Κείμενο: “Η οικονομική φρίκη”
[…] Η αγωνία της χαμένης εργασίας βιώνεται σ’ όλες τις βαθμίδες της κοινωνικής κλίμακας. Στην καθεμία απ’ αυτές η απώλεια της εργασίας γίνεται αισθητή σαν μια συντριπτική δοκιμασία που βεβηλώνει την ταυτότητα εκείνου που την υφίσταται. Το αποτέλεσμα είναι η απώλεια της ισορροπίας και η ταπείνωση. Είναι εκπληκτικό να ανακαλύπτεις πόσο γρήγορα και σε πόσο μεγάλο βαθμό αισθάνεσαι ηττημένος και πόσο αμείλικτη γίνεται η κοινωνία, πως δε βρίσκεις πια καμία ή σχεδόν καμιά υποστήριξη, όταν έχεις χάσει τα πάντα. Όλα γίνονται αβέβαια, επισφαλή, όλα κλείνουν και ταυτόχρονα απομακρύνονται. Πολύ λίγα πράγματα απαγορεύεται να διαπραχθούν σε βάρος κάποιου που δεν έχει πια “οικονομική υπόσταση”. Προπαντός δεν πρέπει να περιμένει πια κανένα σεβασμό, σε κανένα τομέα.
[…] Όσο για τους νέους, αυτό που η κοινωνία τούς αρνείται δεν είναι μόνο μια θέση εργασίας, μα κάτι περισσότερο: είναι μια μοίρα, με τις περιπέτειες και τις συγκινήσεις της, με το βάρος της ελπίδας και του φόβου. Αυτοί οι νέοι εμποδίζονται να κατοικήσουν στην κοινωνία, η οποία ωστόσο τους επιβάλλεται σαν η μόνη βιώσιμη αλλά επίσης και η μόνη αξιοπρεπής, η μόνη εγκεκριμένη. Ενώ είναι η μόνη που τους περιβάλλει, παραμένει απρόσιτη γι’ αυτούς.
[…]Σ’ αυτούς τους νέους, που βρίσκονται πολιορκημένοι μέσα σε άχρωμες προσπάθειες, μέσα στην έλλειψη προοπτικών, τους προτείνονται επίσημα σαν μοναδικές αξίες οι αξίες της ηθικής του πολίτη, οι περισσότερες από τις οποίες συνδέονται με την εργασία και τις οποίες δεν έχουν επομένως καμία δυνατότητα να τις υιοθετήσουν. Έτσι, είναι φυσικό να επινοούν άλλους κώδικες, που ισχύουν στο δικό τους κλειστό κύκλωμα, ακραίους κώδικες, κώδικες της εξέγερσης, ή να αναζητούν ορισμένα υποκατάστατα. Η παγίδα των ναρκωτικών, η καταστροφή της τρομοκρατίας, ο πειρασμός να γίνουν προλετάριοί της, να είναι οι προλετάριοι κάποιου πράγματος: εκεί έχουμε φτάσει! Τι έχουν να χάσουν εφόσον δεν τους έχει δοθεί τίποτε, εκτός από πρότυπα ζωής που τα πάντα τους εμποδίζουν να τα μιμηθούν;
Κάτι που θα μπορούσε να είναι εξίσου σκανδαλώδες είναι αυτή η ανυποληψία που αισθάνονται οι ίδιοι, παγιδευμένοι στην περιφρόνηση, χωρίς κανένα σεβασμό για τον εαυτό τους, όπως και για τους δικούς τους, βυθισμένοι σ’ αυτήν την ντροπή που βρίσκει, περισσότερο ή λιγότερο, διέξοδο στο μίσος. Όμως κι αν υπάρχει αυτή η διέξοδος, αυτό δε σημαίνει ότι δεν είναι και δεν αισθάνονται έκπτωτοι από την αρχή της ζωής τους, μόνο και μόνο επειδή υπάρχουν.
Απ’ αυτούς τους αποδιοπομπαίους, αυτούς τους εγκαταλελειμμένους σε κοινωνική ανυπαρξία, περιμένουμε ωστόσο συμπεριφορές καλών πολιτών, λες και πρόκειται να ζήσουν μια ζωή πολιτών, γεμάτη υποχρεώσεις και δικαιώματα. Στην πραγματικότητα δεν έχουν καμιά δυνατότητα να εκπληρώσουν οποιαδήποτε υποχρέωση και τα ήδη εξαιρετικά περιορισμένα δικαιώματά τους καταπατούνται με μεγάλη ευκολία. Τι θλίψη και τι απογοήτευση να τους βλέπει κάποιος να παραβαίνουν τους κώδικες της καλής συμπεριφοράς, τους κανόνες της καλής συμπεριφοράς, τους κανόνες της αξιοπρέπειας εκείνων που τους παραμερίζουν, τους υποβιβάζουν, τους ποδοπατούν, τους περιφρονούν αφ’ υψηλού. Να τους βλέπει κάποιος να μη χρησιμοποιούν τους καλούς τρόπους μιας κοινωνίας που εκδηλώνει την αλλεργία της για την παρουσία τους και τους κάνει να βλέπουν και ίδιοι τον εαυτό τους σαν απόκληρο!
Ωστόσο πολλοί άνεργοι υιοθετούν την κυρίαρχη ιδεολογία, κάνοντας διαχωρισμό ανάμεσα σε αυτούς που δικαιούνται θέση εργασίας και σ’ αυτούς που δε δικαιούνται. Στους πρώτους περιλαμβάνονται για παράδειγμα οι γνήσιοι Γάλλοι, ενώ στους δεύτερους τα παιδιά μεταναστών. Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία εναντίον των νέων ξένης καταγωγής, χρησιμοποιούνται για να παρελκύεται η προσοχή από το αληθινό πρόβλημα, το πρόβλημα της φτώχειας. Η κατάσταση του εξοστρακισμένου ανάγεται σε ζητήματα διαφορών στο χρώμα, στην εθνικότητα, στη θρησκεία, στην κουλτούρα, που υποτίθεται ότι δεν έχουν καμία σχέση με το νόμο των αγορών. Ενώ αυτοί που στην πραγματικότητα εξοστρακίζονται είναι όπως πάντα οι φτωχοί.
Ίσως η εικόνα αυτών των νέων να εικονογραφεί αυτό που φοβάται για τον εαυτό της αυτή η ανήσυχη κοινωνία που τους περικυκλώνει με τ’ απομεινάρια της, που τους κρατά αιχμάλωτους σε ένα σύστημα το οποίο τους αποβάλλει. Κι αυτοί, καθηλωμένοι στην απόρριψη, βρίσκονται αντιμέτωποι με το μηδέν, με αυτό τον ίλιγγο επιτόπιας εκτόπισης, σε φυλακές χωρίς ορατούς τοίχους από τις οποίες κανείς δεν μπορεί να αποδράσει. Μια απουσία φυσικών περιορισμών που απαγορεύει την απόδραση. Όμως αυτά τα παιδιά βρίσκονται στην αιχμή της ιστορίας. Αυτά έχουν ήδη παραμεριστεί και δε ζουν απλά εξοστρακισμένα από μια κοινωνία που πνέει τα λοίσθια και που υποκρίνεται πως αντέχει ακόμα, αλλά προπορεύονται αυτής της κοινωνίας. Πιθανότατα αποτελούν το δείγμα αυτού που περιμένει την πλειονότητα των κατοίκων της γης αν δεν αφυπνιστούν.
Βιβιάν Φόρεστερ, “Η οικονομική φρίκη”.
Ασκήσεις:
1. Να συνθέσετε την περίληψη του κειμένου.(100 λέξεις)
(μονάδες 25)
2. “Πολύ λίγα πράγματα απαγορεύεται να διαπραχθούν σε βάρος κάποιου που δεν
έχει πια “οικονομική υπόσταση”.” Να σχολιάσετε την παραπάνω φράση του κειμένου σε μία παράγραφο (περίπου 100 λέξεις)
(μονάδες 12)
3. α) Με ποιον τρόπο οι λέξεις μα, ενώ της δεύτερης παραγράφου του κειμένου συνδέουν τις προτάσεις μεταξύ τους;
β) “Ο ρατσισμός … όπως πάντα οι φτωχοί.” Στο παραπάνω απόσπασμα της έκτης παραγράφου του κειμένου να μετατρέψετε την παθητική σύνταξη σε ενεργητική, όπου αυτό είναι δυνατό, χρησιμοποιώντας ως υποκείμενο τη λέξη “κοινωνία”.
(μονάδες 6)
4. Να συμπληρώσετε τα κενά με τις λέξεις που σας δίνονται, αφού τις τοποθετήσετε στον κατάλληλο τύπο (δυο λέξεις περισσεύουν): κοινωνικός, παράλογος, αθώος, γενικός, αθλιότητα, ανεκτός, ταπεινωμένος, οικονομικός, αβάσιμος, απραξία.
“Οι άνεργοι αντιμετωπίζονται με 1………………. κατακραυγή (κοινωνική αποδοκιμασία), όσο παράλογο κι αν είναι αυτό. Αυτοκατηγορούνται επειδή ζουν μια ζωή 2………………………. ή απειλούνται από μια τέτοια ζωή. Μια ζωή που συχνά εξαρτάται πια απόλυτα από την “3…………………….. υποστήριξη” (η οποία ωστόσο είναι κάτω από το 4……………. όριο). Αυτές οι κατηγορίες και αυτοκατηγορίες οφείλονται σε αντιλήψεις που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, σε παλιές απόψεις που, αν και παλαιότερα ήταν 5………………………. ,σήμερα είναι ακόμα πιο αβάσιμες και πιο επιβαρυντικές, ακόμα πιο 6…………………. , χωρίς καμία σχέση με το παρόν. Όλα αυτά δεν έχουν τίποτα το 7……………., γιατί οδηγούν τους ανέργους στη ντροπή, στη συναίσθηση της αναξιότητας τους, στην πλήρη υποταγή. Η ντροπή τους εμποδίζει να έχουν οποιαδήποτε άλλη αντίδραση εκτός από μια 8……………. αποδοχή της τύχης τους.”
(μονάδες 7)
5. Η συγγραφέας συνδέει την ανεργία με την αύξηση των φαινομένων κοινωνικής παθογένειας. Να αναφερθείτε στις συνέπειες που έχει για το άτομο και την κοινωνία ο αποκλεισμός από τη διοχέτευση των δημιουργικών του δυνάμεων στην εργασία. Να αναπτύξετε τις απόψεις σας σε ένα κείμενο 500 περίπου λέξεων.
(μονάδες 50)
Απαντήσεις:
1. Η απώλεια της εργασίας συνοδεύεται από πλήθος αρνητικών συναισθημάτων (χαμηλή αυτοεκτίμηση, κοινωνική ανυποληψία). Ειδικά στην περίπτωση των νέων η κοινωνία με το να τους αρνείται μια θέση εργασίας, τους αποκλείει από τη ζωή και τους οδηγεί σε αντικοινωνικές συμπεριφορές. Οι νέοι, αδυνατώντας να ικανοποιήσουν βασικές ανάγκες τους και οποιαδήποτε υποχρέωση προς την κοινωνία, στρέφονται εναντίον της. Έντεχνα οδηγούνται στην ενοχοποίηση του ξένου, τον οποίο καταλήγουν να θεωρούν υπεύθυνο για την κατάστασή τους. Ο πραγματικός υπαίτιος, όμως, είναι το σύστημα που καταρρέει και ενάντια σ’ αυτό πρέπει να στραφεί η οργή μας.
2. Με τη συγκεκριμένη φράση η συγγραφέας καυτηριάζει την αντίληψη που επικρατεί στη σύγχρονη κοινωνία, σύμφωνα με την οποία η αξία ενός ατόμου υπολογίζεται ανάλογα με το τι μπορεί να προσφέρει και όχι με βάση την προσωπικότητα και τα ταλέντα του. Ένας άνθρωπος αξίζει το σεβασμό της κοινωνίας και μπορεί να απαιτεί την προστασία των δικαιωμάτων του μόνο αν παράγει και καταναλώνει. Ένας άνεργος όχι μόνο δεν παράγει, αλλά κυρίως δεν είναι σε θέση να καταναλώνει αγαθά και υπηρεσίες που παράγουν άλλοι. Αυτό λοιπόν το άτομο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, να καλύψει ο ίδιος βασικές υλικές του ανάγκες.
3. α) Τόσο η λέξη μα όσο και η λέξη ενώ ανήκουν στους αντιθετικούς συνδέσμους, οι οποίοι συνδέουν, αντιθετικά τις προτάσεις μεταξύ τους. Ωστόσο, ο αντιθετικός σύνδεσμος μα συνδέει παρατακτικά μεταξύ τους τις κύριες προτάσεις για να δοθεί έμφαση στη διαπίστωση “αυτό δεν είναι μόνο μια θέση εργασίας” και “μα (είναι) κάτι περισσότερο”. Ο αντιθετικός σύνδεσμος ενώ συνδέει υποτακτικά την κύρια πρόταση “παραμένει απρόσιτη γι’ αυτούς” με τη δευτερεύουσα εναντιωματική πρόταση “ενώ είναι η μόνη που τους περιβάλλει”.
3.β) Παθητική σύνταξη - Ενεργητική σύνταξη
Παθητική
|
Ενεργητική
|
Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία εναντίον των νέων ξένης καταγωγής,χρησιμοποιούνται για ναπαρελκύεται η προσοχή από το αληθινό πρόβλημα, το πρόβλημα της φτώχειας. Η κατάσταση του εξοστρακισμένου ανάγεται σε ζητήματα διαφορών στο χρώμα, στην εθνικότητα, στη θρησκεία, στην κουλτούρα, που υποτίθεται ότι δεν έχουν καμία σχέση με το νόμο των αγροτών. Ενώ αυτοί που στην πραγματικότηταεξοστρακίζονται είναι όπως πάντα οι φτωχοί.
|
Η κοινωνία χρησιμοποιεί το ρατσισμό και την ξενοφοβία εναντίον των νέων ξένης καταγωγής για να παρελκύειτην προσοχή από το αληθινό πρόβλημα, το πρόβλημα της φτώχειας. Ανάγει την κατάσταση του εξοστρακιζόμενου σε ζητήματα διαφορών στο χρώμα, στην εθνικότητα, στη θρησκεία, στην κουλτούρα, που υποτίθεται ότι δεν έχουν καμία σχέση με το νόμο των αγορών. Ενώ αυτοί που στην πραγματικότηταεξοστρακίζει (ενν.η κοινωνία) είναι όπως πάντα οι φτωχοί.
|
4. Οι λέξεις που συμπληρώνουν τα κενά είναι:
1. γενική
2. αθλιότητας
3. κοινωνική
4. ανεκτό
5. αβάσιμες
6. παράλογες
7. αθώο
8. ταπεινωμένη
5. Η εργασία θεωρείται το κατεξοχήν πεδίο διοχέτευσης των δημιουργικών ικανοτήτων του ατόμου και η δραστηριότητα εκείνη που καταξιώνει τον άνθρωπο και του προσφέρει κάθε αγαθό. “Μπροστά στην αξία τ’ ανθρώπου οι αθάνατοι θεοί έχουνε βάλει τον ιδρώτα” λέει ο Ησίοδος στον αδελφό του Πέρση συνηγορώντας με τις παραπάνω απόψεις, αλλά και “τα καλά κόποις κτώνται” συμφωνούν παλαιότεροι και νεότεροι.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο θεώρησης η εργασία αποτέλεσε πάντα ιδανικό και κριτήριο ομαλής κοινωνικής ένταξης. Σήμερα όμως, η ανεργία πλήττει μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε όλες τις χώρες του κόσμου και αποτελεί ένα από τα οξύτερα προβλήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι σύγχρονες κοινωνίες. Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, η τεχνολογική ανάπτυξη, η υψηλή εξειδίκευση, η εκπαίδευση που αδυνατεί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και συνεχίζει να παράγει πτυχιούχους για κλάδους που έχουν κορεστεί, είναι μερικοί από τους λόγους που οδηγούν πολλούς ανθρώπους στην ανεργία.
Η ανεργία, ηθελημένη ή επιβαλλόμενη, συνοδεύεται από πλήθος αρνητικών συναισθημάτων και επιφέρει συνέπειες που δεν αφορούν μόνο τον άνεργο, αλλά και το κοινωνικό σύνολο. Μια από τις αντιλήψεις που εσωτερικεύουν τα άτομα κατά τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης θεωρεί την ανεργία “μητέρα πάσης κακίας”. Η απώλεια, λοιπόν, της δουλειάς ή η αδυναμία, στην περίπτωση των νέων, να βρουν κάποια εργασία προκαλούν στα άτομα αισθήματα ενοχής και χαμηλής αυτοεκτίμησης. Ο άνεργος καταλήγει να θεωρεί πως φταίει ο ίδιος για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει. Την έλλειψη σεβασμού προς τον εαυτό του συνοδεύει η απώλεια του σεβασμού εκ μέρους του κοινωνικού του περίγυρου. Μπαίνει έτσι σε ένα φαύλο κύκλο, στον οποίο τα αρνητικά συναισθήματα που αντιμετωπίζει στο περιβάλλον του τροφοδοτούν την έλλειψη αυτοεκτίμησης, τον κάνουν δυσάρεστο στους γύρω του ή ακόμη αντικοινωνικό και μεγαλώνουν την απαρέσκεια που εισπράττει. Συνεπώς δεν είναι δύσκολο να οδηγηθεί το άτομο στο κοινωνικό περιθώριο ή να αναπτύξει παραβατική συμπεριφορά.
Υπάρχει βέβαια η πιθανότητα οι άνεργοι να θεωρήσουν υπαίτιους για τα υψηλά ποσοστά ανεργίας τους μετανάστες που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους με χαμηλότερο ημερομίσθιο. Για τη γέννηση τέτοιων σκέψεων στο μυαλό τους ευθύνεται και η ίδια η κοινωνία, γιατί θέλει να τους αποπροσανατολίσει από το πραγματικό πρόβλημα. Απότοκο αυτών των αντιλήψεων είναι ο ρατσισμός και οι βιαιότητες εναντίον των ξένων.
Σε κοινωνικό επίπεδο η όξυνση της βίας και του ρατσισμού δεν είναι βέβαια τα μόνα αρνητικά φαινόμενα που πηγάζουν από την ανεργία. Στον οικονομικό τομέα καθώς ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων, κυρίως νέων, που θα μπορούσε να συμβάλλει με την εργασία του στην οικονομική ανάπτυξη, μένει ανενεργός. Το κομμάτι αυτό του πληθυσμού όχι μόνο δεν προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, αλλά αντίθετα βαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό με τα επιδόματα που χορηγούνται, προκειμένου να ικανοποιήσει τις βιοποριστικές του ανάγκες.
Ακριβώς, η αδυναμία να ικανοποιήσουν οι άνεργοι βασικές τους ανάγκες γεννά στους ίδιους συναισθήματα ζήλιας και μίσους προς την κοινωνία και τα ευκατάστατα μέλη της. Μπορεί, λοιπόν, να οδηγηθούν σε παρασιτικά επαγγέλματα ή ακόμη και σε εγκληματικές ενέργειες (ληστείες, φόνους) για να αποκτήσουν όσα η έλλειψη δουλειάς τους στερεί.
Επιπρόσθετα, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας δημιουργούν αισθήματα ανασφάλειας και σ’ αυτούς που εργάζονται και τους αναγκάζουν να υποκύπτουν στις πιέσεις των εργοδοτών και να υφίστανται αδιαμαρτύρητα την εκμετάλλευση από αυτούς. Έτσι οι χαμηλόμισθοι ή όσοι κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους πληθαίνουν τις τάξεις των δυσαρεστημένων και τραυματίζουν την κοινωνική συνοχή.
Η ανεργία, λοιπόν, αποτελεί ένα οξύ πρόβλημα υπεύθυνο για πολλά φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας. Γι’ αυτό επιβάλλεται η λήψη μέτρων που θα περιορίσουν τα διαρκώς αυξανόμενα ποσοστά ανέργων και συνάμα θα δημιουργήσουν προοπτικές περισσότερο ελπιδοφόρες.
Περισσότερο πλούσιο εκπαιδευτικό υλικό για το Λύκειο εδώ.
Περισσότερο πλούσιο εκπαιδευτικό υλικό για το Λύκειο εδώ.