Ήταν ένα ηλιόλουστο απόγευμα και η Αλίκη καθόταν στον κήπο με την αδερφή της. Διάβαζε ένα βιβλίο, αλλά βαριόταν πολύ! Τότε, είδε ένα μικρό άσπρο κουνέλι με ροζ μάτια να τρέχει μπροστά της. Η Αλίκη αποφάσισε να αφήσει την αδερφή της και να το ακολουθήσει.
Το άσπρο κουνέλι κοίταξε το μεγάλο του ρολόι και φώναξε, "Ωχ, είναι αργά!" Τότε, μονομιάς, εξαφανίστηκε μέσα σε μία τρύπα.
Η Αλίκη απόρησε: "Πρέπει να βρω πού πηγαίνει το κουνέλι με τόση βιασύνη!"
Η Αλίκη κοιτάζοντας την τρύπα έπεσε μέσα!
"Θεέ μου, θα τελειώσει αυτό ποτέ;", σκέφτηκε.
Τελικά, προσγειώθηκε σε ένα μακρύ, στενό διάδρομο, που είχε πολλές πόρτες σε πολλά μεγέθη.
Υπήρχε επίσης ένα τραπέζι, ένα μικρό χρυσό κλειδί καθώς και ένα πράσινο μπουκάλι που έλεγε
"Πιες με, πιες με."
Η Αλίκη δοκίμασε το κλειδί σε κάθε πόρτα μέχρι που βρήκε τη σωστή:
"Ωωωω... είναι η μικρή πόρτα πίσω από το τραπέζι... και εμαι πάρα πολύ μεγάλη για να χωρέσω."
Παραλίγο να τα παρατήσει, όταν θυμήθηκε το μπουκάλι και αποφάσισε να πιει το φίλτρο!
Η Αλίκη άρχισε να μικραίνει τόσο πολύ που έγινε σχεδόν στο μέγεθος μιας κούκλας! Άνοιξε την πόρτα και έτρεξε γρήγορα μέσα από αυτή.
Βρέθηκε σε έναν όμορφη κήπο και εκεί ήταν το άσπρο κουνέλι που φώναζε και πάλι:
"Ωωωωωω!!! Αυτιά μου και μουστάκια μου, πόσο έχω αργήσει! Δεν έχω χρόνο για να πω "γεια"! Αντίο!" και έτρεξε μακριά.
Η Αλίκη ακολούθησε την πορεία του άσπρου κουνελιού, αλλά δεν μπορούσε να το βρει.
Ξαφνικά μία χαμογελαστή γάτα που την έλεγαν Τσεζίρ, εμφανίστηκε σε ένα κλαδί δέντρου και είπε:
"Αν έψαχνα για ένα λευκό κουνέλι, θα ρωτούσα τον Τρελό Καπελά..."
"Τρελός Καπελάς;", ρώτησε η Αλίκη, "Όχι, ευχαριστώ. Δεν θέλω να μιλήσω με τρελούς ανθρώπους!"
"Αααα, δεν μπορείς να το αποφύγεις αυτό. Σχεδόν όλοι είναι τρελοί εδώ," απάντησε η γάτα,
"Μπορεί να έχεις παρατηρήσει ότι δεν είμαι όλη την ώρα ο εαυτός μου." είπε και εξαφανίστηκε.
Η Αλίκη συνέχισε να περπατά και βρήκε τον Καπελά με ένα φλιτζάνι τσάι μαζί με ένα λαγό καθισμένους στη γωνιάς ενός μεγάλου τραπεζιού. "Δεν έχει χώρο! Δεν έχει χώρο!", φώναξαν όταν είδαν την Αλίκη να έρχεται.
"Υπάρχει πολύς χώρος!" είπε η Αλίκη αγανακτισμένη και κάθισε σε μία μεγάλη πολυθρόνα.
"Μπορείς να κάτσεις μαζί μας, αν μας πεις... Γιατί ένα κοράκι είναι όπως ένα γραφείο;"
"Μου αρέσουν οι γρίφοι!", είπε η Αλίκη. Σκέφτηκε πολύ, αλλά είπε, "Δεν ξέρω... γιατί;"
"Δεν ξέρω!", είπε ο λαγός.
"Ούτε εγώ ξέρω," δήλωσε ο Καπελάς.
"Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι καλύτερο με το χρόνο από το να τον σπαταλάμε ψάχνοντας γρίφους που δεν έχουν απαντήσεις", είπε η Αλίκη.
Ξαφνικά το άσπρο κουνέλι έρχεται τρέχοντας και φωνάζει "Είναι αργά! Είναι αργά!"
Ο Τρελός Καπελάς κοίταξε το ρολόι του κουνελιού και είπε:
"Δεν υπάρχει αμφιβολία, άργησες! Γιατί, αυτό το ρολόι έχει μείνει ακριβώς δύο μέρες πίσω."
Έτσι, το κουνέλι έφυγε τρέχοντας ξανά.
"Θα ήταν τόσο όμορφα αν κάτι είχε νόημα για αλλαγή," σκέφτηκε η Αλίκη καθώς έφευγε και συνέχισε να ακολουθεί το κουνέλι.
Έφτασε σε ένα λιβάδι γεμάτο τριανταφυλλιές, όπου η βασίλισσα των καρδιών έπαιζε κροκέ περιτριγυρισμένη από τους φρουρούς της.
Οι σφύρες ήταν φλαμίνγκος και οι σκαντζόχοιροι μπάλες.
"Ποια είσαι; Δείχνεις παράξενη... Μπορείς να παίξεις κροκέ;"
"Είμαι η Αλίκη... Ναι,νομίζω ότι μπορώ!", απάντησε.
"Παίξε μαζί μου!" διέταξε η βασίλισσα. "Και άσε με να κερδίσω, αλλιώς θα σου κόψω το κεφάλι!"
Ξαφνικά το χωράφι γέμισε από θεατές και ανάμεσά τους ήταν ο Τρελός Καπελάς, ο Λαγός, ο γάτος Τσεζίρ και το Άσπρο Κουνέλι.
Η Αλίκη άρπαξε τη σφύρα και ετοιμάστηκε να ρίξει τη βολή της. Προς έκπληξή τους, η Αλίκη έριξε την τέλεια βολή!
Η βασίλισσα, θυμωμένη φώναξε "Κόψτε της το κεφάλι! Κόψτε της το κεφάλι!" και αμέσως οι φύλακες άρπαξαν την Αλίκη.
"Αφήστε με να φύγω, δεν είστε τίποτα, παρά ένα πακέτο από κάρτες!"
Ξαφνικά η Αλίκη ένιωσε κάποιον να της αγγίζει τον ώμο,
"Ξύπνα, κοιμάσαι πολλές ώρες!"
Ήταν η αδερφή της που την ξύπνησε...
Ήταν όλα ένα όνειρο;
Ή μήπως δεν ήταν;
Περισσότερα παραμύθια εδώ.
Υποσημείωση: Πρόκειται για κλασικό έργο παιδικής και φανταστικής λογοτεχνίας του Βρετανού συγγραφέα και μαθηματικού Τσαρλς Λούτγουϊτζ Ντότζσον, περισσότερο γνωστού με το ψευδώνυμο Λιούις Κάρολ (Lewis Carrol), που κυκλοφόρησε σε πρώτη έκδοση το 1865.