Αστρονόμος και μαθηματικός, ο άνθρωπος που έβγαλε τη Γη από το κέντρο του σύμπαντος και στη θέση της τοποθέτησε τον Ήλιο! Γεννήθηκε σαν σήμερα, 19 Φεβρουαρίου το 1473.
Ο Νικόλαος Κοπέρνικος ήταν Πολωνός αστρονόμος και κληρικός. Γεννήθηκε στην πόλη Τορν. Ο πατέρας του ήταν Βοημός, αλλά παντρεύτηκε την αδερφή του επισκόπου Βαρμίας και έγινε δημοτικός σύμβουλος της πόλης. Ο Κοπέρνικος σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας στην Ιταλία και μετά το θάνατο του πατέρα του, το 1483, τον υιοθέτησε ο θείος του επίσκοπος που τον πήρε πίσω στο Τορν για να σπουδάσει λατινικά και αρχαία ελληνικά.
Το 1491 γράφτηκε στο πανεπιστήμιο της Κρακοβίας, όπου σπούδασε ιατρική, ζωγραφική, φιλοσοφία και μαθηματικά, καθώς και αστρονομία, την οποία δίδασκε εκεί ο γνωστός στην εποχή του Άλμπερτ Μπρουντζέβσκι. Όταν πήρε το πτυχίο της ιατρικής, επέστρεψε στο Τορν με την πρόθεση να γίνει κληρικός. Στη συνέχεια όμως άλλαξε γνώμη και γοητευμένος από την ιταλική αναγέννηση επέστρεψε το 1496 στην Πάδοβα, όπου εξακολούθησε τις ιατρικές και φιλοσοφικές σπουδές του. Από την Πάδοβα πήγαινε συχνά στην Μπολόνια, όπου παρακολουθούσε μαθήματα αστρονομίας κοντά στον Ντομένικο Μαρία Νοβάρα, που τον βοηθούσε στις έρευνές του
Το 1497 διορίστηκε κανονικός αντιπρόσωπος του μητροπολιτικού ναού του Φράουενμπουργκ, αλλά συνέχισε τις σπουδές του ως το 1506, οπότε πήρε το πτυχίο της νομικής από το πανεπιστήμιο της Φεράρας. Τότε έκρινε ότι είχε τελειώσει τις σπουδές του και γύρισε στην Πολωνία.
Ωστόσο δεν είχε ακόμη συγκεντρώσει όλη του την προσοχή στην αστρονομία. Για αρκετό διάστημα ασχολήθηκε με την ιατρική ως προσωπικός γιατρός του επισκόπου θείου του. Όταν αποφάσισε να ασχοληθεί σοβαρά με την αστρονομία ήταν 36 χρονών. Στην πορεία των ερευνών του προσελκύστηκε από την ηλιοκεντρική θεωρία του Αρίσταρχου του Σάμιου, που είχε διατυπωθεί είκοσι περίπου αιώνες πριν από αυτόν. Στο πρώτο του σύγγραμμα, το «Commentariolus» (Σύνοψη), συγκέντρωσε τα επιχειρήματα υπέρ του ηλιοκεντρικού συστήματος. Απέρριπτε την ως τότε ακλόνητη άποψη ότι η Γη ήταν το κέντρο του σύμπαντος και γύρω της περιφέρονταν όλα τα ουράνια σώματα.
Ο Νικόλαος Κοπέρνικος διατήρησε τις προκαταλήψεις των αρχαίων, σύμφωνα με τις οποίες ο κύκλος είναι η τελειότερη μορφή καμπύλης. Αυτός ήταν και ο λόγος που δέχτηκε ως κυκλικές τις τροχιές των πλανητών, εφόσον τα ουράνια σώματα και η κίνησή τους έπρεπε να είναι τέλεια.
Το 1530, σε ηλικία 57 χρονών, ο Κοπέρνικος αφιέρωσε στον πάπα Παύλο Γ’ ένα βιβλίο του, πληρέστερο από το «Commentariolus», το «De Revolutionibus Orbium Coelestium» (Το Βιβλίο των Περιστροφών), και του το έστειλε μαζί με ένα γράμμα. Απάντηση πήρε από τον καρδινάλιο της Κάπουας που τον παρακινούσε να δημοσιεύσει το βιβλίο του. Ωστόσο το βιβλίο έμεινε αδημοσίευτο για δέκα χρόνια, γιατί ο Κοπέρνικος φοβόταν μήπως χαρακτηριστεί ως αιρετικός από την καθολική Εκκλησία.
Λίγες ώρες πριν πεθάνει, του παρουσίασαν ένα αντίγραφο, αλλά δεν ήταν σε θέση να το διαβάσει. Κατά κάποιο τρόπο αυτό ήταν ευτύχημα, γιατί το είχε προλογίσει ένας θεολόγος, ο Οσιάντερ, κατά παράκληση των εκδοτών, για να δώσουν μεγαλύτερο κύρος στην έκδοση. Ο πρόλογος, ανάμεσα στα άλλα έγραφε: «Η θεωρία που παρουσιάζεται σε αυτό το βιβλίο δεν πρέπει να παρθεί στα σοβαρά... Πραγματικά, η εργασία αυτή περιέχει πολλές ανοησίες...».
Ο Κοπέρνικος ήταν ο πρώτος μιας σειράς αστρονόμων και επιστημόνων που ολοκλήρωσαν σε γενικές γραμμές τις σύγχρονες αντιλήψεις για το σύμπαν ανατρέποντας τη γεωκεντρική αντίληψη που κυριαρχούσε από την αυγή του ανθρώπινου πολιτισμού. Οι επόμενοι της σειράς αυτής ήταν ο Γαλιλαίος, ο Κέπλερ, ο Ντεκάρτ και ο Νεύτωνας, με τον οποίο ολοκληρώνεται σχεδόν η εικόνα του κόσμου από τη σκοπιά της κλασικής φυσικής.
Ο Κοπέρνικος δεν υπήρξε κληρικός παρά μόνο τυπικά και χρησιμοποίησε το αξίωμά του ως μέσο για να διευκολύνει τις μελέτες του. Υπήρξε λάτρης της αρχαιότητας, τόσο της ελληνικής όσο και της ρωμαϊκής, και εκδήλωσε «εν σπέρματι» το πνεύμα του Διαφωτισμού που έμελλε να ακολουθήσει.