ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ, ΕΝΟΤΗΤΑ 1Η : Μπορεί η αρετή να
γίνει αντικείμενο διδασκαλίας;
ΔΟΜΗ
1.
Το αντικείμενο
διδασκαλίας του Πρωταγόρα (η ευβουλία)
2.
Η αντίθεση του
Σωκράτη ως προς το διδακτό της αρετής :
·
Η άποψη του
αθηναϊκού λαού για το μη διδακτό της (πολιτικής) αρετής
·
Η αδυναμία των
μεγάλων (πολιτικών) ανδρών να διδάξουν την αρετή στα παιδιά τους
3.
Ο Πρωτ. καθορίζει
τον τρόπο της απάντησής του
1.Το αντικείμενο διδασκαλίας του
Πρωταγόρα (η ευβουλία)
ἡ εὐβουλία (<εὖ+βουλεύω)
= η ορθή σκέψη και απόφαση
·
στην ιδιωτική ζωή (στη διαχείριση των υποθέσεων του οίκου του)
·
στο δημόσιο βίο (στη συμμετοχή στα κοινά, στην ορθή ανάπτυξη πολιτικών
απόψεων και επιχειρημάτων, στη λήψη ορθών πολιτικών αποφάσεων)
ð ο Πρωτ. παρέχει την
κατάλληλη αγωγή για να προετοιμάσει τον πολίτη, ώστε να σκέπτεται και να
αποφασίζει σωστά και στα «οἰκεῖα» και στα «της πόλεως».
Τα «οἰκεῖα»: οικονομικές, κοινωνικές
κλπ υποθέσεις του «οἴκου»
Οἶκος : η οικογένεια με την
ευρύτερη έννοια, το μικρότερο συστατικό στοιχείο της κοινωνίας. Ο οἶκος έχει :
·
συγκεκριμένη θέση και κύρος στο κοινωνικό σύνολο
·
συνέχεια μέσα στο χρόνο (παρελθόν, δηλ. προγόνους, παρόν και μέλλον,
δηλ. απογόνους)
Ο
πολίτης (ο κύριος του οίκου) οφείλει :
·
να σεβαστεί το παρελθόν του οἴκου (να διαφυλάξει το
κύρος, την οικονομική και κοινωνική θέση που παρέλαβε από τους προγόνους)
·
να φροντίσει για το μέλλον του οἴκου (να παραδώσει τον οἶκον στους απογόνους χωρίς
να τον υποβαθμίσει οικονομικά και κοινωνικά, αλλ’ αντίθετα να επαυξήσει –εάν
μπορέσει-το κοινωνικό του κύρος και την οικονομική του ισχύ)
ð Πώς θα το επιτύχει αυτό; Με
την εὐβουλία
ὁ λόγος και το ἔργον
Ο
ασχολούμενος με τα κοινά ενεργός πολίτης, οφείλει να συνδυάζει :
·
τον λόγον : την ορθή και λογική ανάπτυξη των απόψεών του ενώπιον του
δήμου
·
το ἔργον :
τη λήψη ορθών αποφάσεων και την υλοποίηση αυτών των αποφάσεων
να
είναι δηλ. «λόγων ῥητήρ και ἔργων
πρηκτήρ»(καλός
ομιλητής και ικανός στην πράξη). Η σύζευξη λόγου και έργου είναι κύριο
χαρακτηριστικό του τέλειου πολίτη.
2.Η αντίθεση του Σωκράτη ως προς το
διδακτό της αρετής :
Α. Οι διευκρινιστικές ερωτήσεις και
παρατηρήσεις του Σ. στον Πρωτ.
ð διδάσκεις την πολιτική τέχνη, που κάνει τους άνδρες ἀγαθούς ;
·
ο Σ. ζητά ακρίβεια και σαφήνεια
·
μας δίνει ένα δείγμα της διαλεκτικής και μαιευτικής μεθόδου του
·
ο Σ. εντοπίζει το αντικείμενο διδασκαλίας του Πρωτ. στο β΄σκέλος της,
την εὐβουλία
ως προς τα πολιτικά ζητήματα και όχι ως προς τα οικεία. Θεωρεί την ιδιωτική ζωή
μέρος του δημοσίου βίου, τα «οικεία» μέρος των «κοινών». Ο οἶκος ευημερεί μέσα σε μια
ευημερούσα πολιτεία. Γι’ αυτό το άτομο πρέπει να δρα πρώτα ως μέλος του
κοινωνικού συνόλου και κατόπιν ως ιδιώτης. Ο Σ. ταυτίζει την ἀρετή με την πολιτική ἀρετή και χρησιμοποιεί τους
δυο όρους με την ίδια σημασία.
ð Παρακολουθώ σωστά τα λεγόμενά σου;
·
Λεπτή ειρωνεία, προσποιείται ότι δεν κατάλαβε καλά, ώστε να προκαλέσει
σαφέστερες εξηγήσεις
·
Αν βέβαια την κατέχεις πραγματικά :
·
αμφισβητεί τη δυνατότητα του Πρωτ. να διδάξει την αρετή, υπονοώντας ότι
οι μέθοδοι των σοφιστών δεν επαρκούν.
·
Διατυπώνει με λεπτή ειρωνεία την αμφισβήτησή του αυτή, αλλά και με
μετριοφροσύνη και ευγένεια, σεβόμενος το συνομιλητή του (δεν θεωρούσα…,
νομίζω…, δεν μπορώ να το αμφισβητήσω…, αφου το λές εσύ…κά)
Β. Η άποψη του Σωκράτη : η (πολιτική) αρετή
δεν διδάσκεται
Πρώτο επιχείρημα
: Η άποψη του αθηναϊκού λαού για το μη διδακτό της (πολιτικής) αρετής
·
Οι Αθηναίοι είναι
σοφοί (κατά γενική ομολογία)
·
Οι Αθηναίοι για
τα τεχνικά /ειδικά ζητήματα δέχονται την άποψη μόνο των ειδικών : γιατί μόνο
αυτοί έχουν διδαχθεί τις απαραίτητες γνώσεις και μπορούν να δώσουν ορθές
συμβουλές
·
Οι Αθηναίοι για
τα πολιτικά ζητήματα δέχονται την άποψη κάθε πολίτη (ανεξαρτήτως επαγγέλματος,
τάξης, καταγωγής κλπ) : γιατί θεωρούν ότι όλοι οι πολίτες έχουν πολιτική αρετή
(εκ του ορισμού της έννοιας του πολίτη) και ότι δεν την έχουν διδαχθεί από
κανέναν.
·
Άρα : η
(πολιτική) αρετή δεν είναι διδακτή (σύμφωνα με την άποψη των σοφών Αθηναίων)
Κριτική του επιχειρήματος :
·
Ικανοποιητικό
επιχείρημα, με τις εξής επιφυλάξεις :
·
Αποκαλεί τους
Αθηναίους σοφούς, αν και είναι γνωστή η υποτιμητική γνώμη του για τον Αθηναϊκό
δήμο (θεωρούσε ότι παρασύρεται εύκολα, είναι αμαθής και επιπόλαιος κλπ)
·
Η άποψη ότι όλοι
οι πολίτες έχουν πολιτική αρετή αποτελεί απλούστευση και ανυπόστατη γενίκευση
(δεν υπήρχαν άραγε διεφθαρμένοι Αθηναίοι;)
·
Η άποψη ότι δεν
έχουν διδαχθεί την (πολιτική) αρετή είναι αυθαίρετη : οι Αθηναίοι από παιδιά
βίωναν τα πολιτικά δρώμενα, ως πολίτες συμμετείχαν στα κοινά και στις πολιτικές
συζητήσεις (Εκκλησία του δήμου), αναλάμβαναν αξιώματα κλπ. Η πολιτική τους
διαπαιδαγώγηση ήταν διαρκής και δια βίου.
Δεύτερο επιχείρημα : Η αδυναμία των μεγάλων (πολιτικών) ανδρών να
διδάξουν την αρετή στα παιδιά τους
·
Ο Περικλής (που
κατείχε όσο κανείς την πολιτική αρετή) δεν μπόρεσε να την μεταδώσει στους γιούς
του και στους προστατευόμενούς του, ούτε ανέθεσε τη διδασκαλία της αρετής σε
κάποιον δάσκαλο
·
Πολλοί άλλοι
αγαθοί άνδρες δεν μπόρεσαν να διδάξουν την αρετή σε άλλους
·
Άρα, η (πολιτική)
αρετή δεν είναι διδακτή.
Κριτική του επιχειρήματος :
·
Ικανοποιητικό
επιχείρημα, με τις εξής επιφυλάξεις :
·
Συγχέει ο Σ. την
πολιτική αρετή ενός πολίτη με την πολιτική ικανότητα ενός μεγάλου πολιτικού,
όπως ο Περικλής.
·
Η αδυναμία του
Περικλή και όποιου άλλου σπουδαίου πολιτικού προσώπου να μεταδώσουν την
πολιτική αρετή στα παιδιά τους δεν οφείλεται κατ’ ανάγκην στο μη διδακτό της αρετής, αλλά ίσως
και στην έλλειψη μεταδοτικότητας, στην αδυναμία τους να την διδάξουν με ορθό
και αποτελεσματικό τρόπο. Άλλο πράγμα είναι η κατοχή της γνώσης και άλλο η
μετάδοση αυτής της γνώσης.
·
Τα επιχειρήματα
του Σ. είναι εμπειρικά και περιγραφικά και όχι προϊόν διεισδυτικής σκέψης.
Είναι προφανής η επιφανειακή εξέταση του ζητήματος από το Σ.
·
Ο ισχυρισμός ότι
όλοι κατέχουν την πολιτική αρετή (πρώτο επιχείρημα) έρχεται σε αντίφαση με τον
ισχυρισμό ότι οι γιοί του Περικλή δεν την κατέχουν (αφού όλοι την κατέχουν, πώς
εκείνοι δεν την κατέχουν;)
Μια ερμηνεία για τις αδυναμίες των επιχειρημάτων
·
Ο Σ. πιστεύει
στην πραγματικότητα πως η αρετή είναι διδακτή (θα φανεί στη συνέχεια του
διαλόγου). Τώρα όμως, υποστηρίζει το αντίθετο, για να προκαλέσει τον Πρωταγόρα
να αναπτύξει τα επιχειρήματά του, με την ελπίδα ότι ο σοφιστής θα αποτύχει και
θα εκτεθεί. Έτσι, ο Σ. θα έχει την ευκαιρία να παρέμβει και με πειστικότητα να
μιλήσει για το διδακτό της αρετής. Η παρατήρηση αυτή εξηγεί εν μέρει τις
αδυναμίες των σωκρατικών επιχειρημάτων.
3.Ο Πρωτ. καθορίζει τον τρόπο της απάντησής του
·
Ο Σωκράτης ζητά μια σαφέστερη και διεξοδικότερη ανάπτυξη των απόψεών του
(σωκρατική εμμονή στην ανάλυση, αποσαφήνιση, αιτιολόγηση κάθε άποψης).
·
Ο Πρωτ. με αυτοπεποίθηση και άνεση αφήνει το Σ. και τους άλλους ακροατές
να επιλέξουν τη μέθοδο : μύθος ή διάλεξη; Το ακροατήριο αφήνει την επιλογή στον
Πρωτ. και αυτός επιλέγει τον μύθο.
·
Γιατί ο Πρωτ. επιλέγει τον μύθο : είναι πιο ευχάριστος και γοητευτικός,
αλλά δεν επαρκεί ως αποδεικτικό στοιχείο, δεν οδηγεί σε ασφαλή συμπεράσματα
(βλ. εισαγωγή σελ. 56)
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ, ΕΝΟΤΗΤΑ 2η : Η αρχή της δημιουργίας του ανθρώπου
ΔΟΜΗ :
1.
Η δημιουργία των ζώων
2.
Η εντολή των θεών στον Προμηθέα και τον Επιμηθέα
3.
Η διανομή ικανοτήτων από τον Επιμηθέα με σκοπό :
·
Την προφύλαξη από τους εχθρούς
·
Την προφύλαξη από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες
·
Την εξασφάλιση τροφής
·
Την αναπαραγωγή των ειδών
και βασικά κριτήρια :
·
Την επιβίωση και διαιώνιση των ειδών
·
Την ισορροπία στη φύση
·
Το νόμο της αναπλήρωσης
1. Η δημιουργία των ζώων
῏Ην γάρ ποτε χρόνος :
·
Η αρχή της δημιουργίας του ζωικού βασιλείου, μετά τη
Θεογονία
·
αόριστος χρονικός προσδιορισμός (ανάγεται στα βάθη του
χρόνου)
·
τυπική φράση στην αρχή της αφήγησης των μύθων (σαν το «μια
φορά κι έναν καιρό» των νεοελληνικών παραμυθιών)
·
λαϊκότροπο ύφος της αφήγησης (άλλα στοιχεία : απλή
σύνταξη, μικρές περίοδοι, παρατακτική σύνδεση, επαναλήψεις), αλλά και λόγιο,
πιο περίτεχνο (ποιητικές και ρυθμικές φράσεις, λεκτικά σχήματα)
Οι θεοί και ο
«αγνωστικισμός» του Πρωταγόρα : η αντίφαση και μια ερμηνεία της
Από την αρχή ήδη του μύθου είναι εμφανής ο
πρωταγωνιστικός ρόλος των θεών. Δημιουργοί των έμβιων όντων είναι οι -
προϋπάρχοντες -θεοί (τυποῦσιν αὐτὰ θεοὶ). Η ύπαρξη
θεών και μάλιστα ως δημιουργών των ζώων και του ανθρώπου θεωρείται ότι έρχεται
σε αντίφαση με την άποψη του Πρωταγόρα για τους θεούς : «για τους θεούς δεν
μπορώ να ξέρω με βεβαιότητα ούτε αν υπάρχουν ούτε ποια μορφή έχουν. Είναι πολλά
που εμποδίζουν τη γνώση μας γι’ αυτούς,
όπως το ότι δεν εμφανίζονται αλλά και η συντομία του ανθρώπινου βίου». Ο Πρωτ.
αμφιβάλλει για την ύπαρξη των θεών, αφού οι γνώσεις μας δεν είναι σαφείς γι’
αυτούς (αγνωστικισμός). Πώς δέχεται, λοιπόν, στο μύθο την ύπαρξη και την
καθοριστική τους δράση; Η αντίφαση αυτή ερμηνεύεται –εν μέρει-, αν λάβουμε
υπόψη μας την αλληγορική σημασία του μύθου και τη συμβολική παρουσία των θεών
σε αυτόν : οι θεοί είναι οι δυνάμεις της φυσικής νομοτέλειας, της αναγκαιότητας
που διέπει τον κόσμο. Ο Δίας, ως ανώτατος θεός, συμβολίζει την ίδια τη φυσική
νομοτέλεια, τις αναπόφευκτες δυνάμεις του κόσμου. Με την έννοια αυτή, δεν είναι
ο Δίας που παρεμβαίνοντας δρα αλλά η ίδια η φύση. Το ίδιο ισχύει και για τους
άλλους θεούς. Ο Προμηθέας και ο Επιμηθέας και αργότερα ο Ερμής είναι τα
«εκτελεστικά όργανα» της νομοτέλειας αυτής.
τυποῦσιν αὐτὰ θεοὶ γῆς ἔνδον : η «Γῆ μήτηρ» και η
«αυτοχθονία»
· αρχέγονη
αντίληψη περί «Μητέρας Γης», μητέρας
των πάντων («Παμμήτωρ», Δημήτηρ<Γη+μήτηρ), της πρώτης θηλυκής θεότητας που
λατρεύθηκε (Θεά της γονιμότητας)
· απηχείται και
η αντίληψη περί «αὐτοχθονίας» : πολλοί αρχαίοι λαοί (π.χ. οι
Αθηναίοι) περηφανεύονταν ότι γεννήθηκαν στη γη που κατοικούσαν και δεν προήλθαν
από αλλού.
ἐκ γῆς καὶ πυρὸς μείξαντες καὶ τῶν ὅσα πυρὶ καὶ γῇ κεράννυται : κοσμολογικές αντιλήψεις περί στοιχείων της
φύσης
·
πρώτη ύλη για τη δημιουργία των ζώων ήταν το χώμα και η
φωτιά (=κοσμολογία Παρμενίδη, στην Παλαιά Διαθήκη η δημιουργία του Αδάμ γίνεται
από χώμα στο οποίο ο Θεός ενεφύσησε ζωή)
·
η ανάμιξη και άλλων στοιχείων, δηλ. νερού και αέρα, απηχεί
αντιλήψεις του Εμπεδοκλή (τα όντα αποτελούνται από σύνθεση των τεσσάρων
στοιχείων : νερού, αέρα, γης και φωτιάς)
2. Η εντολή των θεών στον Προμηθέα και τον Επιμηθέα :
Προμηθέας
και Επιμηθέας : δύο αδέλφια τόσο διαφορετικά μεταξύ τους…
· Τιτάνες, γιοι
Ιαπετού και Κλυμένης.
· Προμηθεύς (<πρό+μῆτις=σοφία,
ευφυία) =ο προνοητικός, ο προβλεπτικός (επιθ. προμηθής, ουσ. ἡ
προμήθεια=πρόνοια, πρόβλεψη)
· Ἐπιμηθεύς (<ἐπί+μῆτις) = ο αστόχαστος,
ο κατόπιν σκεπτόμενος, που δεν προνοεί
· Ο Επιμηθεύς
αναλαμβάνει τη διανομή των ικανοτήτων στα ζώα και, ως απερίσκεπτος που είναι,
ξεχνά τον άνθρωπο χωρίς βιολογικές-σωματικές ικανότητες. Η επιθυμία του
Επιμηθέα να κάνει αυτός τη διανομή είναι καίρια για την εξέλιξη του μύθου : θα
αφήσει τον άνθρωπο «ανεφοδίαστο» και θα προκαλέσει την παρέμβαση του Προμηθέα
που θα δωρίσει στον άνθρωπο την ἔντεχνον
σοφίαν ως αντιστάθμισμα.
3. Η διανομή των ικανοτήτων από τον Επιμηθέα : δεν
ήταν και τόσο ανόητος τελικά…
Οι στόχοι της διανομής :
Α.Προστασία από τους εχθρούς (από τα άλλα ζώα, «ἀλληλοφθοριῶν διαφυγὰς»), ώστε να εξασφαλισθεί η επιβίωση των ειδών («εἰς σωτηρίαν», «ἔσῳζεν», «μή τι γένος ἀϊστωθείη») :
· Σωματική δύναμη χωρίς
ταχύτητα (ἰσχὺν ἄνευ τάχους)
· Ταχύτητα στα αδύναμα (τοὺς δ' ἀσθενεστέρους τάχει ἐκόσμει)
· Όπλα, δηλ. δόντια, νύχια,
κέρατα, οπλές (ὥπλιζε)
· Στα άοπλα (τοῖς δ' ἄοπλον διδοὺς φύσιν ) άλλες ικανότητες (ἄλλην τιν' αὐτοῖς ἐμηχανᾶτο δύναμιν) : στα μικρόσωμα
πτητική ικανότητα (πτηνὸν φυγὴν), ή υπόγεια κατοικία (κατάγειον οἴκησιν), στα μεγαλόσωμα
μέγεθος (μεγέθει)
Β.Προφύλαξη από δυσμενείς
καιρικές συνθήκες («πρὸς τὰς ἐκ Διὸς ὥρας εὐμάρειαν»), δηλ. το ψύχος και τη ζέστη (ἱκανοῖς μὲν ἀμῦναι χειμῶνα, δυνατοῖς δὲ καὶ καύματα»), αλλά και ως «φυσικό στρώμα» για την
ανάπαυσή τους («στρωμνὴ οἰκεία τε καὶ αὐτοφυὴς»)
· Πυκνό τρίχωμα («πυκναῖς τε θριξὶν»)
· Ανθεκτικό δέρμα («στερεοῖς δέρμασιν») ὀλιγογονίαν
· Δέρμα ανθεκτικό και χωρίς
αίμα (εννοεί τα λέπια, τις φολίδες των ερπετών, τα όστρακα) («[θριξὶν καὶ] δέρμασιν στερεοῖς καὶ ἀναίμοις»)
· Οπλές («ὑποδῶν τὰ μὲν ὁπλαῖς»): απορίας άξιο που
αναφέρονται εδώ, αφού χρησιμεύουν για την προστασία από τους εχθρούς και όχι
τις καιρικές συνθήκες
Οι ἐκ Διὸς ὥραι= οι διάφορες εποχές, η
εναλλαγή των οποίων προέρχεται από το Δία (=φυσική νομοτέλεια)
Γ.Εξασφάλιση τροφής
· Δεν τρέφονται όλα τα είδη
με την ίδια τροφή, ώστε να μην παρατηρηθεί έλλειψη («τροφὰς ἄλλοις ἄλλας ἐξεπόριζεν») : άλλα είναι φυτοφάγα («ἄλλοις δὲ δένδρων καρπούς, τοῖς δὲ ῥίζας») και άλλα σαρκοφάγα («ἔστι δ' οἷς ἔδωκεν εἶναι τροφὴν ζῴων ἄλλων βοράν»)
Δ.Αναπαραγωγή των ειδών
· Μικρή γονιμότητα («ὀλιγογονίαν») σε όσα τρέφονται με
άλλα ζώα (δηλ. στα μεγαλύτερα σαρκοφάγα ζώα)
· Μεγάλη γονιμότητα («πολυγονίαν») σε όσα αποτελούν την
τροφή άλλων ζώων, δηλ. στα μικρά, όπως τα έντομα («τοῖς δ' ἀναλισκομένοις ὑπὸ τούτων»)
Τα κύρια κριτήρια της διανομής
Α.Η επιβίωση και διαιώνιση των ειδών (η «σωτηρία» των ειδών)
·
χαρακτηριστικές φράσεις : «εἰς σωτηρίαν», «ἔσῳζεν», «εὐλάβειαν ἔχων μή τι γένος ἀϊστωθείη», «ἀλληλοφθοριῶν διαφυγὰς», «ἀμῦναι», «σωτηρίαν τῷ γένει πορίζων».
Β.Η ισορροπία στη φύση («ἐπανισῶν»), απαραίτητη για την
επιβίωση και διαιώνιση των ειδών, εξασφαλίζεται με :
· Την αναπλήρωση ενός
μειονεκτήματος από ένα πλεονέκτημα (τα μεγάλα ζώα δεν έχουν ταχύτητα, τα μικρά
πετούν και κρύβονται στις υπόγειες φωλιές τους) (=νόμος της αναπλήρωσης)
· Την κατανάλωση διαφορετικών
τροφών (τροφική ισορροπία)
· Την πολυγονία για τα
«αναλισκόμενα υπό των άλλων» και την ολιγογονία (αναπαραγωγική ισορροπία)
Γ.Ο «νόμος της αναπλήρωσης»
:
βιολογική αρχή, κατά την οποία μια αδυναμία (βιολογικό μειονέκτημα)
αναπληρώνεται από μια ικανότητα (βιολογικό πλεονέκτημα). Π.χ. ο λαγός
αντισταθμίζει την έλλειψη δύναμης με την ταχύτητά του, ο ελέφαντας την έλλειψη
ταχύτητας με το μεγάλο μέγεθος και τη δύναμή του, το μικρό και αδύναμο
σπουργίτι μπορεί να γλυτώσει πετώντας κλπ.
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ, ΕΝΟΤΗΤΑ 3η : Η
κλοπή της φωτιάς
ΔΟΜΗ
1.
Ο Επιμηθέας συνειδητοποιεί την απρονοησία του. Ο Προμηθέας διαπιστώνει
ότι ο άνθρωπος έμεινε χωρίς εφόδια.
2.
Ο Προμηθέας κλέβει τις τεχνικές γνώσεις και τη φωτιά (την «ἔντεχνον σοφίαν σύν πυρί») από τον Ήφαιστο και την
Αθηνά για χάρη των ανθρώπων
3.
Η αδυναμία του Προμηθέα να κλέψει την πολιτική τέχνη
4.
Τα αποτελέσματα της πράξης του Προμηθέα :
·
Ο άνθρωπος εξασφαλίζει τα μέσα για την αντιμετώπιση των βιοτικών του
αναγκών («εὐπορία τοῦ βίου»)
·
Ο Προμηθέας δικάζεται για κλοπή
1.Ο Επιμηθέας
συνειδητοποιεί την απρονοησία του. Ο Προμηθέας διαπιστώνει ότι ο άνθρωπος
έμεινε χωρίς εφόδια
Ο «ανυπεράσπιστος» άνθρωπος
·
Ο Επιμηθέας, καθόλου προνοητικός (ἅτε δὴ οὖν οὐ πάνυ τι σοφὸς ὢν) και χωρίς να το αντιληφθεί
(ἔλαθεν αὑτὸν), διέθεσε όλα τα βιολογικά (σωματικά)
εφόδια στα «άλογα» όντα (υπονοείται ότι ο άνθρωπος διαθέτει «λόγον»). Άφησε το
ανθρώπινο γένος ἀκόσμητον, δηλαδή γυμνόν (χωρίς
φυσική προστασία από τις καιρικές συνθήκες, π.χ. τρίχωμα ή σκληρό δέρμα), ἀνυπόδητον
(χωρίς οπλές στα πόδια ή άλλο προστατευτικό μέσο), ἄστρωτον
(χωρίς φυσικό στρώμα) καὶ ἄοπλον (χωρίς φυσικό οπλισμό, π.χ.γερά δόντια, κέρατα,
νύχια κλπ, ώστε να προστατεύεται από τους εχθρούς).
·
Έπρεπε να βρεθεί λύση επειγόντως, γιατί πλησίαζε η μέρα να
βγει ο άνθρωπος στο φως (ἡ εἱμαρμένη ἡμέρα παρῆν, ἐν ᾗ ἔδει καὶ ἄνθρωπον ἐξιέναι ἐκ γῆς εἰς φῶς).
·
Ο Προμηθέας συλλαμβάνει το παράτολμο σχέδιο της κλοπής της
φωτιάς και της εντέχνου σοφίας από τους θεούς : ο άνθρωπος έπρεπε να έχει μέσα
επιβίωσης, όπως όλα τα άλλα ζώα.
Ήταν όντως «ακόσμητος» ο
άνθρωπος; Τα «ἄ-λογα» και ο ανθρώπινος «λόγος»
·
«ἀκόσμητος» από την άποψη των βιολογικών σωματικών εφοδίων,
υστερεί σε σχέση με τα άλλα επαρκώς εφοδιασμένα ζώα. Όμως,
·
Δεν ανήκει στα ἄλογα, γιατί
διαθέτει λόγον, δηλαδή λογική σκέψη και ἔναρθρη λαλιά
(με την οποία δομεί τη λογική του σκέψη και την εκφράζει). Ο λόγος είναι η
ειδοποιός διαφορά του από τα άλλα ζώα.
·
Ο Αριστοτέλης διαφωνεί με την άποψη ότι η δημιουργία του
ανθρώπου ήταν ατελής. Την θεωρεί τέλεια, επειδή ακριβώς διαθέτει τον λόγον, που
του επέτρεψε να αντισταθμίσει τις βιολογικές του ελλείψεις, δημιουργώντας ο
ίδιος τα μέσα για την αντιμετώπιση των κινδύνων και των αναγκών του (όπλα,
κατοικίες κλπ). Κι ακόμα, ο λόγος τον οδήγησε στη δημιουργία του πολιτισμού
του, υλικού, πνευματικού, ηθικού.
Το «ανθρώπων γένος»
·
Ο Πρωτ. θεωρεί τους ανθρώπους ως ενιαίο σύνολο με τις
ίδιες φυσικές και πνευματικές ικανότητες. Οι σοφιστές απέρριπταν τη διάκριση
των ανθρώπων σε ελεύθερους και δούλους, Έλληνες και βαρβάρους κλπ και
διατύπωσαν την πρωτοποριακή για την εποχή τους άποψη περί φυσικής ισότητας όλων
των ανθρώπων.
Η «ειμαρμένη ημέρα» (και στην
ενότητα 2 : «ειμαρμένος χρόνος»)
·
Η μοίρα (ειμαρμένη) : ανώτατη δύναμη που καθορίζει τα
πάντα, η φυσική αναγκαιότητα, οι αναπόφευκτες δυνάμεις που διέπουν τον κόσμο.
Ακόμαι και οι θεοί υποτάσσονται σε αυτήν.
·
Η «ειμαρμένη ημέρα» και ο «ειμαρμένος χρόνος» είναι τα
καθορισμένα από τη μοίρα χρονικά όρια, στοιχείο του μύθου, που συμβολίζει τη
μετάβαση από ένα στάδιο της δημιουργίας/εξέλιξης στο επόμενο. Στην ενότητα 2 ο
«ειμαρμένος χρόνος» σηματοδοτεί την αρχή
της δημιουργίας των ζώων (ἐπειδὴ δὲ καὶ τούτοις χρόνος ἦλθεν εἱμαρμένος γενέσεως), στην
ενότητα 3 η «ειμαρμένη ημέρα» σηματοδοτεί τη μετάβαση από το στάδιο του
Επιμηθέα (βιολογική δημιουργία των ζώων) στο στάδιο του Προμηθέα (ο άνθρωπος
αποκτά τεχνικές γνώσεις και δημιουργεί τον πολιτισμό του, υλικό, πνευματικό και
ηθικό). Το τρίτο στάδιο είναι η δημιουργία οργανωμένων πόλεων (ο Δίας δίνει την
πολιτική αρετή -τη δίκη και την αιδώ- στους ανθρώπους κι εκείνοι οργανώνουν
πόλεις/κοινωνίες, βλ. ενότητα 4)
2.Ο Προμηθέας κλέβει τις
τεχνικές γνώσεις και τη φωτιά (την «ἔντεχνον σοφίαν σύν πυρί») από τον Ήφαιστο και την
Αθηνά για χάρη των ανθρώπων
Τα κίνητρα του Προμηθέα
·
«Φιλανθρωπία» : λυπάται τους ανυπεράσπιστους ανθρώπους και
επιδιώκει την επιβίωσή τους. Το ίδιο και ο Δίας, όταν δωρίζει την πολιτική
τέχνη. Η θεϊκή «φιλανθρωπία» και στον Όμηρο (η Αθηνά προστάτης του Οδυσσέα),
εδώ όμως για το σύνολο του ανθρωπίνου γένους.
·
Η δημιουργία των ζώων έπρεπε να είναι δίκαιη και
ισορροπημένη, αλλιώς θα ήταν αποτυχημένη : ο άνθρωπος έπρεπε να έχει τα μέσα
για την επιβίωσή του, όπως και τα άλλα ζώα. Η έντεχνος σοφία θα βοηθούσε τον
άνθρωπο να το επιτύχει επινοώντας τα δικά του «όπλα». Έτσι, η δημιουργία θα
ήταν «τέλεια», όπως αρμόζει σε ένα έργο θεϊκό.
Η έντεχνος σοφία σύν πυρί
·
Έντεχνος
σοφία :
Το σύνολο των γνώσεων (σοφία) που σχετίζονται με την άσκηση πρακτικών τεχνών,
το σύνολο των τεχνικών γνώσεων, η τεχνογνωσία, η τεχνολογία. Ως πρακτικές
τέχνες νοούνται αυτές που καλύπτουν τις βιοτικές ανάγκες του ανθρώπου, όπως η
μεταλλουργία, η αγγειοπλαστική, η ξυλουργική, η οικοδομική, η αρχιτεκτονική και
οι άλλες καλές τέχνες (γλυπτική, ζωγραφική), αφού και αυτές απαιτούν τεχνικές
γνώσεις. Η έντεχνος σοφία δεν σχετίζεται με τις καθαρά θεωρητικές γνώσεις
(φιλοσοφία, λογοτεχνία κλπ) ούτε με τη θεωρητική σύλληψη ενός έργου τέχνης.
·
Το πυρ :Απαραίτητο
μέσο για την εφαρμογή της «εντέχνου σοφίας», των τεχνικών γνώσεων είναι η φωτιά
(σύν πυρί), χωρίς την οποία δεν μπορούσε-κατά την αρχαιότητα- να γίνει η
επεξεργασία των πρώτων υλών και η κατασκευή των τεχνικών έργων (ἀμήχανον γὰρ ἦν ἄνευ πυρὸς αὐτὴν κτητήν τῳ ἢ χρησίμην γενέσθαι). Ἡ «ἔμπυρος τέχνη» (που
ανήκει στον Ήφαιστο) είναι ακριβώς η πρακτική εφαρμογή της εντέχνου σοφίας, με
τη χρήση της φωτιάς. Σήμερα βέβαια, εκτός από την φωτιά χρησιμοποιούνται και
άλλες πηγές ενέργειας.
Οι τεχνικές
γνώσεις : ολοκληρωμένο σύνολο «a priori» ή θησαύρισμα σταδιακής πείρας μέσα
στους αιώνες;
·
Ο Προμηθέας δωρίζει την έντεχνον σοφίαν
ως ένα ήδη διαμορφωμένο –έτοιμο- σύνολο τεχνικών γνώσεων. Ο άνθρωπος δηλαδή
αποκτά την τεχνογνωσία από τον Προμηθέα «όλη μαζί», και μπορεί να την εφαρμόσει
για να ικανοποιήσει τις βιοτικές του ανάγκες («ολοκληρωμένο σύνολο a priori»).
Αυτό δεν ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα : οι τεχνικές γνώσεις
είναι αποτέλεσμα μιας μακράς εξέλιξης, από την κατασκευή απλών λίθινων
εργαλείων (παλαιολιθική εποχή) έως την επεξεργασία των μετάλλων (εποχή του
χαλκού, εποχή του σιδήρου) και την κατασκευή προηγμένων τεχνικών έργων. Οι
τεχνικές γνώσεις είναι δηλαδή ένα «θησαύρισμα σταδιακής πείρας μέσα στους
αιώνες», που απέκτησε ο άνθρωπος εξελικτικά.
·
Στο μύθο του Πρωταγόρα, όπου όλα
παρουσιάζονται συμβολικά, η κλοπή της εντέχνου σοφίας συν πυρί και η παράδοσή
της στον άνθρωπο συμβολίζει τη μετάβαση από το στάδιο του βιολογικού
σχηματισμού του ανθρώπου (Επιμηθεϊκό στάδιο) σ’ ένα επόμενο στάδιο, εκείνο της γένεσης
του υλικού –κατ’αρχήν-πολιτισμού (Προμηθεϊκό στάδιο). Σε αυτό ο έλλογος
άνθρωπος αποκτά τεχνικές δεξιότητες και γνώσεις, και δημιουργεί τις
προϋποθέσεις της επιβίωσής του και της προσαρμογής του στο φυσικό περιβάλλον. Ο
ίδιος ο Προμηθέας άλλωστε (όπως όλοι οι θεοί στο μύθο) λειτουργεί ως όργανο της
φυσικής νομοτέλειας και της ιστορικής εξέλιξης του ανθρώπου.
Η σημασία της θεϊκής προέλευσης
των δώρων
·
Οι τεχνικές γνώσεις και το πυρ ανήκουν στους θεούς
(Ήφαιστο και Αθηνά, όπως και η πολιτική τέχνη που ανήκει στο Δία). Αυτό
υποδηλώνει τη μεγάλη αξία τους, καθώς οδηγούν τον άνθρωπο σε ένα ανώτερο
στάδιο, εκείνο της γενέσεως του πολιτισμού. Επίσης, τη δύσκολη και μακρά πορεία
που ο άνθρωπος διήνυσε για να κατακτήσει τις γνώσεις αυτές.
·
Η θεϊκή προέλευση της φωτιάς, ειδικότερα, υποδηλώνει :
ü την
ευεργετική για τον άνθρωπο χρήση της : με αυτήν ο άνθρωπος όχι μόνο
θερμαίνεται, αλλά και επεξεργάζεται τις πρώτες ύλες (μέταλλα κλπ)και εφαρμόζει
τις τεχνικές του γνώσεις,
κατασκευάζοντας τα μέσα για την αντιμετώπιση των αναγκών και των κινδύνων.
ü την
καταλυτική της δύναμη, που μπορεί να νοηθεί θετικά αλλά και αρνητικά : η φωτιά
καταστρέφει (πυρκαγιές, ηφαίστεια, κεραυνοί κλπ)
Ήφαιστος, Αθηνά:
·
Αθηνά : εκπροσωπεί τις τεχνικές γνώσεις (την ἔντεχνον
σοφίαν, ως Εργάνη Αθηνά)
·
Ήφαιστος : θεός σχετικός με την εφαρμογή των τεχνικών
γνώσεων, θεός της φωτιάς και της μεταλλουργίας, του ανήκει η ἔμπυρος τέχνη.
·
Οι δύο θεοί συνδέονται στενά : κοινό το εργαστήριό τους, η
Αθηνἀ παιδαγωγός του Εριχθονίου, γιού του Ηφαίστου, κοινή
λατρεία τους στην Αθήνα (εορτές των Απατουρίων και των Χαλκείων, κοινός ναός)
3.Η αδυναμία του Προμηθέα
να κλέψει την πολιτική τέχνη
·
Πολιτική τέχνη : η ικανότητα δημιουργίας οργανωμένων πόλεων/κοινωνιών
·
Ανήκει στο Δία και φρουρείται στενά : συμβολίζεται έτσι η μεγάλη της
σημασία, το ανώτερο στάδιο πολιτισμού στο οποίο ανήκει η δημιουργία πόλεων και
η δυσκολία κατάκτησης της πολιτικής τέχνης. Στο μύθο του Πρωτ. ο ίδιος ο Δίας
θα αποφασίσει τελικά να την δωρίσει στον άνθρωπο (ενότητα 4).
4.Τα αποτελέσματα της
πράξης του Προμηθέα :
·
Με τις τεχνικές του γνώσεις ο άνθρωπος δημιούργησε τα μέσα που η φύση (η
απρονοησία του Επιμηθέα) του είχε στερήσει, ώστε να αντιμετωπίσει τις βιοτικές
του ανάγκες. Αντιστάθμισε δηλαδή τις βιολογικές του ελλείψεις, κατασκευάζοντας
όπλα, ενδύματα, υποδήματα, κατοικίες, παράγοντας την τροφή του κλπ. («τὴν μὲν οὖν περὶ τὸν βίον σοφίαν ἄνθρωπος ταύτῃ ἔσχεν», «ἐκ τούτου εὐπορία μὲν ἀνθρώπῳ τοῦ βίου γίγνεται»).
· Ο Προμηθέας δικάζεται για
κλοπή : ο Πρωτ. αναφέρει μόνο ότι δικάστηκε, είναι ωστόσο γνωστή η τιμωρία του
Τιτάνα, που ο Δίας αλυσόδεσε στον Καύκασο. ΄Ενας αετός του έτρωγε τη μέρα το
συκώτι, που ξανάβγαινε τη νύχτα κοκ. Από το μαρτύριό του τον απελευθέρωσε ο
Ηρακλής, σύμφωνα με άλλο μύθο.
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ, ΕΝΟΤΗΤΑ 4η : Η πολιτική αρετή, κοινό δώρο του Δία στους
ανθρώπους
ΔΟΜΗ :
1.
Η γένεση του πνευματικού και υλικού-τεχνικού πολιτισμού
του ανθρώπου
2.
Οι πρώτες αποτυχημένες προσπάθειες του ανθρώπου για
κοινωνική συμβίωση
3.
Η παρέμβαση του Δία και η προσφορά της δίκης και της
αιδούς στον άνθρωπο
4.
Το συμπέρασμα –απάντηση του Πρωταγόρα: η καθολικότητα και
το διδακτόν της πολιτικής αρετής
1.
Η γένεση του
πνευματικού και υλικού-τεχνικού πολιτισμού του ανθρώπου
διὰ τὴν τοῦ θεοῦ συγγένειαν : Η
συγγένεια του ανθρώπου με το θεό
·
Η έντεχνος σοφία και το πυρ που έλαβε ο άνθρωπος από τον
Προμ. :
ü ήταν κτήμα
των θεών. Με την έννοια αυτή ο άνθρωπος πράγματι «θείας μετέσχε μοίρας», πήρε
μερίδιο στη θεϊκή φύση (για τη θεϊκή προέλευση τους και τη σημασία της βλ.ενότητα
3).
ü Τα έλαβε από
έναν θεό, τον Προμηθέα
·
Πρόκειται βέβαια για συγγένεια «πνευματική», και όχι για
κοινή καταγωγή. Η συγγένεια του ανθρώπου με το θεό χρησιμοποιείται από τον
Πρωτ. ως επιχείρημα για τη γένεση της θρησκείας (βλ.παρακάτω).
Η
γένεση της θρησκείας (στοιχείο του πνευματικού πολιτισμού)
·
Γενεσιουργό
αίτιο :
η συγγένεια του ανθρώπου με το θεό, δηλαδή η θρησκεία δεν είναι έμφυτη, αλλά
προέκυψε σε μεταγενέστερο στάδιο (το Προμηθεϊκό, όχι το Επιμηθεϊκό)
·
Η ερμηνεία αυτή είναι αβάσιμη : η γένεση της θρησκείας οφείλεται
στο ένστικτο της πίστης και
της λατρείας, που είναι θεμελιώδες στην ανθρώπινη φύση, οι άνθρωποι έχουν μέσα
τους έμφυτη την ορμή για λατρεία.
·
Ίσως ο Πρωτ. αναγνώριζε την έμφυτη ύπαρξη θρησκευτικού
ενστίκτου στον άνθρωπο, χωρίς ωστόσο να δέχεται και την ύπαρξη των θεών
(αγνωστικισμός, βλ. ενότητα 2). Η απόδοσή του στη θεϊκή συγγένεια μπορεί να
εξηγηθεί από την προσπάθεια του Πρωτ. να δώσει λαϊκότροπο ύφος στην αφήγησή του,
ενσωματώνοντας τέτοιες απλοϊκές ερμηνείες. Άλλοι μελετητές θεωρούν την άποψη
αυτή πλατωνική, αφού ο Πρωτ. ήταν αγνωστικιστής.
·
«ζῴων μόνον» : απ’όλα τα
ζώα ο άνθρωπος μόνο δημιούργησε θρησκεία, γιατί μόνο αυτός συγγένεψε με τους
θεούς.
·
Ενδιαφέρουσα η άποψη για σταδιακή ανάπτυξη της θρησκείας :
προηγείται η πίστη (θεοὺς ἐνόμισεν),
ακολουθεί η λατρεία (ἐπεχείρει βωμούς τε ἱδρύεσθαι καὶ ἀγάλματα θεῶν)
Η
γένεση της γλώσσας (στοιχείο του πνευματικού πολιτισμού)
·
Ο Πρωτ. (όπως και άλλοι σοφιστές, που μελέτησαν το
γλωσσικό φαινόμενο):
ü Θεωρεί ότι η γλώσσα
πλάστηκε από τον άνθρωπο (δεν ενυπάρχει σε αυτόν «φύσει», αλλά δημιουργήθηκε από αυτόν «νόμῳ») ως προϊόν εξέλιξης (από απλούστερες σε πιο
σύνθετες μορφές). Η γλώσσα δημιουργείται από την ανθρώπινη νόηση και βούληση,
δεν δίνεται από το θεό. Αντίθετη η παραδοσιακή κατά την αρχαιότητα θεοκρατική άποψη
ότι η γλώσσα δόθηκε δηλαδή από τους θεούς κατά τη δημιουργία του και ενυπάρχει
στον άνθρωπο «φύσει» (Ηρόδοτος, ΙΙ, 2, το πείραμα του Ψαμμήτιχου).
ü Αναφέρεται
στη διπλή άρθρωση της γλώσσας (φωνὴν καὶ ὀνόματα ταχὺ διηρθρώσατο : άρθρωση φθόγγων = φωνὴν και άρθρωση λέξεων = ὀνόματα ) :
πρώτα ο άνθρωπος διαμόρφωσε από τους άναρθρους ήχους (που όλα τα ζώα παράγουν)
τους έναρθρους φθόγγους («φωνήν»), και
συνδυάζοντάς τους άρθρωσε τις λέξεις («ονόματα») και τις φράσεις, με τις οποίες
εξέφρασε σκέψεις, νοήματα και συναισθήματα και επικοινώνησε με τους άλλους. Οι
λέξεις συγκροτούνται από άπειρους συνδυασμούς φθόγγων. Με τις απόψεις αυτές συμφωνεί
και η σύγχρονη γλωσσολογική επιστήμη.
·
τῇ τέχνῃ : νοείται εδώ η δημιουργική ικανότητα του ανθρώπου, που
τον οδήγησε στη δημιουργία της γλώσσας
·
Έπειτα: δεν έχει χρονική σημασία (=η θρησκεία προηγείται
της γλώσσας), αλλά μεταβατική (=ακόμα, επίσης). Η θρησκεία προτάσσεται, ίσως
επειδή σχετίζεται με τους θεούς, που αναφέρονται αμέσως πιο πάνω. Η αναφορά
των πολιτισμικών τομέων δεν γίνεται από τον Πρωτ. με σειρά χρονική, αλλά
αξιολογική (από τα ανώτερα προς τα κατώτερα):
θρησκεία (ηθικός πολιτισμός), γλώσσα (πνευματικός πολιτισμός)και
τελευταίος ο υλικός πολιτισμός (=οι επινοήσεις που θεραπεύουν τις βιοτικές
ανάγκες, ενώ αυτές έχουν πρωταρχική σημασία για την επιβίωση του ανθρώπου και
προηγούνται χρονικά.)
·
ταχύ : δε
σημαίνει γρήγορα, αλλά νωρίς (= στα πρώτα στάδια της ύπαρξης του
ανθρώπου).Θα ήταν αντίφαση ο ισχυρισμός ότι η γλώσσα, που αποτελεί προϊόν
εξέλιξης (και άρα απαιτεί μακρό χρόνο),δημιουργήθηκε «ταχύ» (σε σύντομο χρονικό
διάστημα).
Η γένεση του υλικού-τεχνικού
πολιτισμού (...καὶ οἰκήσεις
… τροφὰς
ηὕρετο)
·
Ο άνθρωπος, εφαρμόζοντας
τις τεχνικές γνώσεις του (την «έντεχνον σοφίαν»), επινόησε τα μέσα που στερείτο από την βιολογική/σωματική του κατασκευή
(λόγω της απρονοησίας του Επιμηθέα) για την αντιμετώπιση των δυσκολιών της φύσης, την προστασία του από τις αντίξοες καιρικές
συνθήκες (κατοικίες, ενδύματα, υποδήματα, στρωσίδια) και την ικανοποίηση των
βιοτικών αναγκών, κυρίως τη διατροφή του (παραγωγή τροφής από τη γη).
·
τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο : πρόκειται για την επινόηση της
γεωργίας, την καλλιέργεια δηλαδή φυτών και την παρασκευή τροφής από τους
καλλιεργούμενους καρπούς τους. Ο άνθρωπος περνά από το «τροφοσυλλεκτικό» και
«θηρευτικό» στάδιο (συλλογή τροφών από τα δέντρα και κυνήγι, που ιστορικά
τοποθετείται στην παλαιολοθική εποχή, έως περίπου το 9.000 π.Χ.) στο
«τροφοπαραγωγικό» ή «γεωργικό» στάδιο (καλλιέργεια της γης σε αγρούς και, κατά
συνέπεια, μόνιμη εγκατάσταση κοντά σε αυτούς, που ιστορικά τοποθετείται στη
νεολιθική εποχή).
Ο αφανισμός των ανθρώπων από τα θηρία : η βιολογική
αδυναμία και η έλλειψη πολιτικής οργάνωσης απειλούν την επιβίωση του ανθρωπίνου
γένους
Ο Πρωτ. περιγράφει εδώ το τελευταίο στάδιο πριν από τη συγκρότηση οργανωμένων πόλεων : οι
άνθρωποι ζούσαν μεμονωμένοι και διασκορπισμένοι (ᾤκουν
σποράδην)
και τα θηρία τους αφάνιζαν (ἀπώλλυντο
οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων),
γιατί :
·
υστερούν
των θηρίων ως προς τη δύναμη και τις άλλες σωματικές ικανότητες (διὰ
τὸ πανταχῇ
αὐτῶν ἀσθενέστεροι
εἶναι)
·
οι
τεχνικές τους γνώσεις και ικανότητες (ἡ
δημιουργικὴ τέχνη) τους
εξασφάλιζαν τροφή (αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν
ἱκανὴ
βοηθὸς ἦν),
όχι όμως και τη δυνατότητα αντιμετώπισης των θηρίων (πρὸς
δὲ τὸν τῶν θηρίων
πόλεμον ἐνδεής). Ο Πρωτ. αποδίδει την αδυναμία αυτή στην άγνοια
της «πολιτικής τέχνης», στην έλλειψη δηλ. κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης και
επομένως και «πολεμικής τέχνης» (πολιτικὴν
γὰρ τέχνην οὔπω
εἶχον, ἧς
μέρος πολεμική)
η
πολεμική τέχνη είναι μέρος της πολιτικής τέχνης
·
Ως
«πολεμική τέχνη» νοείται εδώ η οργανωμένη
μορφή πολέμου, που δημιουργείται και καλλιεργείται μόνο σε πολιτικά
οργανωμένες κοινωνίες, γιατί απαιτεί την ύπαρξη οργανωμένου στρατού με
πειθαρχία, ιεραρχία, εκπαίδευση, στρατηγική κλπ.
·
Μερικοί
μελετητές υποστηρίζουν ότι ο πόλεμος, παρά τα μεγάλα κακά τα οποία προξενεί, δίκαια
θεωρείται από τον Πρωταγόρα
στοιχείο της πολιτικής, γιατί αναπτύσσει τις ευγενέστερες ορμές του ανθρώπου
(όπως η ανδρεία), την άμυνα υπέρ του δικαίου και της ελευθερίας, υπέρ βωμών και
εστιών, αφυπνίζει τα έθνη από την ηθική νάρκη μακροχρόνιας ειρήνης, μεταδίδει
τον υψηλότερο πολιτισμό των πολιτισμένων λαών σε βαρβάρους κτλ. Όλα αυτά δεν συνεπάγονται
ότι ο Πρωταγόρας
είναι υπέρ
του πολέμου.
δημιουργική τέχνη = εντεχνος σοφία, οι τεχνικές γνώσεις και ικανότητες που έκλεψε
και χάρισε στους ανθρώπους ο Προμηθέας μαζί
με τη φωτιά, η τέχνη των
δημιουργών (των τεχνιτών : δημιουργός
(< δήμος + έργον) αυτός που παράγει ένα έργο ή
κατασκευάζει κάτι χρήσιμο για το λαό).
2.
Οι πρώτες
αποτυχημένες προσπάθειες του ανθρώπου για κοινωνική συμβίωση
Οι πρώτες κοινωνίες : σωτηρία και αλληλοσπαραγμός
· Αίτιο της
δημιουργίας των πρώτων κοινωνικών σχηματισμών κατά τον Πρωτ. ήταν η ανάγκη επιβίωσης (προστασία
και σωτηρία από τα θηρία : «σῴζεσθαι»).
ü Άρα, κατά
τον Πρωτ., οι άνθρωποι δεν είναι πλασμένοι εκ φύσεως («φύσει») να ζουν οργανωμένοι σε πόλεις, αλλά αυτή την οργάνωση τους
την επέβαλε η ανάγκη. Η οργάνωση των ανθρώπων σε πόλεις είναι προϊόν συμφωνίας
(έγινε «νόμω») και αντιτίθεται
στην ανθρώπινη φύση (σοφιστική άποψη). Η άποψη αυτή παραπέμπει στις νεότερες
θεωρίες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού περί «κοινωνικού συμβολαίου» (Λοκ, Ρουσσό).
ü Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει, αντίθετα, ότι η πόλη υπάρχει εκ φύσεως («πάσα πόλις
φύσει εστίν»), η οργάνωση της δεν έρχεται σε αντίθεση με τη φύση, και
επομένως ο άνθρωπος είναι φύσει ζωον πολιτικόν (βλ.
Αριστοτέλη Πολιτικά, ενότητα 12).
ü Ο Πλάτωνας θεωρεί
ότι οι πόλεις δημιουργήθηκαν επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να καλύπτουν
μόνοι όλες τις ανάγκες τους (οικονομικές, πνευματικές κά).
· Οι άνθρωποι
επιδίωξαν («ἐζήτουν») να
ζουν συγκεντρωμένοι («ἁθροίζεσθαι»
και όχι «οἰκεῖν σποράδην»,
να χτίζουν σπίτια και οικισμούς («κτίζοντες πόλεις»), να ζούν
πολλοί μαζί για να μπορούν από κοινού να αμύνονται απέναντι στα θηρία («σῴζεσθαι»).
Ο αλληλοσπαραγμός : Οι πρώτες
κοινωνίες, δεν ήταν πολιτικά οργανωμένες : οι άνθρωποι δεν κατείχαν την
πολιτική τέχνη, την πολιτική αρετή (τη «δίκην» και την «αἰδώ» την
αρετή του δίκαιου πολίτη), η συμβίωσή τους δεν ρυθμιζόταν από κανόνες (ηθικό
και γραπτό δίκαιο). Αναπόφευκτα επικρατούσε
αδικία, αυθαιρεσία, αναρχία, μίσος και τελικά αλληλοεξόντωση («ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην»),
καθώς καθένας προσπαθούσε να ικανοποιήσει τις επιθυμίες και τα συμφέροντά του
εις βάρος των άλλων. Η συμβατική αυτή συμβίωση δεν είχε διάρκεια, οι άνθρωποι
άρχιζαν να σκορπίζουν και να σκοτώνονται και πάλι από τα θηρία (επανέρχονταν στην
προηγούμενη κατάσταση -«ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι διεφθείροντο»).
θρησκεία-γλώσσα-πόλις : Η δημιουργία
κοινωνιών αναφέρεται ύστερα από τη γένεση της θρησκείας και της γλώσσας, που
όμως προϋποθέτουν την κοινωνική συμβίωση, αναπτύχθηκαν δηλαδή στα πλαίσια των
οργανωμένων κοινωνιών. Η δημιουργία πόλεων αναφέρεται τελευταία, για να
αναπτυχτεί αμέσως μετά η θεωρία για την πολιτική αρετή.
3. Η παρέμβαση του Δία και η προσφορά
της δίκης και της αιδούς στον άνθρωπο
· Ο Δίας αποφασίζει
να σταματήσει τον αφανισμό τους και να τους σώσει. Επεμβαίνει δυναμικά και
τους στέλνει την αιδώ και τη δίκη, τα μέσα για
την εξασφάλιση τάξης στο σύνολο και ομαλών σχέσεων ανάμεσα στα άτομα. Ως υπέρτατος
ρυθμιστής των πάντων και πατέρας των ανθρώπων, δείχνει τη «φιλανθρωπία» του, ενδιαφέρον
και φροντίδα για τους ανθρώπους, όπως και ο Προμηθέας (και ο χριστιανικός
Θεός, η Θεία Πρόνοια), ώστε μα μην αφανιστούν (Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν).
·
Η παρέμβαση του Δία σε αντίφαση
με τον «αγνωστικισμό» του Πρωταγόρα (βλ. ενότητα 2).
Η αιδώς και η δίκη
·
αιδώς : το συναίσθημα της ντροπής που νιώθει ο κοινωνικός άνθρωπος για
κάθε πράξη του που αντιβαίνει στον καθιερωμένο ηθικό κώδικα του κοινωνικού του
περιβάλλοντος. Η έννοια της «αιδούς» είναι για τους αρχαίους μια έννοια σύνθετη,
που περιλαμβάνει και τη σεμνότητα και το σεβασμό προς τους άλλους. Δεν έχει
σχέση με τις ενοχές και τις τύψεις, που βιώνει κανείς μετά από μια παρεκτροπή,
μια ανήθικη ή παράνομη πράξη. Δεν μπορεί να αποδοθεί στα νέα ελληνικά με μία μόνο
λέξη : είναι η ηθική, η ηθική συνείδηση, ο σεβασμός
στους άγραφους νόμους, το φιλότιμο, ο αυτοσεβασμός.
·
δίκη : το συναίσθημα της δικαιοσύνης, η αντίληψη
του δίκαιου και του άδικου, ο σεβασμός των γραπτών νόμων και των δικαιωμάτων
των άλλων, η θεληση του ανθρώπου να αποδίδει στον καθένα αυτό που του ανήκει ή
δικαιούται.
Η αξία τους
·
Αποτελούν τα βασικά στοιχεία της πολιτικής αρετής, τις αναγκαίες προϋποθέσεις
της κοινωνικής συμβίωσης. Κρατούν δεμένους ψυχικά τους
ανθρώπους, με αισθήματα ομόνοιας, αλληλεγγύης και συνεργατικότητας (δεσμοί
φιλίας συναγωγοί), ώστε αυτοί να μην επιδιώκουν την
ικανοποίηση των επιθυμιών και των συμφερόντων τους εις βάρος των άλλων και του
κοινωνικού συνόλου και να αποφεύγουν τις συγκρούσεις και την αδικία. Έτσι, εξασφαλίζεται
ομαλή συμβίωση, διασφαλίζεται η συνοχή του συνόλου, διατηρείται ισορροπία και
επικρατεί ευταξία στην οργανωμένη κοινωνία (πόλεων κόσμοι).
· Σε ατομικό
επίπεδο : ενισχύουν την ηθική δράση του ατόμου, το απαλάσσουν από ταπεινά ένστικτα,
πάθη και αδυναμίες, το απομακρύνουν από την ιδιοτέλεια, την αισχροκέρδεια, τον
ωφελιμισμό και καλλιεργούν την εντιμότητα, την κοινωνική και ηθική συνείδηση.
Τα δώρα των
φιλάνθρωπων θεών, του Δία και του Προμηθέα :
μια σύγκριση
· Τα δώρα του
Προμηθέα (έντεχνος σοφία και φωτιά) : πολύτιμα, βοήθησαν τον άνθρωπο να
προφυλαχτεί από τη φύση και παράλληλα να βάλει τα θεμέλια του πνευματικού και
του υλικού-τεχνικού πολιτισμού, αλλά ανεπαρκή για την αντιμετώπιση των θηρίων και
την οργάνωση βιώσιμων κοινωνιών.
· Τα δώρα του
Δία (αιδώς και δίκη=πολιτική αρετή) : έσωσαν τους ανθρώπους από τον αφανισμό,
αλλά, κυρίως, τους βοήθησαν να αποκτήσουν την πολιτική αρετή, να δημιουργήσουν
οργανωμένες βιώσιμες κοινωνίες, στο πλαίσιο των οποίων ανέπτυξαν υψηλό
πολιτισμό («πολιτισμός» δε νοείται έξω από το οργανωμένο σύνολο, την «πόλιν»).
Είναι ανώτερης αξίας, γιατί ανώτερο είναι και το αποτέλεσμά τους. Γι’ αυτό και
ανήκουν στο Δία…
· ο Προμηθέας
έδωσε δώρα που τα έκλεψε από άλλους, ενώ του Δία τα δώρα προέρχονταν από τον
ίδιο.
Η απορία του
Ερμή
· Ο Δίας στέλνει
τον Ερμή, τον αγγελιοφόρο των θεών, να μοιράσει τα δύο δώρα του στους
ανθρώπους.
· ο Ερμής
προβληματίζεται ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα τα μοιράσει : μόνο σε λίγους, όπως τις τέχνες, ή σε
όλους τους ανθρώπους.
· υπενθυμίζει
με τρόπο «διδακτικό» πώς έχει γίνει η μοιρασιά, σαν να μην ήξερε ή σαν να μη
θυμόταν ο Δίας, και αυτό δημιουργεί μιαν ατμόσφαιρα θυμηδίας. Η αφελής
ερώτηση του Ερμή :
ü δημιουργεί χαλάρωση
στον ακροατή, καθώς ο μύθος βαίνει προς το τέλος και θα χρειαστεί να ακουστεί
το συμπέρασμα με ανανεωμένη προσοχή
ü δίνει
παραστατικότητα στο λόγο και ποικιλία στην αφήγηση (διάλογος, μετάβαση από τον
πλάγιο στον ευθύ λόγο). Η εντολή του Δία δίνεται πιο παραστατικά και έντονα με
το διάλογο.
Ο καταμερισμός των τεχνών
(καταμερισμός εργασίας) (νενέμηνται δὲ
ὧδε· εἷς ἔχων ἰατρικὴν
πολλοῖς ἱκανὸς
ἰδιώταις, καὶ
οἱ ἄλλοι δημιουργοί).
· Κάθε τέχνη
έχει μοιραστεί μόνο σε λίγους, που αρκούν για να εξυπηρετήσουν πολλούς άλλους.
Υπάρχει δηλαδή καταμερισμός της εργασίας : δεν ασχολούνται όλοι με όλα, αλλά ο
καθένας με μια συγκεκριμένη απασχόληση. Ο
καταμερισμός της εργασίας συμβάλλει στη βαθύτερη γνώση του συγκεκριμένου
αντικειμένου και εξασφαλίζει την πρόοδο του πολιτισμού.
Η καθολικότητα της πολιτικής αρετής.
Η πολιτική αρετή δεν
περιλαμβάνεται στον καταμερισμό αυτό : ο Δίας δίνει αυστηρή εντολή να
μοιραστούν η αιδώς και η δίκη, σε όλους γενικά τους ανθρώπους. (“᾿Επὶ πάντας,” ἔφη
ὁ Ζεύς, “καὶ
πάντες μετεχόντων)
·
Το επιχείρημα του Πρωταγόρα (οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ
ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν
ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν·)
:
Αν
περιλαμβανόταν στον καταμερισμό εργασίας και η πολιτική αρετή, δε θα
συμμετείχαν όλοι στην πολιτική ζωή και δε θα υπήρχαν πόλεις, με την έννοια ότι η
λειτουργία της πόλης (η πολιτική ζωή) προϋποθέτει πως οι άνθρωποι αποδέχονται
κοινές ηθικές αξίες, την αἰδῶ και τη δίκη. Αν δεν τις αποδέχονταν, οι κοινωνικοί
ανταγωνισμοί θα κατέληγαν στην αλληλοεξόντωση των ανθρώπων, όπως στην
προηγούμενη φάση. Η ύπαρξη της πόλεως
συνδέεται άρρηκτα με την αἰδῶ και τη δίκη, που
αποτελούν το θεμέλιο και την αναγκαία προϋπόθεσή της, γι’ αυτό θα ήταν
αδιανόητο να μην έχουν δοθεί σε όλους. Κατάληξη αυτής της πολιτιστικής εξέλιξης
αποτελεί η αθηναϊκή δημοκρατία (όλοι οι πολίτες μετέχουν στην πολιτική ζωή),
που δικαιώνεται με το μύθο του Πρωταγόρα.
Ο νόμος του Δία : η τιμωρία των αδίκων
·
ο
Δίας προστάζει τον Ερμή να θεσπίσει εκ μέρους του νόμο (καὶ νόμον γε θὲς παρ' ἐμοῦ) που θα επιβάλλει τη
θανατική ποινή σε όποιον δε θα έχει μερίδιο στην αιδώ και στη δίκη, δε θα
μπορεί ή δε θα θέλει να ενταχτεί στο κοινωνικό σύστημα (τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν). Γιατί αυτός
θα μοιάζει με αρρώστια της πόλης, θα είναι επικίνδυνος γι' αυτή και θα πρέπει
να θανατωθεί για την εξυγίανση της (ὡς νόσον πόλεως).
·
Ο
νόμος προστατεύει την πολιτεία και συμβάλλει στην ομαλή λειτουργία και επιβίωσή
της. Διδάσκει στους πολίτες την πολιτική αρετή, την ορθή συμπεριφορά στα
πλαίσια της πόλης, αποτρέπει τις αυθαιρεσίες και τελικά, τιμωρεί όσους απειλούν
με τη δράση τους την ύπαρξη της πόλης.
·
Η θανατική ποινή : υπερβολικά αυστηρή η τιμωρία που επιβάλλει ο νόμος του Δία. Σήμερα θα θεωρούσαμε τη
θανάτωση σκληρό και απάνθρωπο μέτρο. Στόχος του Πρωτ. είναι να δείξει τη μεγάλη σημασία της πολιτικής αρετής για
την ύπαρξη της πόλεως.
Η ευθύνη του ανθρώπου : δυνάμει και ἐνεργείᾳ της
πολιτικής αρετής
Η αιδώς και η δίκη μοιράζονται
σε όλους τους ανθρώπους ως δυνατότητα («δυνάμει»). Όλοι δηλαδή έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν την
πολιτική αρετή (να γίνουν «ἐνεργείᾳ» αγαθοί πολίτες). Κάποιοι, όμως, δε θέλουν ή δεν μπορούν
να την αποκτήσουν «ἐνεργείᾳ». Επαφίεται
στην ελεύθερη βούληση του ανθρώπου να καλλιεργήσει τα δώρα του Δία (που δεν
είναι βέβαια έμφυτα), απαιτείται εσωτερικός αγώνας και προσπάθεια του ανθρώπου
για την κατάκτηση της δίκης και της αἰδοῦς. Έχει χρέος,
ως μέλος της πόλεως, μέσω της διδασκαλίας να αποκτήσει την πολιτική αρετή (να
μετέχει σε αυτήν) και αυτό είναι προσωπική
του ευθύνη. Αν δεν το κατορθώσει, ευθύνεται και τιμωρείται ως «μη μετέχων
δίκης και αἰδοῦς».
4. Το συμπέρασμα
–απάντηση του Πρωταγόρα : η καθολικότητα και το διδακτόν της αρετής
· Ο
Πρωταγόρας, αφού αφηγήθηκε το μύθο του Προμηθέα, συμφωνεί με όσα είπε ο Σω. για
τους Αθηναίους (βλ. ενότητα 1) :
ü για τις
συμβουλές σε τεχνικά ζητήματα (οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, …
οὐκ ἀνέχονται) και συμφωνεί
με τη στάση τους (εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι), αφού όπως εξήγησε στο μύθο οι
τεχνικές γνώσεις δεν έχουν δοθεί σε όλους.
ü για τις
συμβουλές στα πολιτικά ζητήματα (ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς ἀρετῆς ἴωσιν),
επίσης συμφωνεί με τη στάση τους (εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται),
αλλά την ερμηνεύει διαφορετικά, καταλήγει σε διαφορετικό συμπερασμα από το Σω.
:
ð το συμπέρασμα του Σω. : η πολιτική
αρετή ενυπάρχει σε όλους τους πολίτες, άρα
είναι έμφυτη και όχι διδακτή.
ð Το συμπέρασμα του Πρωτ. : η πολιτική
αρετή ενυπάρχει σε όλους τους πολίτες, επειδή ο Δίας έχει μοιράσει σε όλους την
αιδώ και τη δίκη (=την πολιτική αρετή). Είναι δηλαδή καθολική, γιατί αν δεν
μετείχαν όλοι οι πολίτες σε αυτήν δεν θα
ήταν δυνατή η ύπαρξη πόλεων (ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς ἢ μὴ εἶναι πόλεις). Δεν είναι όμως έμφυτη, γιατί την έδωσε
ο Δίας σε μεταγενέστερο στάδιο της εξέλιξης του ανθρώπουκαι –κυρίως- είναι διδακτή, γιατί ο Δίας έδωσε στους
ανθρώπους τη δυνατότητα («δυνάμει») να γίνουν αγαθοί πολίτες και είναι δική
τους ευθύνη η πραγμάτωση («ἐνεργείᾳ») της
δυνατότητας αυτής μέσω της διδασκαλίας, της καλλιέργειας.
·
ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης :
αξιοσημείωτη η αναφορά όχι της αἰδοῦς, αλλά της
σωφροσύνης. Η (πολιτική) αρετή είναι ένα σύνολο επιμέρους αρετών («μόρια της ἀρετῆς»), όπως η
αἰδώς, η δίκη,
η σωφροσύνη, η ὀσιότης κά
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ, ΕΝΟΤΗΤΑ 5η :
Η πολιτική αρετή ως κοινή και φυσική ιδιότητα όλων των ανθρώπων
ΔΟΜΗ
1. Η απόδειξη για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής
(πρώτη παράγραφος)
2. Η (πρώτη)
απόδειξη για το διδακτό της πολιτικής αρετής (δεύτερη παράγραφος)
1.
Η απόδειξη για την
καθολικότητα της πολιτικής αρετής : Το «τεκμήριον» αποτελείται
από την αποδεικτέα θέση (προτάσσεται), τα παραδείγματα του αυλητή και του
αδίκου (από την καθημερινή εμπειρία, την ευρύτερη κοινωνική ζωή) και το
συμπέρασμα.
α. Η αποδεικτέα θέση (ὡς τῷ ὄντι ἡγοῦνται … καὶ τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς).
· Το «τεκμήριον» του Πρωτ. θα
αποδείξει την καθολικότητα της πολιτικής αρετής (…πάντα ἄνδρα μετέχειν…)
· Ο Πρωτ. έχει
ήδη αποδείξει με το μύθο του Προμηθέα την άποψη αυτή και θεωρεί –σωστά-ότι και
ο Σω. την αποδέχεται. Τώρα θα την ενισχύσει επιπρόσθετα (…αὖ …)και με
ένα «τεκμήριον»μια λογική απόδειξη (῞Ινα δὲ μὴ οἴῃ ἀπατᾶσθαι …τόδε αὖ λαβὲ τεκμήριον).
· δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς : η πολιτική
αρετή περιλαμβάνει βέβαια τη δικαιοσύνη («δίκη»), αλλά και άλλες επιμέρους
αρετές, είναι έννοια σύνθετη.
β.Το παράδειγμα του αυλητή (ἐν γὰρ ταῖς ἄλλαις ἀρεταῖς, … νουθετοῦσιν ὡς μαινόμενον·)
· ἐν γὰρ ταῖς ἄλλαις ἀρεταῖς : το
παράδειγμα του αυλητή αναφέρεται όχι στην πολιτική αρετή, αλλά στις διάφορες
ικανότητες, στις τεχνικές γνώσεις και δεξιότητες που μπορεί κανείς να
έχει σε κάποιον τομέα (ἢ ἄλλην ἡντινοῦν τέχνην). Οι
λ. «ἀρετή» (=ικανότητα) και «ἀγαθός» (=ικανός) δεν έχουν εδώ ηθικό περιεχόμενο.
ð Αν κάποιος
ισχυριστεί ψευδώς ότι κατέχει μια τέχνη (του αυλητή ή οποιαδήποτε άλλη : «ἐάν τις φῇ ἀγαθὸς αὐλητὴς εἶναι, ἢ ἄλλην ἡντινοῦν τέχνην ἣν μή ἐστιν»),
τότε ο κόσμος τον κοροϊδεύει κι οργίζεται, οι δικοί του τον συμβουλεύουν σα
να’ναι τρελός («ἢ καταγελῶσιν ἢ χαλεπαίνουσιν, καὶ οἱ οἰκεῖοι προσιόντες νουθετοῦσιν ὡς μαινόμενον»). Ο
ψευδής ισχυρισμός, δηλαδή, δεν είναι αποδεκτός, θεωρείται παρανοϊκή
συμπεριφορά. Κι αυτό γιατί ο ψευδόμενος εκτίθεται στα μάτια του κόσμου, η
εικόνα του αμαυρώνεται, γελοιοποιείται.
γ.Το
παράδειγμα του αδίκου (ἐν δὲ δικαιοσύνῃ … τὸν μὴ προσποιούμενον [δικαιοσύνην]·)
ð Αν κάποιος
ισχυριστεί αληθώς, δημοσίως και με ειλικρίνεια ότι είναι άδικος (δηλ. δεν
κατέχει την πολιτική αρετή : «ἐὰν οὗτος αὐτὸς καθ' αὑτοῦ τἀληθῆ λέγῃ ἐναντίον πολλῶν»), τότε ο
κόσμος τον θεωρεί τρελό, αν και γνωρίζει ότι λέει την αλήθεια («ἐάν τινα καὶ εἰδῶσιν ὅτι ἄδικός ἐστιν»). Σε
αυτήν την περίπτωση παρανοϊκή συμπεριφορά θεωρείται ο αληθής –και όχι ο ψευδής-ισχυρισμός («ὃ ἐκεῖ σωφροσύνην ἡγοῦντο εἶναι, τἀληθῆ λέγειν, ἐνταῦθα μανίαν»). Όλοι πιστεύουν πως πρέπει να λέμε ότι είμαστε
δίκαιοι, έστω και αν χρειαστεί να πούμε ψέματα («καί φασιν πάντας δεῖν φάναι εἶναι δικαίους, ἐάντε ὦσιν ἐάντε μή, ἢ μαίνεσθαι τὸν μὴ προσποιούμενον [δικαιοσύνην]»). Κι
αυτό γιατί όποιος δηλώνει ότι είναι άδικος –έστω κι αν λέει αλήθεια, έστω κι αν
όλοι το ξέρουν- εκτίθεται στα μάτια του κόσμου, παραδεχόμενος την ανηθικότητά
του απορρίπτεται από την κοινωνία.
δ.Το
συμπέρασμα (ὡς ἀναγκαῖον οὐδένα ὅντιν' οὐχὶ ἁμῶς γέ πως μετέχειν αὐτῆς, ἢ μὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις.)
· Όλοι οι
άνθρωποι πρέπει να συμμετέχουν με κάποιον τρόπο (σε κάποιον βαθμό, όχι
απαραίτητα στον πιο υψηλό βαθμό : «ἁμῶς γέ πως»)στην
πολιτική αρετή και όποιος δε συμμετέχει δεν έχει θέση μέσα στην κοινωνία των
ανθρώπων («ἢ μὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις»).
Βασική προϋπόθεση, δηλαδή, για την ύπαρξη κοινωνίας είναι η συμμετοχή όλων των
ανθρώπων στη πολιτική αρετή. Γι’αυτό είναι αδιανόητο, κατά την άποψη του
κόσμου, να λέει κανείς ότι δεν συμμετέχει σε αυτήν, έστω και αν χρειαστεί να
προσποιείται.
· ἢ μὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις : όποιος δεν
μετέχει της πολιτικής αρετής δεν μπορεί να είναι πολίτης. Η κοινωνία τον
αποβάλλει, δεν είναι επιτρεπτή η συμβίωσή του με τους άλλους ανθρώπους, γιατί
θα διαπράξει αδικίες, διασαλεύοντας την ομαλή λειτουργία της κοινωνίας. Στο
μύθο του Προμηθέα, ο Δίας διατάζει η ποινή του αδίκου να είναι ο θάνατος («κτείνειν ὡς νόσον πόλεως»),
ποινή αυστηρή που όμως τονίζει τη σημασία της πολιτικής αρετής. Εδώ αναφέρεται
η απομάκρυνση του αδίκου από την πόλη, δηλαδή η ποινή της εξορίας. Η ποινή αυτή
φαίνεται ηπιότερη, ωστόσο μπορεί να θεωρηθεί εξίσου σκληρή, δεδομένης της
σημασίας που έχει για τον άνθρωπο η κοινωνική ζωή. Κατά τον Αριστοτέλη,
μάλιστα, ο άνθρωπος, ως «κοινωνικόν ζώον», δεν μπορεί να ζήσει έξω από την
κοινωνία, μόνος του, εκτός αν είναι θεός ή θηρίον (βλ. Αριστοτέλους Πολιτικά,
ενότητα 13)
Το
«τεκμήριον» συνοπτικά :
· Ο κόσμος θεωρεί τρελλό και
όποιον ισχυρίζεται ψευδώς ότι κατέχει κάποια τέχνη, αλλά και όποιον ισχυρίζεται
αληθώς ότι δεν κατέχει την πολιτική αρετή (παραδείγματα)
· γιατί ο κόσμος θεωρεί ότι όλοι πρέπει να ισχυρίζονται ότι κατέχουν την
πολιτική αρετή και πρέπει όλοι να
την κατέχουν σε κάποιο βαθμό προκειμένου να είναι πολίτες μιας
πόλης.(συμπέρασμα)
· Άρα, ο κόσμος θεωρεί ότι όλοι κατέχουν την
πολιτική αρετή. (αποδεικτέα θέση)
Κριτική της
απόδειξης
1. Η δεοντολογική διατύπωση : παρόλο που
η αποδεικτέα θέση διατυπώνεται αποφαντικά (τῷ ὄντι ἡγοῦνται …), στις
προτάσεις που αιτιολογούν το συμπερασμά του η διατύπωση είναι δεοντολογική :
«φασιν πάντας δεῖν φάναι εἶναι δικαίους» και «ὡς ἀναγκαῖον οὐδένα ὅντιν' οὐχὶ ἁμῶς γέ πως μετέχειν αὐτῆς, ἢ μὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις.» Είναι χαρακτηριστική η χρήση των ρηματικών
τύπων δεῖν και ἀναγκαῖον (ἐστί). Περιγράφει δηλαδή
αυτό που πρέπει να ισχύει, το «δέον» και όχι αυτό που πραγματικά ισχύει. Ο
δεοντολογικός συλλογισμός δεν οδηγεί σε ασφαλές λογικό αποφαντικό συμπέρασμα,
αλλά σε δεοντολογικό (θα έπρεπε η αποδεικτέα θέση να είναι : «ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι δεῖν πάντα ἄνδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς»)
2. Στηρίζεται στην κοινή αντίληψη, στη γνώμη
του κόσμου, δεν θεμελιώνει λογικά την αποδεικτέα θέση. Ο Πρωτ. αναλύει εύστοχα
τη νοοτροπία του κόσμου, παρατηρώντας ότι τους ανθρώπους δεν τους ενδιαφέρει
τόσο «τι πρέπει να κάνουν» (η ορθή, η δέουσα συμπεριφορά, να πουν την αλήθεια),
όσο «τι τους συμφέρει να κάνουν», ούτε η πραγματική τους εικόνα, όσο η εικόνα
που θα δείξουν στους άλλους για τον εαυτό τους (θεωρούν ότι πρέπει να
προσποιηθούν, για να μην βλάψουν τη θέση τους στην κοινωνία). Η κοινή αντίληψη,
όμως, δεν είναι πάντοτε ορθή, γιατί καθορίζεται και από μη ηθικά αλλά
ωφελιμιστικά κριτήρια (το συμφέρον, την
κοινωνική θέση κλπ.).
3.
Η αντίφαση
στις φράσεις «ἐάν τινα καὶ εἰδῶσιν ὅτι ἄδικός ἐστιν»και «ἐάντε ὦσιν ἐάντε μή» : στις φράσεις αυτές ο Πρωτ. δέχεται ότι
κάποιοι άνθρωποι δεν είναι δίκαιοι, αντιφάσκει δηλαδή προς την αποδεικτέα θέση
(όλοι οι άνθρωποι είναι δίκαιοι, η καθολικότητα της πολιτικής αρετής). Η
αντίφαση αίρεται με τη γνωστή παρατήρηση : όλοι οι άνθρωποι μετέχουν της
πολιτικής αρετής «δυνάμει», έχουν τη δυνατότητα να την αποκτήσουν «ἐνεργείᾳ» με τη
διδασκαλία (βλ. ενότητα 4)
Η κατακλείδα
: «῞Οτι μὲν οὖν πάντ' ἄνδρα εἰκότως ἀποδέχονται περὶ ταύτης τῆς ἀρετῆς σύμβουλον διὰ τὸ ἡγεῖσθαι παντὶ μετεῖναι αὐτῆς, ταῦτα λέγω.»
· Με την
περίοδο αυτή κλείνει το θέμα της καθολικότητας της πολιτικής αρετής. Ο Πρωτ.
απέδειξε και με το μύθο και με το προηγηθέν «τεκμήριον» ότι η πολιτική αρετή
ενυπάρχει «δυνάμει» σε όλους τους πολίτες, είναι η αναγκαία προϋπόθεση για την
ύπαρξη πόλεων. Έτσι, επιβεβαιώνει την παρατήρηση του Σω. για τους Αθηναίους :
εύλογα («εἰκότως»)
αποδέχονται όλους τους πολίτες ως συμβούλους στα πολιτικά ζητήματα, τα ζητήματα
που σχετίζονται με την πολιτική αρετή, αφού θεωρούν ότι όλοι μετέχουν αυτής
(«διὰ τὸ ἡγεῖσθαι παντὶ μετεῖναι αὐτῆς»). Η
διαφοροποίησή του από την άποψη του Σω. εντοπίζεται στο διδακτόν της αρετής : ο
Πρωτ. πιστεύει ότι η αρετή είναι διδακτή, ο Σω. όχι.
2.
Η (πρώτη) απόδειξη για το διδακτό της πολιτικής αρετής («ὅτι δὲ αὐτὴν οὐ φύσει … τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς»)
α. Η αποδεικτέα θέση (ὅτι δὲ αὐτὴν οὐ … πειράσομαι ἀποδεῖξαι.)
· Ο Πρωτ. θα
προσπαθήσει να αποδείξει το διδακτόν της αρετής, απαντώντας στην αντίθετη άποψη
του Σω.
· Η αποδεικτέα
θέση και πάλι προτάσσεται.
· «κατ’ άρσιν και θέσιν» : Η
αποδεικτική διαδικασία θα ακολουθήσει το σχήμα «κατ’ άρσιν και θέσιν» : πρώτα θα δείξει ότι η
αρετή δεν προέρχεται από τη φύση, δεν δημιουργείται μόνη της στον άνθρωπο ούτε
τυχαία («οὐ φύσει ἡγοῦνται εἶναι οὐδ' ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου», πιο
κάτω προσθέτει και το «τύχῃ»), και στη
συνέχεια θα δείξει ότι η αρετή προέρχεται από τη διδασκαλία και την επιμέλεια
(«διδακτόν τε καὶ ἐξ ἐπιμελείας παραγίγνεσθαι»,
θα προσθέσει και την άσκηση).
β. Τα
«φύσει» ή «τύχῃ» : τα έμφυτα ή τυχαία
χαρακτηριστικά των ανθρώπων και η στάση μας απέναντι σε αυτά.
· Τα «φύσει», τα «ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου» : έμφυτα, εκ
γενετής ελαττώματα ή προτερήματα (σωματικά κυρίως αλλά και πνευματικά), για τα
οποία ο άνθρωπος δεν ευθύνεται και δεν αλλάζουν, είναι μόνιμα. Ο Πρωτ. αναφέρει
ως παραδείγματα έμφυτα σωματικά ελαττώματα : ασχήμια, μικρό ανάστημα, ασθενικό
σώμα («τοὺς αἰσχροὺς ἢ σμικροὺς ἢ ἀσθενεῖς»).
· Τα «τύχῃ» : ελαττώματα
που προκύπτουν από τυχαία περιστατικά, π.χ. ατυχήματα. Όπως και με τα «φύσει»,
ο άνθρωπος δεν ευθύνεται γι’ αυτά.
· η στάση των ανθρώπων : γι’ αυτά οι άλλοι ούτε θυμώνουν με αυτόν που τα
έχει (γιατί δεν ευθύνεται), ούτε τον συμβουλεύουν ή τον διδάσκουν (ώστε να τα
διορθώσουν ή να τα βελτιώσουν, αφού αυτό είναι αδύνατον), ούτε τον τιμωρούν
(γιατί ούτε ευθύνη φέρει ούτε-μέσω της τιμωρίας-είναι δυνατόν να διορθωθούν : «ἵνα μὴ τοιοῦτοι ὦσιν»).
Χαρακτηρίζει μάλιστα ανοησία μια τέτοια συμπεριφορά («τίς οὕτως ἀνόητος ὥστε τι τούτων ἐπιχειρεῖν ποιεῖν;»). Οι
άνθρωποι απλώς λυπούνται για τα ελαττώματα αυτά («ἐλεοῦσιν»).
Νιώθουν οίκτο και συμπόνοια που η φύση στάθηκε άδικη με αυτούς τους ανθρώπους.
Ο Πρωτ. περιγράφει εδώ μια ανθρωπιστική στάση απέναντι στους «μειονεκτούντες»,
στάση προοδευτική για την εποχή του και πολύ κοντά στις σύγχρονες αντιλήψεις
για την αντιμετώπιση των ατόμων με φυσικά ελαττώματα και «ειδικές ανάγκες».
Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι ο Πρωτ. δεν αναφέρει συγκεκριμένα «φύσει» ή «τύχῃ» προτερήματα (όπως π.χ. η ομορφιά, το ωραίο
παράστημα, η σωματική δύναμη κλπ), γιατί δεν είναι απαραίτητο για το συλλογισμό
του. Τα υπονοεί όμως («τὰ καλὰ»), όπως
υπονοεί ότι η στάση των ανθρώπων απέναντι σε αυτά είναι ανάλογη : δεν επαινεί
κανείς ούτε επιβραβεύει έναν άνθρωπο γι’
αυτά, αφού δεν συνέβαλε στην απόκτησή τους (εκφράζεται βέβαια θαυμασμός
γι’ αυτά).
· Πού είναι οι θεοί τώρα; Η απουσία
θεϊκής παρέμβασης : Τα ελαττώματα (ή προτερήματα) για
τα οποία κάνει λόγο ο Πρωτ. δεν οφείλονται σε θεϊκή παρέμβαση, αλλά στη φύση ή
στην τύχη. Ο αγνωστικισμός του σοφιστή είναι προφανής εδώ : η φυσική νομοτέλεια
και ο αστάθμητος παράγοντας του τυχαίου καθορίζουν τα όντα και όχι το «θείον».
γ. Τα
διδακτά : οι ηθικές αρετές προέρχονται από την επιμέλεια, την άσκηση και τη
διδαχή
·
τα «ἀγαθὰ» και «τἀναντία τούτων κακά» : εδώ γίνεται λόγος για τις ηθικές
αρετές και τα ηθικά ελαττώματα (σε
αντίθεση με τα «φύσει ή τύχῃ» σωματικά χαρακτηριστικά). Ο Πρωτ.
μάλιστα διευκρινίζει στο τέλος, αναφέροντας ως «κακά» την ἀδικία και
την ἀσέβεια, αλλά και οποιοδήποτε ηθικό
χαρακτηριστικό αντιτίθεται προς την πολιτική αρετή («συλλήβδην πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς»), που
ως σύνθετη έννοια περιλαμβάνει τη δικαιοσύνη και την ευσέβεια -την «ὀσιότητα»-,
αλλά και την «αἰδώ» και τη «σωφροσύνη», βλ. και ενότητα
7).
·
Οι ηθικές
αρετές προέρχονται από την επιμέλεια,
την άσκηση και τη διδασκαλία. Για να αποκτήσει κανείς την αρετή πρέπει να
επιδείξει συνεχές ενδιαφέρον, φροντίδα, προθυμία και μελέτη (ἐξ ἐπιμελείας), να
ασκηθεί στα έργα της αρετής, να εφαρμόσει στη συμπεριφορά του την αρετή (ἐξ ἀσκήσεως)
και βέβαια να διδαχθεί την αρετή, να δεχθεί την καθοδήγηση του διδασκάλου που
γνωρίζει την αρετή και να ακολουθήσει πρόθυμα τις συμβουλές και τα διδάγματά
του (ἐκ διδαχῆς). Είναι οι τρεις πλευρές της διαδικασίας
της ηθικής διαπαιδαγώγησης, συμπληρώνονται πιο κάτω (ενότητα 7) και από τη
μίμηση (μίμηση προτύπων). Μπορεί επίσης να προστεθεί ως παιδαγωγικό μέσον η τιμωρία (και ο αντίθετός της έπαινος) και η συμβουλή (που μπορεί όμως να ενταχθεί στη διδαχή).
·
Η στάση των ανθρώπων : Οι ηθικές αρετές είναι διδακτές και, άρα, οι άνθρωποι που -αντί γι΄ αυτές-
έχουν ηθικά ελαττώματα («ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀσέβεια καὶ συλλήβδην πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς», δεν
φρόντισαν να τις διδαχθούν, δεν έδειξαν την απαραίτητη επιμέλεια, δεν
ασκήθηκαν, δεν δέχθηκαν την καθοδήγηση του διδασκάλου και, άρα, ευθύνονται για
την ανηθικότητά τους. Έτσι, προκαλούν την αποδοκιμασία των ανθρώπων, που
εκφράζεται με θυμό (γιατί
ευθύνονται), τιμωρίες και συμβουλές (για να σωφρονισθούν, να
διορθωθούν και να γίνουν ενάρετοι- η τιμωρία και η συμβουλή είναι άλλωστε μέσα
διδασκαλίας). Μπορούμε, μάλιστα, να προσθέσουμε ότι – κατ’ αναλογίαν- οι ηθικές αρετές επαινούνται και
επιβραβεύονται. Τα διδακτά ηθικά ελαττώματα ή προτερήματα αντιμετωπίζονται,
λοιπόν, εντελώς αντίθετα από τα έμφυτα ή τυχαία σωματικά ελαττώματα ή
προτερήματα.
·
Μια παρατήρηση : υπάρχουν περιπτώσεις ηθικών ελαττωμάτων, για τα οποία δεν ευθύνεται το
άτομο, αλλά άλλοι παράγοντες, όπως η επίδραση του άμεσου ή ευρύτερου
περιβάλλοντος (της οικογένειας ή της κοινωνίας), η μη ορθή αγωγή που έχει λάβει
χωρίς να την έχει επιλέξει κ.ά. Στις περιπτώσεις αυτές, ωστόσο, το άτομο
οφείλει να δεχθεί το σωφρονισμό του, προκειμένου να διορθωθούν τα ηθικά του
ελαττώματα.
Η
απόδειξη συνοπτικά :
ð Η (πολιτική) αρετή είναι διδακτή
(αποδεικτέα θέση)
ð Κάποια ελαττώματα (σωματικά) προέρχονται «φύσει» ή «τύχῃ» (έμφυτα ή
τυχαία). Επειδή ο άνθρωπος δεν ευθύνεται
γι’ αυτά και επειδή δεν αλλάζουν,
δεν διορθώνονται, δεν προκαλούν
θυμό, τιμωρία ή συμβουλή.
ð Τα ηθικά ελαττώματα (τα
αντίθετα της πολιτικής αρετής, π.χ.αδικία, ασέβεια) οφείλονται στην έλλειψη επιμέλειας, άσκησης και διδασκαλίας.
Επειδή ο άνθρωπος ευθύνεται γι’
αυτά, γιατί δεν φρόντισε να τα διδαχθεί, προκαλούν
θυμό, τιμωρία ή συμβουλή, για να
διορθωθούν.
ð Άρα, οι ηθικές αρετές , δηλαδή η πολιτική αρετή,
δεν είναι έμφυτη αλλά διδακτή.
Κριτική της απόδειξης
1.
Το σόφισμα της λήψεως του ζητουμένου : σοφιστική
συλλογιστική τεχνική που χρησιμοποιεί την αποδεικτέα θέση (το επιδιωκόμενο
συμπέρασμα) ως αποδεικτικό επιχείρημα (στις προκείμενες του συμπεράσματος
προτάσεις). Στην απόδειξη του Πρωτ. το σόφισμα αυτό εντοπίζεται στη φράση «ὅσα δὲ ἐξ ἐπιμελείας καὶ ἀσκήσεως καὶ διδαχῆς οἴονται γίγνεσθαι ἀγαθὰ ἀνθρώποις» : είναι η ίδια η αποδεικτέα θέση,
το διδακτόν της πολιτικής αρετής, που χρησιμοποιείται και ως αποδεικτικό
επιχείρημα. Το «σόφισμα της λήψεως του ζητουμένου» αποτελεί λογικό σφάλμα και
αναιρεί την πειστικότητα της απόδειξης.
2.
Η αντίφαση στις φράσεις «ᾧ
ἂν παραγίγνηται»και «ἐάν τις ταῦτα μὴ ἔχῃ» :
στις φράσεις αυτές ο Πρωτ. δέχεται ότι κάποιοι άνθρωποι δεν είναι
δίκαιοι, αντιφάσκει δηλαδή προς την θέση του για την καθολικότητα της πολιτικής
αρετής. Η αντίφαση αίρεται με τη γνωστή παρατήρηση : όλοι οι άνθρωποι μετέχουν
της πολιτικής αρετής «δυνάμει», έχουν τη δυνατότητα να την αποκτήσουν «ἐνεργείᾳ» με τη
διδασκαλία (βλ. ενότητα 4)
3.
Στηρίζεται
και εδώ στην κοινή αντίληψη, στη γνώμη του κόσμου, στη στάση
των ανθρώπων γενικά απέναντι στα έμφυτα και στα διδακτά ελαττώματα. Αποφεύγει
έτσι μια αυστηρή λογική απόδειξη, που ίσως θα δυσχέραινε την αποδεικτική του
προσπάθεια. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει εξάλλου, ότι, σε ό,τι αφορά στη στάση
των αρχαίων κοινωνιών απέναντι στα έμφυτα σωματικά ελαττώματα, η πραγματικότητα
δεν ήταν πάντοτε αυτή που περιγράφει ο Πρωτ. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση
των Σπαρτιατών, για παράδειγμα, που απέρριπταν τα μη αρτιμελή παιδιά. Ο
απάνθρωπος χλευασμός και η απόρριψη ανθρώπων με σωματικά ελαττώματα δεν
ήταν συμπεριφορές άγνωστες όχι μόνο κατά
την αρχαιότητα αλλά και σε μεταγενέστερες εποχές.
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ,
ΕΝΟΤΗΤΑ 6η : Η παιδευτική σημασία της
τιμωρίας ως απόδειξη του διδακτού της αρετής
ΘΕΜΑ: η
παιδευτική σημασία της τιμωρίας ως αποδεικτικό στοιχείο για το διδακτό της
αρετής (η δεύτερη απόδειξη για το διδακτό της αρετής- η πρώτη απόδειξη στην
προηγούμενη ενότητα)
ΔΟΜΗ
1.
Συμπέρασμα της προηγούμενης
απόδειξης και σύνδεση με την επόμενη (ἔνθα... οὔσης)
2.
Το θέμα και η αποδεικτέα θέση (εἰ γὰρ … εἶναι ἀρετήν.)
3. Η απόδειξη:
Ο διττός στόχος της έλλογης τιμωρίας (Οὐδείς γάρ... πολῖται)
4.
Το συμπέρασμα (ὥστε... διδακτόν ἀρετήν)
5.
Ανακεφαλαίωση για την
καθολικότητα και το διδακτό της αρετής (ὠς μέν οὖν... φαίνεται)
1.Συμπέρασμα της προηγούμενης
απόδειξης και σύνδεση με την επόμενη (ἔνθα δὴ πᾶς παντὶ θυμοῦται καὶ νουθετεῖ, δῆλον ὅτι ὡς ἐξ ἐπιμελείας καὶ μαθήσεως κτητῆς οὔσης.)
· Το
συμπέρασμα (δή)
της προηγούμενης απόδειξης για το διδακτό της αρετής : στην περίπτωση (ἔνθα) των
ηθικών ελαττωμάτων που δεν οφείλονται στην τύχη ή στη φύση αλλά στον άνθρωπο,
το ότι ο καθένας θυμώνει με όσους δεν έχουν αρετή και τους νουθετεί αποδεικνύει
πως αυτή την αποκτούμε με την επιμέλεια και τη μάθηση (=είναι διδακτή).
2.Το θέμα
και η αποδεικτέα θέση (εἰ γὰρ ἐθέλεις ἐννοῆσαι τὸ κολάζειν, ὦ Σώκρατες, τοὺς ἀδικοῦντας τί ποτε δύναται, αὐτό σε διδάξει ὅτι οἵ γε ἄνθρωποι ἡγοῦνται παρασκευαστὸν εἶναι ἀρετήν.)
· Ο Πρωτ.
δηλώνει στο Σω. ότι θα αναφερθεί στη σκοπιμότητα της τιμωρίας, για να
αποδείξει ότι η αρετή είναι διδακτή (παρασκευαστόν = διδακτόν).
3.Η απόδειξη: Ο διττός στόχος της
έλλογης τιμωρίας
Μια
λεξιλογική διευκρίνιση :
· τιμωρούμαι = τιμωρώ για
να πάρω εκδίκηση, ενώ κολάζω = τιμωρώ για επανόρθωση της αδικίας ή για
σωφρονισμό. Ο Αριστοτέλης στη Ρητορική του
διευκρινίζει: Διαφέρει δέ τιμωρία καί κόλασις. ἡ μέν γάρ κόλασις τοῦ πάσχοντος ἕνεκα ἐστιν, ἡ δέ τιμωρία τοῦ
ποιούντος, ἵνα
άποπληρωθῆ (= οι έννοιες της «τιμωρίας» και της «κολάσεως»
διαφέρουν. Η «κόλασις» γίνεται για χάρη του θύματος, ενώ η «τιμωρία» για να
πληρώσει ο δράστης).
α. Η τιμωρία
ως εκδίκηση (οὐδεὶς γὰρ κολάζει
τοὺς ἀδικοῦντας
πρὸς τούτῳ τὸν νοῦν ἔχων καὶ
τούτου ἕνεκα,
ὅτι ἠδίκησεν, ὅστις
μὴ ὥσπερ θηρίον
ἀλογίστως
τιμωρεῖται·)
· Ο Πρωτ.
απορρίπτει ως σκοπό του κολάζειν το τιμωρεῖσθαι (με την αρχαιοελληνική σημασία των λέξεων). Θεωρεί δηλαδή ότι
κανένας δεν επιβάλλει μια «τιμωρία» ως
άλογη και τυφλή εκδίκηση, με σκοπό
την ανταπόδοση ενός αδικήματος και την εκδίκηση κατά του δράστη (οὐδεὶς
γὰρ κολάζει
τοὺς ἀδικοῦντας
πρὸς τούτῳ τὸν νοῦν ἔχων καὶ
τούτου ἕνεκα). Δέχεται,
βέβαια, ότι κάποιοι άνθρωποι τιμωρούν με αυτό το σκοπό, η συμπεριφορά αυτή όμως
αρμόζει στα άγρια ζώα, που ενεργούν
χωρίς λογική (ἀλογίστως), γιατί τα άγρια (και
άλογα) ένστικτά τους τα παρωθούν στην εξόντωση του αντιπάλου τους που τους
αδίκησε.
Τι συμβαίνει στην πραγματικότητα
;
· Πολλές φορές
η τιμωρία των παιδιών από τους γονείς και τους δασκάλους επιβάλλεται μέσα σε έξαρση
του θυμικού και υπό το κράτος έντονων αρνητικών συναισθημάτων (θυμού,
αγανάχτησης και οργής). Τότε ο σκοπός της τιμωρίας δεν είναι πια παιδαγωγικός,
η παιδαγωγική δεοντολογία εκτρέπεται σε ψυχική εκτόνωση του «παιδαγωγού».
Άλλοτε πάλι, ακόμα και αν αυτός που επιβάλλει την τιμωρία βρίσκεται σε ψυχική
ηρεμία, η τιμωρία έχει χαρακτήρα εκφοβισμού ή επίδειξης ισχύος του μεγαλυτέρου.
Και οι δύο αυτές περιπτώσεις τιμωρίας είναι απαράδεκτες, η σύγχρονη παιδαγωγική
μάλιστα απορρίπτει γενικά την τιμωρία ως σωφρονιστικό μέσο.
β. Ο σκοπός
της έλλογης τιμωρίας (ὁ
δὲ μετὰ
λόγου ἐπιχειρῶν
κολάζειν οὐ
τοῦ παρεληλυθότος
ἕνεκα ἀδικήματος
τιμωρεῖται–οὐ
γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν
ἀγένητον θείη–ἀλλὰ
τοῦ μέλλοντος χάριν,
ἵνα μὴ
αὖθις ἀδικήσῃ
μήτε αὐτὸς
οὗτος μήτε
ἄλλος ὁ
τοῦτον ἰδὼν
κολασθέντα.)
· τό «κολάζειν μετὰ λόγου»
=η έλλογη
τιμωρία, αυτή που επιβάλλεται όχι υπό το κράτος οργής ή αγανάκτησης, ούτε για
την εξόντωση του δράστη ή για εκδίκηση (σε αντίθεση με το «τιμωρεῖσθαι» για το οποίο έγινε λόγος
παραπάνω).
· Η έλλογη
τιμωρία δεν έχει στόχο την ακύρωση ή τη θεραπεία του αδικήματος που έχει διαπραχθεί
στο παρελθόν: αυτή είναι αδύνατη, γιατί το αδίκημα που έγινε και τα επακόλουθα
του αποτελεί πραγματικότητα που δεν μπορεί να διορθωθεί. Το γνωμικό οὐ
γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν
ἀγένητον θείη (=τό γιγνόμενον οὐκ ἀπογίγνεται), ενισχύει την παρατήρηση αυτή του
Πρωτ. . Η ίδια
αντίληψη επικρατεί και σήμερα ( «ό,τι έγινε δεν ξεγίνεται», «ό,τι έγινε
έγινε»).
· ο σκοπός της
έλλογης τιμωρίας αφορά το μέλλον (τοῦ μέλλοντος χάριν) και
είναι διττός :
1.
ο σωφρονισμός εκείνου που έχει διαπράξει την
αδικία, ώστε αυτός να μην υποπέσει ο
ίδιος ξανά στο μέλλον σε αδίκημα (ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ μήτε αὐτὸς οὗτος), και
2.
ο παραδειγματισμός των άλλων, ώστε να μην υποπέσουν
και αυτοί στο μέλλον σε αδίκημα
(μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα).
Αξιολόγηση της άποψης του
Πρωταγόρα για το σκοπό της ποινής :
· απορρίπτει
ως κίνητρο της ποινής την ανταπόδοση και την εκδίκηση, τον εκδικητικό και
κατασταλτικό χαρακτήρα της
· προβάλλει το
σωφρονιστικό και παιδευτικό χαρακτήρα της ποινής
· αντιτίθεται
προς την κοινή αντίληψη της εποχής του (αλλά συχνά και της δικής μας) : κατά
τον ηθικό κώδικα πολλών αρχαίων λαών η τιμωρία ήταν αλληλένδετη με την εκδίκηση
και με την ικανοποίηση του ίδιου του παθόντος ή των συγγενών ενός θύματος. Η
στάση αυτή είναι –εν μέρει- κατανοητή, αν λάβουμε υπόψη τον πόνο και την
αγανάκτηση τους. Σχετική είναι η «τίσις» (=η εκδίκηση των θεών) ως
αποκατάσταση της ηθικής τάξης, αλλά και το γνωστό ὀφθαλμόν ἀντί ὀφθαλμοῦ του εβραϊκού
μωσαϊκού νόμου. Η θεώρηση του Πρωταγόρα πρέπει να θεωρηθεί φωτισμένη και
ρηξικέλευθη για την εποχή του, σύμφωνη με τις απόψεις του σύγχρονου δικαίου και
της σύγχρονης παιδαγωγικής. Αντίστοιχες απόψεις για το νόημα της ποινής
διατύπωσε τον ο Ιταλός Cesare Beccaria την εποχή του ευρωπαϊκού διαφωτισμού (19ος αιώνας).
4.Το συμπέρασμα (καὶ
τοιαύτην διάνοιαν
ἔχων διανοεῖται
παιδευτὴν εἶναι ἀρετήν)
:
· η τιμωρία
αποσκοπεί στο σωφρονισμό του δράστη και τον παραδειγματισμό των άλλων, δηλαδή
επιδιώκει να επαναφέρει το δράστη στο δρόμο της αρετής, να τον κάνει καλύτερο
ηθικά άνθρωπο και στους άλλους να υποδείξει τι είναι ηθικά σωστό. Η ποινή
λοιπόν είναι ένα μέσο διδασκαλίας της αρετής, η αρετή είναι διδακτή. Και
αντίστροφα :
αν η αρετή
δε διδασκόταν, αυτό θα σήμαινε ότι είναι κάποιος καλός ή κακός εκ φύσεως. Τότε
όμως ούτε υπεύθυνος για την αδικία ούτε θα ήταν αδύνατο να αλλάξει, να
σωφρονιστεί. Η επιβολή οποιασδήποτε ποινής σε αυτόν τον εκ φύσεως άδικο άνθρωπο
θα ήταν μάταιη.
Το
επιχείρημα συνοπτικά
α. Η τιμωρία
επιβάλλεται για αποτροπή επανάληψης της αδικίας.
β. Αυτό
στηρίζεται στην πεποίθηση ότι θα επιτευχθεί σωφρονισμός και παραδειγματισμός
(δηλαδή ότι με τη διδασκαλία θα επιτευχθεί βελτίωση, θα αποκτηθεί η αρετή).
γ. Άρα: η αρετή
είναι διδακτή.
Κριτική του επιχειρήματος
α. Το σόφισμα της λήψεως του ζητουμένου : Η αποδεικτέα θέση
χρησιμοποιείται ταυτόχρονα και ως αποδεικτικό επιχείρημα : οι άνθρωποι
τιμωρούν για σωφρονισμό και παραδειγματισμό, γιατί πιστεύουν ότι η αρετή
είναι διδακτή (=επιχείρημα και αποδεικτέα θέση). Δηλαδή,
ήδη πριν από τη διατύπωση του συμπεράσματος ότι η αρετή είναι διδακτή, αυτή η
θέση γίνεται δεκτή και θεωρείται δεδομένη, χρησιμοποιείται ως αποδεικτικό
στοιχείο.
β. Η θέση του Πρωτ. για το
σωφρονιστικό και παραδειγματικό σκοπό της τιμωρίας είναι περισσότερο δεοντολογική, χωρίς να ανταποκρίνεται
στην πραγματικότητα εκείνης της εποχής. Προβάλλει δηλαδή ως δεδομένη και
παραδεκτή μια άποψη που θα έπρεπε να
ισχύει, αλλά δεν ισχύει στην πραγματικότητα.
Γενίκευση
του συμπεράσματος (ταύτην οὖν τὴν δόξαν πάντες ἔχουσιν ὅσοιπερ τιμωροῦνται καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ. τιμωροῦνται δὲ καὶ κολάζονται οἵ τε ἄλλοι ἄνθρωποι οὓς ἂν οἴωνται ἀδικεῖν, καὶ οὐχ ἥκιστα ᾿Αθηναῖοι οἱ σοὶ πολῖται· ὥστε κατὰ τοῦτον τὸν λόγον καὶ ᾿Αθηναῖοί εἰσι τῶν ἡγουμένων παρασκευαστὸν εἶναι καὶ διδακτὸν ἀρετήν.)
· Ο Πρωτ.
γενικεύει το συμπέρασμά του : όλοι όσοι τιμωρούν αποσκοπούν στη διδασκαλία της
αρετής :
ð στον ιδιωτικό βίο : οι γονείς
και οι παιδαγωγούς που τιμωρούν τα παιδιά και τους μαθητές τους
ð στο δημόσιο βίο : τα όργανα
του κράτους που επιβάλλουν ποινές σε όσους παραβιάζουν τους νόμους.
ð μέσα στο
σύνολο περιλαμβάνονται και οι Αθηναίοι,
τους οποίους ο Σωκράτης είχε φέρει ως παράδειγμα για να δείξει ότι η αρετή δεν
είναι διδακτή (βλ. ενότητα 1). Αντίθετα τώρα ο Πρωτ. αποδεικνύει ότι οι
Αθηναίοι περιλαμβάνονται σ' εκείνους που δέχονται το διδακτό της αρετής,
επαναλαμβάνοντάς το μάλιστα δύο φορές («ὥστε
κατὰ τοῦτον τὸν
λόγον καὶ
᾿Αθηναῖοί
εἰσι τῶν
ἡγουμένων
παρασκευαστὸν εἶναι καὶ
διδακτὸν ἀρετήν»
και πιο κάτω «διδακτὸν καὶ παρασκευαστὸν
ἡγοῦνται ἀρετήν»)
5.Ανακεφαλαίωση για την
καθολικότητα και το διδακτό της αρετής (ὡς μὲν οὖν εἰκότως ἀποδέχονται οἱ σοὶ πολῖται καὶ χαλκέως καὶ σκυτοτόμου συμβουλεύοντος τὰ πολιτικά, καὶ ὅτι διδακτὸν καὶ παρασκευαστὸν ἡγοῦνται ἀρετήν, ἀποδέδεικταί σοι, ὦ Σώκρατες, ἱκανῶς, ὥς γέ μοι φαίνεται.)
Εδώ ολοκληρώνεται το πρώτο σκέλος της απάντησης του Πρωταγόρα στο
Σω., στο οποίο :
· αποδέχεται και αποδεικνύει τη θέση του
Σω. για την καθολικότητα της αρετής (ως την πρώτη παράγραφο της ενότητας 5),
· ανασκευάζει τη θέση του
Σω. ότι η αρετή δεν είναι διδακτή (δεύτερη παράγραφος της ενότητας 5 και
ενότητα 6).
· Στη συνέχεια
θα ασχοληθεί με την ανασκευή της άποψης του Σωκράτη ότι οι αγαθοί άντρες δεν
μπορούν να διδάξουν στα παιδιά τους την αρετή (που ο Σω. χρησιμοποιεί ως
απόδειξη για το ότι η αρετή δεν είναι διδακτή).
· ο Πρωτ.
ολοκληρώνει την επιχειρηματολογία του με αυτοπεποίθηση
και κάποια αυταρέσκεια (ἀποδέδεικταί
σοι, ὦ Σώκρατες, ἱκανῶς), θεωρώντας ότι η
απόδειξή του είναι πειστική. Μετριάζει ωστόσο το αλαζονικό του ύφος με τη φράση
«ὥς γέ μοι φαίνεται». Ως προς την πειστικότητα του
επιχειρήματος του Πρωτ. βλ. κριτική του επιχειρήματος.
Μερικές σκέψεις για τις ποινές
1.Η αποτελεσματικότητα των ποινών
Α. Για όσους
τιμωρούνται
·
Υπάρχουν αυτοί που συνετίζονται
για λόγους συνειδησιακούς ή συνειδητοποιούν το κόστος της ποινής και
αποφεύγουν μελλοντικές παρανομίες.
·
Σε άλλους η ποινή λειτουργεί
διαφορετικά. Έτσι:
α. Νιώθουν
ταπεινωμένοι και αδικημένοι από το κοινωνικό σύστημα.
β. Συγχρωτίζονται
στα σωφρονιστικά ιδρύματα με πωρωμένους εγκληματίες και εξοικειώνονται με την
παρανομία.
γ. Όταν
συμπληρώσουν την έκτιση της ποινής τους, δεν τους δέχεται εύκολα η κοινωνία.
δ. Τα
παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα να ξαναπέφτουν στην παρανομία και έτσι να
δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος.
Β. Για όσους
δεν έχουν παρανομήσει
·
Μερικοί παραδειγματίζονται από
την ποινή των άλλων και ο φόβος γι' αυτήν τους κρατάει μακριά από την
παρανομία.
·
Άλλοι δεν μπορούν να
συνειδητοποιήσουν σε όλη του την έκταση το προσωπικό, οικογενειακό και
κοινωνικό κόστος των ποινών.
· Πολλές
φορές, τη στιγμή που διαπράττεται ένα έγκλημα, ο δράστης βρίσκεται σε τέτοια
ψυχική έξαρση, που δε μένουν περιθώρια να σκεφτεί τα επακόλουθα· εξάλλου,
πάντα τρέφει την ελπίδα ότι δε θα γίνει αντιληπτός και ότι θα διαφύγει τη
σύλληψη.
2.Το πνεύμα επιβολής των ποινών στις
δημοκρατικές πολιτείες
· Ο νόμος
περιφρουρεί τα δικαιώματα των πολιτών και διασφαλίζει την ομαλή λειτουργία του
κοινωνικού συνόλου, προστατεύοντας την από εκείνους που παρανομούν. Όταν ο
νόμος παραβιάζεται, πρέπει να γίνεται εξαντλητική
διερεύνηση της ενοχής ενός προσώπου για την αποφυγή επιβολής άδικης ποινής.
· Η ποινή
πρέπει να χρησιμοποιείται ως μέσο
σωφρονισμού και παραδειγματισμού και όχι ως μέσο εκδίκησης και
εκφοβιστικής επίδειξης της ισχύος της πολιτείας.
· Η πολιτεία
πρέπει να σέβεται τα ανθρώπινα
δικαιώματα εκείνων που εκτίουν ποινές σε σωφρονιστικά καταστήματα,
εξασφαλίζοντας γι' αυτούς ανάλογες συνθήκες διαβίωσης.
· Κατά τη
διάρκεια της εκτέλεσης της ποινής αλλά και μετά την ολοκλήρωση της, πρέπει να
λαμβάνεται μέριμνα για την ομαλή
επανένταξη των τροφίμων των σωφρονιστικών ιδρυμάτων στο κοινωνικό σώμα.
· Γενικά
πρέπει να αντιμετωπίζεται ο παραβάτης του νόμου αν όχι με κατανόηση,
τουλάχιστο με ανθρωπισμό.
3.Οι ποινές στις αυταρχικές
πολιτείες
·
το αυταρχικό κράτος αντιμετωπίζει
τον παραβάτη του νόμου σαν νοσηρό και
αποβλητέο μέλος του υγιούς συνόλου, χωρίς να φροντίζει για την επανένταξή
του στο κοινωνικό σύνολο.
·
είναι σκληρό και άτεγκτο απέναντι
σ' αυτόν και εξαντλεί όλη την αυστηρότητα
του.
·
Οι ποινές είναι εξοντωτικές και οι συνθήκες διαβίωσης
των κρατουμένων απάνθρωπες.
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 7Η : Η διδασκαλία της αρετής από την οικογένεια και την
κοινωνία
ΔΟΜΗ
Πρώτο μέρος : η διδασκαλία της
αρετής από τους άριστους άντρες στα παιδιά τους.
1.
Η θέση του Σω. : Η αδυναμία των αρίστων ανδρών να διδάξουν στα παιδιά
τους την αρετή
2.
Η ανασκευή από τον Πρωτ. της θέσης του Σω.
2. 1.
Η «ἀνδρός ἀρετή» και τα μέρη της ως απαραίτητη
προϋπόθεση για την ύπαρξη πόλεως
2. 2.
Η δυνατότητα ηθικής βελτίωσης
2. 3.
Οι συνέπειες για όσους δεν αποκτούν την αρετή
2. 4.
Σύνοψη της απόδειξης και συμπέρασμα
Δεύτερο μέρος : Η διά βίου εκπαίδευση των Αθηναίων ως απόδειξη του διδακτού της αρετής
1.
Τα τρία στάδια της αγωγής στον ιδιωτικό και στο δημόσιο βίο: φορείς, μέθοδοι,
περιεχόμενο, σκοπός της αγωγής
2.
Συμπέρασμα για το διδακτό της αρετής
Ο Πρωταγόρας,
χρησιμοποιώντας λογικά επιχειρήματα, αντικρούει τη δεύτερη αντίρρηση-επιχείρημα
του Σωκράτη, ότι δεν μπορούν οι άριστοι πολιτικοί να μεταδώσουν στους γιους
τους την πολιτική αρετή (η διδακτική ενότητα 7 του σχολικού βιβλίου
είναι η αρχή του δεύτερου μέρους της γενικής απάντησης):
α. Είναι αναγκαίο να έχουν πολιτική αρετή
(δηλαδή δικαιοσύνη, σωφροσύνη, οσιό-τητα) όλοι χωρίς εξαίρεση, για να υπάρχει
πόλη. Όμως κάποιοι (παιδιά, άντρες, γυναίκες) δεν την έχουν και πρέπει να τους
τη διδάξουμε' όποιος δε βελτιωθεί με τη διδασκαλία και την τιμωρία πρέπει να
εκδιώκεται από την πόλη ή να θανατώνεται. Θα ήταν λοιπόν παράλογο κάποιος
μεγάλος πολιτικός να μη διδάσκει την αρετή στα παιδιά του, με κίνδυνο αυτά να
εξοριστούν ή να θανατωθούν.
β. Στη συνέχεια της απάντησης του ο Πρωταγόρας
αναφέρεται στο εκπαιδευτικό σύστημα της Αθήνας και στη διά βίου εκπαίδευση των
Αθηναίων, για να αποδείξει το διδακτό της αρετής. Ετσι, κάνει λόγο διεξοδικά
για τα τρία στάδια της αγωγής στον ιδιωτικό και στο δημόσιο βίο, για τους
φορείς, τις μεθόδους, το περιεχόμενο και το σκοπό της αγωγής σε κάθε στάδιο,
για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ύστερα από όλα αυτά είναι ολοφάνερο ότι η
αρετή μπορεί να διδαχτεί.
Πρώτο μέρος : η διδασκαλία της αρετής από τους άριστους άντρες στα παιδιά τους.
1. Η θέση του Σω. : Η αδυναμία των αρίστων ανδρών να διδάξουν στα παιδιά
τους την αρετή
·
Ο Σω. στην ενότητα 1 στήριξε την άποψη ότι η αρετή δεν είναι διδακτή με
το επιχείρημα ότι οι άριστοι πολιτικοί (όπως
π.χ. ο Περικλής) δεν μπορούν να
μεταδώσουν στους γιους τους την πολιτική αρετή που διακρίνει τους ίδιους.
Εδώ ο Πρωτ. απαντά στο Σω. αλλοιώνοντας τη διατύπωση του Σω.: ο Σω. δεν είχε
αναρωτηθεί γιατί συμβαίνει αυτό («για ποιον λόνο οι αγαθοί
άνδρες... δεν είναι σε θέση να
βελτιώσουν τους γιους τους στην αρετή...»), αλλά είχε εξάγει το βέβαιο
συμπέρασμα ότι «η αρετή δεν είναι διδακτή». Ο Πρωτ. έχοντας ήδη υποστηρίξει το
αντίθετο (η αρετή είναι διδακτή), θα αιτιολογήσει τη δική του θέση.
2. Η ανασκευή από τον Πρωτ. της θέσης του Σω.
Η μέθοδος του Πρωταγόρα : «Για το θέμα
αυτό δε θα σου πω μύθο αλλά λόγο.»
·
«Λόγος» : διάλεξη, ανάπτυξη λογικών επιχειρημάτων. Με τον «λόγον»,
η σκέψη θα γίνει
πυκνότερη, θα κινητοποιήσει τη λογική και θα βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα.
Ο μύθος και ο λόγος (διάλεξη) είναι μέθοδοι διδασκαλίας των σοφιστών. Ο Πλάτων
και ο Σω.απορρίπτουν τη διάλεξη (βλ. εισαγωγή).
2. 1.
Η «ἀνδρός ἀρετή» και τα μέρη της ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη πόλεως (Για το θέμα
αυτό, Σωκράτη... σε καμιά περίπτωση χωρίς αυτό)
· Ο Πρωτ. αρχίζει την απόδειξη υπενθυμίζοντας
ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη πόλεως είναι η καθολικότητα της
πολιτικής αρετής, η συμμετοχή όλων σ' αυτήν (η θέση αυτή θεωρείται δεδομένη και
έχει διεξοδικά συζητηθεί στις ενότητες 4 και 5).
· Εδώ η πολιτική αρετή αναφέρεται ως «ανδρός άρετή», ως
ένα σύνολο επιμέρους αρετών («μόρια της ἀρετῆς» : δικαιοσύνη, σωφροσύνη οσιότητα).
·
Στην ανδροκρατούμενη κοινωνία
των αρχαίων πολίτες είναι μόνο οι άντρες και μόνο αυτοί συμμετέχουν στην
πολιτική ζωή. Η αρετή της γυναίκας ήταν να ασχολείται με τις δουλειές του σπιτιού
και να είναι υπάκουη στον άντρα της.
2. 2.
Η δυνατότητα ηθικής
βελτίωσης (και εάν σε περίπτωση που κάποιος...
και μετά την τιμωρία·)
Όσους δεν έχουν
μερίδιο στην αρετή πρέπει να τους οδηγούμε στην
αρετή, βελτιώνοντας τους. Τα μέσα της ηθικής βελτίωσης είναι η διδασκαλία και η τιμωρία. Αν ωστόσο
δεν προσαρμόζονται, πρέπει να εκδιώκονται από την πόλη (εξορία) ή να θανατώνονται.
2. 3.
Οι συνέπειες για
όσους δεν αποκτούν την αρετή
Η εξορία και η θανάτωση των αδίκων : στο μύθο του Προμηθέα ο Δίας θεσπίζει την
ποινή της θανάτωσης όσων δεν έχουν
συμμετοχή στην πολιτική αρετή και τους παρομοιάζει με σωματική νόσο (βλ. εν. 4: νόμον γε θὲς παρ' ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως.). Εδώ προστίθενται και άλλες βαρύτατες ποινές:
ο θάνατος ήταν βέβαια «η εσχάτη των ποινών», όπως και σήμερα, και επιβάλλεται
σε όσους θεωρείται ότι δεν επιδέχονται ηθικής βελτίωσης και αποτελούν κίνδυνο
για την ομαλή λειτουργία της πόλης. «Αποβάλλονται» έτσι από την ανθρώπινη
κοινωνία και μάλιστα με τον πιο απόλυτο τρόπο. Με την ποινή της εξορίας, που
μοιάζει –και είναι βέβαια- ελαφρύτερη, ο άδικος άνθρωπος επίσης αποβάλλεται
(για ένα διάστημα ή και για πάντα) από την κοινωνία. Για τον πολίτη μιας αρχαίας
πόλεως αυτό αποτελεί μέγιστη ατίμωση
και μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή
θανάτου, αφού η ζωή του πολίτη μπορεί να νοηθεί μόνο στο πλαίσιο της πόλης.
Η θανάτωση, η εξορία αλλά και η δήμευση
της περιουσίας επιφέρουν «τη
συνολική καταστροφή του οἴκου», το ξεκλήρισμα της
οικογένειας, συνέπειες δηλαδή όχι μόνο οδυνηρές οικονομικά, αλλά, κυρίως, εντελώς ταπεινωτικές για έναν πολίτη: αυτός (αν δεν θανατωθεί) και τα μέλη
του «οἶκου» του χάνουν
το κοινωνικό τους κύρος και περιφέρονται χωρίς εστία και βιός («ἀνέστιοι και πένητες»).
2. 4.
Σύνοψη της απόδειξης
και συμπέρασμα
Η απόδειξη του Πρωταγόρα ως εδώ :
1.
Υπάρχει ένα πράγμα στο οποίο είναι αναγκαίο να μετέχουν όλοι οι πολίτες,
για να είναι δυνατή η ύπαρξη πόλης. Αυτό το πράγμα είναι η ανδρός αρετή, δηλαδή η πολιτική αρετή.
2.
Αν κάποιος δε μετέχει στην αρετή, πρέπει να τον διδάσκουμε και να
τον τιμωρούμε, για να βελτιωθεί και να μετέχει και αυτός σ' αυτήν.
3.
Αν όμως, παρ' όλα αυτά, δε θελήσει να ενστερνιστεί την αρετή, πρέπει να αποβάλλεται από την
πόλη ή να θανατώνεται.
Και το συμπέρασμα :
ð Άρα θα ήταν παράδοξο οι αγαθοί άνδρες να μη
διδάσκουν την αρετή, ενώ διδάσκουν στα
παιδιά τους όλα τα άλλα.
Ο Πρωτ. συνοψίζει την
απόδειξη και το συμπέρασμά του (ότι το πράγμα αυτό…κάτι τέτοιο, Σωκράτη;) :
·
Όλοι δέχονται ότι η αρετή είναι διδακτή.
·
Οι αγαθοί άνδρες διδάσκουν στα παιδιά τους όλα τα άλλα, η άγνοια των
οποίων δεν οδηγεί στο θάνατο ή άλλη εξοντωτική ποινή
ð Άρα,
δεν μπορεί παρά να διδάσκουν και αυτό που, αν δεν το γνωρίζουν, τα
περιμένει θάνατος, εξορία κ.τ.λ., δηλαδή την πολιτική αρετή.
·
Ο Πρωτ. καταλήγει σε μια διαπίστωση που αποτελεί «άτοπον», παράλογο («εἰς ἄτοπον ἀπαγωγή»). Συνεπώς και
η αφετηρία του συλλογισμού είναι «ἄτοπον», δεν
μπορεί να ισχύει δηλαδή το ότι οι αγαθοί άνδρες δεν διδάσκουν την αρετή στα
παιδιά τους. Αυτό θα ήταν αντίθετο στην κοινή λογική κατά την οποία ένας
πατέρας επιδιώκει το καλό του παιδιού του. Αν,
λοιπόν, δεν του διδάσκει την αρετή, το
οδηγεί στην καταδίκη του σε θάνατο, εξορία κλπ. Ο Πρωτ. αποδεικνύει αρνητικά (=αν δεν τη δίδασκαν, θα
τα οδηγούσαν στην καταδίκη…) για ποιο λόγο δεν μπορεί παρά να διδάσκουν οι
αγαθοί πολίτες την πολιτική αρετή στα παιδιά τους.
·
Ο Πρωτ. για την εξαγωγή του συμπεράσματος χρησιμοποιεί το συλλογισμό «ἐκ τοῦ ἐλάσσονος προς τό μεῖζον» : από το μικρότερο, το λιγότερο σημαντικό
(ενν. από τη διδασκαλία της ανάγνωσης, των μαθηματικών κ.ά. που η έλλειψή της
δεν επιφέρει ποινή), στο μεγαλύτερο, στο πιο σημαντικό (στη διδασκαλία της
αρετής, που η έλλειψή της επιφέρει βαρύτατες ποινές).
Η φραστική
διατύπωση της απόδειξης
Ο Πρωτ. χρησιμοποιεί
:
·
μια ρητορική ερώτηση : «υπάρχει ένα πράγμα στο οποίο είναι
αναγκαίο να μετέχουν όλοι οι πολίτες, προκειμένου να είναι δυνατή η ύπαρξη
πόλεως, ή δεν υπάρχει;» Την απάντηση δίνει ο ίδιος πιο κάτω : ναι, υπάρχει και είναι η ἀνδρός ἀρετή (=η πολιτική αρετή)
·
επτά διαδοχικές
υποθετικές προτάσεις : διατυπώνονται ρητορικά ως υποθέσεις χωρίς απόδοση («ανανταπόδοτο
σχήμα»). Για όλες τις υποθετικές προτάσεις όμως υπάρχει η κοινή απόδοση «σκέψου τι
περίεργα πλάσματα είναι αυτοί οι αγαθοί άνδρες». Οι υποθετικές προτάσεις νοούνται ως προτάσεις
αποφαντικές, ως δεδομένες θέσεις.
·
Με αυτά τα εκφραστικά μέσα ο λόγος γίνεται πιο εντυπωσιακός. Κατ’ άλλους, ο Πλάτων επιδιώκει να παρουσιάσει έναν
Πρωταγόρα που βρίσκεται σε αμηχανία
και δυσκολεύεται να διατυπώσει λογικά την απόδειξη του, γι' αυτό φλυαρεί, επιδιώκει τον εντυπωσιασμό και πλατειάζει με ανακόλουθα, επαναλήψεις και λόγο χαλαρό.
Κριτική της απόδειξης
1.
Ο Πρωτ. παρουσιάζεται από τον Πλάτωνα να διατυπώνει όχι αυστηρά λογικά και πειστικά
επιχειρήματα, με λόγο που παρεκκλίνει από το στοχαστικό ύφος και έχει ρητορικά στοιχεία εντυπωσιασμού
(ρητορικές ερωτήσεις και αλλεπάλληλες υποθέσεις).
2.
Ο Πρωτ. αλλοιώνει τη θέση του
Σωκράτη (βλ. παραπάνω), για να αποδείξει αυτό που θέλει ο ίδιος και
όχι αυτό που πρέπει.
3.
Χρησιμοποιεί δεοντολογικές
διατυπώσεις (τέσσερα «πρέπει να»), που δεν είναι πειστικές (πρέπει οι αποδεικτικές
προτάσεις να είναι αποφαντικές και όχι δεοντολογικές ώστε να έχουν λογική
ισχύ). Λέει, δηλαδή, τι πρέπει να
γίνεται (π.χ. πρέπει να τον διδάσκουμε...)και όχι τι συμβαίνει στην πραγματικότητα
(τον διδάσκουμε...).
4.
Δεν
αποδεικνύει τη θέση του θετικά, αλλά αρνητικά
: λέει ότι θα ήταν αδιανόητο να μην ισχύει, χωρίς να αιτιολογεί γιατί ισχύει.
Δεύτερο μέρος : Η διά βίου εκπαίδευση των Αθηναίων ως απόδειξη του διδακτού της αρετής
1. Τα τρία στάδια της αγωγής στον ιδιωτικό και στο δημόσιο βίο: φορείς, μέθοδοι,
περιεχόμενο, σκοπός της αγωγής
Σε όλη τη ζωή τους οι Αθηναίοι διδάσκονται την αρετή με διάφορους τρόπους
και μεθόδους :
·
Στη νηπιακή ηλικία : οι γονείς, η παραμάνα και ο παιδαγωγός
δίνουν στο παιδί τις βάσεις της ηθικής συμπεριφοράς.
·
Στην παιδική και στην
εφηβική ηλικία
: οι δάσκαλοι φροντίζουν περισσότερο για τη διαμόρφωση της ηθικής
προσωπικότητας του παιδιού παρά για την παροχή γνώσεων.
·
Ως πολίτες : η
πολιτεία τους υποχρεώνει να
μαθαίνουν τους νόμους (που καθορίζουν τι είναι δίκαιο και τι όχι) και να ζουν
σύμφωνα με τις επιταγές τους, είτε ασκούν δημόσια αξιώματα είτε όχι.
ð Το
εκπαιδευτικό σύστημα της Αθήνας
Α. Πρώτο στάδιο
ηλικία: νηπιακή (ως το 6ο ή 7ο έτος)
φορείς: η οικογένεια (γονείς, παραμάνα, παιδαγωγός)
περιεχόμενο: ηθοπλαστικό (δίκαιο - άδικο, καλό - κακό κτλ.)
στόχος: η ηθική βελτίωση του παιδιού (διδασκαλία αρετής)
μέθοδοι: νουθεσίες, διδασκαλία - απειλές, χτυπήματα
Β. Δεύτερο στάδιο
ηλικία: παιδική, εφηβική (από το 6ο ή 7ο ως το 18ο έτος)
φορείς: δάσκαλος (στο σπίτι του)
περιεχόμενο: ηθοπλαστικό και γνωστικό (ανάγνωση και γραφή, μουσική - ποιήματα μεγάλων
ποιητών)
στόχος: η εύκοσμία των παιδιών
(καλή και ηθική συμεπριφορά)
μέθοδοι: διδασκαλία, παραδείγματα προς μίμηση(των αρχαίων ηρώων)
Γ. Τρίτο
στάδιο
ηλικία: ανδρική (από το 18ο
έτος και πάνω)
φορείς: πολιτεία, κοινωνία
περιεχόμενο: πολιτικό
(εκμάθηση των νόμων, δηλ. της πολιτικής αρετής)
στόχος: η πολιτική αγωγή: να
ζουν οι πολίτες σύμφωνα με τους νόμους (μαθαίνοντας να άρχουν και να άρχονται)
μέθοδοι: κυρώσεις
στους παραβάτες των νόμων (εὐθύναι)
ð Τα γνωρίσματα της εκπαίδευσης στην αρχαία Αθήνα
1.
δια βίου εκπαίδευση: διαδικασια συνεχής από τη νηπιακή ως την
ώριμη ηλικία. Πέρα από τη διδασκαλία στο σπίτι και στο δάσκαλο, Η πόλη δίδασκε
με τους νόμους (δημοσιεύονταν σε μεγάλες ξύλινες πλάκες σε δημόσιο χώρο, ώστε
να τους διαβάζουν όλοι οι πολίτες) αλλά και με πολλούς άλλους παιδευτικούς
θεσμούς (γιορτές, τελετές, θέατρο και άλλοι καλλιτεχνικοί αγώνες κ.ά.).
2.
ιδιωτική : οι δαπάνες της διδασκαλίας στο σπίτι και
στον ιδιωτικό δάσκαλο επιβάρυναν αποκλειστικά την οικογένεια του παιδιού. Γι’
αυτό και κυρίως οι πλούσιοι μόρφωναν τα
παιδιά τους, γιατί η εκπαίδευση ήταν δαπανηρή.
3.
ανοιχτή, χωρίς προκαθορισμένα όρια και περιεχόμενο
(ενώ στη Σπάρτη η αγωγή των παιδιών ήταν καθορισμένη από την πολιτεία, η οποία
και την αναλάμβανε).
4.
Ως προς το περιεχόμενο και τους στόχους ο χαρακτήρας της εκπαίδευσης ήταν κυρίως ηθοπλαστικός, αφού η αγωγή σε όλες τις βαθμίδες αποσκοπούσε στην
κατάκτηση της αρετής με την ηθική διαπαιδαγώγηση.
ð Τα μέσα της αγωγής
1.
οι νουθεσίες
(προτρεπτικές ή αποτρεπτικές) και η προβολή παραδειγμάτων για μίμηση : μέσα για τη διάπλαση της προσωπικότητας του και στην κατάκτηση της αρετής. Τα μέσα
αυτά τα υιοθετεί και η σύγχρονη παιδαγωγική.
2.
οι απειλές, τα
χτυπήματα : σωφρονιστικές μέθοδοι, για συμμόρφωση στις
υποδείξεις και τις διδασκαλίες ( «ισιώνουν», πρβλ. και τα « Ό μή δαρείς
άνθρωπος ού παιδεύεται» και «Το ξύλο βγήκε aπ' τον Παράδεισο» ). Η νέοτερη παιδαγωγική απόρρίπτει τα μέσα αυτά
ως άσκηση σωματικής και
ψυχολογικής βίας, που προσβάλλουν την προσωπικότητα του παιδιού και δημιουργούν
ψυχικά τραύματα (ο ξυλοδαρμός απαγορεύεται σήμερα από το νόμο). Στην αρχαία
Αθήνα όμως αυτές οι αυταρχικές μέθοδοι αγωγής ήταν σε χρήση.
ð Η παρομοίωση
· Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί μιαν εύστοχη
παρομοίωση: όταν το παιδί παρεκκλίνει από τα όρια που του επιβάλλονται (δηλαδή από τους κανόνες της αρετής), εκείνοι
που ασκούν το έργο της αγωγής το επαναφέρουν στην ευθεία, δηλαδή στο ορθό
δρόμο της αρετής (εύθύνουσιν), όπως ισιώνουμε ένα δέντρο που λυγίζει και
γέρνει. Η παρομοίωση αυτή προετοιμάζει την ετυμολογική ερμηνεία που θα δοθεί
λίγο πιο κάτω στη λέξη «εὐθύναι».
·
«Εὐθύναι» : η λογοδοσία που ήταν υποχρεωμένος να κάνει σε ειδικούς ελεγκτές ένας
άρχοντας για τα πεπραγμένα του, όταν τελείωνε ο χρόνος της εξουσίας του. Ετσι
ονομάζονταν και οι κυρώσεις που του επιβάλλονταν, αν διαπιστωνόταν κατάχρηση
της εξουσίας του ή παραλείψεις.
2. Συμπέρασμα για το διδακτό της αρετής
· Αυτή η τόσο πλατιά και μακρόχρονη προσπάθεια
διδασκαλίας της αρετής, που καταβάλλεται από τόσους ανθρώπους και στον ιδιωτικό
και στο δημόσιο τομέα, αποδεικνύει ότι μπορεί να διδαχτεί. Η ίδια λοιπόν η
πραγματικότητα αποδεικνύει ότι η αρετή είναι διδακτή.
·
Το συμπέρασμα του Πρωταγόρα διατυπώνεται με τρόπο έντονο και σχεδόν θριαμβικό (με ρητορική ερώτηση, όπως και
το προηγούμενο). Έτσι, ο μεγάλος σοφός παρουσιάζεται γεμάτος αυτοπεποίθηση και σίγουρος ότι ολοκλήρωσε με επιτυχία την απόδειξη για την ορθότητα
της θέσης του.
Κριτική της απόδειξης :
·
Το συμπέρασμα του Πρωτ., καθώς στηρίζεται στην πραγματικότητα, είναι πειστικό, όσο και αν δεν απορρέει από
λογικές κατασκευές που θα ακολουθούσαν κανόνες της τυπικής λογικής. Θα μπορούσε
ωστόσο να καταλογιστεί ως ασθενές σημείο του συμπεράσματος το ότι στηρίζεται σε
όσα πρέπει να αποδειχτούν.