Ενότητα
1η
Η
Ελένη και η καταστροφή της Τροίας
Εἰ ἐν Ἰλίῳ Ἑλένη ἦν,
|
Αν η Ελένη βρισκόταν στην Τροία,
|
ἀπέδοντο ἄν
αὐτήν τοῖς Ἕλλησιν οἱ Τρῶες,
|
οι Τρώες θα την έδιναν στους
Έλληνες,
|
ἑκόντος γε ἤ
ἄκοντος Ἀλεξάνδρου.
|
με τη θέληση ή χωρίς τη θέληση του
Αλέξανδρου.
|
Οὐ γάρ δή
οὕτω γε φρενοβλαβής ἦν Πρίαμος
|
Γιατί βέβαια δεν ήταν τόσο παράφρονας
ο Πρίαμος
|
οὐδέ οἱ
ἄλλοι Τρῶες,
|
ούτε οι άλλοι Τρώες,
|
ὥστε τοῖς
σφετέροις σώμασι καί τοῖς τέκνοις καί τῇ πόλει κινδυνεύειν ἐβούλοντο,
|
ώστε να βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή τη
δική τους και των παιδιών τους και της πόλης τους,
|
ὅπως
Ἀλέξανδρος Ἑλένη συνοικῇ.
|
για να ζει ο Αλέξανδρος μαζί με την
Ελένη.
|
Εἰ δέ τοι
καί ἐν τοῖς πρώτοις χρόνοις ταῦτα ἐγίγνωσκον,
|
Κι αν βέβαια και στα πρώτα χρόνια
είχαν αυτή τη γνώμη,
|
ἐπεί πολλοί
μέν τῶν ἄλλων Τρώων,
|
όταν πολλοί άλλοι Τρώες
|
μάλιστα δέ
οἱ αὑτοῦ υἱεῖς, ἀπώλλυντο,
|
και μάλιστα και τα παιδιά του,
σκοτώνονταν
|
ὁπότε
συμμίσγοιεν τοῖς Ἕλλησιν,
|
όσες φορές συγκρούονταν με τους
Έλληνες,
|
Πρίαμος, εἰ
καί αὐτός Ελένη συνώκει,
|
ο Πρίαμος, ακόμη κι αν συγκατοικούσε
ο ίδιος με την Ελένη,
|
ἀπέδωκεν ἄν
αὐτήν Μενελάῳ,
|
θα την επέστρεφε στο Μενέλαο,
|
ἵνα αὐτός
καί οἱ ὑπήκοοι αὐτοῦ ἀπαλλαγεῖεν τῶν παρόντων κακῶν.
|
για να απαλλαγούν ο ίδιος και οι
υπήκοοί του από τις συμφορές της εποχής τους.
|
Ἀλλ’ οὐ γάρ
εἶχον Ἑλένην ἀποδοῦναι
|
Αλλά δεν είχαν την Ελένη, για να την
επιστρέψουν
|
οὐδέ
λέγουσιν αὐτοῖς τήν ἀλήθειαν ἐπίστευον οἱ Ἕλληνες,
|
ούτε τους πίστευαν οι Έλληνες,
παρόλο που αυτοί έλεγαν την αλήθεια,
|
ὡς μέν ἐγώ
γνώμην ἀποφαίνομαι,
|
όπως εγώ πιστεύω,
|
τοῦ δαιμονίου
παρασκευάζοντος
|
επειδή ο θεός μηχανευόταν
|
ὅπως
πανωλεθρίᾳ ἀπολόμενοι
|
με την ολοκληρωτική τους καταστροφή
|
καταφανές
τοῦτο τοῖς ἀνθρώποις ποιήσωσι,
|
να κάνουν ολοφάνερο στους ανθρώπους
αυτό
|
ὡς τῶν
μεγάλων ἀδικημάτων
|
ότι δηλαδή για τις μεγάλες αδικίες
|
μεγάλαι εἰσί
καί αἱ τιμωρίαι παρά τῶν θεῶν.
|
μεγάλες είναι και οι τιμωρίες από
τους θεούς.
|
Ενότητα
2η
Θυσία
για την πατρίδα
Ὥστε
προσήκει τούτους εὐδαιμονεστάτους ἡγεῖσθαι,
|
Επομένως ταιριάζει να θεωρούμε
αυτούς πάρα πολύ ευτυχισμένους,
|
οἵτινες ὑπέρ
μεγίστων καί καλλίστων κινδυνεύσαντες
|
οι οποίοι αφού κινδύνευσαν για τα
πιο μεγάλα και τα πιο ωραία
|
οὕτω τόν
βίον ἐτελεύτησαν,
|
έτσι τελείωσαν τη ζωή τους,
|
οὐκ
ἐπιτρέψαντες περί αὑτῶν τῇ τύχη
|
χωρίς να εμπιστευθούν τους εαυτούς
τους στην τύχη
|
οὐδ’
ἀναμείναντες τόν αὐτόματον θάνατον,
|
ούτε να περιμένουν το φυσικό θάνατο,
|
ἀλλ’
ἐκλεξάμενοι τόν κάλλιστον.
|
αλλά με το να προτιμήσουν τον πιο
ωραίο.
|
Καί γάρ τοι
ἀγήρατοι μέν αὐτῶν αἱ μνῆμαι,
|
Και γι’ αυτό βέβαια είναι αγέραστες
οι μνήμες τους
|
ζηλωταί δέ
ὑπό πάντων ἀνθρώπων αἱ τιμαί·
|
και αξιοζήλευτες οι τιμές τους
απ’ όλους τους ανθρώπους·
|
οἵ
πενθοῦνται μέν διά τήν φύσιν ὡς θνητοί,
|
αυτοί πενθούνται λόγω της φύσης τους
ως θνητοί,
|
ὑμνοῦνται δέ
ὡς ἀθάνατοι διά τήν ἀρετήν.
|
εξυμνούνται όμως ως αθάνατοι λόγω
της γενναιότητάς τους.
|
Καί γάρ τοι
θάπτονται δημοσίᾳ,
|
Και γι’ αυτό βέβαια θάβονται με
δημόσια φροντίδα
|
καί ἀγῶνες
τίθενται ἐπ’ αὐτοῖς ῥώμης καί σοφίας καί πλούτου,
|
και καθιερώνονται αγώνες δύναμης και
σοφίας και πλούτου προς τιμή τους,
|
ὡς ἀξίους
ὄντας τούς ἐν τῷ πολέμῳ τετελευτηκότας
|
με την ιδέα ότι (επειδή) είναι άξιοι
αυτοί που έχουν σκοτωθεί στον πόλεμο
|
ταῖς αὐταῖς
τιμαῖς καί τούς ἀθανάτους τιμᾶσθαι.
|
να τιμούνται με τις ίδιες τιμές με
τους αθάνατους.
|
Ἐγώ μέν οὖν
αὐτούς καί μακαρίζω τοῦ θανάτου καί ζηλῶ,
|
Εγώ λοιπόν και τους καλοτυχίζω και
τους ζηλεύω για το θάνατό τους
|
καί μόνοις
τούτοις ἀνθρώπων οἶμαι κρεῖττον εἶναι γενέσθαι,
|
και νομίζω ότι μόνο αυτοί από τους
ανθρώπους άξιζαν να ζήσουν,
|
οἵτινες,
ἐπειδή θνητῶν σωμάτων ἔτυχον,
|
οι οποίοι, αφού έλαβαν θνητά σώματα,
|
ἀθάνατον
μνήμην διά τήν ἀρετήν αὑτῶν κατέλιπον.
|
κληροδότησαν αθάνατη μνήμη λόγω της
ανδρείας τους.
|
Ενότητα
3η
Η
κατοχή της εξουσίας δεν εγγυάται την ευτυχία
Εἰ δέ σύ οἴει ὡς πλείω ἔχων τῶν ἰδιωτῶν κτήματα ὁ τύραννος
|
Αν λοιπόν εσύ νομίζεις ότι επειδή ο
τύραννος έχει περισσότερα αγαθά από τους πολίτες
|
διά τοῦτο
καί πλείω ἀπ’ αὐτῶν εὐφραίνεται,
|
γι’ αυτό και εξαιτίας αυτών
περισσότερο χαίρεται
|
οὐδέ τοῦτο
οὕτως ἔχει, ὦ Σιμωνίδη,
|
ούτε αυτό είναι έτσι, Σιμωνίδη,
|
ἀλλ’ ὥσπερ
οἱ ἀθληταί οὐχ ὅταν ἰδιωτῶν γένωνται κρείττονες,
|
αλλά όπως και οι αθλητές, όχι όταν
γίνονται καλύτεροι από τους πολίτες,
|
τοῦτ’ αὐτούς
εὐφραίνει,
|
αυτό τους ευχαριστεί,
|
ἀλλ’ ὅταν
τῶν ἀνταγωνιστῶν ἥττους, τοῦτ’ αὐτούς ἀνιᾷ,
|
αλλά όταν γίνουν κατώτεροι από τους
συναθλητές τους, αυτό τους ενοχλεί,
|
οὕτω καί ὁ
τύραννος οὐχ ὅταν τῶν ἰδιωτῶν πλείω φαίνηται ἔχων,
|
έτσι και ο τύραννος, όχι όταν φαίνεται
ότι έχει περισσότερα από τους πολίτες,
|
τότ’
εὐφραίνεται,
|
τότε ευχαριστιέται,
|
ἀλλ’ ὅταν
ἑτέρων τυράννων ἐλάττω ἔχη, τούτῳ λυπεῖται·
|
αλλά όταν είναι κατώτερος από άλλους
τυράννους, λυπάται γι’ αυτό·
|
τούτους γάρ
ἀνταγωνιστάς ἡγεῖται αὑτῷ τοῦ πλούτου εἶναι.
|
γιατί νομίζει ότι αυτοί είναι
ανταγωνιστές του στον πλούτο.
|
Οὐδέ γε
θᾶττόν τι γίγνεται τῷ τυράννῳ ἤ τῷ ἰδιώτῃ ὧν ἐπιθυμεῖ.
|
Ούτε βέβαια ο τύραννος αποκτά κάτι
από όσα επιθυμεί γρηγορότερα από τον απλό πολίτη.
|
Ὁ μέν γάρ
ἰδιώτης οἰκίας ἤ ἀγροῦ ἤ οἰκέτου ἐπιθυμεῖ,
|
Γιατί ο πολίτης επιθυμεί σπίτια ή
αγρό ή δούλο,
|
ὁ δέ
τύραννος ἤ πόλεων ἤ χώρας πολλῆς ἤ λιμένων ἤ ἀκροπόλεων ἰσχυρῶν [...]
|
ενώ ο τύραννος ή πόλεις ή τεράστια
περιοχή ή λιμάνια ή οχυρωμένες ακροπόλεις [...]
|
Ἀλλά μέντοι
καί πένητας ὄψει οὐχ οὕτως ὀλίγους τῶν ἰδιωτῶν
|
Αλλά όμως θα δεις και φτωχούς όχι
τόσο λίγους πολίτες
|
ὡς πολλούς
τῶν τυράννων.
|
όσο πολλούς τυράννους.
|
Οὐ γάρ τῷ
ἀριθμῷ οὔτε τά πολλά κρίνεται οὔτε τά ὀλίγα,
|
Γιατί ούτε τα πολλά ούτε τα λίγα
εξετάζονται με βάση τον αριθμό,
|
ἀλλά πρός
τάς χρήσεις·
|
αλλά με βάση τη χρησιμότητά τους·
|
ὥστε τά μέν
ὑπερβάλλοντα τά ἱκανά πολλά ἐστι,
|
ώστε όσα ξεπερνούν τα αρκετά είναι
πολλά,
|
τά δέ τῶν
ἱκανῶν ἐλλείποντα ὀλίγα.
|
όσα όμως υπολείπονται από τα αρκετά
είναι λίγα.
|
Τῷ οὖν
τυράννῳ τά πολλαπλάσια ἧττον ἱκανά ἐστιν
|
Για τον τύραννο λοιπόν τα
πολλαπλάσια αρ-κούν λιγότερο
|
εἰς τά
ἀναγκαῖα δαπανήματα ἤ τῷ ἰδιώτῃ.
|
για τις αναγκαίες δαπάνες από ό,τι
στον πολίτη.
|
Ενότητα
4η
Τα
πλεονεκτήματα της ειρήνης
Ἆρ’ οὖν ἄν
ἐξαρκέσειεν ἡμῖν,
|
Άραγε, λοιπόν, θα ήταν αρκετό σ’
εμάς,
|
εἰ τήν πόλιν
ἀσφαλῶς οἰκοῖμεν
|
και να διοικούμε την πόλη με
ασφάλεια
|
καί τά περί
τόν βίον εὐπορώτεροι γιγνοίμεθα
|
και στα σχετικά με τη ζωή να γινόμαστε
πιο πλούσιοι
|
καί τά τε
πρός ἡμᾶς αὐτούς ὁμονοοῖμεν
|
και να έχουμε ομόνοια μεταξύ μας
|
καί παρά
τοῖς Ἕλλησιν εὐδοκιμοῖμεν;
|
και να χαίρουμε εκτίμησης μεταξύ των
Ελλήνων;
|
Ἐγώ μέν γάρ
ἡγοῦμαι τούτων ὑπαρξάντων
|
Γιατί εγώ βέβαια νομίζω ότι αν
γίνουν αυτά
|
τελέως τήν
πόλιν εὐδαιμονήσειν.
|
η πόλη ολοκληρωτικά θα ευτυχήσει.
|
Ὁ μέν τοίνυν
πόλεμος ἁπάντων ἡμᾶς τῶν εἰρημένων ἀποστέρηκεν
|
Ο πόλεμος λοιπόν, μας έχει στερήσει
από όλα αυτά που έχουν λεχθεί
|
καί γάρ
πενεστέρους ἐποίησεν
|
και φτωχότερους μας έκανε
|
καί πολλούς
κινδύνους ὑπομένειν ἠνάγκασεν
|
και μας ανάγκασε να ανεχόμαστε
πολλούς κινδύνους
|
καί πρός
τούς Ἕλληνας διαβέβληκεν
|
και μας έχει συκοφαντήσει στους Έλληνες
|
καί πάντας
τρόπους τεταλαιπώρηκεν ἡμᾶς.
|
και μας έχει ταλαιπωρήσει με κάθε
τρόπο.
|
Ἦν δέ τήν εἰρήνην
ποιησώμεθα, [...]
|
Αν όμως συνάψουμε την ειρήνη, [...]
|
μετά πολλῆς
μεν ἀσφαλείας τήν πόλιν οἰκήσομεν,
|
θα εξουσιάσουμε την πόλη με πολλή
ασφάλεια,
|
ἀπαλλαγέντες
πολέμων καί κινδύνων καί ταραχῆς, [...]
|
αφού απαλλαγούμε από πολέμους και
κινδύνους και διχόνοιες, [...]
|
καθ’ ἑκάστην
δέ τήν ἡμέραν πρός εὐπορίαν ἐπιδώσομεν, [...]
|
και κάθε μέρα θα γινόμαστε πιο
εύποροι, [...]
|
ἀδεῶς
γεωργοῦντες καί τήν θάλατταν πλέοντες
|
χωρίς φόβο καλλιεργώντας τη γη και
πλέοντας τη θάλασσα
|
καί ταῖς
ἄλλαις ἐργασίαις ἐπιχειροῦντες
|
και ασχολούμενοι με τα άλλα
επαγγέλματα
|
αἵ νῦν διά
τόν πόλεμον ἐκλελοίπασιν.
|
τα οποία έχουν εκλείψει εξαιτίας του
πολέμου.
|
Ὀψόμεθα δέ
τήν πόλιν
|
Και θα δούμε την πόλη
|
διπλασίας
μέν ἤ νῦν τάς προσόδους λαμβάνουσαν,
|
να αποκτά διπλάσια έσοδα απ’ ό,τι
τώρα
|
μεστήν δέ
γιγνομένην ἐμπόρων καί ξένων καί μετοίκων,
|
και να γεμίζει από εμπόρους και
ξένους και μετοίκους,
|
ὧν νῦν ἐρήμη
καθέστηκεν.
|
από τους οποίους τώρα έχει ερημωθεί.
|
Τό δέ
μέγιστον·
|
Και το σημαντικότερο·
|
συμμάχους
ἕξομεν ἅπαντας ἀνθρώπους,
|
θα έχουμε συμμάχους όλους τους
ανθρώπους,
|
οὐ
βεβιασμένους, ἀλλά πεπεισμένους.
|
όχι εξαναγκασμένους, αλλά με τη
θέλησή τους (έχοντας πεισθεί).
|
Ενότητα
5η
Η
ισονομία των πολιτών εγγύηση της δημοκρατίας
Ἔστι δέ
δικαστῶν νοῦν ἐχόντων
|
Είναι καθήκον των συνετών δικαστών
|
περί τῶν
ἀλλοτρίων τά δίκαια ψηφιζομένους
|
παίρνοντας δίκαιες αποφάσεις για τις
υποθέσεις των άλλων
|
ἅμα καί τά
σφέτερ’ αὐτῶν εὖ τίθεσθαι.
|
να τακτοποιούν συγχρόνως και όσα
έχουν σχέση με τους ίδιους.
|
Καί μηδείς
ὑμῶν, εἰς τοῦτ’ ἀποβλέψας,
|
Και κανείς από σας, αφού έχει υπόψη
του αυτό,
|
ὅτι πένης
εἰμί καί τοῦ πλήθους εἷς,
|
ότι δηλαδή είμαι φτωχός κι ένας από
τον απλό λαό,
|
ἀξιούτω τοῦ
τιμήματος ἀφαιρεῖν.
|
ας μη θεωρεί σωστό να μειώσει το
πρόστιμο.
|
Οὐ γάρ
δίκαιον ἐλάττους ποιεῖσθαι τάς τιμωρίας
|
Γιατί δεν είναι δίκαιο να επιβάλλετε
πιο ήπιες ποινές
|
ὑπέρ τῶν
ἀδόξων ἤ τῶν διωνομασμένων,
|
στους αφανείς απ΄ ό,τι στους
επιφανείς ,
|
οὐδέ χείρους
ἡγεῖσθαι τούς πενομένους ἤ τούς πολλά κεκτημένους.
|
ούτε να νομίζετε κατώτερους τους
φτωχούς από αυτούς που έχουν πολλά.
|
Ὑμᾶς γάρ ἄν
αὐτούς ἀτιμάζοιτ’
|
Γιατί θα περιφρονούσατε τους εαυτούς
σας
|
εἰ τοιαῦτα
γιγνώσκοιτε περί τῶν πολιτῶν.
|
αν αποφασίζατε τέτοια πράγματα για
τους πολίτες.
|
Ἔτι δέ καί
πάντων ἄν εἴη δεινότατον,
|
Γιατί θα ήταν το πιο φοβερό απ’ όλα,
|
εἰ δημοκρατουμένης
τῆς πόλεως
|
ενώ η πόλη έχει δεν δημοκρατικό
καθεστώς,
|
μή τῶν αὐτῶν
ἅπαντες τυγχάνοιμεν [...].
|
αν δεν απολαμβάναμε όλοι τα ίδια
δικαιώματα [...].
|
ἄν γέ μοι
πεισθῆθ’,
|
Αν βέβαια πεισθείτε σε μένα
|
Οὐκ, οὕτω
διακείσεσθε πρός ὑμᾶς αὐτούς
|
δε θα συμπεριφερθείτε με αυτόν τον
τρόπο στους εαυτούς σας
|
οὐδέ
διδάξετε τούς νεωτέρους
|
ούτε θα διδάξετε στους νεότερους
|
καταφρονεῖν
τοῦ πλήθους τῶν πολιτῶν,
|
να περιφρονούν τον απλό λαό των
πολιτών,
|
οὐδέ
ἀλλοτρίους ἡγήσεσθ’ εἶναι τούς τοιούτους τῶν ἀγώνων,
|
ούτε θα θεωρήσετε ότι είναι
διαφορετικές οι τέτοιας λογής δίκες,
|
ἀλλ’ ὡς ὑπέρ
αὐτοῦ δικάζων
|
αλλά με την ιδέα ότι δικάζει για
λογαριασμό του
|
οὕτως ἕκαστος
ὑμῶν οἴσει τήν ψῆφον.
|
έτσι θα ψηφίσει ο καθένας από σας.
|
Ἅπαντας γάρ
ὁμοίως ἀδικοῦσιν
|
Γιατί όλους εμάς εξίσου αδικούν
|
οἱ τολμῶντες
τοῦτον τόν νόμον παραβαίνειν
|
όσοι τολμούν να περιφρονούν αυτόν το
νόμο
|
τόν ὑπέρ τῶν
σωμάτων τῶν ὑμετέρων κείμενον.
|
που ισχύει για την προστασία της
δικής σας σωματικής ακεραιότητας.
|
Ενότητα
6η
Η
μουσική εξημερώνει
Μουσικήν
[...] πᾶσι μέν ἀνθρώποις ὄφελος ἀσκεῖν,
|
Είναι ωφέλεια για όλους τους
ανθρώπους να ασκούν τη μουσική
|
Ἀρκάσι δέ
καί ἀναγκαῖον. [...]
|
για τους Αρκάδες όμως είναι
αναγκαίο. [...]
|
Παρά μόνοις
γάρ Ἀρκάσι
|
Γιατί μόνο στους Αρκάδες
|
πρῶτον μέν
οἱ παῖδες ἐκ νηπίων
|
πρώτα πρώτα τα παιδιά από τη νηπιακή
τους ηλικία
|
ᾄδειν
ἐθίζονται κατά νόμους
|
συνηθίζουν να τραγουδούν σύμφωνα με
τους μουσικούς ρυθμούς
|
τούς ὕμνους
καί παιᾶνας,
|
τους ύμνους και τους παιάνες,
|
οἷς ἕκαστοι
κατά τά πάτρια
|
με τους οποίους ο καθένας σύμφωνα με
τα πατροπαράδοτα
|
τούς
ἐπιχωρίους ἥρωας καί θεούς ὑμνοῦσι·
|
υμνεί τους τοπικούς ήρωες και τους
θεούς·
|
μετά δέ
ταῦτα [...]πολλῇ φιλοτιμίᾳ χορεύουσι
|
μετά από αυτά με μεγάλο συναγωνισμό
χορεύουν
|
κατ’
ἐνιαυτόν τοῖς Διονυσιακοῖς αὐληταῖς ἐν τοῖς θεάτροις [...]
|
κάθε χρόνο με τη συνοδεία των
αυλητών του Διονύσου στα θέατρα [...]
|
Καί τῶν μέν
ἄλλων μαθημάτων
|
Και από τα άλλα μαθήματα
|
ἀρνηθῆναί τι
μή γιγνώσκειν οὐδέν αἰσχρόν ἡγοῦνται,
|
δε θεωρούν καθόλου ντροπή να παραδεχτούν
ότι δε γνωρίζουν κάτι,
|
τήν γε μήν
ᾠδήν οὔτ’ ἀρνηθῆναι δύνανται
|
το τραγούδι όμως ούτε μπορούν να
αρνηθούν
|
διά τό κατ’
ἀνάγκην πάντας μανθάνειν,
|
επειδή υποχρεωτικά όλοι το μαθαίνουν,
|
οὔθ’
ὁμολογοῦντες ἀποτρίβεσθαι
|
ούτε, αν το παραδεχτούν, μπορούν να
απαλλαγούν από αυτό
|
διά τό τῶν
αἰσχρῶν παρ’ αὐτοῖς νομίζεσθαι τοῦτο. [...]
|
επειδή αυτό θεωρείται ντροπή στην
κοινωνία τους. [...]
|
Ταῦτά τέ μοι
δοκοῦσιν οἱ πάλαι παρεισαγαγεῖν
|
Αυτά μου φαίνεται ότι τα θέσπισαν οι
παλαιοί
|
οὐ τρυφῆς
καί περιουσίας χάριν,
|
όχι για να καλλιεργήσουν τη
φιληδονία και την επίδειξη πλούτου,
|
ἀλλά
θεωροῦντες μέν τήν ἑκάστων αὐτουργίαν
|
αλλά επειδή παρατηρούσαν το μόχθο
του καθενός
|
καί
συλλήβδην
|
και με λίγα λόγια
|
τό τῶν βίων
ἐπίπονον καί σκληρόν,
|
την επίπονη και σκληρή ζωή,
|
θεωροῦντες
δέ τήν τῶν ἠθῶν αὐστηρίαν,
|
και επειδή έβλεπαν την αυστηρότητα
των ηθών,
|
ἥτις αὐτοῖς
παρέπεται
|
η οποία ακολουθεί αυτούς
|
διά τήν τοῦ περιέχοντος ψυχρότητα καί στυγνότητα
|
εξαιτίας του ψύχους και της
τραχύτητας του τόπου στον οποίο ζουν
|
τήν κατά τό
πλεῖστον ἐν τοῖς τόποις ὑπάρχουσαν.
|
και η οποία υπάρχει στο μεγαλύτερο
μέρος αυτών των τόπων.
|
Ενότητα 7η
Η επιστήμη στην υπηρεσία της άμυνας του κράτους
Καὶ μέντοι καὶ Ἀρχιμήδης,
|
Και
βέβαια και ο Αρχιμήδης
|
Ἱέρωνι τῷ βασιλεῖ συγγενὴς ὤν καὶ
φίλος,
|
που
ήταν συγγενής και φίλος με το βασιλιά Ιέρωνα,
|
ἔγραψεν ὡς δυνατόν ἐστι
|
έγραψε
ότι είναι δυνατό
|
τῇ δοθείσῃ δυνάμει τὸ δοθέν βάρος
κινῆσαι
|
να
κινήσουμε με μια ορισμένη δύναμη ένα οποιοδήποτε βάρος
|
καὶ νεανιευσάμενος [...] εἶπεν
|
κι
αφού καυχήθηκε σαν μικρό παιδί [...] είπε
|
ὡς εἰ γῆν εἶχεν ἑτέραν,
|
ότι
αν είχε άλλη γη,
|
ἐκίνησεν ἄν ταύτην μεταβὰς εἰς ἐκείνην.
|
θα
κινούσε αυτήν, αφού πήγαινε σ’ εκείνην.
|
Θαυμάσαντος δὲ τοῦ Ἱέρωνος,
|
Και
όταν ο Ιέρων απόρησε,
|
καὶ δεηθέντος εἰς ἔργον ἐξαγαγεῖν τὸ
πρόβλημα
|
και
ζήτησε να επιδείξει στην πράξη τη θεωρία του
|
καὶ δεῖξαί τι τῶν μεγάλων κινούμενον
ὑπό σμικρᾶς δυνάμεως,
|
και
να δείξει ότι κάτι μεγάλο κινείται από μικρή δύναμη,
|
ὁλκάδα τριάρμενον τῶν βασιλικῶν
|
τρικάταρτο
φορτηγό πλοίο από τα βασιλικά,
|
πόνῳ μεγάλῳ καὶ χειρὶ πολλῇ
νεωλκηθεῖσαν,
|
που
είχαν σύρει από τη θάλασσα στη στεριά με μεγάλο μόχθο πολλοί άνθρωποι,
|
ἐμβαλὼν ἀνθρώπους τε πολλοὺς καὶ τὸν
συνήθη φόρτον,
|
κι
αφού έβαλε μέσα σ’ αυτό και πολλούς ανθρώπους και το συνηθισμένο φορτίο,
|
αὐτὸς ἄπωθεν καθήμενος, οὐ μετὰ
σπουδῆς ἀλλ’ ἠρέμα
|
ο
ίδιος καθισμένος μακριά, όχι με βιασύνη αλλά ήρεμα
|
προσηγάγετο, λείως καὶ ἀπταίστως
|
το
τράβηξε προς το μέρος του ομαλά και χωρίς δυσκολία,
|
ὥσπερ διὰ θαλάσσης ἐπιθέουσαν.
|
σαν
να διέσχιζε τη θάλασσα,
|
τῇ χειρί σείων ἀρχήν τινα
πολυσπάστου.
|
μετακινώντας
με το χέρι του την αρχή του σχοινιού από ένα σύστημα τροχαλιών.
|
Ἐκπλαγείς οὖν ὁ βασιλεύς
|
Λοιπόν,
γεμάτος έκπληξη ο βασιλιάς
|
καὶ συννοήσας τῆς τέχνης τὴν
δύναμιν,
|
και
αφού κατανόησε τη δύναμη της τέχνης,
|
ἔπεισε τὸν Ἀρχιμήδην
|
έπεισε
τον Αρχιμήδη
|
ὅπως αὐτῷ μηχανήματα κατασκευάσῃ
|
να
κατασκευάσει για χάρη του μηχανήματα
|
πρὸς πᾶσαν ἰδέαν πολιορκίας.
|
για
κάθε είδους πολιορκία
|
τὰ μὲν ἀμυνομένῳ τὰ δ’ ἐπιχειροῦντι
|
άλλα
για περιπτώσεις αμυντικού πολέμου κι άλλα για επιθετικό πόλεμο.
|
Οἷς αὐτὸς μὲν οὐκ ἐχρήσατο,
|
Αυτά
δεν τα χρησιμοποίησε ο ίδιος
|
τοῦ βίου τὸ πλεῖστον ἀπόλεμον καὶ
πανηγυρικόν βιώσας,
|
αφού
έζησε το περισσότερο μέρος της ζωής του χωρίς πολέμους και γεμάτο απολαύσεις
|
τότε δ’ ὑπῆρχε τοῖς Συρακοσίοις
|
τότε
όμως είχαν οι Συρακούσιοι
|
εἰς δέον ἡ παρασκευή, καὶ μετά τῆς
παρασκευῆς ὁ δημιουργός.
|
τον
εξοπλισμό για τις ανάγκες τους και μαζί με τον εξοπλισμό και το δημιουργό
του.
|
Ενότητα
8η
Ένα
παράδειγμα σεβασμού προς τους γονείς
Λέγεται γοῦν
ἐν Σικελία
|
Λέγεται λοιπόν ότι στη Σικελία
|
(εἰ γάρ καί
μυθωδέστερόν ἐστιν, ἀλλ’ ἁρμόσει
|
(γιατί αν και μοιάζει με μύθο,
ταιριάζει όμως
|
καί ὑμῖν
ἅπασι τοῖς νεωτέροις ἀκοῦσαι)
|
να την ακούσετε και εσείς όλοι οι
νεότεροι)
|
ἐκ τῆς
Αἴτνης ῥύακα πυρός γενέσθαι·
|
ξεχύθηκε πύρινο ποτάμι από την
Αίτνα·
|
τοῦτον δέ
ῥεῖν φασιν ἐπί τέ τήν ἄλλην χώραν,
|
αυτό λοιπόν λένε ότι έρεε προς την
υπόλοιπη χώρα,
|
καί δή καί
πρός πόλιν τινά τῶν ἐκεῖ κατοικουμένων.
|
και μάλιστα προς κάποια πόλη από αυτές
που βρίσκονταν εκεί.
|
Τούς μέν οὖν
ἄλλους ὁρμῆσαι πρός φυγήν,
|
[Λένε ακόμη], ότι άλλοι άνθρωποι
όρμησαν να φύγουν
|
τήν αὐτῶν
σωτηρίαν ζητοῦντας,
|
ζητώντας τη σωτηρία τους,
|
ἕνα δέ τινα
τῶν νεωτέρων,
|
ένας όμως, κάποιος από τους
νεότερους,
|
ὁρῶντα τόν
πατέρα πρεσβύτερον ὄντα
|
επειδή έβλεπε ότι ο πατέρας του ήταν
γέρος
|
καί οὐχί
δυνάμενον ἀποχωρεῖν,
|
και δεν μπορούσε να φύγει,
|
ἀλλά
ἐγκαταλαμβανόμενον,
|
και ότι μένει αποκλεισμένος,
|
ἀράμενον
φέρειν.
|
αφού
τον σήκωσε στους ώμους του, τον μετέφερε.
|
Φορτίου δ’,
οἶμαι, προσγενομένου
|
Επειδή όμως, όπως νομίζω, προστέθηκε
φορτίο,
|
καί αὐτός
ἐγκατελήφθη.
|
αποκλείσθηκε και ο ίδιος.
|
Ὅθεν δή καί
ἄξιον θεωρῆσαι τό θεῖον,
|
Από αυτό το γεγονός αξίζει να
προσέξουμε ότι το θείο
|
ὅτι τοῖς
ἀνδράσιν τοῖς ἀγαθοῖς εὐμενῶς ἔχει.
|
δείχνει συμπάθεια στους αγαθούς
(ενάρετους) ανθρώπους.
|
Λέγεται γάρ
κύκλῳ τόν τόπον ἐκεῖνον
|
Γιατί, λέγεται ότι κυκλικά στον τόπο
εκείνο
|
περιρρεῦσαι
τό πῦρ καί σωθῆναι τούτους μόνους,
|
έτρεξε η λάβα και σώθηκαν μόνο
αυτοί,
|
ἀφ’ ὧν καί
τό χωρίον ἔτι καί νῦν
|
από τους οποίους και η τοποθεσία
ακόμη και σήμερα
|
προσαγορεύεσθαι
τῶν εὐσεβῶν χῶρον·
|
ονομάζεται «χώρος των ευσεβών»·
|
τούς δέ
ταχεῖαν τήν ἀποχώρησιν ποιησαμένους
|
αντίθετα εκείνοι που έφυγαν γρήγορα
|
καί τούς
ἑαυτῶν γονέας ἐγκαταλιπόντας,
|
κι εκείνοι που εγκατέλειψαν τους γονείς
τους,
|
ἅπαντας
ἀπολέσθαι
|
χάθηκαν όλοι.
|
Ενότητα
9η
Οι
νόμοι επισκέπτονται το Σωκράτη στη φυλακή
Εἰ μέλλουσιν
ἡμῖν ἐνθένδε εἴτε ἀποδιδράσκειν,
|
Αν, ενώ σκοπεύουμε εμείς είτε να
δραπετεύσουμε από εδώ,
|
εἴθ’ ὅπως
δεῖ ὀνομάσαι τοῦτο,
|
είτε όπως αλλιώς ταιριάζει να
ονομάσουμε μια τέτοια πράξη,
|
ἐλθόντες οἱ
νόμοι καί τό κοινόν τῆς πόλεως
|
αφού έρχονταν οι νόμοι και οι
δημόσιες αρχές
|
ἐπιστάντες
ἔροιντο·
|
και σταθούν μπροστά μας μάς
ρωτήσουν:
|
Εἰπέ μοι, ὦ
Σώκρατες, τί ἐν νῷ ἔχεις ποιεῖν;
|
Πες μας, Σωκράτη, τι έχεις στο νου
σου να κάνεις;
|
Ἄλλο τι ἤ
τούτῳ τῷ ἔργῳ ᾧ ἐπιχειρεῖς
|
Κάτι άλλο ή με αυτήν την πράξη που
επιχειρείς
|
διανοῇ τούς
τε νόμους ἡμᾶς ἀπολέσαι
|
σκέφτεσαι και εμάς τους νόμους να
καταστρέψεις
|
καί σύμπασαν
τήν πόλιν τό σόν μέρος;
|
και όλη την πόλη όσο περνάει από το
χέρι σου;
|
Ἤ δοκεῖ σοι
οἷόν τε
|
Ή φαντάζεσαι ότι είναι δυνατό
|
ἔτι ἐκείνην
τήν πόλιν εἶναι καί μή ἀνατετράφθαι,
|
να υπάρχει ακόμη εκείνη η πολιτεία
και να μην έχει καταλυθεί
|
ἐν ᾗ ἄν αἱ
γενόμεναι δίκαι μηδέν ἰσχύωσιν
|
στην οποία οι δικαστικές αποφάσεις
δεν έχουν καμιά δύναμη
|
ἀλλά ὑπό τῶν
ἰδιωτῶν ἄκυροί τε γίγνωνται καί διαφθείρωνται;
|
αλλά και ακυρώνονται και
καταστρέφονται από τους απλούς πολίτες;
|
Τί ἐροῦμεν,
ὦ Κρίτων, πρός ταῦτα καί ἄλλα τοιαῦτα;
|
Τι θα πούμε, Κρίτωνα, σ’ αυτά και σ’
άλλα παρόμοια;
|
Πολλά γάρ ἄν
τις ἔχοι, ἄλλως τε καί ῥήτωρ, εἰπεῖν
|
Γιατί πολλά θα μπορούσε κάποιος να
πει, κι ιδιαίτερα ένας ρήτορας
|
ὑπέρ τούτου
τοῦ νόμου ἀπολλυμένου
|
για να υπερασπιστεί αυτό το νόμο που
κινδυνεύει να καταλυθεί
|
ὅς τάς δίκας
τάς δικασθείσας προστάτει κυρίας εἶναι.
|
ο οποίος ορίζει οι δικαστικές αποφάσεις
να έχουν κύρος.
|
Ἤ ἐροῦμεν
πρός αὐτούς ὅτι
|
Ή θα πούμε σ’ αυτούς ότι
|
«Ἠδίκει γάρ
ἡμᾶς ἡ πόλις καί οὐκ ὀρθῶς τήν δίκην ἔκρινεν;»
|
«επειδή μας αδικούσε η πόλη και δεν
έκρινε δίκαια τη δίκη»;
|
Ταῦτα ἤ τι
ἐροῦμεν;
|
Αυτά θα πούμε ή κάτι άλλο;
|
Ενότητα
10η
Μια
τιμητική εξορία
Οἱ μέν ἄλλοι
πάντες ὅσοι φεύγουσιν ἀδίκως,
|
Όλοι οι άλλοι όσοι εξορίζονται
άδικα,
|
ἤ δέονται
τῶν πολιτῶν ὅπως ἐπανέλθωσιν
|
ή εκλιπαρούν τους πολίτες να
επιστρέψουν
|
ἤ
διαμαρτόντες τούτου
|
ή αν αποτύχουν σ’ αυτό
|
λοιδοροῦσι
τάς ἑαυτῶν πατρίδας,
|
κακολογούν τις πατρίδες τους,
|
ὡς φαύλως
αὐτοῖς προσφερομένας·
|
επειδή κατά τη γνώμη τους τούς
συμπεριφέρθηκαν άσχημα·
|
ἐγώ δέ
ἐπείπερ ἅπαξ ἠτύχησα
|
εγώ όμως, επειδή ακριβώς μια φορά
ατύχησα
|
ἀναξίως ὧν
ἐπολιτευσάμην,
|
κατά τρόπο ανάξιο προς όσα έκανα ως
πολίτης,
|
καί
κατηγορῶν ἄλλων αὐτός ἑάλων,
|
κι ενώ κατηγορούσα άλλους,
καταδικάστηκα ο ίδιος,
|
ἄχθομαι μέν,
ὥσπερ εἰκός ἐστιν,
|
στενοχωριέμαι, βέβαια, όπως είναι
φυσικό,
|
ἀγανακτῶ δέ
οὐδέν.
|
όμως καθόλου δεν αγανακτώ.
|
Οὐ γάρ οὕτως
ἔγωγε ἠλίθιός εἰμι ὥστε,
|
Γιατί εγώ βέβαια δεν είμαι τόσο
ηλίθιος ώστε,
|
ἐξ ἧς πόλεως
Θεμιστοκλῆς ἐξηλάθη
|
από την πόλη από την οποία
εξορίστηκε ο Θεμιστοκλής
|
ὁ τήν Ἑλλάδα
ἐλευθερώσας,
|
ο ελευθερωτής της Ελλάδας,
|
καί ὅπου
Μιλτιάδης, γέρων ὤν
|
και στην οποία ο Μιλτιάδης, που ενώ
ήταν γέρος
|
ἐν τῷ
δεσμωτηρίω ἀπέθανε,
|
πέθανε στο δεσμωτήριο,
|
ὅτι μικρόν
ὤφειλε τῷ δημοσίῳ
|
γιατί χρωστούσε μικρό ποσό στην
πολιτεία
|
ταύτη τῇ
πόλει Αἰσχίνην τόν Ἀτρομήτου
|
μ’ αυτήν την πόλη ο Αισχίνης του
Ατρομήτου
|
φεύγοντα
ἀγανακτεῖν οἴεσθαι δεῖν,
|
να θεωρεί ότι πρέπει να αγανακτεί
επειδή είναι εξόριστος,
|
εἴ τι τῶν
εἰωθότων Ἀθήνησιν ἔπαθεν.
|
γιατί έπαθε κάτι από αυτά που είναι
συνηθισμένα στην Αθήνα.
|
Ἀλλ’ ἔγωγε
καί λαμπρόν εἰκότως μοι νομίσαιμ’ ἄν αὐτό γενέσθαι,
|
Αλλά εγώ τουλάχιστον θα μπορούσα να θεωρήσω
εύλογα ακόμα και λαμπρό αυτό που μου συνέβη,
|
τό μετ’
ἐκείνων ἐν ἀδοξίᾳ παρά τοῖς ἔπειτα ἀνθρώποις καί ἄξιος τοῦ ὅμοια παθεῖν
ἐκείνοις γεγονέναι.
|
δηλαδή το ότι έχω πέσει στην αφάνεια
για τις μελλοντικές γενιές μαζί με εκείνους και έχω αξιωθεί να πάθω τα ίδια
με εκείνους.
|
Ενότητα
11η
Επικίνδυνες
συμμαχίες
Ὦ Ἀγησίλαε
καί πάντες οἱ παρόντες Λακεδαιμόνοι,
|
Αγησίλαε και όλοι οι παρόντες
Λακεδαιμόνιοι,
|
ἐγώ ὑμῖν,
ὅτε τοῖς Ἀθηναίοις ἐπολεμεῖτε,
|
εγώ, όταν πολεμούσατε τους
Αθηναίους,
|
φίλος καί
σύμμαχος ἐγενόμην,
|
υπήρξα φίλος και σύμμαχός σας,
|
καί το μέν
ναυτικό τό ὑμέτερον
|
και το ναυτικό σας
|
χρήματα παρέχων
ἰσχυρόν ἐποίουν,
|
δίνοντας χρήματα το έκανα ισχυρό,
|
ἐν δέ τῇ γῇ
αὐτός ἀπό τοῦ ἵππου μαχόμενος μεθ’ ὑμῶν
|
και στην ξηρά ο ίδιος πολεμώντας από
το άρμα μαζί σας
|
εἰς τήν
θάλατταν κατεδίωκον τούς πολεμίους.
|
στη θάλασσα κατεδίωκα τους εχθρούς.
|
Καί διπλοῦν
ὥσπερ Τισσαφέρνους
|
Και δόλιο, όπως ο Τισσαφέρνης
|
οὐδέν πώποτέ
μου οὔτε ποιήσαντος οὔτ’ εἰπόντος πρός ὑμᾶς
|
ούτε ότι σας έκανα ούτε ότι σας είπα
|
ἔχοιτ’ ἄν
κατηγορῆσαι.
|
θα μπορούσατε να με κατηγορήσετε.
|
Τοιοῦτος δέ
γενόμενος
|
Κι ενώ σας συμπεριφέρθηκα με τέτοιο
τρόπο
|
νῦν οὕτω διάκειμαι
ὑφ’ ὑμῶν
|
τώρα εσείς μου συμπεριφέρεστε έτσι
|
ὡς οὐδέ
δεῖπνον ἔχω ἐν τῇ ἐμαυτοῦ χώρᾳ,
|
ώστε ούτε φαγητό δεν έχω στη χώρα
μου,
|
εἰ μή τι ὧν
ἄν ὑμεῖς λίπητε συλλέξομαι,
|
εκτός αν μαζέψω κάτι από αυτά που
αφήνετε πίσω σας,
|
ὥσπερ τά
θηρία.
|
όπως τα θηρία.
|
Ἅ δέ μοι ὁ
πατήρ καί οἰκήματα καλά
|
Και όσα ο πατέρας μου και σπίτια
καλά
|
καί
παραδείσους καί δένδρων καί θηρίων μεστούς κατέλιπεν,
|
και κήπους γεμάτους από δέντρα και
θηρία μου άφησε,
|
ἐφ’ οἷς
ηὐφραινόμην,
|
με τα οποία ευχαριστιόμουν,
|
ταῦτα πάντα
ὁρῶ τά μέν κατακεκομμένα, τά δέ κατακεκαυμένα.
|
όλα αυτά τα βλέπω άλλα κατεστραμμένα
εντελώς κι άλλα κατακαμένα.
|
Εἰ οὖν ἐγώ
μή γιγνώσκω μήτε τά ὅσια μήτε τά δίκαια,
|
Αν λοιπόν εγώ δε γνωρίζω μήτε τα
όσια μήτε τα δίκαια,
|
ὑμεῖς δέ
διδάξατέ με
|
εσείς να μου εξηγήσετε
|
ὅπως ταῦτ’
ἐστίν ἀνδρῶν ἐπισταμένων χάριτας ἀποδιδόναι.
|
πώς αυτά είναι ενέργειες ανθρώπων
που γνωρίζουν να ανταποδίδουν την ευεργεσία.
|
Ενότητα
12η
Θεϊκές
αδυναμίες
ΑΡΗΣ:
Ἤκουσας, ὦ Ἑρμῆ, οἷα ἠπείλησεν ἡμῖν ὁ Ζεύς,
|
ΑΡΗΣ: Άκουσες, Ερμή, τι απειλές
εκτόξευσε εναντίον μας ο Δίας
|
ὡς
ὑπεροπτικά καί ὡς ἀπίθανα;
|
τις πόσο αλαζονικές και απίθανες;
|
Ἤν ἐθελήσω,
φησίν,
|
Αν θελήσω, είπε,
|
ἐγώ μέν ἐκ τοῦ
οὐρανοῦ σειράν καθήσω,
|
εγώ από τον ουρανό να αφήσω σκοινί
προς τα κάτω
|
ὑμεῖς δέ
ἀποκρεμασθέντες κατασπᾶν βιάσεσθέ με,
|
κι εσείς να πιαστείτε απ’ αυτό και
να επιχειρήσετε με τη βία να με τραβήξετε με δύναμη προς τα κάτω,
|
ἀλλά μάτην
πονήσετε·
|
μάταια θα κοπιάσετε·
|
οὐ γάρ δή
καθελκύσετε·
|
γιατί βέβαια δε θα με τραβήξετε προς
τα κάτω·
|
εἰ δέ ἐγώ
θελήσαιμι ἀνελκύσαι,
|
αν όμως εγώ θελήσω να σύρω επάνω,
|
οὐ μόνον
ὑμᾶς,
|
όχι μόνο εσάς,
|
ἀλλά
συνασπάσας καί τήν γῆν ἅμα καί τήν θάλασσαν
|
αλλά να τραβήξω προς τα πάνω και την
ξηρά μαζί και τη θάλασσα
|
μετεωριῶ·
|
θα σας σηκώσω ψηλά·
|
καί τἆλλα
ὅσα καί σύ ἀκήκοας.
|
αλλά και τ’ άλλα (είπε) όσα κι εσύ
έχεις ακούσει.
|
Ἐγώ δέ ὅτι
μέν καθ’ ἕνα πάντων ἀμείνων καί ἰσχυρότερός ἐστιν
|
Εγώ βέβαια ότι ξεχωριστά από τον
καθένα (μας) είναι ανώτερος και ισχυρότερος
|
οὐκ ἄν
ἀρνηθείην,
|
δε θα μπορούσα να το αρνηθώ,
|
ὁμοῦ δέ τῶν
τοσούτων ὑπερφέρειν [...] οὐκ ἄν πεισθείην.
|
δε θα μπορούσα όμως να πιστέψω ότι
μας ξεπερνάει τόσους μαζί.
|
ΕΡΜΗΣ:
Εὐφήμει, ὦ Ἄρες·
|
ΕΡΜΗΣ: Σιωπή, Άρη·
|
οὐ γάρ
ἀσφαλές λέγειν τά τοιαῦτα,
|
γιατί δεν είναι ασφαλές να λες
τέτοια λόγια,
|
μή καί τι
κακόν ἀπολαύσωμεν τῆς φλυαρίας.
|
μήπως και δεχτούμε κάποια συμφορά
εξαιτίας της φλυαρίας σου.
|
ΑΡΗΣ: [...]
Ὅ μάλιστα γελοῖον ἔδοξέ μοι ἀκούοντι μεταξύ τῆς ἀπειλῆς,
|
ΑΡΗΣ: [...] Αυτό όμως που μέσα στην
απειλή μου φάνηκε πιο γελοίο, καθώς το άκουγα,
|
οὐκ ἄν
δυναίμην σιωπῆσαι πρός σέ·
|
δε θα μπορούσα να το αποκρύψω από
σένα·
|
μέμνημαι γάρ
οὐ πρό πολλοῦ,
|
θυμάμαι δηλαδή ότι πριν από λίγο
καιρό,
|
ὁπότε ὁ
Ποσειδῶν καί ἡ Ἥρα καί ἡ Ἀθηνᾶ
|
όταν ο Ποσειδώνας και η Ήρα και η
Αθηνά
|
ἐπαναστάντες
ἐπεβούλευον ξυνδῆσαι λαβόντες αὐτόν,
|
επαναστάτησαν και σχεδίαζαν αφού τον
συλλάβουν να τον δέσουν χειροπόδαρα
|
ὡς παντοῖος
ἦν δεδιώς,
|
πόσο τρομοκρατημένος ήταν,
|
καί ταῦτα
τρεῖς ὄντας,
|
και μάλιστα ενώ ήταν τρεις,
|
καί εἰ μή γε
ἡ Θέτις κατελεήσασα
|
κι αν η Θέτις δεν τον σπλαχνιζόταν
|
ἐκάλεσεν
αὐτῷ σύμμαχον Βριάρεων ἐκατόγχειρα ὄντα,
|
και δεν καλούσε σε βοήθεια τον
Βριάρεο που είχε εκατό χέρια,
|
κἄν ἐδέδετο
αὐτῷ κεραυνῷ καί βροντῇ.
|
θα είχε αιχμαλωτιστεί μαζί με τον
κεραυνό και τη βροντή του.
|
Ταῦτα
λογιζομένῳ ἐπῄει μοι γελᾶν ἐπί τῇ καλλιρρημοσύνῃ αὐτοῦ.
|
Ενώ σκεφτόμουν αυτά, μου ερχόταν να
γελάσω για την καυχησιολογία του.
|
Διαβάζοντας αυτο το αρθρο με τις μεταφράσεις, θυμηθηκα αρκετα πραματα απο τα παιδικά μου χρόνια και το ποσο πλουσια γλώσσα ειναι η ελληνικη.
ΑπάντησηΔιαγραφή