Αναψυκτικό τύπου Cola (νερό, ζάχαρη, εκχύλισμα Colaς, ανθρακικό οξύ και καραμελόχρωμα, τα βασικά συστατικά τους), που παράγεται από την αμερικανική εταιρεία PepsiCo. Ξεχωρίζει για τη γλυκύτερη γεύση του σε σχέση με τη μεγάλη του αντίπαλο Coca Cola, που κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο στη συγκεκριμένη αγορά παγκοσμίως, εξαιτίας της μεγαλύτερης ποσότητας ζάχαρης που περιέχει.
Η Pepsi Cola, όπως και η Coca Cola, είναι δημιούργημα ενός φαρμακοποιού. Ο Κάλεμπ Μπράνταμ (1867-1934) το καλοκαίρι του 1898 σκέφθηκε να φτιάξει ένα ποτό για να δροσίζει την πελατεία του στο Νιου Μπερν της πολιτείας της Βόρειας Καρολίνας. Ανέμιξε εκχυλίσματα Colaς, βανίλια και αιθέρια έλαια και δημιούργησε ένα αναψυκτικό, το οποίο ονόμασε Brad's Drink. Η μεγάλη επιτυχία του ποτού στην τοπική κοινωνία τον ώθησε να ξεκινήσει την εμπορική του εκμετάλλευση. Το μετονόμασε σε Pepsi Cola και ξεκίνησε διαφημιστική καμπάνια. Το όνομα Pepsi έχει ελληνικές ρίζες. Προέρχεται είτε από τη λέξη δυσπεψία (dyspepsia στα αγγλικά) μιας και ο Μπράνταμ το πρότεινε ως χωνευτικό ή τη λέξη πεψίνη (pepsin στα αγγλικά), το ένζυμο που διευκολύνει την πέψη.
Οι δουλειές πήγαιναν πολύ καλά κι έτσι ο Μπράνταμ αποφάσισε να ιδρύσει την εταιρεία The Pepsi Cola Company, την οποία στέγασε αρχικά στην αυλή του φαρμακείου του. Στις 16 Ιουνίου 1903 η Pepsi Cola κατοχυρώθηκε ως εμπορικό σήμα, ενώ στο τέλος του 1910 το αναψυκτικό είχε παρουσία σε 24 πολιτείες των ΗΠΑ, χάρη στο μοντέλο της δικαιόχρησης (franchising) που εφάρμοσε ο Μπράνταμ. Ο Αμερικανός φαρμακοποιός υπήρξε και από τους πρώτους επιχειρηματίες που χρησιμοποίησε αυτοκίνητα ως μεταφορικά μέσα, αντί της πατροπαράδοτης άμαξας με άλογα.
Τη δεκαετία του '20 το επιχειρηματικό άστρο του Μπράνταμ άρχισε να δύει. Μία σειρά από παράτολμες επιχειρηματικές κινήσεις τον έφεραν στα πρόθυρα της χρεωκοπίας. Το 1929 η Pepsi έφθασε ένα βήμα πριν από την πτώχευση, εξαιτίας της Μεγάλης Ύφεσης και της σημαντικής αύξησης της διεθνούς τιμής της ζάχαρης. Η εταιρεία πουλήθηκε στον επιχειρηματία Ρόι Μέγκαρτζελ, αλλά επτά χρόνια αργότερα το φάντασμα της πτώχευσης άρχισε να πλανάται και πάλι πάνω από το Νιου Μπερν, παρότι η Pepsi με μια έξυπνη τιμολογιακή πολιτική είχε κατορθώσει να απειλήσει την πρωτοκαθεδρία της Coca Cola.
Από το αδιέξοδο την έβγαλε το 1937 ο Τσαρλς Γκαθ, επικεφαλής μιας αλυσίδας καταστημάτων με ζαχαρωτά με την επωνυμία Loft. Ο Γκαθ ήθελε να κοντράρει την Coca Cola, επειδή δεν του έκανε αρκετή έκπτωση στα προϊόντα της και αποφάσισε να αγοράσει την ανταγωνίστριά της Pepsi. Την αναδιοργάνωσε και στα τέλη της δεκαετίας του '30 η Pepsi ήταν και πάλι μια υγιής επιχείρηση με κέρδη, μετά από 15 χρόνια απωλειών. Όμως ο Γκαθ βρέθηκε εκτός Loft με απόφαση των μετόχων της, επειδή παραμέλησε την εταιρεία προς χάρη του νέου του αποκτήματος.
Τη διεύθυνση της Pepsi τη δεκαετία του '40 ανέλαβε ο Γουόλτερ Μακ. Ο νέος πρόεδρος, γνωστός για τις προοδευτικές του ιδέες, αντελήφθη ότι η διαφημιστική πολιτική της εταιρείες αγνοούσε ένα μεγάλο και ανερχόμενο κομμάτι της Αμερικής, τους μαύρους, όταν δεν χρησιμοποιούσε τα εθνικά στερεότυπα εναντίον τους. Προσέλαβε μαύρους διαφημιστές και αναλυτές, ενώ χρησιμοποίησε το χαρτί του ρατσισμού, που ήταν καθεστώς τότε στην Αμερική, για να πλήξει την Coca Cola, η οποία δεν προσελάμβανε εύκολα μαύρους εργάτες. Από την άλλη πλευρά, η Coca Cola δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Χρησιμοποίησε συχνά βρόμικες μεθόδους για να πλήξει την ανερχόμενη αντίπαλο που απειλούσε στην πρωτοκαθεδρία της.
Η Pepsi φοβήθηκε ότι η μονομανία του Μακ θα τις έκανε κακό μακροπρόθεσμα κι έτσι ο Άλφρεντ Στιλ, που τον διαδέχθηκε στην προεδρία, προσανατολίστηκε στο χτίσιμο της εικόνας του προϊόντος, μια πολιτική που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Το 1965 η The Pepsi Cola Company ενώθηκε με την εταιρεία τροφίμων Frito Lay και μετονομάσθηκε σε PepsiCo.
Στις μέρες μας Pepsi Cola υπολείπεται σε μερίδια αγοράς της μεγάλης αντιπάλου της σε όλα τα κράτη του κόσμου, εκτός της Σαουδικής Αραβίας, του Πακιστάν και των γαλλόφωνων επαρχιών του Καναδά. Στη Ρωσία τα ποσοστά της μειώθηκαν ραγδαία μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, επειδή ταυτίστηκε από τους καταναλωτές με την τέως Σοβιετική Ένωση, όπου είχε το αποκλειστικό προνόμιο στην παραγωγή προϊόντων τύπου Cola. Στις ΗΠΑ, η Pepsi κατέχει το 31,7% της αγοράς, ενώ η Coca Cola το 43,1%.
Η Pepsi εμφανίσθηκε στην ελληνική αγορά το 1973, τέσσερα χρόνια μετά την Coca Cola, που ευνοήθηκε σκανδαλωδώς από τους δικτάτορες. Τα δικαιώματα παραγωγής της τα πρώτα χρόνια είχε η εταιρεία αναψυκτικών ΗΒΗ-Παναγόπουλος. Το 1983 εξαγοράστηκε από την Pepsico και μετονομάστηκε σε PepsiCo-HBH. To 1999 δημιουργήθηκε μια νέα εταιρία, η Pepsi Bottling Company, η οποία απορρόφησε την PepesiCo-HBH. Η Pepsi κατέχει μόλις το 15% της εγχώριας αγοράς αναψυκτικών τύπου Cola, ενώ συντριπτικά ανώτερο είναι το ποσοστό της Coca Cola, που φθάνει στο 80%.