Ο διασημότερος εραστής όλων των εποχών και ο περιπετειώδης βίος του!
Μπορεί η ξακουστή φιγούρα της Βενετίας του 18ου αιώνα να έχει σφραγίσει το συλλογικό φαντασιακό σαν ένας από τους διαπρεπέστερους καρδιοκατακτητές όλων των εποχών, ο Καζανόβα ήταν ωστόσο πολλά περισσότερα από σκοτεινό αντικείμενο πόθου των γυναικών.
Και ενδεχομένως το καθεστώς του τυχοδιώκτη να υπερβαίνει αυτό του θρυλικού εραστή, αν κρίνουμε από τα σπαρταριστά γεγονότα που τον αφορούν!
Ραδιούργος και δολοπλόκος, ο Καζανόβα δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να υποδύεται όλους τους ρόλους για να πετύχει τους καιροσκοπικούς σκοπούς του. Κι έτσι φιγούραρε από αξιωματικός και ιεροκήρυκας μέχρι βιολιστής και δημοσιογράφος, σε μια ζωή που δεν στερήθηκε περιπέτειας και έρωτα.
Αριβίστας και αμοραλιστής, δεν σταμάτησε ποτέ να παραπλανά τους αφελείς και ευκολόπιστους, κλέβοντας από πορτοφόλια δόγηδων μέχρι και τις καρδιές των γυναικών τους. Χωρίς ίχνος ηθικότητας και θρησκευτικής ευλάβειας, ο θρυλικός Βενετσιάνος περιπλανήθηκε στον κόσμο περιφέροντας τα καπρίτσια και την τρέλα του στην οικουμένη, επιστρέφοντας πάντα στην πόλη της καρδιάς του, τη Βενετία.
Κι αν παραμένει σύμβολο για το κυνήγι του γυναικείου ποδόγυρου, ο Καζανόβα ήταν σαφώς πιο τρομερός «ηθοποιός», υποδυόμενος ρόλους ζωής για να ξαφρίζει τα θύματά του από στημένα χαρτοπαίγνια μέχρι και καταστάσεις που θα τον αναδείκνυαν νικητή. Δεν είχε λοιπόν δισταγμούς να υποδύεται εξίσου τον αλχημιστή, το μέντιουμ και τον αποκρυφιστή μύστη, για να αποκτά πρόσβαση στα πολυτελή σαλόνια της καλής κοινωνίας, αλλά και στις κρεβατοκάμαρες φυσικά των συζύγων της αριστοκρατίας, κι αυτό γιατί ήταν ένας μάγος που έλυνε όλα τα προβλήματα και προέβλεπε το μέλλον!
Η φήμη του όμως θα έφτανε στα αυτιά των Ιεροεξεταστών και των απατημένων συζύγων, και τότε θα ξεκινούσαν οι περιπέτειές του, τις οποίες δεν παρέλειψε να καταγράψει εξαντλητικά στις 3.700 σελίδες αυτού που θα έμενε γνωστό ως «Η Ιστορία της Ζωής μου» και θα έδινε στον Καζανόβα τον τελευταίο του ρόλο στη ζωή, ίσως τον πιο πραγματικό: αυτό του συγγραφέα…
Γι’ αυτό και έχει υποστηριχθεί εξάλλου ότι η μεγάλη αγαπημένη του βενετσιάνου εραστή ήταν η ίδια η ζωή. Ο ίδιος δεν το έκρυβε άλλωστε ποτέ: «Η ζωή, είτε ευτυχισμένη είτε δυστυχισμένη, τυχερή ή άτυχη, είναι το μόνο αγαθό που έχει ο άνθρωπος, κι αυτός που δεν αγαπάει τη ζωή είναι ανάξιος να ζει»…
Πρώτα χρόνια
Ο Τζιάκομο Καζανόβα γεννιέται στη Βενετία στις 2 Απριλίου 1725 ως γιος περιπλανώμενων ηθοποιών. Αεικίνητος από παιδί, αποφασίζει να προσχωρήσει στον κλήρο από τρυφερή ηλικία, γεγονός που θα τον φέρει στην ιερατική σχολή της Πάδοβας. Ο Καζανόβα θα επιδείξει από νωρίς την ακόλαστη φύση του και σύντομα θα εκδιωχθεί από την ιερατική ακαδημία, επιστρέφοντας έτσι άπραγος στη Βενετία.
Απτόητος, σύντομα θα βρεθεί στην υπηρεσία καρδιναλίου της Ρώμης, σε μια θέση όμως που πάλι δεν θα μακροημέρευε, καθώς τα πρώτα σεξουαλικά σκάνδαλα άρχισαν να αναδύονται στην καθωσπρέπει κλειστή κοινωνία.
Ο δρόμος που ακολούθησε κατόπιν ο Καζάνοβα έμελλε να γίνει ακόμα πιο τυχοδιωκτικός: ζούσε πλέον μέσα στη φτώχεια ως περιπλανώμενος αυτοδίδακτος βιολιστής, πριν μυηθεί στον Τεκτονισμό, σε μια καιροσκοπική κίνηση που υποτίθεται ότι θα τον έφερνε στα σαλόνια της άρχουσας τάξης.
Κάτι που για ένα διάστημα τουλάχιστον δούλεψε, με τον Καζανόβα να έχει πια τη δυνατότητα να περιδιαβαίνει την Ευρώπη (Παρίσι, Πράγα, Βιέννη και Δρέσδη), επιστρέφοντας αργότερα στη γενέτειρά του (1753 περίπου) για να ξεκινήσει μια νέα καριέρα απατεώνα: αυτή τη φορά είναι σπουδαίος αποκρυφιστής, μέγας μάγος και αλχημιστής τρομερός!
Το κόλπο αυτό αποδείχθηκε υπερεπιτυχημένο και σύντομα ο Καζανόβα θα απολάμβανε τη θαλπωρή της βενετσιάνικης αριστοκρατίας, περιφερόμενος από παλάτσο σε παλάτσο για να κηρύττει τα αποκρυφιστικά μηνύματα στους δόγηδες και να διασκεδάζει τις συζύγους τους τα βράδια.
Κάποια στιγμή όμως η τύχη του εξαντλήθηκε, τόσο από τα πανταχού παρόντα αυτιά του νόμου όσο και από τους απατημένους συζύγους, που ζητούσαν λυσσαλέα εκδίκηση: το 1755 κατηγορείται για μαγεία και λατρεία του σατανά και σε μια δίκη-παρωδία καταδικάζεται σε πενταετή φυλάκιση.
Ρίχνεται έτσι στα γρήγορα στα μπουντρούμια της διαβόητης «Μολυβένιας Φυλακής», ενός κολαστηρίου δηλαδή επενδεδυμένου με μολύβι, που είχε τη ζοφερή φήμη ότι κανείς δεν μπορούσε να αποδράσει από τους χώρους του, καθώς τα μέτρα ασφαλείας ήταν δρακόντεια και η φυλακή βρισκόταν μέσα στο παλάτι του Δόγη!
Παρά ταύτα, ο πολυμήχανος και ραδιούργος Βενετσιάνος δεν θα παρέμενε στο κελί παρά 15 μήνες, όταν σε ένα τέλεια εκτελεσμένο σχέδιο απόδρασης καταφέρνει να το σκάσει και καταφεύγει στο Παρίσι (Οκτώβριος 1756)! Ο θρυλικός Καζανόβα είχε κατακτήσει την ελευθερία του και οι σύζυγοι των γυναικών της γαλλικής αριστοκρατίας άρχισαν να χάνουν τον ύπνο τους....
Η περίοδος της Γαλλίας
Στο Παρίσι λοιπόν είναι που κυκλοφορεί ένα σκανδαλώδες φυλλάδιο με τα ερωτικά του κατορθώματα και τις μοιχείες που είχε προκαλέσει στη Βενετία, κάνοντας τον Καζανόβα διασημότητα σε μια μέρα! Ο ίδιος φιγουράρει πια ως «Ζακ Καζανόβα, ιππότης του Seingalt» -το όνομα με το οποίο θα υπογράψει αργότερα τη διαβόητη αυτοβιογραφία του-, και αποφασίζει πια να βάλει στο στόχαστρο τις απάτες με τη χαρτοπαιξία και τα τυχερά παιχνίδια, συνάμα φυσικά με τις αποκρυφιστικές του ιδιότητες και τις αλχημιστικές του γνώσεις. Τα ελιξίρια και τα γιατροσόφια του αρχίζουν να κυκλοφορούν ευρέως στη γαλλική πρωτεύουσα!
Την εποχή αυτή είναι που θα ταξιδέψει ευρύτατα ο μεγάλος γόης (Αγγλία, Ρωσία, Γαλλία, Γερμανία κ.ά), χρησιμοποιώντας την ακαταμάχητη γοητεία του και τα κέρδη του φυσικά από τις στημένες παρτίδες, περιδιαβαίνοντας την Ευρώπη και γράφοντας έτσι τις πλέον λαμπρές σελίδες των χρονικών του ως καρδιοκατακτητής!
Παρά τις δαιμόνιες απάτες του, κάποια στιγμή εξαντλήθηκαν τα κεφάλαιά του και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Παρίσι, καθώς οι πιστωτές του ήταν πια στο κατόπι του. Κι έτσι από το 1760 παίρνει για άλλη μια φορά τους δρόμους, αυτή τη φορά απλώς ως «ιππότης του Seingalt», μετακινούμενος συνεχώς από τη Γερμανία στην Ελβετία κι από κει στη Νότια Γαλλία, τη Φλωρεντία και τελικά στη Ρώμη.
Εννοείται βέβαια ότι απ’ όπου κι αν πέρασε, άφησε παρακαταθήκη ερωτικές σχέσεις και παθιασμένα ειδύλλια, αποπλανώντας χωρίς διάκριση από μαρκησίες και δούκισσες μέχρι και όποια τύχαινε να βρεθεί στον δρόμο του. Ταυτοχρόνως, με τη βούλα του αποκρυφιστή και του Μασόνου, εισχωρούσε στις μυστικές εταιρίες της Ευρώπης (Ελευθεροτέκτονες, Ροδοσταυρίτες κ.λπ.) και εκμεταλλευόταν τη συνήθη ευπιστία των κύκλων της αριστοκρατίας. Κι όταν τα πράγματα έφταναν στο απροχώρητο και οι εξοργισμένοι σύζυγοι ή οι εξαπατημένοι αριστοκράτες τον καλούσαν σε μονομαχία, ο δαιμόνιος ξιφομάχος Καζανόβα έλυνε το ενοχλητικό θέμα στη στιγμή.
Πάντως, οι περιπέτειές του στις πόλεις απ’ όπου πέρασε κατέληγαν συνήθως με τον ίδιο πίσω από τα κάγκελα ή, στην καλύτερη περίπτωση, αλυσοδεμένο στα σύνορα για να σιγουρευτούν οι Αρχές ότι δεν επρόκειτο να επιστρέψει στην επικράτειά τους!
Τελικά, στις αρχές της δεκαετίας του 1770 του επιτράπηκε να επιστρέψει στη Βενετία, σε μια συμφωνία κυρίων με τις τοπικές Αρχές: ο Καζανόβα θα λειτουργούσε πια ως κατάσκοπος των βενετσιάνων ανακριτών και ιεροεξεταστών, έναν αταίριαστο ρόλο για τον διαπρεπή τυχοδιώκτη, τον οποίο υπηρέτησε ωστόσο από το 1774 ως το 1782, αν και όχι με τη δέουσα προσοχή και επιμέλεια: οι κατασκοπευτικές του αναφορές ήταν περισσότερο αποτέλεσμα του λογοτεχνικού του νου παρά πραγματικές πληροφορίες για εχθρούς του κράτους…
Τελευταία χρόνια του περιπετειώδη βίου
Το 1785, παρά τα 60 χρόνια που είχε στην πλάτη του ο ακούραστος απατεωνίσκος, δεν έλεγε να κάτσει στα αυγά του. Αφού απολύθηκε από τη «θέση» του κατασκόπου, καθώς οι μαρτυρίες του ήταν για κλάματα, θεώρησε σκόπιμο να συντάξει έναν λίβελο για έναν βενετσιάνο ευγενή, κάτι που τον ανάγκασε να φύγει κυριολεκτικά νύχτα από τη Βενετία και να καταφύγει για άλλη μια φορά στο Παρίσι.
Από το 1785 ως το 1798, ο Καζανόβα θα βρεθεί στη Βοημία, υπηρετώντας ως βιβλιοθηκάριος τον τοπικό δούκα, σε μια θέση που ο ίδιος έβρισκε ανυπόφορη μεν, αναγκαία για την επιβίωσή του δε. Σχεδόν ξεχασμένος πια από την ευρωπαϊκή αριστοκρατία που τόσο τον είχε αγαπήσει και μισήσει, ο Καζανόβα διασφάλισε την υστεροφημία του συγγράφοντας στα γαλλικά τα εκτενή του απομνημονεύματα.
Το «Histoire de Ma Vie» αντικατοπτρίζει θαυμάσια το κλίμα της Ευρώπης του Διαφωτισμού και ρίχνει άπλετο φως στις μνημειώδεις συναντήσεις του περιπλανώμενου τυχοδιώκτη με μια σειρά από κορυφαίες προσωπικότητες του καιρού, από τον πάπα Κλημέντιο ΙΓ’, τον Βολταίρο, τον Ρουσό και τον Μότσαρτ μέχρι τον Μεγάλο Φρειδερίκο, τη Μεγάλη Αικατερίνη και τόσους ακόμα! Η βιογραφική του ακρίβεια και αξιοπιστία ελέγχεται ωστόσο, αν και το μεγάλο ζητούμενο του εκτενούς κειμένου δεν είναι άλλο από την απαρίθμηση των αμέτρητων ερωτικών συνευρέσεων του πραγματικού «Δον Ζουάν».
Μια σειρά από σεξουαλικές περιπέτειες που θα ενθρόνιζαν δηλαδή τον Τζιάκομο Καζανόβα στην απόλυτη θέση του κορυφαίου γυναικά όλων των εποχών, κάνοντας το όνομά του συνώνυμο του πλεϊμπόι! Στα απομνημονεύματά του, ο Καζανόβα αφηγείται τη ζωή του από τη γέννησή του μέχρι και το 1774, καθώς «από την ηλικία των 50 ετών και μετά δεν συναντώ παρά μόνο θλίψη κι αυτό με θλίβει»…
Ο τζογαδόρος, απατεώνας, μυστικός πράκτορας, μέγας γυναικοκατακτητής, δραπέτης φυλακών αλλά και διπλωμάτης έφυγε από τη ζωή στις 4 Ιουνίου 1798 στον πύργο του Ντουξ στη Βοημία…
Και ενδεχομένως το καθεστώς του τυχοδιώκτη να υπερβαίνει αυτό του θρυλικού εραστή, αν κρίνουμε από τα σπαρταριστά γεγονότα που τον αφορούν!
Ραδιούργος και δολοπλόκος, ο Καζανόβα δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να υποδύεται όλους τους ρόλους για να πετύχει τους καιροσκοπικούς σκοπούς του. Κι έτσι φιγούραρε από αξιωματικός και ιεροκήρυκας μέχρι βιολιστής και δημοσιογράφος, σε μια ζωή που δεν στερήθηκε περιπέτειας και έρωτα.
Αριβίστας και αμοραλιστής, δεν σταμάτησε ποτέ να παραπλανά τους αφελείς και ευκολόπιστους, κλέβοντας από πορτοφόλια δόγηδων μέχρι και τις καρδιές των γυναικών τους. Χωρίς ίχνος ηθικότητας και θρησκευτικής ευλάβειας, ο θρυλικός Βενετσιάνος περιπλανήθηκε στον κόσμο περιφέροντας τα καπρίτσια και την τρέλα του στην οικουμένη, επιστρέφοντας πάντα στην πόλη της καρδιάς του, τη Βενετία.
Κι αν παραμένει σύμβολο για το κυνήγι του γυναικείου ποδόγυρου, ο Καζανόβα ήταν σαφώς πιο τρομερός «ηθοποιός», υποδυόμενος ρόλους ζωής για να ξαφρίζει τα θύματά του από στημένα χαρτοπαίγνια μέχρι και καταστάσεις που θα τον αναδείκνυαν νικητή. Δεν είχε λοιπόν δισταγμούς να υποδύεται εξίσου τον αλχημιστή, το μέντιουμ και τον αποκρυφιστή μύστη, για να αποκτά πρόσβαση στα πολυτελή σαλόνια της καλής κοινωνίας, αλλά και στις κρεβατοκάμαρες φυσικά των συζύγων της αριστοκρατίας, κι αυτό γιατί ήταν ένας μάγος που έλυνε όλα τα προβλήματα και προέβλεπε το μέλλον!
Η φήμη του όμως θα έφτανε στα αυτιά των Ιεροεξεταστών και των απατημένων συζύγων, και τότε θα ξεκινούσαν οι περιπέτειές του, τις οποίες δεν παρέλειψε να καταγράψει εξαντλητικά στις 3.700 σελίδες αυτού που θα έμενε γνωστό ως «Η Ιστορία της Ζωής μου» και θα έδινε στον Καζανόβα τον τελευταίο του ρόλο στη ζωή, ίσως τον πιο πραγματικό: αυτό του συγγραφέα…
Γι’ αυτό και έχει υποστηριχθεί εξάλλου ότι η μεγάλη αγαπημένη του βενετσιάνου εραστή ήταν η ίδια η ζωή. Ο ίδιος δεν το έκρυβε άλλωστε ποτέ: «Η ζωή, είτε ευτυχισμένη είτε δυστυχισμένη, τυχερή ή άτυχη, είναι το μόνο αγαθό που έχει ο άνθρωπος, κι αυτός που δεν αγαπάει τη ζωή είναι ανάξιος να ζει»…
Πρώτα χρόνια
Ο Τζιάκομο Καζανόβα γεννιέται στη Βενετία στις 2 Απριλίου 1725 ως γιος περιπλανώμενων ηθοποιών. Αεικίνητος από παιδί, αποφασίζει να προσχωρήσει στον κλήρο από τρυφερή ηλικία, γεγονός που θα τον φέρει στην ιερατική σχολή της Πάδοβας. Ο Καζανόβα θα επιδείξει από νωρίς την ακόλαστη φύση του και σύντομα θα εκδιωχθεί από την ιερατική ακαδημία, επιστρέφοντας έτσι άπραγος στη Βενετία.
Απτόητος, σύντομα θα βρεθεί στην υπηρεσία καρδιναλίου της Ρώμης, σε μια θέση όμως που πάλι δεν θα μακροημέρευε, καθώς τα πρώτα σεξουαλικά σκάνδαλα άρχισαν να αναδύονται στην καθωσπρέπει κλειστή κοινωνία.
Ο δρόμος που ακολούθησε κατόπιν ο Καζάνοβα έμελλε να γίνει ακόμα πιο τυχοδιωκτικός: ζούσε πλέον μέσα στη φτώχεια ως περιπλανώμενος αυτοδίδακτος βιολιστής, πριν μυηθεί στον Τεκτονισμό, σε μια καιροσκοπική κίνηση που υποτίθεται ότι θα τον έφερνε στα σαλόνια της άρχουσας τάξης.
Κάτι που για ένα διάστημα τουλάχιστον δούλεψε, με τον Καζανόβα να έχει πια τη δυνατότητα να περιδιαβαίνει την Ευρώπη (Παρίσι, Πράγα, Βιέννη και Δρέσδη), επιστρέφοντας αργότερα στη γενέτειρά του (1753 περίπου) για να ξεκινήσει μια νέα καριέρα απατεώνα: αυτή τη φορά είναι σπουδαίος αποκρυφιστής, μέγας μάγος και αλχημιστής τρομερός!
Το κόλπο αυτό αποδείχθηκε υπερεπιτυχημένο και σύντομα ο Καζανόβα θα απολάμβανε τη θαλπωρή της βενετσιάνικης αριστοκρατίας, περιφερόμενος από παλάτσο σε παλάτσο για να κηρύττει τα αποκρυφιστικά μηνύματα στους δόγηδες και να διασκεδάζει τις συζύγους τους τα βράδια.
Κάποια στιγμή όμως η τύχη του εξαντλήθηκε, τόσο από τα πανταχού παρόντα αυτιά του νόμου όσο και από τους απατημένους συζύγους, που ζητούσαν λυσσαλέα εκδίκηση: το 1755 κατηγορείται για μαγεία και λατρεία του σατανά και σε μια δίκη-παρωδία καταδικάζεται σε πενταετή φυλάκιση.
Ρίχνεται έτσι στα γρήγορα στα μπουντρούμια της διαβόητης «Μολυβένιας Φυλακής», ενός κολαστηρίου δηλαδή επενδεδυμένου με μολύβι, που είχε τη ζοφερή φήμη ότι κανείς δεν μπορούσε να αποδράσει από τους χώρους του, καθώς τα μέτρα ασφαλείας ήταν δρακόντεια και η φυλακή βρισκόταν μέσα στο παλάτι του Δόγη!
Παρά ταύτα, ο πολυμήχανος και ραδιούργος Βενετσιάνος δεν θα παρέμενε στο κελί παρά 15 μήνες, όταν σε ένα τέλεια εκτελεσμένο σχέδιο απόδρασης καταφέρνει να το σκάσει και καταφεύγει στο Παρίσι (Οκτώβριος 1756)! Ο θρυλικός Καζανόβα είχε κατακτήσει την ελευθερία του και οι σύζυγοι των γυναικών της γαλλικής αριστοκρατίας άρχισαν να χάνουν τον ύπνο τους....
Η περίοδος της Γαλλίας
Στο Παρίσι λοιπόν είναι που κυκλοφορεί ένα σκανδαλώδες φυλλάδιο με τα ερωτικά του κατορθώματα και τις μοιχείες που είχε προκαλέσει στη Βενετία, κάνοντας τον Καζανόβα διασημότητα σε μια μέρα! Ο ίδιος φιγουράρει πια ως «Ζακ Καζανόβα, ιππότης του Seingalt» -το όνομα με το οποίο θα υπογράψει αργότερα τη διαβόητη αυτοβιογραφία του-, και αποφασίζει πια να βάλει στο στόχαστρο τις απάτες με τη χαρτοπαιξία και τα τυχερά παιχνίδια, συνάμα φυσικά με τις αποκρυφιστικές του ιδιότητες και τις αλχημιστικές του γνώσεις. Τα ελιξίρια και τα γιατροσόφια του αρχίζουν να κυκλοφορούν ευρέως στη γαλλική πρωτεύουσα!
Την εποχή αυτή είναι που θα ταξιδέψει ευρύτατα ο μεγάλος γόης (Αγγλία, Ρωσία, Γαλλία, Γερμανία κ.ά), χρησιμοποιώντας την ακαταμάχητη γοητεία του και τα κέρδη του φυσικά από τις στημένες παρτίδες, περιδιαβαίνοντας την Ευρώπη και γράφοντας έτσι τις πλέον λαμπρές σελίδες των χρονικών του ως καρδιοκατακτητής!
Παρά τις δαιμόνιες απάτες του, κάποια στιγμή εξαντλήθηκαν τα κεφάλαιά του και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Παρίσι, καθώς οι πιστωτές του ήταν πια στο κατόπι του. Κι έτσι από το 1760 παίρνει για άλλη μια φορά τους δρόμους, αυτή τη φορά απλώς ως «ιππότης του Seingalt», μετακινούμενος συνεχώς από τη Γερμανία στην Ελβετία κι από κει στη Νότια Γαλλία, τη Φλωρεντία και τελικά στη Ρώμη.
Εννοείται βέβαια ότι απ’ όπου κι αν πέρασε, άφησε παρακαταθήκη ερωτικές σχέσεις και παθιασμένα ειδύλλια, αποπλανώντας χωρίς διάκριση από μαρκησίες και δούκισσες μέχρι και όποια τύχαινε να βρεθεί στον δρόμο του. Ταυτοχρόνως, με τη βούλα του αποκρυφιστή και του Μασόνου, εισχωρούσε στις μυστικές εταιρίες της Ευρώπης (Ελευθεροτέκτονες, Ροδοσταυρίτες κ.λπ.) και εκμεταλλευόταν τη συνήθη ευπιστία των κύκλων της αριστοκρατίας. Κι όταν τα πράγματα έφταναν στο απροχώρητο και οι εξοργισμένοι σύζυγοι ή οι εξαπατημένοι αριστοκράτες τον καλούσαν σε μονομαχία, ο δαιμόνιος ξιφομάχος Καζανόβα έλυνε το ενοχλητικό θέμα στη στιγμή.
Πάντως, οι περιπέτειές του στις πόλεις απ’ όπου πέρασε κατέληγαν συνήθως με τον ίδιο πίσω από τα κάγκελα ή, στην καλύτερη περίπτωση, αλυσοδεμένο στα σύνορα για να σιγουρευτούν οι Αρχές ότι δεν επρόκειτο να επιστρέψει στην επικράτειά τους!
Τελικά, στις αρχές της δεκαετίας του 1770 του επιτράπηκε να επιστρέψει στη Βενετία, σε μια συμφωνία κυρίων με τις τοπικές Αρχές: ο Καζανόβα θα λειτουργούσε πια ως κατάσκοπος των βενετσιάνων ανακριτών και ιεροεξεταστών, έναν αταίριαστο ρόλο για τον διαπρεπή τυχοδιώκτη, τον οποίο υπηρέτησε ωστόσο από το 1774 ως το 1782, αν και όχι με τη δέουσα προσοχή και επιμέλεια: οι κατασκοπευτικές του αναφορές ήταν περισσότερο αποτέλεσμα του λογοτεχνικού του νου παρά πραγματικές πληροφορίες για εχθρούς του κράτους…
Τελευταία χρόνια του περιπετειώδη βίου
Το 1785, παρά τα 60 χρόνια που είχε στην πλάτη του ο ακούραστος απατεωνίσκος, δεν έλεγε να κάτσει στα αυγά του. Αφού απολύθηκε από τη «θέση» του κατασκόπου, καθώς οι μαρτυρίες του ήταν για κλάματα, θεώρησε σκόπιμο να συντάξει έναν λίβελο για έναν βενετσιάνο ευγενή, κάτι που τον ανάγκασε να φύγει κυριολεκτικά νύχτα από τη Βενετία και να καταφύγει για άλλη μια φορά στο Παρίσι.
Από το 1785 ως το 1798, ο Καζανόβα θα βρεθεί στη Βοημία, υπηρετώντας ως βιβλιοθηκάριος τον τοπικό δούκα, σε μια θέση που ο ίδιος έβρισκε ανυπόφορη μεν, αναγκαία για την επιβίωσή του δε. Σχεδόν ξεχασμένος πια από την ευρωπαϊκή αριστοκρατία που τόσο τον είχε αγαπήσει και μισήσει, ο Καζανόβα διασφάλισε την υστεροφημία του συγγράφοντας στα γαλλικά τα εκτενή του απομνημονεύματα.
Το «Histoire de Ma Vie» αντικατοπτρίζει θαυμάσια το κλίμα της Ευρώπης του Διαφωτισμού και ρίχνει άπλετο φως στις μνημειώδεις συναντήσεις του περιπλανώμενου τυχοδιώκτη με μια σειρά από κορυφαίες προσωπικότητες του καιρού, από τον πάπα Κλημέντιο ΙΓ’, τον Βολταίρο, τον Ρουσό και τον Μότσαρτ μέχρι τον Μεγάλο Φρειδερίκο, τη Μεγάλη Αικατερίνη και τόσους ακόμα! Η βιογραφική του ακρίβεια και αξιοπιστία ελέγχεται ωστόσο, αν και το μεγάλο ζητούμενο του εκτενούς κειμένου δεν είναι άλλο από την απαρίθμηση των αμέτρητων ερωτικών συνευρέσεων του πραγματικού «Δον Ζουάν».
Μια σειρά από σεξουαλικές περιπέτειες που θα ενθρόνιζαν δηλαδή τον Τζιάκομο Καζανόβα στην απόλυτη θέση του κορυφαίου γυναικά όλων των εποχών, κάνοντας το όνομά του συνώνυμο του πλεϊμπόι! Στα απομνημονεύματά του, ο Καζανόβα αφηγείται τη ζωή του από τη γέννησή του μέχρι και το 1774, καθώς «από την ηλικία των 50 ετών και μετά δεν συναντώ παρά μόνο θλίψη κι αυτό με θλίβει»…
Ο τζογαδόρος, απατεώνας, μυστικός πράκτορας, μέγας γυναικοκατακτητής, δραπέτης φυλακών αλλά και διπλωμάτης έφυγε από τη ζωή στις 4 Ιουνίου 1798 στον πύργο του Ντουξ στη Βοημία…
Περισσότερες βιογραφίες εδώ.