Το τι θα πείτε στο παιδί και πώς θα το πείτε εξαρτάται από την ηλικία του και τις εμπειρίες του. Εξαρτάται, επίσης, από τις δικές σας εμπειρίες και τα πιστεύω σας, αλλά και από την αιτία που έγινε αφορμή για συζήτηση.
Μιλώντας για τον θάνατο σε παιδιά προσχολικής ηλικίας
Τα μικρά παιδιά έχουν συναίσθηση του θανάτου νωρίτερα από όσο φαντάζονται οι γονείς. Μαθαίνουν για τον θάνατο μέσα από παραμύθια, από τις ειδήσεις στην τηλεόραση, βλέπουν νεκρά έντομα και πουλιά στους δρόμους, ενώ δεν είναι λίγα και εκείνα που χάνουν νωρίς κάποιον παππού.
Ωστόσο, υπάρχουν πτυχές του θανάτου που τα παιδιά προσχολικής ηλικίας δεν μπορούν να κατανοήσουν, για παράδειγμα δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι ο θάνατος είναι μία κατάσταση μόνιμη, αναπόφευκτη και αφορά τους πάντες. Ούτε, φυσικά, μπορούν να καταλάβουν ότι το να είναι κανείς νεκρός σημαίνει ότι το σώμα του δεν λειτουργεί πια –μπορεί ακόμα και να πιστεύουν ότι ένας νεκρός συνεχίζει π.χ. να τρώει και να κοιμάται, αλλά το κάνει ψηλά στον ουρανό. Τέλος, ακόμα κι αν έχουν χάσει κάποιον δικό τους, μέχρι τα 7 περίπου χρόνια τους είναι αδύνατον να σκεφτούν ότι ο θάνατος είναι κάτι που μπορεί να συμβεί και στα ίδια.
Η αντίδραση ενός μικρού παιδιού στο συμβάν του θανάτου μπορεί να είναι απρόβλεπτη. Αν το πρόσωπο ήταν οικείο, το παιδί μπορεί να αρχίσει να προσκολλάται πάνω σας, να έχει πισωγυρίσματα στην ανάπτυξή του (π.χ. να αρχίσει να κάνει πιπί πάνω του) ή να δείχνει θλιμμένο. Μπορεί, ωστόσο, να μην δείξει καμία αλλαγή στα συναισθήματά του ή να έχει ανάμεικτες αντιδράσεις, π.χ. τη μία χαρούμενο και την άλλη θλιμμένο, ή ακόμα να «παίζει» το πεθαμένο. Κάθε αντίδραση είναι φυσιολογική, δεδομένου ότι τα παιδιά αντιλαμβάνονται τον θρήνο σταδιακά και όχι αμέσως μετά το τραγικό συμβάν –η διαδικασία του θρήνου, μάλιστα, μπορεί να κρατήσει και χρόνια για ένα παιδί. Σε κάθε περίπτωση, το παιδί χρειάζεται χρόνο για να εκδηλώσει τα συναισθήματα και τις σκέψεις του για τον θάνατο.
Όταν θα αρχίσει να σας ρωτά για το θέμα αυτό, μην διστάζετε να απαντάτε. Οι απαντήσεις σας, όμως, πρέπει να είναι σύντομες και απλές, δεδομένου ότι τα παιδιά δεν μπορούν να επεξεργαστούν πολλές πληροφορίες ταυτόχρονα. Στην προσχολική ηλικία είναι χρήσιμο να εξηγήσετε τον θάνατο ως προς τις σωματικές λειτουργίες του ατόμου που παύουν, παρά να περιγράψετε κάποια ασθένεια που οδήγησε εκεί. Για παράδειγμα «τώρα που ο παππούς Γιάννης πέθανε, το σώμα του σταμάτησε να λειτουργεί. Δεν μπορεί να τρέξει ή να περπατήσει, ούτε να κοιμηθεί, ούτε να φάει, αλλά δεν πεινάει καθόλου.» Μπορείτε να φέρετε ως παράδειγμα ένα παιχνίδι, του οποίου οι μπαταρίες τελείωσαν, με την διαφορά ότι οι άνθρωποι δεν έχουν μπαταρίες.
Στο σημείο αυτό, βέβαια, είναι σημαντικό να καθησυχάσετε συναισθηματικά το παιδί, λέγοντάς του, για παράδειγμα, ότι μπορεί το άτομο που έφυγε να μην το βλέπετε πια, αλλά θα το έχετε πάντα στην καρδιά και στο μυαλό σας και έτσι μέσα σας θα ζει για πάντα.
Μην πείτε φράσεις όπως «ο παππούς κοιμήθηκε» ή «ο παππούς αρρώστησε και πέθανε» ή «ο παππούς έφυγε», γιατί μπορεί να μπερδέψουν το παιδί, το οποίο ενδέχεται να σκεφτεί ότι ο ύπνος ή οποιαδήποτε αρρώστια ισοδυναμούν με τον θάνατο, ή ακόμα και ότι όταν φεύγει κάποιος από κάπου, τότε πεθαίνει.
Είναι πολύ πιθανό στη συνέχεια το παιδί να αναρωτηθεί τι θα γίνει όταν πεθάνουν η μαμά και ο μπαμπάς και να πανικοβληθεί από αυτή τη σκέψη. Για να αποτρέψετε αυτή την αγωνία τονίστε με έμφαση ότι το άτομο που έφυγε ήταν «πολύ, πολύ, πολύ ηλικιωμένο» ή «πολύ, πολύ, πολύ άρρωστο», τόσο που το σώμα του δεν δούλευε πια. Εξηγήστε ότι κάτι τέτοιο θα αργήσει πάρα πολύ να συμβεί σε εσάς, άρα δεν χρειάζεται καθόλου να το σκέφτεται και να ανησυχεί τώρα.
Το κατά πόσο θα αναφερθείτε στον Θεό και τους αγγέλους κ.λ.π., σε σχέση με τον θάνατο, έχει να κάνει απόλυτα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις σας. Προσέξτε μόνο μην πείτε πράγματα στο παιδί που θα το μπερδέψουν, όπως π.χ. ο Θεούλης πήρε τον παππού κοντά του (άρα ο Θεός είναι κακός;) ή ο παππούλης είναι χαρούμενος τώρα γιατί είναι στον Παράδεισο (το παιδί τότε θα αναρωτηθεί γιατί όλοι γύρω του είναι λυπημένοι;). Ίσως είναι προτιμότερο να πείτε κάτι όπως «λυπούμαστε πολύ που ο παππούς δεν είναι πια κοντά μας και μας λείπει πολύ, αλλά μας ανακουφίζει το να ξέρουμε ότι τώρα είναι μαζί με τον Θεούλη».
Ο τρόπος που θα θρηνήσετε εσείς τον χαμό του δικού σας προσώπου θα επηρεάσει, επίσης, την στάση και τα συναισθήματα του παιδιού. Σαφώς και πρέπει να εκδηλώσετε τα συναισθήματά σας, αλλά με τέτοιον τρόπο ώστε να μην τρομάξετε το παιδί. Αν νιώσετε την ανάγκη να κλάψετε, εξηγήστε το στο παιδί, λέγοντάς του ότι λυπάστε γιατί ο άνθρωπος που έφυγε σας λείπει. Επιπλέον, προσέξτε ιδιαίτερα τον τρόπο που θα θρηνήσει το παιδί: Αποφύγετε, λοιπόν, να το πάρετε μαζί σας στην κηδεία και την ταφή, όμως προτείνετέ του π.χ. να ανάψει ένα κεράκι κάποια άλλη μέρα στην εκκλησία ή να κάνει μια ζωγραφιά για τον εκλιπόντα ή να πει ένα τραγούδι.
Τέλος, κάντε ό,τι μπορείτε για να μην βγει η ζωή του παιδιού σας από τους φυσιολογικούς της ρυθμούς. Προσπαθήστε να διατηρήσετε τα ωράρια και τις δραστηριότητές του και να του δείξετε ότι, όπως κι αν έχει, η ζωή συνεχίζεται. Όπως λέει χαρακτηριστικά και η παιδοψυχολόγος κ. Μαρία Σαράντη «Το ζητούμενο για τους γονείς είναι όχι μόνο να βοηθήσουν το παιδί να αποδεχθεί το γεγονός του θανάτου αλλά και να 'εκπαιδευθεί' για το συγκεκριμένο ζήτημα με τέτοιον τρόπο, ώστε να μπορεί να το αντιμετωπίσει ψύχραιμα στην πορεία της ζωής του.»
Μιλώντας για τον θάνατο σε μεγαλύτερα παιδιά
Μετά τα 5-6 χρόνια τα παιδιά μπορεί να αρχίσουν να κατανοούν ότι ο θάνατος είναι μη αναστρέψιμος, αλλά συνεχίζουν να θεωρούν ότι συμβαίνει μόνο στους άλλους. Επίσης,είναι πιθανό, στις ηλικίες των 5-9 ετών, να αρχίσουν να προσωποποιούν τον θάνατο, π.χ. να τον συσχετίζουν με έναν σκελετό ή ένα φάντασμα, και να έχουν σχετικούς εφιάλτες. Μετά τα 10 ξεκινούν συνήθως και οι πρώτες σκέψεις ότι και τα ίδια θα πεθάνουν μια μέρα.
Αργότερα, στην εφηβεία, η έννοια του θανάτου είναι πλέον πλήρως αντιληπτή,όπως άλλωστε και οι μεταφυσικές και συμβολικές ερμηνείες του. Κάποιοι έφηβοι, μάλιστα αρχίζουν να αναπτύσσουν τις δικές τους φιλοσοφικές αντιλήψεις περί θανάτου και συχνά ιντριγκάρονται από τον φόβο που τους δημιουργεί. Έτσι, προκειμένου να ξεπεράσουν αυτόν τον φόβο ή να τον αντιμετωπίσουν, δοκιμάζουν τις αντοχές τους και επιδιώκουν να αναλάβουν τον «έλεγχο» της θνητότητάς τους, συχνά βάζοντας τον εαυτό τους σε κίνδυνο.
Όπως λέει η ψυχολόγος κ. Γώγα Κυριακίδου, είναι πολύ σημαντικό στις ηλικίες αυτές «αντί να συμβουλέψετε τα παιδιά, να τα ακούσετε με προσοχή, γιατί αυτά που θα σας πουν, θα σας φανούν πολύτιμα, ώστε να καταλάβετε τη συναισθηματική τους κατάσταση.» Είναι, επίσης, χρήσιμο να παρακολουθήσετε τα παιδιά σας και τις πιθανές αλλαγές στην συμπεριφορά τους.
Στις συζητήσεις με παιδιά σχολικής ηλικίας, παραμείνετε απλοί και σαφείς αναφορικά με το θέμα του θανάτου. Δώστε ξανά έμφαση στην παύση των σωματικών λειτουργιών, ίσως περισσότερο αναλυτικά αυτή τη φορά –ανάλογα με τις απορίες τους, και -ξανά-φροντίστε να διαβεβαιώσετε το παιδί ότι δεν χρειάζεται να ανησυχεί ούτε για τον δικό σας, αλλά ούτε για τον δικό του θάνατο.
Είναι πολύ πιθανό ένα μεγαλύτερο παιδί να έχει περισσότερες και πιο συγκεκριμένες ερωτήσεις για αυτό το τόσο «δύσκολο» θέμα, οι απαντήσεις των οποίων θα το βοηθήσουν να το εκλογικεύσει και να το δεχτεί πιο ομαλά. Είναι, όμως, εξίσου πιθανό να μην έχετε εσείς όλες τις απαντήσεις. Μην διστάσετε να κάνετε διευκρινιστικές ερωτήσεις στο παιδί, ως προς το τι πραγματικά το απασχολεί, το ανησυχεί ή πώς νιώθει και, φυσικά, μην διστάσετε να του το πείτε, όταν δεν ξέρετε κάτι.Φροντίστε, όμως, να το καθησυχάσετε για το πόσο ασφαλές είναι μαζί σας, πόσο πολύ το αγαπάτε και πόσο πρόθυμοι είστε να το ακούσετε. Επιτρέψτε του να θρηνήσει με τον δικό του τρόπο και μοιραστείτε μαζί του όσα σκέφτεται και νιώθει. Κι αν το παιδί πραγματικά έχει ανάγκη από βοήθεια ή περισσότερες απαντήσεις, δοκιμάστε να ανατρέξετε σε σχετικά βιβλία παιδοψυχολογίας που θα σας καθοδηγήσουν για το πώς να μιλήσετε στο παιδί ή/και να απευθυνθείτε σε κάποιον ειδικό, με τον οποίον μπορεί να συζητήσει το παιδί.
Περισσότερα θέματα για γονείς εδώ.