Μελετάμε την ιστορία συχνότερα με αφετηρία την κατανομή της εξουσίας -στον έναν, στους λίγους ή στους πολλούς- και σπανιότερα με βάση την κατανομή της οικονομικής δύναμης. Μα, καθώς τα χρήματα ήταν ανέκαθεν ένα είδος δύναμης, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα οι οικονομικές εξελίξεις επηρέασαν τις πολιτειακές -και το αντίθετο. Μια προσεκτική ματιά στην οικονομία κάποτε φέρνει στο φως στοιχεία που δεν φανερώνουν οι άλλες «ιστορίες».
Στην αρχαία Αθήνα, από τις αρχές του 5ου αι. π.Χ., μια σειρά αλλαγές στον τομέα της διοίκησης μαρτυρούν μια πραγματική οικονομική μεταρρύθμιση. Βρισκόμαστε πλέον σε έναν άλλο κόσμο, με σταθερές δαπάνες, υποχρεωτικές εισφορές κι ένα οργανωμένο δημοσιονομικό σύστημα.
Ίσως η πιο σημαντική εξέλιξη στη δημοσιονομική πορεία της αθηναϊκής πολιτείας είναι η εισαγωγή μισθών, δηλαδή αμοιβών για την παροχή υπηρεσιών στην κοινότητα. Η εξέλιξη αυτή καταγράφεται πρώτα στην άμυνα. Στα Ομηρικά χρόνια, το κόστος για την ανάληψη των πολεμικών επιχειρήσεων το αναλάμβαναν οι ηγέτες. Στον Τρωϊκό Πόλεμο, υπεύθυνοι για να σιτίσουν και να μετακινήσουν το στρατό τους είναι οι ίδιοι οι βασιλείς. Οι στρατιώτες εξασφαλίζουν τη συντήρησή τους στη διάρκεια των εκστρατειών και αμείβονται για την προσπάθεια και για τον κίνδυνο στον οποίο εκτίθενται λαμβάνοντας μέρος των λαφύρων του πολέμου -μερίδιο στην αρπαγή, με άλλα λόγια. Ως τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. η λειτουργία του στρατού επαφίεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Το ίδιο συμβαίνει και με άλλες λειτουργίες που αφορούν το σύνολο της πόλης.
Στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα η Αθήνα έχει πλέον οργανωμένο στρατό και, λίγο αργότερα, αξιόμαχο ναυτικό. Τότε εισάγεται η πρακτική του μισθού, ως αμοιβής για τη στρατιωτική θητεία. Στρατιώτες, ναύτες και κωπηλάτες δεν εξαρτώνται πλέον από τη γενναιοδωρία μελών και αρχηγών της κοινότητας, αλλά αμείβονται από την πόλη. Το αρχέγονο μέρισμα από τα λάφυρα, εξαρτημένο από την προσωπική αξία κάθε μαχητή, αντικαθίσταται από έναν μισθό κοινό για όλους -γιατί, στη δημοκρατία, όλοι οι πολίτες λογίζονται για ίσοι. Με τη σειρά της, η πόλη μετατρέπεται από χαλαρή κοινότητα σε οργανωμένο κράτος, με θεσμοθετημένες λειτουργίες.
Η παροχή αμοιβών από την πόλη δεν περιορίζεται στον στρατό. Ένας ολόκληρος κύκλος προσώπων αμείβεται από κρατικά χρήματα. Ορισμένοι αποζημιώνονται για συγκεκριμένες υπηρεσίες που παρέχουν στην πόλη, στη λογική μιας σύγχρονης «σύμβασης έργου». Βουλευτές και άρχοντες λαμβάνουν αποζημίωση για τη συμμετοχή στην άσκηση της εξουσίας, σε αντιστοιχία με τις σημερινές βουλευτικές αποζημιώσεις. Γνωστή είναι, επίσης, η πρακτική των ημερήσιων καταβολών για συμμετοχή στα δικαστήρια και στην Εκκλησία του Δήμου (στον 4ο αι. π.Χ.), όπως και για την παρακολούθηση των παραστάσεων στο θέατρο (θεωρικά).
Σημαντική δαπάνη για τον προϋπολογισμό αποτελούν, επίσης, οι αποζημιώσεις των δημόσιων δούλων που εκτελούσαν πολλές από τις εργασίες που αφορούσαν το σύνολο. Υπηρετούσαν ως γραφείς, κλητήρες, δεσμοφύλακες και βοηθοί αξιωματούχων, ενώ εργάζονταν επίσης στην οδοποιία, στην καθαριότητα των δημόσιων χώρων, στο νομισματοκοπείο και στα δημόσια έργα. Από τον Δήμο αμείβονταν, επίσης, οι 300 Σκύθες τοξότες -αστυνομική ομάδα εφοδιασμένη με μαστίγια, που διατηρούσε την τάξη και την ασφάλεια σε δημόσιες συναθροίσεις. Όλοι αυτοί κατά πάσα πιθανότητα δεν λάμβαναν μισθό, αλλά μια ημερήσια αποζημίωση που αντιστοιχούσε στο κόστος της σίτισής τους. Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός τους συνεπαγόταν ένα αξιοπρόσεκτο συγκεντρωτικό κόστος για την πόλη.
Από τα σημαντικότερα προνόμια οικονομικής φύσης ήταν η δωρεάν σίτιση στο Πρυτανείο, την εστία της πόλης. Την απολάμβαναν σε σταθερή βάση συγκεκριμένοι δημόσιοι αξιωματούχοι (οι αείσιτοι) και, περιστασιακά, οι επίσημοι προσκεκλημένοι της πόλης και κάποιοι τιμώμενοι, όπως οι Ολυμπιονίκες. Πέραν του τιμητικού του χαρακτήρα, το μέτρο είχε αδιαμφισβήτητα και οικονομικό αντίκτυπο, καθώς αποτελούσε μείζονα διευκόλυνση για τους ωφελούμενους. Εκτός από τους μισθούς και τη δωρεάν σίτιση, η αθηναϊκή δημοκρατία προέβλεπε επίσης την προστασία των κοινωνικά αδυνάτων, όπως την ανατροφή των ορφανών του πολέμου ως την ενηλικίωσή τους και την αποζημίωση των τραυματιών του πολέμου που δεν είχαν εισοδήματα.
Το κόστος για τη λειτουργία της δημοκρατίας δεν ήταν αμελητέο. Μεγάλο μέρος των δαπανών της πόλης σχετιζόταν με την ενθάρρυνση των οικονομικά ασθενέστερων πολιτών να συμμετάσχουν στην άσκηση της εξουσίας. Όλοι έπρεπε να έχουν συμμετοχή και λόγο στη διαχείριση της πόλης, ακόμα κι αν αυτό προϋπέθετε τη στήριξη όσων δεν μπορούσαν να επιβιώσουν από μόνοι τους.
Μα ακόμα και στην αθηναϊκή δημοκρατία υπήρχαν ορισμένοι περισσότερο ευνοημένοι «από το σύστημα». Τέτοιοι ήταν για παράδειγμα οι ναύτες της Παράλου, της ταχύπλοης τριήρους του αθηναϊκού πολεμικού ναυτικού που μετέφερε διπλωματικές και ιερές αποστολές, ενώ πραγματοποιούσε επείγουσες μεταβιβάσεις αξιωματούχων. Προκειμένου να βρίσκεται σε μόνιμη ετοιμότητα, η Πάραλος διέθετε πλήρωμα που αμειβόταν όλο το χρόνο, κι όχι μόνον όταν βρισκόταν σε αποστολή, βαραίνοντας με ένα σημαντικό ποσό τον προϋπολογισμό. Οι ναύτες της «τέτταράς τε ὀβολοὺς ἐλάμβανον καὶ τὸ πλεῖον μέρος τοῦ ἐνιαυτοῦ οἴκοι ἔμενον» (βλ. Αρποκρατίων, λ. Πάραλος), φωτογραφίζοντας μια από τις πρώτες γνωστές «αργομισθίες».
Στο σύνολό της, η διαχείριση των δημοσιονομικών της Αθήνας παραπέμπει σε ένα εξελιγμένο σύστημα που πασχίζει να ισορροπήσει ανάμεσα στις διάφορες ανάγκες της πόλης: τη σωστή λειτουργία των θεσμών, την άμυνα, την προστασία όσων έχουν ανάγκη, τη μέριμνα για τον δημόσιο χώρο και την αντιμετώπιση έκτακτων γεγονότων. Κι αυτά με τη σειρά τους ενίσχυαν την ανάγκη να εξευρεθούν πόροι. Τα λάφυρα του πολέμου, τα οποία άρχισαν να αποτελούν επισήμως δημόσια περιουσία, σε συνδυασμό με τα έσοδα από τη φορολόγηση της περιουσίας και της σοδειάς, τους φόρους των συμμάχων και τις έκτακτες εισφορές, εξασφάλιζαν τη δυνατότητα καταβολής των κάθε λογής αμοιβών και συντήρησης του κρατικού μηχανισμού.
Πού, τελικά, έριχνε το μεγαλύτερο βάρος η πόλη; Στον πόλεμο ή στις δαπάνες για τη συντήρηση του πολιτεύματος και όσων με τον έναν ή τον άλλο τρόπο το διακονούσαν; Στα μεγάλα δημόσια έργα, στις θρησκευτικές τελετές και στην προσπάθεια εντυπωσιασμού εχθρών και συμμάχων; Το ερώτημα αυτό, μια από τις διαχρονικές διαφωνίες των μελετητών της αθηναϊκής δημοκρατίας, μοιάζει πλέον να βρίσκει τη λύση του.
Μια από τις συνεισφορές της τεχνολογίας τα τελευταία χρόνια είναι η δυνατότητα να συγκεντρωθούν και να αθροιστούν τα οικονομικά δεδομένα του αρχαίου κόσμου -έργο μέχρι πρότινος εξαιρετικά δύσκολο. Οι αναλύσεις των επιμέρους στοιχείων είναι πάντοτε ανοιχτές σε ερμηνείες και αναθεωρήσεις. Μα αυτό που αναφαίνεται ως βεβαιότητα από «τα νούμερα» είναι πως εν τέλει προτεραιότητα δεν ήταν ούτε η θρησκεία, ούτε οι τελετές, ούτε καν η πολιτική. Προτεραιότητα ήταν πάντοτε ο πόλεμος. Με προφανή, βεβαίως, και τα οικονομικά του οφέλη -απαραίτητα για τη λειτουργία της πολιτείας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ- V. Gabrielsen, Financing the Athenian Fleet (Βαλτιμόρη 1994)
- W.T. Loomis, Wages, Welfare Costs and Inflation in Classical Athens (Αν Άρμπορ) 1998
- C.H. Lyttkens, Economic Analysis of Institutional Change in Ancient Athens. Politics, Taxation and Rational Behavior (Λονδίνο και Νέα Υόρκη 2013)
- D.M. Pritchard, επιμ. War, Democracy and Culture in Classical Athens (Καίμπριτζ 2010) 8-19
- D.M. Pritchard, Public Spending and Democracy in Classical Athens (Όστιν, Τέξας 2015)
- R.S. Stroud, "Greek Inscriptions: Theozotides and the Athenian Orphans", Hesperia 40(1971), 280-301
- H.v. Wees, Ships and Silver, Taxes and Tribute. A Fiscal History of Archaic Athens (Λονδίνο και Νέα Υόρκη 2013)
Περισσότερα θέματα για την αρχαία Ελλάδα εδώ.