Το ρήμα κλαυθμυρίζω σημαίνει κλαίω συνέχεια με φωνή αδύνατη και λεπτή. Είναι αμετάβατο ρήμα και χρησιμοποιείται κυρίως για τα μωρά.
Ετυμολογία: κλαυθμυρίζω < κλαύθμος (=το να χύνει κανείς δάκρυα από ψυχικό ή σωματικό πόνο ή έντονη συναισθηματική φόρτιση) + μύρομαι (= χύνω δάκρυα < μύρω < μύρον).
Συνώνυμα: σιγοκλαίω, κλαψουρίζω
Αντώνυμα: χαμογελώ
Δείτε περισσότερες σημασίες λέξεων κι εμπλουτίστε το λεξιλόγιο σας εδώ.
Για το e-didaskalia.blogspot.gr
Αποστόλης Ζυμβραγάκης
Φιλόλογος