Αντιστασιακή ομάδα στην ναζιστοκρατούμενη Γερμανία. Τα ηγετικά μέλη της συνελήφθησαν και απαγχονίστηκαν.
Δημιουργήθηκε στο Μόναχο από τους φοιτητές του τοπικού πανεπιστημίου, Σόφι και Χανς Σολ, Κρίστοφ Προμπστ, Άλεξ Σμόρελ, Βίλι Γκραφ και τον καθηγητή Φιλοσοφίας Κουρτ Χούμπερ. Αφορμή στάθηκε ένα κήρυγμα του Αρχιεπισκόπου του Μίνστερ, Αύγουστου φον Γκάλεν, που καταδίκαζε το 1941 την πολιτική ευθανασίας του Ναζιστικού καθεστώτος. Οι έξι έλαβαν την άδεια από τον ιερωμένο να πολυγραφήσουν το κήρυγμά του και να το διαδώσουν στην πόλη. Ήταν η πρώτη πράξη της οργάνωσης τον Ιούνιο του 1942.
Η οργάνωση έλαβε το όνομά της από τον τίτλο του μυθιστορήματος του Μπ. Τράβεν «Το Λευκό Ρόδο», που αναφερόταν στην εκμετάλλευση των εργατών στο Μεξικό. Πρόκειται για το ψευδώνυμο ενός άγνωστου συγγραφέα, γνωστού στους σινεφίλ από το μυθιστόρημα «Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάδρε», που μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Τζον Χιούστον το 1948.
Τα μέλη της ομάδας επέλεξαν να μην ακολουθήσουν δυναμικές ενέργειες, αλλά την τακτική της παθητικής αντίστασης του Γκάντι και των μαύρων φοιτητών της Αμερικής. Με φυλλάδια, προκηρύξεις και συνθήματα στους τοίχους προσπάθησαν να αφυπνίσουν τις κοιμισμένες συνειδήσεις των συμπατριωτών τους, που ακολουθούσαν τυφλά τις επιλογές του Χίτλερ και να δείξουν το αληθινό πρόσωπο του Ναζισμού. Εκτός από τον αρχικό πυρήνα των έξι, στο «Λευκό Ρόδο» δραστηριοποιούνταν περισσότεροι από εκατό νεολαίοι.
Η «Γκεστάπο» δεν άργησε να φθάσει στα ίχνη τους. Στις 18 Φεβρουαρίου 1943, η Σόφι Σολ και ο αδελφός της Χανς πήγαν στη σχολή τους για να μοιράσουν τη νέα προκήρυξη της οργάνωσης. Πήραν, όπως πάντα, όλα τα μέτρα προφύλαξης, αλλά για κακή τους τύχη έγιναν αντιληπτοί από τον φύλακα Γιάκομπ Σμιντ, που ήταν μέλος του Ναζιστικού Κόμματος. Αυτός ειδοποίησε την Γκεστάπο και η σύλληψή τους ήταν θέμα ωρών.
Μαζί με τον Κρίστοφ Προμπστ οδηγήθηκαν ενώπιον του Λαϊκού Δικαστηρίου του Μονάχου στις 20 Φεβρουαρίου. Σε μια δίκη - παρωδία, που κράτησε λίγα λεπτά της ώρας, ο δικαστής Ρόλαντ Φρίσλερ τους καταδίκασε στην ποινή του θανάτου για στάση και ανταρσία. Σχεδόν αμέσως οδηγήθηκαν στην αγχόνη και πέρασαν στην αιωνιότητα. Μερικές μέρες αργότερα συνελήφθησαν οι γονείς της Σολ, η αδελφή της Ίνγκε και 80 μέλη του «Λευκού Ρόδου». Οι Βίλι Γκραφ, Άλεξ Σμόρελ και ο καθηγητής Χούμπερ αντίκρισαν την αγχόνη, ενώ οι υπόλοιποι καταδικάσθηκαν σε ποινές φυλάκισης.
Κάποια μέλη της οργάνωσης πίστεψαν ότι η θυσία των έξι θα ξεσήκωνε τους φοιτητές κατά του καθεστώτος. Τρίχα δεν κουνήθηκε! Οι φοιτητές συνέχισαν τη ρουτίνα τους σαν να μη συνέβη τίποτα και πολλοί τη χαρακτήρισαν εχθρό του έθνους. Η ιστορία του «Λευκού Ρόδου» έγινε γνωστή ευρέως μέσα από την ταινία του Μαρκ Ρότεμουντ «Οι τελευταίες μέρες της Σόφι Σολ» (2005), που απέσπασε την «Αργυρή Άρκτο» στην Μπερλινάλε και ήταν υποψήφια για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Η ταινία προβλήθηκε στη χώρα μας και κυκλοφορεί σε DVD στα βιντεοκλάμπ.
Περισσότερα ιστορικά αφιερώματα εδώ.