Προοίμιον(§1–2): Είναι ανάγκη να αξιοποιηθεί η ευκαιρία που παρουσιάστηκε
[1] Οἶμαι δεῖν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι,
περὶ τηλικούτων βουλευομένους διδόναι παρρησίαν ἑκάστῳ τῶν
συμβουλευόντων. ἐγὼ δ’
οὐδεπώποθ’ ἡγησάμην χαλεπὸν τὸ διδάξαι τὰ βέλτισθ’ ὑμᾶς (ὡς
γὰρ εἰπεῖν ἁπλῶς, ἅπαντες ὑπάρχειν ἐγνωκότες μοι
δοκεῖτε), ἀλλὰ τὸ πεῖσαι πράττειν ταῦτα· ἐπειδὰν γάρ τι
δόξῃ καὶ ψηφισθῇ,
τότ’ ἴσον τοῦ πραχθῆναι ἀπέχει ὅσονπερ πρὶν δόξαι.
Άνδρες Αθηναίοι, νομίζω πως πρέπει, όταν παίρνετε αποφάσεις για τόσο μεγάλα ζητήματα, να δίνετε απόλυτη ελευθερία λόγου στον καθένα που θέλει να σας συμβουλέψει. Όσο για μένα ποτέ ως τώρα δε θεώρησα δύσκολο να σας υποδείξω ποιο είναι το καλύτερο (αυτό, για να μιλήσω ειλικρινά, όλοι σας μου φαίνεται πως το ξέρετε καλά), αλλά να σας πείσω να το πράξετε· γιατί, όταν κάτι θεωρηθεί σωστό και ψηφιστεί, ακόμα και τότε απέχει τόσο από την εκτέλεση, όσο και πριν αποφασιστεί.
[2] ἔστι μὲν οὖν ἓν ὧν ἐγὼ νομίζω χάριν ὑμᾶςτοῖς θεοῖς ὀφείλειν,
τὸ τοὺς διὰ τὴν αὑτῶν ὕβρινὑμῖν πολεμήσαντας οὐ πάλαι νῦν ἐν
ὑμῖν μόνοιςτῆς αὑτῶν σωτηρίας ἔχειν τὰς ἐλπίδας. ἄξιον δ’ἡσθῆν
αι τῷ παρόντι καιρῷ· συμβήσεται γὰρὑμῖν, ἐὰν ἃ
χρὴ βουλεύσησθ’ ὑπὲρ αὐτοῦ,
τὰςπαρὰ τῶν διαβαλλόντων τὴν πόλιν ἡμῶν βλασφημίας ἔργῳ με
τὰ δόξης καλῆς ἀπολύσασθαι.
Συμβαίνει λοιπόν ένα γεγονός από εκείνα για τα οποία πιστεύω πως χρωστάτε ευγνωμοσύνη στους θεούς: οι άνθρωποι που εδώ και λίγο καιρό από τη θρασύτητά τους πολέμησαν εναντίον σας, τώρα στηρίζουν τις ελπίδες της σωτηρίας τους μόνο σ' εσάς. Και αξίζει να χαρείτε με την τωρινή ευκαιρία· γιατί, αν αποφασίσετε σωστά σ' αυτήν την περίσταση, θα κατορθώσετε να αναιρέσετε έμπρακτα τις συκοφαντίες αυτών που δυσφημούν την πόλη μας και να κερδίσετε συνάμα καλή φήμη.
Πρόθεσις(§3–4):Τι θα αποδείξει η βοήθεια προς τους Ροδίους
[3] ᾐτιάσαντο μὲν γὰρ ἡμᾶς ἐπιβουλεύειν αὑτοῖς Χῖοι καὶ Βυζάντι
οι καὶ Ῥόδιοι,
καὶ διὰ ταῦτα συνέστησαν ἐφ’ ἡμᾶς τὸν τελευταῖον τουτονὶ πόλεμ
ον· φανήσεται δ’ ὁ
μὲν πρυτανεύσας ταῦτα καὶ πείσας Μαύσωλος,
φίλος εἶναι φάσκων Ῥοδίων, τὴν ἐλευθερίαν αὐτῶν ἀφῃρημένος,
οἱ δ’ ἀποδείξαντες ἑαυτοὺςσυμμάχους Χῖοι καὶ Βυζάντιοι τοῖς ἀτυ
χήμασιν αὐτῶν οὐ βεβοηθηκότες,
Μας κατηγόρησαν λοιπόν οι Χίοι, οι Βυζάντιοι και οι Ρόδιοι ότι μηχανορραφούμε εναντίον τους και γι' αυτό οργάνωσαν εναντίον μας αυτόν τον τελευταίο πόλεμο. Θα φανεί όμως καθαρά ότι ο Μαύσωλος, που τους υποκίνησε σ' αυτά και τους έπεισε, με τον ισχυρισμό πως είναι φίλος των Ροδίων, τους έχει στερήσει την ελευθερία τους και ότι οι Χίοι και οι Βυζάντιοι, που παρίσταναν τους συμμάχους, δεν τους βοήθησαν στις κακοτυχίες τους·
[4] ὑμεῖς δ’, οὓς ἐφοβοῦντο,
μόνοι τῶν πάντωντῆς σωτηρίας αὐτοῖς αἴτιοι. ἐκ δὲ τοῦ ταῦθ’ ὑφ’
ἁπάντων ὀφθῆναι ποιήσετε τοὺς πολλοὺς ἐνἁπάσαις ταῖς πόλεσι τ
οῦτο ποιεῖσθαι σύμβολοντῆς αὑτῶν σωτηρίας, ἐὰν ὑμῖν ὦσι φίλοι·
οὗμεῖζον οὐδὲν ἂν ὑμῖν γένοιτ’ ἀγαθόν, ἢ
παρὰπάντων ἑκόντων ἀνυπόπτου τυχεῖν εὐνοίας.
ενώ εσείς, που σας φοβόνταν, μόνοι από όλους σταθήκατε η αιτία της σωτηρίας τους. Κι όταν όλοι τα δουν αυτά, θα κάνετε τους δημοκρατικούς σε όλες τις πόλεις να θεωρούν τη φιλία σας εγγύηση για την ασφάλειά τους· δε θα μπορούσε να υπάρξει μεγαλύτερο πλεονέκτημα για σας από το να επιτύχετε τη φιλία όλων πρόθυμα και χωρίς υποψία.
Πίστις: §5–34) 5-13 Οι αντιφατικές προτάσεις των αντιπάλων και η συνέπεια του ρήτορα – Μ. Βασιλιάς και Αρτεμισία δεν θα αντιδράσουν στις αθηναϊκές ενέργειες
[5] Θαυμάζω δ’ ὅτι τοὺς αὐτοὺς ὁρῶ ὑπὲρ μὲν Αἰγυπτίων
τἀναντία πράττειν βασιλεῖ τὴν πόλιν πείθοντας, ὑπὲρ
δὲτοῦ Ῥοδίων δήμου φοβουμένους τὸν ἄνδρα τοῦτον. καίτοι τοὺς
μὲν Ἕλληνας ὄντας ἅπαντες ἴσασι, τοὺς δ’ ἐν τῇ ἀρχῇ τῇ ’κείνου
μεμερισμένους.
Μου κάνει κατάπληξη που βλέπω τους ίδιους ανθρώπους να παροτρύνουν την πόλη να αντιταχτεί στο βασιλιά για χάρη των Αιγυπτίων, ενώ από την άλλη πλευρά, όταν πρόκειται για το δήμο των Ροδίων, να φοβούνται τον άνθρωπο αυτόν, παρόλο που όλοι ξέρουν ότι οι Ρόδιοι είναι Έλληνες, ενώ οι Αιγύπτιοι θεωρούνται τμήμα της επικράτειας του βασιλιά.
[6] οἶμαι δ’ ὑμῶν μνημονεύειν ἐνίους, ὅτι ἡνίκ’ἐβουλεύεσθ’ ὑπὲρ
τῶν βασιλικῶν, παρελθὼν πρῶτος ἐγὼ παρῄνεσα, οἶμαι
δὲ καὶ μόνος ἢ δεύτερος εἰπεῖν, ὅτι μοι σωφρονεῖν ἂν δοκεῖτε,
εἰ τὴν πρόφασιν τῆς παρασκευῆς μὴ τὴν πρὸς ἐκεῖνον ἔχθραν
ποιοῖσθε, ἀλλὰ παρασκευάζοισθε μὲν πρὸς
τοὺς ὑπάρχοντας ἐχθρούς,ἀμύνοισθε
δὲ κἀκεῖνον, ἐὰν ὑμᾶς ἀδικεῖν ἐπιχειρῇ. καὶοὐκ ἐγὼ μὲν εἶπον
ταῦτα, ὑμῖν δ’ οὐκ ἐδόκουν ὀρθῶς λέγειν, ἀλλὰ καὶ ὑμῖν ἤρεσκε
ταῦτα.
Μερικοί από σας θυμούνται, πιστεύω, πως, όταν συζητούσατε για την πολιτική σας προς το βασιλιά, ανέβηκα στο βήμα και πρώτος εγώ σας παρακίνησα, νομίζω μάλιστα πως ήμουν ο μόνος ή ο δεύτερος που σας είπα ότι θα θεωρούσα φρόνιμο να μην προβάλετε ως δικαιολογία για την πολεμική σας προετοιμασία το μίσος σας προς εκείνον, αλλά να προετοιμάζεστε εναντίον των εχθρών σας και να αποκρούσετε κι εκείνον, αν δοκιμάσει να σας βλάψει. Ούτε είπα εγώ λόγια που δεν τα βρήκατε σωστά, αλλά, αντίθετα, τέτοια που κι εσείς τα εγκρίνατε.
[7] ἀκόλουθος τοίνυν ὁ νῦν λόγος ἐστί μοι
τῷ τότεῥηθέντι. ἐγὼ γάρ, εἰ βασιλεὺς παρ’ αὑτὸν ὄντα με
σύμβουλον ποιοῖτο, ταὔτ’ ἂν αὐτῷ παραινέσαιμ’ ἅπερὑμῖν, ὑπὲρ
μὲν τῶν αὑτοῦ πολεμεῖν, ἐάν τις ἐναντιῶται τῶν Ἑλλήνων, ὧν
δὲ μηδὲν αὐτῷ προσήκει, τούτων μηδ’ἀντιποιεῖσθαι τὴν ἀρχήν.
Ο σημερινός μου λοιπόν λόγος είναι σύμφωνος με όσα είπα τότε. Δηλαδή, αν ο βασιλιάς των Περσών με είχε κοντά του και μ' έκανε σύμβουλό του, εγώ θα τον συμβούλευα αυτά που παρακινώ κι εσάς: αν κάποιοι από τους Έλληνες του δειχτούν εχθρικοί, να πολεμήσει για ό,τι του ανήκει· όσα όμως δεν του ανήκουν, γι' αυτά καλύτερα να μην προβάλλει αξιώσεις.
[8] εἰ μὲν οὖν ὅλως ἐγνώκατ’, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅσωνἂν
βασιλεὺς ἐγκρατὴς γένηται φθάσας ἢπαρακρουσάμενός τινας
τῶν ἐν ταῖς πόλεσι, παραχωρεῖν,
οὐ καλῶς ἐγνώκατε, ὡς ἐγὼ κρίνω· εἰ δ’ὑπὲρ τῶν δικαίων
καὶ πολεμεῖν, ἂν τούτου δέῃ, καὶ πάσχειν ὁτιοῦν οἴεσθε χρῆναι,
πρῶτον μὲν ὑμῖν ἧττον δεήσει τούτων, ὅσῳ ἂν
μᾶλλον ἐγνωκότες ἦτε ταῦτα,ἔπειθ’ ἃ προσήκει φρονεῖν δόξετε.
Αν λοιπόν έχετε πάρει απόφαση, άνδρες Αθηναίοι, γενικά να παραχωρείτε στο βασιλιά της Περσίας όσα ενεργώντας αιφνιδιαστικά ή εξαπατώντας μερικούς πολίτες κυριεύει, δεν αποφασίσατε, κατά την κρίση μου, σωστά. Αν όμως πιστεύετε πως έχετε καθήκον και να πολεμάτε για την υπεράσπιση του δικαίου, αν χρειαστεί, και να υποφέρετε ο,τιδήποτε, πρώτα τόσο λιγότερο θα είναι απαραίτητα όλα τούτα, όσο πιο σταθερά αποφασισμένοι είστε γι' αυτά, και έπειτα θα δείξετε ότι σκέφτεστε ορθά.
[9] Ὅτι δ’ οὐδὲν καινὸν οὔτ’ ἐγὼ λέγω νῦν
κελεύων Ῥοδίους ἐλευθεροῦν, οὔθ’ ὑμεῖς, ἂν πεισθῆτέ μοι,
ποιήσετε, τῶν γεγενημένων ὑμᾶς τι
καὶ συνενηνοχότωνὑπομνήσω. ὑμεῖς ἐξεπέμψατε Τιμόθεόν
ποτ’, ὦ ἄνδρεςἈθηναῖοι, βοηθήσοντ’ Ἀριοβαρζάνῃ,
προσγράψαντες τῷ ψηφίσματι ’μὴ λύοντα τὰς σπονδὰς τὰς πρὸς
τὸν βασιλέα. ἰδὼν δ’ ἐκεῖνος τὸν μὲν Ἀριοβαρζάνην
φανερῶςἀφεστῶτα βασιλέως, Σάμον
δὲ φρουρουμένην ὑπὸΚυπροθέμιδος, ὃν κατέστησε
Τιγράνης ὁ βασιλέωςὕπαρχος, τῷ μὲν ἀπέγνω μὴ βοηθεῖν, τὴν
δὲ προσκαθεζόμενος καὶ βοηθήσας ἠλευθέρωσε·
Εξάλλου ούτε εγώ σας λέγω τίποτε καινούριο τώρα που σας προτρέπω να ελευθερώσετε τους Ροδίους, ούτε κι εσείς θα κάνετε κάτι τέτοιο, αν πειστείτε στα λόγια μου· θα σας το δείξω θυμίζοντάς σας γεγονότα που σας ωφέλησαν. Εσείς κάποτε, άνδρες Αθηναίοι, στείλατε τον Τιμόθεο για να βοηθήσει τον Αριοβαρζάνη προσθέτοντας στο ψήφισμά σας τον όρο «χωρίς να παραβιάσει τη συνθήκη με το βασιλιά». Όταν εκείνος είδε ότι ο Αριοβαρζάνης είχε ανοιχτά στασιάσει εναντίον του βασιλιά και ότι τη Σάμο φρουρούσε ο Κυπρόθεμης, τον οποίο τοποθέτησε ο ύπαρχος του βασιλιά Τιγράνης, τότε τον Αριοβαρζάνη αποφάσισε να μην τον βοηθήσει, τη Σάμο όμως την πολιόρκησε και με τη βοήθεια αυτή την ελευθέρωσε.
[10] καὶ μέχρι τῆς τήμερον ἡμέρας οὐ γέγονεν πόλεμος
διὰ ταῦθ’ ὑμῖν. οὐ γὰρ ὁμοίως οὐδεὶς ὑπέρ τε τοῦ πλεονεκτεῖν
πολεμήσειεν ἂν καὶ τῶν ἑαυτοῦ, ἀλλ’ ὑπὲρ μὲν ὧν ἐλαττοῦνται
μέχρι τοῦ δυνατοῦ πάντες πολεμοῦσιν, ὑπὲρ δὲ τοῦ πλεονεκτεῖν
οὐχ οὕτως, ἀλλ’ἐφίενται μέν, ἐάν τις ἐᾷ, ἐὰν δὲ κωλυθῶσιν,
οὐδὲν ἠδικηκέναι τοὺς ἐναντιωθέντας αὐτοῖς ἡγοῦνται.
Ως σήμερα για την ενέργεια αυτή δεν έχει γίνει πόλεμος εναντίον σας. Γιατί κανείς δε θα έμπαινε σε πόλεμο το ίδιο εύκολα για να αυξήσει τα πλούτη του, όσο για να υπερασπίσει αυτά που έχει: για όσα χάνουν, όλοι πολεμούν όσο κρατούν οι δυνάμεις τους, δεν κάνουν όμως το ίδιο και για να αυξήσουν όσα έχουν. Επιθυμούν βέβαια να αποκτήσουν κι άλλα, όταν τους το επιτρέπουν, αν όμως εμποδιστούν, δεν αισθάνονται καθόλου ότι αυτοί που τους εναντιώθηκαν τους αδίκησαν.
[11] Ὅτι δ’ οὐδ’ ἂν ἐναντιωθῆναί μοι δοκεῖ τῇ πράξει
ταύτῃ νῦν Ἀρτεμισία τῆς πόλεως οὔσης ἐπὶ τῶν πραγμάτων,
μίκρ’ ἀκούσαντες σκοπεῖτε εἴτ’ ὀρθῶς λογίζομαι ταῦτ’ εἴτε
μή. ἐγὼ νομίζω, πράττοντος μὲν ἐν Αἰγύπτῳ πάνθ’ ὡς ὥρμηκε
βασιλέως, σφόδρ’ ἂν Ἀρτεμισίαν πειραθῆναι περιποιῆσαι Ῥόδον
αὐτῷ, οὐ τῇβασιλέως εὐνοίᾳ, ἀλλὰ τῷ βούλεσθαι πλησίον αὐτῆς
διατρίβοντος ἐκείνου μεγάλην εὐεργεσίαν καταθέσθαι πρὸς
αὐτόν, ἵν’ ὡς οἰκειότατ’ αὐτὴν ἀποδέχηται·
Ούτε και η Αρτεμισία νομίζω πως θα εναντιωθεί στην ενέργειά μας τη στιγμή τούτη, αν η πόλη μας επιχειρήσει ανάμειξη στα πράγματα της Ρόδου. Ακούστε με λίγο και κρίνετε, αν ζυγίζω τα πράγματα σωστά ή όχι. Εγώ λοιπόν νομίζω ότι, αν όλες οι υποθέσεις του βασιλιά στην Αίγυπτο πηγαίνουν όπως τις θέλει, τότε η Αρτεμισία με πάρα πολλή ζέση θα επιχειρούσε να εξασφαλίσει τη Ρόδο γι' αυτόν, όχι από φιλική διάθεση απέναντί του, αλλά επειδή επιθυμεί, εφόσον εκείνος βρίσκεται στην περιοχή της, να του προσφέρει μια μεγάλη υπηρεσία, για να έχει όσο γίνεται μεγαλύτερη την εύνοιά του.
[12] πράττοντος δ’ ὡς λέγεται, καὶ διημαρτηκότος
οἷς ἐπεχείρησεν, ἡγεῖσθαι τὴν νῆσον ταύτην, ὅπερ ἔστιν,ἄλλο μὲν
οὐδὲν ἂν εἶναι βασιλεῖ χρησίμην ἐν τῷπαρόντι, τῆς δ’
αὑτῆς ἀρχῆς ἐπιτείχισμα πρὸς τὸ μηδ’ὁτιοῦν παρακινεῖν. ὥστε
μοι
δοκεῖ μᾶλλον ἂν ὑμᾶς ἔχειν μὴ φανερῶς
αὐτῆς ἐνδούσης, ἢ ’κεῖνον λαβεῖν βούλεσθαι. οἶμαι μὲν οὖν
οὐδὲ βοηθήσειν αὐτήν, ἂν δ’ἄρα τοῦτο ποιῇ, φαύλως καὶ κακῶς.
Αν όμως, όπως λέγεται, έχει αποτύχει τελείως στις επιχειρήσεις του, η Αρτεμισία θα πρέπει να πιστεύει, όπως και είναι η αλήθεια, ότι το νησί αυτό δε χρησιμεύει σε τίποτα στο βασιλιά προς το παρόν· θα είναι μόνο γι' αυτόν, ένας φραγμός στη δική της εξουσία, ώστε να μην του δημιουργεί τυχόν ενοχλήσεις. Επομένως μου φαίνεται ότι εκείνη προτιμά να κατέχετε εσείς το νησί, χωρίς όμως να σας το παραδώσει φανερά, παρά να το πάρει εκείνος. Νομίζω λοιπόν πως ούτε βοήθεια θα στείλει, κι αν ίσως το κάμει, θα το κάμει απρόθυμα και με δυσκολία.
[13] ἐπεὶ καὶ βασιλέα γε, ὅ τι μὲν ποιήσει μὰ Δί’ οὐκ ἂν
εἴποιμ’ ἔγωγ’ ὡς οἶδα, ὅτι μέντοι συμφέρει τῇ πόλει δῆλον ἤδη
γενέσθαι πότερ’ ἀντιποιήσεται τῆς πόλεως τῆς Ῥοδίων ἢ οὔ,
τοῦτ’ ἂν ἰσχυρισαίμην· οὐ γὰρ ὑπὲρῬοδίων
βουλευτέον, ὅταν ἀντιποιῆται, μόνον, ἀλλ’ ὑπὲρἡμῶν αὐτῶν
καὶ τῶν πάντων Ἑλλήνων.
Όσο για το βασιλιά, το τι θα πράξει αυτός, μα το Δία, δε θα έλεγα πως εγώ το ξέρω, θα υποστήριζα όμως με επιμονή ότι συμφέρει στην πόλη μας να ξεκαθαριστεί αμέσως ένα από τα δυο, αν εκείνος θα διεκδικήσει την πόλη των Ροδίων ή όχι. Γιατί, αν τη διεκδικήσει, τότε δε θα πρέπει να συζητάμε για τη σωτηρία των Ροδίων μόνο, αλλά για μας τους ίδιους και για όλους τους Έλληνες.
14-20 Το συμφέρον της πόλης, και όχι η μνησικακία, οδηγός για ορθή απόφαση – Ο κίνδυνος από την εξάπλωση των ολιγαρχικών πολιτευμάτων
[14] Οὐ μὴν οὐδ’ ἂν εἰ δι’ αὑτῶν εἶχον τὴν πόλιν οἱ νῦνὄντες ἐν
αὐτῇ Ῥόδιοι, παρῄνεσ’ ἂν ὑμῖν τούτους ἑλέσθαι, οὐδ’
εἰ πάνθ’ ὑπισχνοῦνθ’ ὑμῖν ποιήσειν. ὁρῶ γὰρ αὐτοὺς τὸ μὲν
πρῶτον, ὅπως καταλύσωσι τὸν δῆμον, προσλαβόντας τινὰς τῶν
πολιτῶν, ἐπειδὴ δὲ τοῦτ’ἔπραξαν, πάλιν ἐκβαλόντας τούτους·
τοὺς οὖν μηδετέροις πιστῶς κεχρημένους οὐδ’ ἂν ὑμῖν
βεβαίους ἡγοῦμαι γενέσθαι συμμάχους.
Κι αν ακόμα εκείνοι οι Ρόδιοι που τώρα έχουν την εξουσία κρατούσαν την πόλη με τη δική τους δύναμη, ούτε και τότε θα σας συμβούλευα να τους προτιμήσετε για συμμάχους, ακόμη κι αν σας υπόσχονταν ότι θα κάμουν τα πάντα για χάρη σας. Και τούτο, γιατί βλέπω ότι αυτοί, για να καταλύσουν το δημοκρατικό πολίτευμα, πήραν στην αρχή με το μέρος τους μερικούς πολίτες, και όταν το κατόρθωσαν, τους εξόρισαν πάλι. Εκείνοι λοιπόν που δε στάθηκαν πιστοί σε κανένα από τα δύο μέρη δεν πιστεύω ότι μπορούν να γίνουν σταθεροί σύμμαχοι σ' εσάς.
[15] καὶ ταῦτ’ οὐδεπώποτ’ εἶπον ἄν, εἰ τῷ Ῥοδίων
δήμῳμόνον ἡγούμην συμφέρειν· οὔτε γὰρ προξενῶ τῶνἀνδρῶν
οὔτ’ ἰδίᾳ ξένος αὐτῶν οὐδείς ἐστί μοι. οὐ μὴν οὐδ’
εἰ ταῦτ’ ἀμφότερ’ ἦν, εἰ μὴ συμφέρειν ὑμῖν ἡγούμην,
εἶπον ἄν, ἐπεὶ Ῥοδίοις γε, εἰ οἷόν τε τοῦτ’ εἰπεῖν τῷσυναγορεύοντι
τῇ σωτηρίᾳ αὐτῶν, συγχαίρω τῶν γεγενημένων. τοῦ κομίσασθαι
γὰρ τὰ ὑμέτερ’ ὑμῖν φθονήσαντες
τὴν ἑαυτῶν ἐλευθερίαν ἀπολωλέκασι, καὶπαρὸν αὐτοῖς Ἕλλησι
καὶ βελτίοσιν αὐτῶν [ὑμῖν] ἐξἴσου συμμαχεῖν, βαρβάροις
καὶ δούλοις, οὓς εἰς τὰς ἀκροπόλεις παρεῖνται, δουλεύουσιν.
Όλα αυτά ποτέ δε θα τα έλεγα, αν πίστευα ότι συμφέρουν μόνο στους δημοκρατικούς της Ρόδου. Ούτε εκπρόσωπος των συμφερόντων τους είμαι, ούτε ιδιαίτερος φίλος με κανέναν τους. Ούτε εξάλλου, κι αν ακόμα και τα δύο συνέβαιναν, θα μιλούσα έτσι, αν δεν το θεωρούσα δικό σας συμφέρον, επειδή για τους Ροδίους βέβαια ―αν επιτρέπεται να το πει αυτό εκείνος που συνηγορεί για τη σωτηρία τους― χαίρομαι και εγώ μαζί σας γι' αυτά που έπαθαν. Γιατί με το να αρνηθούν να σας αφήσουν να πάρετε ό,τι σας ανήκε έχουν χάσει την ελευθερία τους, και ενώ ήταν στο χέρι τους να είναι ισότιμοι σύμμαχοι μ' εσάς, που είστε Έλληνες και ανώτεροί τους, έχουν γίνει δούλοι σε βαρβάρους και δούλους, τους οποίους άφησαν να μπουν στις ακροπόλεις τους.
[16] ὀλίγου δὲ δέω λέγειν, ἐὰν αὐτοῖς ὑμεῖς ἐθελήσητε
βοηθῆσαι, ὡς καὶ συνενήνοχε ταῦτ’ αὐτοῖς· εὖ μὲν γὰρ
πράττοντες
οὐκ οἶδ’ εἴ ποτ’ ἂν
εὖ φρονῆσαι ἠθέλησαν,ὄντες Ῥόδιοι, ἔργῳ δὲ πειραθέντες
καὶ διδαχθέντες ὅτι πολλῶν κακῶν ἡ ἄνοι’ αἰτία τοῖς πολλοῖς
γίγνεται, τάχ’ἄν, εἰ τύχοιεν, σωφρονέστεροι πρὸς τὸν λοιπὸν
τοῦ χρόνου γένοιντο. τοῦτο δ’ οὐ μικρὰν ὠφέλειαν
αὐτοῖςἡγοῦμαι. φημὶ δὴ χρῆναι πειρᾶσθαι σῴζειν τοὺς ἄνδρας
καὶ μὴ μνησικακεῖν, ἐνθυμουμένους ὅτι
πολλὰ καὶ ὑμεῖςὑπὸ τῶν ἐπιβουλευσάντων ἐξηπάτησθε, ὧν
οὐδενὸς αὐτοὶ δοῦναι δίκην δίκαιον ἂν εἶναι φήσαιτε.
Σχεδόν θα έλεγα μάλιστα ότι, αν θελήσετε να τους βοηθήσετε, το πάθημά τους θα τους έχει ωφελήσει. Γιατί, ως Ρόδιοι που είναι, δεν ξέρω αν θα ήθελαν ποτέ να σκεφτούν σωστά, εφόσον τα πράγματα τους έρχονταν ευνοϊκά· αφού όμως δοκίμασαν την εμπειρία και διδάχτηκαν ότι η απερισκεψία γίνεται αιτία πολλών κακών σε μία δημοκρατική πολιτεία, ίσως καμιά φορά γίνουν στο μέλλον φρονιμότεροι. Τούτο δεν το θεωρώ μικρή ωφέλεια γι' αυτούς. Έχω λοιπόν τη γνώμη ότι είναι ανάγκη να επιχειρήσετε να σώσετε τους ανθρώπους και να μη μνησικακείτε, κάνοντας τη σκέψη ότι πολλές φορές κι εσείς εξαπατηθήκατε από ανθρώπους με επίβουλα σχέδια, δε θα λέγατε όμως πως είναι δίκαιο να τιμωρηθείτε εσείς για κανένα από τα σφάλματα αυτά.
[17] Ὁρᾶτε δὲ κἀκεῖν’, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅτι πολλοὺςὑμεῖς
πολέμους πεπολεμήκατε καὶ πρὸς δημοκρατίας
καὶ πρὸς ὀλιγαρχίας. καὶ τοῦτο μὲν ἴστε καὶ αὐτοί· ἀλλ’ὑπὲρ ὧν
πρὸς ἑκατέρους ἔσθ’ ὑμῖν ὁ πόλεμος, τοῦτ’ ἴσωςὑμῶν οὐδεὶς
λογίζεται. ὑπὲρ τίνων οὖν ἐστίν; πρὸς μὲν τοὺς
δήμους ἢ περὶ τῶν ἰδίων ἐγκλημάτων, οὐδυνηθέντων
δημοσίᾳ διαλύσασθαι ταῦτα, ἢ περὶ γῆς
μέρους ἢ ὅρων ἢ φιλονικίας ἢ τῆς ἡγεμονίας· πρὸς
δὲ τὰς ὀλιγαρχίας ὑπὲρ μὲν τούτων οὐδενός, ὑπὲρ δὲ τῆς
πολιτείας
καὶ τῆς ἐλευθερίας·
Σκεφτείτε όμως και κάτι άλλο, άνδρες Αθηναίοι, ότι πολλές φορές έχετε πολεμήσει και με δημοκρατικά καθεστώτα και με ολιγαρχικά. Αυτό το ξέρετε κι εσείς οι ίδιοι. Για ποιες αιτίες όμως γίνεται ο πόλεμος στη μία ή στην άλλη περίπτωση, αυτό κανείς σας ίσως δεν το εξετάζει. Για ποιο λόγο λοιπόν γίνεται; Με τα δημοκρατικά καθεστώτα πολεμάτε ή για ιδιωτικές διαφορές που δεν μπόρεσαν να επιλυθούν με δημόσια συμφωνία ή για μερίδιο γης ή για συνοριακή διαφορά ή από ανταγωνισμό ή για χάρη της ηγεμονίας. Με τις ολιγαρχίες όμως δεν πολεμάτε για κανέναν από τους λόγους αυτούς, παρά για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και της ελευθερίας.
[18] ὥστ’ ἔγωγ’ οὐκ ἂν ὀκνήσαιμ’ εἰπεῖν μᾶλλονἡγεῖσθαι
συμφέρειν δημοκρατουμένους τοὺς Ἕλληναςἅπαντας
πολεμεῖν ὑμῖν ἢ ὀλιγαρχουμένους φίλους εἶναι. πρὸς μὲν
γὰρ ἐλευθέρους ὄντας οὐ χαλεπῶς ἂν εἰρήνην ὑμᾶς ποιήσασθαι
νομίζω, ὁπότε βουληθείητε, πρὸς δ’ ὀλιγαρχουμένους οὐδὲ τὴν
φιλίαν ἀσφαλῆνομίζω· οὐ γὰρ ἔσθ’ ὅπως ὀλίγοι πολλοῖς
καὶ ζητοῦντες ἄρχειν τοῖς μετ’ ἰσηγορίας ζῆν ᾑρημένοις εὖνοι
γένοιντ’ἄν.
Γι' αυτό και δε θα δίσταζα να πω ότι πρέπει να θεωρείτε πως πιο πολύ σας συμφέρει να είναι όλοι οι Έλληνες εχθροί σας και να έχουν δημοκρατικό πολίτευμα, παρά να είναι φίλοι σας και να έχουν ολιγαρχικό καθεστώς. Και τούτο γιατί με ελεύθερους ανθρώπους πιστεύω ότι χωρίς δυσκολία θα μπορούσατε να συνάψετε ειρήνη όποτε θα θέλατε, ενώ με μια ολιγαρχία, ούτε τη φιλία θεωρώ βέβαιη. Δεν είναι δυνατό να έχουν φιλικές διαθέσεις οι ολιγαρχικοί για το λαό, ούτε όσοι επιζητούν να εξουσιάζουν, για εκείνους που έχουν προτιμήσει την ισότητα των δικαιωμάτων.
[19] Θαυμάζω δ’ εἰ μηδεὶς ὑμῶν ἡγεῖται Χίων ὀλιγαρχουμένων
καὶ Μυτιληναίων, καὶ νυνὶ Ῥοδίων καὶ πάντων ἀνθρώπων ὀλίγου
δέω λέγειν εἰς ταύτην τὴν δουλείαν ὑπαγομένων, συγκινδυνεύειν
τι τὴν παρ’ ἡμῖν πολιτείαν, μηδὲ λογίζεται τοῦθ’ ὅτι
οὐκ ἔστιν ὅπως, εἰ δι’ὀλιγαρχίας ἅπαντα συστήσεται, τὸν
παρ’ ὑμῖν δῆμονἐάσουσιν. ἴσασι γὰρ οὐδένας ἄλλους πάλιν
εἰςἐλευθερίαν <ἂν> τὰ πράγματ’ ἐξάγοντας· ὅθεν δὴ κακὸν
αὑτοῖς ἄν τι γενέσθαι προσδοκῶσι, τοῦτ’ ἀνελεῖν βουλήσονται.
Ακόμη μου προκαλεί κατάπληξη το ότι, ενώ οι Χίοι και οι Μυτιληναίοι κυβερνώνται από ολιγαρχίες, και τώρα και οι Ρόδιοι, και σχεδόν θα έλεγα ότι όλος ο κόσμος οδηγείται σ' αυτή τη μορφή δουλείας, κανείς σας δε θεωρεί ότι μαζί τους κινδυνεύει σε κάποιο βαθμό και το δικό μας πολίτευμα ούτε σκέφτεται ότι δεν είναι δυνατό, αν όλες οι πόλεις οργανωθούν ολιγαρχικά, να ανεχτούν σ' εμάς τη δημοκρατία. Γιατί γνωρίζουν πως μόνο εσείς μπορείτε να φέρετε πάλι την ελευθερία. Από όποια πλευρά λοιπόν περιμένουν ότι θα μπορούσαν να πάθουν κακό, αυτήν θα θελήσουν να την καταστρέψουν.
[20] τοὺς μὲν οὖν ἄλλους τοὺς ἀδικοῦντάς τινας αὐτῶν τῶν
κακῶς πεπονθότων ἐχθροὺς ἡγεῖσθαι χρή· τοὺς δὲτὰς πολιτείας
καταλύοντας καὶ μεθιστάντας εἰς ὀλιγαρχίαν κοινοὺς ἐχθροὺς
παραινῶ νομίζειν ἁπάντων τῶν ἐλευθερίας ἐπιθυμούντων.
Επομένως εκείνους που αδικοπραγούν πρέπει να τους θεωρείτε εχθρούς μόνο αυτών που αδικήθηκαν, εκείνους όμως που καταλύουν τα δημοκρατικά πολιτεύματα και τα μεταβάλλουν σε ολιγαρχικά σας συμβουλεύω να τους θεωρείτε κοινούς εχθρούς όλων των ανθρώπων που επιθυμούν την ελευθερία.
21-29 Και το δίκαιο επιβάλλει τη συνδρομή προς τους Ροδίους – Το παράδειγμα των Αργείων – Οι παρασπονδίες των αντιπάλων και οι αντιφάσεις των συνθηκών
21] ἔπειτα καὶ δίκαιον, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δημοκρατουμένους
αὐτοὺς τοιαῦτα φρονοῦντας φαίνεσθαι περὶ τῶν ἀτυχούντων
δήμων, οἷ άπερ ἂν τοὺς ἄλλους ἀξιώσαιτε φρονεῖν περὶ ὑμῶν,
εἴ ποθ’, ὃ μὴγένοιτο, τοιοῦτό τι συμβαίη. καὶ γὰρ εἰ δίκαιά τις
φήσει Ῥοδίους πεπονθέναι, οὐκ ἐπιτήδειος ὁ καιρὸς ἐφησθῆναι·
δεῖ γὰρ τοὺς εὐτυχοῦντας περὶ τῶνἀτυχούντων ἀεὶ φαίνεσθαι
τὰ βέλτιστα βουλευομένους,ἐπειδήπερ ἄδηλον
τὸ μέλλον ἅπασιν ἀνθρώποις.
Έπειτα είναι δίκαιο, άνδρες Αθηναίοι, εσείς που ζείτε σε δημοκρατικό καθεστώς να φαίνεστε ότι απέναντι στις δημοκρατίες που ατύχησαν έχετε τέτοια αισθήματα, όπως αυτά που θα αξιώνατε να έχουν οι άλλοι για σας, αν ποτέ ―ο μη γένοιτο― σας συνέβαινε κάτι παρόμοιο. Γιατί, στ' αλήθεια, αν ισχυριστεί κανείς ότι οι Ρόδιοι καλά έπαθαν, δεν είναι τώρα κατάλληλη η ευκαιρία για να επιχαίρει. Γιατί όσοι ευτυχούν πρέπει πάντοτε να δείχνουν πως ενδιαφέρονται για το καλό των δυστυχισμένων, εφόσον το μέλλον είναι για όλους τους ανθρώπους άδηλο.
[22] Ἀκούω δ’ ἐγὼ πολλάκις ἐνταυθὶ παρ’ ὑμῖν τινῶν
λεγόντων ὡς, ὅτ’ ἠτύχησεν ὁ δῆμος ἡμῶν, συνεβουλήθησάν τινες
αὐτὸν σωθῆναι· ὧν ἐγὼ μόνων Ἀργείων ἐν τῷ παρόντι
μνησθήσομαι βραχύ τι. οὐ γὰρἂν ὑμᾶς βουλοίμην, δόξαν ἔχοντας
τοῦ σῴζειν τοὺς ἀτυχοῦντας ἀεί, χείρους Ἀργείων ἐν
ταύτῃ τῇ πράξει φανῆναι, οἳ χώραν ὅμορον τῇ Λακεδαιμονίων
οἰκοῦντες,ὁρῶντες ἐκείνους γῆς καὶ θαλάττης ἄρχοντας,
οὐκἀπώκνησαν οὐδ’ ἐφοβήθησαν εὐνοϊκῶς ὑμῖν ἔχοντες
φανῆναι, ἀλλὰ καὶ πρέσβεις ἐλθόντας ἐκ Λακεδαίμονος,ὥς
φασιν, ἐξαιτήσοντάς τινας τῶν φυγάδων
τῶνὑμετέρων ἐψηφίσαντο, ἐὰν μὴ πρὸ ἡλίου
δύντος ἀπαλλάττωνται, πολεμίους κρίνειν.
Πολλές φορές εξάλλου εγώ ακούω εδώ μπροστά σας να λένε κάποιοι ρήτορες πως, όταν η δημοκρατία μας ατύχησε, συμφώνησαν μερικοί να τη σώσουν. Από αυτούς εγώ θα αναφερθώ τώρα με δυο λόγια μόνο στους Αργείους. Γιατί δε θα ήθελα εσείς, που έχετε τη φήμη ότι πάντα σώζετε τους δυστυχείς, να φανείτε στην υπόθεση τούτη κατώτεροι από τους Αργείους: Εκείνοι κατοικώντας σε χώρα γειτονική με τη Λακεδαίμονα, μολονότι έβλεπαν τους Λακεδαιμονίους να κυριαρχούν σε στεριά και σε θάλασσα, δε δίστασαν, ούτε φοβήθηκαν να δείξουν τα φιλικά αισθήματα που είχαν απέναντί σας, αλλά και τους απεσταλμένους που ήρθαν από τη Λακεδαίμονα, όπως λένε, για να ζητήσουν την παράδοση μερικών δικών σας φυγάδων αποφάσισαν να τους θεωρήσουν εχθρούς των, αν δεν αναχωρούσαν πριν δύσει ο ήλιος.
[23] εἶτ’ οὐκ αἰσχρόν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, εἰ τὸ μὲνἈργείων
πλῆθος οὐκ ἐφοβήθη τὴν Λακεδαιμονίων ἀρχὴν ἐν ἐκείνοις τοῖς
καιροῖς οὐδὲ τὴν ῥώμην, ὑμεῖς δ’ὄντες Ἀθηναῖοι
βάρβαρον ἄνθρωπον, καὶ ταῦτα γυναῖκα, φοβήσεσθε; καὶ μὴν
οἱ μὲν ἔχοιεν ἂν εἰπεῖν ὅτι πολλάκις ἥττηνται [ὑπὸ]
Λακεδαιμονίων, ὑμεῖς δὲνενικήκατε μὲν πολλάκις
βασιλέα, ἥττησθε δ’ οὐδ’ ἅπαξ οὔτε τῶν δούλων τῶν βασιλέως
οὔτ’ αὐτοῦ ’κείνου· εἰγάρ τί που κεκράτηκε τῆς πόλεως
βασιλεύς, ἢ τοὺς πονηροτάτους τῶν Ἑλλήνων καὶ προδότας
αὐτῶν χρήμασι πείσας ἢ οὐδαμῶς ἄλλως κεκράτηκεν.
Λοιπόν δεν είναι ντροπή, άνδρες Αθηναίοι, που ο λαός των Αργείων δε φοβήθηκε στις περιστάσεις εκείνες την εξουσία των Λακεδαιμονίων ούτε τη δύναμή τους κι εσείς, που είστε Αθηναίοι, να φοβηθείτε βάρβαρο άνθρωπο και μάλιστα γυναίκα; Επιπλέον εκείνοι θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι πολλές φορές έχουν νικηθεί από τους Λακεδαιμονίους, ενώ εσείς έχετε νικήσει πολλές φορές το βασιλιά της Περσίας και ούτε μια φορά δεν έχετε νικηθεί ούτε από τους δούλους του βασιλιά, ούτε από αυτόν τον ίδιο. Γιατί αν ίσως σε κάτι νίκησε την πόλη μας ο βασιλιάς, ή νίκησε διαφθείροντας με χρήματα τους πιο τιποτένιους Έλληνες και προδότες της Ελλάδας, ή αλλιώς δε νίκησε ποτέ.
[24] καὶ οὐδὲ τοῦτ’ αὐτῷ συνενήνοχεν, ἀλλ’ ἅμ’ εὑρήσετ’ αὐτὸν
τήν τε πόλιν διὰ Λακεδαιμονίων ἀσθενῆ ποιήσαντα καὶ περὶ τῆς
αὑτοῦ βασιλείας κινδυνεύσαντα πρὸς Κλέαρχον καὶ Κῦρον. οὔτ’
οὖν ἐκ φανεροῦ κεκράτηκεν οὔτ’ ἐπιβουλεῦσαι συνενήνοχεν
αὐτῷ. ὁρῶ δ’ ὑμῶν ἐνίους Φιλίππου μὲν ὡς ἄρ’ οὐδενὸςἀξίου
πολλάκις ὀλιγωροῦντας, βασιλέα δ’ ὡς ἰσχυρὸνἐχθρὸν οἷς ἂν
προέληται φοβουμένους. εἰ δὲ τὸν μὲν ὡς φαῦλον
οὐκ ἀμυνούμεθα, τῷ δ’ ὡς φοβερῷ πάνθ’ὑπείξομεν, πρὸς
τίνας, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, παραταξόμεθα;
Και αυτό όμως δεν τον ωφέλησε. Θα διαπιστώσετε ότι αυτός συγχρόνως και την πόλη μας αδυνάτισε χρησιμοποιώντας τους Λακεδαιμονίους, και το βασίλειό του διακινδύνεψε πολεμώντας με τον Κλέαρχο και τον Κύρο. Ούτε λοιπόν σε φανερό πόλεμο νίκησε, ούτε τα επίβουλα σχέδιά του τον ωφέλησαν. Παρατηρώ ακόμα ότι πολλές φορές μερικοί από σας δε δίνουν σημασία στο Φίλιππο, επειδή, καθώς φαίνεται, δεν αξίζει τον κόπο, ενώ φοβούνται το βασιλιά των Περσών ως ισχυρό εχθρό για όσους βάλει στόχο του. Αν όμως τον ένα δεν τον αποκρούομε, γιατί είναι ασήμαντος, ενώ στον άλλο υποχωρούμε παντού, επειδή είναι επίφοβος, σε ποιους, άνδρες Αθηναίοι, θα αντισταθούμε;
[25] Εἰσὶ δέ τινες, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, παρ’ ὑμῖν δεινότατοι
τὰ δίκαια λέγειν ὑπὲρ τῶν ἄλλων πρὸς ὑμᾶς, οἷς
παραινέσαιμ’ ἂν ἔγωγε τοσοῦτον μόνον, ὑπὲρ ὑμῶν πρὸς
τοὺς ἄλλους ζητεῖν τὰ δίκαια λέγειν, ἵν’ αὐτοὶ τὰπροσήκοντα
πρῶτοι φαίνωνται ποιοῦντες· ὡς ἔστ’ἄτοπον περὶ τῶν
δικαίων ὑμᾶς διδάσκειν αὐτὸν οὐδίκαια ποιοῦντα· οὐ γάρ ἐστι
δίκαιον ὄντα πολίτην τοὺς καθ’ ὑμῶν
λόγους, ἀλλὰ μὴ τοὺς ὑπὲρ ὑμῶν ἐσκέφθαι.
Υπάρχουν ανάμεσά σας, άνδρες Αθηναίοι, μερικοί ρήτορες εξαιρετικά επιτήδειοι να συνηγορούν για το δίκαιο των άλλων ενώπιόν σας. Σ' αυτούς εγώ θα συνιστούσα ένα μόνο πράγμα, να επιδιώκουν να συνηγορούν για το δικό σας δίκαιο ενώπιον των άλλων, ώστε να φαίνονται αυτοί πρώτοι πως κάνουν το σωστό. Γιατί είναι άτοπο να σας διδάσκει το δίκαιο κάποιος που ο ίδιος δεν το ακολουθεί. Δεν είναι σωστό ένας Αθηναίος πολίτης να έχει στο νου του όσα είναι εναντίον σας και όχι όσα είναι προς όφελός σας.
[26] φέρε γὰρ πρὸς θεῶν σκοπεῖτε, τί δήποτ’ ἐν
Βυζαντίῳ οὐδείς ἐσθ’ ὁ διδάξων ἐκείνους μὴ καταλαμβάνειν
Χαλκηδόνα, ἣ βασιλέως μέν ἐστιν, εἴχετε δ’ αὐτὴν ὑμεῖς,ἐκείνοις
δ’ οὐδαμόθεν προσῆκεν· μηδὲ Σηλυμβρίαν, πόλιν ὑμετέραν
ποτὲ σύμμαχον οὖσαν, ὡς αὑτοὺς συντελῆ ποιεῖν
καὶ Βυζαντίων ὁρίζειν τὴν τούτων χώραν παρὰ τοὺς ὅρκους
καὶ τὰς συνθήκας, ἐν αἷς αὐτονόμους τὰς πόλεις εἶναι γέγραπται;
Σκεφτείτε λοιπόν, για το όνομα των θεών, γιατί άραγε δεν υπάρχει κανείς στο Βυζάντιο να τους υποδείξει να μην καταλάβουν τη Χαλκηδόνα, που ανήκει στο βασιλιά και που ήταν άλλοτε δική σας, ενώ εκείνοι δεν είχαν από πουθενά σχέση μ' αυτήν. Ούτε να προσαρτήσουν τη Σηλυμβρία, πόλη που ήταν κάποτε σύμμαχός σας, και να περιλάβουν οι Βυζάντιοι την περιοχή της στα όριά τους αντίθετα με τους όρκους και τις συνθήκες που όρισαν να είναι οι πόλεις αυτόνομες.
[27] οὐδὲ Μαύσωλον ζῶντα, οὐδὲ τελευτήσαντος ἐκείνου
τὴν Ἀρτεμισίαν οὐδείς ἐσθ’ ὁ διδάξων μὴ καταλαμβάνειν Κῶν
καὶ Ῥόδον καὶ ἄλλας ἑτέρας πόλειςἙλληνίδας, ὧν
βασιλεὺς ὁ ’κείνων δεσπότης ἐν ταῖς συνθήκαις ἀπέστη
τοῖς Ἕλλησι, καὶ περὶ ὧν πολλοὺς κινδύνους καὶ καλοὺς ἀγῶνας
οἱ κατ’ ἐκείνους τοὺς χρόνους Ἕλληνες ἐποιήσαντο. εἰ δ’ ἄρα
καὶ λέγει τις ἀμφοτέροις αὐτοῖς, ἀλλ’ οἵ γε πεισόμενοι
τούτοις, ὡς ἔοικεν, οὐκ εἰσίν.
Ούτε βρέθηκε κανείς να υποδείξει στο Μαύσωλο, όσο ζούσε, ούτε, όταν πέθανε εκείνος, στην Αρτεμισία να μην καταλάβουν την Κω και τη Ρόδο και άλλες πόλεις ελληνικές που ο βασιλιάς, ο κύριός τους, σύμφωνα με τη συνθήκη παραχώρησε στους Έλληνες και που γι' αυτές οι Έλληνες του καιρού εκείνου αντιμετώπισαν πολλούς κινδύνους και έκαμαν τιμημένους αγώνες. Αν λοιπόν και στους δύο αυτούς το έλεγε κάποιος, δε θα βρισκόταν κανείς, όπως είναι φανερό, να τον ακούσει.
[28] ἐγὼ δὲ δίκαιον μὲν εἶναι νομίζω κατάγειν τὸνῬοδίων δῆμον·
οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ εἰ μὴ δίκαιον ἦν, ὅταν εἰς ἃ ποιοῦσιν οὗτοι
βλέψω, προσήκειν οἶμαι παραινεῖν κατάγειν. διὰ τί; ὅτι πάντων
μέν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὰδίκαια ποιεῖν ὡρμηκότων,
αἰσχρὸν ἡμᾶς μόνους μὴ’θέλειν, ἁπάντων
δὲ τῶν ἄλλων ὅπως ἀδικεῖν δυνήσονται παρασκευαζομένων
μόνους ἡμᾶς τὰ δίκαια προτείνεσθαι,
μηδενὸς ἀντιλαμβανομένους,
οὐ δικαιοσύνην ἀλλ’ ἀνανδρίαν ἡγοῦμαι· ὁρῶ γὰρ ἅπαντας πρὸς
τὴν παροῦσαν δύναμιν τῶν δικαίων ἀξιουμένους.
Λοιπόν εγώ θεωρώ πως έχουμε το δικαίωμα να αποκαταστήσουμε το δημοκρατικό πολίτευμα στη Ρόδο. Μα κι αν ακόμη δεν το είχαμε, όταν βλέπω τι κάνουν αυτοί οι άνθρωποι, θεωρώ χρέος να προτρέπω την επαναφορά της δημοκρατίας. Για ποιο λόγο; Γιατί, άνδρες Αθηναίοι, εάν όλοι είναι πρόθυμοι να ενεργούν με δικαιοσύνη, είναι ντροπή μόνοι εμείς να μη θέλουμε· εάν όμως όλοι οι άλλοι προετοιμάζονται ώστε να έχουν τη δυνατότητα να αδικούν, και μόνο εμείς προβάλλουμε ως πρόσχημα τη δικαιοσύνη και δεν αναλαμβάνουμε καμιά ευθύνη, αυτό δεν το θεωρώ δικαιοσύνη, αλλ' ανανδρία. Γιατί βλέπω ότι όλοι κερδίζουν τα δίκαιά τους, ανάλογα με τη δύναμη που έχουν.
[29] καὶ παράδειγμα λέγειν ἔχω τούτου πᾶσιν ὑμῖν γνώριμον.
εἰσὶ συνθῆκαι τοῖς Ἕλλησι [διτταὶ] πρὸς
βασιλέα, ἃς ἐποιήσαθ’ ἡ πόλις ἡ ἡμετέρα, ἃς ἅπαντες
ἐγκωμιάζουσι, καὶ μετὰ ταῦθ’ ὕστερον Λακεδαιμόνιοι ταύτας ὧν
δὴ κατηγοροῦσι· κἀν ταύταις
οὐχὶ ταὐτὰδίκαι’ ἀμφοτέραις ὥρισται. τῶν μὲν γὰρ ἰδίων δικαίων
τῶν ἐν ταῖς πολιτείαις οἱ νόμοι κοινὴν τὴν μετουσίανἔδοσαν
καὶ ἴσην καὶ τοῖς ἀσθενέσιν καὶ τοῖς ἰσχυροῖς· τῶν δ’ Ἑλληνικῶν
δικαίων οἱ κρατοῦντες ὁρισταὶ τοῖς ἥττοσι γίγνονται.
Και μπορώ για το γεγονός αυτό να αναφέρω γνωστό σε όλους σας παράδειγμα. Υπάρχουν δύο συνθήκες ανάμεσα στους Έλληνες και στο βασιλιά, εκείνη που έκαμε η δική μας πόλη, την οποία όλοι εγκωμιάζουν, και έπειτα εκείνη που έκαμαν οι Λακεδαιμόνιοι αργότερα, την οποία βέβαια όλοι κατακρίνουν. Σ' αυτές τις δύο δεν έχουν οριστεί τα δικαιώματα με τον ίδιο τρόπο. Γιατί σε μία πολιτεία οι νόμοι καθιερώνουν κοινότητα και ισοτιμία δικαιωμάτων στους ιδιώτες, και στους αδύνατους και στους δυνατούς. Ως προς τα δικαιώματα όμως των ελληνικών πόλεων αποφασίζουν οι ισχυροί για τους ασθενεστέρους.
30-35 Οι ολιγαρχικοί εμποδίζουν την εκτέλεση των συμφερουσών αποφάσεων – Ἐπίλογος(§35): Η υποχρέωση να ενεργήσουν οι Αθηναίοι αντάξια της πόλης και των προγόνων τους
[30] Ἐπειδὴ τοίνυν ὑμῖν ἐγνωκέναι τὰ δίκαια
[ποιεῖν] ὑπάρχει, ὅπως καὶ πρᾶξαι ταῦτ’ ἐφ’ ὑμῖν ἔσται
δεῖ σκοπεῖν. ἔστι δὲ ταῦτ’, ἐὰν ὑποληφθῆτε κοινοὶ προστάται τῆς
πάντων ἐλευθερίας εἶναι. εἰκότως δέ μοι δοκεῖ χαλεπώτατον ὑμῖν
εἶναι πρᾶξαι τὰ δέοντα. τοῖς μὲν γὰρ ἄλλοις ἅπασιν ἀνθρώποις
εἷς ἀγών ἐστιν ὁ πρὸς τοὺς προδήλους ἐχθρούς, ὧν ἂν
κρατήσωσιν, οὐδὲν ἐμποδὼν αὐτοῖς κυρίοις τῶν ἀγαθῶν εἶναι·
Εφόσον λοιπόν σας είναι δυνατό να κρίνετε ποιο είναι το σωστό, πρέπει να εξετάσετε και πώς θα μπορέσετε να το εφαρμόσετε. Και θα το κατορθώσετε, αν θεωρηθείτε ότι είστε οι κοινοί προασπιστές της ελευθερίας όλων των Ελλήνων. Μου φαίνεται όμως, και το θεωρώ φυσικό, ότι είναι δυσκολότατο για σας να κάνετε αυτό που πρέπει. Όλοι οι άλλοι άνθρωποι δηλαδή έχουν να παλέψουν έναν αγώνα με τους φανερούς των εχθρούς· αν αυτούς τους νικήσουν, τίποτε δεν τους εμποδίζει να οικειοποιηθούν τα αγαθά.
[31] ὑμῖν δ’, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δύο, οὗτός θ’ ὁ καὶ τοῖςἄλλοις
καὶ πρόσεσθ’ ἕτερος τούτου πρότερος καὶ μείζων· δεῖ γὰρ ὑμᾶς
βουλευομένους κρατῆσαι τῶν τἀναντία τῇ πόλει παρ’ ὑμῖν
πράττειν προῃρημένων. ὅταν οὖν
μηδὲνᾖ διὰ τούτους ἀκονιτεὶ τῶν δεόντων γενέσθαι, πολλῶν
διαμαρτάνειν ὑμᾶς εἰκότως συμβαίνει.
Εσείς όμως, άνδρες Αθηναίοι, έχετε δυο αγώνες: και αυτόν που διεξάγουν οι άλλοι, και επιπλέον έναν ακόμα, που προηγείται και είναι πιο μεγάλος. Πρέπει δηλαδή, όταν αποφασίζετε, να νικήσετε αυτούς που έργο τους έχουν να πράττουν αντίθετα με το συμφέρον της πόλεως. Όταν λοιπόν εξαιτίας τους δεν μπορεί να γίνει τίποτε σωστό χωρίς αγώνα, είναι επόμενο να δοκιμάζετε πολλές ατυχίες.
[32] τοῦ μέντοι πολλοὺς ἀδεῶς ταύτην τὴν τάξιν αἱρεῖσθαι τῆς
πολιτείας, ἴσως μὲν αἱ παρὰ τῶν μισθοδοτούντων
αὐτοὺς ὠφέλειαι μάλιστ’ αἴτιαι, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ὑμᾶς ἄν
τις ἔχοι
δικαίως αἰτιᾶσθαι. ἐχρῆν γάρ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὴν
αὐτὴν ἔχειν
διάνοιαν ὑμᾶς περὶ τῆς ἐν τῇ πολιτείᾳ τάξεως ἥνπερ περὶ τῆς ἐν
ταῖς στρατείαις ἔχετε. τίς οὖν ἐστιν αὕτη; ὑμεῖς τὸν λιπόντα
τὴν ὑπὸ τοῦ στρατηγοῦ τάξιν ταχθεῖσαν, ἄτιμον οἴεσθε
προσήκειν εἶναι καὶ μηδενὸς τῶν κοινῶν μετέχειν.
Το γεγονός ωστόσο ότι πολλοί διαλέγουν χωρίς δισταγμό αυτή την πολιτική στάση ίσως έχει αιτία προπάντων τα κέρδη που έχουν από αυτούς που τους δίνουν χρήματα. Παρόλα αυτά δικαιολογημένα θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ενόχους κι εσάς. Γιατί έπρεπε, άνδρες Αθηναίοι, να έχετε την ίδια αντίληψη για τη στάση ενός ατόμου μέσα στην πολιτεία μ' αυτήν που έχετε για την υπηρεσία του στο στρατό. Ποια είναι αυτή η αντίληψη; Θεωρείτε ότι αρμόζει εκείνος που εγκαταλείπει τη θέση στη μάχη, όπου τον έταξε ο στρατηγός, να χάνει τα πολιτικά του δικαιώματα και να μη μετέχει στα κοινά.
[33] χρῆν τοίνυν καὶ τοὺς τὴν ὑπὸ τῶν προγόνων τάξιν ἐν
τῇ πολιτείᾳ παραδεδομένην λιπόντας
καὶ πολιτευομένους ὀλιγαρχικῶς ἀτίμους τοῦ συμβουλεύειν ὑμῖν
αὐτοῖς ποιεῖσθαι· νῦν δὲ τῶν μὲν συμμάχων τοὺς τὸν
αὐτὸν ἐχθρὸν καὶ φίλον κρινεῖν ὀμωμοκότας νομίζετ’
εὐνουστάτους, τῶν δὲ πολιτευομένων οὓς ἴστε σαφῶς τοὺς τῆς
πόλεως ἐχθροὺς ᾑρημένους, τούτους πιστοτάτους ἡγεῖσθε.
Έπρεπε λοιπόν και αυτούς που εγκαταλείπουν την τάξη της πολιτείας την οποία μας παρέδωσαν οι πρόγονοι και ακολουθούν ολιγαρχική πολιτική να τους στερείτε το δικαίωμα να σας συμβουλεύουν. Όμως τώρα εσείς, ενώ θεωρείτε ότι οι σύμμαχοι που έχουν ορκιστεί να έχουν τον ίδιο εχθρό και φίλο μ' εσάς είναι οι καλύτεροι φίλοι σας, παράλληλα πιστεύετε ότι οι πολιτευόμενοι, που γνωρίζετε σαφώς ότι προτιμούν τους εχθρούς της πόλεως, αξίζουν τη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη.
[34] Ἀλλὰ γὰρ οὐχ ὅ τι τις κατηγορήσει
τούτων ἢ τοῖς ἄλλοις ὑμῖν ἐπιπλήξει χαλεπὸν
εὑρεῖν, ἀλλ’ ἀφ’ ὁποίων λόγων ἢ πράξεως
ποίας ἐπανορθώσεταί τις ἃ νῦν οὐκ ὀρθῶς ἔχει, τοῦτ’ ἔργον
εὑρεῖν. ἴσως μὲν οὖν οὐδὲ τοῦ παρόντος καιροῦ περὶ πάντων
λέγειν· ἀλλ’ ἐὰν ἃπροῄρησθε δυνηθῆτ’ ἐπικυρῶσαι
συμφερούσῃ τινὶ πράξει, καὶ τἆλλ’ ἂν ἴσως καθ’ ἓν ἀεὶ βέλτιον
σχοίη.
Αλλά βέβαια, δεν είναι δύσκολο να βρει κανείς τι να κατηγορήσει σ' αυτούς ή τι να κατακρίνει σ' εσάς τους άλλους: το δύσκολο έργο είναι να βρει με ποια λόγια ή με ποιες πράξεις θα επανορθώσει όσα τώρα δεν είναι σωστά. Ούτε είναι ίσως η ώρα να μιλήσει κανείς για όλα. Εάν πάντως, όσα έχετε αποφασίσει να κάμετε, μπορέσετε να τα επικυρώσετε με κάποια πράξη σύμφωνη με το συμφέρον σας, ίσως και οι άλλες υποθέσεις σας μία μία θα βελτιώνονται συνεχώς.
[35] ἐγὼ μὲν οὖν οἶμαι δεῖν ὑμᾶς ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν
πραγμάτων τούτων ἐρρωμένως, καὶ πράττειν ἄξια τῆς
πόλεως, ἐνθυμουμένους ὅτι χαίρετ’ ἀκούοντες, ὅταν
τις ἐπαινῇ τοὺς προγόνους ὑμῶν καὶ τὰ πεπραγμέν’ ἐκείνοις
διεξίῃ καὶ τὰ τρόπαια λέγῃ. νομίζετε τοίνυν ταῦτ’ἀναθεῖναι τοὺς
προγόνους ὑμῶν οὐχ ἵνα θαυμάζητ’ αὐτὰ θεωροῦντες, ἀλλ’ ἵνα
καὶ μιμῆσθε τὰς τῶν ἀναθέντων ἀρετάς.
Φρονώ λοιπόν ότι πρέπει να αρπάξετε γερά στα χέρια σας την υπόθεση αυτή των Ροδίων και να ενεργήσετε με τρόπο αντάξιο της πόλης μας, αναλογιζόμενοι με πόση ευχαρίστηση ακούτε όταν κάποιος ρήτορας επαινεί τους προγόνους σας και ανιστορεί τα κατορθώματά τους και απαριθμεί τα τρόπαια. Να θεωρείτε λοιπόν ότι οι πρόγονοί σας έστησαν αυτά τα τρόπαια όχι για να τα βλέπετε και να θαυμάζετε, μα και για να μιμείστε τις αρετές εκείνων που τα έστησαν.