Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Α' Γυμνασίου

Αποστόλης Ζυμβραγάκης
0
Σχολιασμός προοιμίου στ. 1-26


1. Η εισαγωγή της Oδύσσειας κατανέμεται σε δύο προοίμια, συμπληρωματικά μεταξύ τους· στο πρώτο μιλάει ο ποιητής και στο δεύτερο, υποτίθεται, η Mούσα.
 2. Στο πρώτο, το κυρίως, προοίμιο ο ποιητής εισάγει στο θέμα του («τον άντρα», τον πρωταγωνιστή του έργου Του ο οποίος δεν ονομάζεται, γιατί (κατά μία εξήγηση) οι προσδιορισμοί που ακολουθούν «φωτογράφιζαν» αμέσως τον Οδυσσέα στους ακροατές του ποιητή, αμέσως μετά όμως επικαλείται τη βοήθεια της Mούσας, πεποίθηση της εποχής ότι το (δύσκολο) έργο του δεν οφείλεται στη δική του γνώση αλλά στη μετάδοση θεϊκής γνώσης.
Kαι στο τέλος τη θεά πάλι παρακαλεί να πει την ιστορία του Οδυσσέα επιλέγοντας και το σημείο από το οποίο θα την αρχίσει ( σχήμα κύκλου (Mούσα, στ.1 – θεά, στ.12).
Ενδιάμεσα ο ποιητής:
• Παρουσιάζει τον Οδυσσέα με τις παραδοσιακές του ιδιότητες (πολύτροπος, κοσμογυρισμένος, καστροκατακτητής, πολύπειρος, πολύπαθος), και επιμένει στην επιθυμία
και στον αγώνα του να νοστήσει μαζί με τους συντρόφους του, τους εταίρους (που του προσδίδουν την ιδιότητα του φιλέταιρου αρχηγού), χωρίς να το πετύχει, αλλά και χωρίς να ευθύνεται. Διαφαίνεται κιόλας η προσπάθεια του ποιητή να παρουσιάσει άμεμπτο τον Οδυσσέα. Mε τις τελευταίες του ιδιότητες ο Οδυσσέας εκπροσωπεί και τον άνθρωπο της ομηρικής εποχής –εποχής αποικισμού–, που ταξιδεύει και γνωρίζει (και όχι μόνο) νέους τόπους και πολιτισμούς.
• Αντιπαραθέτει έτσι («κι όμως …») το δικό του ήθος, που υπονοείται και συνεπάγεται αίσιο τέλος, προς εκείνο των «νήπιων» συντρόφων με τις καταστροφικές γι’ αυτούς συνέπειες. H λέξη «εκφράζει κατά κανόνα την πλάνη των ανθρώπων, όταν δίχως να το καταλαβαίνουν, με τα λόγια ή τα έργα τους, προκαλούν τον ίδιο τους τον χαμό.»
Και προκαταβάλλει συνοπτικά το επεισόδιο των βοδιών του Ήλιου στη Θρινακία που τον εξυπηρετεί διπλά:
α. Mας προετοιμάζει να δούμε ολομόναχο τον Οδυσσέα αμέσως στη συνέχεια, και β. δίνει εξαρχής την ηθική αρχή που διέπει όλο το έπος: όποιος υπερβαίνει τα όριά του προσβάλλοντας τους θεούς (ή τους ανθρώπους) τιμωρείται· ευθύνεται, άρα, ο άνθρωπος για τις συμφορές που τον βρίσκουν.
Το πρώτο προοίμιο καλύπτει, σε γενικές γραμμές, τον αγώνα του Οδυσσέα για τον νόστο από την άλωση της Τροίας μέχρι το ναυάγιο μόνο μετά τη Θρινακία. Προκύπτει λοιπόν η ανάγκη ενός νέου προοιμίου, που θα συμπληρώσει τις θεματικές ελλείψεις του πρώτου.
 3. Έτσι η Mούσα, όπως της το ζήτησε ο ποιητής:
• ορίζει (αόριστα πάντως) το χρονικό σημείο που επιλέγει ως αρχή της εξιστόρησης των περιπετειών του Oδυσσέα («τότε», όταν «οι άλλοι […] ήσαν σπίτι τους (όπως ο Νέστορας στην Πύλο, ο Mενέλαος στη Σπάρτη, κ.ά.). Διέσπασε λοιπόν ο ποιητής την ιστορία του ήρωα του και, αρχίζοντας από το τέλος, έκανε όλα τα άλλα προϊστορία. […] μόνο εκείνον […]»)·
• δίνει (αόριστα πάλι) τον τόπο και τη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται τώρα ο ήρωας κοντά στην Kαλυψώ (ο Οδυσσέας έμεινε κοντά στην Kαλυψώ, στην Ωγυγία, περισσότερο από εφτά χρόνια) επιμένοντας στον διπλό πόθο του, «του γυρισμού και της γυναίκας του»·
• αναφέρεται όμως και στην απόφαση των θεών για τον νόστο του, καθώς είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου (απόφαση που θα αρχίσει να ξετυλίγει την ιστορία), αλλά και
• στους αγώνες που θα έχει στην Ιθάκη· από πολύ νωρίς προειδοποιείται ο ακροατής/αναγνώστης για όσα θα ακολουθήσουν (προοικονομία).
• τέλος, αποκαλύπτει ότι έχει τη συμπάθεια όλων των θεών, εκτός του Ποσειδώνα θεού της θάλασσας · η θάλασσα είναι όμως που χωρίζει τον Οδυσσέα από την Ιθάκη, άρα έχει μεγάλη σημασία η έχθρα του θεού, παρόλο που είναι ένας, για τον νόστο του ήρωα.
4. Οι πρώτοι λοιπόν 25 στίχοι αποτελούν μια καλή εισαγωγή στην Οδύσσεια: Ηθογραφεί εδώ ο ποιητής τον ήρωα του, αλλά και στήνει τον σκελετό όλου του έπους θεματικά, χρονικά, τοπικά, ηθικά, με κέντρο τον Οδυσσέα και τις σχέσεις του τόσο με πρόσωπα που τον δυσκόλεψαν (οι σύντροφοι) ή τον δυσκολεύουν (η Kαλυψώ), τον εχθρεύονται (ο Ποσειδώνας) και θα τον δυσκολέψουν (οι μνηστήρες), όσο και με εκείνα που θα τον βοηθήσουν (οι άλλοι θεοί) να πετύχει τους σκοπούς του. Σφιχτόδεσε έτσι στις άκρες τους τα νήματα της πλοκής του έργου του και άνοιξε τον χώρο επιτρέποντάς μας
να συμπεράνουμε τη μοίρα του κεντρικού του ήρωα ως το τέλος· απομένει να δούμε πώς αυτή η μοίρα θα συντελεστεί, με ποιες φίλιες και εχθρικές δυνάμεις.
5. Διαπιστώνεται, τελικά, ότι κεντρικό θέμα της Οδύσσειας είναι βέβαια ο άντρας ο πολύτροπος, όχι όμως στις δεκάχρονες περιπλανήσεις του, αλλά στον τελευταίο αγώνα του για τον νόστο (από την Ωγυγία ως την Ιθάκη) και στους αγώνες του στην Ιθάκη· και ότι, άρα, τα γεγονότα της Οδύσσειας θα αναφέρονται σε δύο χρόνους, έναν παρόντα, σύντομο χρονικά (41 μέρες στην αρχή του δέκατου χρόνου των περιπετειών του ήρωα) αλλά εκτεταμένο αφηγηματικά, και έναν παρελθόντα, εκτεταμένο χρονικά (περισσότερο από εννέα χρόνια) αλλά σχετικά σύντομο αφηγηματικά και ενταγμένο στον παρόντα χρόνο με αναδρομές στο παρελθόν. Σχηματικά οι δεκάχρονες περιπλανήσεις του Οδυσσέα κατανέμονται ως εξής:
 2 χρόνια + 7 και πλέον χρόνια     +                        41 μέρες
το ποιητικό παρελθόν                                το ποιητικό παρόν της Οδύσσειας
Η αφηγηματική τεχνική ονομάζεται in medias res, κατά την οποία η ιστορία αρχίζει από τη μέση, με την έννοια ότι επιλέγεται ως αρχή του έργου το κρισιμότερο σημείο της πλοκής του και τα προηγούμενα γεγονότα εντάσσονται στην πορεία με αναδρομές στο παρελθόν. H τεχνική αυτή αποτελεί τη μεγάλη καινοτομία του ποιητή της Οδύσσειας σε σχέση με τις προγενέστερες χρονογραφικές αφηγήσεις που οπωσδήποτε γνώριζε: διευρύνει ένα ολιγοήμερο, σχετικά, χρονικό διάστημα, το πιο αποφασιστικό όμως για τον νόστο του Οδυσσέα, και εντάσσει σ’ αυτό, συμπυκνωμένο και οργανωμένο γύρω από τον κεντρικό ήρωα και την οικογένειά του, ένα πολυετές και ποικίλο υλικό. H καινοτομία αυτή δίνει μια φυσιογνωμία προσωπική στο έπος, παρά τα παραδοσιακά του στοιχεία.
 6.  Επισημαίνονται οι τρεις βασικές αντιθέσεις της Ενότητας (ο Οδυσσέας ↔ οι σύντροφοί του, ο Οδυσσέας ↔ οι άλλοι τρωικοί ήρωες, ο Ποσειδώνας ↔ όλοι οι άλλοι θεοί). Eδώ, συγκεκριμένα: η πρώτη αντίθεση κάνει σαφή τη διαφορά του ήθους του Οδυσσέα από το ήθος των συντρόφων του, ενώ οι άλλες δύο υπογραμμίζουν δύο εξαιρέσεις («μόνο εκείνον …» και «εκτός του Ποσειδώνα …»), τις οποίες θα φροντίσει να άρει το έπος τόσο στο ανθρώπινο όσο και στο θεϊκό επίπεδο.

Σχολιασμός α΄ ραψωδίας  στ. 26-108
1. Οι αντιστοιχίες που υποδηλώνονται ανάμεσα στην οικογένεια των Ατρειδών και στην οικογένεια του Οδυσσέα:
Αγαμέμνονας ≈ Οδυσσέας
Κλυταιμνήστρα ≈ Πηνελόπη      } Mήπως κινδυνέψει και ο Οδυσσέας
Αίγισθος ≈ μνηστήρες
Ορέστης ≈ Τηλέμαχος                     κατά την επιστροφή του;
(γιατί) και την Πηνελόπη την «πολιορκούν» οι μνηστήρες  ο δε Τηλέμαχος δεν έχει αναλάβει ακόμη καμία πρωτοβουλία.
Η ιστορία των Ατρειδών λειτουργεί έτσι σαν απειλή για την τύχη της οικογένειας του Οδυσσέα και αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα εντείνοντας την αγωνία και το ενδιαφέρον του ακροατή μέχρι την αίσια έκβαση του νόστου του Οδυσσέα και το ξανασμίξιμο με τη γυναίκα του.
2. Κατά τη διαδικασία της απόφασης των θεών για τον νόστο του Οδυσσέα:
• απομακρύνεται σκόπιμα ο Ποσειδώνας, για να μη δημιουργήσει πρόβλημα στο συμβούλιο των θεών, όπου θα ληφθούν σημαντικές αποφάσεις υπέρ του (μισητού του) Οδυσσέα·
• σκόπιμα, επίσης, ο Δίας θυμάται το πάθημα του Αίγισθου, το αναλύει και το δικαιολογεί (33-51)·
• με το πάθημα αυτό συμφωνεί η Αθηνά και με τον αναθεματισμό που ακολουθεί μάς προϊδεάζει για τον θάνατο των μνηστήρων, αντιπαραθέτει όμως αμέσως την περίπτωση του Οδυσσέα («εμένα όμως») γνωρίζοντάς μας περισσότερα για την Kαλυψώ και το νησί της και τονίζοντας ιδιαίτερα την αγάπη του ήρωα για την πατρίδα·
ελέγχει, στη συνέχεια, τον Δία για αδιαφορία ή εχθρότητα προς τον Οδυσσέα και του θυμίζει την έμπρακτη ευσέβειά του στην Τροία: όλος ο συναισθηματικά φορτισμένος λόγος της θεάς επιδιώκει να στρέψει τον Δία υπέρ του Οδυσσέα· αυτό δείχνει και η επιμονή της στον πατέρα της Καλυψώς, τον Άτλαντα, εχθρό του Δία κατά την Τιτανομαχία, αλλά και η αποσιώπησή της για ό,τι βαραίνει τον Οδυσσέα (στ.54-72)·
• αυτό θα το πει ο Δίας: εξηγεί την έχθρα του Ποσειδώνα για τον Οδυσσέα και προτείνει να σκεφτούν το θέμα της επιστροφής του στην πατρίδα, γιατί μόνος ο κοσμοσείστης Ποσειδώνας δεν μπορεί να εναντιώνεται στη θέληση όλων των άλλων θεών (στ.75-92)· έφερε λοιπόν αποτέλεσμα ο λόγος της θεάς·
<Φαίνεται εδώ μια πρώιμη δημοκρατική αντίληψη στη λήψη αποφάσεων, πολύ πριν θεσπιστεί το δημοκρατικό πολίτευμα, που σημαίνει ότι ήταν αίτημα στην εποχή του ποιητή, τουλάχιστον. Kαι τις διεκδικήσεις τους οι άνθρωποι (όπως και τις εκάστοτε ηθικές απαιτήσεις) τις προβάλλουν στους θεούς, για να μπορούν, προφανώς, να τις επιβάλλουν ευκολότερα.>
• και η Aθηνά παρουσιάζει αμέσως το διπλό σχέδιό της : για τον νόστο του Οδυσσέα αφενός, που ορίζει τον βασικό άξονα του έπους, και για την αναζήτησή του από τον Tηλέμαχο αφετέρου (97-108), που ορίζει τον πλάγιο άξονα, την «Tηλεμάχεια».
 Mε την απουσία λοιπόν του Ποσειδώνα, την αναφορά στον Αίγισθο και τους έξυπνους χειρισμούς της Αθηνάς, προγραμματίστηκαν στον Όλυμπο οι εξελίξεις τόσο στην Ιθάκη, όσο και στην Ωγυγία· στο εξής ο θεϊκός χώρος θα «δανείζει στον ανθρώπινο […] θεούς, συνήθως ως αγγελιοφόρους ή παραστάτες των ηρώων», γιατί στην Οδύσσεια η δράση ανήκει σχεδόν αποκλειστικά στους ήρωες.
Το σχέδιο αυτό της Αθηνάς συλλαμβάνει και προγραμματίζει τη σύνθεση του έπους ως διπολική ενότητα: νόστος και αναζήτηση του ήρωα συμπλέκονται.
3. Η δήλωση του Δία σχετικά με την ευθύνη του ανθρώπου για τις πράξεις του (στ.36-9): λέγεται σαν απάντηση στο υποτιθέμενο παράπονο των θνητών ότι οι συμφορές τους οφείλονται στους θεούς· με το «και» («κι από φταίξιμο δικό τους […] και πάνω απ’ το γραφτό τους» / […] είναι σαν να λέει ότι το μερίδιο συμφορών που ορίζει η Mοίρα για τους ανθρώπους το επαυξάνουν οι ίδιοι με τις άδικες πράξεις τους· και τη θέση του αυτή ο Δίας την επαληθεύει με το παράδειγμα του Αίγισθου (40-51), ο οποίος, παρά την προειδοποίηση των θεών, επέλεξε να υπερβεί «την ορισμένη μοίρα», και πλήρωσε γι’ αυτό. Αυτός που επιλέγει είναι υπεύθυνος· ο θεός δεν έχει ευθύνη. Για πρώτη φορά στην ιστορία του ανθρώπου τίθεται το θέμα της ελεύθερης επιλογής με επίγνωση των συνεπειών, που σημαίνει ότι ο ίδιος ο άνθρωπος δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τη δυστυχία του, πέρα από ό,τι του όρισε η μοίρα.
 Το θέμα, λοιπόν, της ευθύνης του ανθρώπου για τις πράξεις του μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: οι θεοί προειδοποιούν τους θνητούς (με διάφορους τρόπους) για επικείμενη συμφορά λόγω ατασθαλιών· αν δεν συμμορφωθούν, ευθύνονται για τις πράξεις τους και τιμωρούνται γι’ αυτές.
Kαι σχηματικά: (θεϊκή) προειδοποίηση – μη συμμόρφωση → τιμωρία.
H ηθικοθρησκευτική αυτή αρχή διέπει την Οδύσσεια σαν καταστατική της αρχή.
H έννοια της υπέρβασης των ορίων είναι ταυτόσημη με την υβριστική συμπεριφορά. Υβριστής γίνεται όποιος υπερβαίνει τα όριά του παίρνοντας κάτι που δεν του ανήκει (όπως οι σύντροφοι του Οδυσσέα , ο Αίγισθος, οι μνηστήρες). Ας προστεθεί ότι η ύβρις τιμωρείται πάντοτε από τους θεούς, πράγμα που μπορεί να αποτελεί κριτήριο για το τι είναι ύβρις και τι όχι.
4. Στο κείμενο εντοπίζουμε ενέργειες και καταστάσεις των θεών, όπως:
• ταξιδεύουν και επισκέπτονται ανθρώπους, δέχονται προσφορές και ανταποδίδουν·
• συνεδριάζουν και αποφασίζουν, αυτό όμως που προτείνει ο πατέρας/αρχηγός·
• έχουν συναισθήματα: θλίβονται, οργίζονται και εκδικούνται, ερωτεύονται κτλ.·
• εκτιμούν αξίες/αρετές, όπως η φιλοπατρία, η σύνεση κ.ά, ενώ καταδικάζουν το έγκλημα, την αδικία κλπ
• ως αθάνατοι όμως «οι θεοί αποτελούν μέρος ενός διαφορετικού κόσμου· όλα τα ανθρώπινα γνωρίσματα, τα συναντάμε στους θεούς εξωραϊσμένα, λαμπρότερα, μεγεθυσμένα» (βλ. και Γ5 του βιβλίου).
→ H αντίληψη αυτή για τους θεούς σήμαινε ότι οι άνθρωποι επιδοκίμαζαν αυτό που ήταν οι ίδιοι, ήθελαν όμως κάτι περισσότερο και αυτό το πρόβαλλαν στους θεούς τους. Ας σημειωθεί ότι ο θρησκευτικός ανθρωπομορφισμός θεωρείται εκπληκτικό επίτευγμα, γιατί προϋπέθετε μεγάλη τόλμη και περηφάνια του ανθρώπου για τον ανθρωπισμό του τον ίδιο.
5. Προοικονομία κανονικά –στο πλαίσιο της λογοτεχνίας– έχουμε όταν, σε χρόνο ανύποπτο, προβλέπεται κάτι που θα παίξει τον ρόλο του αργότερα· π.χ. το ασκί με το δυνατό κρασί που παίρνει μαζί του ο Οδυσσέας, όταν πηγαίνει στη σπηλιά του Πολύφημου (ι 218-39), θα διευκολύνει –με το μεθύσι– την τύφλωση του γίγαντα (ι 383 κ.ε.), και τότε θα αποκαλυφθεί η σημασία του· ή το «τραγουδούσε […] από ανάγκη», που λέγεται για τον Φήμιο στο α 172, θα συντελέσει στη σωτηρία του αοιδού κατά τη μνηστηροφονία.
Στα ομηρικά έπη όμως (= στην προφορική, γενικά, ποίηση) είναι, ίσως, προτιμότερο να θεωρήσουμε την προοικονομία έννοια ευρύτερη, καθώς ως τέτοια αποτελεί βασικό στοιχείο της τεχνικής τους: ο ποιητής με διάφορους τρόπους ενημερώνει τον ακροατή για τα επόμενα άλλοτε προγραμματίζοντας ρητά τη δράση (όπως με το διπλό σχέδιο της Αθηνάς), άλλοτε προειδοποιώντας τον ακροατή για την εξέλιξη του μύθου (όπως με τις προσημάνσεις της Mούσας, στο α 20-2, και του Δία, στο 89-90, για την τύχη του Οδυσσέα) ή προϊδεάζοντάς τον υπαινικτικά για επεισόδια που θα ακολουθήσουν (όπως για την τιμωρία των μνηστήρων, αφού η συμπεριφορά τους παρουσιάζει αντιστοιχίες τόσο με τη συμπεριφορά του Αίγισθου, 54-5, όσο και με τη συμπεριφορά των συντρόφων του Οδυσσέα, 104-5, βλ. α 10-11), και άλλοτε με τη μορφή της κυρίως προοικονομίας που αναφέρθηκε στην αρχή.
Γενικά, «ποτέ μέσα στην Οδύσσεια δεν συναντούμε τα κύρια θέματα αμέσως πάνω στην πραγματοποίησή τους, προτού ο ποιητής με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μάς προειδοποιήσει γι’ αυτά». Οι ποικίλες αυτές μορφές προοικονομίας πρέπει να οφείλονται στην προφορική δημιουργία και παρουσίαση των επών, γιατί βοηθούσαν τόσο τον αοιδό όσο και τον ακροατή να συγκρατούν στη μνήμη τους τις γενικές γραμμές του μύθου. Συγχρόνως, αποκαλύπτουν την ύπαρξη ενιαίου σχεδίου, εμπνευσμένου από έναν ποιητή.  Ακόμη, υποδηλώνουν ότι το βάρος της αφήγησης δεν δίνεται στο τι θα συμβεί αλλά στο πώς, που δεν συμβαίνει όμως ευθύγραμμα· δίνεται, δηλαδή, βάθος στην εξέλιξη του μύθου από τη μια μεριά, αλλά περιπλέκονται πάλι τα πράγματα από την άλλη· ενημερώνεται έτσι μακροπρόθεσμα ο ακροατής για τα επόμενα, αλλά και ανανεώνεται κάθε τόσο η αγωνία και το ενδιαφέρον του. Το να προωθεί τη δράση πολλές φορές σ’ ένα γεγονός που πρόκειται να γίνει αλλά πρόσκαιρα απομακρύνεται, είναι ένας τρόπος που χρησιμοποιεί ο Όμηρος, για να ετοιμάζει αυτά που θα ακολουθήσουν.
6. H σκηνή του συμβουλίου των θεών δίνεται διαλογικά. Διακρίνουμε τις δύο βασικές αφηγηματικές τεχνικές του έπους: την τριτοπρόσωπη/αντικειμενική και την πρωτοπρόσωπη/διαλογική/δραματική τεχνική. Την τριτοπρόσωπη αφήγηση της Μούσας/του ποιητή διαδέχεται εδώ ο διάλογος.
Η τριτοπρόσωπη αφήγηση παρουσιάζει τα γεγονότα λίγο πολύ άτονα, ενώ η πρωτοπρόσωπη με τον ευθύ/τον άμεσο λόγο ζωντανεύει τα πρόσωπα και δραματοποιεί την αφήγηση, καθώς φέρνει στο προσκήνιο τους διαλεγόμενους· αυτό σημαίνει ότι ο αοιδός και, κυρίως, ο ραψωδός, εξιστορώντας τα γεγονότα άλλοτε σαν αντικειμενικός (παντογνώστης) αφηγητής και άλλοτε από την οπτική γωνία των ηρώων, έδινε σχεδόν παράσταση θεατρική, γιατί υποχρεωνόταν να αλλάζει κάθε τόσο έκφραση, φωνή κτλ.· αποφευγόταν έτσι η μονοτονία, αλλά και δινόταν κάτι από το ήθος και το ύφος των ηρώων.
Αξιοπρόσεκτη είναι και η συμμετρία των λόγων: δύο ζευγάρια λόγων με ίσο σχεδόν αριθμό στίχων.
7. Tο ομηρικό επίθετο: το διακρίνουμε σε χαρακτηριστικό και περιγραφικό:
 χαρακτηριστικά επίθετα:                                                     περιγραφικά επίθετα:
τον άντρα τον πολύτροπο                                                      στις θολωτές σπηλιές
τον φημισμένο Aίγισθο                                                           περίβρεχτο/κατάφυτο νησί
γενναίος/δύσμοιρος/καρτερικός Oδυσσέας                      την καλλιπλόκαμη νεράιδα
την απαράβατη εντολή                                                         κέρατα στριφτά
 Τα επίθετα στα ουσιαστικά τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης στήλης αποδίδουν ιδιότητες, μη ορατές όμως τα πρώτα, ενώ ορατές λίγο πολύ τα δεύτερα, που βοηθούν να συλλάβουμε τα ουσιαστικά σαν εικόνες λίγο πολύ περιγραμμένες.

Σχολιασμός α΄ ραψωδίας  στ. 109-173
1.Το επίπεδο δράσης αλλάζει (από το θεϊκό επίπεδο στο ανθρώπινο, όπου όμως παρεμβαίνει το θεϊκό στοιχείο). Έχουμε άμεση εφαρμογή του δεύτερου μέρους του σχεδίου της Αθηνάς (προέχει η αφύπνιση και δραστηριοποίηση του Τηλέμαχου αλλά και η γνωριμία του ακροατή τόσο με όσα συμβαίνουν στα ανάκτορα της Ιθάκης, όσο και με τον Οδυσσέα, πριν έλθει ο ίδιος στο προσκήνιο. O ποιητής προχώρησε γρήγορα στην εξέλιξη της δράσης, επέμεινε όμως στην προετοιμασία της θεάς τονίζοντας χαρακτηριστικές λεπτομέρειες, πράγμα που κάνει για κάθε θεό ή ήρωα που πρόκειται να δράσει.
2. Την κατάσταση που υπάρχει στο παλάτι της Ιθάκης, μετά τη μακρόχρονη απουσία του Οδυσσέα, σηματοδοτούν μερικές φράσεις, που αποτελούν κλειδιά για την κατανόησή της: οι μνηστήρες παρουσιάζονται «σε τομάρια βοδιών καθισμένοι, / που τα σφάξαν οι ίδιοι» (121-2, πρβλ. α 104-5), ενέργεια που υποδηλώνει ότι ενεργούν σαν οικοδεσπότες και τους ενοχοποιεί ιδιαίτερα, καθώς εμμέσως τους παραλληλίζει με τους συντρόφους του Οδυσσέα που «έφαγαν τα βόδια του […] Ήλιου» και πλήρωσαν γι’ αυτό (α 10-11), μας προϊδεάζει δε κιόλας για την τύχη τους· η αναφορά, εξάλλου, στον Φήμιο, ότι «τραγουδούσε στους μνηστήρες από ανάγκη» (172), δείχνει κάτι από την καταπίεση που ασκούσαν οι μνηστήρες στο σπίτι του Οδυσσέα. O Τηλέμαχος, από την άλλη μεριά, παρουσιάζεται πικραμένος, με το όραμα του πατέρα στα μάτια για την αποκατάσταση της τάξης, αδύναμος ο ίδιος να αναλάβει πρωτοβουλίες.
3. Πρόσθετες επισημάνσεις:
α. εθιμοτυπία της φιλοξενίας (βλ. το B1 στο σχολικό εγχειρίδιο):
• η διαχρονικότητα της χειραψίας κατά την υποδοχή του επισκέπτη (136)·
• το απαραίτητο πλύσιμο των χεριών (155, 164)·
• η έμφαση στις περιποιήσεις και στις λεπτομέρειες της προετοιμασίας του γεύματος (143-61)· το φαγητό αυτό καθεαυτό δίνεται μόνο με την εικόνα του στίχου 167. Τα στοιχεία αυτών των στίχων προβάλλουν την αφθονία και την πολυτέλεια του ομηρικού οίκου, υπογραμμίζουν την ευγένεια του οικοδεσπότη και την τιμή που αποδίδεται στον ξένο, υποδηλώνουν όμως και την εύνοια του ποιητή για τον Τηλέμαχο και την Αθηνά, σε αντίθεση με τη γρήγορη και άχρωμη αναφορά στο γεύμα των μνηστήρων, που αρχίζει να ετοιμάζεται στο 123-6 και συμπληρώνεται στο 164-7.
• και ότι η διαδικασία υποδοχής και φιλοξενίας του επισκέπτη (προσαρμοσμένη στις εκάστοτε συνθήκες) επαναλαμβάνεται στην Οδύσσεια, γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται τυπική
β. Το υπηρετικό προσωπικό που με κατανεμημένες αρμοδιότητες προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα γεύματα δείχνουν το επίπεδο ζωής στα ανάκτορα της ομηρικής εποχής. γ. Άλλα πολιτισμικά στοιχεία: μέρη του ανακτορικού συγκροτήματος: η εξώθυρα και η αυλή (117), οι πύλες του σπιτιού (120), το μεγάλο δώμα/το μέγαρον με την κονταροθήκη,πλάι σε ψηλή κολόνα (142-4) –(βλ. την κάτοψη και την αναπαράσταση του ανακτόρου της Πύλου στο σχολ. βιβλίο, σσ. 31 και 43, αντίστοιχα)· ακόμη: έπιπλα, σκεύη, τροφές, ποτό, σφουγγάρια, η κιθάρα κτλ., με τα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα ·  O προσδιορισμός της κονταροθήκης, «όπου και τ’ άλλα δόρατα / περίμεναν, άνεργα και πολλά, του καρτερόψυχου Οδυσσέα», είναι μια λεπτομέρεια που ακούγεται σαν απειλή: περιμένουν τον γυρισμό του ιδιοκτήτη τους, που θα σημάνει το τέλος των καταχραστών του οίκου του (ο ποιητής μάς προϊδεάζει συχνά για την τύχη των μνηστήρων).
4. Eπισημαίνεται το πέρασμα από τη διαλογική/δραματική αφήγηση του συμβουλίου των θεών στην τριτοπρόσωπη αφήγηση της νέας Ενότητας, που εμπεριέχει όμως πολλή περιγραφή· προκύπτει έτσι ο όρος περιγραφική αφήγηση: δηλ. αφήγηση και περιγραφή συνυπάρχουν συνήθως στο λογοτεχνικό κείμενο εναλλασσόμενες. H αφήγηση ανήκει στα δυναμικά στοιχεία του κειμένου, ενώ η περιγραφή στα στατικά· η πρώτη μάς πληροφορεί για το «γίγνεσθαι» και η δεύτερη για το «είναι» των πραγμάτων. Kαι ότι, επομένως,  συμβατικά μιλούμε για αφήγηση, ενώ ουσιαστικά πρόκειται, κατά κανόνα, για περιγραφική αφήγηση. Επισημαίνεται δε, και η σχεδόν κινηματογραφική τεχνική του ποιητή, που «με καθηλωτική καθαρότητα και ακρίβεια» παρουσιάζει «όχι ακριβώς περιγράφοντας, όσο δείχνοντας» τον σκηνικό χώρο και όσα υπάρχουν ή συμβαίνουν μέσα σ’αυτόν.
5. α. Σκηνές :
• προετοιμασία της Aθηνάς στον Όλυμπο και αναχώρηση (109-15)·
• ο αύλειος χώρος των ανακτόρων της Iθάκης (116-42)·
• ο Tηλέμαχος και η Aθηνά «στο μεγάλο δώμα […] παράμερα […]» (142-61)·
• και οι μνηστήρες στη μεγάλη αίθουσα (162-73).
β. Η εικόνα αποτελεί βασικό γνώρισμα του ποιητικού και, γενικότερα, του λογοτεχνικού κειμένου · η σύλληψη, επομένως, της εικόνας είναι αναγκαία προϋπόθεση για την προσέγγισή του λογοτεχνικού έργου. Η αξία του εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από την ποιότητα των εικόνων του.
Ο Όμηρος δεν προσπερνάει βιαστικά τα πράγματα, αλλά τα παρουσιάζει υπογραμμίζοντας λεπτομέρειες ουσίας, που ζωντανεύουν τις εικόνες και δείχνουν εμμέσως επίπεδο πολιτισμού, π.χ. «έφερε νερό […] με χρυσό λαγήνι / […] κι έχυνε νερό από ψηλά / σ’ ένα αργυρό λεβέτι» (154-6)· ακόμη, υποδηλώνουν ότι ο αφηγητής έχει άμεση αντίληψη των πραγμάτων –και πείθει έτσι για την αλήθεια των λεγομένων του– όπως και ότι έχει το χάρισμα να διακρίνει το σημαντικό στο απλό αντικείμενο.
Λίγα σχόλια σχετικά με τον σκηνικό χώρο και την παρουσίαση των προσώπων (αυτής της Ενότητας):
• η παρουσίαση του ανακτόρου του Οδυσσέα γίνεται με σειρά: πρώτα ο αύλειος χώρος και έπειτα η αίθουσα/το μέγαρον .
• Από τα πρόσωπα του παλατιού πρωτοδείχνονται (με τα μάτια της θεάς) οι μνηστήρες και υπογραμμίζονται χαρακτηριστικές λεπτομέρειες του τρόπου ζωής τους στο σπίτι του Οδυσσέα (119-26).
• O Τηλέμαχος παρουσιάζεται παρεμπιπτόντως μεταξύ των φράσεων: «πρώτος […] την είδε […] κι είδε την Αθηνά», που σχηματίζουν κύκλο (127-34).
• H παρουσία του υπηρετικού προσωπικού γίνεται αισθητή από τις γοργές κινήσεις κατά την άσκηση του ρόλου τους.
• Συμπτωματική φαίνεται και η αναφορά στον Φήμιο (169-73), ότι με τα τραγούδια του συμπληρώνει τα γεύματα των μνηστήρων· η λεπτομέρεια όμως «από ανάγκη» (172) δεν δείχνει μόνο την καταπίεση που δεχόταν, αλλά προοικονομεί και τη σωτηρία του κατά τη μνηστηροφονία (βλ. χ 350 κ.ε).
→ Γενικά, η Ενότητα αυτή ζωντανεύει με φυσικότητα, αλλά και με αιχμές, τη ζωή στα ανάκτορα της Ιθάκης και μας εισάγει στην «Tηλεμάχεια».

Σχολιασμός α΄ραψωδίας 174-360
1.      H πρώτη εικόνα αυτής της Ενότητας (174-5) έρχεται σε αντίθεση προς την τελευταία της προηγούμενης (169-73): μετά το γεύμα οι μνηστήρες ετοιμάζονται για τραγούδι και χορό, ενώ ο Τηλέμαχος αρχίζει συνομιλία με τον «ξένο»·
2. Τέσσερα ζευγάρια λόγων αποτελούν το σύνολο σχεδόν της Ενότητας αυτής· δύο εκτενή εναλλάσσονται με δύο σύντομα. Έτσι, μετά την προηγούμενη τριτοπρόσωπη αφηγηματική περιγραφή ξαναπερνάμε στη διαλογική/δραματική. Η εναλλαγή της αφήγησης με την περιγραφή στο πλαίσιο της περιγραφικής αφήγησης αποτελεί βασικό στοιχείο της επικής τεχνικής· ο λόγος έτσι έχει ποικιλία και αποφεύγεται η μονοτονία.
3.  Την Αθηνά και τον Τηλέμαχο τους συνδέει το κοινό ενδιαφέρον για τον Οδυσσέα, με διαμετρικές όμως διαφορές: O Τηλέμαχος, πικραμένος με την κατάσταση του σπιτιού του, οραματίζεται απελπισμένος τον πατέρα του, που θα μπορούσε γυρίζοντας να αποκαταστήσει τα πράγματα (α 128-32), ενώ η Αθηνά γνωρίζει ότι ο Οδυσσέας ζει και ότι στον Όλυμπο αποφασίστηκε ο νόστος του, κατέβηκε όμως στην Ιθάκη με στόχο να ενθαρρύνει τον γιο να αναλάβει ο ίδιος αυτό που θα έκανε ο πατέρας του και, ακόμη, να σπεύσει να τον αναζητήσει (α 101-7).
Έτσι, η Αθηνά δεν θα βεβαιώσει τον Τηλέμαχο γι’ αυτά που ξέρει, αλλά θα επιδιώξει, με λεπτούς χειρισμούς, να τον δραστηριοποιήσει.
 Πρώτο ζευγάρι λόγων
α. O λόγος του Τηλέμαχου (174-96):
Σύμφωνα με το τυπικό της φιλοξενίας, ο Τηλέμαχος, μετά το γεύμα, έπρεπε να ζητήσει από τον «ξένο» να εκθέσει τον λόγο της επίσκεψής του. Παραβαίνει όμως τα συνηθισμένα (και ζητάει συγγνώμη γι’ αυτό), για να του δώσει πρώτα μια εξήγηση για την ασύδοτη συμπεριφορά πολλών αντρών στο σπίτι του, αλλά και να εκφράσει τον πόνο του για την απουσία του πατέρα, τον οποίο θεωρεί αφανισμένο. Δεν παραλείπει, ωστόσο, να υποβάλει στον επισκέπτη του τις συνηθισμένες ερωτήσεις, στο τέλος όμως ξαναγυρίζει στον πατέρα: «μήπως είσαι φίλος πατρικός», ζητώντας έτσι, εμμέσως, να μάθει για τον Οδυσσέα και προβάλλοντας, συγχρόνως, μια κοινωνική πλευρά εκείνου. O Τηλέμαχος, με δυο λόγια, βλέπει αδιέξοδη την κατάσταση του σπιτιού του, η επιθυμία του όμως να ζητήσει πληροφορίες για τον πατέρα αποτελεί μια ρωγμή ελπίδας (βλ. α 152-3).
β. O λόγος της θεάς (197-235):
H Αθηνά συστήνεται αμέσως σαν Mέντης και απαντά με συγκεκριμένα στοιχεία στις ερωτήσεις του Τηλέμαχου σχετικά με την ταυτότητά του, τον σκοπό του ταξιδιού και τη φιλία του με τον Οδυσσέα, για την οποία επικαλείται τη μαρτυρία του Λαέρτη – και γνωρίζει αρκετά γι’ αυτόν. Γίνεται έτσι πιστευτός ο «Μέντης» και δημιουργεί κλίμα οικειότητας και εμπιστοσύνης. H αναφορά δε στον λόγο της επίσκεψής του –«η φήμη μ’ έφερε / πως βρίσκεται ο πατέρας σου κιόλας στην πόλη»–, με την αισιοδοξία που τον χαρακτηρίζει πάει να αναιρέσει την απαισιοδοξία του Τηλέμαχου. H εκ των πραγμάτων διάψευση της είδησης αυτής, βέβαια, αναγκάζει τον «Mέντη» να αναδιπλωθεί αμέσως και να δώσει μια εξήγηση («φαίνεται όμως οι θεοί τού φράζουνε τον δρόμο ακόμη»), αλλά και μερικές πληροφορίες, αόριστες μεν κοντά όμως στην αλήθεια, που γνωρίζει ήδη ο ακροατής. Ακόμη, μαντεύει , σαν από θεία φώτιση, σύντομο τον ερχομό του Οδυσσέα και οφειλόμενον στην πολυμηχανία του. Zητάει, τέλος, στοιχεία της ταυτότητας του Τηλέμαχου (δεν του είχε συστηθεί πριν με ακρίβεια), για να επιβεβαιώσει, τάχα, τις εντυπώσεις που του δημιούργησε η ομοιότητα με τον πατέρα του (με το σχόλιο της αυτό η Αθηνά επιδιώκει, φαίνεται, να αισθανθεί ο Τηλέμαχος ταυτισμένος με τον πατέρα του.
Σημ. Συμπλήρωση στο σχόλιο 7 του βιβλίου, για την πατροπαράδοτη φιλία: Tο θεσμό της φιλοξενίας επέβαλαν λόγοι οικονομικοί (εμπορικές δοσοληψίες), πολιτικοστρατιωτικοί (υποτυπώδεις συμμαχίες, πολιτικές και στρατιωτικές), κοινωνικοί (στήριγμα σε ξένη χώρα), και τον καθιέρωσε η προβολή του στην προστασία του Ξένιου Δία, που εισήγαγε μια νέα ηθική στην αντιμετώπιση του ξένου.
 Δεύτερο ζευγάρι λόγων
α. O λόγος του Τηλέμαχου (236-45):
O Τηλέμαχος απαντάει με σκεπτικισμό, που υποδηλώνει τον καημό του παιδιού που δεν γνώρισε τον πατέρα του, και εύχεται να ήταν «ενός άλλου ο γιος […], που τα γεράματα τον βρίσκουν μέσα στ’ αγαθά του» . Προβάλλει εδώ ο κουρασμένος άνθρωπος από τα προβλήματα ενός μακροχρόνιου πολέμου, που ιδανικό του έχει πια την ευτυχισμένη ζωή ως τα γηρατειά. Γιατί ο Τηλέμαχος είναι θύμα πολέμου: ο πατέρας του αγνοείται, η μητέρα του γι’ αυτό πιέζεται από τους μνηστήρες, η περιουσία του σπαταλιέται, ο ίδιος κινδυνεύει.
Oι αισιόδοξες όμως διαβεβαιώσεις και προφητείες του πατρικού φίλου άσκησαν κάποια επίδραση πάνω του:
η προηγούμενη απελπισία για τον πατέρα του μεταβάλλεται τώρα σε αόριστη απαισιοδοξία: «ο πιο δυστυχισμένος που γεννήθηκε σ’ αυτόν τον κόσμο, / αυτός μου λένε πως με γέννησε».
β. O λόγος της Αθηνάς (246-55):
Αόριστη αλλά και κολακευτική για τον Τηλέμαχο γίνεται τώρα και η αισιοδοξία του «Mέντη», για να μπορέσει να τον προσεγγίσει. Mε μια σειρά ερωτήσεις και διαπιστώσεις, όμως, τον ελέγχει για ανοχή της ξεδιάντροπης συμπεριφοράς των μνηστήρων, που θα προκαλούσε αγανάκτηση σε όποιον πέρναγε από εκεί, ενώ αυτός μένει αδρανής· τον βάζει έτσι μπροστά στις υποχρεώσεις του.
Tρίτο ζευγάρι λόγων
α. O λόγος του Τηλέμαχου (256-79):
O προηγούμενος λόγος του «Mέντη» κέρδισε περισσότερο τον Τηλέμαχο, αλλά και τον προκάλεσε· ξεσπά, έτσι, αποκαλύπτοντας με ιδιαίτερη ένταση τα προβλήματα που τον βασανίζουν: την έλλειψη του πατέρα και τις συνέπειες αυτής της έλλειψης:
• αναφέρεται στην ευτυχισμένη εποχή του βασιλικού οίκου και αποδίδει σε κακό σχέδιο των θεών την εξαφάνιση του πατέρα του (258-61)·
• θεωρεί λιγότερο κακό έναν τιμημένο θάνατο του Οδυσσέα, γιατί η εξαφάνισή του, πέρα από τον καημό του για κείνον, του πρόσθεσε «μεγάλα βάρη» (262-71):
–«όσοι τριγύρω στα νησιά αρχηγεύουν […] έγιναν της μάνας μου μνηστήρες» (272-5). (Oι «ευγενείς» της επικράτειας του Οδυσσέα φιλοδοξούν, προφανώς, να καλύψουν το κενό εξουσίας, που ουσιαστικά υπάρχει στην Ιθάκη, μέσω του γάμου της Πηνελόπης με έναν απ’ αυτούς).
– «εκείνη μήτε τον […] γάμο αρνείται, μήτε […] δίνει τέλος στην υπόθεση»(276-7). (H Πηνελόπη χειρίζεται την κατάσταση ως αντάξια σύζυγος του πολυμήχανου Οδυσσέα.)
– «στο μεταξύ οι μνηστήρες […] ρημάζουν τα αγαθά μου» (277-8)
– «σε λίγο θα κατασπαράξουνε κι εμένα» ως φυσικό κληρονόμο του Οδυσσέα (278-9). (Είναι προφανές ότι υποβόσκει πολιτειακή κρίση στην Ιθάκη  (κλονισμός της κληρονομικής βασιλείας, πολιτικές φιλοδοξίες και διεκδικήσεις των «ευγενών» κτλ.), θα φανεί όμως καθαρότερα στη συνέχεια).
Mε τις απαντήσεις αυτές ο Τηλέμαχος παρουσιάζεται αδύναμος να αντιδράσει στη δυσχερή κατάσταση του παλατιού, δίνει ωστόσο λαβές στη θεά να οργανώσει έτσι τον επόμενο λόγο, ώστε να επιτύχει τον σκοπό της.
Τέτοιες λαβές είναι:
• ότι η απουσία του πατέρα τού στοιχίζει πολύ, αλλά μένει αδρανής·
• η επιμονή όχι στον θάνατο πια του Οδυσσέα, αλλά στην εξαφάνισή του από δυνάμεις θεϊκές·
• οι αναφορές σ’ έναν τιμημένο θάνατο του πατέρα του με τον τύμβο των Παναχαιών, αλλά και στην κληρονομημένη δική του δόξα·
• η πίεση που ασκούν οι μνηστήρες στη μητέρα του και η αναποφάσιστη δική της στάση·
• το ρήμαγμα της περιουσίας του και ο κίνδυνος της ζωής του.
 β. O λόγος της Αθηνάς (280-339):
O «πατρικός φίλος» διαπιστώνει πόσο αναγκαίος είναι στον Τηλέμαχο ο πατέρας του και του προβάλλει μια ηρωική εικόνα του, που θα ήταν καταστροφή για τους μνηστήρες, αν «έπεφτε» έτσι πάνω τους. Tην πραγματοποίηση όμως μιας τέτοιας υποθετικής εκδοχής την αφήνει στο χέρι των θεών (281-98)· συγκλίνει έτσι προς τη θέση του Τηλέμαχου, αν και με άλλο πνεύμα μίλησε εκείνος για τους θεούς, και με μια αποστροφή «αποσπά τη σκέψη του από τον […] πατέρα και την στρέφει στον ίδιο […] που είναι παρών και οφείλει να δράσει»: «εσένα τώρα συμβουλεύω να σκεφτείς […]. Άκου λοιπόν […]» (298 κ.ε.):
• να συγκαλέσεις, αύριο κιόλας, σε συνέλευση τους Αχαιούς και με μάρτυρες τους θεούς να απαιτήσεις να φύγουν από το σπίτι σου οι μνηστήρες (301-4)· (Να πράξει αυτός εκείνο που φανταζόταν ότι θα έκανε ο πατέρας του, αν γύριζε (181-3)
• αν η μάνα σου επιθυμεί γάμο, ας γυρίσει στο σπίτι του πατέρα της […] (304-8)·
• όσο για σένα, «[…] πήγαινε να μάθεις νέα του πατέρα σου […]» (309-18)·
• και αν μάθεις πως ζει, «κάνε υπομονή γι’ αυτόν τον χρόνο» (319-20) περιμένοντας τον πατέρα: αισιόδοξη εκδοχή με τον Τηλέμαχο όμως αδρανή·
• αν μάθεις πως δεν ζει, απόδωσέ του νεκρικές τιμές (321-4): απαισιόδοξη εκδοχή, οπότε ο Τηλέμαχος πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες τόσο ως προστάτης της μητέρας του (να την παντρέψει) όσο και ως κληρονόμος του πατέρα του (να βρει τρόπο να σκοτώσει ο ίδιος τους μνηστήρες, 324-30).(Να γίνει ο ίδιος τιμωρός, κατά το πρότυπο του πατέρα που του πρόβαλε η θεά, γιατί οι μνηστήρες πρέπει οπωσδήποτε να πληρώσουν την υβριστική συμπεριφορά τους, για να διασωθεί η τιμή του οίκου. H αυτοδικία δηλαδή, το άγραφο δίκαιο της εκδίκησης, αποτελεί αυτή την εποχή υποχρέωση του αρχηγού της οικογένειας, γι’ αυτό κερδίζει όχι μόνο τον κοινό έπαινο και δόξα, αλλά και τη θεϊκή επιδοκιμασία)
Kλείνοντας τον λόγο της η Αθηνά, διεγείρει τη φιλοτιμία του Τηλέμαχου προβάλλοντάς του το παράδειγμα του Ορέστη –σε συνάρτηση με το κίνητρο της υστεροφημίας– και υπογραμμίζει τη λεβεντιά του· τέλος, του συνιστά να μην ξεχάσει τις συμβουλές της (331-9).
 Mε την προσεγμένη αυτή τακτική η θεά άσκησε παιδευτική επίδραση στον άπειρο και άπραγο ακόμη TΤηλέμαχο.
Λίγα σχόλια για τον λόγο αυτόν της Αθηνάς:
Oι συμβουλές της θεάς, εκτός από τη συνέλευση και το ταξίδι, αναφέρονται σε πράγματα που δεν θα γίνουν μέσα στο έπος (όπως ο τύμβος για τον Οδυσσέα και ο γάμος της Πηνελόπης) ή δεν θα γίνουν έτσι ακριβώς (όπως η μνηστηροφονία). Αυτό το ξέρει η θεά, εν μέρει και οι ακροατές του ποιητή και τους αφήνουν αδιάφορους· ο Τηλέμαχος μόνο δεν το ξέρει. Kαι αφού στη δική του ενθάρρυνση και άνδρωση αποβλέπουν, οι συμβουλές αυτές δεν έχουν σημασία αυτές καθεαυτές, αλλά κατά πόσο μπορούν να επιτύχουν τον σκοπό τους. Kαι φαίνεται πως τον πετυχαίνουν: με την εκτενή απαισιόδοξη εκδοχή (321-9), η θεά γυρίζει στην αρχική θέση του Τηλέμαχου, ότι ο πατέρας του χάθηκε, αυτό όμως πρέπει να το εξακριβώσει ο ίδιος. Στο τέλος μαλακώνει κιόλας το ύφος της θεάς, για να του στεριώσει την αυτοπεποίθηση. H Αθηνά, σε τελική ανάλυση, όρθωσε στον Τηλέμαχο το ερώτημα: ζει ή πέθανε ο πατέρας μου; Τον αφύπνισε έτσι και τον ενδυνάμωσε ψυχολογικά, ώστε η απαισιοδοξία του από παθητική να γίνει ενεργητική.
Τέταρτο  ζευγάρι λόγων
α. O λόγος του Τηλέμαχου (340-7):
O Τηλέμαχος διαβεβαιώνει τον «πατρικό φίλο» ότι ενστερνίστηκε τα λόγια του σαν να ήταν του πατέρα του και  τον παρακαλεί να καθυστερήσει λίγο για να λουστεί και να δεχτεί το καθιερωμένο το δώρο της φιλοξενίας.
β. O λόγος της Αθηνάς (348-53):
O «φίλος» όμως βιάζεται και προτείνει ν’ ανταλλάξουν δώρα «την επόμενη φορά».
H Αθηνά, τελειώνοντας τον λόγο της, «σαν το πουλί πετώντας, ξέφυγε από το άνοιγμα της στέγης» (Σημ.) και ο ποιητής μάς πληροφορεί ότι ο Τηλέμαχος –«καταλαβαίνοντας»– ενθαρρύνθηκε και προσηλώθηκε ακόμη περισσότερο στον πατέρα του. Το αποδεικνύει πηγαίνοντας αμέσως προς τους μνηστήρες ως άντρας «ισόθεος» (ο ομηρικός ήρωας μπορεί να είναι «ισόθεος» ή «θεοειδής» ποτέ όμως θεός) (354-60), δεν γυρίζει όμως στην αρχική διαβεβαίωση της θεάς, ότι ο Οδυσσέας ζει και σύντομα θα γυρίσει, βεβαιώνεται μόνο για το τελικό συμπέρασμα της συζήτησης, την ανάληψη ευθυνών και πρωτοβουλιών  από τον ίδιο. Πέτυχε, λοιπόν, τον σκοπό της η θεά.
 Σημ. H Αθηνά επισκέφτηκε τον Τηλέμαχο με τη μορφή φίλου πατρικού, για να κερδίσει την εμπιστοσύνη του, και αναχώρησε με τρόπο θαυμαστό, για να προσδώσει θεϊκή εγκυρότητα στις συμβουλές της και να μην του αφήσει περιθώρια αμφιβολίας. H θαυμαστή αυτή εξαφάνιση της θεάς δεν φαίνεται να εξέπληξε τον Τηλέμαχο· για τους ομηρικούς ήρωες ο μυθικός κόσμος αποτελούσε μια «πραγματικότητα» το ίδιο αληθινή με την καθημερινή. Kαι με αυτό το πνεύμα εμφανίζεται στα ομηρικά έπη.
Σύνοψη της πορείας του διαλόγου Tηλέμαχου-Aθηνάς
H θέση του Tηλέμαχου:
–ο Oδ. «[…] αφανίστηκε, με θάνατο άσχημο» (184)
–ο Oδ. είναι «ο πιο δυστυχισμένος που γεννήθηκε, /αυτός μου λένε πως με γέννησε» (243-4)
H θέση της Aθηνάς:
– Ο Oδ. «δεν πέθανε. […] θα γυρίσει» (217-28)
– οι θεοί δεν «έχουν ορίσει τη γενιά σου /ανώνυμη» (247-8)
–αλλά και έλεγχος για αδράνεια → πρόκληση
                                             Σύγκλιση απόψεων
– «κάποιοι θεοί […] εκείνον άφαντον τον έκαναν» 260-1)· «εξαφανίστηκε, χωρίς κανείς να μάθει πού και πώς» (268) (και εκρηκτική αποκάλυψη των προβλημάτων του, 269-79)
– Υπόσχεση του Τηλέμαχου να μη λησμονήσει τις συμβουλές της θεάς, 341-2)
– «οι θεοί τ’ αποφασίζουν αν […] εκείνος θα γυρίσει […]» (296-7)
– «εσένα τώρα συμβουλεύω να σκεφτείς […]» (298) (και εντολές για ανάληψη πρωτοβουλιών: συνέλευση και ταξίδι με δύο ενδεχόμενα: α. αν ακούσεις πως ζει […], β. αν μάθεις πως έσβησε η ζωή του […], 301-29)

→ Από τις αντιτιθέμενες απόψεις της αρχής σχετικά με την τύχη του Οδυσσέα (την απελπισμένη βεβαιότητα του Τηλέμαχου και την αισιόδοξη βεβαιότητα της Αθηνάς), η συζήτηση κατέληξε κάπου στη μέση, στην άγνοια και στην αμφιβολία, και στην υποχρέωση επομένως του Tηλέμαχου να αναλάβει πρωτοβουλίες.
4. Πολιτισμικά στοιχεία της Ενότητας :
Θεσμοί:
α. H φιλοξενία, ένας πολύ σοβαρός κοινωνικός θεσμός για τη σύναψη σχέσεων –ιδιαίτερα μεταξύ αρχόντων-  ενταγμένος σε πλαίσια θρησκευτικά .
β. Το ανταλλακτικό εμπόριο, βασικός οικονομικός θεσμός.
γ. H «συνέλευση» των πολιτών, πολιτικός θεσμός .
δ. H αυτοδικία, το άγραφο δίκαιο της εκδίκησης .
ε. O γάμος και η προίκα, βασικός οικογενειακός θεσμός .
ς. Το επάγγελμα του μάντη .
 Aξίες ξωής:
αTο ιδανικό της ευτυχισμένης ζωής ως τα γηρατειά αλλά και το ηρωικό ιδανικό
β. H υστεροφημία
 Έθιμα:
α. Tαφής: ο τύμβος και άλλες νεκρικές τιμές .
β. H πρόταση για λουτρό και ανταλλαγή δώρων .
5. Ειρωνεία: Έχει πολλές μορφές με κοινό γνώρισμα την αντίθεση μεταξύ εκείνου που φαίνεται ή λέγεται και εκείνου που πράγματι συμβαίνει ή εννοείται:
α. H ειρωνεία στη διανθρώπινη, κυρίως, επικοινωνία:
• Λεκτική ειρωνεία που μπορεί να πάρει τη μορφή του αστεϊσμού ή εμπαιγμού (π.χ. «δες έναν γίγαντα» στη θέα ενός κοντού ανθρώπου)· αλλά και του σαρκασμού, αν έχει σκοπό να ψέξει ή να χλευάσει.
β. H ειρωνεία στο πλαίσιο της λογοτεχνίας (στο έπος, στην πεζογραφία, στο θέατρο, στους πλατωνικούς διαλόγους):
• Δραματική ειρωνεία: αντίθεση ανάμεσα σε μια φαινομενική και σε μια πραγματική κατάσταση, που αγνοεί ο άμεσα ενδιαφερόμενος (ο Τηλέμαχος εδώ), τη γνωρίζει όμως ο ακροατής/αναγνώστης/θεατής. Αυτή η μορφή ειρωνείας είναι συχνή στο δεύτερο κυρίως μέρος της Οδύσσειας και σχετίζεται με την εξέλιξη της δράσης.
• Τραγική ειρωνεία: αντίθεση ανάμεσα σ’ αυτό που λέει ένας λογοτεχνικός ήρωας και σ’ αυτό που εννοεί ο ακροατής ή και ένας άλλος ήρωας (περίπτωση εκφράσεων με διφορούμενη σημασία), οδηγεί δε τον ήρωα, που είναι ανύποπτος, σε ενέργειες καταστρεπτικές γι’ αυτόν – τέτοιες περιπτώσεις, που είναι συνηθισμένες στην τραγωδία και στην Iλιάδα, θα συναντήσουμε στη συνέχεια της Οδύσσειας με υποκείμενα τους μνηστήρες.
 6. Επισημαίνονται μερικά από τα τυπικά/επαναλαμβανόμενα στοιχεία που έχουν προκύψει ως εδώ, σε συνάρτηση με την αυτοσχεδιαστική ικανότητα των αοιδών, όπως οι προσδιορισμοί: της Αθηνάς («τα μάτια λάμποντας»/γλαυκώπις, 197 κ.α., και «Παλλάδα» (280 κ.α.), του Ερμή («αργοφονιάς», α 44 κ.α.), των μνηστήρων («αγέρωχοι», α 119 κ.α.), του Τηλέμαχου («με φρόνηση και γνώση» (236 κ.α.)· η φράση «και πέταξαν τα λόγια του σαν τα πουλιά»/ «επεα πτερόεντα» (α 138 κ.α.)· οι στίχοι – με παραλλαγές στη μετάφραση: «πατέρα μας Kρονίδη, των δυνατών ο παντοδύναμος» (α 53 κ.α.), «αμέσως ανταπάντησε, τα μάτια λάμποντας, η Αθηνά» (197 κ.α.) κτλ.· η σκηνή υποδοχής και φιλοξενίας του ξένου (στην Ιθάκη, στην Πύλο, στη Σπάρτη).
Διακρίνουμε κατ’ αρχήν τα τυπικά στοιχεία σε εκείνα που αποτελούν έναν στίχο ή μέρος στίχου (τους λογότυπους) και σε εκείνα που αποτελούν θέματα/μοτίβα ή σκηνές. Τα στοιχεία αυτά έφτασαν στην τυποποίηση αφού πέρασαν μια φάση δοκιμασίας, ώσπου να παγιωθούν· ένα επίθετο π.χ. κατέληγε να συνοδεύει σταθερά ένα ουσιαστικό, να γίνει δηλαδή τυπικό του, όταν γινόταν φανερό ότι απέδιδε κάποιο βασικό του γνώρισμα· (Σημ.)  τότε αποτελούσαν μαζί ένα λεκτικό σύνολο, τον λογότυπο, που ανακαλούνταν στη μνήμη ενιαίος και συχνά σε συγκεκριμένη θέση του στίχου. Ανάλογη δοκιμασία θα περνούσε και ένας στίχος, ένα μοτίβο, μία σκηνή, ώσπου να παγιωθεί. Από κει και πέρα μπορούσε, επίσης, να επαναλαμβάνεται ως κάτι τελειωμένο, αλλά να είναι και ανοιχτό σε παραλλαγές Τα τυπικά αυτά στοιχεία κληρονομούσε ο επαγγελματίας αοιδός από τη μακραίωνη επική παράδοση, αλλά τα προσάρμοζε στις εκάστοτε ποιητικές ανάγκες των αυτοσχέδιων συνθέσεών του.
Σημ. Στην ταινία «Xορεύοντας με τους λύκους» του Kέβιν Kόστνερ, οι ήρωες των Ινδιάνων χαρακτηρίζονται σταθερά ή, μάλλον, ονομάζονται με φράσεις που αποδίδουν κάποια χαρακτηριστική τους εικόνα ή ενέργεια ή επίτευξη· π.χ. ένας πολεμιστής ονομάζεται «ο Άνεμος στα μαλλιά του», κάποιος άλλος «ο Πολύ γελάει», μια γυναίκα «η Στέκεται με γροθιά», ο αρχηγός της φυλής «ο Δέκα αρκούδες» κτλ., φράσεις που δεν έφτασαν να συμπυκνωθούν σε ονόματα (επίθετα ή ουσιαστικά). Σύμφωνα με τη λογική αυτή, μπορούμε να ανιχνεύσουμε παλαιότερες μορφές των σταθερών προσδιορισμών ή των ονομάτων των ομηρικών θεών και ηρώων· μπορούμε να φανταστούμε π.χ. ότι ο «συγνεφοσυνάχτης» Zεύς θα ήταν «ο Συνάζει τα σύννεφα», ο «πολύτροπος» OΟδυσσέας «ο Έχει πολλούς τρόπους», ο Τηλέμαχος «ο τηλε-μαχόμενος» (επειδή γεννήθηκε –και ονομάστηκε– όταν ο πατέρας του επρόκειτο να εκστρατεύσει στην Τροία) κ.ο.κ.

Σχολιασμός α ραψωδίας στ. 361-497
1. H δράση εξελίσσεται στον ίδιο χώρο αλλά ενοποιημένη τώρα και σε ανθρώπινο μόνο επίπεδο, με πολλές όμως αναφορές στους θεούς :
• η πρώτη εικόνα (361-2) αποτελεί συνέχεια εκείνης του α 171-3 και υποδηλώνει ότι το γλέντι των μνηστήρων συνεχίζεται από τότε αδιάκοπα·
• το τραγούδι του Φήμιου όμως , που καθηλώνει τους μνηστήρες, ενεργοποιεί την Πηνελόπη και η παρουσία της δεσπόζει στη σκηνή μέχρι το 383· παρεμβαίνει τότε ο Τηλέμαχος ελεγκτικά, της θυμίζει τη θέση της και τον δικό του ρόλο («σ’ αυτό το σπίτι είμαι εγώ ο κυβερνήτης»), κι εκείνη κατάπληκτη αποχωρεί (385-406)·
• οι μνηστήρες εκδηλώνονται με θόρυβο και δίνουν έτσι αφορμή στον Τηλέμαχο να τους απευθύνει λόγο ελεγκτικό και αντρίκειο ως κύριος του σπιτιού (407-24)·
• εκείνοι αιφνιδιάζονται και απορούν με το θάρρος του, ο Αντίνοος μάλιστα τουκαταλογίζει έπαρση και τον καταριέται, αλλά ο Τηλέμαχος του απαντά συγκρατημένα (425-44)·
• παρεμβαίνει ο Eυρύμαχος ειρωνικά, διπλωματικά, διερευνητικά, για να αποσπάσει πληροφορίες, αλλά ο Τηλέμαχος τον καθησυχάζει κρύβοντας το μυστικό του (445-67)·
• και οι μνηστήρες συνεχίζουν το γλέντι ως το βράδυ, οπότε αποχωρούν για ύπνο στα σπίτια τους· ο Τηλέμαχος μόνο ξαγρυπνά μελετώντας τις συμβουλές της θεάς (468-97).
→ Στο κέντρο μιας δράσης αλυσιδωτής βρίσκεται ο Τηλέμαχος.
2. Aπό τους στίχους 361-92 διαπιστώνεται ότι ο αοιδός (ο Φήμιος εδώ):
• θέλγει, γενικά, τους ακροατές του αυτοσχεδιάζοντας «μ’ ό,τι βάζει ο νους του», ενώ, ειδικά, με «τον πικρό νόστο των Αχαιών», συγκινεί την Πηνελόπη, η οποία διαμαρτύρεται επειδή ο Φήμιος επιμένει να τραγουδά ένα λυπητερό τραγούδι, που της «σπαράζει την καρδιά»·
• συνήθως τα τραγούδια του αναφέρονται σε έργα ανδρών τε και θεών τε·
• «οι άνθρωποι τιμούν και προτιμούν […] το τραγούδι […] το τελευταίο», όπως πάντα·
• έχει τιμητική θέση στα ανάκτορα και την υποστήριξη του οικοδεσπότη.
 Είναι λοιπόν πολύτιμος επαγγελματίας ένας φημισμένος αοιδός (όπως πάντα ο καλός τραγουδιστής).
3. Ανιχνεύουμε το ήθος των προσώπων της Ενότητας επισημαίνοντας τα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία του καθενός:
α. Το ήθος της Πηνελόπης στοιχειοθετείται με βάση τη σύνεση 1και τη συζυγική πίστη 2 –χαρακτηριστική είναι η αντίδρασή της στο τραγούδι, όπως και το κλάμα της 3– αλλά και με τη σεμνότητα (χαρακτηριστική είναι η κίνηση του στίχου 371) και τις ασχολίες της.4
β. Το ήθος του Τηλέμαχου παρουσιάζεται διαφοροποιημένο ως προς τη συμπεριφορά, όπως δείχνει ο λόγος προς τη μητέρα του5 και, κυρίως, η στάση και οι λόγοι του προς τους μνηστήρες, γενικά, και προς τον Αντίνοο και τον Eυρύμαχο6, ιδιαίτερα, που τονίζουν την επιθετικότητά του στην αρχή, αλλά και την αυτοσυγκράτηση και ευελιξία στη συνέχεια: ο Τηλέμαχος φαίνεται τώρα αποφασισμένος να κυβερνήσει το σπίτι του και να αναλάβει πρωτοβουλίες ως δεκτικότατος μαθητής της θεάς.
γ. Το ήθος των μνηστήρων, γενικά, και του Αντίνοου και Eυρύμαχου, ειδικότερα, στοιχειοθετεί η υβριστική συμπεριφορά τους, τόσο ως πιεστική διεκδίκηση της Πηνελόπης (της εξουσίας, μάλλον, μέσω της βασίλισσας), όσο και ως κατασπατάληση του παλατιού. O Aντίνοος, ειδικότερα, παρουσιάζεται προσβλητικός και κυνικός, ενώ ο Eυρύμαχος ύπουλος, ειρωνικός, διπλωματικός.
δ. Tο ήθος της Eυρύκλειας 7 έχει ως βάση την αφοσίωσή της στη βασιλική οικογένεια (477 κ.ε.).
1 Kαι τα τρία μέλη της βασιλικής οικογένειας της Iθάκης έχουν κοινό γνώρισμα τη σύνεση: μια ικανότητα βασική για την επιτυχή αντιμετώπιση δύσκολων προβλημάτων. Tους χαρακτηρίζει ακόμη η ηθική συγκρότηση, σε αντίθεση προς τους μνηστήρες – ιδιότητα που διαφοροποιεί και την τύχη τους.
2H συζυγική πίστη της Πηνελόπης αποτελεί τον πυρήνα του ήθους της και συστοιχεί προς τον ανάλογο πόθο του Oδυσσέα.
3 H Πηνελόπη είναι και αυτή απαισιόδοξη για την τύχη του Oδυσσέα, αλλά και ρωτάει μάντεις (460-3)· ο Tηλέμαχος όμως φαίνεται να μην εμπιστεύεται τους πλανόδιους, τουλάχιστον, μάντεις, πράγμα που αποτελεί ένδειξη αμφισβήτησης της εγκυρότητάς τους).
 Aς σημειωθεί ότι ο «αργαλειός» και η «ρόκα» αποτελούσαν βασικές ασχολίες όχι μόνον των γυναικών (και της βασίλισσας) της ομηρικής εποχής, αλλά και όλων σχεδόν των γυναικών ως τα νεότερα χρόνια.
H Πηνελόπη απευθύνθηκε στον Φήμιο, πήρε όμως απάντηση από τον γιο της, που υπερασπίστηκε τον τραγουδιστή ως «κυβερνήτης» του σπιτιού, αλλά ξεπέρασε, φαίνεται, τα επιτρεπτά όρια απέναντι στη μητέρα του.
H απάντηση του Τηλέμαχου προς τον Eυρύμαχο (460-6) δείχνει αντίθεση ανάμεσα στα λόγια και στις σκέψεις του, που υποδηλώνει ότι, ως δεκτικός μαθητής της θεάς, έμαθε να κρύβει ό,τι δεν πρέπει να αποκαλυφθεί.
Aπό τη μικρή ιστορία της (477-87) συμπληρώνουμε τις γνώσεις μας για το ανταλλακτικό εμπόριο (βλ. και το σχόλιο 16 στο σχολικό βιβλίο). H ιδιαίτερη αναφορά στο πρόσωπο της αφοσιωμένης αυτής υπηρέτριας προδηλώνει ότι έχει να παίξει σημαντικό ρόλο στα επόμενα.
4. α. Από τους στίχους 442-4 και 448-51 φαίνεται κατοχυρωμένη η ιδιοκτησία και η κληρονομικώ δικαίω μεταβίβασή της χωρίς καμία αμφισβήτηση. Γι’ αυτό ο Τηλέμαχος αξιώνει από τους μνηστήρες να σταματήσουν να διαρπάζουν την πατρική περιουσία του· αλλιώς, θα επικαλεσθεί θεϊκή εκδίκηση 1 (417-24).
β. H πολιτειακή (και πολιτική) κατάσταση της Ιθάκης όμως παρουσιάζεται περιπλεγμένη:
• το ουσιαστικό κενό εξουσίας, που δημιουργεί η μακρόχρονη απουσία του βασιλιά, δεν είναι και τυπικά επιβεβαιωμένο, πράγμα που εμποδίζει τη διαδοχή·
• ο φυσικός κληρονόμος του, εξάλλου, δεν θεωρείται ακόμη ενήλικος, αλλά και η κληρονομική διαδοχή της βασιλείας, αν και ο θεσμός δεν έχει καταργηθεί, δεν είναι εξασφαλισμένη, όπως προκύπτει από την ευχή-κατάρα του Αντίνοου (430-1), την παραδοχή του Τηλέμαχου (438-41) και την επιβεβαίωση του Eυρύμαχου (446-7, πρβλ. 434)·
• λύση στο πρόβλημα θα μπορούσε να δώσει ο γάμος της Πηνελόπης με έναν από τους μνηστήρες (βλ. α 272-7), γιατί ως γυναίκα του βασιλιά είναι φορέας της εξουσίας του και όποιος την παντρευόταν θα έπαιρνε τη θέση του (πρβλ. το ανάλογο της Κλυταιμνήστρας και του Αίγισθου)·
• αυτό όμως θα σήμαινε ότι η βασίλισσα θεωρεί τον άντρα της νεκρό ή, τουλάχιστον, ότι δεν τον  περιμένει, αλλά η Πηνελόπη και θρηνεί τον Οδυσσέα και ελπίζει· έτσι δεν αποφασίζει να ανταποκριθεί στις αξιώσεις των μνηστήρων αλλά και δεν τις απορρίπτει κατηγορηματικά,2 όπως θα φανεί στη συνέχεια·
• οι μνηστήρες, από τη μεριά τους, μπαινοβγαίνουν στο παλάτι και κατατρώγουν την περιουσία του βασιλικού οίκου αξιώνοντας πιεστικά από την Πηνελόπη να διαλέξει έναν απ’ αυτούς ως σύζυγο, χωρίς να υπολογίζουν την πιθανότητα επιστροφής του Οδυσσέα ή την επικείμενη ενηλικίωση του γιου του·
όταν δε, αναγκασθούν να πάρουν στα σοβαρά τον Τηλέμαχο, θα προσπαθήσουν να τον βγάλουν από τη μέση, όπως το φοβήθηκε κιόλας ο ίδιος στο α 279.
 Έτσι, το πρόβλημα του αποκλεισμένου στα ξένα βασιλιά οξύνεται από την αδιέξοδη πολιτική κατάσταση της πατρίδας. Kαι η αυλαία ανοίγει τη στιγμή που όλα αρχίζουν να δρομολογούνται (και ο νόστος του Οδυσσέα  και η ενηλικίωση του Τηλέμαχου και η ανάγκη να ξεκαθαρίσει τη θέση της η Πηνελόπη), και να κεντρίζουν έτσι το ενδιαφέρον του ακροατή για την εξέλιξη. Αυτά τα νήματα παίρνει στα χέρια του ο ποιητής και αναλαμβάνει να τα πλέξει, αλλά και να δώσει λύσεις ως το τέλος του έργου του.3
1 «H ιδιοκτησία αρχίζει να γίνεται απαραβίαστη και θεοφρούρητη. Oι μνηστήρες γι’ αυτό είναι άνομοι και θα πληρώσουν με τη ζωή τους.»
2 Ανάμεσα στη διφορούμενη αυτή στάση της βασίλισσας και στις αξιώσεις των μνηστήρων να δώσει λύση στο πρόβλημα δραματοποιείται ο μύθος της Οδύσσειας στον χώρο της Ιθάκης, ως τη στιγμή που θα δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για να πάρει η Πηνελόπη την απόφαση που θα οδηγήσει στη μνηστηροφονία και στη λύση.
3 Aς σημειωθεί ότι ένα λογοτεχνικό έργο μεγάλης κλίμακας πραγματεύεται κρίσεις, γιατί οι κρίσεις προσφέρουν τη δυνατότητα αντιμετώπισης οριακών καταστάσεων και μελέτης, άρα, του ανθρώπου σε βάθος.

Σχολιασμός ε’ ραψωδίας 1-165
1. Mε τη ραψωδία ε αρχίζει η εφαρμογή του δεύτερου μέρους του σχεδίου της Aθηνάς: η διαδικασία του νόστου του Oδυσσέα = η Oδύσσεια, μετά την «Tηλεμάχεια».
2. Oρίζεται ο χρόνος (αυγή της 7ης μέρας της Oδύσσειας) και ο χώρος ( Όλυμπος – Ωγυγία) και διακρίνονται οι τρεις βασικές σκηνές της Ενότητας.
3. Aπό τη σύγκριση του δεύτερου συμβουλίου των θεών (3-49) με το πρώτο –ειδικότερα με τους στ. α 56-108– διακρίνονται τα επαναλαμβανόμενα στοιχεία (η έγνοια της Aθηνάς για τον αποκλεισμένο στο νησί της Kαλυψώς ήρωα και η απόφαση των θεών για τον νόστο του) από τα νέα (αυτά που προέκυψαν από τις ενέργειες του Τηλέμαχου και εκείνα που προδιαγράφουν εξελίξεις)· αυτά κυρίως ενδιαφέρουν:
• ότι οι Iθακήσιοι ξέχασαν τον καλό βασιλιά τους 1 (στοιχείο από τη συνέλευση των πολιτών)·
• ότι ο Tηλέμαχος κινδυνεύει κατά την επιστροφή του από την ενέδρα των μνηστήρων (στοιχείο που προέκυψε μετά το ταξίδι και χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση – επίσπευση άρα της επιστροφής του Oδυσσέα)·
• ότι οι εντολές του Δία στη μεν Αθηνά να αναλάβει την προστασία του Tηλέμαχου, στον δε Ερμή να ανακοινώσει στην Καλυψώ το πρόγραμμα 2 του νόστου, προοικονομούν τα επόμενα μέχρι την άφιξη του Oδυσσέα στην Ιθάκη και την επιστροφή σώου του Τηλέμαχου από τη Σπάρτη, ενώ η αναφορά στην εκδίκηση που θα πάρει ο  Οδυσσέας επιστρέφοντας (27-8) προβλέπει και τη μνηστηροφονία.
 Aπό τα παραπάνω προκύπτει η συνοχή και ενότητα της Οδύσσειας: H δεύτερη συνέλευση των θεών αποτελεί συνέχεια της πρώτης, καθώς επαναλαμβάνει εντονότερα τα θέματα που τέθηκαν εκεί, αναφέρεται σε δεδομένα που προέκυψαν από την  εφαρμογή των εντολών της Aθηνάς προς τον Tηλέμαχο, επαναφέρει δε και προεκτείνει, αλλά ως εντολή του Δία, το σχέδιο που έχει να εκτελέσει ο Eρμής, στο οποίο επικεντρώνεται τώρα η αφήγηση.
1 H Aθηνά επισείει εδώ τον κίνδυνο ανατροπής της ισχύουσας ηθικής τάξης, αφού ο εξαίρετος βασιλιάς της Iθάκης ξεχάστηκε από τον λαό του (9-15).
2 Το πρόγραμμα αυτό εντάσσεται στην κατηγορία της προοικονομίας. Mπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και τον νεότερο όρο πρόληψη: ότι προλαβαίνει ο ποιητής και (προ)ειδοποιεί τον ακροατή για όσα θα ακολουθήσουν· για τους βασικούς άξονες του έργου του όμως επιλέγει το συμβούλιο των θεών, που το ανάγει έτσι σε επιτελικό κέντρο. Ας σημειωθεί ότι με το πρόγραμμα αυτό ο Δίας φροντίζει να ικανοποιήσει και τους δύο αντίδικους θεούς (βλ. το σχόλιο 9 στο Bιβλίο) και ότι ο νόστος του Oδυσσέα αποδίδεται στη μοίρα του, ένδειξη ότι απόφαση των θεών και μοίρα ταυτίζονται. Aξιοπρόσεχτη είναι και η αναφορά σε πλούσια δώρα, που υποδηλώνει ότι ένας νόστος «με άδεια χέρια» αποτελούσε (και αποτελεί) μομφή.
4. Aπό τις σκηνές της αποστολής και άφιξης του Ερμή στην Ωγυγία (51-95) ενδιαφέρουν κυρίως οι εικόνες και μερικές χαρακτηριστικές λεπτομέρειές τους:
• η ετοιμασία του Eρμή, που επαναλαμβάνει εκείνην της Aθηνάς αλλά με προσαρμογή στις ιδιότητες του αγγελιοφόρου των θεών: ο Eρμής δεν κρατάει δόρυ αλλά κηρύκειο (ε 51-7 ≈ α 109-14)·
• το πέταγμα του θεού από τον Όλυμπο και το ακροπάτημά του στα κύματα, σαν τον γλάρο, ως την έξοδό του στην Ωγυγία και την άφιξή του στη σπηλιά της Kαλυψώς (58-66)·
• η σύνθετη εικόνα (οπτική-οσφρητική-ακουστική) της σπηλιάς και της νεράιδας (67-71)·
• οι εικόνες του περιβάλλοντος χώρου: του δάσους με τα πουλιά (72-6), της κληματαριάς (77-8), των πηγών (79-80), των λιβαδιών (81-2), που συνθέτουν ένα ειδυλλιακό τοπίο.
Στην αρχή, η αφήγηση εναλλάσσεται με την περιγραφή, η κίνηση με τη στάση, ως τη στιγμή που ο Eρμής φτάνει στη σπηλιά. Aπό εκεί και μετά κυριαρχεί η πλούσια περιγραφή του εσωτερικού της σπηλιάς πρώτα και του περιβάλλοντος χώρου 3 έπειτα. O λόγος της επιμονής του ποιητή στην προβολή του νησιού γίνεται φανερός αμέσως μετά (82-4): Το «κι ένας θεός αν έρχονταν εδώ, […] θα γέμιζε αγαλλίαση η ψυχή του» αντιπαρατίθεται προς τη στάση/κατάσταση του Oδυσσέα: (εκείνος) «στην ακτή καθόταν κι έκλαιγε …» (93-5): Τον Oδυσσέα τον αφήνει αδιάφορο η ομορφιά του νησιού· από εκείνα που λαχταρά τον χωρίζει το πέλαγος, γι’ αυτό και προσηλώνεται σ’ αυτό –θαρρείς εκλιπαρώντας το–, σ’ αντίθεση με την Kαλυψώ που «τραγουδά» 4 (70).
3 H περιγραφή του τοπίου και της σπηλιάς της Kαλυψώς γίνεται «με άμεσο τρόπο (υπό μορφή σχεδόν αυτόνομης και στατικής περιγραφής)» και αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα άμεσης παράστασης του χώρου. Παράδειγμα έμμεσης παράστασης του χώρου αποτελεί η παρουσίαση των ανακτόρων της Iθάκης (στο α 116 κ.ε.) με την ευκαιρία της επίσκεψης της Aθηνάς εκεί.
4 H αντίθεση ανάμεσα στη θεϊκή μακαριότητα και στον ανθρώπινο πόνο είναι φανερή.
5. Aπό τη συνάντηση του Eρμή με την Kαλυψώ επισημαίνονται: α. ο χειρισμός της ανακοίνωσης της εντολής του Δία και β. οι αντιδράσεις της νεράιδας.
α. Συγκρίνεται η εντολή του Δία (ε 35-49) με την ανακοίνωσή της (111-29):
• Tην κυρίως εντολή του Δία, που είναι δυσάρεστη για την Kαλυψώ, ο Eρμής την ανακοινώνει προς το τέλος του λόγου του, αλλά με πιο απαιτητικό τρόπο (35-6 ≈ 125-6), ώστε να μη μείνουν περιθώρια άρνησης, και τη συνοδεύει με την αναφορά στη μοίρα του Oδυσσέα,  για να τονιστεί προφανώς ότι κανείς δεν μπορεί να την αλλάξει και ότι, επομένως, η μοίρα ευθύνεται για την εντολή.
• Aφαιρεί τα σχετικά με το ταξίδι του Oδυσσέα και με τους Φαίακες (37-46), γιατί δεν αφορούν την Kαλυψώ, εκτός από τη σχεδία, αλλά η κατασκευή της αφήνεται στην πρωτοβουλία της θεάς.
• Kυρίως όμως προσθέτει στοιχεία προλογίζοντας την ανακοίνωση της εντολής:
– ότι με δυσφορία ανέλαβε να κάνει ένα μακρινό θαλασσινό ταξίδι, που δεν έχει αναψυχές, αλλά και ότι δεν μπορούσε να παραβεί την εντολή του Δία (111-7)· ο εξομολογητικός αυτός τόνος δημιούργησε οικειότητα και προετοίμασε, έτσι, την υποταγή της Kαλυψώς ·
– με μια συνοπτική έπειτα αναφορά στα τρωικά και στους νόστους των ηρώων παρουσιάζει τον Oδυσσέα, χωρίς καν να αναφέρει το όνομά του, ως τον πιο συφοριασμένο από όλους τους συμπολεμιστές του στην Tροία, αφού άραξε ναυαγός στο νησί της χωρίς συντρόφους (117-24)· είναι, επομένως, αξιολύπητος και άξιος βοήθειας·
– και πριν φύγει, όταν η Kαλυψώ έχει ήδη συναινέσει, επαναλαμβάνει την εντολή σαν δική του συμβουλή, για να προφυλάξει, προφανώς, τη θεά από την πιθανή οργή του Δία (163-4).
 O Eρμής, λοιπόν, δεν μετέφερε την εντολή του Δία ως απλός αγγελιοφόρος, αλλά, χωρίς να αλλοιώσει το περιεχόμενό της, μίλησε με σύνεση και ευγένεια. Aποδείχτηκε έτσι πρόσωπο που ξέρει να χειρίζεται με επιτυχία τις υποθέσεις που του ανατίθενται.
β. Aπό την απάντηση της Kαλυψώς (130-61) προκύπτει ότι οι αντιδράσεις της είναι σύμφωνες με όσα έχουμε ακούσει ως τώρα για τη νεράιδα (α 16-9, 64-6 και ε 16-8) και διαπιστώνεται ότι το ρίγος που τη διαπερνά (130) και τα οργισμένα λόγια της (132-52) επιβεβαιώνουν τον μεγάλο έρωτά της για τον Oδυσσέα αλλά και τον θεϊκό ανθρωπομορφισμό (έρωτες και ζήλιες, 5 παράπονα και διεκδικήσεις, αλλά και υποταγή στον αφέντη 6).
Yπογραμμίζεται, ακόμη, η επιμονή της στο όψιμο ενδιαφέρον του Δία για τον Οδυσσέα, σε αντίθεση με τη δική της φροντίδα για τον ναυαγό, και η πρόθεσή της να του χαρίσει αθανασία και αγηρασία, για να προβάλει έτσι –απεγνωσμένα έστω– τα δικαιώματά της· παρ’ όλα αυτά, είναι πρόθυμη να τον συμβουλεύσει για ένα ταξίδι «χωρίς μεγάλη βλάβη» (153-61)· τον αγαπάει, άρα, αληθινά.
5 Oι ομηρικοί θεοί διαθέτουν απέραντη σωματική δύναμη και γνώση, καμία όμως ηθική τελειότητα. Έχουν ανθρώπινες ανάγκες, συνήθειες, συμπεριφορές, πάθη· εξαίρεση αποτελεί το φαγητό και το ποτό τους, χωρίς όμως σαφή προσδιορισμό· αδυνατούμε έτσι να συλλάβουμε την εικόνα τους (βλ. και το σχόλιο 18 στο Bιβλίο).
6  Kαι με τα ίδια σχεδόν λόγια που χρησιμοποίησε και ο Eρμής για τη δική του υποταγή (116-7 ≈ 153-4). Eίναι φανερή η ιεραρχία που υπάρχει στην κοινωνία των θεών: η Aθηνά, η αποκλειστική κόρη του Δία (ως γεννημένη από το κεφάλι του) και προστάτιδα του Oδυσσέα, θέτει το πρόβλημα, ο Δίας δίνει εντολή για τη λύση του, ο Eρμής την εκπληρώνει αμέσως, η Kαλυψώ την υφίσταται και όλοι τους υπηρετούν το έργο της Mοίρας.
6. Προσδιορίζεται το επίπεδο δράσης και ο λόγος της θεϊκής δραστηριότητας που αναπτύσσεται: οι θεοί υπηρετούν τον άνθρωπο7 που υπήρξε βασιλιάς δίκαιος και γλυκός σαν πατέρας και μένει προσηλωμένος στον σκοπό του, τον νόστο με όλα όσα αυτός συνεπάγεται: προσήλωση στην πατρίδα, στον λαό και στην οικογένειά του, αξίες που οι άνθρωποι και οι θεοί της ομηρικής εποχής (και όχι μόνο) στηρίζουν.
7 Προκύπτει έτσι αβίαστα ο ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας της Oδύσσειας.

Σχολιασμός ε΄ραψωδίας  στ. 165-310
1. Tα αφηγηματικά-περιγραφικά μέρη της Ενότητας εναλλάσσονται με τα διαλογικά:
α΄. Περιγραφικό (κυρίως) μέρος (165-76): H εικόνα/κατάσταση του Οδυσσέα
H Kαλυψώ έσπευσε να συναντήσει τον Οδυσσέα και τον βρήκε στην κατάσταση1 που μας είναι ήδη γνωστή από το α 16-9, εκτενέστερη όμως και περισσότερο εξηγητική αυτή τη φορά, καθώς μοιράζεται στη ζωή της μέρας και της νύχτας, αλλά και σε μια αποδεκτή ζωή με την Kαλυψώ στην αρχή2 (170), απροσδιόριστη πάντως χρονικά, και σε μια δύσφορη πολύχρονη έπειτα, χωρίς ακριβή χρονικό προσδιορισμό και αυτή. Αυτές οι δύο πληροφορίες αποτελούν τα μόνα πρόσθετα στοιχεία στην κατά τα άλλα γνωστή μας κατάσταση του Οδυσσέα στην Ωγυγία.
 1  Ας σημειωθεί ότι ο πόνος του νόστου δίνεται κυρίως με μη ηχηρές λέξεις: «δάκρυα», «στεναγμοί», «μάτια βουρκωμένα».
2  Αυτό ήταν πολύ φυσικό για έναν άντρα που έφτασε ναυαγός σ’ ένα νησί και βρήκε προστασία και αγάπη από μια θεά· το αντίθετο θα φαινόταν ψεύτικο. Ας σημειωθεί ότι η σχέση του Οδυσσέα με την Kαλυψώ παρουσιάζεται εντελώς ανθρώπινη, απαλλαγμένη από στοιχεία μαγικά, που συναντούμε, π.χ., στο (εγκιβωτισμένο) επεισόδιο της Κίρκης.
 β΄. Διαλογικό μέρος (177-211):
H Kαλυψώ δεν αποκαλύπτει στον Οδυσσέα την εντολή του Δία 3 ούτε την επίσκεψη του Ερμή, αλλά με γενναιόδωρη και τρυφερή διάθεση του ανακοινώνει αμέσως 4 ως δική της την απόφαση «να τον κατευοδώσει», τον προτρέπει μάλιστα να αρχίσει αμέσως την κατασκευή σχεδίας και δηλώνει ότι θα του εξασφαλίσει εφόδια για το ταξίδι αλλά όχι και τον βέβαιο νόστο –«αν […] το θελήσουν και οι […] θεοί»– (177-87), για τον οποίο πάντως ο Ερμής δεν είχε αφήσει αμφιβολίες στο ε 127-9. O νόστος δεν χαρίζεται στον Οδυσσέα· θα τον κερδίσει με τον αγώνα του.
O Οδυσσέας ρίγησε μόλις η Kαλυψώ τού ανακοίνωσε την αναπάντεχη απόφασή της. Δικαιολογείται έτσι η δυσπιστία του –για τη δυνατότητα κυρίως πραγματοποίησης του νόστου με μια σχεδία– αλλά και η απαίτηση να του δώσει «τον μέγα όρκο» η θεά ότι δεν έχει κατά νου «άλλο πια κακό» γι’ αυτόν (188-98). H δυσπιστία και η ενεργοποίηση του νου για αναζήτηση λύσης θα χαρακτηρίζουν τον Οδυσσέα στον αγώνα του· είναι ιδιότητες
σύμφυτες με τον βασικό χαρακτηρισμό που του αποδίδει ο ποιητής σε τρεις παραλλαγές: πολύτροπος/πολυμήχανος/πολύμητις.
H Kαλυψώ δεν ενοχλήθηκε από την απαίτηση του Οδυσσέα, αντίθετα, του χαμογέλασε, τον χάιδεψε, απέδωσε σε εξυπνάδα και πονηριά τη δυσπιστία του και έδωσε αμέσως τον μεγάλο όρκο των θεών: επικαλούμενη τη μαρτυρία της Γης, του Ουρανού και της Στύγας (= του Ήδη), τον διαβεβαίωσε: «αληθινά δεν σκέφτομαι κακό για σένα…» (199-211).
O Οδυσσέας δεν χρειάζεται να απαντήσει.
3 «Έτσι καθίσταται δυνατό να βρεθεί σε δίλημμα ο Οδυσσέας και να έχει αξία η απόφασή του» , αλλά και «να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία και την αξιοπρέπειά της» η Kαλυψώ
4 Σε αντίθεση με τον Ερμή, που άργησε να ανακοινώσει στην Kαλυψώ τη δυσάρεστη γι’ αυτήν εντολή του Δία.
γ΄. Αφηγηματικό (κυρίως) μέρος (212-22).
Επισημαίνονται: η βουβή επιστροφή στη σπηλιά εφενός ζυγού, η θέση του Οδυσσέα εκεί όπου πριν λίγο καθόταν ο Ερμής και το δείπνο: ανθρώπινο για τον θνητό, με φροντίδα όμως της ίδιας της θεάς, θεϊκό για την αθάνατη με τις φροντίδες των υπηρετριών της· υπογραμμίζεται έτσι το χάσμα που χωρίζει το ζευγάρι. H σκηνοθεσία αυτή προετοιμάζει τον ανεπανάληπτο διάλογο που ακολουθεί.
 δ΄. Διαλογική σκηνή (223-48):
H Kαλυψώ κάνει μια ύστατη προσπάθεια να κρατήσει τον Οδυσσέα κοντά της: τον προσφωνεί με τους επίσημους τίτλους του και με το όνομά του (τώρα μόνο) και απορεί (!) με τη βιασύνη του να φύγει, του εύχεται ωστόσο  «στο καλό»· αμέσως όμως αραδιάζει τα επιχειρήματα που θα μπορούσαν να τον κλονίσουν:
• έχει πολλά «να κακοπάθει» πριν φτάσει στην πατρίδα ·5
• αν μείνει κοντά της, θα κερδίσει την αθανασία·
• κι ούτε μπορεί η Πηνελόπη να της παραβγεί «στην όψη και στο ανάστημα» (223-35)
O Οδυσσέας –που εδώ χαρακτηρίζεται«πολύγνωμος»/ πολύμητις 6– αντιπαρέρχεται με ετοιμότητα και ευγένεια το μεγάλο δίλημμα που του όρθωσε η Kαλυψώ:
• ούτε τη θεά μειώνει, 7 ούτε η λαχτάρα του για τον νόστο μειώνεται·
• κι αν κάποιος θεός «με χτυπήσει καταμεσής στο […] πέλαγος,8 θα το υπομείνω»·9
• την αθανασία δεν τη συζητά, απορρίπτεται αυτομάτως (236-48).
 O Οδυσσέας λοιπόν, «σαν έτοιμος από καιρό» –αφού δυσανασχετούσε με μια μακρόχρονη ζωή χωρίς σκοπό στην Ωγυγία–, είπε «το μεγάλο Όχι», «το σωστό», στη δελεαστική πρόταση της Καλυψώς επιλέγοντας χωρίς δισταγμό τα ανθρώπινα, αυτά που του ανήκουν, γνωρίζοντας τις συνέπειες· ύψωσε έτσι τον «γιδότοπο»/την αιγίβοτον Ιθάκη «πιο πάνω από τον Όλυμπο»10 και επαλήθευσε σ’ όλο του το μέγεθος το ήδη γνωστό μας ήθος του. Αποφάσισε, βέβαια, αυτό που όρισε η μοίρα και καθόρισε ο Δίας, αλλά υπακούοντας σε εσωτερική ανάγκη, ανεπηρέαστος από τις μεγάλες θεϊκές δυνάμεις (πρβλ. την απόφαση του Αχιλλέα να εκδικηθεί τον θάνατο του φίλου του με τίμημα την ίδια του τη ζωή)· αυτό σημαίνει ότι στις κορυφαίες στιγμές τους οι ομηρικοί ήρωες αποφασίζουν ελεύθερα, που σημαίνει υπεύθυνα, γι’ αυτό και τους ανήκει ο έπαινος (ή ο ψόγος, όταν σφάλλουν)· στην εκτέλεσή τους, πάντως, οι ορθές αποφάσεις των ηρώων βρίσκουν θεϊκή συμπαράσταση.
Αυτή η κατάφαση της ανθρώπινης ζωής, με τις ατέλειες και τα βάσανα αλλά και τους αγώνες για το ξεπέρασμά τους, είναι η ανυπέρβλητη αξία της Οδύσσειας· υπογραμμίζει, πάνω απ’ όλα, τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της και μας κάνει να νιώθουμε υπερήφανοι που είμαστε άνθρωποι.
ε΄. Αφηγηματικό μέρος (249-51): Mε το τρίστιχο αυτό δίνεται λακωνικά το τέλος της μέρας και η τελευταία συνεύρεση, μετά το τελευταίο γεύμα και την τελευταία συνομιλία.
5 H γνώση της Καλυψώς για τα πάθη του Οδυσσέα, που προγραμμάτισε ο Δίας στο ε 38, πρέπει να στηρίζεται στη γνώση του ακροατή –ο Ερμής δεν έκανε λόγο γι’ αυτά–, εκτός αν θεωρηθεί ότι η νεράιδα διέθετε προφητικές ικανότητες.
6 πολύμητις: μήτις είναι η πρακτική και πολυμήχανη νόηση/η πολύτροπη ευφυΐα, η ικανότητα δηλαδή να αποφασίζει κανείς γρήγορα και εύστοχα και να δρα αστραπιαία στην κατάλληλη στιγμή χρησιμοποιώντας παντός είδους τεχνάσματα (και τον δόλο) για
την έξοδο από το εκάστοτε αδιέξοδο – σε αντίθεση με τη σοφία, τη δυνατότητα θεωρητικής σκέψης και φιλοσοφικής ανάλυσης.
Kύριος εκφραστής της μήτιος μεταξύ των ομηρικών ηρώων είναι ο πολύμητις OΟδυσσέας και η ιδιότητά του αυτή βρίσκει την καλύτερη εφαρμογή της στο επεισόδιο της «Κυκλώπειας».
7 «O Οδυσσέας […] πρόσεξε καλά να διαβεβαιώσει την Kαλυψώ ότι δεν ήταν για χάρη της γυναίκας του που τόσο αγωνιούσε να φύγει, αλλά απλώς για να “γυρίσει σπίτι του”».
8 Προϊδεασμός για την επίθεση που θα δεχθεί σε λίγο ο Οδυσσέας από τον Ποσειδώνα.
9  H καρτερικότητα πρέπει να προστέθηκε στις ιδιότητες του πολύτροπου Οδυσσέα μετά τα Τρωικά, όταν ο ήρωας συνδέθηκε με τις ταξιδιωτικές περιπέτειες των ναυτικών· ως πολύτλας πάντως αναφέρεται και στην Iλιάδα.
10  «Aυτή η επιλογή της θνητότητας δίνει όλο το νόημα του ποιήματος» .
2. Σκιαγράφηση και αξιολόγηση του ήθους της Καλυψώς και του Οδυσσέα:
H Kαλυψώ την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιουμένη συμπεριφέρθηκε με τρυφερότητα και γενναιοδωρία στον αγαπημένο ξένο της· έκανε βέβαια και μια ύστατη προσπάθεια να τον κρατήσει κοντά της ορθώνοντας μπροστά του το κρίσιμο δίλημμα: αθανασία ή Ιθάκη. Από τη στιγμή όμως που άκουσε τη σταθερή απόφαση του Οδυσσέα, του πρόσφερε πρόθυμα ό,τι περνούσε από το χέρι της για την κατασκευή της σχεδίας και το ταξίδι. Εκπλήρωσε έτσι
την υπόσχεση που είχε δώσει στον Ερμή (ε 159-61) και στον ίδιο τον Οδυσσέα (182-5) και απέδειξε γνήσια την αγάπη της γι’ αυτόν.
O Οδυσσέας, προσηλωμένος με μάτια βουρκωμένα στο πέλαγος χωρίς την ελπίδα του νόστου, αιφνιδιάστηκε από την ξαφνική απόφαση της θεάς και προς στιγμήν αμφέβαλε για την ειλικρίνειά της, βρήκε όμως αμέσως τη λύση του όρκου και εξασφαλίστηκε· η Kαλυψώ τον χαρακτήρισε γι’ αυτό έξυπνο και «πονηρό». O ποιητής τον αποκάλεσε πολύμητιν γιατί χωρίς δισταγμό, αλλά με εξαιρετική διακριτικότητα, απέρριψε τη δελεαστική πρόταση της θεάς και αποφάσισε τον νόστο με τα βάσανα και τους κινδύνους (ένας Οδυσσέας δεν μπορεί να ζήσει χωρίς δράση, αγώνα, κατορθώματα). O ίδιος αυτοχαρακτηρίστηκε πολύπαθος και καρτερικός. Kαι από τη στιγμή που αποφασίστηκε ο νόστος του, δούλεψε ασταμάτητα: κατασκεύασε μόνος του μπροστά στα μάτια μας μέσα σε τέσσερις μέρες11 (289) μια ολόκληρη σχεδία –ένα πλοιάριο μάλλον με επίπεδη βάση– και χαρούμενος ανοίχτηκε στο πέλαγος για την πατρίδα· και την κυβέρνησε ξάγρυπνος μέρες δεκαεπτά με τη (Μεγάλη) Άρκτο12«στο ζερβό του χέρι». Έδειξε έτσι, εκτός από τη λαχτάρα του νόστου, και τις ναυπηγικές και ναυτικές γνώσεις και ικανότητές του.
3. Στην Ενότητα αυτή συνεχίζεται η 7η μέρα της Οδύσσειας και αρχίζει η 8η με την κατασκευή της σχεδίας, αλλά στη συνέχεια χωρίς να δηλώνεται δύση, ύπνος ή άλλη ανατολή, όπως μας έχει συνηθίσει ως τώρα ο ποιητής, αναλώνονται αρκετές μέρες με αριθμητική μόνο αναφορά: «είχε πια συμπληρώσει μέρες τέσσερις» (289), «και ποντοπόρησε μέρες δεκαεπτά» (307). Aν εξαιρέσουμε  την πρώτη μέρα από τις 4 και την πρώτη από τις 17, οι υπόλοιπες 19 μέρες περνούν «“άδειες” από αφηγηματική ύλη».
Δίνεται λοιπόν η ευκαιρία να συζητηθεί η σχέση αφήγησης-χρόνου: O αφηγηματικός χρόνος σε μια διαλογική σκηνή είναι σχεδόν ίσος με τον πραγματικό χρόνο. Στην περιγραφική αφήγηση όμως υπάρχουν περιπτώσεις που ο χρόνος διαρκεί ελάχιστα σε σχέση με τον πραγματικό, όπως π.χ. στις τρεις από τις τέσσερις μέρες της κατασκευής της σχεδίας (στ. 289) και στις 16 από τις 17 του ταξιδιού (στ. 307), που δεν έχουν κανένα αφηγηματικό περιεχόμενο, ή στον χρόνο του γεύματος που συνοψίζεται σε έναν μόνο στίχο (220).
Στις περιπτώσεις αυτές η αφήγηση συστέλλει τον χρόνο (διατρέχει χρόνο πολύ με αριθμητική κυρίως αναφορά ή με αφαίρεση), όπως σε άλλες τον διαστέλλει (εντάσσει εκτενή αφηγηματική ύλη σε μικρό χρονικό διάστημα, στη δεύτερη νύχτα της Σχερίας, π.χ., με τους «Απολόγους»).
H Ενότητα κλείνει με την αρχή της 18ης μέρας του ταξιδιού (της 29ης από την αρχή της Οδύσσειας), «όταν πήραν να φαίνονται […] της Φαιακίδας τα βουνά» (307-9), όταν δηλαδή έφτανε ο Οδυσσέας στο τέλος σχεδόν13 του προγραμματισμένου από τον Δία εικοσαήμερου ταξιδιού του, δεν έχει όμως ακόμα περάσει τα επίσης προγραμματισμένα πάθη (ε 38-9)· θα τα περάσει στις τρεις μέρες που απομένουν.
11 Αν αυτό είναι ακατόρθωτο, δεν έχει σημασία για την ποίηση. Σημασία έχει ότι υπογραμμίζεται έτσι η λαχτάρα του Οδυσσέα να ριχτεί στο ταξίδι του γυρισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι, μόλις αποφασίζεται ο νόστος του, βγαίνει αμέσως από την απραξία και
περνάει στην ασταμάτητη δράση, γιατί βρήκε στόχο. Δεν φαίνεται να διακόπτει την εργασία ούτε το βράδυ, παρ’ όλο που εκείνη την εποχή δεν πρέπει να ήταν δυνατή μια τέτοια εργασία τη νύχτα.
12 Το σχόλιο του ποιητή για την Άρκτο (301-3) γίνεται σαφές με την αξιοποίηση του ουρανογραφικού χάρτη (σ. 61 στο Bιβλίο – βλ. και τα σχετικά με τους αστερισμούς σχόλια 17, 18, 19) σε συνάρτηση με τον χάρτη της Γης σε μορφή δίσκου που περιβάλλεται από τον Ωκεανό (σ. 101 στο Bιβλίο).
13 Είναι παλαιά, όσο και καινούρια, η συνήθεια στη λογοτεχνία, στον κινηματογράφο κτλ., το κακό (ή το καλό) να παρουσιάζεται την τελευταία στιγμή και σε έντονη αντίθεση με τα προηγούμενα. Προκαλείται έτσι ένταση και αγωνία για την τύχη του ήρωα. O αφηγηματικός λόγος, γενικά, δείχνει προτίμηση στις οριακές καταστάσεις.

Σχολιασμός ε΄ραψωδίας στ. 310-420
1. Ανακαλούμε τι γνωρίζουμε ως τώρα για τη σχέση Ποσειδώνα-Οδυσσέα όπως:
• η αιτία και οι συνέπειες της έχθρας του Ποσειδώνα για τον Oδυσσέα, καθώς και η απουσία του θεού στους Αιθίοπες, όταν στον Όλυμπο αποφασιζόταν ο νόστος του ήρωα (α 23-31, 79-92)·
• τα περιθώρια που άφησε ο Δίας και για άλλα βάσανα του Οδυσσέα στη θάλασσα (ε 38).
Tα στοιχεία αυτά έχουν ήδη προετοιμάσει την επίθεση του Ποσειδώνα που, επιστρέφοντας από τους Αιθίοπες, μόλις βλέπει τον Οδυσσέα «ν’ αρμενίζει», οργίζεται και μονολογώντας αποκαλύπτει:
• ότι οι θεοί άλλαξαν γνώμη όσο εκείνος έλειπε, που σημαίνει ότι προηγουμένως είχαν συμφωνήσει για την τιμωρία του Oδυσσέα, «παρέγραψαν» όμως, φαίνεται, το σφάλμα του ως εξοφλημένο με τον καιρό και τη  συμπεριφορά του, σε συνάρτηση με την κρίση που υπάρχει στην Ιθάκη· δεν τους αφορούσε άλλωστε·
• ότι γνωρίζει και ο ίδιος πως είναι της μοίρας του Οδυσσέα να σωθεί, όταν φτάσει στους Φαίακες, και ότι τη μοίρα του δεν μπορεί να την αλλάξει. Αποφασίζει λοιπόν αυτό που μπορεί: να τον βασανίσει όσο ακόμη βρίσκεται στον χώρο του με τα όπλα που διαθέτει, την τρίαινα που συνταράσσει τον πόντο κτλ. (311-20). Έτσι, όταν –μετά το ναυάγιο– είδε το θύμα του σε δεινή θέση, σάρκασε χαιρέκακα για την εκδίκηση που πήρε και το εγκατέλειψε, για να καταφύγει στο παλάτι του στις Αιγές (413-20).
 2. Oι φάσεις της επιθετικότητας του Ποσειδώνα και της αντίστοιχης αντίδρασης του Οδυσσέα σε συνάρτηση με την παρέμβαση της Ινώς.
α΄επίθεση του Ποσειδώνα: Mε την τρίαινά του ο Κοσμοσείστης πλήττει ουρανό, στεριά και θάλασσα συγχρόνως και ξεσηκώνει όλους τους ανέμους που «σήκωσαν τεράστιο κύμα» (321-6).
α΄αντίδραση του Οδυσσέα: «λύγισε η ψυχή του» και μονολογώντας αποκαλύπτει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του (327-45):
• συνειδητοποιεί τη δύσκολη θέση του και θυμάται με τρόμο την πρόβλεψη της Καλυψώς στο ε 227-8·
• υποθέτει ότι ο Δίας προκάλεσε τη θαλασσοταραχή και δεν βλέπει σωτηρία·
• καλοτυχίζει τους συμπολεμιστές του που έπεσαν στην Τροία και εύχεται να είχε την τύχη τους, γιατί θα κέρδιζε έτσι τιμή και δόξα·1 ο άδοξος θάνατος τον τρομάζει.
Αγωνία λοιπόν και απελπισία κυριεύουν τον Oδυσσέα, αντίδραση εντελώς φυσιολογική στην αιφνίδια μεταβολή της κατάστασης, λόγος βλάσφημος όμως δεν βγαίνει από το στόμα του.
β΄ επίθεση του Ποσειδώνα: H τρικυμία επιτείνεται: κύμα σαρωτικό έπεσε πάνω στον Oδυσσέα, ταρακούνησε τη σχεδία κι εκείνος βρέθηκε μακριά της· η θύελλα συνέτριψε το κατάρτι και στροβίλιζε το σκάφος όπως ο βοριάς τα αγκάθια στον κάμπο· και ο Οδυσσέας «κεφάλι δεν μπορούσε να σηκώσει / μπρος στην ορμή των φοβερών κυμάτων» (346-54 και 361-6).
β΄ αντίδραση του Oδυσσέα, που παρεμβάλλεται στη διακεκομμένη επίθεση του Ποσειδώνα: «κάποια στιγμή ωστόσο ανάβλεψε» και, αν και αποκαμωμένος, αρπάχτηκε από τη σχεδία και καθισμένος στη μέση της προσπαθούσε να σωθεί (355-60).
Τώρα που ο κίνδυνος είναι άμεσος δεν βρίσκει θέση η λιποψυχία· διατηρεί την ψυχραιμία του και, παρά την εξάντληση, προβαίνει σε ενέργειες αποτελεσματικές.
Παρεμβάλλεται το επεισόδιο της Ινώς (και σαν ανάπαυλα). H Λευκοθέη, σαν από μηχανής θεά, ενθαρρύνει τον Οδυσσέα με τη μορφή πουλιού (367-89):
• του αποκαλύπτει τον αίτιο της συμφοράς του, αλλά και ότι «δεν θα μπορέσει να τον θανατώσει»·
• τον συμβουλεύει να ξεντυθεί, να αφήσει τη σχεδία και κολυμπώντας να προσπαθήσει να φτάσει στη χώρα των Φαιάκων, «όπου η μοίρα του 2 του γράφει να γλιτώσει»·
• του δίνει και το άφθαρτο μαντίλι της, που οι μαγικές 3 του ιδιότητες αποτρέπουν τον θάνατο «και τ’ άλλα πάθη», με αίτημα να της το επιστρέψει, όταν βγει στη στεριά − και βυθίζεται στη θάλασσα.
O Οδυσσέας, μονολογώντας πάλι, σκέφτεται και ζυγίζει όσα άκουσε, για να βρει την καλύτερη λύση:
• η συμβουλή της Ινώς να εγκαταλείψει τη σχεδία και να κολυμπήσει τον κάνει να υποψιάζεται δόλο,4 γιατί βλέπει μακριά τη στεριά, όπου του είπε πως είναι της μοίρας του να σωθεί·
• αποφασίζει, λοιπόν, να μείνει στη σχεδία, και μόνο όταν το κύμα την καταλύσει, τότε θα πέσει στο νερό, αφού δεν βρίσκει «άλλο συμφερότερο» (390-401).Δύσπιστο και επιφυλακτικό δείχνει τον Οδυσσέα αυτός ο μονόλογος αλλά και αποφασιστικό.
γ΄επίθεση του Ποσειδώνα: κορύφωση της τρικυμίας: «κύμα μεγάλο, άγριο, φοβερό και κατακόρυφο» ρίχνει καταπάνω του, που διαλύει τη σχεδία, όπως ο σφοδρός άνεμος τα άχυρα της θημωνιάς, εικόνα που δείχνει άθυρμα στα χέρια του θεού/της φυσικής δύναμης το πρόχειρο έργο του ανθρώπου (402-6).
γ΄αντίδραση του Οδυσσέα: «κρατήθηκε σ’ έναν κορμό / τον καβαλίκεψε», ξεντύθηκε, ζώστηκε το μαντίλι της Ινώς, «βούτηξε στη θάλασσα» και κολύμπησε (407-12).
Ενέργειες μελετημένες, χωρίς επιφυλάξεις τώρα.
 H ανάμειξη δυνάμεων υπερφυσικών μυθοποιεί την κατά τα άλλα ρεαλιστική περιγραφή της τρικυμίας· οι συγκλονιστικές εικόνες της (ακουστικές και οπτικές κυρίως, αλλά και γεύσης και αφής) προκαλούν δέος, καθώς αντανακλούν την κοινή μοίρα των θνητών που αντιμετωπίζουν θανάσιμους κινδύνους, αλλά και αίσθημα περηφάνιας για τον ηρωικό αγώνα του ανθρώπου.
Στην πάλη του, λοιπόν, με το φυσικό φαινόμενο ο Οδυσσέας επαληθεύει τον εαυτό του: κλονίζεται αναλογιζόμενος τον κίνδυνο, μέσα στον κίνδυνο όμως δεν χάνει την ψυχραιμία του· βρίσκει γρήγορα τις δυνάμεις του, τις σωματικές και τις νοητικές, και ενεργεί με ταχύτητα και ευστοχία σωτήρια· είναι πράγματι πολύτροπος, πολύμητις, πολύτλας. O νικηφόρος αυτός αγώνας του υπογραμμίζει, από άλλη σκοπιά τώρα, τον ανθρωποκεντρισμό της Οδύσσειας.
 1 Πρβλ. α 262-9· το ηρωικό ιδανικό του ένδοξου θανάτου πάλι, σε συνδυασμό με το ιδανικό της υστεροφημίας.
2 H γνώση αυτή, φαίνεται, δίνει το δικαίωμα σε μια μικρή θεά να αντιπαρατεθεί στον μεγάλο θεό της θάλασσας.
3  Mαγικό νοείται το αντικείμενο που «κλείνει δυνάμεις υπερφυσικές, χωρίς να είναι αναγκαία η παρουσία κάποιου θεού». Tο μαντίλι της Ινώς όμως δεν φαίνεται να παίζει τέτοιον ρόλο – δεν γίνεται κανένα θαύμα· εκείνο που σώζει τον Οδυσσέα είναι οι δικές του δυνάμεις: κολυμπάει με δύναμη. Την ίδια αντίληψη συναντούμε και σε άλλες περιπτώσεις του έπους, όπου ο ποιητής εντάσσει μαγικά αντικείμενα, κληρονομημένα προφανώς από τις πηγές του. Φαίνεται έτσι ότι ο Όμηρος εξανθρωπίζει το έπος ρίχνοντας το βάρος στον ανθρώπινο παράγοντα.
4  Πρβλ. ε 190-5: παρόμοια αντίδραση, με τη διαφορά ότι εκεί ο Οδυσσέας διαλέγεται με την Kαλυψώ, ενώ εδώ με τον εαυτό του.
 3. Είναι αισθητή η κλιμάκωση των επιθέσεων του Ποσειδώνα –και σε τρεις φάσεις 5– και των αντίστοιχων αντιδράσεων του ΟδυσσέαΠαρατηρούμε ότι η κλιμάκωση της δράσης κλιμακώνει, αντίστοιχα, το ενδιαφέρον και την αγωνία του ακροατή/αναγνώστη για την εξέλιξη.
5 H επική αφήγηση αρθρώνεται συχνά σε σύστημα τριαδικό, μεγάλο και μικρό – και με έμφαση συνήθως στο τρίτο μέρος· π. χ., σε (σχετικά) μεγάλο σχήμα: τρεις οι επιθέσεις του Ποσειδώνα, τριπλή η συμβολή της Καλυψώς στη σχεδία του Οδυσσέα κτλ.·
και σε μικρό σχήμα: το μεγάλο κύμα είναι «άγριο, φοβερό και κατακόρυφο», ο όρκος της
Καλυψώς στο όνομα της Γης, του Ουρανού και της Στύγας (ε 203-4), «είναι της μοίρας του (Οδυσσέα) να ξαναδεί» φίλους-οίκον-πατρίδα (ε 47-9 = 128- 9 κ.ά.)
4. Ο μονόλογος ως στοιχείο αφηγηματικής τεχνικής χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που οι ήρωες αντιμετωπίζουν προβλήματα και είναι μόνοι τους. Επιπλέον δραματοποιεί την αφήγηση και αποκαλύπτει άμεσα τις διαθέσεις, τις σκέψεις, τα συναισθήματα των ηρώων. (Bλ. και το Γ1 στο Βιβλίο.)
 5. Ανάλυση της ομηρικής (διεξοδικής) παρομοίωσης και ο προσδιορισμός της λειτουργίας της. Στην παρομοίωση, π.χ. των στ. 362-4 διακρίνουμε:
α. το αναφορικό μέρος, που αρχίζει συνήθως με το «πώς»/«όπως» («πώς ο χειμερινός βοριάς…»), προηγείται και είναι εκτενέστερο· σ’ αυτό δίνεται το βάρος, για να φωτίσει το δεικτικό μέρος, που είναι το ζητούμενο·
β. το δεικτικό/τροπικό μέρος, που αρχίζει συνήθως με το «έτσι» («έτσι και τη σχεδία…»)·
γ. τους όρους που παρομοιάζονται (τα αγκάθια και τη σχεδία, αντίστοιχα) και
δ. το κοινό τους σημείο, που κάνει δυνατή την παρομοίωση (το στροβίλισμα από τον άνεμο)·
ε. τέλος, διερευνούμε τον λειτουργικό ρόλο της παρομοίωσης: φωτίζει τη ζητούμενη εικόνα, καθώς την παραλληλίζει με μια γνωστή (στον ομηρικό τουλάχιστον ακροατή) εικόνα, συμπληρώνει συχνά την περιγραφή και την πλουτίζει, καθώς εισάγει στον ηρωικό κόσμο του έπους στοιχεία της καθημερινής ζωής (εδώ, από τη φύση)· αυτό γίνεται σαφές, αν δοκιμάσουμε να διαβάσουμε το κείμενο παραλείποντας τις παρομοιώσεις.

Σχολιασμός ε' ραψωδίας, στ.311-420




Σχολιασμός ε' ραψωδίας στ. 421-552


Mε βάση τα ήδη γνωστά για τη διεξοδική παρομοίωση, αναλύεται η παρομοίωση των στίχων 435-41, που είναι από τις πιο σύνθετες της Οδύσσειας και δίνει την ευκαιρία να συμπληρωθούν τα σχετικά με την ανάλυση και τη λειτουργία της ομηρικής παρομοίωσης.
α. τα μέρη της: το αναφορικό: «πόση»/ όση «αγαλλίαση …» και το δεικτικό: «τόση αγαλλίαση …».
β. οι (κύριοι) όροι που (αντίστοιχα) παρομοιάζονται: η αποκατάσταση της υγείας του άρρωστου πατέρα ≈ το αντίκρισμα της στεριάς από τον ναυαγό Οδυσσέα.
γ. το κοινό τους σημείο: δίνουν χαρά (στα παιδιά και στον Οδυσσέα, αντίστοιχα).
Oι όροι όμως που ουσιαστικά παρομοιάζονται, του μεν αναφορικού μέρους στην αρχή είναι τα παιδιά και προς το τέλος ο πατέρας, του δε δεικτικού ο Οδυσσέας, που παρομοιάζεται έτσι τόσο με τα παιδιά όσο και (φυσικότερα) με τον πατέρα· ο ποιητής δηλαδή βρήκε τον τρόπο να δείξει ότι η χαρά των παιδιών και του πατέρα τους, που ξαναβρήκε την υγεία του, είναι κοινή.
δ. Διακρίνονται αντιστοιχίες και σε άλλους όρους της παρομοίωσης:
• H μακρόχρονη αρρώστια του πατέρα αντιστοιχεί στην (τριήμερη ή πολύχρονη) ταλαιπωρία του Οδυσσέα.
• «O φριχτός δαίμονας», που βασανίζει τον πατέρα, αντιστοιχεί στον Ποσειδώνα, που βασανίζει τον Οδυσσέα.
• Oι θεοί που σώζουν τον πατέρα αντιστοιχούν στους θεούς που βοηθούν τον Οδυσσέα.
• Tα παιδιά που χαίρονται με την υγεία του πατέρα τους αντιστοιχούν στον Τηλέμαχο, ο οποίος θα χαρεί με τον νόστο του πατέρα του, που εξισώνεται έτσι με επάνοδο στη ζωή από πιθανό θάνατο.
ε. υλικό για την παρομοίωση αντλείται από την οικογενειακή ζωή.
Tο πλέγμα των αντιστοιχιών αυτής της παρομοίωσης, η πρωτοτυπία της, καθώς και η συγκίνηση, που μεταφέρει στο επίπεδο της αφήγησης, την κάνουν ξεχωριστή. Είναι, λοιπόν, αρτιότερη η παρομοίωση που παρουσιάζει αντιστοιχίες όχι μόνο στους βασικούς αλλά και σε δευτερεύοντες όρους.
Συμπληρώνονται λοιπόν τα σχετικά με τη διεξοδική παρομοίωση:
Για τον τρόπο ανάλυσης:
• εκτός από τους δύο κύριους όρους και το κοινό τους σημείο, (τι παρομοιάζεται – με τι – ως προς τι)· αναζητούνται αντιστοιχίες και σε δευτερεύοντες όρους της παρομοίωσης·
• προσδιορίζεται ο χώρος από τον οποίο αντλείται υλικό·
• αξιολογείται η επιτυχία της παρομοίωσης με βάση τις αντιστοιχίες, την παραστατικότητα και την πρωτοτυπία της εισαγόμενης εικόνας ή κατάστασης, τη διάθεση που μεταφέρει στο επίπεδο της αφήγησης κτλ.
Για τη λειτουργία της:
• H διεξοδική παρομοίωση συναντάται σε κορυφαίες στιγμές της αφήγησης και ζωντανεύει μια εικόνα ή/και φωτίζει μια ψυχική κατάσταση ερμηνεύοντας το άγνωστο και μεμονωμένο με κάτι γνωστό και επαναλαμβανόμενο, οικείο άρα στον (ομηρικό τουλάχιστον) ακροατή.
• Εισάγει, έτσι, στοιχεία καθημερινότητας στην επική αφήγηση, που απομακρύνουν για λίγο τον ακροατή από τον ηρωικό κόσμο, για να επιστρέψει όμως αμέσως μετά σ’ αυτόν πλουσιότερος, με την εμπειρία μιας γνωστής του εικόνας ή/και κατάστασης που κεντρίζει τη φαντασία του και τον βοηθάει να συλλάβει το ζητούμενο.
• Ξεπερνά, λοιπόν, σε δύναμη την απλή περιγραφή η διεξοδική παρομοίωση και, ακόμη, πλουτίζει και ποικίλλει την αφήγηση.
• Aς σημειωθεί ότι και η παρομοίωση ανήκει στους έμμεσους τρόπους παρουσίασης των πραγμάτων.

Σχολιασμός ζ' ραψωδίας στ. 139-259
Σχολιασμός ι' ραψωδίας στ. 240-512

1. Το επεισόδιο των Kικόνων είναι η μόνη ρεαλιστική περιπέτεια (σαν τις επιδρομές που επιχειρούσαν οι Αχαιοί κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου για λόγους ανεφοδιασμού)· από τους Λωτοφάγους και μετά περνούμε στον χώρο του μύθου και του παραμυθιού,1 «στον οποίο οι πάγιες ηρωικές αξίες, οι αξίες της ανθρώπινης κοινωνίας και του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, δεν έχουν κανένα απολύτως αντίκρισμα. O Οδυσσέας δεν έρχεται αντιμέτωπος με ηρωικούς αντιπάλους αλλά με υπερφυσικά όντα, γίγαντες, μάγισσες και θαλάσσια τέρατα». Στη Σχερία μόνο, αλλά σε περιβάλλον παραμυθιακό και εκεί, ξανασυναντά ανθρώπους.
1 Στον κόσμο αυτό συμβαίνουν πολλά θαυμαστά και μαγικά, ο ποιητής όμως δεν επιμένει σ’ αυτά· «αντίθετα, τα πάντα επικεντρώνονται γύρω από την ανθρώπινη περιπέτεια του Οδυσσέα». O ύποπτος και ασταθής αυτός κόσμος χρησιμοποιείται με τρόπο λιτό, για να αναδειχτεί η προνοητικότητα, η τόλμη, η υπευθυνότητα του ήρωα.
 2. H επιλογή του ποιητή να αρχίσει την Oδύσσειά του in medias res έχει τα εξής ευχάριστα αποτελέσματα:
• Να διηγηθεί ο ίδιος ο Οδυσσέας τις πρώτες δίχρονες περιπέτειες που έζησε μαζί με τους συντρόφους του.2 Kαι κάνει αισθητή τη χρονική απόσταση, που τον χωρίζει από αυτές, καθώς η διήγησή του συνταιριάζει δυο φωνές: η μία διηγείται τα γεγονότα στη διαδοχική τους εξέλιξη και η άλλη τα σχολιάζει και ως ένα σημείο τα ερμηνεύει, άλλοτε εκ των προτέρων και άλλοτε εκ των υστέρων. Στην Ενότητα αυτή, π.χ., αποκαλεί προκαταβολικά «νηπίους» τους συντρόφους στο επεισόδιο των Kικόνων, χαρακτηρίζει τον Πολύφημο πριν τον γνωρίσει, σχολιάζει τις σωστές ενέργειές του (310-2, 460-1, 493-4, κ.ά.) αλλά και τη
λανθασμένη (253-4). Αποδεικνύεται, λοιπόν, δεξιοτέχνης αφηγητής των περιπετειών του ο ήρωας, έπαινος που ανήκει στον υποβολέα του, τον ποιητή της Οδύσσειας.
• Να αναστραφεί έτσι η ροή της αφήγησης: στο ποιητικό παρόν του έπους να ενταχθεί το ποιητικό του παρελθόν με την τεχνική της αναδρομικής διήγησης (flashback)· ο Οδυσσέας να διαδεχτεί τον Δημόδοκο· το τραγούδι να γυρίσει σε διήγηση, ο αοιδός σε ραψωδό των δικών του δεινών, τα οποία όμως η ποίηση μεταβάλλει σε ακροαματική τέρψη.
Kαι καθώς ο Οδυσσέας ξετυλίγει την ιστορία του, το πλασματικό του ακροατήριο υποχωρεί αφήνοντας τη θέση του στο εκάστοτε πραγματικό ακροατήριο του έπους, οπότε και ο πλασματικός αφηγητής μεταβάλλεται σε πραγματικό − ταυτίζεται κατά κάποιον τρόπο με τον ίδιο τον ποιητή.
2 H εκτεταμένη αυτή αναδρομική αφήγηση του Οδυσσέα (οι «Απόλογοι») έχει κανονικά τη θέση της στην πατρίδα: ο ξενιτεμένος, που επιστρέφει έπειτα από πολύχρονη απουσία, είναι φυσικό να θέλει να διηγηθεί σε δικούς και φίλους τι έπραξε και τι έπαθε. Kαι ο ποιητής διατηρεί αυτή την παράδοση με τον «Μικρόν Απόλογον», καινοτομεί όμως όταν εισάγει τους «Μεγάλους Απολόγους» στον ενδιάμεσο νόστο του, τη Σχερία. (Bλ. και το σχόλ. 2 στο Βιβλίο.)
 3. Στο πλαίσιο των «Απολόγων», ο Οδυσσέας και σύντροφοι συνυπάρχουν· έχουμε έτσι τη δυνατότητα να παρακολουθούμε τις σχέσεις τους και να τις αξιολογούμε σε σχέση και με την προεξαγγελία του προοιμίου.
Από τα συμβάντα στους Kίκονες, στους Λωτοφάγους3 και στους Κύκλωπες, διαπιστώνουμε ότι:
• λειτουργούν ως ομάδα με αρχηγό που κατευθύνει τις ενέργειές τους και συνεργάζεται μαζί τους επιλέγοντας τους καλύτερους για την κάθε περίσταση (όπως φαίνεται στην περίληψη κυρίως)·
• εκείνος φροντίζει για τη σωτηρία όλων και στην ανάγκη τούς παίρνει μαζί του με τη βία·
• τους δίνει εντολές, που όταν δεν τηρούνται έχουν οδυνηρές συνέπειες για όλους (η παρακοή τους στους Kίκονες τους στοίχισε έξι 4 συντρόφους από κάθε καράβι: 12χ6=72)·
• κάνει όμως και εκείνος λάθος που το αναγνωρίζει, αλλά και το δικαιολογεί5 (248-54), το πληρώνουν ωστόσο με τη ζωή τους έξι σύντροφοι·
• μοιράζονται εξίσου τα λάφυρα· τιμητική μόνο είναι η διάκριση υπέρ του αρχηγού (610-3)·
• θλίβονται και θρηνούν όλοι μαζί για τους συντρόφους που χάνουν κάθε φορά.
→ Παρουσιάζεται λοιπόν υπεύθυνος αρχηγός ο Οδυσσέας, όχι όμως πάντοτε και ανεύθυνος για τον χαμό των συντρόφων του.
3 Mε τους Kίκονες και τους Λωτοφάγους αρχίζει η εναλλαγή εξωτερικών και εσωτερικών απειλών του νόστου. «Οδυσσέας και σύντροφοι έχουν να παλέψουν με φοβερούς κινδύνους αλλά και πειρασμούς γλυκούς. O Οδυσσέας αντέχει, οι σύντροφοι όχι· γι’ αυτό, αυτοί δεν θα επιστρέψουν.»
4 Στην Ενότητα αυτή παρατηρείται συσσώρευση του αριθμού 3 και των πολλαπλασίων του: 3 «φορές» (402), 6 σύντροφοι, 9 μέρες, 12 καράβια, 12 εταίροι, κτλ. O αριθμός 3 θεωρείται από όλους σχεδόν τους λαούς ιερός, μυστηριακός. Απαντά συχνά ως τυπικός αριθμός στη λαϊκή αφήγηση (παραμύθια, μύθους, παραδόσεις, τραγούδια, π.χ., 3 αδέρφια, 3 μήλα, 3 πουλιά, 3 φορές κτλ.) – από όπου πρέπει να αντλεί και ο Όμηρος.
5 O Οδυσσέας (ως εκπρόσωπος και του ερευνητικού ιωνικού πνεύματος) θέλει να γνωρίσει τον ένοικο της σπηλιάς· μετριάζεται έτσι η ευθύνη του για την απώλεια των 6 συντρόφων. «Στην περιπέτεια των Κυκλώπων ο Οδυσσέας είναι, ακόμη, περισσότερο αυτός που ριψοκινδυνεύει παρά αυτός που φροντίζει.». Αντίθετα, στους συντρόφους του– την πρόταση των οποίων αναγνωρίζει ως συμφερότερη αυτή τη φορά ο Οδυσσέας– αρκούν οι προμήθειες για την κάλυψη των υλικών μόνο αναγκών.
 5. Mε βάση την περίληψη της ραψωδίας, τους σχετικούς στίχους του αποσπάσματος (240-4, 259-77, 299-307) και την όλη σύγκρουση του Οδυσσέα με τον Πολύφημο ως τύπο αντιπροσωπευτικό των Κυκλώπων (317 κ.ε.), συνθέτουμε την κατάσταση και την εικόνα τους:
• ζουν απομονωμένοι μέσα σε σπηλιές· δεν έχουν θεσμούς (φιλοξενίας π.χ.) ούτε κάποια οργάνωση κοινωνική ή πολιτική (επικοινωνία μεταξύ τους, συνέλευση για τη συζήτηση κοινών θεμάτων και λήψη αποφάσεων) ούτε δεσμεύσεις ηθικές (αίσθηση δικαίου, π.χ.)· δεν έχουν τεχνίτες για την κατασκευή καραβιών, ώστε να επικοινωνούν με άλλους τόπους·6 δεν σέβονται τους θεούς·7
• παρουσιάζονται τερατόμορφοι (γιγαντόσωμοι και μονόφθαλμοι8), υπερφυσικά δυνατοί και ανθρωποφάγοι, ανήκουν όμως στην κατηγορία του ανθρώπινου γένους, αφού μιλούν και σκέπτονται (απλοϊκότατα βέβαια, γι’ αυτό και εύκολα εξαπατώνται), ανάβουν φωτιά, εκμεταλλεύονται γιδοπρόβατα, κτλ. → Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι Κύκλωπες «αντικατοπτρίζουν περισσότερο πρωτόγονες καταστάσεις της ανθρωπότητας παρά αληθινά τέρατα».
6 Από τα αρνητικά αυτά χαρακτηριστικά των Κυκλώπων μπορούμε να συναγάγουμε, με τη μέθοδο της αντίθεσης, τα θετικά της πολιτισμένης ομηρικής κοινωνίας.
7 Θεωρούν ότι είναι (κι έτσι παρουσιάζονται) υπερφυσικές δυνάμεις, που δεν έχουν ηθικούς περιορισμούς, γι’ αυτό και δεν μπορούν να κριθούν με ανθρώπινα μέτρα, όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί στην ομηρική εποχή. Αλλά και οι θεοί δεν φαίνεται να τους καταλογίζουν ασέβεια, γιατί, χωρίς νόμους και θεσμούς και τερατώδεις καθώς είναι, αποτελούν εξωηθικές δυνάμεις της φύσης.
8 H μονοφθαλμία του Πολύφημου δεν δηλώνεται· προκύπτει από την περιγραφή της τύφλωσης (βλ., π.χ., τον στ. 443). «Γιατί το έπος αποφεύγει όσο μπορεί ό,τι είναι αφύσικο.» Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι απεικονίσεις της τύφλωσης δεν δείχνουν μονόφθαλμο τον Πολύφημο.
 6. Σ’ αυτόν τον προπολιτισμικό κόσμο εισβάλλει ο πολιτισμένος (στην επική του εκδοχή) ήρωας με σκοπό να τον γνωρίσει, επιχειρεί όμως και να τον φέρει, εκβιαστικά, στο επίπεδο του δικού του πολιτισμού: παρουσιάζεται στον Κύκλωπα ως ικέτης και του μιλά στην αρχή με ειλικρίνεια9 διεκδικώντας τα δικαιώματα του ικέτη και του ξένου στο όνομα του Ξένιου Δία (285-97), ο Κύκλωπας όμως μένει ασυγκίνητος από τις ηθικές αξίες του πολιτισμένου κόσμου (300-7)· ο Οδυσσέας θεωρεί κακούργημα την ανθρωποφαγία του, που την τιμωρεί ο Δίας (531-4), ο Κύκλωπας όμως τρώει ανθρώπους όπως πίνει το γάλα του (327-8). H σύγκρουσή τους είναι αναπόφευκτη αλλά με τρόπους και μέσα εντελώς διαφορετικά:
• O Κύκλωπας παρουσιάζεται πελώριος και υπερφυσικά δυνατός, όταν κλείνει την είσοδο της σπηλιάς (266) και όταν κομματιάζει και καταβροχθίζει τους συντρόφους (318-21), αλλά αφελής, όταν προσπαθεί ν’ αποσπάσει χρήσιμες γι’ αυτόν πληροφορίες (308-9, 395-6).
• O Οδυσσέας, καθώς δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τον αντίπαλό του στη σωματική δύναμη, και οι συνθήκες δεν του επιτρέπουν να χρησιμοποιήσει ξίφος (331-8), αξιοποιεί στο έπακρο την μήτιν10 –το μόνο όπλο του απέναντι στην τερατώδη δύναμη του Κύκλωπα– και εκμεταλλεύεται τη χοντροκεφαλιά του: τον παραπλανά με τις ψευδείς πληροφορίες για το καράβι τους (313-6)11 και για το όνομά του (406-10, πρβλ. 455-61), τον εξαπατά με το κρασί (385-402), κοιμισμένον και μεθυσμένον τον τυφλώνει και τον εξουδετερώνει ως απειλή (414 κ.ε.), όχι όμως και ως δύναμη, που τη θέτει τώρα στη δική του υπηρεσία· έτσι, και με το εύρημα των κριαριών κατορθώνει και βγαίνει από τη σπηλιά με τους έξι συντρόφους που του απόμειναν.
→ Από την αναμέτρησή τους νικητής, μέχρις εδώ, βγαίνει ο πολύμητις 12 (και χωρίς καμιά θεϊκή επέμβαση αυτή τη φορά), όχι όμως χωρίς απώλειες, που είναι πάντοτε οδυνηρές για έναν αρχηγό – ο καρπός της γνώσης πληρώνεται ακριβά από καταβολής κόσμου.
9 Την παραπλανητική τακτική του έβαλε σε ενέργεια ο Οδυσσέας, όταν άκουσε την περιφρόνηση του Κύκλωπα για τους θεούς (300 κ.ε.) και, κυρίως, όταν είδε τους μισούς από τους συντρόφους που είχε μαζί του να κατασπαράσσονται.
10 Bλ. την 7η σημείωση της 8ης διδ. Ενότητας.
11 Mε την πλαστή αυτή ιστορία ο ήρωας, «δίχως να το υποπτεύεται, προφητεύει, με μικρές παραλλαγές, το δικό του τελευταίο ναυάγιο […] στις ακτές της Σχερίας», γνωστό στον ακροατή από τη ραψωδία ε.
12 O ποιητής, δηλαδή, στηρίζει τον Οδυσσέα (τον εκπολιτισμένο άνθρωπο στην προσπάθειά του να εξουδετερώσει ό,τι αντιτίθεται στον δικό του κόσμο) και δεν αναγνωρίζει κανένα δίκαιο στον πρωτόγονο γίγαντα.
7.  Λίγα συμπληρωματικά σχόλια για τον παραμυθιακό χαρακτήρα της «κυκλώπειας»:
• Yπάρχουν πολλές παραλλαγές του παραμυθιού του Κύκλωπα στην παγκόσμια μυθολογία, που από τα πανάρχαια χρόνια διασώζουν τον εξής βασικό πυρήνα: ένα έξυπνο παλικάρι εγκλωβίζεται στη σπηλιά ενός ανθρωποφάγου γιγαντόσωμου βοσκού (συχνά μονόφθαλμου), τον εξουδετερώνει όμως τυφλώνοντάς τον και δραπετεύει ντυμένος μια προβιά ή γαντζωμένος στην κοιλιά ενός προβάτου (βλ. και το B΄ στο Βιβλίο).
• Το θέμα, άρα, αποδεικνύεται ιδιαίτερα αγαπητό στον (λαϊκό) ακροατή, που καμαρώνει για την επιβολή της (πολιτισμένης) δύναμης του νου στην (πρωτόγονη) σωματική δύναμη.
• Ο ποιητής της Οδύσσειας προσάρμοσε δημιουργικά τον κεντρικό πυρήνα αυτού του παραμυθιού στις ανάγκες του δικού του έργου,13 τον πλούτισε με στοιχεία από παρεμφερή παραμύθια όπως το όνομα Ούτις και το μεθύσι του Κύκλωπα, και του πρόσθεσε συναισθήματα.14
13 H προσαρμογή του παραμυθιού του Κύκλωπα στις ανάγκες της ομηρικής Οδύσσειας θα φανεί στην επόμενη Ενότητα.
14 Oι εγκλωβισμένοι παρουσιάζονται να ζουν μια συναισθηματική καμπύλη από την ανησυχία των συντρόφων και την περιέργεια του Οδυσσέα (248-54), ως τον κοινό τρόμο (262, 282-3) και την απόγνωση (324-6)· την αμφιταλάντευση του Οδυσσέα, έπειτα, για τον τρόπο δράσης (331-8), και την αγωνία όλων κατά την οργάνωση και εκτέλεση του σχεδίου της τύφλωσης και της διαφυγής, αλλά και την ικανοποίηση του αρχηγού για την επιτυχία (460-1), συναισθήματα που περνούν και στον ακροατή. O ποιητής όμως προίκισε με τρυφερότητα για το κριάρι του και τον τερατόμορφο γίγαντα προκαλώντας έτσι κάποια συμπόνια των ακροατών και γι’ αυτόν (495 κ.ε.).

Σχολιασμός ι' ραψωδίας στ. 512-630
1. Oι φάσεις της κλιμακούμενης πορείας του (νικητή) Οδυσσέα προς την ύβρη και οι αντίστοιχες αντιδράσεις του (ηττημένου) Πολύφημου:
α. Mετά τις βιαστικές αλλά ψύχραιμες ενέργειες των στίχων 513-24 και την αίσθηση μιας σιγουριάς (527), ο Οδυσσέας θριαμβολογεί ως ήρωας επικός χλευάζοντας τον ηττημένο αντίπαλο: υπογραμμίζει τη γενναιότητά του και τη δίκαιη τιμωρία του Κύκλωπα, αλλά την αποδίδει στον Ξένιο Δία, στο όνομα του οποίου μάταια είχε ζητήσει φιλοξενία (528-34).
– Οργισμένος ο τυφλωμένος Κύκλωπας αντιδρά με άλογο πρωτογονισμό: οδηγημένος από τη φωνή του Οδυσσέα εκσφενδονίζει καταπάνω τους «μια κορυφή ψηλού βουνού», που απείλησε το καράβι και το γύρισε πίσω, η ναυτική εμπειρία του ήρωα όμως απέτρεψε το κακό (535-46).
β. Πιο σίγουρος τώρα ο Οδυσσέας («δυο φορές μακρύτερα από πριν»), παρά την αποτρεπτική συμβουλή των συντρόφων του1 (πρβλ. ι 248-54), προκαλεί τον Κύκλωπα καυχώμενος για την επιτυχία του: θεωρεί δικό του κατόρθωμα την τύφλωση και αποκαλύπτει την ταυτότητά του2 με όλους τους επίσημους τίτλους της (547- 63) – από Ούτις ξαναέγινε Οδυσσέας.
– H αποκάλυψη της ταυτότητας του Οδυσσέα ενεργοποιεί τη μνήμη του Πολύφημου: θυμάται μια παλιά προφητεία και, με βάση το δικό του μέγεθος, εκπλήσσεται με την ασημαντότητα του ανθρώπου που, για να τον τυφλώσει, χρησιμοποίησε απάτη. Επιχειρεί στη συνέχεια να ανταποδώσει –αλλά εντελώς αδέξια– την απάτη και κάνει λόγο για τον πατέρα του, τον Ποσειδώνα, ως τον μόνο που μπορεί να τον γιατρέψει3 (565-80).
γ. O Οδυσσέας άκουσε για δεύτερη φορά τώρα (μετά το ι 459) ότι ο Ποσειδώνας είναι πατέρας του Πολύφημου, αλλά δεν συγκρατείται· και δεν απευθύνεται μόνο εκδικητικά στον Κύκλωπα, αλλά προσβάλλει και τον μεγάλο θεό της θάλασσας περιφρονώντας τη δύναμή του (και βρίσκεται στον χώρο του)· ξεπέρασε έτσι τα ανθρώπινα όρια (582-4).
– H αντίδραση του Πολύφημου: απευθύνει παράκληση στον πατέρα του και –με τα στοιχεία που διαθέτει πια– διατυπώνει μια διαζευκτική κατάρα4 για τον Οδυσσέα, που ο Ποσειδώνας την ένιωσε αμέσως (585-97), χωρίς να καθορίσει όμως ποια εκδοχή της θα ισχύσει (βλ. και το σχόλιο 2 στο Βιβλίο).
 Oι τρεις σύντομοι λόγοι του Οδυσσέα προς τον Κύκλωπα, δίνουν ένταση και νεύρο στο κείμενο και υπογραμμίζουν τη διάθεση του ήρωα για θριαμβολογία, έχει ωστόσο ψυχολογική εξήγηση: η αίσθηση της προσωπικής επιτυχίας (εξαπάτησε – τύφλωσε – αποδυνάμωσε έναν γίγαντα), που εκδηλώθηκε ήδη στο 460-1 και 493-4, ήταν φυσικό να μεγαλώσει, όταν ο Οδυσσέας, με την ιδέα ότι ξέφυγε τον κίνδυνο, θέλησε ως ήρωας επικός να πανηγυρίσει τη νίκη του, εκδικούμενος έτσι και την απώλεια των έξι συντρόφων του. Αρχίζει λοιπόν να θριαμβολογεί σεμνά στην αρχή, υπεροπτικά στη συνέχεια και προσβλητικά τέλος για τον ίδιο τον Ποσειδώνα· έφτασε έτσι στην ύβρη.5
1 H αποτρεπτική συμβουλή των συντρόφων (551-7) διακόπτει την πρόθεση του Οδυσσέα να προκαλέσει τον Κύκλωπα (548-9) από την πραγματοποίηση αυτής της πρόκλησης (560-3), τρόπος που θεωρείται λαμπρό δείγμα τεχνικής.
2 O Οδυσσέας εδώ «καταργεί τη δραστικότητα της ανωνυμίας, που τον προστάτευε έως τώρα με το ψευδώνυμο Oύτις», και δίνει στον Πολύφημο στοιχεία για την κατάρα του. Αυτό σημαίνει ότι ο Οδυσσέας «την τελευταία στιγμή αναιρεί τον πολυμήχανο εαυτό του και αποδείχνεται κατά κάποιον τρόπο νήπιος». H  εκτροπή όμως αυτή ήταν αναγκαία γιατί σκοπό έχει να εκθρέψει την ιδιότυπη ύβρη του Οδυσσέα και να προκαλέσει την οργή του Ποσειδώνα». Aς σημειωθεί ότι τα στοιχεία της ταυτότητας του Οδυσσέα ήταν απαραίτητα για την κατάρα· το όνομα, ιδιαίτερα, του ήρωα είναι κάτι περισσότερο από ένα απλό σύμβολο της ύπαρξής του –στη γλώσσα του μύθου το πρόσωπο ταυτίζεται με το όνομά του– και μπορεί έτσι εύκολα να τον «πιάσει η κατάρα». Tην ταύτιση αυτή την επιβεβαιώνει η πεποίθηση (που επιβιώνει ως συνήθεια μάλλον) ότι η ονομασία ενός απογόνου με το όνομα προγόνου εξασφαλίζει στον δεύτερο τη συνέχεια.
3 H προσφυγή του Πολύφημου στη βοήθεια του πατέρα του δεν σημαίνει ότι έπαψε να αδιαφορεί για τους θεούς, γενικά.
4 «H διατύπωση του αιτήματος υπακούει στην ομηρική αντίληψη περί μοίρας: αν η επιστροφή του Οδυσσέα είναι προδιαγραμμένη από τη μοίρα, τότε η παρέμβαση ενός θεού δεν είναι ικανή να την εμποδίσει. Eντός αυτών των ορίων, ωστόσο, ο θεός έχει τη δύναμη να επηρεάσει σημαντικά τον ρου των γεγονότων.»
5 O Οδυσσέας είχε ζητήσει από τον Κύκλωπα να σεβαστεί τον Ξένιο Δία, ο ίδιος όμως δεν σεβάστηκε τον Ποσειδώνα, παρά τη δήλωση του Πολύφημου ότι είναι πατέρας του.
 2. H ύβρις (βλ. και τη σημείωση 13 της 2ης διδ. Ενότητας):
H ύβρις είναι σύλληψη του ανθρώπου που διαμορφώθηκε μέσα σε θεοφοβούμενη κοινωνία, έχει μια αίσθηση δικαίου και γνωρίζει τα όριά του στις σχέσεις του με τους θεούς και τους συνανθρώπους του.6 Εκδηλώνεται ως προσβολή/αδικία εις βάρος θεών ή/και ανθρώπων, σε στιγμές που κάποιος αισθάνεται δυνατός, νικητής κ.τ.ό., και καταλήγει σε υπέρβαση των ορίων του. Tην υπέρβαση αυτή οι θεοί την εχθρεύονται· ή, μάλλον, η υπέρβαση προκαλεί την οργή των θεών/τη νέμεση και ακολουθεί η τιμωρία/η τίση, αν ο πορευόμενος προς την ύβρη αδιαφορήσει για την (με κάποιον τρόπο) προειδοποίηση των θεών να σταματήσει αυτή την πορεία· σχηματικά: ύβρη→νέμεση→τίση.
ύβρις εδώ προβάλλει ως ασέβεια/περιφρόνηση του Ποσειδώνα από τον Oδυσσέα,7 και ο Δίας εκδήλωσε αμέσως την απαρέσκειά του προς τον ήρωα ορίζοντας και την τιμωρία του8 (615-8), που θεμελιώνει τη δομή του ποιήματος. Ήταν αναγκαία, δηλαδή, η ύβρις του Οδυσσέα για να συνδεθούν τα παθήματά του με την ηθική αρχή της Οδύσσειας, σύμφωνα με την οποία όποιος παθαίνει έχει φταίξει γι’ αυτό.9 Εκτός λοιπόν από την επική καυχησιολογία, προστέθηκε και ηθική στο παραμύθι του Κύκλωπα.
6 Στον ανθρωποφάγο Κύκλωπα, που ζει σε ανοργάνωτη κοινωνία, χωρίς νόμους και αίσθηση δικαίου, χωρίς σεβασμό στους θεούς και με δύναμη απεριόριστη, δεν μπορούμε να καταλογίσουμε ύβριν, γιατί οι Κύκλωπες αποτελούν εξωηθικές δυνάμεις της φύσης (όπως και οι θεοί)· απόδειξη ότι όχι μόνο ο πατέρας του αλλά και ο Δίας είναι με το μέρος του, αφού φροντίζει για την υλοποίηση του αιτήματός του. O Οδυσσέας, βέβαια, κρίνοντας με μέτρα ανθρώπινα (ότι η παραβίαση ηθικών αξιών τιμωρείται), απέδωσε αρχικά στον Δία την τιμωρία του Πολύφημου επιχειρώντας να την εντάξει στο ηθικό σχήμα της Οδύσσειας. H τύφλωση όμως ήταν έργο δικό του, δικαιωμένο από τις συνθήκες· έργο του ανθρώπου δηλαδή στην προσπάθεια να εξουδετερώσει ό,τι αντίκειται στον δικό του κόσμο, πράγμα που επιδοκιμάζει ο ποιητής.
7 «Αμφισβητεί στον θαλάσσιο θεό τη δυνατότητα να γιατρέψει τον τυφλωμένο γιο του – κι αυτή η αμφισβήτηση είναι μια τυπική προσβολή.» Aς σημειωθεί ότι, ενώ σ’ όλο το έργο ως αιτία της έχθρας του Ποσειδώνα για τον Οδυσσέα αναφέρεται η τύφλωση του Πολύφημου, εδώ, στην ανάπτυξη του επεισοδίου, η τύφλωση φάνηκε επιβεβλημένη, στη συνέχεια όμως προέκυψε θέμα ηθικό. O Οδυσσέας δηλαδή έφτασε στην ύβριν όχι αμυνόμενος αλλά καυχώμενος για το κατόρθωμά του. H τύφλωση, ωστόσο, συνιστά και καθεαυτήν προσβολή έμπρακτη, και όχι μόνο για τον παθόντα αλλά και για τον πατέρα του, και μάλιστα περισσότερο οδυνηρή από την εις βάρος του ασέβεια, αφού αυτή φαίνεται να εξοργίζει τον θεό εναντίον του ήρωα.
8 O Ποσειδώνας υβρίστηκε, την τιμωρία όμως όρισε ο Δίας, ως ανώτερη αρχή που υπερασπίζεται το δίκαιο και τιμωρεί την ανθρώπινη αλαζονεία.
9 Aς σημειωθεί ότι η ύβρις του Οδυσσέα διαπράττεται στην αρχή σχεδόν των περιπετειών του, ώστε ο ήρωας μετά τα πολύχρονα δεινά του να παρουσιάζεται καθαρμένος: έφταιξε – πλήρωσε – δικαιούται, άρα, τώρα να αποκατασταθεί.
3. Από τις τελευταίες ενέργειες του Οδυσσέα και των συντρόφων του επισημαίνεται η δίκαιη μοιρασιά ας και η τιμητική προσφορά του κριαριού στον αρχηγό, το οποίο έσπευσε να προσφέρει ευχαριστήρια θυσία στον Δία, που δεν έγινε όμως δεκτή (610-6). H άρνηση αυτή αποτελεί την πρώτη ένδειξη ότι ο Οδυσσέας, προσβάλλοντας τον Ποσειδώνα, έγινε δυσάρεστος στους θεούς.
H απόφαση, τώρα, του Δία να αφανιστούν τα καράβια και οι σύντροφοι του Οδυσσέα (616-8), όπως εκ των υστέρων υποθέτει στη διήγησή του ο ήρωας, δείχνει ότι ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων, αναλαμβάνοντας ρόλο διαιτητή, καθόρισε ως τιμωρία του ήρωα τη μικρότερη εκδοχή του αιτήματος του Πολύφημου· επέλεξε δηλαδή την τιμωρία τη σύμφωνη με τη σχετική παράδοση για τη μοίρα του Οδυσσέα, αυτήν που αναγκάστηκε, τελικά, να δεχθεί και ο Ποσειδώνας.
 4. H «Κυκλώπεια» ηθογραφεί τον Οδυσσέα περισσότερο από κάθε άλλη περιπέτειά του και γίνεται αιτία και αφετηρία των βασάνων του. Στη σπηλιά του Πολύφημου ο ήρωας δεν είναι ακόμη πολύπαθος· τον χαρακτηρίζει τόλμη και διάθεση ερευνητική. Δοκιμάζει έτσι τον Κύκλωπα στο όνομα του Ξένιου Δία. Kαι όταν διαπιστώνει τη στάση του απέναντι στους θεούς, αρχίζει να παίρνει προφυλάξεις (με την πλαστή ιστορία για το καράβι τους), ενώ, όταν δοκιμάζεται (με την απώλεια έξι συντρόφων), επιστρατεύει κάθε δολερό τέχνασμα (το κρασί, την τύφλωση, το πλαστό όνομα, τη φυγή κάτω από τα κριάρια), εξουδετερώνει τον γίγαντα και σώζεται μαζί με τους υπόλοιπους έξι συντρόφους. Επιβεβαιώνει έτσι στο έπακρο τους χαρακτηρισμούς του πολύτροπου/του πολυμήχανου/του πολυμήτιος, ως επικός ήρωας όμως δεν αποφεύγει την καυχησιολογία –και δίνει στοιχεία στον Πολύφημο για την κατάρα του–ούτε την υπέρβαση των ανθρώπινων ορίων – και προσβάλλει τον Ποσειδώνα. Γίνεται έτσι υβριστής, γι’ αυτό ο Δίας, αντί να δεχτεί τη θυσία του, καθορίζει την τιμωρία του. Στη συνέχεια ο Οδυσσέας, πληρώνοντας το αμάρτημά του και αναπτύσσοντας καρτερία στις συμφορές, θα αποδειχτεί και πολύτλας (πολύπαθος και καρτερικός).

Σχολιασμός π' ραψωδίας στ. 1-185
1. H άγνοια του Τηλέμαχου σχετικά με την παρουσία του Οδυσσέα στο καλύβι του Εύμαιου δημιουργεί δραματική ειρωνεία στη συνάντηση πατέρα-γιου. Η δραματική ειρωνεία εκτός από την τέρψη και την αίσθηση υπεροχής του ακροατή, επιβραδύνει την εξέλιξη του μύθου, και επαυξάνει έτσι το ενδιαφέρον για τη συνέχεια.
Τα στοιχεία αυτής της δραματικής ειρωνείας:
• Ο Εύμαιος υποδέχεται τον Τηλέμαχο όπως πατέρας τον μονάκριβο γιο του έπειτα από δεκάχρονη απουσία και «σάμπως να γλίτωσε από θάνατο» (21-6)1 – χωρίς και οι δυο να γνωρίζουν την παρουσία του Οδυσσέα, που είναι αυτός που περιπλανήθηκε δέκα χρόνια και γλίτωσε από θάνατο.
• Oι προσφωνήσεις προς τον Τηλέμαχο «γλυκό μου φως» (28) και «παιδί μου» (30) ανήκουν στον Οδυσσέα.
• H ευγενική παραχώρηση του Τηλέμαχου στον «ξένο» που υποχώρησε στο πέρασμά του: «κάθισε, ξένε2 μου[…]» (50-3).
• H προσφώνηση «φίλε» του Οδυσσέα προς τον Τηλέμαχο, η υποβολή των «άστοχων ερωτήσεων» και η ευχή του να ήταν γιος του Οδυσσέα, που συνοδεύεται από αυτοκατάρα (101-13).
→ O ποιητής έπαιξε στην Ενότητα αυτή με την άγνοια του Εύμαιου και του Τηλέμαχου για την παρουσία του Οδυσσέα και έστησε μία από τις θελκτικότερες3 σκηνές του έργου του.
1 «Mέσα σ’ αυτήν την εικόνα, με κάτοπτρο τον αγαθό χοιροβοσκό, δημιουργούνται αλλεπάλληλοι αντικατοπτρισμοί: ο Εύμαιος υποδύεται τον Οδυσσέα· ο Οδυσσέας ανακλάται στον Εύμαιο και στον Τηλέμαχο· ο Τηλέμαχος οικειοποιείται τον δεκάχρονο νόστο του πατέρα του – εμφανίζεται σαν είδωλό του.»
2 O Τηλέμαχος αποκαλεί «ξένο» τον πατέρα του και στις εξής ακόμα περιπτώσεις: α. όταν ζητεί πληροφορίες για τον «ξένο», και ο Εύμαιος συνοψίζει την πλαστή ιστορία του (66-76)· β. όταν αρνείται να δεχτεί τον «ξένο» στο παλάτι λόγω αδυναμίας να τον προστατέψει από τους μνηστήρες, είναι όμως πρόθυμος να αναλάβει την ένδυση και τη διατροφή του (79-97)· γ. όταν, απολογούμενος στον έμμεσο έλεγχο του «ξένου», τον ενημερώνει για το «μονόκληρο» γένος της βασιλικής οικογένειας της Ιθάκης (Αρκείσιος → Λαέρτης → Οδυσσέας → Τηλέμαχος), εξαιτίας του οποίου είναι μόνος ανάμεσα στους αμέτρητους κακόβουλους μνηστήρες, που απειλούν και τη ζωή του (123-39).
3 Σ’ αυτό συμβάλλει και η κυριαρχία του διαλόγου με τους σύντομους σχετικά λόγους-αντίλογους, που δίνουν γοργό ρυθμό στην αφήγηση, αλλά και μερικές ουσιαστικές λεπτομέρειες, που προσδίδουν χάρη και αληθοφάνεια στην περιγραφή (όπως οι οπτικοακουστικές εικόνες κυρίως των στ. 5-20), και μεταφορές (κυρίως των στ. 78, 102, 132) κτλ.
 2. Περιγραφή και αξιολόγηση της συμπεριφοράς του Οδυσσέα:
• Ακούει πρώτος τα βήματά του και τον αναγγέλλει στον Εύμαιο ως γνώριμο, γιατί «δεν αλυχτούν οι σκύλοι» (5 κ.ε.)· από τους στίχους 28-9 κ.ε., πάντως, γνωρίζει σίγουρα ότι αντικρίζει τον γιο του.
• Bλέπει τον Εύμαιο να παίζει τον ρόλο του πατέρα (19-32), αλλά μένει «διακριτικός θεατής της σκηνής»· ότι συγκρατούσε τα δάκρυα το μαθαίνουμε στο 212-3.
• Ακούει την αγωνιώδη απορία του Τηλέμαχου για την Πηνελόπη και τον καθησυχασμό του Εύμαιου (40 κ.ε.), κάθεται στο ίδιο τραπέζι με τον γιο του, που ακούει τον Εύμαιο να συνοψίζει την πλαστή ιστορία του (58-76), και σιωπά.
• Όταν όμως ακούει την έκφραση αδυναμίας του Τηλέμαχου να φιλοξενήσει τον «ξένο» στο παλάτι λόγω της ατάσθαλης συμπεριφοράς των μνηστήρων (78 κ.ε), δεν μπορεί να συγκρατήσει την οργή του, την εκτονώνει ωστόσο για να πετύχει συγκεκριμένους σκοπούς: να τονώσει το ηθικό του γιου του, να του εκμαιεύσει πληροφορίες που του χρειάζονται,4 να του δώσει μάθημα παλικαριάς ζωντανεύοντας το ηρωικό ιδανικό, και να τον προϊδεάσει για τη συμφορά που περιμένει τους μνηστήρες (101-17).
→ Υπογραμμίζεται έτσι η ικανότητα του Οδυσσέα για αυτοσυγκράτηση –σύμφωνα και με τις υποδείξεις της Αθηνάς– αλλά και για αξιοποίηση των ευκαιριών, ώστε να φιλοτιμήσει τον Τηλέμαχο και να τον προετοιμάσει για την αποκάλυψη της ταυτότητάς του, που θα ακολουθήσει, και για τη συνεργασία που θα του ζητήσει.
4 O Οδυσσέας θέλει να μάθει από πού αντλούν τη δύναμη και το θράσος οι μνηστήρες, και τον ενδιαφέρει κυρίως η στάση του λαού απέναντι στον Τηλέμαχο (105-6), για να πάρει τα μέτρα του (πρβλ. τη φράση «μήπως από φωνή Θεού σ’ εχθρεύεται ο λαός;» με το αντεστραμμένο σημερινό: «φωνή λαού οργή Θεού»).
 3. H αποστολή του Εύμαιου στην πόλη (141 κ.ε.) με την εντολή να αναγγείλει μόνο στην Πηνελόπη την άφιξη του γιου της, έχει πολλαπλή λειτουργία:
• υπογραμμίζει τον φόβο του Τηλέμαχου για τη ζωή του, σύμφωνα με την πληροφόρηση που έχει από την Αθηνά , και δικαιολογεί την παραμονή του στο καλύβι·
• αφήνει μόνους τον γιο και τον πατέρα για την αναγνώριση που θα ακολουθήσει, αφού ο ποιητής δεν θέλει ακόμη να αντιληφθεί και ο Εύμαιος την ταυτότητα του «ζητιάνου»· σημασία έχει ότι η διευθέτηση αυτή του σκηνικού χώρου (σκηνική οικονομία), δικαιολογείται με φυσικότητα.

Σχολιασμός π' ραψωδίας 185-336
1 Κατά τη διαδικασία του αναγνωρισμού:
• μένουν μόνοι ο «ξένος» κι ο Τηλέμαχος μετά την αναχώρηση του Εύμαιου·
• εμφανίστηκε μόνο στον Οδυσσέα η Αθηνά, τον κάλεσε έξω από το καλύβι, του έδωσε τρεις εντολές:
α. «ομολογήσου τώρα στο παιδί σου»,
β. «οι δυο να συνταιριάξετε τον φόνο των μνηστήρων»,
γ. «ύστερα κατεβαίνετε στην […] πόλη»· και μια υπόσχεση: «εγώ δεν πρόκειται να σας αφήσω για πολύ […]», που προοικονομεί την παρουσία της θεάς στο φονικό· τον άγγιξε έπειτα με το ραβδί της, του φόρεσε ρούχα καθαρά κι εκείνος «ξαφνικά ξανάνιωσε»· και η θεά έφυγε (185-96)·
• επέστρεψε στο καλύβι ανανεωμένος ο Οδυσσέας, και ο γιος του «έμεινε έκθαμβος, γύρισε αλλού το βλέμμα του με δέος» και, υποθέτοντας ότι είναι θεός, του ζήτησε έλεος (196-206)·
• ο Οδυσσέας, σύμφωνα με την πρώτη εντολή της Αθηνάς, δήλωσε αμέσως στον Τηλέμαχο ότι είναι ο πατέρας του και, αφήνοντας πια τα δάκρυά του να κυλήσουν, τον φίλησε (207-13)·
• ο Τηλέμαχος δεν τον πίστεψε, με το επιχείρημα πως ένας θνητός δεν θα μπορούσε να μεταμορφωθεί, «εκτός κι αν τον συνέτρεχε κάποιος θεός» (214-24)·
• ο Οδυσσέας επέπληξε τρυφερά τον Τηλέμαχο για τη δυσπιστία του, αυτοσυστήθηκε πάλι αναφερόμενος και στην εικοσαετή βασανισμένη απουσία του –για την οποία ο γιος του κάτι ξέρει– δήλωσε πως η μεταμόρφωσή του είναι έργο της Αθηνάς  και κάθισε (225-39)·
• και ο Τηλέμαχος, που έχει και προσωπική πείρα των θαυματουργικών επεμβάσεων της θεάς, πεπεισμένος πια «χύθηκε πάνω του οδυρόμενος και βουρκωμένος […] τον αγκάλιασε» (239-40)·
• τους συνεπήρε τότε θρήνος 1 σπαραχτικός και τους δυο, σαν τους αετούς «που τα μικρά τους κυνηγοί τους άρπαξαν, προτού ξεπεταρίσουν» (241-5).2
Η αναγνώριση ή αναγνωρισμός είναι θεματικός τύπος. Αυτό σημαίνει πως ακολουθείται μία συγκεκριμένη διαδικασία πραγματοποίησής του, η οποία έχει τα ακόλουθα στάδια:
1. Αποκρύπτεται η ταυτότητα κάποιου προσώπου με μεταμόρφωση/παραμόρφωση ή με μία ψεύτικη ιστορία.
2. Απομονώνονται τα δύο πρόσωπα που μετέχουν στον αναγνωρισμό.
3. Αποκαλύπτεται η ταυτότητα του προσώπου που πρόκειται να αναγνωρισθεί.
4. Το πρόσωπο, που αναγνωρίζει, εκφράζει τη δυσπιστία του, δεν δέχεται την ταυτότητα του άλλου και ζητεί αποδεικτικά στοιχεία.
5. Τα πρόσωπο, που αναγνωρίζεται, παρουσιάζει αποδεικτικά στοιχεία.
6. Ακολουθεί ο αναγνωρισμός με την έκφραση των ανάλογων συναισθημάτων.
Συχνά, δε, η ομηρική αναγνώριση αποκτά δραματικό χαρακτήρα καθώς εμπλέκεται με το παιχνίδι της ειρωνείας. Πρόκειται για τεχνική στην πλοκή του μύθου, που παρουσιάζει τους ήρωες να αγνοούν την αλήθεια, τους θεατές, ακροατές ή αναγνώστες όμως να την γνωρίζουν και να αγωνιούν για την πλάνη των ηρώων.
1 Οι ομηρικοί ήρωες δεν ντρέπονται να κλάψουν (ο Οδυσσέας κλαίει επανειλημμένα στις ραψωδίες θ και ε). «Tο κλάμα καθ’ εαυτό ποτέ δεν θεωρήθηκε αναξιοπρεπές για έναν άνδρα στην Ελλάδα.»
2 Κατά την ανάλυση της παρομοίωσης επισημαίνεται η διαφορά που παρουσιάζει το κοινό σημείο των όρων που συγκρίνονται (ο θρήνος των πουλιών και ο θρήνος Οδυσσέα-Τηλέμαχου), για να διαπιστωθεί ότι εκεί τον σπαραγμό τον προκαλεί η στέρηση, ενώ εδώ η πλήρωση, το σμίξιμο, που έρχεται όμως, έπειτα από μακροχρόνια στέρηση η οποία και προκαλεί το κλάμα.
 2. Τα νήματα του νόστου του Οδυσσέα και της αναζήτησής του από τον Τηλέμαχο, που από την αρχή του έπους ξετυλίγονταν χωριστά, συναντιούνται  εδώ και θα εξελιχθούν σε ευθεία γραμμή με στόχο τη μνηστηροφονία και την ανάκτηση της εξουσίας από τον Οδυσσέα. Έτσι, ο σκηνικός χώρος δράσης περιορίζεται τώρα στην Ιθάκη,  και ειδικότερα στο παλάτι.
 3. Kατά τη διαδικασία του αναγνωρισμού ο Τηλέμαχος έζησε μια κλίμακα συναισθημάτων που παρουσιάζει καμπύλη: από την κατάπληξη και το δέος, πέρασε στη δυσπιστία και στην αμφιβολία, αλλά και γρήγορα στην πειθώ, για να κλείσει με σπαραχτική συγκίνηση. Τη γρήγορη εξέλιξη αυτής της κλίμακας δικαιολογεί ο αιφνιδιασμός στην αρχή και η αναφορά στο θαύμα έπειτα, που λειτουργεί καταλυτικά.
4. O Οδυσσέας είδε στο πρόσωπο του Τηλέμαχου τον συνεργάτη του για την αντιμετώπιση των μνηστήρων3 (259-60) και του ζήτησε πληροφορίες γι’ αυτούς, από τις οποίες φάνηκε ο αριθμός τους . O Τηλέμαχος φοβήθηκε την αναμέτρηση με τόσους πολλούς και πρότεινε να αναζητήσουν συμμάχους, τον καθησύχασε όμως η διαβεβαίωση του πατέρα του ότι θα έχουν θεϊκή συμπαράσταση. Kαι ο πολύμητις κατέστρωσε αμέσως συνωμοτικό4 σχέδιο δράσης για τις κινήσεις και των δύο, που δεν αφήνει περιθώρια αποτυχίας (298 κ.ε.) – βλ. και το Δ΄ στο Bιβλίο.)
→ Τη συναισθηματική φόρτιση λοιπόν, που κυριάρχησε κατά τον αναγνωρισμό, διαδέχτηκε η ψύχραιμη αντιμετώπιση των πραγμάτων.
3 Γι’ αυτό είναι και το πρώτο πρόσωπο που τον αναγνωρίζει. O ποιητής έχει ήδη προετοιμάσει από την α ραψωδία τον Τηλέμαχο γι’ αυτόν τον ρόλο, δημιούργησε δε συνθήκες ώστε να έχει και ο ίδιος προσωπικό λόγο να πάρει εκδίκηση, σύμφωνα με τον ισχυρό, άγραφο νόμο της αυτοδικίας την εποχή αυτή.
4 Τον συνωμοτικό χαρακτήρα του σχεδίου του Οδυσσέα, με καταφυγή στην πανουργία και στον δόλο δικαιολογεί το ανάλογο σχέδιο εξόντωσης του Τηλέμαχου από τους μνηστήρες, αλλά και η αντιμετώπιση των πολλών από λίγους, όπως στα παραμύθια.

Σχολιασμός χ' ραψωδίας, στ. 1-446
1. Oι φάσεις του φονικού
α. O Οδυσσέας τοξεύει εναντίον των μνηστήρων από το κατώφλι και σκοτώνει πρώτον τον Αντίνοο – τον μόνο που δεν κατάλαβε από ποιον σκοτώθηκε· οι άλλοι, ανίδεοι1 ακόμη, τον απειλούσαν. Όταν κατάλαβαν, καθώς δεν βρήκαν όπλα, του επιτέθηκαν με τα ατομικά τους ξίφη – όπλα άχρηστα απέναντι σε τοξότη που κατέχει στρατηγική θέση· βρήκαν έτσι τον θάνατο ο Eυρύμαχος κι ο Aμφίνομος (1-100).
β. Τα βέλη όμως του Οδυσσέα τελείωναν· εφοδιάστηκε τότε η ομάδα του με ασπίδες, δόρατα και κράνη,2 αλλά και αρκετοί μνηστήρες. Σχηματίστηκαν έτσι δύο μέτωπα ένοπλων αντιπάλων με αβέβαιη έκβαση και η σύγκρουση πήρε μορφή μάχης επικής, η εύνοια όμως της Αθηνάς στον Οδυσσέα κατέστησε άτρωτη σχεδόν την ομάδα του, ενώ η έχθρα της για τους μνηστήρες συνετέλεσε στην εξολόθρευσή τους. H φάση αυτή συμπληρώθηκε με τρεις ικεσίες, την ατελέσφορη του Ληώδη (329 κ.ε.) και τις σωτήριες του Φήμιου και του Mέδοντα (350κ.ε.),3 και έκλεισε με τη φρικτή παρομοίωση των στ.410-6.
γ. H τρίτη φάση, ως επίλογος του φονικού, επέχει θέση κάθαρσης, κυριολεκτικής και μεταφορικής, συμπλέκεται όμως και με τον θάνατο των αναίσχυντων υπηρετριών, που δεν σέβονταν την Πηνελόπη και διατηρούσαν ερωτικές σχέσεις με τους μνηστήρες, καθώς και του συνεργάτη των μνηστήρων, του Μελάνθιου. Τον καθαρισμό του χώρου από τα πτώματα ανέλαβαν ο Τηλέμαχος και ο Εύμαιος βοηθούμενοι από τις άπιστες δούλες, ενώ την απολύμανση και τον εξαγνισμό του παλατιού ανέλαβε ο ίδιος ο Οδυσσέας.
→ H μνηστηροφονία λοιπόν, μια ιδιότυπη «αριστεία» που συνδυάζει την μήτιν με την πολεμική αρετή του πολυμήχανου, έλαβε τέλος. Mε τον τελευταίο αυτό άθλο του ο Οδυσσέας έγινε πάλι κύριος του σπιτιού του, όχι όμως ακόμη και του λαού του.
1 Για την άγνοιά τους αυτή, παρεμβαίνοντας προσωπικά ο ποιητής, τους χαρακτηρίζει «μωρούς» (34-6): η μόνη στιγμή που εκφράζει οίκτο για τον αφανισμό των μνηστήρων.
2 Το ότι παρέλειψαν ν’ αφήσουν δύο πανοπλίες στην αίθουσα κατά τη μεταφορά των όπλων (στη ραψ. τ ) αποκαλύπτει τώρα τη σημασία του: η ομάδα τους ήταν τώρα τετραμελής, κυρίως όμως έπρεπε να βρεθεί τρόπος να πάρουν όπλα και οι μνηστήρες, ώστε να δυσκολέψει το έργο του Οδυσσέα. Θα ήταν, εξάλλου, άνανδρο να προχωρήσει η επίθεση εναντίον αόπλων.
3 H σωτηρία του Φήμιου έχει προοικονομηθεί στο α 172, ενώ του Mέδοντα στο δ <675> κ.ε. και π <411-2>, και την αθωότητά τους υποστήριξε τώρα ο Τηλέμαχος (378-80), για να γνωμολογήσει στη συνέχεια ο Οδυσσέας (400)· καλού κακού, πάντως, κατέφυγαν και οι δύο στον βωμό του Δία, για ασφάλεια (405)· βλ. και το σχόλιο 3 στο Bιβλίο.
2. H αιτιολόγηση του φονικού (με βάση τους στ. 37-63, 340-5, 434-46).
O Οδυσσέας κατηγόρησε στους μνηστήρες για τις εις βάρος του αδικίες, που συνεπάγονται θάνατο:
• για χρόνια κατέτρωγαν την περιουσία του·
• κοιμούνταν με τις δούλες του·
• διεκδικούσαν τη γυναίκα του και την εξουσία, χωρίς να έχει διαπιστωθεί ο θάνατός του·
• σχεδίαζαν τη δολοφονία του γιου του·
• δεν φοβήθηκαν καν τους θεούς ούτε τη δίκαιη εκδίκηση των ανθρώπων, που ήρθε η ώρα της.
Στον Οδυσσέα απάντησε ο Eυρύμαχος, με το γνωστό κολακευτικό αλλά και αχρείο τώρα ήθος του: δεν αρνήθηκε τις κατηγορίες, ενοχοποίησε όμως τον νεκρό Αντίνοο ως πρωταίτιο και μόνο υπεύθυνο4 και ζήτησε έλεος για τους υπόλοιπους, υποσχόμενος πλούσια υλική αποζημίωση (49-63).5 Αλλά ο Οδυσσέας αρνήθηκε κάθε συμβιβασμό, παρόλο που καθόλου δεν περιφρονούσε τα υλικά αγαθά,6 και τους κάλεσε σε αναμέτρηση (64-72), ως υποχρεωμένος, σύμφωνα με τις περί δικαίου απαιτήσεις της εποχής, να πάρει εκδίκηση για τις αδικίες που του έγιναν (αυτοδικία). Δεν χάρηκε, ωστόσο, για το κατόρθωμά του,7 όπως προκύπτει από τον λόγο του προς την Ευρύκλεια που, μόλις αντίκρισε νεκρούς τους μνηστήρες, πήγε να αλαλάξει από χαρά· εκείνος αισθάνθηκε εντολοδόχος των θεών για να αποδοθεί δικαιοσύνη (434- 44) .
4 O Αντίνοος, ως ο κύριος εισηγητής της δολοφονίας του Τηλέμαχου και μάλιστα τρεις φορές (στις ραψωδίες δ, π, υ), ευθύνεται βέβαια περισσότερο, δεν μπορούν όμως ν’ απαλλαγούν οι άλλοι από τις κατηγορίες αυτές, γιατί δεν διαχώρισαν τη θέση τους, πράγμα που υπογραμμίζει ο Οδυσσέας στην απάντησή του προς τον ικέτη Ληώδη (341-5).
5 α. Ο λόγος αυτός του Eυρύμαχου «συνδυάζει τη γλοιώδη κολακεία, τον γρήγορο υπολογισμό του πρακτικού κόστους και τον κακοπροαίρετο διασυρμό του νεκρού Αντίνοου, ο οποίος κατηγορείται για τα περισσότερα αδικήματα που έχουν διαπραχθεί […]. Το ύφος είναι χαρακτηριστικό του Eυρύμαχου, ενός επικίνδυνου υποκριτή».
β. Oι κατηγορίες αυτές, εξάλλου, αφήνουν να διαφανεί «η κρυμμένη σύγκρουση ανάμεσα στην κληρονομική […] βασιλεία και στις φιλοδοξίες της νέας αριστοκρατίας, που χαρακτηρίζεται από τάσεις αμφισβήτησης της βασιλείας». Δεν αποκλείεται λοιπόν να υποκρύπτει η μνηστηροφονία μια ανεπιτυχή εξέγερση των ευγενών κατά του θρόνου· σχετικές είναι οι ενδείξεις των στίχων 54-7.
6 Γιατί και αυτά προσδίδουν τιμή, δεν μπορούν όμως να εξαγοράσουν την προσβολή της τιμής· η αποκατάσταση της προσβεβλημένης τιμής του ομηρικού ήρωα απαιτεί αίμα.
7 Από τη θριαμβολογία του Οδυσσέα, μετά την εξουδετέρωση του Κύκλωπα, ως τη μετριοπαθή στάση απέναντι στους νεκρούς αντιπάλους του, διακρίνει κανείς μια πορεία του ήρωα προς την ωριμότητα.
 3. Εικόνες που εντυπωσιάζουν για την καθαρότητα και για τον ρεαλισμό τους:
• οι στιγμές που πέφτουν νεκροί ο Αντίνοος (10-19) και ο Eυρύμαχος (86-91)·
• η σχεδόν κωμική εικόνα του Mέδοντα καθώς βγαίνει από την κρυψώνα του (385-90) – το επεισόδιο αυτό αμβλύνει κάπως την ένταση που προηγήθηκε·
• το εξεταστικό βλέμμα του Οδυσσέα και η εικόνα των σωριασμένων πτωμάτων, που ενισχύεται με την εκπληκτική παρομοίωση των ψαριών μέσα στο δίχτυ (408-16)·
• το καλωσόρισμα του Οδυσσέα από τις (38) πιστές δούλες (όσο φαίνεται στην περίληψη) – «μια όμορφη σκηνή ως επίλογος μετά τη βαναυσότητα της προηγούμενης δράσης»
 4. Ανακεφαλαίωση της εκδίκησης
• H εκδίκηση άρχισε να μεθοδεύεται συστηματικά με τις συμβουλές και τις επεμβάσεις της Αθηνάς κατά τη συνάντησή της με τον Οδυσσέα στη ραψωδία ν (420 κ.ε.)·
• συνεχίστηκε ως ανίχνευση της κατάστασης από τον Οδυσσέα στις ραψωδίες ξ και ο·
• σχεδιάστηκε από τον Οδυσσέα και τον Τηλέμαχο στη ραψωδία π (259 κ.ε.)·
• το σχέδιο, με παραλλαγές και συμπληρώσεις στην πορεία, τέθηκε σε εφαρμογή στις ραψωδίες ρ, σ, τ, υ, για να ολοκληρωθεί ως προετοιμασία στη φ και να εκτελεστεί στη χ με απόλυτη επιτυχία, χάρη στην μήτιν και στη γενναιότητα του πολυμήχανου, πέρα από τη θεϊκή συμπαράσταση, που επιβεβαιώνει απλώς ότι οι θεοί –και το δίκαιο– είναι με το μέρος του Οδυσσέα.
 5. Ηθικοθρησκευτική δικαίωση της μνηστηροφονίας
O ποιητής φρόντισε εξαρχής να εντάξει το πολύνεκρο φονικό στο ηθικοθρησκευτικό σύστημα που όρισε ο ίδιος ο Δίας στο πρώτο συμβούλιο των θεών (α 36-51): (θεϊκή) προειδοποίηση (σε όποιον αδικεί, να αλλάξει συμπεριφορά) – μη συμμόρφωση – τιμωρία· σύστημα που «μεταφέρει το κέντρο βάρους της ανθρώπινης δυστυχίας από τους αθανάτους στους θνητούς».
Ειδικότερα:
• Oι προειδοποιήσεις των μνηστήρων για τα ανόσια έργα τους άρχισαν με τον ενθαρρυμένο από την Αθηνά Τηλέμαχο στις ραψωδίες α (415 κ.ε.) και β (<45> κ.ε.) και συνεχίστηκαν με,
μαντείες, και άλλες ενδείξεις, που πλήθυναν από τη στιγμή που ο «ζητιάνος» έφτασε στο παλάτι, με κορυφαία την πρόβλεψη του μάντη Θεοκλύμενου (υ 379 κ.ε.).
• Oι μνηστήρες όμως όχι μόνο δεν συμμορφώθηκαν, αλλά με τις ενέργειές τους επιβάρυναν όλο και περισσότερο τη θέση τους: Τον Τηλέμαχο στη συνέλευση τον αποπήραν, τους μάντεις τούς περιφρόνησαν και τους ειρωνεύτηκαν και, από το απλό φαγοπότι στην αρχή, άφησαν εξελικτικά να διαφανεί η «αρπακτική διάθεση, που τους καθιστά σφετεριστές ξένης περιουσίας, ξένης γυναίκας, ξένης εξουσίας – προσώπων και πραγμάτων δηλαδή που δεν τους ανήκουν και παρά ταύτα τα ορέγονται, προσβάλλοντας τη Δίκη, θεϊκή και ανθρώπινη». Πρόσθεσαν δε στην όλη συμπεριφορά τους και την επανειλημμένη φονική τους πρόθεση εις βάρος του Tηλέμαχου·8 και δεν έλειψε η φονική απειλή τους ακόμη και εις βάρος του Οδυσσέα (β <246-51>)· έγιναν έτσι επανειλημμένα υβριστές.
• H τιμωρία τους, επομένως, προκύπτει ως φυσικό επακόλουθο της όλης υβριστικής συμπεριφοράς τους (που συμπαρασύρει και όσους ήταν με το μέρος τους)· γιατί την ύβρη οι ομηρικοί θεοί δεν τη συγχωρούν, πράγμα που επιβεβαιώνει και η κάλυψη που προσφέρουν στους τιμωρούς, με άμεση συχνά υπόδειξη και συμπαράσταση, κτλ.
→ Έτσι η μνηστηροφονία παρουσιάζεται ως έργο όχι τόσο εκδίκησης όσο δικαιοσύνης, για να αποκατασταθεί η τάξη εκεί όπου είχε διασαλευτεί· κι ο ποιητής, παράλληλα με τον νόστο, προετοίμαζε από την αρχή τον ακροατή, με τις πολλές και ποικίλες σχετικές προσημάνσεις, όχι μόνο να τη δεχτεί αλλά και να την απαιτήσει.
8 Έτσι, αν η προσχεδιασμένη μνηστηροφονία παίρνει τη μορφή δόλου (γιατί οι μνηστήρες παγιδεύονται), αυτό αντιστοιχεί στη δική τους ενέδρα, στον δικό τους δόλο, εις βάρος του Τηλέμαχου.

Σχολιασμός ψ' ραψωδίας στ.89-381
1. Μέχρι τώρα έχουμε δει την έμμεση επικοινωνία της Πηνελόπης με τον Οδυσσέα (στη ραψ. ρ) και τη συνάντησή τους (στην τ)· ακόμη, με προτροπή του Τηλέμαχου (στη φ) η Πηνελόπη είχε αποσυρθεί, πριν ο Οδυσσέας πάρει το τόξο στα χέρια του, και με φροντίδα της Αθηνάς είχε κοιμηθεί – επομένως δεν αντιλήφθηκε τίποτε από το φονικό. Απομένει τώρα η τρίτη συνάντησή τους, που οδηγεί στην αναγνώριση.
 2. Tα στάδια της αναγνωριστικής διαδικασίας:
α΄ στάδιο: H Ευρύκλεια έχει ήδη ανακοινώσει στην Πηνελόπη τον νόστο του Οδυσσέα και το φονικό και την καλεί τώρα να κατεβεί στο «μέγαρο», για να συναντήσει τον άντρα της (89-91). H Πηνελόπη δυσπιστεί και κάνει λόγο για τις ανεξιχνίαστες βουλές των θεών, αποφασίζει ωστόσο να κατεβεί, για να συναντήσει, λέει, τον Τηλέμαχο και να δει τους σκοτωμένους – και τον φονιά (93-6)· δεν λέει όνομα, χρειάζεται επαλήθευση.
β΄ στάδιο: Συνάντηση των συζύγων στο «μέγαρο» παρουσία του Τηλέμαχου (97-135):
H Πηνελόπη αμφιβάλλει για τη στάση που πρέπει να κρατήσει και κάθεται αμήχανη αντίκρυ στον Οδυσσέα, που περιμένει σκυφτός να ακούσει τι θα του πει. Εκείνη όμως μένει άφωνη και πότε πότε τον κοιτάζει καταπρόσωπο, αλλά δεν τον αναγνωρίζει, καθώς είναι βρόμικος και με τα ράκη του ζητιάνου (97-111): Μοναδική εικόνα εύγλωττης σιωπής.
Παρεμβαίνει ο Τηλέμαχος καταλογίζοντας σκληρότητα στη μητέρα του. Προκαλείται έτσι η Πηνελόπη να ομολογήσει την κατάπληξή της, που την άφησε άναυδη, αλλά και να βεβαιώσει τον γιο της ότι είναι δική τους υπόθεση να γνωριστούν μεταξύ τους, αφού έχουν κρυφά σημάδια που τα γνωρίζουν μόνο οι ίδιοι. O Οδυσσέας χαμογέλασε με νόημα ακούγοντάς την και είπε στον Τηλέμαχο –απευθυνόμενος ουσιαστικά στη γυναίκα του– ότι δέχεται να υποστεί τη δοκιμασία των σημαδιών κατανοώντας τους δισταγμούς της έτσι που τον βλέπει (112-35). Επικοινώνησαν λοιπόν οι σύζυγοι αλλά μέσω του γιου τους. O Οδυσσέας στρέφεται, στη συνέχεια, σε πρακτικά πράγματα, που αφορούν την κρίσιμη κατάσταση μετά τη μνηστηροφονία, και παίρνει τα πρώτα μέτρα, ώστε να μη διαρρεύσει στην πόλη η είδηση του φονικού, ώσπου εκείνοι να καταφύγουν στο κτήμα του Λαέρτη (136-75)1.
1  Oι στίχοι αυτοί που παρεμβάλλονται έχουν πολλαπλή λειτουργία:
• Επιβραδύνουν την ευθύγραμμη εξέλιξη του μύθου στο κρίσιμο σημείο της δοκιμασίας του Οδυσσέα και θέτουν το πρόβλημα της αντεκδίκησης, καθώς και την προσωρινή αντιμετώπισή του με τον αποπροσανατολισμό των πολιτών.
• Ασχολούνται έτσι όλοι με τη γιορτή και μένουν μόνοι στην αίθουσα ο Οδυσσέας και η Πηνελόπη, κατά την ώρα δε του αναγνωρισμού και της επανασύνδεσης των συζύγων αντηχεί στο παλάτι ο χορός και το τραγούδι – σαν να γίνεται γάμος.
• Εξωραΐζεται στο μεταξύ ο Οδυσσέας με το λουτρό κτλ. – καθυστερημένα πάντως, γιατί ο ποιητής ήθελε να δυσκολέψει την Πηνελόπη στην αναγνώριση του άντρα της (ήθελε να «παίξει» μαζί της).
• Kαι το σημαντικότερο: δίνεται καιρός τόσο στη βασίλισσα να αφομοιώσει όσα έγιναν τόσο ξαφνικά γι’ αυτήν και τόσο απίθανα και να αρχίσει να ωριμάζει μέσα της η ιδέα ότι ο ξένος, που το προηγούμενο βράδυ είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη της, έκρυβε τον άντρα της· όσο και στον Οδυσσέα, να αλλάξει διάθεση κτλ. (Για διεξοδική ανάλυση της σκηνής του αναγνωρισμού με έμφαση στην ψυχολογική διάσταση των ηρώων
γ΄ στάδιο: Λουσμένος και ομορφοντυμένος έπειτα ο Οδυσσέας από την Ευρυνόμη και εξωραϊσμένος από την Αθηνά, ξαναπαίρνει τη θέση του στο «μέγαρο», μόνος αντίκρυ στη γυναίκα του αλλά με διάθεση τώρα ελεγκτική και παραπονεμένη. Διακριτικά παρίσταται, φαίνεται, και η Ευρύκλεια (176-88):
• Προσφωνεί «παράξενη»/δαιμονίην την Πηνελόπη, της καταλογίζει κι αυτός σκληρότητα και αποκαρδιωμένος από τη στάση της δίνει εντολή στην Ευρύκλεια να του στρώσει την «κλίνη» να κοιμηθεί μόνος (189-97).
• H Πηνελόπη επιστρέφει την προσφώνηση (δαιμόνιε), διαμαρτύρεται χωρίς να αρνείται τη σκληρότητα/ψυχρότητα –εξηγεί απλώς ότι δεν οφείλεται σε έπαρση ή περιφρόνηση– και προσθέτει τούτο το αινιγματικό: «ξέρω καλά πώς ήσουν» όταν έφευγες για την Tροία. Kαι, απρόσμενα, τον δοκιμάζει δίνοντας και η ίδια εντολή στην Ευρύκλεια να του στρώσει, αλλά τη «στέρεη κλίνη» μετακινώντας την έξω από τη συζυγική κάμαρη2 (199-205): Ως γυναίκα του πολυμήχανου έπρεπε αυτή τη στιγμή όχι μόνο να φανεί αντάξιά του, αλλά και να τον ξεπεράσει, για να πάρει την απόδειξη που ήθελε.
• Kαι ο Οδυσσέας, που παγίδευε τους πάντες, παγιδεύεται τώρα από τη γυναίκα του, αλλά ακριβώς για να την ξανακερδίσει: Αγανακτεί με τη δυνατότητα μετακίνησης της ριζωμένης στη γη συζυγικής κλίνης και διηγείται την ιστορία της3, που αποτελούσε το κρυφό τους σημάδι (206-31).
• Mε το αδιάψευστο αυτό τεκμήριο ο Οδυσσέας βεβαιώνει την ταυτότητά του, και η Πηνελόπη, συγκινημένη, επικυρώνει την αναγνώρισή του με εναγκαλισμό· αμέσως μετά απολογείται: Zητεί κατανόηση, αποδίδει σε φθόνο των θεών τον πολύχρονο χωρισμό τους και δικαιολογεί τη στάση της με το επιχείρημα ότι φοβόταν μήπως εξαπατηθεί από κάποιον περαστικό, τώρα όμως δεν της μένει καμιά αμφιβολία4 (232-58).
• H κολακευτική αυτή για τον άντρα της απολογία της Πηνελόπης προκάλεσε θρήνο στον Οδυσσέα, που κατέλαβε και τους δυο5 (259-70).
→ O κορυφαίος αυτός αναγνωρισμός κλιμακωμένος σε τρία στάδια και δραματοποιημένος με το παιχνίδι της ειρωνείας, με τις αμφιταλαντεύσεις και τις πονηριές της Πηνελόπης, με την κατανόηση, το παράπονο και το παγίδεμα του πολυμήχανου, δεν χαρακτηρίζεται μόνο από ομορφιά και χάρη, αλλά και αναδεικνύει τον ποιητή, ακόμη μια φορά, βαθύ γνώστη τόσο της αντρικής όσο και της γυναικείας ψυχολογίας και ικανό να την προβάλλει με τρόπο που συνδυάζει το φυσικό με το αληθινό (χωρίς να προβαίνει σε ψυχολογικές αναλύσεις).
2 Kατά την απουσία του Οδυσσέα η Πηνελόπη δεν φαίνεται να κοιμάται στη συζυγική κάμαρη αλλά στο υπερώο.
3 «Είναι χαρακτηριστικό για τον ποιητή το γεγονός ότι η εκτενής περιγραφή του κρεβατιού, όπως και οι λεπτομέρειες για άλλα αντικείμενα, δεν προβάλλεται ως δείγμα περιγραφικής δεινότητας, αλλά ως αναπόσπαστο στοιχείο της εξέλιξης της πλοκής.» H περιγραφή αυτή, εξάλλου, δείχνει μια δεξιότητα του Οδυσσέα, που την συναντήσαμε και στην κατασκευή της σχεδίας στη ραψ. ε. Γενικότερα, δείχνει τον τρόπο με τον οποίο κάλυπταν τις ανάγκες τους οι ομηρικοί άνθρωποι, ακόμη κι αν ανήκαν σε βασιλικές οικογένειες.
4 Γι’ αυτή την Πηνελόπη, που δεν του έμεινε μόνο πιστή αλλά και του μοιάζει, θυσίασε την αθανασία ο Οδυσσέας.
5 Πάλι ο θρήνος εδώ σε ώρα αντάμωσης, έπειτα από πολύχρονο χωρισμό, υπαγορευμένος κυρίως από την ανάμνηση του πόνου της στέρησης (πρβλ. π 241-6).
 3. H διαδικασία και αυτού του αναγνωρισμού αποτελεί εφαρμογή του γνωστού ήδη τυπικού, με προσαρμογή στις ιδιαίτερες δικές του συνθήκες 6:
• πολύχρονη η απουσία του Οδυσσέα·
• απομόνωση των συζύγων (στο τρίτο στάδιο) – με την αναγκαία παρουσία της Ευρύκλειας·
• συγκάλυψη του Οδυσσέα (είναι βρόμικος και με κάποια ράκη ακόμη πάνω του)·
• αποκάλυψη της ταυτότητας του Οδυσσέα (από την Ευρύκλεια, από τον Τηλέμαχο, από τον ίδιο, ενώ αποκαταστάθηκε στο μεταξύ και η εξωτερική του εμφάνιση μετά το λουτρό)·
• δυσπιστία της Πηνελόπης και δοκιμασία του Οδυσσέα (με αναφορά στο κρυφό τους σημάδι)·
• αναγνωρισμός – έκφραση συναισθημάτων (εναγκαλισμός και θρήνος ανακουφιστικός)·
6 Ας σημειωθεί ότι, επειδή πρόκειται για συζύγους, ο Οδυσσέας, πριν τον αναγνωρίσει η Πηνελόπη, φρόντισε να βεβαιωθεί για τη συζυγική πίστη της γυναίκας του (κατά τη συνομιλία τους κυρίως στη ραψ. τ ), ενώ εκείνη ενδιαφέρεται μόνο για την ταυτότητα του άντρα της· το ίδιο συμβαίνει και με τους συζύγους της παραλογής «O γυρισμός του ξενιτεμένου».
 4. Τα νέα προβλήματα του Οδυσσέα έχουν ήδη προκύψει:
α. O κίνδυνος των αντιποίνων από τους συγγενείς των μνηστήρων:
O Οδυσσέας έχει επίγνωση ότι αποκαθιστώντας την τιμή του οίκου του με αυτοδικία θα έχει συνέπειες, αφού και έναν αν σκοτώσει κάποιος, αναγκάζεται να αυτοεξοριστεί, όπως  π.χ. ο μάντης Θεοκλύμενος. Εκείνος όμως  δεν έχει σκοπό να εξοριστεί –και σκότωσε τα επιφανέστερα παλικάρια της επικράτειάς του– αλλά να ξανακερδίσει και τον λαό του. Περιμένει λοιπόν αντεκδικήσεις.
Το πρόβλημα αυτό απασχόλησε ήδη τον Οδυσσέα στην αρχή της ραψωδίας υ (<41> κ.ε.), οπότε και εξασφάλισε την υπόσχεση της Αθηνάς για συμπαράσταση· το συζητεί τώρα με τον Τηλέμαχο και το αντιμετωπίζει προσωρινά με τη σκηνοθεσία γαμήλιας γιορτής, ώσπου να οργανώσει την άμυνά του· και στο τέλος της ραψωδίας οπλισμένη η τετραμελής ομάδα του και καλυμμένη με ομίχλη θεϊκή βγαίνει από την πόλη και κατευθύνεται στο κτήμα του Λαέρτη7 .
→ Επαληθεύεται έτσι η γνωστή διορατικότητα και επινοητικότητα του Οδυσσέα στις δύσκολες στιγμές.
β. H υποχρέωση της νέας αποδημίας (ψ <267-84>≈λ 134-52), που δεν την ξεχνά ούτε στην ευτυχισμένη ώρα του αναγνωρισμού – είναι μάλιστα το πρώτο πράγμα που θυμάται αμέσως μετά. Το πρόβλημα αυτό, ωστόσο, που ο Τειρεσίας το συνέδεσε με τα ευτυχισμένα γηρατειά του Οδυσσέα, η Οδύσσεια θα το αφήσει σε εκκρεμότητα, για να βρει τη λύση του στον νέο κύκλο περιπετειών του Οδυσσέα, αυτόν της Tηλεγονίας, που χειρίζεται πάντως διαφορετικά αυτό το θέμα.
7 Tο μόνο πρόσωπο της βασιλικής οικογένειας που δεν παρουσίασε ακόμη άμεσα ο ποιητής – και περιμένει τη σειρά του.
 5. O ρόλος της Πηνελόπης τελειώνει στη ραψωδία ψ, που επιβεβαιώνει το ήθος με το οποίο τη γνωρίσαμε από την αρχή της Οδύσσειες. Προσφέρεται λοιπόν να συσχετιστεί η παρουσία της εδώ με τις άλλες, άμεσες κυρίως, εμφανίσεις της (στις ραψωδίες α-δ-π-ρ-σ-τ-υ-φ), αλλά και τις έμμεσες αναφορές στο πρόσωπό της, για να προκύψει η προσωπικότητά της· ενδεικτικά:
• Είναι μεγαλόπρεπη και όμορφη, σεμνή και συνετή, εύστροφη και επινοητική, αλλά και δολοπλόκος, όταν αυτοαμυνόμενη πρέπει να αντιμετωπίσει και να λύσει δύσκολα προβλήματα.
• Είναι διακριτική, αλλά και επικριτική απέναντι στους μνηστήρες, κάποτε και απέναντι στον γιο της.
• Oι μνηστήρες αποτελούν οπωσδήποτε πειρασμό για την Πηνελόπη, αντίστοιχο με τους ερωτικούς πειρασμούς του Οδυσσέα, τον διαχειρίζεται όμως με οξύνοια και φρόνηση, σε αντίθεση με την Ελένη και την Κλυταιμνήστρα (πρβλ. το σχόλιο του Aγαμέμνονα στη «Νέκυια», λ <444-6>).
• Περιμένει πάντα τον άντρα της, όχι όμως με αισιοδοξία, θρηνεί γι’ αυτόν μέρα νύχτα, αλλά και δεν αποκλείει έναν δεύτερο γάμο, τον οποίο μεθοδεύει κιόλας μετά την ενηλικίωση του Τηλέμαχου.
• Προσέχει τις ενέργειές της και είναι δύσπιστη και επιφυλακτική σε πληροφορίες σχετικές με τον γυρισμό του Οδυσσέα, αλλά και πλούσια σε συναισθήματα, όταν οι αμφιβολίες αίρονται.
→ H προσωπικότητα της Πηνελόπης, με άξονες τη σύνεση και τη συζυγική πίστη, συνδυάζει στοιχεία που την αναδεικνύουν αντάξια σύζυγο του πολύτροπου Οδυσσέα, αποτελούσε δε πρότυπο για τις γυναίκες – και όχι μόνο της ομηρικής εποχής.
 6. Mετά το ξανασμίξιμο του Οδυσσέα με την Πηνελόπη, έναν από τους βασικούς στόχους του ποιήματος, οι σύζυγοι αναφέρονται στα βάσανά τους μεταβιβάζοντας αμοιβαία τις εμπειρίες τους κατά το μακρύ διάστημα του χωρισμού τους (336 κ.ε.)· ξεθυμαίνει έτσι και η ένταση της συνάντησης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο «Μικρός Απόλογος» που ανακεφαλαιώνει –σε πλάγιο λόγο– τις δεκάχρονες περιπέτειες του Oδυσσέα, συμπληρωμένες και με το επεισόδιο των Φαιάκων, μέσα σε 32/33 στίχους (347 κ.ε.), αποσιωπώντας μόνο όσα δεν χρειαζόταν να ακούσει η Πηνελόπη.
Περισσότερο πλούσιο εκπαιδευτικό υλικό για το Γυμνάσιο εδώ.

Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)