Το φαινόμενο της βίας και της κακοποίησης των παιδιών είναι ένα φαινόμενο που απασχολεί ανά τους αιώνες την ανθρωπότητα και την επιστημονική κοινότητα. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την γενικότερη έννοια της προστασίας του παιδιού και της αναγνώρισής του ως μέλος της ανθρώπινης οικογένειας και της κοινωνίας άρα αυτόματα και φορέα ίσων και αναφαίρετων δικαιωμάτων καθώς και με την αναγνώριση της ανάγκης του για ειδική προστασία και μέριμνα, συμπεριλαμβανομένης και της νομικής προστασίας, τόσο πριν όσο και μετά τη γέννησή του. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η κακομεταχείριση των παιδιών περιλαμβάνει:
«Όλες οι μορφές σωματικής, συναισθηματικής, σεξουαλικής κακοποίησης, παραμέλησης ή αμελούς διαπαιδαγώγησης ή εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης, που γίνονται στο πλαίσιο κάποιας σχέσης ευθύνης, εμπιστοσύνης ή δύναμης με το παιδί, με αποτέλεσμα την πραγματική ή δυνητική βλάβη στην υγεία του παιδιού, στην επιβίωση, στην ανάπτυξη ή στην αξιοπρέπειά του. Η παιδική κακομεταχείριση εμφανίζεται σε παιδιά κάτω των 18 ετών».
• Παρά τις πολλές μορφές που μπορεί να πάρει η παιδική κακοποίηση, τέσσερις είναι οι βασικοί της τύποι σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ.
• Σωματική Κακοποίηση
• Σεξουαλική Κακοποίηση ή Σεξουαλική Παραβίαση ή Αιμομιξία
• Συναισθηματική και Ψυχολογική Κακοποίηση
• Παραμέληση
Στη σημερινή κοινωνία η αντίληψη ότι η ενδοοικογενειακή βία, ιδιαίτερα σε βάρος ανηλίκων, αποτελεί ιδιωτική υπόθεση, σταδιακά εξαλείφεται και καθίσταται σαφές ότι όλοι οι θεσμοί του άτυπου κοινωνικού ελέγχου έχουν υποχρέωση να καταγγείλουν την κακοποίηση παιδιών. Μάλιστα, το 2006 θεσπίστηκε ένας νέος νόμος (Ν 3500/2006) για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας και σύμφωνα με αυτόν ο εκπαιδευτικός ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος μαθητή έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, οφείλει να ενημερώσει το διευθυντή του σχολείου και αυτός εν συνεχεία τον αρμόδιο εισαγγελέα. Καθίσταται σαφές λοιπόν ότι η κακοποίηση των παιδιών δε συνιστά οικογενειακή υπόθεση αλλά ευθύνη ολόκληρου του κοινωνικού συνόλου. Το πρώτο βήμα στο να βοηθήσει κανείς ένα κακοποιημένο παιδί είναι να μάθει να αναγνωρίζει τα σημάδια. Υπάρχουν ορισμένα συμπτώματα, τα οποία με συστηματική παρακολούθηση, μπορούν να αποτελέσουν σαφή στοιχεία – ενδείξεις κακοποίησης.
Σημάδια αναγνώρισης
Τα παρακάτω σημάδια όταν παρατηρούνται σε κάποιο παιδί, για ένα χρονικό διάστημα, ενδέχεται να αποτελούν ενδείξεις κακοποίησης ή παραμέλησης:
• Εμφανίζει απότομη αλλαγή στη συμπεριφορά του ή/και στη σχολική του επίδοση
• Δεν έχει εξετασθεί από γιατρό για προβλήματα υγείας που παρατήρησαν οι δάσκαλοι και επισήμαναν στους γονείς
• Έχει μαθησιακές δυσκολίες ή δυσκολίες συγκέντρωσης που δεν έχουν οργανικά ή παθολογικά και ψυχολογικά αίτια
• Είναι πάντα σε εγρήγορση, σαν να φοβάται ότι κάτι κακό πρόκειται να του συμβεί
• Υπάρχει ελλιπής κηδεμονία
• Είναι υπερβολικά παθητικό, συγκαταβατικό, αποσύρεται
• Έρχεται στο σχολείο νωρίτερα, φεύγει αργότερα και ποτέ δεν θέλει να γυρίσει σπίτι.
Πιο αναλυτικά, στη σωματική κακοποίηση συχνά εντοπίζονται ανεξήγητες ή επαναλαμβανόμενες κακώσεις, εγκαύματα, μώλωπες, πρηξίματα, σημάδια σε πρόσωπο, κεφάλι, πόδια, πλάτη, στήθος, μηρούς. Κακώσεις σε διαφορετικά στάδια ίασης που δείχνουν ότι δεν έγιναν όλα την ίδια χρονική στιγμή (άρα πρόκειται για επαναλαμβανόμενη κακοποίηση). Οι γονείς ή τα πρόσωπα φροντίδας καθυστερούν στην αναζήτηση βοήθειας ενώ οι εξηγήσεις που δίνουν περιέχουν ασάφειες που δεν ταιριάζουν με την κλινική εικόνα ούτε με την εξελικτική φάση του παιδιού. Ο τρόπος που οι γονείς μιλούν στο ή για το παιδί τους δείχνει απόρριψη, «δύσκολο», «χαζό», «γκρινιάρικο», «αρρωστιάρικο», «κακό» ή δεν αναφέρονται ονομαστικά σε αυτό το παιδί, σε αντίθεση με τα άλλα τους παιδιά. Από την άλλη πλευρά, το παιδί δείχνει φόβο απέναντι στην παροχή βοήθειας ή στην επικοινωνία του σχολικού υπεύθυνου με τους γονείς του.
Στη συναισθηματική (Ψυχολογική) κακοποίηση, το παιδί παρουσιάζει ακραίες συμπεριφορές (υπερβολικά δεκτικό/συγκαταβατικό, υπερβολικά παθητικό, υπερβολικά απαιτητικό) ενώ μπορεί να παρατηρούνται επίσης διαταραχές στη συμπεριφορά όπως κλοπή, φυγή, καταστροφική συμπεριφορά. Συχνά επίσης, τα παιδιά που κακοποιούνται παρουσιάζουν στοιχεία παλινδρόμησης, όπως θηλασμός του αντίχειρα, στερεοτυπικές κινήσεις νοητική ή συναισθηματική στέρηση. Άλλες ενδείξεις κακοποίησης είναι η ανασφάλεια, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η απόσυρση και η δυσκολία στη δημιουργία σχέσεων με τα άλλα παιδιά και με τους δασκάλους/ καθηγητές. Χαρακτηριστικά είναι επίσης οι χαμηλές σχολικές επιδόσεις και η υπερβολική αντίδραση του παιδιού στην αποτυχία.
Στην περίπτωση της σεξουαλικής κακοποίησης συχνά μπορούμε να παρατηρήσουμε σημάδια απόσυρσης και ενδοστρέφειας, αποφυγή αγγιγμάτων ή έντονη αντίδραση στην περίπτωση που κάποιος προσπαθεί να αγγίξει το παιδί. Οι σεξουαλικές γνώσεις ή η συμπεριφορά του παιδιού δεν ταιριάζουν με την ηλικία του παιδιού (π.χ. επίμονος αυνανισμός, συχνά σε ακατάλληλο περιβάλλον προκλητική συμπεριφορά απέναντι σε ενήλικες, συμπεριφορά σεξουαλικού χαρακτήρα προς ενήλικες και παιδιά . Τέλος κάτι που θα πρέπει να προβληματίσει είναι αν αναφέρεται ότι το παιδί βλέπει εφιάλτες ή/και ότι βρέχει το κρεβάτι του τη νύχτα.
Τέλος, στην περίπτωση της παραμέλησης τα σημάδια είναι περισσότερο εμφανή και ευδιάκριτα τόσο στη συμπεριφορά όσο και στη φυσική παρουσία του παιδιού. Συχνά το παιδί που παραμελείται διακατέχεται από διαρκή πείνα, κόπωση και χαμηλό σωματικό βάρος, διαθέτει κακή σωματική υγιεινή (άπλυτο, αχτένιστο, απεριποίητο) και ακατάλληλη ένδυση για την εποχή (π.χ. καλοκαιρινά ρούχα το χειμώνα). Παιδιά που παραμελούνται έχουν ασταθή σχολική φοίτηση ή εγκατάλειψη του σχολείου, πολλές αδικαιολόγητες απουσίες ή παρατεταμένη παραμονή στο σχολείο, χωρίς λόγο. Τέλος συχνά παρατηρούνται συμπεριφορές κλοπής ή επαιτείας, αυτοκαταστροφικές τάσεις αλλά και αντικοινωνική συμπεριφορά-έλλειψη φίλων.
Από την επιστημονική ομάδα του Χαμόγελου του Παιδιού
Περισσότερα θέματα για τα παιδιά εδώ.