Τζακ ο Αντεροβγάλτης είναι ένα ψευδώνυμο που δόθηκε σε έναν αγνώστου ταυτότητας δολοφόνο, ο οποίος δρούσε στην περιοχή Whitechapel του Λονδίνου το φθινόπωρο του 1888. Το όνομα άρχισε να χρησιμοποιείται από την μέρα που κάποιος έστειλε ένα γράμμα στο Κεντρικό Γραφείο Ειδήσεων του Λονδίνου, ισχυριζόμενος πως είναι ο δολοφόνος με αυτό το όνομα.
Τα θύματα ήταν γυναίκες οι οποίες έβγαζαν χρήματα ως πόρνες. Οι φόνοι συνέβαιναν σε δημόσιους χώρους (εκτός από τον φόνο της Mary Jane Kelly) την νύχτα ή τα ξημερώματα. Ο λαιμός των θυμάτων ήταν κομμένος και το σώμα ήταν ακρωτηριασμένο. Διάφορες θεωρίες υποστηρίζουν πως τα θύματα στραγγαλίζονταν πρώτα έτσι ώστε να μην φωνάζουν, κάτι το οποίο εξηγεί και την έλλειψη αίματος στις σκηνές των εγκλημάτων. Η αφαίρεση των εσωτερικών οργάνων από τρία θύματα έκανε μερικούς αστυνομικούς της εποχής να πιστεύουν πως ο δολοφόνος κατείχε ανατομική ή χειρουργική γνώση.
Εφημερίδες, των οποίων η κυκλοφορία ήταν αυξημένη εκείνη την εποχή, άρχισαν να απονέμουν εκτεταμένη και ανθεκτική κακή φήμη στον δολοφόνο, στην αγριότητα των επιθέσεων και στην αδυναμία της αστυνομίας στο να τον πιάσει. Ο τελευταίος μάλιστα μερικές φορές ξέφευγε από την αστυνομία για μερικά λεπτά.
Επειδή η ταυτότητα του δολοφόνου ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε οι μύθοι που περικύκλωναν τους φόνους έχουν γίνει μια μίξη γνήσιας ιστορικής έρευνας καθώς και εκμετάλλευσης. Με τα χρόνια πολλοί συγγραφείς, ιστορικοί και αρχάριοι ντετέκτιβ έχουν προτείνει θεωρίες σχετικά με την ταυτότητα (ή ταυτότητες) του δολοφόνου και των θυμάτων του.
H Αγγλία εκείνη την εποχή
Στα μέσα του 19ου αιώνα η Αγγλία δέχτηκε μια μεγάλη συρροή μεταναστών -Ιρλανδών κατά κύριο λόγο- που είχε ως αποτέλεσμα τη αύξηση των πληθυσμών τόσο της φτωχής επαρχίας όσο και των μεγάλων αστικών κέντρων. Σε αυτούς προστέθηκαν από το 1882, Εβραίοι πρόσφυγες που δραπέτευσαν από τα πογκρόμ της Τσαρικής Ρωσίας με αποτέλεσμα τη διόγκωση του ήδη μεγάλου προβλήματος της ανεργίας και της στέγασης. Το πρόβλημα ήταν πιο έντονο στο Λονδίνο και ειδικότερα στην περιοχή του East End και της ενορίας του Whitechapel, όπου δημιουργήθηκε εκεί μια μεγάλη κοινωνική ομάδα πολύ χαμηλού οικονομικού επιπέδου. Τα οικονομικά προβλήματα οδήγησαν πολλές γυναίκες στην πορνεία. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε πώς τον Οκτώβριο του 1888 η Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου υπολόγιζε τον αριθμό των εκδιδόμενων γυναικών που κατοικούσαν στο Whitechapel σε 1,200 και τον αριθμό των οίκων ανοχής σε 62. Σταθερά αυξανόμενες κοινωνικές εντάσεις συνόδευαν τα οικονομικά προβλήματα ενώ μεταξύ 1886 και 1889 διαδηλώσεις από άνεργους και όσους αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα σίτισης αποτελούσαν μια καθημερινότητα για το Λονδίνο.
Η πλειονότητα των φόνων γενικά, αλλά και ειδικά αυτών που αποδίδονται στον Τζακ τον Αντεροβγάλτη, έλαβαν χώρα στο δεύτερο μισό του 1888, παρόλο που οι βάναυσες δολοφονίες στο Whitechapel κράτησαν τουλάχιστον μέχρι το 1891. Κάποιοι από τους φόνους περιελάμβαναν αποτρόπαιες πράξεις, όπως ξεκοίλιασμα και ακρωτηριασμούς και έτυχαν ιδιαίτερης προβολής από τα μέσα ενημέρωσης. Οι φήμες ότι οι φόνοι αυτοί σχετίζονταν μεταξύ τους, εντάθηκαν μέσα στους πρώτους φθινοπωρινούς μήνες, όταν τα μέσα ενημέρωσης και η Σκότλαντ Γιαρντ δέχτηκαν μια σειρά ενοχλητικών επιστολών που σκοπό είχαν να αναλάβουν την ευθύνη για κάποιους ή για όλους τους φόνους. Ένα από τα γράμματα μάλιστα συνοδευόταν από ένα ανθρώπινο νεφρό. Παραλήπτης του ήταν ο George Lusk της Επιτροπής του Whitechapel Vigilance. Εξαιτίας του εξωπραγματικά αποτρόπαιου χαρακτήρα των φόνων και του τρόπου με τον οποίο προέβαλαν το θέμα τα μέσα ενημέρωσης, το κοινό άρχισε να πιστεύει πως αυτός που διέπραξε τους φόνους ήταν ένα άτομο και ήταν κατά συρροήν δολοφόνος. Και παρά την αδυναμία των ερευνών να συνδέσουν τους φόνους που επακολούθησαν με εκείνους του 1888, ο μύθος του εδραιώθηκε για τα καλά.
Θύματα
Δεν είναι ξεκάθαρο πόσες ακριβώς γυναίκες σκότωσε ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης. Είναι γενικά αποδεκτό ότι δολοφόνησε πέντε, αν και κάποιοι υποστηρίζουν πως ήταν τέσσερις και κάποιοι άλλοι επτά ή περισσότερες. Οι πέντε γυναίκες που επίσημα θεωρούνται θύματα του Αντεροβγάλτη είναι:
- Mary Ann (Polly) Nichols, 42 ετών δολοφονήθηκε Παρασκευή, 31 Αυγούστου, 1888,στο Μπακς Ρόου,στο Χιούιτ Τσάπελ.
- Annie Chapman, χήρα 47 ετών δολοφονήθηκε Σάββατο, 8 Σεπτεμβρίου, 1888,στην πίσω αυλή ενός σπιτιού της Χάντμπερυ Στρητ αριθμός 29.
- Elizabeth Stride, 45 ετών δολοφονήθηκε Κυριακή, 30 Σεπτεμβρίου, 1888 στην αυλή ενός σπιτιού της Βέρνερ Στρητ.
- Catharine Eddowes, 43 ετών, δολοφονήθηκε Κυριακή, 30 Σεπτεμβρίου, 1888,στην Μιτρ Σκουέαρ, με χρονική διαφορά εύρεσης από το προηγούμενο μιας ώρας .
- Mary Jane (Marie Jeanette) Kelly, δολοφονήθηκε Παρασκευή, 9 Νοεμβρίου, 1888.
Εκτός από αυτές τις πέντε, υπάρχουν αρκετά καλοί λόγοι να πιστέψουμε ότι το πρώτο θύμα ήταν, στην πραγματικότητα, η Martha Tabram η οποία δολοφονήθηκε την Τρίτη 7 Αυγούστου, 1888, όπως και υπάρχουν αρκετές αμφιβολίες για το κατά πόσον η Stride ήταν, όντως, θύμα του Αντεροβγάλτη.
Οι έρευνες
Τα αστυνομικά αρχεία που έχουν διασωθεί, αφήνουν να φανεί η ερευνητική διαδικασία που ακολουθούταν στη Βικτωριανή εποχή. Μια μεγάλη ομάδα αστυνομικών διεξήγαγε έρευνες από σπίτι σε σπίτι, ετοίμαζε και ανέκρινε λίστες με υπόπτους, ενώ ιατροδικαστικό υλικό εξεταζόταν. Μια προσεκτικότερη ματιά στις έρευνες δείχνει ότι είχε στηθεί μια πρότυπη διαδικασία έρευνας που περιελάμβανε προσδιορισμό των υπόπτων καταρχήν, έπειτα εντοπισμό τους, και τέλος εντατικοποίηση της παρακολούθησής τους ή διαγραφή τους απ'τη λίστα. Αυτή η διαδικασία ακολουθείται και σήμερα. Η έρευνα αρχικά διεξήχθη από το παράρτημα της Δ/νσης εγκληματολογικών ερευνών στην περιοχή του Whitechapel με επικεφαλής τον Ντετέκτιβ επιθεωρητή Έντμουντ Ριντ. Μετά τον φόνο της Νίκολς, οι ντετέκτιβ επιθεωρητές Φρέντερικ Αμπερλάιν, Χένρι Μούρ, και Ουόλτερ Άντριους στάλθηκαν από τα κεντρικά της Σκότλαντ Γιαρντ προς βοήθεια. Μετά και τον φόνο της Eddowes, που συνέβη μέσα στην πόλη του Λονδίνου, ενεπλάκη και η Αστυνομία της πόλης κάτω από την επίβλεψη του Ντετέκτιβ επιθεωρητή Τζέιμς Μακ Γουίλιαμς.
Ωστόσο η υπόθεση περιπλέκτηκε ακόμα περισσότερο καθώς κατά τη διάρκεια της απουσίας του νεοδιοριζόμενου αρχηγού της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, Σερ Ρόμπερτ Άντερσον, μεταξύ 7 Σεπτεμβρίου και 15 Οκτωβρίου 1888, οι Chapman, Stride and Eddowes σκοτώθηκαν. Αυτό ώθησε τον Επικεφαλής Επιθεωρητή της μητροπολιτικής αστυνομίας, Σερ Charles Warren, να ορίσει τον αστυνομικό διευθυντή Donald Swanson υπεύθυνο για τον συντονισμό των ερευνών για την Scotland Yard. Οι σημειώσεις του Swanson έχουν διασωθεί.
Η δυσαρέσκεια προς τις προσπάθειες της αστυνομίας, οδήγησε μια ομάδα εθελοντών που κατοικούσαν στο East End να σχηματίσουν ένα γκρουπ τη λεγόμενη Whitechapel Vigilance Committee. Η επιτροπή αυτή επίσης περιπολούσε στους δρόμους του Λονδίνου ψάχνοντας για υπόπτους, και ζητούσε από την κυβέρνηση να αυξήσει την αμοιβή για όσους θα έδιναν πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση. Επίσης προσέλαβαν ιδιωτικούς ντετέκτιβ να ανακρίνουν αυτόπτες μάρτυρες ανεξάρτητα από την Αστυνομία. Η επιτροπή δρούσε υπό τις οδηγίες του George Lusk το 1888. Ο Άλμπερτ Μπάρχετ, στα 1889, λέγεται πως ήταν επικεφαλής ενός ανάλογου γκρουπ.
Τον Σεπτέμβριο του 2014, o συγγραφέας Ράσελ Έντουαρτς ανακοίνωσε ότι ανακάλυψε την ταυτότητα με βάση το DNA. Βρήκε προς πώληση ένα ματωμένο σάλι από την Catherine Eddowesτο οποίο προσκόμισε στον Φιλανδό γιατρό Dr. Jari Louhelaine ο οποίος ταυτοποίησε το DNA ότι προέρχεται από τον 23χρονο Πολωνό μετανάστη Άαρον Κοσμίνσκι.
Mια πρώτη αναφορά στην έννοια "προφίλ του εγκληματία"
Μετά την αθώωση του , Daniel M'Naghten το 1843, και την καθιέρωση των κανόνων του M'Naghten, οι γιατροί ολοένα και περισσότερα άρχισαν να αναμειγνύονται στον καθορισμό του αν ο κατηγορούμενος (για υποθέσεις δολοφονίας) έπασχε από ψυχασθένειες. Αυτό σε συνδυασμό με την ολοένα και μεγαλύτερη σημασία που αποκτούσε η ιατρική επιστήμη την ίδια περίοδο, οδήγησε σε μια αύξηση της συχνότητας με την οποία ενεπλέκοντο οι παθολόγοι στη διαδικασία των ερευνών. Η δουλειά τους περιελάμβανε την μεταχείριση των εγκληματιών που θεωρούνταν περισσότερο τρελοί παρά κακοί. Δεν είναι λοιπόν παράλογο που το 1880 ήδη εθεωρείτο απαραίτητη η άποψη τους σχετικά με τα χαρακτηριστικά του κατηγορούμενου. Η πρώτη τέτοιου είδους "άποψη", αντίγραφο της οποίας διασώζεται μέχρι σήμερα είναι αυτή που έδωσε ο χειρουργός της αστυνομίας Δρ. Thomas Bond, τον Νοέμβριο του 1888, σε ένα γράμμα του προς τον Δρ.Robert Anderson, επικεφαλής της αστυνομίας του Λονδίνου, και αφορά στον χαρακτήρα του "δολοφόνου του Whitechapel". Μετά τον φόνο της Catherine Eddowes, ο Anderson ζήτησε από τον Bond να δώσει την άποψή του, καθώς είχαν ακουστεί πολλά σχετικά με τις γνώσεις και ικανότητες του δολοφόνου πάνω στην χειρουργική. Σύμφωνα με τον ερευνητή ψυχολόγο David Canter οι προτάσεις του Δρ. Bond's πιθανότατα να είχαν χαρακτηριστεί από τη σημερινή αστυνομία έξυπνες και εύστοχες. Ο Bond βάσισε την εκτίμησή του πάνω σε προσωπική εξέταση τού περισσότερο ακρωτηριασμένου θύματος και στις σημειώσεις των προηγούμενων φόνων.
Και οι πέντε φόνοι αναμφίβολα διαπράχθηκαν από το ίδιο χέρι. Στους τέσσερις πρώτους οι λαιμοί φαίνεται να έχουν κοπεί από τα αριστερά προς τα δεξιά. Στην τελευταία περίπτωση, εξαιτίας του εκτεταμένου ακρωτηριασμού είναι αδύνατο να προσδιορίσουμε την κατεύθυνση, αλλά το προερχόμενο από την αρτηρία αίμα βρέθηκε στον τοίχο σε πιτσιλιές κοντά εκεί που πρέπει να βρισκόταν και το κεφάλι της. Όλα τα δεδομένα με οδηγούν στο να πω πως οι γυναίκες πρέπει να ήταν ξαπλωμένες και σε κάθε περίπτωση πρώτα κοβόταν ο λαιμός τους.
Ο Δρ. Bond ήταν απόλυτα σίγουρος ότι ο δολοφόνος δεν είχε την παραμικρή ιδέα από ανατομία, επιστήμη ή έστω τις τυπικές γνώσεις ενός χασάπη. Σύμφωνα με την άποψη του, "ο δολοφόνος πρέπει να ήταν τύπος μοναχικός, που περιοδικά κυριευόταν από ανθρωποκτονική ή ερωτική μανία". Ο χαρακτήρας των ακρωτηριασμών υποδήλωνε πιθανότατα 'τάσεις σατυρίασης'. Ο Δρ. Bond επίσης δήλωσε πως "η ανθρωποκτονική τάση μπορεί να προέκυψε μέσα από εκδικητικές ή μελαγχολικές σκέψεις, ή ακόμα ακόμα να οφείλεται σε θρησκευτική μανία"
- Ύποπτοι θεωρήθηκαν πολλοί: αποσχηματισμένοι κληρικοί, μνησίκακες μαίες,ακόμα κι ένας γορίλλας ενός πλανόδιου ζωολογικού κήπου, ενώ ο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ υποστήριξε πως ήταν ο δράστης γυναίκα ή ένας διεστραμμένος άντρας ντυμένος γυναικεία.Ο περιφημότερος από τους υπόπτους θεωρήθηκε ο Εδουάρδος, δούκας του Κλάρενς,εγγονός της βασίλισσας Βικτωρίας, κι αυτό λόγω της διανοητικής καθυστέρησής του λόγω της σύφιλης από την οποία είχε προσβληθεί σε ηλικία 16 ετών μετά από κρουαζιέρα στην Άπω Ανατολή, αρρώστια που επενέργησε στον εγκέφαλό του. Ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σω ισχυρίστηκε πως ο δολοφόνος με τα φρικιαστικά του εγκλήματα ήθελε να κάνει την κοινή γνώμη να αντιληφθεί την ανάγκη εξαλείψεως αυτών των εστιών ηθικής σήψεως των κακόφημων συνοικιών των μεγαλουπόλεων.
Τα γράμματα προς την αστυνομία
Ενόσω διεπράττοντο οι φόνοι, η αστυνομία και οι εφημερίδες δέχτηκαν χιλιάδες γράμματα που αφορούσαν στην υπόθεση. Κάποια από αυτά ήταν από άτομα των οποίων η πρόθεση ήταν απλά να βοηθήσουν, όμως στην μεγάλη τους πλειοψηφία θεωρήθηκαν άχρηστα και αγνοήθηκαν.
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον φαίνεται να έχουν τα εκατοντάδες γράμματα που υποτίθεται πως είχαν γραφτεί από τον ίδιο τον δολοφόνο. Και πάλι τα περισσότερα απο αυτά ήταν ψεύτικα και σχεδόν κανένα δε θεωρείται αυθεντικό. Από αυτά πάντως που υποτίθεται πώς όντως έχει γράψει ο ίδιος ο δολοφόνος τρία είναι αυτά που ξεχωρίζουν.
«Το γράμμα προς το Αγαπημένο μου αφεντικό»
Γράφτηκε στις 25 Σεπτεμβρίου του 1888, ταχυδρομήθηκε και παρελήφθη στις 27 από το Κεντρικό Πρακτορείο ειδήσεων ενώ προωθήθηκε στην Scotland Yard στις 29. Αρχικά θεωρήθηκε επίσης ψεύτικο, αλλά η άποψη αυτή αναθεωρήθηκε όταν η Eddowes βρέθηκε τρεις μέρες αργότερα από την ημερομηνία που είχε γραφτεί το γράμμα με μερικώς κομμένο το αυτί της. Στο γράμμα περιλαμβανόταν η φράση «θα κουτσουρέψω το αυτί της κυρίας». Η Αστυνομία δημοσίευσε το γράμμα την πρώτη του Οκτώβρη σε περίπτωση που κάποιος αναγνώριζε τον γραφικό χαρακτήρα, αλλά η προσπάθεια δεν απέδωσε. Το προσωνύμιο "Τζακ ο Αντεροβγάλτης" πρωτοχρησιμοποιήθηκε σε αυτό το γράμμα και αμέσως τράβηξε τη προσοχή. Τα περισσότερα από τα επόμενα γράμματα αντέγραφαν το ύφος αυτού. Μετά τους φόνους οι αστυνομικοί δήλωσαν πως το γράμμα είναι ψεύτικο και το απέδωσαν σε έναν τοπικό δημοσιογράφο.
«Ο σκανδαλιάρης Τζακ»
Το καρντ-ποστάλ με τίλο «Ο σκανδαλιάρης Τζακ» ταχυδρομημένο την πρώτη Οκτώβρη του 1888 προς το κεντρικό πρακτορείο ειδήσεων, είχε γραφικό χαρακτήρα παρόμοιο με το προηγούμενο γράμμα. Αναφέρει πως τα δύο θύματα — η Stride και η Eddowes — είχαν δολοφονηθεί πολύ κοντά το ένα με το άλλο: "διπλό το χτύπημα αυτή τη φορά ". Λέχθηκε πως το γράμμα είχε ταχυδρομηθεί πριν κοινοποιηθούν οι φόνοι από την αστυνομία, οπότε ήταν απίθανο κάποιος παρανοϊκός να γνώριζε ήδη τόσα. Παρόλο που είχε ταχυδρομηθεί περισσότερες από 24 ώρες αφού είχαν γίνει οι δολοφονίες, οι λεπτομέρειες σχετικά με αυτές είχαν γνωστοποιηθεί σε δημοσιογράφους και κατοίκους πολύ πιο μετά. Πάλι οι αστυνομικοί αργότερα είπαν πώς ο ίδιος δημοσιογράφος που είχε γράψει και το γράμμα προς το αγαπημένο αφεντικό, είχε γράψει και αυτό.
Το γράμμα «από την Κόλαση»
Είναι επίσης γνωστό ως «το γράμμα του Lusk» και ταχυδρομήθηκε στις 15 Οκτώβρη. Αποδέκτης του ήταν ο George Lusk ο οποίος το παρέλαβε στις 16 του ίδιου μήνα. Ο Lusk άνοιξε ένα μικρό κουτί, όπου μέσα βρήκε ένα ανθρώπινο νεφρό, που είχε διατηρηθεί σε αιθανόλη, όπως είπε αργότερα ένας γιατρός. Ένα από τα νεφρά της Eddowes πράγματι είχε αφαιρεθεί από τον δολοφόνο. Αυτός που έγραψε το γράμμα ισχυρίζεται πως είχε τηγανίσει και φάει το άλλο νεφρό. Σχετικά με το αν το νεφρό ανήκε όντως στην Eddowes ή ήταν απλά μια κακόγουστη μακάβρια φάρσα υπάρχουν ακόμα διαφωνίες.