Δεν γράφουμε (μόνο) για να κλάψουμε και μέσα απ’ το κλάμα μας να εξιλεωθούμε. Γράφουμε για να εντοπίσουμε τα λάθη μας, να τα αναγνωρίσουμε, να θρηνήσουμε λιγάκι για τον κακό, εγωιστή εαυτό μας και πιο συνειδητοποιημένοι να γίνουμε καλύτεροι.
Τι κάνουμε λοιπόν άθελά μας λάθος;
Δεν τους παίρνουμε συχνά τηλέφωνο
Όσο το σπίτι και οι γονείς μας «χάνουν εξουσία», τόσο η αίσθηση παντοδυναμίας μας μεγαλώνει. Γινόμαστε μεγάλα παιδιά, εγκαταλείπουμε την οικογενειακή εστία και αργά ή γρήγορα χτίζουμε μια άλλη, δική μας. Είμαστε ελεύθεροι κι ωραίοι και κανέναν δεν έχουμε ανάγκη. Και ο καιρός περνά. Και τα τηλέφωνα μειώνονται. Γιατί «σήμερα, δεν έχω πάρει ανάσα» ή γιατί «εντάξει, μωρέ, θα με πάρουν αυτοί αν θέλουν κάτι». Και , καμιά φορά, πράγματι παίρνουν, γιατί πράγματι κάτι θέλουν –κι εμείς δεν το σηκώνουμε. Θα τους πάρουμε αύριο το πρωί απ’ το αυτοκίνητο…
Τους φερόμαστε σαν να είναι παιδιά
Όσο οι άνθρωποι μεγαλώνουν οι ιδιοτροπίες τους αυξάνονται –ίσως επειδή νιώθουν περισσότερο «αυθεντίες» ή, απλά, επειδή η παλιοζωή τους κούρασε και ήρθε η ώρα να το δείξουν χωρίς ενοχές. Είναι αλήθεια ότι μπορεί να γίνονται γκρινιάρηδες ή απαιτητικοί, να αρνούνται να πάρουν τα φάρμακά που «διέταξε» ο γιατρός να παίρνουν καθημερινά. Μπορεί να γίνονται παιδικά πεισματάρηδες και κοινωνικά απροσάρμοστοι ή/ και αγενείς. Με δυο λόγια: από ένα σημείο κι έπειτα, όσο γερνάς, τόσο μικραίνεις.
Οι ηλικιωμένοι, μπορεί να μοιάζουν τρομακτικά με 6χρονα, όμως δεν είναι. Και τα παιδιά τους έχουν την ενοχλητική συνήθεια να τους αποπαίρνουν και να τους «βάζουν στη θέση τους» σαν να πρόκειται για άμυαλα νήπια. Οι γονείς όμως έχουν εκτελέσει τα χρέη τους, έχουν δουλέψει, έχουν μεγαλώσει παιδιά και είναι ώριμοι ενήλικες και κύριοι του εαυτού τους. Το τελευταίο πράγμα που θέλουν στη ζωή τους είναι κάποιον να τους κάνει το γονιό και να τους πυροβολεί με «πρέπει» και «μη».
Υποτιμούμε την άποψή τους
Η αλήθεια είναι ότι η γνώμη της μαμάς σας περί Παιδαγωγικής έχει σοβαρές πιθανότητες να είναι αναχρονιστική ή η άποψη του μπαμπά σας για την πολιτική να είναι διαμορφωμένη και βασισμένη σε παλιά δεδομένα. Και, ναι, η ξεροκεφαλιά τους είναι κουραστική και η επί παντός επιστητού γνώμη τους είναι συχνά εντελώς αβάσιμη. Για σκεφτείτε το, όμως, πόσο συχνά είπατε στους γονείς σας την πιο ύπουλα απαξιωτική φράση όλων των εποχών: «καλά, καλά»; Οι μεγάλοι άνθρωποι την πατάνε καμιά φορά όπως ο ψεύτης βοσκός στο γνωστό μύθο του Αισώπου -καταθέτουν μια σωστή και καλοζυγισμένη άποψη, όμως κανείς δεν τους παίρνει στα σοβαρά. Ναι, ενδομέχως οι μεγαλοστομίες και οι αφορισμοί τους σας κουράζουν, όμως σκεφτείτε: η παραγωγικότητά τους παρήλθε, η γνώμη και τ' αστεία τους δεν είναι πια επίκαιρα. Πώς μπορεί να νιώθουν όταν τοποθετείτε το πνεύμα τους στο περιθώριο;
Δεν τους καλούμε συχνά στο σπίτι μας
Κάνουν θόρυβο όταν τρώνε, γίνονται απότομοι με ανθρώπους που μετά βίας γνωρίζουν, επιμένουν με την άποψή τους ή είναι απλώς πολύ μεγάλοι για να ταιριάξουν με την παρέα που έχουμε καλέσει. Επομένως, δεν είναι καλεσμένοι. Αντίθετα, είναι καλεσμένη μια μάλλον συμπαθητική κοπέλα που γνωρίσατε από το Σύλλογο Γονέων και έχετε μιλήσει δύο, τρεις φορές. Ίσως νιώθετε ότι ο γκρινιάρης μπαμπάς και η φλύαρη μαμά σας, δεν ταιριάζουν στο σκηνικό της γιορτής σας κι ίσως, πράγματι, να μην ταιριάζουν.
Πάρτε τους τηλέφωνο και καλέστε τους. Ούτως ή άλλως, μπορεί από υπερηφάνεια να αρνηθούν.
Δε δίνουμε σημασία πια στις ιστορίες τους
Μεγαλώνοντας έχει κανείς την (θλιβερή) τάση να ζει παρέα με το παρελθόν του. Πολλοί απ’ τους φίλους και τους συγγενείς φεύγουν απ’ τη ζωή κι αυτός που μένει δεν έχει παρά να αναρωτηθεί πότε θα σωθεί το λάδι στο καντήλι του. Όσοι έχετε γονείς μεγάλους σε ηλικία, το ξέρετε: νιώθουν ότι η ζωή τους έχει προσπεράσει κι έτσι, ζουν μέσα από τις αναμνήσεις τους. Για κάποιους, η μοναξιά είναι βραχνάς καθημερινός και οι μνήμες μπορεί να λειτουργήσουν θεραπευτικά.
Αφήστε τους λοιπόν να σας πουν για 20η φορά αυτό το πολιτικό κουτσομπολιό, που τη δεκαετία του ’70 ήταν καυτό, αλλά τώρα πια είναι βαρετό ή εντελώς ανεπίκαιρο. Παλέψτε με τον εαυτό σας και δώστε τους αυτό που θέλουν . Βάλτε τα χεράκια σας , πείτε «Όχι, δεν τη θυμάμαι την ιστορία. Για πες…», και βγάλτε τα ματάκια σας. Η διήγηση αυτής της παλιάς, βαρετής ιστορίας θα κάνει τα μάτια τους να λάμψουν από ενθουσιασμό –μικρή η θυσία.