Η
Γαία, μία από τις τρεις πρωταρχικές θεότητες, γέννησε - χωρίς ερωτική
επαφή - τρία παιδιά, τα Όρη, τον Ουρανό και τον Πόντο. Τα Όρη δεν είχαν
απογόνους, αλλά πάνω σ’ αυτά κατοικούσαν οι θεοί, αλλά πολλές από τις
νύμφες της μυθολογίας, εκτός από τις Νηρηίδες και τις Ωκεανίδες. Με το
άρθρο αυτό θα αναφερθούμε στους απογόνους της Γαίας από την ένωσή της με
το τελευταίο της παιδί, τον Πόντο.
Πόντος στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει θάλασσα, υπό την ολοκληρωτική όμως έννοια, δηλαδή την έννοια όλου του υγρού στοιχείου· έτσι,
για τους Ωκεανούς υπήρχε άλλη λέξη (Ωκεανός), ενώ μια θάλασσα θα
μπορούσαμε να την αποκαλέσουμε Τηθύδα (περιλάμβανε τη θάλασσα και τη γη
μαζί) ή Θάλαττα (θάλασσα στα νέα Ελληνικά). Υπήρχε, βέβαια, και η λέξη «Πέλαγος», που σήμαινε και σημαίνει ανοιχτή θάλασσα.
Τέλος πάντων, η Γαία γονιμοποίησε με τον Πόντο αρκετά αργότερα απ’ ότι
γονιμοποίησε με το πρώτο της παιδί, τον Ουρανό. Καρποί της ένωσης του
Πόντου με τη Γαία υπήρξαν η μεγαλοδύναμη Ευρύβια, ο θαυμαστός Θαύμας, η
Κητώ (προσωποποίηση των κητών της θάλασσας), ο Νηρέας και ο Φορκέας.
Μερικοί λέγουν ότι ο Φορκέας ήταν παιδί του Ωκεανού και της Τηθύδας. Η
Ευρύβια δεν απέκτησε απογόνους, ενώ ο Φορκέας και η Κητώ, που και οι δύο
ήταν προσωποποιήσεις καταχθόνιων, υγρών δυνάμεων, ήρθαν σε ερωτική
επαφή και γέννησαν τις 3 Γραίες και τις 3 Γοργόνες, που ονομάζονταν,
συλλογικά, Φορκίδες.
Οι
3 Γραίες (Δεινώ, Ενυώ και Πεφρηδώ) ήσαν οι προσωποποιήσεις των κεραυνών
και των νεφών και ονομάζονταν έτσι επειδή γεννήθηκαν ηλικιωμένες, ενώ
αργότερα η Δεινώ και η Ενυώ έγιναν συντρόφισσες του Άρη στους Πολέμους.
Οι 3 Γοργόνες (Ευρυάλη, Μέδουσα και Σθεινώ), που ήταν και οι τρεις τους
τεράστια και απεχθή τέρατα, είχαν την ιδιότητα να μετατρέπουν σε
απολίθωμα όποιο θνητό τολμούσε να τις κοιτάξει στα μάτια, ενώ υπάρχουν
μαρτυρίες ότι (Ομήρου Οδύσσεια) ότι τραγουδούσαν τόσο γλυκά, που κάθε
θνητός που τις άκουγε τρελαινόταν και ήθελε να πάει μαζί τους· γι’ αυτό
το λόγο, οι σύντροφοι του Οδυσσέα τον έδεσαν όταν θα περνούσαν από τα
λημέρια τους, για να μην τρελαθεί και να θέλει να τις ακολουθήσει.
Από
τις σταγόνες αίματος της οφιοειδούς Μέδουσας (που ονομαζόταν και Γοργώ
και ήταν η μόνη θνητή από τις γοργόνες), όταν ο Περσέας έκοψε το κεφάλι
της, για να το προσφέρει στη θεά Αθηνά - που ήθελε να την τιμωρήσει για
την στάση της κατά των Τιτάνων, βάζοντας το κεφάλι της στο μέσο της
ασπίδας της - γεννήθηκε το φτερωτό άλογο, ο Πήγασος, που έφερε τη βροντή
και τον κεραυνό του Δία και ο Χρυσάωρ. Ο Πήγασος ήταν το περιώνυμο,
φτερωτό και αθάνατο άλογο που, κατά το μύθο, σ’ αυτό επέβαινε ο Βελλερεφόντης και κατατόξευσε τη Χίμαιρα· συνδεόμενος με τον Απόλλωνα και τις Μούσες, υπήρξε σύμβολο ποιητικής έμπνευσης κατά τους Αλεξανδρινούς.
Ο Χρυσάορας παντρεύτηκε την Ωκεανίδα
Καλλιρρόη και μαζί της γέννησε τον Γηρυόνη, ο οποίος ήταν ένας
τρικέφαλος γίγαντας, τον οποίο νίκησε ο Ηρακλής, σε ένα από τους άθλους
του. Παιδί του Χρυσάορα και της Καλλιρρόης ήταν και η Έχιδνα, το
τεράστιο δηλητηριώδες φίδι που ήταν από τη μέση και πάνω μια όμορφη
νεαρή γυναίκα, ενώ από τη μέση και κάτω ένα φίδι.
Η
Έχιδνα μαζί με τον Τυφώνα, γιο της Γαίας και του Ταρτάρου, γέννησαν
πολλά φοβερά και τρομερά τέρατα, τον Κέρβερο, το Λέοντα της Νεμέας, τη
Λερναία Ύδρα, τον Όρθρο, τη Σφίγγα, τη Χίμαιρα, πολλά από τα οποία
νίκησε ο Ηρακλής. Τέλος, ο Θαύμας, που είχε γυναίκα του μια Ωκεανίδα, την Ηλέκτρα, πατέρας της Ίριδας και των Αρπυιών.
Η πολύχρωμη και φτερωτή Ίρις
(προσωποποίηση του ουράνιου τόξου) ήταν ακόλουθος και αγγελιαφόρος των
θεών, έχοντας φτερά στους ώμους της και γρήγορα πόδια, και συχνά
κατέβαινε από τον ουρανό υπό μορφή βροχής ή χαλαζιού. Οι 3 Άρπυιες
(Αελλώ, Κελαινώ ή Θύελλα και η γοργόφτερη Ωκυπέτη), ήταν εξ ίσου
γρήγορες με την αδελφή τους, Ίριδα, και παρουσιάζονταν ως δύσμορφα
τέρατα, αγγελιαφόροι του θανάτου, αρπακτικές (εξ ου και το όνομά τους)
και ταχείες όπως τον άνεμο, που υπηρετούσαν τον Άδη και κατοικούσαν στην
άκρη του κόσμου, δυτικά της Ελλάδας και κοντά στον Ωκεανό. Οι Λάμιες
και οι Στρίγγλες της νεοελληνικής μυθολογίες, αλλά και οι
αρχαιοελληνικές Ερινύες έχουν πολλά κοινά με τις Άρπυιες.