Γεννήθηκε στην Πετρούπολη στις 18 Μαϊου 1868 και πέθανε στο Αικατερίνμπουργκ στις 16 Ιουλίου1918. Ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας των Ρομανώφ.
Υπήρξε πρωτότοκος γιος του Αλεξάνδρου Γ’. Σπούδασε στρατιωτικά με την επίβλεψη του Στρατηγού Δανήλεβιτς. Επίσης διδάχτηκε όσα θα του χρησίμευαν στην άσκηση των καθηκόντων του. Το 1891 ταξίδεψε στην Άπω Ανατολή. Στην Ιαπωνία γλίτωσε από απόπειρα δολοφονίας κι επέστρεψε. Στις 20 Οκτωβρίου 1894, μετά το θάνατο του πατέρα του, ανέβηκε στο θρόνο. Σύντομα παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Αλίκη της Έσσης που αποδέχτηκε το ορθόδοξο δόγμα κι ονομάστηκε Μαρία Θεοδώροβνα . Έκαναν πέντε παιδιά, τέσσερα κορίτσια κι ένα αγόρι, τον Αλέξιο Νικολάγιεβιτς.
Στέφθηκε το Μάιο του 1896 στη Μόσχα. Κατά τη διάρκεια της στέψης, πιθανή ομαδική διαμαρτυρία οδήγησε στο θάνατο χιλιάδων ανθρώπων, γεγονός που ήταν η αρχή της δυσαρέσκειας του ρωσικού λαού απέναντί του. Άλλωστε ο ίδιος διακήρυξε πως θα συνέχιζε την πολιτική του πατέρα του, δηλ. της απόλυτης μοναρχίας.
Η εξωτερική πολιτική του, όπως και του προκατόχου του, χαρακτηρίζεται από φιλειρηνισμό και προσπάθεια συμφιλίωσης των λαών. Συγκεκριμένα, έκανε διάβημα στις ευρωπαϊκές δυνάμεις προσκαλώντας τις να σταματήσουν τους εξοπλισμούς και να συμβάλλουν στη μείωση της δυστυχίας στον κόσμο. Μετά απ΄ αυτό έγιναν στη Χάγη οι δύο «Συνδιασκέψεις της Ειρήνης» (1899 και 1907), όπου ερευνήθηκαν οι διαφορές που χωρίζουν τα κράτη με σκοπό το σταμάτημα των εξοπλισμών. Δεν το πέτυχαν. Τότε όμως δημιουργήθηκε το Διεθνές Δικαστήριο τη Χάγης, με αρμοδιότητα τις διεθνείς διαφορές και τον περιορισμό των ωμοτήτων του πολέμου.
Παρ΄ όλα αυτά ο Νικόλαος ακολούθησε παρεμβατική εξωτερική πολιτική. Αντιτάχθηκε στις επεκτατικές βλέψεις της Ιαπωνίας στη Κίνα, συμμετείχε μαζί με άλλους Ευρωπαίους στην επανάσταση των Μπόξερς και την κατάληψη του Πεκίνου, και κατέλαβε τη Μαντζουρία. Όταν το ενδιαφέρον της στράφηκε στην Κορέα, έθιξε ακόμη μια φορά της βλέψεις της Ιαπωνίας, που του κήρυξε τον πόλεμο τον Ιανουάριο του 1904. Σύντομα, τον Αύγουστο του 1905, η Ρωσία ηττήθηκε και αναγκάστηκε να παραχωρήσει τις κτήσεις της στην Κίνα. Σ΄ αυτό τον πόλεμο, όπως και στον Α΄ Παγκόσμιο λίγο αργότερα, φάνηκε η κακή στρατιωτική οργάνωση της Ρωσίας.
Η ήττα ήταν η αφορμή να εξεγερθεί ο λαός, οι αιτίες όμως είναι παλιότερες. Στη Ρωσία το 1861 καταργήθηκε ο θεσμός της δουλοπαροικίας. Οι αγρότες όμως, παρότι ελεύθεροι, υποχρεώθηκαν να εξαγοράσουν τη γη κι από τότε καλλιεργούσαν κατακερματισμένη γη, που ουσιαστικά δεν τους ανήκε. Οι αγρότες αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία του ρωσικού πληθυσμού, όμως, με κλήρο είχαν μόνο το 36% της γης (το υπόλοιπο ανήκε στο Κράτος, στην Εκκλησία και στους ευγενείς), και μάλιστα τα λιγότερο γόνιμα Καλλιεργούσαν συνήθως με πρωτόγονα μέσα και οι συνθήκες ζωής τους ήταν πολύ δύσκολες. Από την εκβιομηχάνιση της Ρωσίας (την περίοδο του Αλέξανδρου Γ'), υποβάλλονταν επίσης σε βαριά φορολογία. Από την άλλη, η φτώχια των εργατών ήταν απελπιστική και οι συνθήκες ζωή τους άθλιες. Αντίθετα η ζωή στην Τσαρική αυλή και η ζωή της «αριστοκρατίας» γενικότερα ήταν πολυτελής και γεμάτη διασκεδάσεις και θεάματα. Ο πόλεμος έκανε την κατάσταση ακόμη χειρότερη και το αποτέλεσμα ήταν τον Οκτώβριο του 1905 να γίνουν μαζικές εξεγέρσεις. Τότε ο Νικόλαος αναγκάστηκε να διακηρύξει ότι παρείχε πολιτικές ελευθερίες και να ιδρύσει τη ρωσική Βουλή που ονομάστηκε αυτοκρατορική Δούμα και θα εκλεγόταν από το λαό, για να ελέγχει την κυβέρνηση. Δύσκολα όμως αυτό μπορούσε να γίνει στην πράξη. Καθώς η βουλή πίεζε για περισσότερα δικαιώματα και βαθιές μεταρρυθμίσεις, διαλύθηκε και συστάθηκε ξανά τρεις φορές Η 3η Δούμα (1907), παρόλο που είχε περιοριστεί σχετικά με τον τρόπο εκλογής της και τις αρμοδιότητές της από αυλικούς κύκλους, με πρωθυπουργό τον μετριοπαθή Στολύπιν, σταμάτησε τις ταραχές και τους πολιτικούς φόνους. Όμως κι αυτός αντέδρασε στις λαϊκές αξιώσεις και δολοφονήθηκε. Η 4η Δούμα (1912) ήταν η πιο φιλελεύθερη και δημοκρατική.
Το 1914 ξέσπασε ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος. Στη διάρκειά του πολιτικές, δημοτικές οργανώσεις και σωματεία κάλυπταν τα κενά της χώρας στον πολεμικό τομέα, είτε στο μέτωπο είτε στα μετόπισθεν. Ταυτόχρονα δημιουργήθηκαν έντονες υποψίες που επιβεβαιώθηκαν αργότερα για προδοσία και μυστικές συμφωνίες με τους Γερμανούς κυβερνητικών στελεχών που περιστοίχιζαν την Αυτοκράτειρα. Ακόμη η διείσδυση του Γρηγόρη Ρασπούτιν στην Αυτοκρατορική αυλή και η ανεξέλεγκτη επιρροή που άρχισε να έχει στο αυτοκρατορικό ζεύγος και την αυλή, έκαναν χειρότερα τα πράγματα. Εκτός από τη Δούμα, και τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας ζητούσαν αλλαγή του καθεστώτος και ανάληψη της κυβέρνησης από πρόσωπα κοινής εμπιστοσύνης. Ο Νικόλαος ήταν ανένδοτος, δε δεχόταν καμία αλλαγή.
Όλα αυτά μαζί με την κατάρρευση του σιδηροδρομικού δικτύου που οδήγησε σε μη διακίνηση των τροφίμων και πείνα στην πρωτεύουσα ήταν η αφορμή για την επανάσταση που ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 1917. Οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Ακόμη και τα στρατεύματα ενώθηκαν με το επαναστατημένο πλήθος Ο Νικόλαος απείλησε να διαλύσει τη Δούμα, όμως πολύ σύντομα καταλύθηκε η αυτοκρατορική κυβέρνηση κι ανέλαβε κοινοβουλευτική επιτροπή με πρόεδρο τονΡοζένκο. Όταν ο τσάρος ταξίδεψε για να συναντηθεί μαζί του, οι επαναστάτες εμπόδισαν την αμαξοστοιχία του. Μέλη της κυβέρνησης του ζήτησαν να παραιτηθεί από το θρόνο, τον οποίο δεν παραχώρησε στον άρρωστο γιο του αλλά στον αδερφό του Μιχαήλ, που ποτέ δεν κυβέρνησε.
Μετά απ΄ αυτά τον άφησαν να ταξιδέψει με την οικογένειά του στο Τσάρσκογιε Σέλο, έδρα της προσωρινής κυβέρνησης, η οποία τους μετέφερε πρώτα στο Τόμπολσκ κι έπειτα στο Αικατερίνμπουργκ, για να είναι πιο ασφαλείς. Ταυτόχρονα έκανε συνεννοήσεις με τους Άγγλους για τη φυγάδευσή τους, μιας και κινδύνευαν άμεσα στον εμφύλιο πόλεμο που ξέσπασε.
Το 1918 στρατεύματα από την Τσεχοσλοβακία κύκλωσαν το Αικατερίνμπουργκ. Το τοπικό σοβιέτ των Ουραλίων αποφάσισε την εκτέλεση του Νικόλαου και της οικογένειάς του. Τα πτώματα ρίχτηκαν σε φρεάτιο της αυλής.
Χαρακτηρίστηκε ηγεμόνας καλής θέλησης για τη συμφιλίωση των λαών, όμως δεν μπόρεσε να την υποστηρίξει με έργα . Στο εσωτερικό της χώρας του δε μπόρεσε να βελτιώσει την οργάνωση του κράτους σε βασικούς τομείς (γεωργία, βιομηχανία, συγκοινωνίες, στρατός), που πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο.
Από την άλλη, παρόλο που ήταν κάτοχος μιας τεράστιας περιουσίας που αυξανόταν διαρκώς, η ζωή του ήταν αρκετά απλή και το πρόγραμμα εργασίας του για τις εσωτερικές κι εξωτερικές υποθέσεις έντονο. Αποφεύγοντας όσο μπορούσε το «σμήνος των αυλικών» που γυρόφερνε αυτόν και την οικογένειά του, προτιμούσε την αποτραβηγμένη και συχνά μοναχική ζωή, συντροφιά με τους στενούς συγγενείς του. Διάδοχος ενός ολιγαρχικού καθεστώτος και μιας χώρας σε αποσύνθεση, δε φάνηκε να θέλει ή να μπορεί ν’ αλλάξει τα πράγματα, καθώς ήταν αρκετά μοναχικός κι απομονωμένος από αυτά.
Η επίδραση του Ρασπούτιν είναι ένα ενδιαφέρον σημείο. Ήταν ένας μυστηριώδης άνθρωπος μεμεγάλες ικανότητες υποβολής και ύπνωσης και τη φήμη του περιπλανώμενου ασκητή – θαυματοποιού. Τον κάλεσε το αυτοκρατορικό ζευγάρι να θεραπεύσει το γιο τους Αλέξιο που έπασχε από αιμοφιλία, όταν οι γιατροί τους ανακοίνωσαν πως δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Για τον ίδιο λόγο ο Νικόλαος εμπιστεύεται Θιβετανό γιατρό που δίνει στον Αλέξιο βότανα. Τελικά ο Ρασπούτιν πέτυχε ό,τι δεν πέτυχαν οι γιατροί, κι από τότε είχε την τυφλή εμπιστοσύνη του αυτοκρατορικού ζεύγους, ειδικά της Μαρίας Θεοδώροβνας. Οι υπερφυσικές δυνάμεις του Ρασπούτιν, η διόρασή του, ακόμη και η ικανότητά του ν’ αντιστέκεται στο θάνατο από ισχυρές δόσεις δηλητηρίων είναι γνωστές. Όμως επίσης είναι γνωστή η ακόρεστη ακολασία του, όπως και οι ραδιουργίες του, που οδήγησαν κι αυτές τον Νικόλαο στην απομόνωση.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης πως ο Νικόλαος, τον τελευταίο χρόνο της ζωής του που ήταν οικογενειακώς σε κράτηση, υπέμεινε αυτή την κατάσταση με τους διάφορους περιορισμούς κι εξευτελισμούς με ηρεμία και στωικότητα, καθώς και σύμφωνα με μαρτυρίες, την προοπτική του θανάτου του. Τις ημέρες του περιορισμού του φρόντιζε το πρόγραμμα της οικογένειας να μη χάσει τη μελέτη καλών βιβλίων και συζητήσεων.
Κυρίως όμως ως τις τελευταίες στιγμές του θα μείνει χαρακτηριστική η άρνησή του να δει την πραγματικότητα όπως είχε διαμορφωθεί εκείνο τον καιρό. Δέχτηκε με μεγάλη έκπληξη την άρνηση ενός αξιωματικού να του σφίξει το χέρι. Μάταια περίμενε τα στρατεύματα των πιστών μοναρχικών να τον απελευθερώσουν. Όπως σημείωσε ο Τρότσκι, «ούτε ένα σύνταγμα ή μια ταξιαρχία δε δείχνει πια προθυμία να πολεμήσει για τον τσάρο». Ελάχιστοι προσπάθησαν να τον διασώσουν, κι αυτοί εντοπίστηκαν απ΄ την κόκκινη αστυνομία.
Υπήρξε πρωτότοκος γιος του Αλεξάνδρου Γ’. Σπούδασε στρατιωτικά με την επίβλεψη του Στρατηγού Δανήλεβιτς. Επίσης διδάχτηκε όσα θα του χρησίμευαν στην άσκηση των καθηκόντων του. Το 1891 ταξίδεψε στην Άπω Ανατολή. Στην Ιαπωνία γλίτωσε από απόπειρα δολοφονίας κι επέστρεψε. Στις 20 Οκτωβρίου 1894, μετά το θάνατο του πατέρα του, ανέβηκε στο θρόνο. Σύντομα παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Αλίκη της Έσσης που αποδέχτηκε το ορθόδοξο δόγμα κι ονομάστηκε Μαρία Θεοδώροβνα . Έκαναν πέντε παιδιά, τέσσερα κορίτσια κι ένα αγόρι, τον Αλέξιο Νικολάγιεβιτς.
Στέφθηκε το Μάιο του 1896 στη Μόσχα. Κατά τη διάρκεια της στέψης, πιθανή ομαδική διαμαρτυρία οδήγησε στο θάνατο χιλιάδων ανθρώπων, γεγονός που ήταν η αρχή της δυσαρέσκειας του ρωσικού λαού απέναντί του. Άλλωστε ο ίδιος διακήρυξε πως θα συνέχιζε την πολιτική του πατέρα του, δηλ. της απόλυτης μοναρχίας.
Η εξωτερική πολιτική του, όπως και του προκατόχου του, χαρακτηρίζεται από φιλειρηνισμό και προσπάθεια συμφιλίωσης των λαών. Συγκεκριμένα, έκανε διάβημα στις ευρωπαϊκές δυνάμεις προσκαλώντας τις να σταματήσουν τους εξοπλισμούς και να συμβάλλουν στη μείωση της δυστυχίας στον κόσμο. Μετά απ΄ αυτό έγιναν στη Χάγη οι δύο «Συνδιασκέψεις της Ειρήνης» (1899 και 1907), όπου ερευνήθηκαν οι διαφορές που χωρίζουν τα κράτη με σκοπό το σταμάτημα των εξοπλισμών. Δεν το πέτυχαν. Τότε όμως δημιουργήθηκε το Διεθνές Δικαστήριο τη Χάγης, με αρμοδιότητα τις διεθνείς διαφορές και τον περιορισμό των ωμοτήτων του πολέμου.
Παρ΄ όλα αυτά ο Νικόλαος ακολούθησε παρεμβατική εξωτερική πολιτική. Αντιτάχθηκε στις επεκτατικές βλέψεις της Ιαπωνίας στη Κίνα, συμμετείχε μαζί με άλλους Ευρωπαίους στην επανάσταση των Μπόξερς και την κατάληψη του Πεκίνου, και κατέλαβε τη Μαντζουρία. Όταν το ενδιαφέρον της στράφηκε στην Κορέα, έθιξε ακόμη μια φορά της βλέψεις της Ιαπωνίας, που του κήρυξε τον πόλεμο τον Ιανουάριο του 1904. Σύντομα, τον Αύγουστο του 1905, η Ρωσία ηττήθηκε και αναγκάστηκε να παραχωρήσει τις κτήσεις της στην Κίνα. Σ΄ αυτό τον πόλεμο, όπως και στον Α΄ Παγκόσμιο λίγο αργότερα, φάνηκε η κακή στρατιωτική οργάνωση της Ρωσίας.
Η ήττα ήταν η αφορμή να εξεγερθεί ο λαός, οι αιτίες όμως είναι παλιότερες. Στη Ρωσία το 1861 καταργήθηκε ο θεσμός της δουλοπαροικίας. Οι αγρότες όμως, παρότι ελεύθεροι, υποχρεώθηκαν να εξαγοράσουν τη γη κι από τότε καλλιεργούσαν κατακερματισμένη γη, που ουσιαστικά δεν τους ανήκε. Οι αγρότες αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία του ρωσικού πληθυσμού, όμως, με κλήρο είχαν μόνο το 36% της γης (το υπόλοιπο ανήκε στο Κράτος, στην Εκκλησία και στους ευγενείς), και μάλιστα τα λιγότερο γόνιμα Καλλιεργούσαν συνήθως με πρωτόγονα μέσα και οι συνθήκες ζωής τους ήταν πολύ δύσκολες. Από την εκβιομηχάνιση της Ρωσίας (την περίοδο του Αλέξανδρου Γ'), υποβάλλονταν επίσης σε βαριά φορολογία. Από την άλλη, η φτώχια των εργατών ήταν απελπιστική και οι συνθήκες ζωή τους άθλιες. Αντίθετα η ζωή στην Τσαρική αυλή και η ζωή της «αριστοκρατίας» γενικότερα ήταν πολυτελής και γεμάτη διασκεδάσεις και θεάματα. Ο πόλεμος έκανε την κατάσταση ακόμη χειρότερη και το αποτέλεσμα ήταν τον Οκτώβριο του 1905 να γίνουν μαζικές εξεγέρσεις. Τότε ο Νικόλαος αναγκάστηκε να διακηρύξει ότι παρείχε πολιτικές ελευθερίες και να ιδρύσει τη ρωσική Βουλή που ονομάστηκε αυτοκρατορική Δούμα και θα εκλεγόταν από το λαό, για να ελέγχει την κυβέρνηση. Δύσκολα όμως αυτό μπορούσε να γίνει στην πράξη. Καθώς η βουλή πίεζε για περισσότερα δικαιώματα και βαθιές μεταρρυθμίσεις, διαλύθηκε και συστάθηκε ξανά τρεις φορές Η 3η Δούμα (1907), παρόλο που είχε περιοριστεί σχετικά με τον τρόπο εκλογής της και τις αρμοδιότητές της από αυλικούς κύκλους, με πρωθυπουργό τον μετριοπαθή Στολύπιν, σταμάτησε τις ταραχές και τους πολιτικούς φόνους. Όμως κι αυτός αντέδρασε στις λαϊκές αξιώσεις και δολοφονήθηκε. Η 4η Δούμα (1912) ήταν η πιο φιλελεύθερη και δημοκρατική.
Το 1914 ξέσπασε ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος. Στη διάρκειά του πολιτικές, δημοτικές οργανώσεις και σωματεία κάλυπταν τα κενά της χώρας στον πολεμικό τομέα, είτε στο μέτωπο είτε στα μετόπισθεν. Ταυτόχρονα δημιουργήθηκαν έντονες υποψίες που επιβεβαιώθηκαν αργότερα για προδοσία και μυστικές συμφωνίες με τους Γερμανούς κυβερνητικών στελεχών που περιστοίχιζαν την Αυτοκράτειρα. Ακόμη η διείσδυση του Γρηγόρη Ρασπούτιν στην Αυτοκρατορική αυλή και η ανεξέλεγκτη επιρροή που άρχισε να έχει στο αυτοκρατορικό ζεύγος και την αυλή, έκαναν χειρότερα τα πράγματα. Εκτός από τη Δούμα, και τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας ζητούσαν αλλαγή του καθεστώτος και ανάληψη της κυβέρνησης από πρόσωπα κοινής εμπιστοσύνης. Ο Νικόλαος ήταν ανένδοτος, δε δεχόταν καμία αλλαγή.
Όλα αυτά μαζί με την κατάρρευση του σιδηροδρομικού δικτύου που οδήγησε σε μη διακίνηση των τροφίμων και πείνα στην πρωτεύουσα ήταν η αφορμή για την επανάσταση που ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 1917. Οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Ακόμη και τα στρατεύματα ενώθηκαν με το επαναστατημένο πλήθος Ο Νικόλαος απείλησε να διαλύσει τη Δούμα, όμως πολύ σύντομα καταλύθηκε η αυτοκρατορική κυβέρνηση κι ανέλαβε κοινοβουλευτική επιτροπή με πρόεδρο τονΡοζένκο. Όταν ο τσάρος ταξίδεψε για να συναντηθεί μαζί του, οι επαναστάτες εμπόδισαν την αμαξοστοιχία του. Μέλη της κυβέρνησης του ζήτησαν να παραιτηθεί από το θρόνο, τον οποίο δεν παραχώρησε στον άρρωστο γιο του αλλά στον αδερφό του Μιχαήλ, που ποτέ δεν κυβέρνησε.
Μετά απ΄ αυτά τον άφησαν να ταξιδέψει με την οικογένειά του στο Τσάρσκογιε Σέλο, έδρα της προσωρινής κυβέρνησης, η οποία τους μετέφερε πρώτα στο Τόμπολσκ κι έπειτα στο Αικατερίνμπουργκ, για να είναι πιο ασφαλείς. Ταυτόχρονα έκανε συνεννοήσεις με τους Άγγλους για τη φυγάδευσή τους, μιας και κινδύνευαν άμεσα στον εμφύλιο πόλεμο που ξέσπασε.
Το 1918 στρατεύματα από την Τσεχοσλοβακία κύκλωσαν το Αικατερίνμπουργκ. Το τοπικό σοβιέτ των Ουραλίων αποφάσισε την εκτέλεση του Νικόλαου και της οικογένειάς του. Τα πτώματα ρίχτηκαν σε φρεάτιο της αυλής.
Χαρακτηρίστηκε ηγεμόνας καλής θέλησης για τη συμφιλίωση των λαών, όμως δεν μπόρεσε να την υποστηρίξει με έργα . Στο εσωτερικό της χώρας του δε μπόρεσε να βελτιώσει την οργάνωση του κράτους σε βασικούς τομείς (γεωργία, βιομηχανία, συγκοινωνίες, στρατός), που πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο.
Από την άλλη, παρόλο που ήταν κάτοχος μιας τεράστιας περιουσίας που αυξανόταν διαρκώς, η ζωή του ήταν αρκετά απλή και το πρόγραμμα εργασίας του για τις εσωτερικές κι εξωτερικές υποθέσεις έντονο. Αποφεύγοντας όσο μπορούσε το «σμήνος των αυλικών» που γυρόφερνε αυτόν και την οικογένειά του, προτιμούσε την αποτραβηγμένη και συχνά μοναχική ζωή, συντροφιά με τους στενούς συγγενείς του. Διάδοχος ενός ολιγαρχικού καθεστώτος και μιας χώρας σε αποσύνθεση, δε φάνηκε να θέλει ή να μπορεί ν’ αλλάξει τα πράγματα, καθώς ήταν αρκετά μοναχικός κι απομονωμένος από αυτά.
Η επίδραση του Ρασπούτιν είναι ένα ενδιαφέρον σημείο. Ήταν ένας μυστηριώδης άνθρωπος μεμεγάλες ικανότητες υποβολής και ύπνωσης και τη φήμη του περιπλανώμενου ασκητή – θαυματοποιού. Τον κάλεσε το αυτοκρατορικό ζευγάρι να θεραπεύσει το γιο τους Αλέξιο που έπασχε από αιμοφιλία, όταν οι γιατροί τους ανακοίνωσαν πως δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Για τον ίδιο λόγο ο Νικόλαος εμπιστεύεται Θιβετανό γιατρό που δίνει στον Αλέξιο βότανα. Τελικά ο Ρασπούτιν πέτυχε ό,τι δεν πέτυχαν οι γιατροί, κι από τότε είχε την τυφλή εμπιστοσύνη του αυτοκρατορικού ζεύγους, ειδικά της Μαρίας Θεοδώροβνας. Οι υπερφυσικές δυνάμεις του Ρασπούτιν, η διόρασή του, ακόμη και η ικανότητά του ν’ αντιστέκεται στο θάνατο από ισχυρές δόσεις δηλητηρίων είναι γνωστές. Όμως επίσης είναι γνωστή η ακόρεστη ακολασία του, όπως και οι ραδιουργίες του, που οδήγησαν κι αυτές τον Νικόλαο στην απομόνωση.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης πως ο Νικόλαος, τον τελευταίο χρόνο της ζωής του που ήταν οικογενειακώς σε κράτηση, υπέμεινε αυτή την κατάσταση με τους διάφορους περιορισμούς κι εξευτελισμούς με ηρεμία και στωικότητα, καθώς και σύμφωνα με μαρτυρίες, την προοπτική του θανάτου του. Τις ημέρες του περιορισμού του φρόντιζε το πρόγραμμα της οικογένειας να μη χάσει τη μελέτη καλών βιβλίων και συζητήσεων.
Κυρίως όμως ως τις τελευταίες στιγμές του θα μείνει χαρακτηριστική η άρνησή του να δει την πραγματικότητα όπως είχε διαμορφωθεί εκείνο τον καιρό. Δέχτηκε με μεγάλη έκπληξη την άρνηση ενός αξιωματικού να του σφίξει το χέρι. Μάταια περίμενε τα στρατεύματα των πιστών μοναρχικών να τον απελευθερώσουν. Όπως σημείωσε ο Τρότσκι, «ούτε ένα σύνταγμα ή μια ταξιαρχία δε δείχνει πια προθυμία να πολεμήσει για τον τσάρο». Ελάχιστοι προσπάθησαν να τον διασώσουν, κι αυτοί εντοπίστηκαν απ΄ την κόκκινη αστυνομία.
Απομακρύνθηκε απ΄ όσους κυβερνούσε κι αυτοί με τη σειρά τους από εκείνον.
Περισσότερες βιογραφίες σπουδαίων προσωπικοτήτων εδώ.
Περισσότερα ιστορικά θέματα εδώ.