολογική ανάπτυξη τίθεται ή οφείλει να τίθεται υπό όρους και όρια;
· Επειδή θεωρείται ως ένας από τους κύριους παράγοντες που προκάλεσαν τα δεινά της ανθρωπότητας.
· Η τεχνολογία ωστόσο δεν προκαλεί μόνο περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, αλλά συντελεί στο να διατυπωθούν και μια σειρά από φιλοσοφικά ερωτήματα:
Ι. Ποια είναι η σχέση τεχνολογίας και επιστήμης;
ΙΙ. Είναι αυτόνομο φαινόμενο η τεχνολογία που καθορίζει τις κοινωνικές εξελίξεις ή είναι πλήρως ελέγξιμη, καθότι αποτελεί ανθρώπινο δημιούργημα;
ΙΙΙ. Η φύση της είναι ουδέτερη ή προσδιορίζεται από το σύστημα των κοινωνικών αξιών μας.
· Αυτά και άλλα ερωτήματα θέτουν το αίτημα για βαθύτερη κατανόηση της τεχνολογίας.
2. Επιστήμη και τεχνολογία
· Τι είναι τεχνητό και τι φυσικό αντικείμενο;
· Το τεχνητό αντικείμενο αποτελεί ανθρώπινη κατασκευή.
· Το φυσικό υπάρχει στη φύση, ανεξάρτητα από εμάς.
· Το κατασκεύασμα ανήκει στην τάξη της δημιουργίας και προκύπτει από την υλοποίηση ενός σχεδίου.
· Πίσω από κάθε τεχνητό συναντά κανείς μια βούληση και ένα σκοπό. Γι’ αυτό και το τεχνητό αντικείμενο έχει το χαρακτήρα του μέσου προς επίτευξη κάποιου σκοπού.
· Πώς κατανοείται το τεχνητό αντικείμενο;
· Κατ’ αρχάς συλλαμβάνεται από τον ανθρώπινο νου ως μια ιδέα, ως σχεδίασμα ή ως περιγραφή επιθυμητού πράγματος.
· Στη συνέχεια η ιδέα γίνεται πραγματικότητα.
· Στην τεχνολογία για να υπάρξει το αντικείμενο πρέπει πρώτα να γνωσθεί.
· Ένα τεχνητό αντικείμενο έχει την εξής πορεία: περιγραφή, σχεδιασμός, υλοποίηση.
· Στην περίπτωση του τεχνικού αντικειμένου δεν αναζητούμε την αλήθεια, αλλά η αποτελεσματικότητα και η εγκυρότητα.
· Διαφορετικά έχουν τα πράγματα με τα αντικείμενα των φυσικών επιστημών.
· Προηγείται η πραγματικότητα αυτών των αντικειμένων και έπεται η περιγραφή και η γνώση.
· Η περιγραφή είναι αληθής, εάν συμφωνεί με την πραγματικότητα.
· Φυσικές επιστήμες: φτάνουμε στην αλήθεια με τη διαδικασία της ανακάλυψης.
· Τεχνολογία: τα νέα αντικείμενα δημιουργούνται μέσα από τις εφευρέσεις.
· Τεχνολογία και επιστήμη βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση. Παράδειγμα είναι, μεταξύ των άλλων, η σύγχρονη φυσική επιστήμη, η οποία στηρίζει τα πειράματά της σε πολύ σύγχρονα μηχανήματα και προχωρεί βάσει σχεδιασμού.
3. Τεχνολογία και αξίες
· Η τεχνολογία συνδέεται πάντοτε με αξίες, με ηθικά κριτήρια, με ενδιαφέροντα ή με συμφέροντα.
· Γι’ αυτό και δεν είναι άμοιρη για τη μια ή την άλλη κατεύθυνση της κοινωνίας.
· Η τεχνολογία πρέπει να συνδέεται με ένα ευρύ κοινωνικό πλαίσιο.
Περισσότερο εκπαιδευτικό υλικό για το Λύκειο εδώ.