Ενότητα 1η
Πατρική δικαιοσύνη
Ἀνὴρ γένει Μάρδος παῖδας εἶχεν ἑπτά.
|
Ένας
άντρας, Μάρδος στην καταγωγή είχε επτά παιδιά.
|
Τούτων ὁ νεώτατος κακὰ πολλὰ τοὺς ἄλλους εἰργάζετο.
|
Από
αυτούς ο πιο νέος προκαλούσε πολλά κακά στους άλλους.
|
Καὶ τὰ μὲν πρῶτα ἐπειρᾶτο αὐτὸν ὁ πατὴρ ῥυθμίζειν λόγῳ·
|
Και αρχικά
ο πατέρας του προσπαθούσε να τον συνετίσει με τα λόγια·
|
ἐπεὶ δὲ οὒκ ἐπείθετο, πρὸς τοὺς δικαστὰς ἤγαγε
|
επειδή
όμως δεν πειθόταν, τον οδήγησε μπροστά στους δικαστές
|
καὶ ὅσα αὐτῷ ἐτετόλμητο ἀκριβῶς κατηγόρησε,
|
και τον
κατηγόρησε για όσα αυτός είχε αποτολμήσει,
|
καὶ ᾔτει παρὰ τῶν δικαστῶν ἀποκτεῖναι τὸν νεανίσκον.
|
και
ζητούσε από τους δικαστές να εκτελέσουν το νέο.
|
Οἱ δὲ ἐξεπλάγησαν καὶ ἀμφοτέρους ἐπὶ τὸν βασιλέα Ἀρταξέρξην ἤγαγον.
|
Αυτοί
έμειναν έκπληκτοι και οδήγησαν και τους δυο στο βασιλιά Αρταξέρξη.
|
Τὰ αὐτὰ δὲ λέγοντος τοῦ Μάρδου, βασιλεὺς ἔφη:
|
Κι ενώ ο
Μάρδος έλεγε τα ίδια, ο βασιλιάς είπε:
|
«Εἶτα τολμήσεις τὸν υἱὸν ἀποθνῄσκοντα ὑπομεῖναι;»
|
«Αλήθεια,
θα έχεις το θάρρος να αντέξεις να πεθαίνει ο γιος σου;»
|
Ὁ δὲ ἔφη «πάντων μάλιστα·
|
Κι αυτός
είπε «βεβαιότατα·
|
ἐπεὶ καὶ ὅταν τῶν φυομένων θριδακινῶν τάς ἐκφύσεις τὰς πικρὰς ἀφαιρῶ,
|
γιατί
και όταν αφαιρώ από τα μαρούλια που φυτρώνουν, τις πικρές παραφυάδες,
|
οὐδὲν ἡ μήτηρ αὐτῶν λυπεῖται,
|
η μητέρα
τους καθόλου δε λυπάται,
|
ἀλλὰ θάλλει μᾶλλον καὶ γλυκίων γίνεται».
|
αλλά
ανθίζει περισσότερο και γίνεται γλυκύτερη.»
|
Ταῦτα ἀκούσας Ἀρταξέρξης ἐπῄνεσε μὲν τὸν ἄνδρα
|
Αφού
άκουσε αυτά ο Αρταξέρξης, επαίνεσε τον άντρα
|
καὶ τῶν βασιλικῶν δικαστῶν ἐποίησεν ἕνα,
|
και τον
έκανε ένα από τους βασιλικούς δικαστές,
|
εἰπὼν ὅτι ὁ περὶ τῶν ἰδίων παίδων οὕτω δικαίως ἀποφαινόμενος
|
λέγοντας
ότι αυτός που διατυπώνει τόσο δίκαιες κρίσεις για τα παιδιά του
|
πάντως καὶ ἐν τοῖς ἀλλοτρίοις
|
οπωσδήποτε
και στις ξένες υποθέσεις
|
ἀκριβής ἔσται δικαστὴς καὶ ἀδέκαστος,
|
θα είναι
δίκαιος δικαστής και αδέκαστος,
|
ἀφῆκε δὲ καὶ τὸν νεανίαν τῆς τιμωρίας,
|
και
απάλλαξε από την τιμωρία το νέο,
|
ἀπειλῶν αὐτῷ θανάτου,
|
απειλώντας
τον με θάνατο,
|
ἐὰν ἀδικῶν φωραθῇ ἕτερα.
|
εάν
αποδειχθεί ότι διαπράττει άλλες αδικίες.
|
Ενότητα 2η
Το τέχνασμα του Θεμιστοκλή
Ἂλλ’
ἐπεὶ τῶν
πολεμίων ὁ στόλος
|
Αλλά
όταν ο στόλος των εχθρών
|
τῇ
Ἀττικῇ κατὰ
τὸ Φαληρικὸν
προσφερόμενος
|
πλησιάζοντας
στην Αττική από την πλευρά του Φαλήρου
|
τοὺς
πὲριξ ἀπέκρυψεν αἰγιαλούς,
|
απέκρυψε
τις γύρω παραλίες
|
πάλιν ἐπάπταινον
οἱ Πελοποννήσιοι πρὸς
τὸν Ἰσθμόν.
|
οι
Πελοποννήσιοι φοβισμένοι πάλι σκέφτονταν να αποπλεύσουν για τον Ισθμό.
|
Ἔνθα
δὴ ὁ Θεμιστοκλῆς
ἐβουλεύετο
|
Ενώ
λοιπόν έτσι είχε η κατάσταση, ο Θεμιστοκλής σκεφτόταν
|
καὶ
συνετίθει τὴν περὶ τὸν
Σίκινον πραγματείαν.
|
και
κατάστρωνε τέχνασμα με το Σίκινο.
|
Ἦν δὲ
τῷ μὲν γένει
Πέρσης ὁ Σίκινος,
|
Ο
Σίκινος ήταν Πέρσης στην καταγωγή,
|
αἰχμάλωτος,
εὔνους δὲ τῷ
Θεμιστοκλεῖ
|
αιχμάλωτος
και φιλικός στον Θεμιστοκλή
|
καὶ
τῶν τέκων αὐτοῦ
παιδαγωγός.
|
και
παιδαγωγός των παιδιών του.
|
Τοῦτον
ἐκπέμπει πρὸς
τὸν Ξερξην κρύφα,
|
Αυτόν
τον στέλνει κρυφά προς τον Ξέρξη,
|
κελεύσας
λέγειν ὅτι Θεμιστοκλῆς
|
αφού τον
διέταξε να πει ότι ο Θεμιστοκλής,
|
ὁ
τῶν Ἀθηναίων
στρατηγὸς αἱρούμενος τὰ
βασιλέως
|
ο
στρατηγός των Αθηναίων, παίρνοντας το μέρος του (Πέρση) βασιλιά
|
ἐξαγγέλλει
πρῶτος αὐτῷ
|
στέλνει
πρώτος σ’ αυτόν την πληροφορία
|
τοὺς
Ἕλληνας ἀποδιδράσκοντας,
|
ότι οι
Έλληνες προσπαθούν να δραπετεύσουν
|
καὶ
διακελεύεται ἐπιθέσθαι καὶ
διαφθεῖραι τὴν ναυτικὴν
δύναμιν
|
και συμβουλεύει
να τους επιτεθεί και να εξοντώσει τη ναυτική τους δύναμη
|
ἐν
ᾧ ταράττονται τῶν
πεζῶν χωρὶς ὄντες.
|
ενώ
βρίσκονται σε σύγχυση χωρίς το πεζικό.
|
Ταῦτα
δ’ ὁ Ξερξης ὡς
ἀπ’εὐνοίας
λελεγμένα δεξάμενος, ἥσθη
|
Ο Ξέρξης,
επειδή δέχτηκε αυτά πιστεύοντας ότι είχαν λεχθεί με φιλική διάθεση, ευχαριστήθηκε
|
καὶ
εὐθὺς ἐξέφερε
πρὸς τοὺς ἡγεμόνας
τῶν νεῶν
|
και αμέσως
έδωσε διαταγή στους κυβερνήτες των πλοίων
|
διακοσίαις
ναυσὶν ἀναχθέντας ἤδη
|
αφού
αποπλεύσουν με διακόσια καράβια
|
διαζῶσαι τάς
νήσους, ὅπως ἐκφύγοι μηδεὶς
τῶν πολεμίων.
|
να περικυκλώσουν
τα νησιά, για να μη ξεφύγει κανείς από τους εχθρούς.
|
Ενότητα 3η
Το χρέος του ιστορικού
Ἐν
μὲν οὖν τῷ
λοιπῷ βίῳ
|
Για τον
υπόλοιπο, λοιπόν, βίο
|
τὴν
τοιαύτην ἐπιείκειαν ἴσως
οὒκ ἂν τις ἐκβάλλοι·
|
δε θα
μπορούσε κάποιος να αποβάλει αυτού του είδους την εύνοια (προς γνωστούς και
φίλους)·
|
καὶ
γὰρ φιλόφιλον εἶναι δεῖ
τὸν ἀγαθὸν
ἄνδρα καὶ
φιλόπατριν
|
γιατί,
πράγματι, ο αγαθός άντρας πρέπει να αγαπάει τους φίλους του και την πατρίδα
του
|
καὶ
συμμισεῖν τοῖς φίλοις τοὺς
ἐχθροὺς
|
και να
μισεί τους ίδιους εχθρούς που μισούν και οι φίλοι του
|
καὶ
συναγαπᾶν τοὺς φίλους·
|
και να
αγαπά τους ίδιους φίλους (που αγαπούν και οι φίλοι του)·
|
ὅταν
δὲ τὸ τῆς
ἱστορίας ἦθος
ἀναλαμβάνῃ
τις,
|
όταν,
όμως, κάποιος υιοθετεί το χαρακτήρα του ιστορικού
|
ἐπιλαθέσθαι
χρή πάντων τῶν τοιούτων
|
πρέπει
να τα ξεχάσει όλα αυτά
|
καὶ
πολλάκις μὲν εὐλογεῖν
καὶ κοσμεῖν τοῖς
μεγίστοις ἐπαίνοις τοὺς
ἐχθρούς,
|
και
πολλές φορές πρέπει να επαινεί και να τιμά με τους μεγαλύτερους επαίνους τους
εχθρούς,
|
ὅταν
αἱ πράξεις ἀπαιτῶσι
τοῦτο,
|
όταν οι
πράξεις το απαιτούν,
|
πολλάκις δ’ἐλέγχειν
καὶ ψέγειν ἐπονειδίστως
τοὺς ἀναγκαιοτάτους,
|
και
πολλές φορές θα χρειαστεί να κατακρίνει και να κατηγορεί κατά τρόπο που
ντροπιάζει τους στενούς συγγενείς,
|
ὅταν
αἱ τῶν ἐπιτηδευμάτων
ἁμαρτίαι τοῦθ’ ὑποδεικνύωσιν.
|
όταν τα
σφάλματα στις πράξεις τους αυτό υποδεικνύουν.
|
Ὥσπερ
γὰρ ζῴου τῶν
ὄψεων ἀφαιρεθεισῶν
|
Όπως
ακριβώς όταν ένας ζωντανός οργανισμός χάσει τα μάτια του
|
ἀχρειοῦται
τὸ ὅλον,
|
αχρηστεύεται
ολόκληρος,
|
οὕτως
ἐξ ἱστορίας ἀναιρεθείσης
τῆς ἀληθείας
|
έτσι κι
από την ιστορία αν αφαιρεθεί η αλήθεια
|
τὸ
καταλειπόμενον αὐτῆς ἀνωφελὲς
γίνεται διήγημα.
|
ό,τι
απομένει από αυτήν γίνεται ανώφελο (ασήμαντο) διήγημα.
|
Ενότητα
4η
Οι
Σεληνίτες
Καλὸς δὲ
παρὰ Σεληνίταις νομίζεται,
|
Όμορφος κατά τη γνώμη των Σεληνιτών
θεωρείται,
|
ἢν πού τις
φαλακρὸς ἦ.
|
αυτός που είναι φαλακρός.
|
Καὶ μὴν καὶ
γένεια φύουσιν μικρὸν ὑπὲρ τὰ γόνατα.
|
Και μάλιστα και γένια αφήνουν να
φυτρώσουν λίγο πάνω από τα γόνατα.
|
Καὶ ὄνυχας
ἐν τοῖς ποσίν οὐκ ἔχουσιν,
|
Και νύχια στα πόδια δεν έχουν,
|
ἀλλὰ πάντες
εἰσὶν μονοδάκτυλοι.
|
αλλά όλοι είναι μονοδάκτυλοι.
|
Καὶ ἐπειδὰν
ἢ πονῶσιν ἢ γυμνάζωνται,
|
Και όταν κοπιάζουν ή γυμνάζονται,
|
γάλακτι πᾶν
τὸ σῶμα ἱδροῦσιν,
|
ιδρώνουν παράγοντας γάλα σ’ όλο τους
το σώμα,
|
ὥστε καὶ
τυροὺς ἀπ’αὐτοῦ πήγνυνται.
|
ώστε απ’ αυτό παρασκευάζουν τυρί.
|
Τοὺς δὲ
ὀφθαλμοὺς περιαιρετοὺς ἔχουσι
|
Και τα μάτια έχουν πρόσθετα
|
καὶ πολλοὶ
τοὺς σφετέρους ἀπολέσαντες
|
και πολλοί αν χάσουν τα δικά τους
|
παρ’ ἄλλων
χρησάμενοι ὁρῶσιν.
|
βλέπουν χρησιμοποιώντας αυτά που παίρνουν
από τους άλλους.
|
Τινὲς δὲ καὶ
πολλοὺς ἀποθέτους ἔχουσιν, οἱ πλούσιοι.
|
Κάποιοι, οι πλούσιοι, έχουν πολλά
αποθηκευμένα, για ώρα ανάγκης.
|
Κάτοπτρον δὲ
μέγιστον κεῖται ὑπὲρ φρέατος οὐ πάνυ βαθέος.
|
Και υπάρχει ένας καθρέφτης που
βρίσκεται πάνω από ένα πηγάδι.
|
Ἂν μὲν οὖν
εἰς τὸ φρέαρ καταβῇ τις,
|
Κι αν κάποιος κατεβεί στο πηγάδι,
|
ἀκούει πάντων
τῶν ἐν τῇ γῇ λεγομένων,
|
ακούει όλα όσα λέγονται στη γη,
|
ἐὰν δὲ εἰς
τὸ κάτοπτρον ἀποβλέψῃ,
|
κι αν κοιτάξει προσεκτικά προς τον
καθρέφτη,
|
πάσας μὲν
πόλεις, πάντα δὲ ἔθνη ὁρᾷ.
|
βλέπει όλες τις πόλεις και όλα τα
έθνη.
|
Τότε καὶ
τοὺς οἰκείους ἐγὼ ἐθεασάμην
|
Τότε είδα κι εγώ τους συγγενείς μου
|
καί πᾶσαν
τὴν πατρίδα,
|
και όλη την πατρίδα,
|
εἰ δὲ κἀκεῖνοι
ἐμὲ ἑώρων,
|
αν όμως κι εκείνοι μ’ έβλεπαν,
|
οὐκέτι ἔχω
εἰπεῖν.
|
δεν μπορώ καθόλου να το πω.
|
Ὅστις δὲ
ταῦτα μὴ πιστεύει οὕτως ἔχειν,
|
Όποιος δεν πιστεύει ότι αυτά έτσι
είναι
|
ἂν ποτε καὶ
αὐτὸς ἐκείσε ἀφίκηται,
|
αν κάποτε κι αυτός φτάσει εκεί,
|
εἲσεται ὡς
ἀληθῆ λέγω.
|
θα καταλάβει ότι λέω αλήθεια.
|
Ενότητα
5η
Η
ελεημοσύνη βασίλισσα των αρετών
Ἀγαπητοί, μὴ
γινώμεθα τῶν ἀλόγων θηριωδέστεροι.
|
Αγαπητοί, ας μη γίνουμε αγριότεροι
από τα ζώα.
|
Ἐκείνοις
πάντα κοινὰ καὶ οὐδὲν τοῦ ἄλλου πλέον ἔχει·
|
Σ’εκείνα όλα είναι κοινά και κανένα
δεν έχει περισσότερα από τα άλλα·
|
σύ δὲ
ἄνθρωπος ὤν, θηρίου γίνῃ χαλεπώτερος,
|
εσύ όμως αν και είσαι άνθρωπος, γίνεσαι
πιο άσπλαχνος από τα θηρία,
|
μυρίων
πενήτων τροφὰς μιᾷ κατακλείων οἰκίᾳ.
|
κλείνοντας ερμητικά σε ένα σπίτι όσα
τρόφιμα θα αρκούσαν για να θρέψουν αμέτρητους φτωχούς.
|
Καίτοι γε
οὐχ ἡ φύσις ἡμῖν μόνη κοινή,
|
Και βέβαια, δεν είναι μόνο η φύση
μας κοινή,
|
ἀλλὰ καὶ
ἕτερα πλείονα·
|
αλλά και άλλα περισσότερα·
|
οὐρανὸς
κοινὸς καὶ ἥλιος καὶ σελήνη καὶ ἀστέρες
|
κοινός είναι ο ουρανός και ο ήλιος
και η σελήνη και τα αστέρια
|
καὶ ἀὴρ καὶ
θάλασσα καὶ γῆ καὶ ζωὴ καὶ τελευτὴ
|
και ο αέρας και η θάλασσα και η γη
και η ζωή και ο θάνατος
|
καὶ γῆρας
καὶ νόσος καὶ ὑγεία καὶ χρεία τροφῆς καὶ ἐνδυμάτων.
|
και τα γηρατειά και οι αρρώστειες
και η υγεία και η ανάγκη τροφής και ρούχων.
|
Πῶς οὖν οὐκ
ἄτοπον
|
Πώς λοιπόν δεν είναι παράλογο
|
τοὺς ἐν
τοσούτοις κοινωνοῦντας ἀλλήλοις
|
αυτοί που μοιράζονται τόσα πολλά
μεταξύ τους
|
ἐν τοῖς
χρήμασιν οὕτως εἲναι πλεονέκτας,
|
στα χρήματα να είναι τόσο
πλεονέκτες,
|
καὶ τὴν
αὐτὴν μὴ διατηρεῖν ἰσονομίαν;
|
και να μη διατηρούν την ίδια
ισονομία;
|
Ὁ γὰρ
θάνατος τῆς μὲν ἀπολαύσεως ἀπάγει,
|
Γιατί ο θάνατος απομακρύνει από την
απόλαυση
|
πρὸς δὲ τάς
εὐθύνας ἄγει.
|
και οδηγεί στην τιμωρία.
|
Ἵν’ οὖν μὴ
τοῦτο γένηται,
|
Για να μη γίνει κάτι τέτοιο,
|
πολλῇ
χρησώμεθα τῇ ἐλεημοσύνῃ.
|
ας εφαρμόσουμε την ελεημοσύνη.
|
Αὔτη γάρ
ἐστιν ἡ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν,
|
Γιατί αυτή είναι η βασίλισσα των
αρετών,
|
ἥ καὶ
ἑξαιρήσεται ἡμᾶς τῆς τιμωρίας.
|
η οποία θα μας απαλλάξει από την
τιμωρία.
|
Τὰ περιττὰ
δὴ ποιήσωμεν χρήσιμα,
|
Ας κάνουμε τα περιττά χρήσιμα,
|
τὸν πολὺν
προέμενοι πλοῦτον,
|
αφού παραμερίσουμε τον πολύ πλούτο,
|
καὶ ἐν τῇ
ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως,
|
και την ημέρα της κρίσεως,
|
κἄν μυρία
ὧμεν πεπλημμεληκότες,
|
ακόμη κι αν έχουμε διαπράξει πολλά
παραπτώματα
|
ὁ Θεὸς
μεταδώσει συγγνώμης ἡμῖν.
|
ο Θεός θα μας συγχωρήσει.
|
Ενότητα
6η
Η
ευθύνη για την παιδεία των νέων
ΣΩ: Ἀλλ’
ὅμως σὺ μὲ φής, ὦ Μέλητε,
|
ΣΩ: Αλλά εσύ όμως ισχυρίζεσαι, ω
Μέλητε,
|
τοιαῦτα
ἐπιτηδεύοντα τοὺς νέους διαφθείρειν;
|
ότι ασχολούμενος με τέτοια διαφθείρω
τους νέους;
|
Καίτοι
ἐπιστάμεθα μὴν δήπου τίνες εἰσὶ νέων διαφθοραί·
|
Ακόμη κι αν γνωρίζουμε βέβαια, ποιες
είναι οι διαφθορές των νέων·
|
σύ δὲ εἰπὲ
εἴ τινα οἶσθα ὑπ’ ἐμοῦ γεγενημένον
|
και συ πες αν ξέρεις ότι κάποιος
έχει γίνει εξαιτίας μου
|
ἢ ἐξ
εὐσεβοῦς ἀνόσιον ἢ ἐκ σώφρονος ὑβριστήν.
|
είτε από ευσεβής ανόσιος είτε από
συνετός αλαζόνας.
|
ΜΕΛ. Ἀλλὰ
ναί, μὰ Δὶ’ ἐκείνους οἶδα
|
ΜΕΛ: Και βέβαια, μα το Δία, ξέρω
εκείνους
|
οὓς σῦ
πέπεικας σοὶ πείθεσθαι μᾶλλον ἢ τοῖς γονεῦσι.
|
οι οποίοι υπακούν σε εσένα
περισσότερο παρά στους γονείς τους.
|
ΣΩ. Ὁμολογῶ,
περί γε παιδείας·
|
ΣΩ: Το ομολογώ, όσον αφορά
τουλάχιστον την παιδεία·
|
τοῦτο γὰρ
ἴσασιν ἐμοὶ μεμεληκός.
|
γιατί το γνωρίζουν ότι γι’ αυτό νοιάζομαι.
|
Περὶ δὲ
ὑγιείας τοῖς ἰατροῖς μᾶλλον οἱ ἄνθρωποι
|
Οι άνθρωποι για την υγεία περισσότερο
τους ιατρούς
|
πείθονται ἢ
τοῖς γονεῦσιν·
|
υπακούν παρά τους γονείς·
|
καὶ ἐν ταῖς
ἐκκλησίαις γε πάντες δήπου οἱ Ἀθηναῖοι
|
και στις συνελεύσεις του λαού,
βέβαια όλοι οι Αθηναίοι
|
τὰ
φρονιμώτατα λέγουσι πείθονται μᾶλλον ἢ τοῖς προσήκουσιν.
|
υπακούν σε αυτούς που λένε τα πιο
συνετά παρά στους συγγενείς τους.
|
Οὐ γὰρ δὴ
καὶ στρατηγοὺς αἱρεῖσθαι,
|
Και στρατηγούς δεν εκλέγετε
|
οὖς ἂν
ἠγῆσθε περὶ τῶν πολεμικῶν φρονιμωτάτους εἶναι;
|
όποιους ενδεχομένως θεωρείτε ότι
είναι οι πιο συνετοί στα στρατιωτικά;
|
Οὐκοῦν
θαυμαστὸν καὶ τοῦτό σοι δοκεῖ εἶναι,
|
Λοιπόν, σου φαίνεται ότι είναι και
τούτο περίεργο
|
ἐμὲ τούτου
ἕνεκα θανάτου ὑπὸ σοῦ διώκεσθαι,
|
ότι εξαιτίας αυτού διώκομαι από σένα
και αντιμετωπίζω την ποινή του θανάτου,
|
ὅτι περὶ τοῦ
μεγίστου ἀγαθοῦ ἀνθρώποις,
|
επειδή δηλαδή για το μεγαλύτερο
αγαθό στους ανθρώπους,
|
περὶ
παιδείας, βέλτιστος εἶναι ὑπὸ τινων προκρίνομαι;
|
για την παιδεία, θεωρούμαι από
μερικούς ότι είμαι ο καλύτερος;
|
Ενότητα
7η
Ένας
στοργικός ηγέτης
Ἅπαντες
ἐπιστάμεθα ὅτι Ἀγησίλαος,
|
Όλοι γνωρίζουμε ότι ο Αγησίλαος,
|
ὅπου ᾤετο
τὴν πατρίδα τι ὠφελήσειν,
|
όπου πίστευε ότι θα ωφελούσε σε κάτι
την πατρίδα,
|
οὐ πόνων
ὑφίετο, οὐ κινδύνων ἀφίστατο,
|
δεν έπαυε να μοχθεί, ούτε απέφευγε
τους κινδύνους,
|
οὐ χρημάτων
ἐφείδετο, οὐ σῶμα, οὐ γῆρας προὐφασίζετο,
|
δε λυπόταν τα χρήματα, ούτε πρόβαλλε
ως δικαιολογία το σώμα ή τα γηρατειά,
|
ἀλλὰ καὶ
βασιλέως ἀγαθοῦ τοῦτο ἔργον ἐνόμιζε,
|
αλλά πίστευε ότι καθήκον του καλού
βασιλιά είναι
|
τὸ τοὺς
ἀρχομένους ὡς πλεῖστα ἀγαθὰ ποιεῖν.
|
να κάνει όσο το δυνατόν περισσότερα
καλά στους υπηκόους του.
|
Ἐν τοῖς
μεγίστοις δὲ ὠφελήμασι τῆς πατρίδος
|
Στις μεγαλύτερες ωφέλειες της
πατρίδας
|
καὶ τόδε ἐγὼ
τίθημι αὐτοῦ,
|
κι αυτό εδώ του συγκαταλέγω
|
ὅτι
δυνατώτατος ὤν ἐν τῇ πόλει
|
ότι, ενώ ήταν ο πιο δυνατός στην
πόλη,
|
φανερὸς ἦν
μάλιστα τοῖς νόμοις λατρεύων.
|
υπηρετούσε φανερά σε μεγάλο βαθμό
τους νόμους.
|
Τὶς γὰρ ἂν
ἠθέλησεν ἀπειθεῖν
|
Γιατί ποιος θα ήθελε να μην υπακούει
|
ὀρῶν τὸν
βασιλέα πειθόμενον; […]
|
όταν έβλεπε τον βασιλιά να υπακούει;
[...]
|
Ὃς καὶ πρὸς
τοὺς διαφόρους ἐν τῇ πόλει
|
Αυτός και τους πολιτικούς του
αντιπάλους στην πόλη
|
ὥσπερ πατὴρ
πρὸς παῖδας προσεφέρετο.
|
τους συμπεριφερόταν σαν πατέρας προς
τα παιδιά του.
|
Ἐλοιδορεῖτο
μὲν γὰρ ἐπὶ τοῖς ἁμαρτήμασιν,
|
Κακολογούσε βέβαια όσους έκαναν
αδικίες,
|
ἐτίμα δ’ εἴ
τι καλὸν πράττοιεν,
|
τους τιμούσε όμως αν έκαναν κάτι
καλό,
|
παρίστατο δ’
εἴ τις συμφορὰ συμβαίνοι,
|
παραστεκόταν, αν παρουσιαζόταν
κάποια συμφορά,
|
ἐχθρὸν μὲν
οὐδένα ἡγούμενος πολίτην,
|
επειδή δε θεωρούσε κανένα πολίτη εχθρό,
|
ἐπαινεῖν δὲ
πάντας ἐθέλων,
|
αλλά επειδή ήθελε να τους επαινεί
όλους,
|
σῴζεσθαι δὲ
πάντας κέρδος νομίζων,
|
θεωρώντας κέρδος το να σώζονται όλοι
|
ζημίαν δὲ
τιθεὶς εἰ καὶ ὁ μικροῦ ἄξιος ἀπόλοιτο.
|
και θεωρώντας το ζημιά αν κάποιος, έστω
και ανάξιος, χανόταν.
|
Ενότητα
8η
Η
γένεση της θρησκείας και της δικαιοσύνης
Ἦν χρόνος
ὅτ’ ἦν ἄτακτος ἀνθρώπων βίος
|
Υπήρχε μια εποχή που έλειπε ο νόμος
από τη ζωή των ανθρώπων
|
καί θηριώδης
ἰσχύος θ’ ὑπηρέτης,
|
και ταίριαζε σε θηρία και ήταν
υπηρέτης της δύναμης,
|
ὅτ’ οὐδέν
ἆθλον οὔτε τοῖς ἐσθλοῖσιν ἦν
|
όταν κανένα έπαθλο δεν υπήρχε ούτε
ανάμεσα στους ενάρετους
|
οὔτ’ αὖ
κόλασμα τοῖς κακοῖς ἐγίγνετο.
|
ούτε πάλι υπήρχε τιμωρία για τους
κακούς.
|
κἄπειτά μοι
δοκοῦσιν ἅνθρωποι νόμους
|
Κι έπειτα έχω την εντύπωση ότι οι
άνθρωποι νόμους
|
θέσθαι
κολαστάς, ἵνα δίκη τύραννος ἦ
|
θέσπισαν ως τιμωρούς, για να
εξουσιάζει η δικαιοσύνη
|
τήν θ’ ὕβριν
δούλην ἔχῃ·
|
και να έχει την αλαζονεία ως δούλη·
|
ἐζημιοῦτο δ’
εἴ τις ἐξαμαρτάνοι.
|
τιμωρούνταν δε όποιος αδικούσε.
|
Ἔπειτ’
ἐπειδή τἀμφανῆ μέν οἱ νόμοι ἀπεῖργον αὐτούς ἔργα μή πράσσειν βίᾳ,
|
Έπειτα επειδή οι νόμοι τους
εμπόδιζαν να διαπράττουν φανερές αδικίες
|
λάθρᾳ δ’
ἔπρασσον,
|
τις έκαναν όμως στα κρυφά,
|
τηνικαῦτά
μοι δοκεῖ
|
τότε μου φαίνεται
|
πυκνός τις
καί σοφός γνώμην ἀνήρ
|
ότι κάποιος ευφυής και σοφός
|
θεῶν δέος
θνητοῖσιν ἐξευρεῖν,
|
επινόησε για τους θνητούς το φόβο
των θεών,
|
ὅπως εἴη τι
δεῖμα τοῖς κακοῖσι,
|
για να υπάρχει κάποιος φόβος για
τους κακούς,
|
κἄν λάθρᾳ
πράσσωσιν ἤ λέγωσιν ἤ φρονῶσί τι.
|
ακόμα κι αν κρυφά κάνουν ή λένε ή σκέφτονται
κάτι.
|
Ἐντεῦθεν οὖν
τό θεῖον εἰσηγήσατο,
|
Από τότε δίδαξε το θείο,
|
ὡς ἔστι
δαίμων ἀφθίτῳ θάλλων βίῳ
|
ότι, δηλαδή, υπάρχει θεός που ζει
αιώνια
|
νόῳ τ’
ἀκούων καί βλέπων, φρονῶν τε
|
και που ακούει και βλέπει με το νου
και σκέφτεται
|
καί προσέχων
τε ταῦτα καί φύσιν θείαν φορῶν,
|
και επιτηρεί αυτά και είναι
περιβεβλημένος με τη θεία φύση,
|
ὅς πᾶν μέν
τό λεχθέν ἐν βροτοῖς ἀκούσεται,
|
ο οποίος καθετί που λέγεται μεταξύ
των ανθρώπων θα το ακούσει,
|
τό δρώμενον
δέ πᾶν ἰδεῖν δυνήσεται.
|
και καθετί που γίνεται μπορεί να το
δει.
|
Ενότητα
9η
Η
Καλλιπάτειρα
Κατὰ δὲ τὴν
ἐς Ὀλυμπίαν ὁδόν
|
Στην οδό που οδηγεί στην Ολυμπία
|
ἔστιν ὄρος
πέτραις ὑψηλαῖς ἀπότομον,
|
υπάρχει ένα απόκρημνο βουνό με
ψηλούς βράχους,
|
Τυπαῖον
καλούμενον.
|
που ονομάζεται Τυπαίο.
|
Κατὰ τούτου
τάς γυναίκας Ἠλείοις ἐστὶν ὠθεῖν νόμος,
|
Απ’ αυτό υπάρχει νόμος στους Ηλείους
να πετούν τις γυναίκες
|
ἢν φωραθῶσιν
ἐς τὸν ἀγῶνα ἐλθοῦσαι τὸν Ὀλυμπικὸν
|
αν αποκαλυφθούν να έχουν έρθει στο
χώρο της Ολυμπίας
|
ἢ καὶ ὅλως
ἐν ταῖς ἀπειρημέναις σφίσιν ἡμέραις διαβᾶσαι τὸν Ἀλφειόν.
|
ή και γενικά να έχουν περάσει τον
Αλφειό κατά τις απαγορευμένες γι’ αυτές μέρες.
|
Οὐ μὴν οὐδὲ
ἁλῶναι λέγουσιν οὐδεμίαν,
|
Ούτε και λένε ότι πιάστηκε καμιά
|
ὅτι μὴ
Καλλιπάτειραν μόνην,
|
παρά μόνο η Καλλιπάτειρα,
|
ἥ ὑπὸ τινων
καὶ Φερενίκη καλεῖται.
|
η οποία από μερικούς ονομάζεται και
Φερενίκη.
|
Αὕτη
προαποθανόντος αὐτῇ τοῦ ἀνδρός,
|
Αυτή, επειδή είχε πεθάνει νωρίτερα ο
σύζυγός της,
|
ἐξεικάσασα
αὑτὴν τὰ πάντα ἀνδρὶ γυμναστῇ,
|
αφού μεταμφιέστηκε εντελώς σε άντρα
γυμναστή
|
ἤγαγεν ἐς
Ὀλυμπίαν τὸν υἱὸν μαχούμενον·
|
έφερε στην Ολυμπία το γιο της για να
αγωνιστεί·
|
νικῶντος δὲ
τοῦ Πεισιρόδου,
|
μόλις, λοιπόν, νίκησε ο Πεισιρόδης,
|
τὸ ἔρυμα ἐν
ὦ τοὺς γυμναστὰς ἔχουσιν ἀπειλημμένους,
|
το φράκτη με τον οποίο έχουν τους
γυμναστές περιορισμένους
|
τοῦτο
ὑπερπηδῶσα ἡ Καλλιπάτειρα ἐγυμνώθη.
|
καθώς τον πηδούσε η Καλλιπάτειρα
έμεινε γυμνή.
|
Φωραθείσης
δὲ ὅτι εἴη γυνή,
|
Αν και αποκαλύφθηκε ότι ήταν γυναίκα,
|
ταύτην
ἀφιᾶσιν ἀζήμιον
|
την άφησαν ατιμώρητη,
|
καὶ τῷ πατρὶ
καὶ ἀδελφοῖς αὐτῆς καὶ τῷ παιδὶ αἰδῶ νέμοντες
|
αποδίδοντας σεβασμό και στον πατέρα
της και στα αδέλφια της και στο γιο της
|
–ὑπῆρχον δὴ
ἅπασιν αὐτοῖς Ὀλυμπικαὶ νῖκαι-
|
-γιατί είχαν νικήσει όλοι στους
Ολυμπιακούς Αγώνες-
|
ἐποίησαν δὲ
νόμον ἐς τὸ ἔπειτα ἐπὶ τοῖς γυμναστικοῖς
|
θεσμοθέτησαν όμως νόμο για τους γυμναστές
στο εξής
|
γυμνοὺς σφᾶς
ἐς τὸν ἀγῶνα ἐσέρχεσθαι.
|
να μπαίνουν γυμνοί στους αγώνες.
|
Ενότητα
10η
Ένας
δύσκολος αντίπαλος
ΣΩΣ. Ὁπόσα
ἔπραττον ἐν τῷ βίῳ,
|
ΣΩΣ: Πόσα από αυτά που έκανα στη ζωή
μου
|
πότερα ἑκών
ἔπραττον
|
τι από τα δύο: τα έκανα με τη θέλησή
μου
|
ἢ
ἐπεκέκλωστό μοι ὑπὸ τῆς Μοίρας;
|
ή μου είχαν καθοριστεί από τη Μοίρα;
|
ΜΙΝ: Ὑπὸ τῆς
Μοίρας δηλαδή.
|
ΜΙΝ: Είναι φανερό από τη Μοίρα.
|
ΣΩΣ: Οὐκοῦν
καὶ οἱ χρηστοὶ ἅπαντες καὶ οἱ πονηροὶ δοκοῦντες
|
ΣΩΣ: Λοιπόν, και όλοι οι ενάρετοι
και όσοι φαίνονται κακοί
|
ἐκείνῃ
ὑπηρετοῦντες ταῦτα ἐδρῶμεν;
|
κάναμε αυτά υπηρετώντας εκείνη;
|
ΜΙΝ: Ναί, τῇ
Κλωθοῖ, ἥ ἑκάστῳ ἐπέταξε γεννηθέντι τὰ πρακτέα.
|
ΜΙΝ: Ναι, (κάνουμε το θέλημα) της
Κλωθώς η οποία όρισε για τον καθένα τι έπρεπε να κάνει, όταν γεννήθηκε.
|
ΣΩΣ: Εἰ
τοίνυν ἀναγκασθεὶς τις ὑπ’ ἅλλου φονεύσαι τινὰ
|
ΣΩΣ¨ Εάν λοιπόν κάποιος,
εξαναγκασμένος από κάποιον άλλον, σκοτώσει κάποιον
|
οὐ δυνάμενος
ἀντιλέγειν,
|
χωρίς να μπορεί να προβάλλει
αντίρρηση
|
οἷον δήμιος
ἢ δορυφόρος,
|
όπως για παράδειγμα ένας δήμιος ή
ένας δορυφόρος
|
ὁ μὲν
δικαστῇ πεισθείς, ὁ δὲ τυράννῳ,
|
ο ένας υπακούοντας σε δικαστή, κι
άλλος σε τύραννο,
|
τίνα αἰτιάσῃ
τοῦ φόνου;
|
ποιον θα κατηγορήσεις για το φόνο;
|
ΜΙΝ: Δῆλον
ὡς τὸν δικαστὴν ἢ τὸν τύραννον,
|
ΜΙΝ: Είναι φανερό το δικαστή ή τον
τύραννο,
|
ἐπεὶ οὐδὲ τὸ
ξίφος αὐτό·
|
κι όχι το ίδιο το ξίφος·
|
ὑπηρετεῖ γὰρ
ὄργανον ὂν τοῦτο πρὸς τὸν θυμὸν τῷ πρώτῳ παρασχόντι τὴν αἰτίαν.
|
γιατί ως όργανο εκτελεί τη θέληση
του πρωταιτίου.
|
ΣΩΣ: Οὐκοῦν
ὁρᾷς πῶς ἄδικα ποιεῖς
|
ΣΩΣ: Βλέπεις, λοιπόν, πόσο άδικα
κάνεις
|
κολάζων ἡμὰς
ὑπηρέτας γενομένους ὧν ἡ Κλωθὼ προσέταττεν;
|
να μας τιμωρείς επειδή γίναμε
υπηρέτες αυτών που η Κλωθώ διατάζει;
|
Οὐ γὰρ δὴ
ἐκεῖνό γε εἰπεῖν ἔχοι τὶς ὡς ἀντιλέγειν δυνατὸν ἦν
|
Γιατί βέβαια δεν μπορεί κανεί να
υποστηρίζει εκείνο, ότι δηλαδή ήταν δυνατό να προβάλλει αντίρρηση
|
τοῖς μετὰ
πάσης ἀνάγκης προστεταγμένοις.
|
σε εντολές που έπρεπε κατ’ ανάγκη να
εκτελεστούν
|
ΜΙΝ: Ὧ
Σώστρατε, πολλὰ ἴδοις ἂν καὶ ἄλλα οὐ κατὰ λόγον γιγνόμενα,
|
ΜΙΝ: Σώστρατε, θα δεις κι άλλα πολλά
παράλογα
|
εἰ ἀκριβῶς
ἐξετάζοις.
|
αν τα εξετάζεις με ακρίβεια.
|
Ἀπόλυσον
αὐτόν, ὦ Ἑρμῆ, καὶ μηκέτι κολαζέσθω.
|
Ερμή, ελευθέρωσέ τον κι ας μην τιμωρείται
άλλο πια.
|
Ὅρα δὲ μὴ
καὶ τοὺς ἄλλους νεκροὺς τὰ ὅμοια ἐρωτᾶν διδάξῃς.
|
Πρόσεξε όμως να μη διδάξεις και
στους άλλους νεκρούς να ρωτούν παρόμοια.
|
Ενότητα
11η
Ο
σεβασμός προς τους γονείς μέλημα του νόμου
Ὃς ἂν
τολμήσῃ πατέρα ἢ μητέρα
|
Όποιος τυχόν τολμήσει να χτυπήσει
τον πατέρα του ή τη μητέρα του
|
ἢ τούτων
πατέρας ἢ μητέρας τύπτειν,
|
ή τους πατέρες τους ή τις μητέρες
τους
|
πρῶτον μὲν ὁ
προστυγχάνων βοηθείτω,
|
ο πρώτος άνθρωπος που τον συναντά ας
βοηθήσει (το θύμα)
|
καὶ ὁ μὲν
μέτοικος ἢ ξένος εἰς προεδρίαν τῶν ἀγώνων καλείσθω βοηθῶν,
|
και ο μέτοικος ή ο ξένος, αν
βοηθήσει, να καλείται σε τιμητική θέση στους αγώνες
|
μὴ βοηθήσας
δὲ ἀειφυγίαν ἐκ τῆς χώρας φευγέτω·
|
αν όμως δε βοηθήσει να απελαύνεται
από τη χώρα για όλη του τη ζωή·
|
ὁ δὲ μὴ
μέτοικος βοηθῶν μὲν ἔπαινον ἐχέτω,
|
κι αυτός που δεν είναι μέτοικος, αν
βοηθήσει, ας επαινείται,
|
μὴ βοηθῶν
δέ, ψόγον·
|
αν όμως δε βοηθήσει, να μέμφεται·
|
δοῦλος δὲ
βοηθήσας μὲν ἐλεύθερος γιγνέσθω,
|
και ο δούλος που θα βοηθήσει, ας
κερδίζει την ελευθερία του,
|
μὴ βοηθήσας
δὲ πληγὰς ἑκατὸν τῇ μάστιγι τυπτέσθω.
|
αν όμως δε βοηθήσει, να κτυπηθεί με
εκατό χτυπήματα με το μαστίγιο.
|
Ἐὰν δὲ τις
ὄφλῃ δίκην αἰκίας γονέων,
|
Αν κάποιος καταδικαστεί για
βιοπαραγία εναντίον των γονιών του,
|
πρῶτον μὲν
φευγέτω ἀειφυγίαν ἐξ ἄστεως
|
πρώτα απ’ όλα να απελαύνεται για
πάντα από την πόλη
|
εἰς τὴν
ἄλλην χώραν καὶ πάντων ἱερῶν εἱργέσθω,
|
σε άλλη χώρα και να αποκλείεται από
κάθε ιερή τελετή,
|
κατελθὼν δὲ
θανάτῳ ζημιούσθω.
|
κι αν γυρίσει από την εξορία, να
τιμωρείται με την ποινή του θανάτου.
|
Ἐὰν δὲ τις
ἐλεύθερος τῷ τοιούτῳ συφμάγῃ
|
Κι αν κάποιος ελεύθερος φάει μαζί μ’
αυτόν
|
ἢ συμπίῃ ἢ
τίνα τοιαύτην ἄλλην κοινωνίαν κοινωνήσῃ
|
ή πιει μαζί του ή έχει κάποια άλλη
σχέση
|
ἢ καὶ μόνον
ἐντυγχάνων που προσάπτηται ἑκών,
|
ή συναντώντας τον κάπου έρθει σε
επαφή μαζί του με τη θέλησή του,
|
μήτε εἰς
ἱερὸν ἔλθῃ μηδὲν μήτ’ εἰς ἀγορὰν
|
ούτε στο ιερό να έλθει ούτε στην
αγορά
|
μήτ’ εἰς
πόλιν ὅλως πρότερον ἢ καθήρηται.
|
ούτε γενικά στην πόλη παρά μόνο αφού
εξαγνιστεί.
|
Ενότητα
12η
Τα
φαινόμενα απατούν
Ἔστωσαν δύο
ἁμαρτωλοί, ὁ μὲν κολαζόμενος, ὁ δὲ μὴ κολαζόμενος.
|
Ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν δύο αμαρτωλοί,
ο ένας τιμωρείται, ενώ ο άλλος όχι.
|
Μὴ λέγε,
μακάριος οὗτος, ὅτι πλουτεῖ, ὀρφανοὺς ἀποδύει, χήρας βιάζεται.
|
Να μη λες ότι αυτός είναι
ευτυχισμένος, επειδή πλουτίζει, γδύνει τους ορφανούς και επιτίθεται στις
χήρες.
|
Καίτοι οὐ
νοσεῖ, ἀλλ’ ἁρπάζων εὐδοκιμεῖ,
|
Αν και δεν αρρωσταίνει, αλλά
προοδεύει αρπάζοντας,
|
τιμῆς
μεγάλης ἀπολαύει καὶ δυναστείας,
|
απολαμβάνει μεγάλης τιμής και
εξουσίας
|
οὐδὲν τῶν
ἀνθρωπίνων κακῶν ὑπομένει·
|
και δεν υποφέρει από καμιά ανθρώπινη
δυστυχία·
|
ἀλλὰ τοῦτον
μάλιστα θρήνει,
|
αυτόν αντίθετα να τον θρηνείς παρά
πολύ,
|
ὅτι καὶ
νοσεῖ καὶ οὐ θεραπεύεται.
|
διότι και νοσεί και δε θεραπεύεται.
|
Ἐὰν ἴδῃς
τινὰ ὑδέρω κατεχόμενον,
|
Αν δεις κάποιος να υποφέρει από
υδρωπικία,
|
καὶ μὴ
τρέχοντα πρὸς τὸν ἰατρόν,
|
και να μην πηγαίνει στο γιατρό,
|
ἀλλὰ
τράπεζαν ἔχοντα Συβαριτικήν,
|
αλλά να έχει τραπέζι βαρυφορτωμένο
με εδέσματα,
|
μεθύοντα καὶ
ἐπιτείνοντα τὴν νόσον,
|
να μεθάει και να χειροτερεύει την
ασθένεια,
|
μακαρίζεις
τοῦτον, ἢ ταλανίζεις;
|
αυτόν τον θεωρείς ευτυχισμένο ή
δυστυχισμένο;
|
Ἐὰν δὲ
ἕτερον ἴδῃς ὑδέρω κατεχόμενον,
|
Κι αν δεις κάποιον άλλον που να
υποφέρει από υδρωπικία,
|
ἰατρικῶν
ἀπολαύοντα χειρῶν,
|
να απολαμβάνει ιατρικής φροντίδας,
|
λιμῷ ἑαυτὸν
ἐκδιδόντα,
|
να παραδίδεται στην πείνα,
|
φαρμάκοις
προσκαρτεροῦντα πικροῖς,
|
να παίρνει με υπομονή πικρά φάρμακα,
|
οὐχὶ τοῦτον
πολὺ μᾶλλον ἐκείνου μακαρίζεις;
|
αυτόν δεν τον θεωρείς πολύ
περισσότερο ευτυχισμένο από εκείνον;
|
Ὡμολόγηται·
|
Είναι κοινά παραδεκτό·
|
ὁ μὲν γὰρ
νοσεῖ, καὶ οὐ θεραπεύεται·
|
ο ένας νοσεί και δε θεραπεύεται·
|
ὁ δὲ νοσεῖ,
καὶ ἀπολαύει ἰατρείας.
|
ο άλλος νοσεί και απολαμβάνει
θεραπείας.
|
Ἐπίπονος μὲν
ἡ ἰατρεία, ἀλλ’ ὠφέλιμον αὐτῆς τὸ τέλος.
|
Επίπονη βέβαια η θεραπεία, αλλά είναι ωφέλιμος ο
σκοπός της.
|
Οὕτως ἐστὶ
καὶ ἐν τῷ παρόντι βίῳ.
|
Το ίδιο συμβαίνει και με την παρούσα
ζωή.
|
Ενότητα
13η
Η
σωστή στάση στο θέμα της τροφής
Πολλῶν
ἡδονῶν οὐσῶν,
|
Ενώ είναι πολλές οι ευχαριστήσεις,
|
αἵ τὸν
ἄνθρωπον ἐνδιδόναι αὐταῖς βιάζονται
|
οι οποίες εξαναγκάζουν τον άνθρωπο
να υποκύψει σ’ αυτές
|
παρὰ τὸ
συμφέρον,
|
παρά το συμφέρον του,
|
δυσμαχωτάτη
εἶναι δοκεῖ ἡ περὶ τροφὴν ἡδονή.
|
νομίζω ότι η ευχαρίστηση της τροφής
είναι η πιο ακατανίκητη.
|
Ταῖς μὲν γὰρ
ἄλλαις ἡδοναῖς σπανιώτερον ὁμιλοῦμεν,
|
Για τις άλλες ηδονές ερχόμαστε πιο
σπάνια σε επαφή,,
|
ταύτης δὲ
ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν πάντως πειρᾶσθαι ἀνάγκη,
|
ενώ αυτήν είναι ανάγκη να τη
γευόμαστε οπωσδήποτε κάθε μέρα,
|
ὥστε πλείους
οἱ ἐνταῦθα κίνδυνοι.
|
ώστε να είναι σ’ αυτήν την περίπτωση
περισσότεροι οι κίνδυνοι.
|
Καὶ γὰρ ὁ
πλέον ἢ δεῖ ἐσθίων ἁμαρτάνει,
|
Γιατί, και αυτός που τρώει
περισσότερο απ’ όσο πρέπει αμαρτάνει,
|
καὶ ὁ
κατασπεύδων ἐν τῷ ἐσθίειν,
|
και αυτός που τρώει λαίμαργα,
|
καὶ ὁ τὰ
ἡδίω τῶν ὑγιεινοτέρων βρώματα προτιμῶν.
|
και αυτός που προτιμάει τις πιο
ευχάριστες παρά τις υγιεινές τροφές.
|
Ἔστι δὲ
ἁμαρτία περὶ τροφὴν
|
Είναι σφάλμα για την τροφή
|
καὶ ὅταν παρὰ
κοινὸν προσφερώμεθα αὐτήν.
|
όταν την τρώμε σε λάθος ώρα.
|
Ἔτι δὴ καὶ
ἄλλων ἁμαρτιῶν οὐσῶν περὶ τροφήν,
|
Υπάρχουν ακόμη κι άλλα σφάλματα με
την τροφή,
|
δεῖ ἁπασῶν
καθαρεύειν.
|
και πρέπει απ’ όλες να απέχουμε.
|
Καθαρεύοι δ’
ἂν τις
|
Και θα μπορούσε κάποιος να τα
αποφύγει,
|
ἐθίζων αὐτὸν
αἱρεῖσθαι σῖτον
|
αν συνήθιζε τον ευατό του να
επιλέγει τροφή
|
οὐχ ἵνα
ἥδηται ἀλλ’ ἵνα τρέφηται,
|
όχι για να ευχαριστιέται αλλά για να
τρέφεται,
|
οὒδ’ ἵνα
λεαίνηται τὴν κατάποσιν
|
όχι για ευχαριστεί τον οισοφάγο του
|
ἀλλ’ ἵνα
ῥωννύηται τὸ σῶμα.
|
αλλά για να δυναμώνει το σώμα του.
|
Καὶ γὰρ
γέγονεν ἡ μὲν κατάποσις δίοδος εἶναι τροφῆς,
|
Γιατί ο οισοφάγος έχει δημιουργηθεί
για να είναι δίοδος της τροφής,
|
οὐχ ἡδονῆς
ὄργανον,
|
και όχι όργανο ευχαρίστησης
|
ἡ δὲ γαστὴρ
τοῦ αὐτοῦ χάριν οὗπερ ἕνεκα
|
ενώ η κοιλιά (έχει δημιουργηθεί) για
τον ίδιο λόγο για τον οποίο
|
καὶ φυτῷ
ῥίζα γέγονεν.
|
έχει δοθεί στο φυτό η ρίζα.
|
Διὸ καὶ
προσήκει ἐσθίειν ἡμῖν ἵνα ζῶμεν,
|
Γι’ αυτό και ταιριάζει σε μας να
τρώμε για να ζούμε,
|
οὐχ ἵνα
ἡδώμεθα.
|
και όχι για να ευχαριστιόμαστε.
|
Ενότητα
14η
Απρόσκλητοι
βοηθοί
Οἱ Εὐβοεῖς
ἁλιεῖς τοῖς δελφῖσι ἰσομοιρίαν τῆς θήρας ἀπονέμουσι.
|
Οι αλιείς της Εύβοιας δίνουν στα
δελφίνια ίσο μερίδιο από την ψαριά.
|
Καὶ ἡ ἄγρα
τοιαύτη ἐστί
|
Κι ο τρόπος του ψαρέματος είναι
τέτοιος.
|
Τῆς πρῴρας
τῶν ἀκατίων κοίλας τινὰς ἑξαρτῶσιν ἐσχαρίδας
|
Κρεμούν από την πλώρη των πλοιαρίων
μικρές κοίλες σχάρες
|
πυρὸς
ἐνακμάζοντος·
|
που πάνω τους καίει φωτιά·
|
καί εἰσί
διαφανεῖς, ὡς καὶ στέγειν τὸ πῦρ καὶ μὴ κρύπτειν τὸ φῶς.
|
και είναι διαφανείς, ώστε να
προστατεύουν τη φωτιά και να μη κρύβουν το φως.
|
Οἱ τοίνυν
ἰχθύες δεδιότες τὴν αὐγὴν πλησιάζουσι
|
Τα ψάρια, λοιπόν, επειδή φοβούνται
τη λάμψη, πλησιάζουν
|
μαθεῖν
βουλόμενοι τοῦ φοβοῦντος σφᾶς τὴν αἰτίαν·
|
γιατί θέλουν να μάθουν την αιτία
αυτού που τα φοβίζει·
|
εἶτα
ἐπλαγέντες πρὸς τινι πέτρα ἠσυχάζουσιν
|
έπειτα, σαστισμένα κουρνιάζουν κοντά
σε κάποιο βράχο
|
ἀθρόοι
παλλόμενοι τῷ δέει.
|
όλα μαζί τρέμοντας από το φόβο τους.
|
Οἱ δὲ
παρανηχόμενοι δελφῖνες
|
Και τα δελφίνια που κολυμπούν εκεί
κοντά
|
τοὺς ἐξωτέρω
τῶν ἰχθύων φοβοῦντες ὠθοῦσι
|
τα σπρώχνουν, φοβίζοντας τα ψάρια
που είναι απ’ έξω
|
καὶ τοῦ
διαδιδράσκειν ἀναστέλλουσιν.
|
και τα εμποδίζουν να ξεφύγουν
|
Οὐκοῦν
ἐκεῖνοι πιεζόμενοι πανταχόθεν
|
Εκείνα λοιπόν επειδή πιέζονται από
παντού
|
καὶ τρόπον
τινὰ κεκυκλωμένοι ἁλίσκονται.
|
και έχουν κατά κάποιο τρόπο
περικυκλωθεί, συλλαμβάνονται.
|
Καὶ οἱ
δελφῖνες προσίασιν
|
Και τα δελφίνια πλησιάζουν
|
ὡς
ἀπαιτοῦντες τοῦ κοινοῦ πόνου τὴν ἐπικαρπίαν
|
σαν να απαιτούν το μερίδιο από τον
κοινό μόχθο
|
τὴν
ὀφειλομένην σφίσιν ἐκ τῆς νομῆς,
|
που τους οφείλεται για τα ψάρια που
πιάστηκαν,
|
καὶ οἵ γε
ἁλιεῖς πιστῶς καὶ εὐγνωμόνως
|
και οι ψαράδες βέβαια με πίστη και
ευγνωμοσύνη
|
ἀφίστανται
τοῖς συνθήροις τοῦ δικαίου μέρους,
|
αποχωρίζονται για χάρη των συντρόφων
τους στο ψάρεμα το μερίδιο που αναλογεί σ’ αυτούς
|
εἰ βούλονται
καὶ πάλιν σφίσι συμμάχους ἀκλήτους παρείναι.
|
αν θέλουν και πάλι να παρευρίσκονται
σ’ αυτούς ως απρόσκλητοι σύμμαχοι.
|
Ενότητα
15η
Η
Αθήνα προπύργιο της Ευρώπης
Φῦντες καλῶς
καὶ φρονοῦντες ὅμοια,
|
Επειδή ήταν καλοί (ευγενείς) εκ
φύσεως και είχαν κοινές αντιλήψεις
|
πολλὰ μὲν
καλὰ καὶ θαυμαστὰ
|
πολλά καλά και αξιοθαύμαστα
|
οἱ πρόγονοι
τῶν ἐνθάδε κειμένων ἠργάσαντο,
|
έκαναν οι πρόγονοι των νεκρών που
κείτονται εδώ
|
ἀείμνηστα δὲ
καὶ μεγὰλα οἱ ἐξ ἐκείνων γεγονότες τρόπαια
|
και οι απόγονοι εκείνων αείμνηστα
και μεγάλα τρόποια νίκης
|
διὰ τὴν
αὐτῶν ἀρετὴν κατέλιπον.
|
άφησαν πίσω τους εξαιτίας της αρετής
τους.
|
Μόνοι γὰρ
ὑπὲρ ἁπάσης τῆς Ἑλλάδος
|
Γιατί μόνοι για όλη την Ελλάδα
|
πρὸς πολλὰς
μυριάδας τῶν βαρβάρων διεκινδύνευσαν.
|
μπήκαν σε κινδύνους ενάντια σε
πολλές δεκάδες χιλιάδες βαρβάρων.
|
Ὁ γὰρ τῆς
Ἀσίας βασιλεὺς ἐλπίζων καὶ τὴν Εὐρώπην δουλώσεσθαι
|
Γιατί ο βασιλιά της Ασίας,
ελπίζοντας να υποδουλώσει και την Ευρώπη,
|
ἔστειλε
πεντήκοντα μυριάδας στρατιάν.
|
έστειλε στρατό πεντακοσίων χιλιάδων
ανδρών.
|
Ἡγησάμενοι
δέ, εἰ τήνδε τὴν πόλιν
|
Κι επειδή πίστεψαν ότι αν αυτήν την
πόλη
|
ἢ ἑκοῦσαν
φίλην ποιήσαιντο ἢ ἄκουσαν καταστρέψαιντο,
|
ή την έκαναν φίλη με τη θέλησή της ή
την υπέτασσαν χωρίς τη θέλησή της
|
ῥᾳδίως τῶν
πολλῶν Ἑλλήνων ἄρξειν,
|
εύκολα θα εξουσίαζαν και τους
υπόλοιπους Έλληνες,
|
ἀπέβησαν εἰς
Μαραθῶνα,
|
αποβιβάστηκαν στο Μαραθώνα,
|
νομίσαντες
οὕτως ἂν ἐρημοτάτους εἲναι συμμάχων τοὺς Ἕλληνας,
|
επειδή πίστεψαν με τον τρόπο αυτό
ότι οι Έλληνες θα ήταν εντελώς αβοήθητοι από συμμάχους,
|
εἰ ἔτι
στασιαζούσης τῆς Ἑλλάδος τὸν κίνδυνον ποιήσαιντο.
|
αν αποτολμούσαν την επίθεση, ενώ
ακόμα οι Έλληνες θα διαφωνούσαν.
|
Ἔτι δ’
αὐτοῖς ἐκ τῶν προτέρων ἔργων περὶ τῆς πόλεως
|
Ακόμα για την πόλη από τα
προηγούμενα έργα της
|
τοιαύτη δόξα
παρειστήκει,
|
τέτοια εντύπωση είχαν σχηματίσει,
|
ὡς εἰ μὲν
πρότερον ἐπ’ ἄλλην πόλιν ἴασιν,
|
ότι αν πρωτύτερα έκαναν επίθεση
εναντίον άλλης πόλης,
|
ἐκείνοις καὶ
Ἀθηναίοις πολεμήσουσι·
|
θα πολεμούσαν εναντίον εκείνων και
των Αθηναίων·
|
προθύμως γὰρ
τοῖς ἀδικουμένοις ἥξουσι βοηθήσοντες.
|
γιατί θα έρχονταν με προθυμία να
βοηθήσουν αυτούς που αδικούνταν.
|
Ενότητα
16η
Μεγαλόψυχη
στάση
Βασιλεὺς
Ἀλέξανδρος Στατείρᾳ καὶ Ῥοδῷ
|
Ο βασιλιάς Αλέξανδρος στη Στατείρα
και στη Ροδώ
|
καὶ
Ῥωξάνῃ τῇ ἐμῇ γυναικί χαίρειν.
|
και στη Ρωξάνη τη γυναίκα του
εύχεται να είναι καλά.
|
Ἀντιταξάμενον
ἡμῖν Δαρεῖον οὐκ ἠμυνάμεθα,
|
Αν και αντιτάχτηκε σε μας ο Δαρείος
δεν τον εκδικήθηκα,
|
εἰ
μὴ τοὐναντίον, ηὐχόμην γὰρ
|
αλλά αντίθετα, γιατί ευχόμουν
|
ἐγὼ
ζῶντα ὑπὸ τὰ ἐμᾶ σκῆπτρα ἔχειν·
|
να είναι ζωντανός κάτω από την
εξουσία μου·
|
ἐλαχίστως
δὲ ἔχοντος ἐπὶ τῷ πνεύματι αὐτοῦ
|
ενώ ίσα που ανέπνεε
|
τοῦτον
κατέλαβον ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἀναπνοῇ,
|
τον βρήκα στην τελευταία αναπνοή,
|
ὅν
ἐλεήσας τῇ ἐμαυτοῦ χλαμύδι περιέστειλα.
|
κι επειδή τον λυπήθηκα τον κάλυψα με
τη χλαμύδα μου.
|
Ἐπυθόμην
δὲ παρ’ αὐτοῦ τι ἀκοῦσαι περὶ τῆς ἀπωλείας αὐτοῦ.
|
Ζήτησα να μάθω απ’ αυτόν κάτι για το
θάνατό του.
|
Ὁ
δέ μοι εἶπεν· «παρακαταθήκην ἔχε τὴν ἐμὴν θυγατέρα Ῥωξάνην καὶ συμβιώσει
σοί». [...]
|
Κι αυτός μου είπε· «Έχε ως
παρακαταθήκη την κόρη μου Ρωξάνη και θα ζήσει μαζί σου» [...]
|
Τοὺς
μὲν αἰτίους τῆς ἀπωλείας αὐτοῦ ἠμυνάμην ἀξιοπρεπὼς [...]
|
Τιμώρησα όπως άξιζε τους αίτιους του
θανάτου του [...]
|
Προσέταξα
δὲ ἡρῷον αὐτῷ γενέσθαι παρὰ τοὺς πατρῴους αὐτῷ ἥρωας·
|
Διέταξα να κτιστεί ηρώον αφιερωμένο
σ’ αυτόν κοντά στους πατρικούς του ήρωες·
|
καὶ
ὑμεῖς δὲ τῆς λύπης αὐτοῦ παύσασθε·
|
και σεις σταματήστε το θρήνο γι’
αυτόν·
|
ἐγὼ
γὰρ ὑμᾶς ἀποκαταστήσω εἰς τὰ ἴδια βασίλεια [...]
|
γιατί εγώ θα σας αποκαταστήσω στα
ανάκτορά σας [...]
|
Κατὰ
γοῦν τάς διατάξεις Δαρείου
|
Σύμφωνα λοιπόν με τις επιθυμίες του
Δαρείου
|
Ῥωξάνην
τὴν ἐμὴν γυναῖκα σύνθρονόν μου εἶναι βούλομαι,
|
θέλω να είναι η Ρωξάνη γυναίκα μου
και βασίλισσα,
|
ἐὰν
δὲ καὶ ὑμεῖς μοι συμπνεύσητε,
|
αν και σεις συμφωνείτε μαζί μου,
|
προσκυνεῖσθαι
αὐτὴν ὡς Ἀλεξάνδρου γυναῖκα βούλομαι καὶ κελεύω.
|
θέλω και διατάζω να προσκυνάτε αυτήν
ως γυναίκα του Αλέξανδρου.
|
Ἔρρωσθε.
|
Να είστε καλά στην υγεία σας.
|
Ενότητα 17η
Το πάθημα των ερωδιών
Φίλτατοι
δ’ εἰσὶν οἱ ἐρωδιοὶ τοῖς ἀνθρώποις
|
Οι ερωδιοί
είναι πολύ αγαπημένοι στους ανθρώπους
|
καὶ
προσημαίνουσιν εὐδίαν τε καὶ χειμῶνα,
|
και
φανερώνουν από πριν και το καλοκαίρι και το χειμώνα,
|
μάλιστα
πρὸς ἐκεῖνο τὸ μέρος,
|
κυρίως
προς εκείνο το μέρος
|
ὅθεν
ἂν μέλλῃ σφοδρότατος ἄνεμος πνεῖν,
|
από όπου
ενδεχομένως πρόκειται να πνεύσει πάρα πολύ σφοδρός άνεμος
|
ἐπὶ
τοῖς στήθεσι τάς κεφαλὰς
κατακλίνοντες.
|
γέρνοντας
προς τα κάτω τα κεφάλια τους.
|
Ναύτης
γοῦν οὐκ ἂν πότε ἑκών ἐρῳδιὸν ἀποκτείνειεν,
|
Ο ναύτης
βέβαια δε θα σκότωνε ποτέ με τη θέλησή του έναν ερωδιό,
|
ἐπειδὴ
πιστεύονται τοῖς ἁλιεῦσιν ἐν τῇ θαλάττῃ σημαίνειν
|
επειδή
είναι κοινή πεποίθηση ότι προλέγουν στους ψαράδες
|
ὁπόσα
τοῖς θηραταῖς ἐπὶ τῆς γῆς οἱ ἱέρακες.
|
όσα προλέγουν
στους κυνηγούς τα γεράκια στην ξηρά.
|
Φασὶ
δ’ αὐτούς, καὶ ἡνίκα μία τροφὴ πᾶσι ἦν τοῖς ὀρνέοις,
|
Λένε ακόμη
γι’ αυτούς, κι όταν ήταν μία η τροφή για όλα τα πουλιά,
|
πρώτους
βορὰν ἐκ τῶν ὑδάτων εὑρεῖν,
|
πρώτοι
αυτοί βρήκαν τροφή από τα νερά,
|
καὶ
παρ’ αὐτῶν τοὺς λοιποὺς πάντας ἐκδιδαχθῆναι·
|
και ότι
απ’ αυτούς διδάχτηκαν όλα τα υπόλοιπα πουλιά·
|
ἐπὶ
δὲ τῇ τέχνῃ μεγαλαυχήσαντας
|
επειδή
όμως περηφανεύτηκαν για το εύρημά τους
|
καὶ
οὒδ’ αὐτὸν εἰπόντας ὑπὲρ νήξεως
ἐρίζει δύνασθαί σφίσι τὸν Ποσειδῶνα
|
και επειδή
ισχυρίστηκαν για το κολύμπι ότι ούτε
ο ίδιος ο Ποσειδώνας δεν μπορούσε να συναγωνιστεί μαζί τους
|
τὴν
ἐπιστήμην ἀποβαλεῖν τοῦ θεοῦ μηνίσαντος.
|
λένε ότι
έχασαν την ικανότητά τους αυτή επειδή ο θεός οργίστηκε.
|
Ενότητα
18η
Τα
μειονεκτήματα του γραπτού λόγου σε σχέση με τον προφορικό
Ἡγοῦμαι
δ’ οὐδὲ λόγους δίκαιον εἶναι καλεῖσθαι τοὺς γεγραμμένους
|
Νομίζω ότι
δεν είναι δίκαιο οι γραφτοί λόγοι να ονομάζονται λόγοι,
|
ἀλλ’
ὥσπερ εἴδωλα καὶ σχήματα καὶ μιμήματα λόγων,
|
αλλά όπως
ακριβώς τα ομοιώματα και τις εικόνες και τα αντίγραφα των λόγων,
|
τὴν
αὐτὴν περὶ αὐτῶν εἰκότως ἂν δόξα ἔχοιμεν,
|
θα
μπορούσαμε να έχουμε την ίδια αντίληψη,
|
ἥνπερ
καὶ περὶ τῶν χαλκῶν ἀνδριάντων
|
την οποία
ακριβώς έχουμε και για τους χάλκινους ανδριάντες
|
καὶ
λιθίνων ἀγαλμάτων καὶ γεγραμμένων ζῴων.
|
και για τα
λίθινα αγάλματα και τα ζωγραφισμένα πλάσματα.
|
Ὥσπερ
γὰρ ταῦτα μιμήματα τῶν ἀληθινῶν σωμάτων ἐστί,
|
Γιατί όπως
ακριβώς αυτά είναι αντίγραφα των αληθινών σωμάτων,
|
καὶ
χρῆσιν οὐδεμίαν τῷ τῶν ἀνθρώπων βίῳ παραδίδωσι,
|
και καμία
χρησιμότητα δεν έχουν στην ανθρώπινη ζωή,
|
τὸν
αὐτὸν τρόπον ὁ γεγραμμένος λόγος
|
κατά τον
ίδιο τρόπο ο γραπτός λόγος
|
ἐκ
βιβλίου μὲν θεωρούμενος ἔχει τινὰς ἐκπλήξεις,
|
όταν τον
διαβάζει κανείς δυνατά μέσα από ένα βιβλίο προσφέρει κάποια (επιφανειακή) ευχαρίστηση
|
ἐπὶ
δὲ τῶν καιρῶν ἀκίνητος ὢν
|
όμως σε
κρίσιμες περιστάσεις επειδή είναι στατικός
|
οὐδεμίαν
ὠφέλειαν τοῖς κεκτημένοις παραδίδωσιν.
|
δεν
προσφέρει καμιά ωφέλεια σ’ αυτούς που τον κατέχουν.
|
Ἀλλ’
ὥσπερ ἀνδριάντων καλῶν ἀληθινὰ σώματα
|
Αλλά όπως
ακριβώς τα ζωντανά σώματα απέναντι στους ανδριάντες,
|
πολὺ
χείρους τάς εὐπρεπείας ἔχοντα
|
ενώ έχουν
πολύ χειρότερη εξωτερική εμφάνιση
|
πολλαπλασίους
ἐπὶ τῶν ἔργων τάς ὠφελείας παραδίδωσιν,
|
προσφέρουν
πολλαπλάσιες ωφέλειες όσον αφορά τα έργα
|
οὕτω
καὶ λόγος ὁ λεγόμενος ἔμψυχός ἐστι καὶ ζῇ
|
έτσι και ο
προφορικός λόγος έχει μέσα του ψυχή και είναι ζωντανός
|
καὶ
τοῖς πράγμασιν ἕπεται,
|
και
παρακολουθεί την πραγματικότητα,
|
ὁ
δὲ γεγραμμμένος εἰκόνι λόγου τὴν φύσιν ὁμοίαν ἔχων
|
ενώ ο
γραπτός, επειδή μοιάζει με είδωλο λόγου,
|
ἁπάσης
ἐνεργείας ἄμοιρος καθέστηκεν.
|
δεν έχει
καμιά σχέση με οποιαδήποτε ενέργεια.
|