Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, το ποσοστό των Aμερικανών εφήβων που αναφέρουν ότι έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση διαφέρουν ανάλογα με το σεξουαλικό προσανατολισμό τους. Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές βρήκαν ότι οι έφηβοι που δήλωναν ομοφυλόφιλοι, ή αμφιφυλόφιλοι, καθώς και αυτοί που δεν είχαν συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό, ήταν πιο πιθανό να αναφέρουν ότι έχουν υπάρξει θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης μέσα στον τελευταίο χρόνο, σε σύγκριση με τους ετεροφυλόφιλους συνομηλίκους τους.
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr
Το πιο ενδιαφέρον εύρημα της μελέτης, ωστόσο, είναι αυτό που δείχνει ότι τα ποσοστά των αναφορών διαφέρουν ανάμεσα στα αγόρια και τα κορίτσια. Τα ομοφυλόφιλα και αμφιφυλόφιλα κορίτσια δηλαδή, αναφέρουν πιο συχνά ότι έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση, σε σύγκριση με τα ομοφυλόφιλα και τα αμφιφυλόφιλα αγόρια. Φαίνεται λοιπόν, ότι οι γυναίκες είναι σε γενικές γραμμές πιο ευάλωτες στο θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τις απαντήσεις που έδωσαν 5139 αμερικανοί έφηβοι για τους σκοπούς μια μεγάλης έρευνας για την υγεία των εφήβων και τη σχέση της με την τεχνολογία. Πρόκειται για την πρώτη μελέτη, η οποία εξετάζει με ακρίβεια τα ποσοστά των σεξουαλικών μειονοτήτων. Σε γενικές γραμμές το 23% των ετεροφυλόφιλων αγοριών και το 43% των ετεροφυλόφιλων κοριτσιών ανέφεραν τα μικρότερα ποσοστά σεξουαλικής παρενόχλησης. Ως σεξουαλική παρενόχληση ορίζεται το να γίνει κανείς αποδέκτης σεξουαλικών σχολίων, καθώς και το να του ζητηθεί μια σεξουαλική πράξη.
Κατά τη διερεύνηση των σεξουαλικών ταυτοτήτων των εφήβων, οι ερευνητές επίσης βρήκαν ότι το 81% των διάφυλων νέων ανέφερε σεξουαλική παρενόχληση, όπως και το 69% αυτών που δεν μπορούσαν να συναινέσουν σε ένα συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό. Παράλληλα, βρέθηκε ότι οι διάφυλοι έφηβοι ήταν επίσης πιο πιθανό να βιώσουν στρες και δυσφορία εξαιτίας των εμπειριών σεξουαλικής παρενόχλησης. Το στρες μπορεί να επηρεάσει τόσο τη σχολική ζωή, όσο και τη σχέση τους με την οικογένεια και τους φίλους.
Οι έφηβοι όμως που ανέφεραν υψηλή αυτοεκτίμηση και μια καλή κοινωνική δομή είχαν τη μικρότερη πιθανότητα να αναφέρουν σεξουαλική παρενόχληση.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της μελέτης η σεξουαλική παρενόχληση προσέβαλε συνήθως το φυσικό πρόσωπο, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις γινόταν και διαδικτυακά. Κάποια είδη παρενόχλησης άλλωστε, σε αυτή την ηλικιακή ομάδα ξεκινούν από το διαδίκτυο και συνεχίζουν στην πραγματική ζωή.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι για τη μείωση του ποσοστού σεξουαλικής παρενόχλησης σε αυτόν τον πληθυσμό χρειάζονται προγράμματα ενδυνάμωσης κι ενίσχυσης των θυμάτων της. Τα προγράμματα αυτά θα ενθαρρύνουν επίσης τους εκπαιδευτικούς να υποστηρίξουν αποτελεσματικά τους ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους και διάφυλους νέους. Πιο συγκεκριμένα, τα προγράμματα που δίνουν έμφαση στην οικοδόμηση της αυτοεκτίμησης του παιδιού, μπορεί να αποβούν ιδιαίτερα σημαντικά τόσο στη μείωση της πιθανότητας να πέσει το παιδί θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης, όσο και στον περιορισμό της επίδρασης της εάν τελικά συμβεί.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τις απαντήσεις που έδωσαν 5139 αμερικανοί έφηβοι για τους σκοπούς μια μεγάλης έρευνας για την υγεία των εφήβων και τη σχέση της με την τεχνολογία. Πρόκειται για την πρώτη μελέτη, η οποία εξετάζει με ακρίβεια τα ποσοστά των σεξουαλικών μειονοτήτων. Σε γενικές γραμμές το 23% των ετεροφυλόφιλων αγοριών και το 43% των ετεροφυλόφιλων κοριτσιών ανέφεραν τα μικρότερα ποσοστά σεξουαλικής παρενόχλησης. Ως σεξουαλική παρενόχληση ορίζεται το να γίνει κανείς αποδέκτης σεξουαλικών σχολίων, καθώς και το να του ζητηθεί μια σεξουαλική πράξη.
Κατά τη διερεύνηση των σεξουαλικών ταυτοτήτων των εφήβων, οι ερευνητές επίσης βρήκαν ότι το 81% των διάφυλων νέων ανέφερε σεξουαλική παρενόχληση, όπως και το 69% αυτών που δεν μπορούσαν να συναινέσουν σε ένα συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό. Παράλληλα, βρέθηκε ότι οι διάφυλοι έφηβοι ήταν επίσης πιο πιθανό να βιώσουν στρες και δυσφορία εξαιτίας των εμπειριών σεξουαλικής παρενόχλησης. Το στρες μπορεί να επηρεάσει τόσο τη σχολική ζωή, όσο και τη σχέση τους με την οικογένεια και τους φίλους.
Οι έφηβοι όμως που ανέφεραν υψηλή αυτοεκτίμηση και μια καλή κοινωνική δομή είχαν τη μικρότερη πιθανότητα να αναφέρουν σεξουαλική παρενόχληση.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της μελέτης η σεξουαλική παρενόχληση προσέβαλε συνήθως το φυσικό πρόσωπο, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις γινόταν και διαδικτυακά. Κάποια είδη παρενόχλησης άλλωστε, σε αυτή την ηλικιακή ομάδα ξεκινούν από το διαδίκτυο και συνεχίζουν στην πραγματική ζωή.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι για τη μείωση του ποσοστού σεξουαλικής παρενόχλησης σε αυτόν τον πληθυσμό χρειάζονται προγράμματα ενδυνάμωσης κι ενίσχυσης των θυμάτων της. Τα προγράμματα αυτά θα ενθαρρύνουν επίσης τους εκπαιδευτικούς να υποστηρίξουν αποτελεσματικά τους ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους και διάφυλους νέους. Πιο συγκεκριμένα, τα προγράμματα που δίνουν έμφαση στην οικοδόμηση της αυτοεκτίμησης του παιδιού, μπορεί να αποβούν ιδιαίτερα σημαντικά τόσο στη μείωση της πιθανότητας να πέσει το παιδί θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης, όσο και στον περιορισμό της επίδρασης της εάν τελικά συμβεί.
Περισσότερα θέματα για την σεξουαλική αγωγή εδώ.