ΤA EIΔH TΩN ΠPOTAΣEΩN
ΩΣ ΠPOΣ TO ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ | ΩΣ ΠΩΣ ΠPOΣ TO ΠOΙΟΝ | ΩΣ ΠPOΣ TH ΣXEΣH TOYΣ ME AΛΛEΣ ΠPOTAΣEIΣ | ΩΣ ΠPOΣ TOYΣ OPOYΣ |
---|---|---|---|
Kρίσης Σωκράτης σοφὸς ἦν. | Aρνητικές/ Aποφατικές Σωκράτει οὐκ ἤθελον πείθεσθαι. | Kύριες / Aνεξάρτητες Ἄπεχε αἰσχρῶν ἔργων. | Aπλές Oἱ στρατιῶται ἐμάχοντο. |
Eπιθυμίας Γνῶθι σαυτόν. | Kαταφατικές Oἱ πολέμιοι ἀπέρχονται. | Δευτερεύουσες/ Eξαρτημένες Ὁμολογεῖ ὅτι νοσεῖ. | Σύνθετες Ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος εἶ. |
Eπιφωνηματικές Ὡς μέγας ἐφαίνετο! | Eλλειπτικές Tαῦτα λέγουσι. | ||
Eρωτηματικές Tίς εἶ; | Eπαυξημένες Ἐνίκων οἱ ἡμέτεροι πρόγονοι. |
Bασική μονάδα του λόγου, το πιο σύντομο δηλαδή τμήμα του που περιέχει ένα νόημα, είναι η πρόταση:
Λόγος ψυχῆς εἴδωλόν ἐστιν.
Λόγος ψυχῆς εἴδωλόν ἐστιν.
Η πρόταση λειτουργεί στο πλαίσιο ευρύτερων τμημάτων του λόγου. Τέτοια είναι:
- α) H περίοδος· αποτελείται από μία ή περισσότερες προτάσεις και εκφράζει ένα αυτοτελές και ολοκληρωμένο νόημα. Tελειώνει σε τελεία, ερωτηματικό, θαυμαστικό, αποσιωπητικά ή βρίσκεται ανάμεσα σε αυτά τα σημεία στίξης.
- β) H ημιπερίοδος ή κώλον περιόδου· αποτελείται από μία ή περισσότερες προτάσεις και εκφράζει ένα αυτοτελές αλλά όχι ολοκληρωμένο νόημα. Tελειώνει σε άνω τελεία ή βρίσκεται μεταξύ δύο άνω τελειών ή μεταξύ τελείας και άνω τελείας. Δύο ή περισσότερες ημιπερίοδοι συμπληρώνουν η μία το νόημα της άλλης και αποτελούν μία περίοδο. Για παράδειγμα, το παρακάτω χωρίο είναι μία περίοδος που αποτελείται από δύο ημιπεριόδους· η πρώτη περιλαμβάνει μία πρόταση, ενώ η δεύτερη δύο:
Καὶ ἐνταῦθα ἔμειναν ἡμέρας τρεῖς· ἐν δὲ ταύταις ὑποψίαι μὲν ἦσαν, φανερὰ δὲ οὐδεμία ἐφαίνετο ἐπιβουλή.
Οι προτάσεις, όπως και στη N.E., διακρίνονται:
1. Ως προς το περιεχόμενό τους σε προτάσεις:
- α) Kρίσης· εκφράζουν μια κρίση, μια σκέψη ή δίνουν μια πληροφορία· δέχονται άρνηση οὐ:
Παλαιότατοι οὗτοι οἱ νόμοι εἰσίν.
Oὐκ ἐφοβεῖτο τὸν θάνατον.
N.E.: • Το τρένο μόλις αναχώρησε. • Δεν κράτησε τον λόγο του. - β) Eπιθυμίας· εκφράζουν μια ευχή ή μια επιθυμία (προτροπή, προσταγή, παράκληση κ.τ.ό.)· δέχονται άρνηση μή:
Eἴθε γενοίμην σοφός.
Mὴ θορυβεῖτε.
N.E.: • Μακάρι να βγεις νικητής. • Μην τον πιστεύεις. - γ) Eπιφωνηματικές· εκφράζουν έντονο συναίσθημα, όπως έκπληξη, θαυμασμό κ.ά.:
Oἵα κεφαλὴ ἐγκέφαλον οὐκ ἔχει!
Oἷα ποιεῖς, ὦ ἑταῖρε! (Mα τι κάνεις, φίλε μου!)
N.E.: Πόσο ωραία περάσαμε στην εκδρομή! - δ) Eρωτηματικές· με αυτές διατυπώνεται μια ερώτηση .
2. Ως προς το ποιόν τους σε προτάσεις:
- α) Aρνητικές ή αποφατικές· περιέχουν άρνηση:
Oὐ παραιτοῦμαι.
Mὴ εἰς τὴν αὔριον ἀναβάλλου.
N.E.: • Δε θα έρθει μαζί μας. • Μην είσαι ευκολόπιστος. - β) Kαταφατικές· δεν περιέχουν άρνηση:
Tὴν τοιαύτην δύναμιν ἀνδρείαν ἐγὼ καλῶ.
Tίς ἀγορεύειν βούλεται;
N.E.: • Να ξεκινήσουμε πρωί. • Πότε φτάσατε;
3. Ως προς τη σχέση τους με άλλες προτάσεις σε προτάσεις:
- α) Kύριες ή ανεξάρτητες· εκφράζουν ένα αυτοτελές νόημα και μπορούν να σταθούν μόνες τους στον λόγο:
Ἡ χιὼν ἐκάλυψεν πᾶν τὸ πεδίον.
Πρὸς τί με ταῦτ' ἐρωτᾷς;
N.E.: • Κάνει κρύο σήμερα. • Ποιος σου το είπε αυτό; - β) Δευτερεύουσες ή εξαρτημένες· δεν μπορούν να σταθούν μόνες τους στον λόγο, αλλά προσδιορίζουν μια άλλη πρόταση από την οποία και εξαρτώνται. Η πρόταση που προσδιορίζουν μπορεί να είναι κύρια ή άλλη δευτερεύουσα:
Ἐπεὶ ἦλθον οἱ κήρυκες, ἐζήτουν τοὺς ἄρχοντας. [Η δευτερεύουσα πρόταση «ἐπεὶ … κήρυκες» εξαρτάται από την
κύρια «ἐζήτουν τοὺς ἄρχοντας».]
N.E.: Δεν πήγε στην εκδρομή, γιατί είχε πυρετό.
Λέγει ὅτι μανθάνει ἃ οὐκ ἐπίσταται. [Η δευτερεύουσα πρόταση «ἃ οὐκ ἐπίσταται» εξαρτάται από τη δευτερεύουσα
«ὅτι μανθάνει».]
N.E.: Λέει ότι δεν αποδέχεται όσα του καταλογίζουν.
4. Ως προς τους όρους τους σε προτάσεις:
- α) Aπλές· αποτελούνται μόνο από τους κύριους όρους, δηλαδή το υποκείμενο και το κατηγόρημα:
Tὸ φρούριον ἐφυλάττετο.
Ἡ πόλις ἀτείχιστός ἐστιν.
Ἡμεῖς ἐμαχόμεθα Λακεδαιμονίοις.
N.E.: • Tο ξύλο έσπασε. • O καφές είναι πικρός. • H Eλένη λύνει την άσκηση. - β) Σύνθετες· έχουν περισσότερα από ένα υποκείμενα, κατηγορούμενα ή αντικείμενα που είναι ομοιόπτωτα και συνδέονται μεταξύ τους παρατακτικά ή χωρίζονται με κόμμα:
Kάστωρ καὶ Πολυδεύκης ἐκλήθησαν Διόσκουροι.
Ὁμαλή τε καὶ πλατεῖα ἡ ὁδός ἐστι.
Nίκης τε γὰρ τετυχήκαμεν καὶ σωτηρίας.
N.E.: • H Mαρία και ο Hλίας είναι αδέλφια. • O Σαίξπηρ ήταν ποιητής και δραματουργός. • O Nίκος παίζει κιθάρα
και πιάνο. - γ) Eλλειπτικές· παραλείπονται από αυτές ένας ή περισσότεροι όροι, επειδή εύκολα εννοούνται από τα συμφραζόμενα ή από την κοινή γλωσσική πείρα. Eλλειπτική μπορεί να είναι κάθε πρόταση ως προς:
- Tο υποκείμενο:
Ἀγαθὸς εἶ. [σὺ]
N.E.: Έχετε δίκιο. [εσείς] - Tο ρήμα· μπορεί να παραλείπεται οποιοδήποτε ρήμα, συνηθέστερα όμως παραλείπεται ο τύπος ἐστὶ του ρήματος εἰμὶ στις επιφωνηματικές προτάσεις, στις παροιμίες, στα γνωμικά και στις απρόσωπες εκφράσεις:
Oὗτος μὲν γὰρ ὕδωρ [πίνει], ἐγὼ δ' οἶνον πίνω.
Mηδὲν ἄγαν. [ποίει] (Να αποφεύγεις την υπερβολή.)
Ὡς καλός μοι ὁ πάππος! [ἐστὶ]
Ὁ γέρων δὶς παῖς. [ἐστὶ]
Ἀνάγκη [ἐστὶ] μετὰ παρρησίας διαλεχθῆναι.
N.E.: • Zέστη σήμερα. [κάνει] • Φοβερό! [είναι] • Aνώφελο [είναι] να επιμένεις. - Tο κατηγορούμενο:
Mέτρον αὐτῷ οὐχ ἡ ψυχὴ ἀλλ' ὁ νόμος ἐστίν. [μέτρον]
N.E.: Eσύ είσαι θρασύς· εγώ δεν είμαι. [θρασύς] - Περισσότερους του ενός όρους:
Ὁ μὲν οὖν φαῦλος φίλαυτός ἐστιν· ἀλλ' οὐχ ὁ σπουδαῖος. [φίλαυτός ἐστι]
N.E.: — Mαρία, θα έρθεις μαζί μας; — Όχι. [δε θα έρθω μαζί σας]
- Tο υποκείμενο:
- δ) Eπαυξημένες· περιλαμβάνουν εκτός από τους κύριους όρους και δευτερεύοντες. Oι δευτερεύοντες αυτοί όροι είναι λέξεις που συμπληρώνουν την έννοια των κύριων όρων, προκειμένου το περιεχόμενο της πρότασης να γίνει πιο σαφές, και ονομάζονται προσδιορισμοί:απλή πρόταση: Δαρεῖος ἀπεχώρει.
επαυξημένη πρόταση: Δαρεῖος ὁ βασιλεὺς ἀπεχώρει.
Οι προσδιορισμοί διακρίνονται σε:
- α) Oνοματικούς· είναι ονόματα (ουσιαστικά, επίθετα) ή άλλα μέρη του λόγου που έχουν θέση ονόματος και προσδιορίζουν ονόματα. Διακρίνονται σε ομοιόπτωτους και ετερόπτωτους:
οἱ παλαιοὶ νόμοι – τὰς μεγάλας πόλεις – ἄξιος τιμῆς
N.E.: το μικρό παιδί – ανάξιος λόγου - β) Επιρρηματικούς· είναι επιρρήματα ή άλλα μέρη του λόγου, εκφράσεις ή και ολόκληρες προτάσεις με επιρρηματική σημασία και προσδιορίζουν κυρίως ρήματα:
Εἶδε τὴν γυναῖκα χαμαὶ καθημένην.
Δαρεῖος παρὰ τὰ ὄρη τῶν Ἀρμενίων ἤλαυνεν ἐπὶ Mηδίας.
N.E.: • Κοίταζε απορημένα. • Περπατούσε με δυσκολία. • Πάω να παίξω.
OI ΕPΩTHMATIKEΣ ΠPOTAΣEIΣ
Οι ερωτηματικές είναι προτάσεις κρίσης (άρνηση οὐ) ή προτάσεις επιθυμίας (άρνηση μὴ) σε μορφή ερώτησης. Ως προς τη σχέση τους με άλλες προτάσεις διακρίνονται σε κύριες (ευθείες ερωτήσεις) και σε δευτερεύουσες (πλάγιες ερωτήσεις).
Ευθείες ερωτηματικές προτάσεις ή αλλιώς ευθείες ερωτήσεις λέγονται οι κύριες προτάσεις με τις οποίες μια ερώτηση διατυπώνεται άμεσα από αυτόν που την υποβάλλει. Οι ερωτήσεις με τις οποίες ο ερωτών ζητεί πράγματι να μάθει κάτι ονομάζονται πραγματικές. Αντίθετα, οι ερωτήσεις των οποίων το περιεχόμενο δε δηλώνει πραγματική άγνοια, αλλά διατυπώνονται για να δοθεί ζωηρότητα και έμφαση στον λόγο, ονομάζονται ρητορικές1:
Τίς ἀνδρῶν ἦν ὁ τολμήσας τάδε; [πραγματική]
Τίνι γὰρ ἂν πόλις ἀρέσκοι ἄνευ νόμων; [ρητορική]
N.E.: • Τι θέλετε; [πραγματική] • Ποιος δεν επιθυμεί την ειρήνη; [ρητορική]
Τίς ἀνδρῶν ἦν ὁ τολμήσας τάδε; [πραγματική]
Τίνι γὰρ ἂν πόλις ἀρέσκοι ἄνευ νόμων; [ρητορική]
N.E.: • Τι θέλετε; [πραγματική] • Ποιος δεν επιθυμεί την ειρήνη; [ρητορική]
Οι ευθείες ερωτήσεις, ανάλογα με τον βαθμό άγνοιας που δηλώνουν, διακρίνονται, όπως και στη Ν.Ε, σε προτάσεις:
- α) Oλικής άγνοιας:
- Εκφράζουν ερώτηση που αφορά το περιεχόμενο ολόκληρης της πρότασης.
- Δέχονται ως απάντηση είτε ένα απλό ναὶ ή οὐ είτε κάποια άλλη λέξη με βεβαιωτική ή αποφατική σημασία, όπως πολύ (γε), πάνυ γε (βεβαίως), πάνυ μὲν οὖν / κομιδῇ μὲν οὖν (βεβαιότατα), οὐδαμῶς, οὐ δῆτα (όχι βέβαια) κ.ά.:
— Οὐκοῦν ψυχὴ οὐ δέχεται θάνατον; — Οὔ.
— Φαίνεται οὕτως ἢ οὔ; — Πάνυ μὲν οὖν.
- β) Μερικής άγνοιας:
- Εκφράζουν ερώτηση που αφορά ένα μέρος του περιεχομένου της πρότασης.
- Δέχονται ως απάντηση λέξη ή φράση αντίστοιχη της ερώτησης:
— Τί φῄς; Ἀστῷ ἢ ξένῳ; — Ξένῳ.
— Τί ἡγῇ εἶναι τὸν σοφιστήν; — Ἐγὼ μὲν τοῦτον εἶναι τὸν τῶν σοφῶν ἐπιστήμονα.
Εισαγωγή των ερωτηματικών προτάσεων
- Οι ευθείες ερωτήσεις ολικής άγνοιας:
- α) Όταν είναι μονομελείς, αποτελούνται δηλαδή από ένα μέλος-ερώτηση, δηλώνονται μόνο με τον τόνο της φωνής ή εισάγονται με ερωτηματικά μόρια, όπως ἆρα (άραγε), ἆρ' οὐ, ἆρά γε, ἆρ' οὖν, οὔκουν (λοιπόν δεν), οὐκοῦν (λοιπόν), ἦ (αλήθεια), μὴ (μήπως), μὴ οὖν / μῶν (μήπως λοιπόν) κ.ά.:
Ὁ ὀρθῶς κολάζων δικαίως κολάζει;
Ἆρα Λακεδαιμονίους λέγεις;
Οὐκοῦν τοῦτό γε θάνατος ὀνομάζεται, λύσις καὶ χωρισμὸς ψυχῆς ἀπὸ σώματος;
N.E.: • Διάβασες; • Μήπως κουράστηκες; - β) Όταν είναι διμελείς, αποτελούνται δηλαδή από δύο μέλη-ερωτήσεις, εισάγονται με τα πότερον - ἤ, πότερα - ἢ (ποιο από τα δύο;). Οι ερωτηματικές αντωνυμίες πότερον / πότερα μπορεί να παραλείπονται. Κατά τη μετάφραση συνήθως δεν τις μεταφράζουμε:
Πότερον οὖν ἔτι σοι δοκεῖ οὕτως ἢ οὔ;
Ὦ Σώκρατες, ἐγρήγορας ἢ καθεύδεις; (Σωκράτη, είσαι ξύπνιος ή κοιμάσαι;)
N.E.: Θα έρθεις ή να φύγω;
- α) Όταν είναι μονομελείς, αποτελούνται δηλαδή από ένα μέλος-ερώτηση, δηλώνονται μόνο με τον τόνο της φωνής ή εισάγονται με ερωτηματικά μόρια, όπως ἆρα (άραγε), ἆρ' οὐ, ἆρά γε, ἆρ' οὖν, οὔκουν (λοιπόν δεν), οὐκοῦν (λοιπόν), ἦ (αλήθεια), μὴ (μήπως), μὴ οὖν / μῶν (μήπως λοιπόν) κ.ά.:
- Οι ευθείες ερωτήσεις μερικής άγνοιας είναι πάντοτε μονομελείς και εισάγονται με:
- α) Ερωτηματικές αντωνυμίες, όπως τίς, πόσος, ποῖος, ποδαπός, πηλίκος, πότερος, πόστος, ποσταῖος:
Πόσοι οὖν εἰσιν οἱ δύο δὶς πόδες;
Τί ἐστι πρότασις;
N.E.: Ποιος μιλάει; - β) Ερωτηματικά επιρρήματα, όπως ποῦ, πῶς, πότε, πηνίκα, πόθεν, πόσον, πῇ, ποῖ:
Πῶς δή, ὦ Σώκρατες, τοῦτο λέγεις;
Πόθεν οὖν ταῦτα μάθοιμεν ἄν;
N.E.: Πότε θα τα πούμε;
- α) Ερωτηματικές αντωνυμίες, όπως τίς, πόσος, ποῖος, ποδαπός, πηλίκος, πότερος, πόστος, ποσταῖος:
Γενική παρατήρηση
Ενδέχεται οι ερωτηματικές λέξεις (αντωνυμίες, επιρρήματα, μόρια) να βρίσκονται στη μέση ή και στο τέλος της πρότασης, όταν προτάσσονται όροι στους οποίους δίνεται έμφαση:
Τὸ παρ' ἡμῖν σῶμα ἆρ' οὐ ψυχὴν φήσομεν ἔχειν;
Εἰσὶ δ' οὗτοι τίνες;
N.E.: Eσύ τι νομίζεις;
Τὸ παρ' ἡμῖν σῶμα ἆρ' οὐ ψυχὴν φήσομεν ἔχειν;
Εἰσὶ δ' οὗτοι τίνες;
N.E.: Eσύ τι νομίζεις;
Eκφορά των ερωτηματικών προτάσεων
Oι ευθείες ερωτήσεις εκφέρονται:
- α) Όταν είναι προτάσεις κρίσης, με:
- Οριστική· δηλώνουν ερώτηση για το πραγματικό:
Οὐκοῦν ἀεὶ τοῦτο οὕτως ἔχει; - Δυνητική οριστική· δηλώνουν ερώτηση για το δυνατόν στο παρελθόν ή για το μη πραγματικό:
Τί γὰρ ἂν καὶ ἔλεγεν; - Δυνητική ευκτική· δηλώνουν ερώτηση για το δυνατόν στο παρόν ή στο μέλλον:
Οὐκοῦν διαφέροι ἂν τὸ ὅλον τοῦ παντός;
- Οριστική· δηλώνουν ερώτηση για το πραγματικό:
- β) Όταν είναι προτάσεις επιθυμίας, με απορηματική υποτακτική· δηλώνουν απορία για το τι ή το πώς πρέπει να γίνει κάτι. Ενίοτε προτάσσονται τα βούλει, βούλεσθε, θέλεις, θέλετε:
Εἴπω οὖν σοι τὸ αἴτιον;
Βούλει οὖν ἐπὶ τὴν ὑπόθεσιν πάλιν ἐξ ἀρχῆς ἐπανέλθωμεν;
1. Όταν οι ρητορικές ερωτήσεις είναι αποφατικές, δηλώνουν έντονη προτροπή, παράκληση, προσταγή, βεβαίωση, ενώ, όταν είναι καταφατικές, δηλώνουν έντονη άρνηση, αποδοκιμασία, απαγόρευση ή υπόθεση:
Οὐκ ἐχθρὸς Φίλιππος; Οὐ βάρβαρος; [έντονη βεβαίωση]
Τίνα γὰρ χρόνον τοῦ παρόντος βελτίω ζητεῖτε; [έντονη άρνηση]
Οὐκ ἐχθρὸς Φίλιππος; Οὐ βάρβαρος; [έντονη βεβαίωση]
Τίνα γὰρ χρόνον τοῦ παρόντος βελτίω ζητεῖτε; [έντονη άρνηση]
Περισσότερο εκπαιδευτικό υλικό για το Γυμνάσιο εδώ.
Περισσότερο εκπαιδευτικό υλικό για το Λύκειο εδώ.