Συνήθως η πρόθεση εξαρτάται από ένα ρήμα, αλλά μπορεί να εξαρτάται και από ένα ουσιαστικό, ένα επίθετο, μια ολόκληρη πρόταση κ.ά. Οι προθέσεις είναι άκλιτα μέρη του λόγου που τοποθετούνται μπροστά από μια ονοματική φράση (ΟΦ), για να δηλώσουν τη σχέση της με κάποια άλλη. Η φράση που αποτελείται από την πρόθεση και την ονοματική φράση ονομάζεται προθετική φράση. Η πρόθεση καθορίζει την πτώση της ονοματικής φράσης. Τις περισσότερες φορές η πτώση της ΟΦ είναι αιτιατική (ήρθε από τον Καναδά, πήγε με την άμαξα κτλ.), αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις όπου η πτώση της ΟΦ είναι γενική (συνήθως όταν η πρόθεση έχει λόγια προέλευση, π.χ. κατά της τρομοκρατίας, μεταξύ του γραφείου και της εισόδου, υπέρ της ελευθερίας κτλ.).
Οι προθέσεις που κατεξοχήν χρησιμοποιούνται για την εισαγωγή μιας ονοματικής φράσης είναι οι από, για, με, σε. Αυτές εμφανίζουν πολλές χρήσεις και επιπλέον χρησιμοποιούνται και για την εισαγωγή του έμμεσου αντικειμένου του ρήματος ή του ποιητικού αιτίου.
Π.χ.: Έδωσα στη Μαρία ένα δαχτυλίδι. (έμμεσο αντικείμενο)
Το σπίτι γκρεμίστηκε από το σεισμό. (ποιητικό αίτιο)
Οι δύο βασικές προθέσεις είναι: η από και η σε. Και οι δύο συντάσσονται με αιτιατική.
Π.χ.: Μπήκε στην αυλή. Βγήκε από το αυτοκίνητο.
Οι υπόλοιπες προθέσεις που απαντώνται συχνά και συντάσσονται με αιτιατική είναι οι εξής: αντί, για, δίχως, έως, ίσαμε, κατά, μετά, μέχρι,παρά, πριν, προς, σαν, χωρίς, ως.
Π.χ.: Πάει προς τον κήπο. Θα πάει με το Γιώργο. Το έκανε γι' αυτόν.
Οι προθέσεις που έχουν λόγια προέλευση και συντάσσονται με γενική είναι οι εξής: άνευ, διά, εναντίον, εκτός, εξαιτίας, λόγω, μέσω, μεταξύ,προ, υπέρ.
Π.χ.: Το τρένο πάει μέσω Αθήνας. Ο ασθενής είναι εκτός κινδύνου. Αυτό έγινε προ ημερών.
Οι προθέσεις από, για, μέχρι, ως, καθώς και μερικές άλλες, μπορεί να συντάσσονται με επίρρημα, συνήθως τοπικό ή χρονικό.
Π.χ.: από πίσω, από νωρίς, για πάντα, για μεθαύριο, ως εδώ, ως αύριο, ίσαμε αύριο, κατά δω, μέχρι εκεί.
Η πρόθεση κατά
Η πρόθεση κατά συνοδεύει ονοματικές φράσεις σε αιτιατική ή σε γενική και συνήθως εκφράζει μια από τις ακόλουθες επιρρηματικές σχέσεις:
κατά + αιτιατική:
αναφορά στο εσωτερικό μιας χρονικής περιόδου:
Η βουλή θα παραμείνει κλειστή κατά το μήνα Αύγουστο.
Κατά την ανάκριση ο κατηγορούμενος ομολόγησε το έγκλημά του.
Κατά τον 20ό αιώνα, η πυρηνική τεχνολογία εξελίχτηκε σε μεγάλο βαθμό.
Τραυματίστηκε κατά την προπόνηση.
Σε όλα τα παραδείγματα παραπάνω, το κατά μπορεί να αντικατασταθεί από άλλη πρόθεση ή απλή αιτιατική του χρόνου: το μήνα Αύγουστο, Στην ανάκριση, Στον εικοστό αιώνα, Τον εικοστό αιώνα, στην προπόνηση.
αναφορά σε χρονική περίοδο ή στιγμή ή και σε περιοχή ή σημείο στο χώρο κατά προσέγγιση:
Τον είχα δει κάποια στιγμή κατά το Πάσχα.
Έλα κατά το τέλος του άλλου μήνα.
Θα τα πούμε κατά το βραδάκι.
Είχαμε πει να βρεθούμε κατά τις εφτά.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, το κατά είναι δυνατό να αντικατασταθεί από το γύρω σε: γύρω στο Πάσχα, γύρω στο τέλος του μήνα, γύρω στο βραδάκι, γύρω στις εφτά.
Μένει κατά το αεροδρόμιο.
Πήγαμε σε μια ταβέρνα κατά το λιμάνι.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, το κατά είναι δυνατό να αντικαταθίσταται από τα κοντά σε, προς, γύρω σε, γύρω από.
την έννοια του «σύμφωνα με»:
Κατά τα λεγόμενα του δημοσιογράφου, έγινε κάποια παράβαση.
Ψήφισα κατά συνείδηση.
Κατά τον εισαγγελέα, δεν αποδείχτηκε η ενοχή τους.
Κατά την άποψή μου, οι άνθρωποι αυτοί είναι ένοχοι.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, το κατά είναι δυνατό να αντικατασταθεί από το «σύμφωνα με».
τρόπο (μόνο με το ουσιαστικό τρόπο):
κατά κάποιον τρόπο
κατά περίεργο τρόπο
μέτρο ή διαφορά (συνοδεύοντας σχετικά ρήματα ή ουσιαστικά):
Είχαμε αύξηση του πληθωρισμού κατά 5%.
Προηγήθηκε κατά ένα τέταρτο της ώρας.
Το ποσοστό του κόμματος μειώθηκε κατά 2,5%.
Ο προϋπολογισμός παρουσιάζει μείωση των εσόδων κατά έξι ποσοστιαίες μονάδες.
κατανομή:
Να παραταχτείτε κατά τριάδες.
Ψηφίσαμε κατά περιφέρεια.
κατά + γενική:
με την έννοια του «εναντίον»:
Δε μιλά ποτέ κατά των συγγενών του.
Ο πρόεδρος ψήφισε κατά της πρότασης.
Οι βουλευτές της αντιπολίτευσης εξαπέλυσαν επίθεση κατά πάντων.
Ασκήθηκε δίωξη κατά παντός υπευθύνου.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, το κατά είναι δυνατό να αντικατασταθεί από το «εναντίον (+ γεν)».
Υπάρχουν αρκετές στερεότυπες προτάσεις παραδομένες από την καθαρεύουσα:
κατά βάθος
κατ' εξακολούθηση
κατά λάθος
κατά τύχη(ν)
κατά συνέπεια(ν)
κατά μήκος (+γενική)
κατά τα άλλα
κατά κοινή ομολογία
Τέτοιες εκφράσεις μπορεί να παρουσιάζουν αφομοίωση του κατ' σε καθ' (αν ακολουθεί λέξη που έπαιρνε δασεία):
καθ' όλη τη διάρκεια
καθ' ολοκληρίαν
καθ' έξιν
καθ' οιονδήποτε τρόπο
τα καθ' ημάς
Οι πιο συχνόχρηστες από αυτές μπορεί πλέον να γράφονται και ως μία λέξη:
(β) καταρχήν < κατ' αρχήν
κατεξοχήν < κατ' εξοχήν
κατευθείαν < κατ' ευθείαν
Η πρόθεση από
Η πρόθεση από συντάσσεται συνήθως με ονοματικές φράσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι ισχυροί τύποι των προσωπικών αντωνυμιών, στην αιτιατική, αλλά και με επιρρήματα. Η από δηλώνει:
α) Τοπικές σχέσεις:
Η πρόθεση από μπορεί να δηλώνει προέλευση ή αφετηρία:
Πήγα από την Κομοτηνή στην Ξάνθη.
Βγήκα από την κουζίνα και μπήκα στο υπνοδωμάτιο.
Στα παραπάνω παραδείγματα η διάκριση ανάμεσα σε κίνηση από κάποιο σημείο και κίνηση από μέσα δηλώνεται μόνο με το ρήμα και όχι με την πρόθεση.
Τόπο: απομάκρυνση, καταγωγή, θέση που έχει κάποιος ή κάτι σε κάποια απόσταση από κάποιον ή κάτι άλλο, αφετηρία
Έφυγαν από το μαγαζί. (απομάκρυνση)
Φύγε από τη φωτιά. (απομάκρυνση)
Είναι από την Ιταλία. (καταγωγή)
Μένει λίγα χιλιόμετρα από την Κομοτηνή. (θέση / απόσταση από κάτι άλλο)
Έρχομαι από του θείου μου. (αφετηρία, από + γενική)
Τόπο: πέρασμα
Περάσαμε από το δάσος για να φτάσουμε στο χωριό.
Πέρασα από τη γέφυρα.
- Από ποιο δρόμο ήρθες; - Ήρθα από την οδό Πανεπιστημίου.
Η πρόθεση από μπορεί να συνεκφέρεται με μερικά τοπικά επιρρήματα, όπως έξω, κάτω, πίσω, μακριά, πέρα, απέναντι, και να δηλώνει τη θέση:
Η Μαρία είναι έξω από το σχολείο.
Το βιβλίο είναι κάτω από το τραπέζι.
Το αυτοκίνητο είναι πίσω από το σπίτι.
Το σπίτι του είναι μακριά από την πόλη.
Θα πάει πέρα από το χωριό.
Μένω απέναντι από το σχολείο.
Η πρόθεση από όταν συνεκφέρεται με τα επιρρήματα γύρω, δίπλα, κοντά δηλώνει το πέρασμα:
Έκανε μια βόλτα γύρω από την πλατεία.
Πέρασε δίπλα από το μαγαζί του πατέρα μου.
Η φωτιά πέρασε κοντά από το χωριό μου.
Πιο πολύπλοκη είναι η περίπτωση της μέσα από:
Βγήκε μέσα από τη θάλασσα. (κίνηση από μέσα προς τα έξω)
Το βλήμα πέρασε μέσα από το σπίτι. (πέρασμα από έξω προς τα μέσα και πάλι έξω)
Έβλεπε τον κόσμο μέσα από το σπίτι του. (θέαση από μέσα προς τα έξω)
Έβλεπε τον κόσμο μέσα από το παράθυρο του σπιτιού του. (θέαση από μέσα προς τα έξω μέσω κάτι άλλου)
Έβλεπε το εσωτερικό του παλιού σπιτιού μέσα από μια τρύπα. (θέαση από έξω προς τα μέσα μέσω κάτι άλλου)
Επίσης πολύπλοκη φαίνεται και η περίπτωση της μπροστά από:
Τα αυτοκίνητα πέρασαν μπροστά από το σπίτι μου. (πέρασμα)
Πήραν το παλιό αυτοκίνητο μπροστά από το σπίτι μου. (κίνηση μακριά από)
Ποιος κάθεται μπροστά από το Βασίλη; (θέση σχετικά προς κάτι άλλο)
Η πρόθεση από όταν συντάσσεται με τα τοπικά επιρρήματα πάνω, κάτω, μέσα, έξω, πέρα, πίσω κτλ. πολλές φορές προτάσσεται του επιρρήματος, ιδίως στις περιπτώσεις όπου δηλώνεται προέλευση:
Ακούστηκε μια φωνή από μέσα από το μαγαζί.
Μένει από πάνω από το δάσος.
Καθόταν από πίσω από την πόρτα.
β) Αφαιρετική σημασία
Πήρε από την Άννα το βιβλίο και το έδωσε σ' εσένα.
γ) Ομάδα + ομαδοποιημένα αντικείμενα
Αυτή η σειρά αποτελείται από δέκα βιβλία.
δ) Προέλευση αντικειμένου
Στο φαγητό βάζουμε λάδι από την Κρήτη.
Η καλή φέτα είναι από την Ήπειρο.
ε) Ύλη
Ένα δαχτυλίδι από ασήμι.
Μια μπλούζα από βαμβάκι.
στ) Περιεχόμενο
Ένα μπουκέτο από τριαντάφυλλα.
Μια σειρά από δέκα πέτρινα σπιτάκια.
ζ) Διαμέσου
Πέρασε την κλωστή από την τρύπα της βελόνας.
Δεν πέρασε από τον καινούριο δρόμο.
Ταξίδεψε από στεριάς. (από + γενική)
Μην τολμήσεις να περάσεις από δω. (από + επίρρημα)
η) Εγγύτητα
Πέρασα από το σπίτι σου, αλλά βιαζόμουν και δεν μπήκα.
θ) Χρόνος (σημείο εκκίνησης ενός διαστήματος)
Σε περίμενα από τις επτά μέχρι τώρα.
Τον βοηθούσε από τις εννιά μέχρι τις δώδεκα.
ι) Σημείο εκκίνησης ενός διαστήματος σε μια κλίμακα μέτρησης
Η θερμοκρασία αύριο θα κυμανθεί από 20 έως 10 βαθμούς Κελσίου.
ια) Αιτία ή αφορμή
Το πρόσωπό της έλαμπε από χαρά.
Τα μάτια της είναι κόκκινα από το κλάμα.
Το πέταξε μακριά από φόβο.
ιβ) Ποιητικό αίτιο
Το σπίτι βάφτηκε από τους μαστόρους.
Η ζημιά έγινε από τις πλημμύρες. (το ποιητικό αίτιο μπορεί να εκφράζεται και από ρήμα που εμφανίζεται στην ενεργητική φωνή)
ιγ) Επιμερισμό
Φάγαμε από ένα σάντουιτς.
Πήραμε από μία σοκολάτα.
ιδ) Αριθμητική πράξη της αφαίρεσης
Πέντε από δέκα ίσον πέντε.
ιε) Εξαίρεση
Δεν ήρθε άλλος από το Γιώργο στη γιορτή μου.
Δεν έχω άλλη δουλειά από αυτή.
ιστ) Ένα διαιρεμένο ή διαιρετό όλο (η από δηλώνει το σύνολο από το οποίο ξεχωρίζεται ένα μέρος)
Οι περισσότεροι από την οικογένειά του είναι μορφωμένοι.
Δοκίμασα ένα κομμάτι από αυτό το γλυκό.
ιζ) Σύγκριση
Τραγουδάει καλύτερα από τους άλλους.
Είναι ο πιο δυνατός από όλα τα παιδιά της τάξης.
Εδώ περνάμε καλύτερα από εκεί. (από + επίρρημα)
ιη) Απαλλαγή
Πολέμησαν για να απελευθερωθούν από τον εχθρό.
ιθ) Αλλαγή κατάστασης
Μέσα σε μια νύχτα έχασε τα πάντα και από πλούσιος έγινε φτωχός.
Από άνεργος που ήταν, έφτασε τώρα να έχει δική του επιχείρηση.
κ) Αναφορά
Από ποίηση δεν καταλαβαίνει τίποτα.
Από υγεία είμαι καλά.
Είναι ορφανός από πατέρα και μητέρα.
κα) από + αιτιατική αντί γενικής (στον καθημερινό λόγο)
τα πόδια από τα αρνιά (τα πόδια των αρνιών)
κβ) Η από χρησιμεύει για να αντικαταστήσει τη γενική σε ονόματα που τη σχηματίζουν δύσκολα
από τις φτερούγες, από τις φούντες, από τις κότες
κγ) Η από χρησιμοποιείται σε πολλές στερεότυπες εκφράσεις:
από απόψεως, από αρχαιοτάτων χρόνων, από γεννησιμιού, από καταβολής κόσμου, από κατακλυσμού, από καθέδρας, από πάσης απόψεως, από στήθους, από φυσικού του, απευθείας, αφενός, αφετέρου
Η πρόθεση για
Η πρόθεση για συντάσσεται με ονοματικές φράσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι ισχυροί τύποι των προσωπικών αντωνυμιών, στην αιτιατική, αλλά και με επιρρήματα. Κύριες λειτουργίες της πρόθεσης για:
α) Αιτία
Είναι γνωστός για την καλοσύνη του.
Ήταν λυπημένος για την αποτυχία του στις εξετάσεις.
β) Σκοπό ή στόχο
Πήγε στο φούρνο για ψωμί.
Τη ζήτησε για γυναίκα του.
γ) Όφελος
Είναι καλό για μένα.
Το έκανε για τον πατέρα του.
δ) Προορισμό
Σήμερα ταξιδεύει για τη Γερμανία.
Μπήκε στο λεωφορείο για την Καβάλα.
Για πού το 'βαλες;
ε) Αξία - Αντίτιμο
Αγόρασε παπούτσια για εξήντα ευρώ.
Πούλησε το αυτοκίνητό του για λίγα χρήματα.
στ) Εξίσωση
Αυτός δουλεύει για δέκα εργάτες.
ζ) Αναφορά ή σχέση
Στο βιβλίο που έγραψε μιλάει για τον πόλεμο.
Είχαμε συζήτηση για τη θρησκεία.
Δεν είναι άξιος για αρχηγός.
η) Έκφραση συναισθημάτων
Χαίρομαι για τη γνωριμία.
Λυπάμαι για το χαμό του.
θ) Χρόνο
1) Διάρκεια στο χρόνο:
Ήρθε για λίγες μέρες και έμεινε δύο μήνες.
Έφυγε για πάντα από την Ελλάδα. (για + επίρρ.)
2) Προσδιορισμό στο χρόνο (συνήθως με το φορά):
Τον βλέπω για πρώτη φορά.
Σου μιλάω για τελευταία φορά.
Για την άλλη εβδομάδα θα έχω να λύσω τις ασκήσεις των μαθηματικών.
ι) Αντικατάσταση
Σε πέρασα για κάποια άλλη.
Να πας εσύ για μένα.
ια) Εισαγωγή κατηγορούμενου του υποκειμένου ή του αντικειμένου
Σ' αυτές τις δομές η ονοματική φράση που ακολουθεί τη για εμφανίζεται στην κατάλληλη πτώση για τη λειτουργία της μέσα στην πρόταση.
1) κατηγορούμενο του υποκειμένου:
Δεν κάνει για τραγουδιστής. (ονομαστική)
Χρησιμεύει για φύλακας. (ονομαστική)
Πάει για νικητής. (ονομαστική)
2) κατηγορούμενο του αντικειμένου:
Τον είχα για πιο ευαίσθητο. (αιτιατική)
Τον ζητούν για εργάτη. (αιτιατική)
Τον πρότειναν για πρόεδρο του κόμματος. (αιτιατική)
ιβ) Επίσης, χρησιμοποιείται σε στερεότυπες φράσεις (ιδιωματισμούς) με επανάληψη ενός ουσιαστικού:
Ο πάγος τα κατέστρεψε όλα· δεν έμεινε φρούτο για φρούτο.
Η πρόθεση με
Η με μπορεί να ακολουθείται από ονοματικές φράσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι εμφατικές προσωπικές αντωνυμίες, στην αιτιατική. Κύριες λειτουργίες της πρόθεσης με:
α) Συνοδεία
1) Πήγε με την αδερφή της.
Μένει με τους γονείς του.
Για να δώσουμε μεγαλύτερη έμφαση στις εκφράσεις συνοδείας, χρησιμοποιούμε το μαζί με:
2) Πήγε διακοπές μαζί με την αδερφή του.
β) Καιρικές συνθήκες
Δεν πάω πουθενά με τέτοιον καιρό.
Ταξιδέψαμε με πολύ δυνατό άνεμο.
η κοπέλα με τα πράσινα μάτια
Είναι άνθρωπος με μυαλό.
το σπίτι με τα μεγάλα μπαλκόνια
δ) Η με περιγράφει το ύφος των έμψυχων όντων και την έκφραση του προσώπου τους
Τον άκουγε με το βλέμμα στραμμένο προς τη θάλασσα.
Καθόταν με σκυμμένο το κεφάλι.
Στεκόταν με τα γόνατά του να τρέμουν (με + να-πρόταση)
Ήρθε στη γιορτή με ένα κόκκινο φόρεμα.
Αυτός με τα μαύρα είναι ξάδερφός μου.
στ) Περιεχόμενο
Η φράση που εισάγεται με την πρόθεση με δηλώνει το περιεχόμενο του ουσιαστικού που προηγείται αυτής:
Ένα μπουκάλι με νερό.
Μια τσάντα με ρούχα.
Ένα κουτί με γλυκά.
ζ) Όργανο ή μέσο
Κόβει το χαρτί με το ψαλίδι.
Γράφει με στιλό.
Πάει στη δουλειά του με τα πόδια.
Ταξίδεψε με το αεροπλάνο.
Σκεπάστηκε με μια κουβέρτα.
Γέμισε τη σακούλα με τη χούφτα.
η) Τρόπο
1) Θα έρθω με χαρά στη γιορτή σου.
2) με το να + ρήμα (αυτή η δομή ισοδυναμεί με τη μετοχή του ενεστώτα και σημαίνει κάνοντας κάτι):
Με το να κλαις, δεν πετυχαίνεις τίποτα.
θ) Αιτία (μετά από ρήματα που εκφράζουν συναίσθημα)
Χάρηκε πολύ με την τύχη που είχε.
Θύμωσε με τη συμπεριφορά του αδερφού της.
ι) Εναντίωση ή αντίθεση
Τσακώθηκε με τον αδερφό του.
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Σουηδία έχει πιο ψυχρό κλίμα.
Ο άρρωστος πολεμάει με το χάρο. (Σε κατάλληλο γλωσσικό περιβάλλον το κάποιος πολεμάει με κάποιον μπορεί να σημαίνει ότι πολεμάει στο πλευρό του.)
Με όλες τις δυσκολίες που περάσαμε, τελικά τα καταφέραμε. (μαζί με το επίθετο όλος)
ια) Βάση υπολογισμού
Η ζάχαρη πουλιέται με το κιλό.
Απέκτησε την εμπειρία με τα χρόνια.
Διαβάζει με τις ώρες.
Το 10 διαιρείται με το 2.
ιγ) Διαστάσεις
Αγοράσαμε ένα χαλί τρία με πέντε. (τρία μέτρα μήκος και πέντε μέτρα φάρδος)
Θα έρθουν στη γιορτή εκατόν πενήντα με διακόσια παιδιά.
ιε) Ανταλλαγή
’λλαξα τα ευρώ με δολάρια.
Αλλάζεις το σακάκι σου με το δικό μου;
ιστ) Αναφορά, σχέση
Έχει μανία με το ψάρεμα.
Έτσι έγινε και μ' εμένα.
ιζ) Χρόνο
1) Προσδιορισμό χρονικού σημείου με βάση μια κατάσταση:
Γύρισε σπίτι του με την ανατολή του ήλιου.
Αύριο το πρωί οχτώ με δώδεκα έχω μάθημα.
2) Σταδιακή πρόοδος σε σχέση με το χρόνο:
Με τα χρόνια απέκτησε εμπειρία.
Μεγαλώνει μέρα με τη μέρα.
ιη) Ταυτότητα ή ομοιότητα
(όταν η με χρησιμοποιείται με λέξεις όπως: αντίστοιχος, ίδιος, ισοδύναμος, παρόμοιος, σύγχρονος, συνομήλικος, συνώνυμος, ταυτόχρονος, αντιστοιχίζω, μοιάζω, συγκρίνω κτλ.):
Το φόρεμά της μοιάζει με το δικό μου.
Ο Γιάννης ήρθε ταυτόχρονα με τον Πέτρο.
Το πουκάμισό του είναι ίδιο με το δικό σου.
Η ’ννα είναι συνομήλικη με την Έλλη.
ιθ) Αναλογία ή σχέση
(όταν η με χρησιμοποιείται με λέξεις όπως: ανάλογα, σύγκριση, σύμφωνα, σχέση, σχετίζομαι, σχετικά κτλ.):
Σε σύγκριση με τον Κώστα, παίρνω περισσότερα χρήματα.
Βγαίνει έξω τα βράδια ανάλογα με τη διάθεσή του.
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, η συνέντευξη τύπου θα ξεκινήσει σε λίγα λεπτά.
κ) με + ονοματική φράση + ονοματική φράση ή να-πρόταση
Η με μπορεί να εισάγει μια ονοματική φράση που ακολουθείται από μια άλλη ονοματική φράση ή από να-πρόταση:
με βάση τις τελευταίες πληροφορίες
Όλοι οι μαθητές παρευρέθηκαν στη γιορτή, με εξαίρεση μερικούς.
Έκανε ό,τι μπορούσε με σκοπό να πετύχει το στόχο του.
Η πρόθεση σε
Η πρόθεση σε συντάσσεται με ονοματικές φράσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι ισχυροί τύποι των προσωπικών αντωνυμιών, στηναιτιατική. Η σε ίσως χρησιμοποιείται πιο συχνά απ' ό,τι χρησιμοποιούνται όλες οι άλλες προθέσεις μαζί. Η πρόθεση σε χρησιμοποιείται για να δηλώσει:
α) Έμμεσο αντικείμενο
Το έστειλε στην ’ννα.
Το έδωσα σ' εσένα.
β) Τόπο
Η πρόθεση σε μπορεί να δηλώνει στόχο/προορισμό ή στάση σε τόπο:
Βγήκα από την κουζίνα και μπήκα στο υπνοδωμάτιο.
Στα παραπάνω παραδείγματα η διάκριση ανάμεσα σε κίνηση προς κάποιο σημείο και κίνηση προς τα μέσα δηλώνεται μόνο με το ρήμα και όχι με την πρόθεση.
Μένω στην Κομοτηνή.
Είμαι στον καναπέ.
Για να δηλωθεί η στάση, η σε συνεκφέρεται με ρήματα που δηλώνουν ύπαρξη σε τόπο. Στα παραπάνω παραδείγματα η διάκριση ανάμεσα σε στάση σε ένα σημείο και στάση μέσα σε κάτι δηλώνεται με το ρήμα και όχι μόνο με την πρόθεση.
Το παράθυρο του δωματίου του βλέπει στη θάλασσα. (απλή κατεύθυνση)
Πήγε στην Αθήνα. (σκόπιμη κατεύθυνση)
Το νερό ανέβηκε στη μέση του ποταμού. (τέρμα μιας κίνησης)
Ο φάκελος είναι στο συρτάρι. (μέσα)
Ο αδερφός μου έμεινε στο σπίτι. (περιοχή, τόπο ή θέση)
Μένει στο ποτάμι. (εγγύτητα)
Στα δέκα μύγδαλα που σπάω, ένα είναι καλό. (ανάμεσα, μεταξύ)
Τα ξανθά μαλλιά του έλαμπαν στον ήλιο. (απέναντι)
Έδεσε μια αλυσίδα στο λαιμό του σκύλου. (γύρω)
Κάθεται στην πολυθρόνα. (επάνω)
Μου φαινόταν πως η γη θ' άνοιγε στα πόδια μου. (κάτω από)
Επειδή η σε δεν μπορεί από μόνη της να καθορίσει την ακριβή τοπική θέση, ο πιο πρακτικός και εύχρηστος τρόπος είναι η τοποθέτηση ενός τοπικού επιρρήματος δίπλα στην προθετική φράση.
Η φράση
o Νίκος είναι στο μαγαζί
δηλώνει με ασάφεια τη θέση του Νίκου, δηλαδή αν είναι μέσα ή έξω από το μαγαζί.
Αντίθετα, η φράση
o Νίκος είναι μέσα στο μαγαζί
δηλώνει ξεκάθαρα ότι είναι μέσα στο μαγαζί.
Η πρόθεση σε μπορεί να συνεκφέρεται με μερικά τοπικά επιρρήματα, όπως μέσα, πάνω, μπροστά, κοντά, γύρω, δίπλα, ανάμεσα, απέναντι, και να δηλώνει τη θέση:
Το γράμμα είναι μέσα στο συρτάρι.
Το επίρρημα μέσα μπορεί να εκφράζει κίνηση προς τα μέσα (Μπήκε γρήγορα μέσα στο σπίτι) ή θέση προς τα μέσα (Έμεινε ολημέρα μέσα στο σπίτι).
Το βιβλίο είναι πάνω στο τραπέζι.
Το αυτοκίνητο είναι μπροστά στο σπίτι.
Το σπίτι είναι κοντά στο ποτάμι.
Μένει κάπου γύρω στην Κομοτηνή.
Το μαγαζί του είναι δίπλα στο σπίτι μου.
Το χωριό μου είναι ανάμεσα στην Αλεξανδρούπολη και στην Κομοτηνή.
Μένω απέναντι στο σχολείο.
Η σε όταν συντάσσεται με αιτιατική ή γενική ονόματος προσώπου μπορεί να εκφράζει το σπίτι ή το μαγαζί κάποιου:
Το βράδυ θα πάμε στον Πέτρο.
Θα βρεθούμε στου Πέτρου.
γ) Χρόνο
1) Για να καθοριστεί η θέση σε κάποιο χρονικό σημείο ή το χρονικό διάστημα εντός του οποίου συμβαίνει κάτι:
Να είσαι εδώ στις επτά ακριβώς.
Θα τον δεις σε λίγες ώρες.
2) Για να καθοριστεί το χρονικό διάστημα εντός του οποίου συμβαίνει κάτι:
Θα έρθει σε λίγο.
Μέσα σε ένα χρόνο διάβασε δέκα βιβλία.
δ) Εναντίωση
Θα αντισταθούμε στη βία.
Κρατάει κακία σε μένα.
ε) Ενώπιον
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια δύσκολη κατάσταση.
Όλα έγιναν μπροστά στα μάτια μου.
στ) Το αποτέλεσμα μιας αλλαγής ή μιας ενέργειας
Μετέτρεψε τα ευρώ σε δολάρια.
Έσπασε το ξύλο σε τρία κομμάτια.
ζ) Σκοπό
Με κάλεσε σε τραπέζι.
Ο θείος μου πήγε στο κυνήγι.
η) Αιτία
Φοβήθηκα πολύ στο θόρυβο που έκαναν τα πυροτεχνήματα.
θ) Αναφορά
Είναι πολύ καλός στα μαθηματικά.
Είναι μικρότερος στα χρόνια.
Είναι πολύ καλός σε όλα.
ι) Ποιητικό αίτιο (σπάνια και συνήθως με ρηματικά επίθετα σε -τος)
Η Μαρία είναι πολύ αγαπητή σε όλους.
Είναι πολύ μισητός σε όλους τους φίλους του.
ια) Όργανο ή μέσο (=με)
Τον τσάκισα στο ξύλο.
Για τη δουλειά που έκανε πληρώθηκε σε ευρώ.
ιβ) Κατάσταση
Βρισκόταν σε διακοπές με την οικογένειά του.
ιγ) Τρόπο (σε + ουδέτερο του επιθέτου στην αιτιατική πληθυντικού)
Έκλαιγε στα ψέματα.
Πήραν στα σοβαρά αυτά που τους είπα.
ιδ) Η σε χρησιμοποιείται σε πολλές στερεότυπες εκφράσεις με μεταφορική σημασία:
Δε φταις εσύ σε τίποτα.Τον πέθανε στην πολυλογία.
Πιάστηκαν στα χέρια.
Ήταν ντυμένη στα άσπρα.
Τον σάπισαν στο ξύλο.
Αυτή η πόλη είναι πνιγμένη στο τσιμέντο.
Είμαι πτώμα στην κούραση.
ιε) Επίσης, υπάρχει μεγάλος αριθμός στερεότυπων φράσεων που εισάγονται με τη σε:
σε τελευταία ανάλυση, σε σημαντικό βαθμό, σε μηνιαία βάση, σε σχέση με, σε σύγκριση με, σε αντίθεση με, σε συνεργασία με
Η πρόθεση ως-σαν
1) Η πρόθεση ως συντάσσεται συνήθως με ονοματικές φράσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι ισχυροί τύποι των προσωπικών αντωνυμιών, στην αιτιατική, αλλά και με επιρρήματα. Η ως δηλώνει:
α) Τοπικό τέρμα ή τοπική έκταση
Βγήκε ως τη μέση του δρόμου.
Την πήγα ως το σπίτι της.
Η είδηση έφτασε ως το χωριό.
Το αμπέλι εκτείνεται ως εκεί. (ως + επίρρημα)
β) Μεταφορική σημασία
Με κοίταξε από την κορυφή ως τα νύχια.
Έφτασε το μαχαίρι ως το κόκαλο.
γ) Χρονικό τέρμα ή χρονική έκταση
Έμεινε ξύπνιος ως τα ξημερώματα.
Θα σε περιμένουμε ως τις δέκα.
Δουλεύει από το πρωί ως το βράδυ.
δ) Χρονικό σημείο κατά ή πριν από το οποίο θα γίνει κάτι
Θα λάβετε την απάντηση ως την Πέμπτη.
Θα σ' το έχω έτοιμο ως μεθαύριο. (ως + επίρρημα)
ε) Εγγύτητα
Θα του χρειαστούν ως εκατό ευρώ.
Ως δέκα άνθρωποι έπεσαν πάνω μου να με χτυπήσουν.
στ) Απώτατο όριο ενός ποσού
Θα μου χρειαστούν ως και τρεις χιλιάδες ευρώ για να επισκευάσω το σπίτι μου.
ζ) Το ως ως προθετικό επίρρημα συντάσσεται συνήθως με ουσιαστικό και χρησιμοποιείται ως κατηγορούμενο του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρήματος:
Υπηρέτησε ως αστυνομικός στην Αθήνα. (κατηγορούμενο του υποκειμένου)
Το σαλόνι χρησίμευε ως γραφείο. (κατηγορούμενο του υποκειμένου)
Μας τον παρουσίασαν ως αστυνομικό. (κατηγορούμενο του αντικειμένου)
Μου τον παρέστησε ως βλάκα. (κατηγορούμενο του αντικειμένου)
η) Το ως συχνά χρησιμοποιείται ως κατηγορηματικός προσδιορισμός ενός ουσιαστικού ή μιας αντωνυμίας, με το οποίο συνεκφέρεται (προσδιοριστικό ως):
Ο Νίκος ως καθηγητής πρόσφερε πάρα πολλά. (ονομαστική)
Η εκλογή του Νίκου ως προέδρου της τάξης ήταν σημαντικό γεγονός. (γενική)
Το ταλέντο της ως ηθοποιού είναι αναμφισβήτητο. (γενική)
Ως διευθυντή σχολείου τον διέκρινε η αυστηρότητα. (αιτιατική)
Ο προσδιορισμός με το ως πρέπει να τίθεται στην πτώση όπου βρίσκεται το ουσιαστικό ή η αντωνυμία που προσδιορίζει.
θ) Το ως και όταν ακολουθείται από ονοματική φράση έχει επιτατική λειτουργία:
Τον λυπήθηκαν ως και τα παιδιά της γειτονιάς.
Αυτό το φάρμακο ως και νεκρούς ανασταίνει.
ι) Το ως ως σύνδεσμος μπορεί να εισάγει μια χρονική πρόταση (ώσπου [να]):
Τον φρόντιζε η μητέρα του ώσπου έγινε καλά.
Θα έχω γυρίσει ώσπου να νυχτώσει.
2) Το σαν συντάσσεται με ονοματικές φράσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι ισχυροί τύποι των προσωπικών αντωνυμιών, στηνονομαστική ή στην αιτιατική. Το σαν χρησιμοποιείται στις συγκριτικές δομές:
α) Όταν η ονοματική φράση που ακολουθεί το προθετικό επίρρημα σαν είναι στην ονομαστική, δηλώνει το ίδιο πρόσωπο ή πράγμα με το υποκείμενο:
Φωνάζει σαν γάιδαρος.
Το παράδειγμα σημαίνει ότι ο τάδε φωνάζει σαν να ήταν ο ίδιος γάιδαρος.
β) Όταν η ονοματική φράση που ακολουθεί το προθετικό επίρρημα σαν είναι στην αιτιατική, δηλώνει κάποιον ή κάτι που μοιάζει στο υποκείμενο:
Φωνάζει σαν το γάιδαρο.
Το παράδειγμα σημαίνει ότι ο τάδε φωνάζει με τον τρόπο που φωνάζει ένας γάιδαρος.
γ) Όταν το σαν συντάσσεται με ισχυρό τύπο προσωπικής αντωνυμίας, μπορεί να ακολουθείται από το και:
Είναι σαν εσένα ψηλός. ή Είναι σαν κι εσένα ψηλός.
δ) Το σαν ως προθετικό επίρρημα συντάσσεται συνήθως με ουσιαστικό και χρησιμοποιείται ως κατηγορούμενο του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρήματος:
Δουλεύει σαν καθηγητής. (κατηγορούμενο του υποκειμένου)
Μας τον παρουσίασαν σαν καθηγητή των μαθηματικών. (κατηγορούμενο του αντικειμένου)
Όμως, σ' αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να χρησιμοποιείται ο σύνδεσμος ως αντί η πρόθεση σαν, γιατί δεν είναι σαφές αν το υποκείμενο δουλεύει πραγματικά ως καθηγητής ή απλώς κάνει τη δουλειά του, χωρίς στην πραγματικότητα να είναι καθηγητής.
Έτσι, θα πούμε:
Δουλεύει ως καθηγητής.
Μας τον παρουσίασαν ως καθηγητή των μαθηματικών.
ε) Στη λογοτεχνία, αλλά και στην κοινή χρήση, το σαν μπορεί να λειτουργεί και ως αιτιολογικός, υποθετικός, χρονικός σύνδεσμος:
Παιδιά, σαν με ρωτήσατε, θα σας πω τι έγινε. (αφού, επειδή)
Σαν θέλεις, μπορείς να έρθεις κι εσύ μαζί μας. (εάν, αν)
Σαν με είδε να 'ρχομαι, έτρεξε γρήγορα κοντά μου. (όταν)
στ) Το σαν μπορεί να εισάγει μια να-πρόταση σε συγκριτικές δομές:
Συμπεριφέρεται σαν να είναι ο πρωθυπουργός.
Περισσότερα θέματα για τη γλώσσα εδώ.