Το καλοκαίρι του 1960 η κυβέρνηση συζητούσε ένα νομοσχέδιο σχετικά με το ασφαλιστικό των οικοδόμων, το οποίο προκάλεσε την έντονη αντίδραση των εργαζομένων.
Λίγους μήνες αργότερα, στις αρχές Δεκεμβρίου, οι οικοδόμοι προχώρησαν σε δυναμικές απεργιακές κινητοποιήσεις.
Το κέντρο της Αθήνας σύντομα μετατράπηκε σε πεδίο μάχης, εξαιτίας των σφοδρών συγκρούσεων αστυνομίας και οικοδόμων, που δεν αστειεύονταν. Ξήλωναν ακόμη και τα φρεσκοφτιαγμένα πεζοδρόμια για να αντιμετωπίσουν τους αστυνομικούς.
Στην ιστορική απεργία, χαρακτηριστική ήταν η φιγούρα του περίφημου Αστυνομικού Διευθυντή Αθηνών, Αθανάσιου Ρακιντζή, που βρέθηκε στην πρώτη γραμμή φορώντας το κράνος!
Στις φωτογραφίες της εποχής εικονίζεται να δίνει εντολή για χρήση δακρυγόνων, φορώντας την αντιασφυξιογόνα μάσκα του ή να περιπολεί στους δρόμους του κέντρου με αύρα της αστυνομίας.
Στη διάρκεια των επεισοδίων τραυματίστηκαν 120 άτομα – 64 εργάτες και 55 αστυνομικοί – ενώ συνελήφθησαν 173 διαδηλωτές.
Τότε διαπιστώθηκε ότι η αστυνομία ήταν ανοργάνωτη και ανέτοιμη να αντιμετωπίσει τέτοιου είδους καταστάσεις.
Λίγους μήνες αργότερα, ο τότε υπαστυνόμος Ηλίας Ψυχογιός, εστάλη μαζί με άλλους αξιωματικούς του Σώματος στις Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να εκπαιδευτούν στον «έλεγχο αστικών ταραχών».
Μαζί του ήταν και ο αστυνομικός Γεώργιος Σαμπάνης που αργότερα έγινε αρχηγός της Αστυνομίας.
Οι αξιωματικοί παρέμειναν στις ΗΠΑ για 4 μήνες και είδαν από κοντά πως φτιάχνονταν τα δακρυγόνα αλλά και την οργάνωση της αμερικανικής αστυνομίας, που αντιμετώπιζε συχνά βίαια επεισόδια.
Η ιδέα του Μαρκεζίνη που αρνούνταν ο Παπαδόπουλος
Το θέμα του εξοπλισμού της Αστυνομίας είχε απασχολήσει και τον πρώην χουντικό πρωθυπουργό Σπύρο Μαρκεζίνη, που είχε προτείνει στον Γεώργιο Παπαδόπουλο, να οργανωθεί ένα «ειδικό» και δυναμικό σώμα το οποίο θα αντιμετώπιζε «ειδικές» καταστάσεις. Η ιδέα του Μαρκεζίνη «γεννήθηκε» όταν έκανε ένα ταξίδι στη Χιλή.
Τότε παρακολούθησε από κοντά την αστυνομία του δικτάτορα Πινοσέτ, να αντιμετωπίζει δυναμικά πολίτες που διαδήλωναν εις μνήμη του Αλιέντε.
«Είδα αστυφύλακας με μάσκας και ασπίδας που ενεθύμιζον πολεμιστάς του μεσαίωνος καθώς και ειδικά μηχανοκίνητα της αστυνομίας», έγραφε αργότερα στα απομνημονεύματά του.
Ο Μαρκεζίνης μάλιστα είχε συζητήσει το θέμα και με τον αρχηγό της Αστυνομίας Πόλεων Νικόλαο Δασκαλόπουλο, ο οποίος του έλεγε, ότι όσες φορές είχε θέσει τέτοιο θέμα, δεν γινόταν δεκτό. «Αν η Αστυνομία και η Χωροφυλακή διέθετε αυτόν τον αναγκαίον και σύγχρονον οπλισμόν του οποίου η πρώτη παραγγελία έγινε επί των ημερών μου, είναι πάρα πολύ πιθανόν να καθίστατο περιττή η επέμβασις των τεθωρακισμένων εις το Πολυτεχνείον και να μη προέκυπτε ανάγκη κηρύξεως του στρατιωτικού νόμου», έγραφε ο Μαρκεζίνης το 1979.
Η ίδρυση και η εκπαίδευση των ΜΑΤ
Όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ανέλαβε τα ηνία της χώρας, μετά την πτώση της χούντας, η ιδέα για τη συγκρότηση ενός ειδικού και δυναμικού σώματος της αστυνομίας επανήλθε.
Ο άνθρωπος που ανέλαβε να οργανώσει τη μονάδα, ήταν ο παλιός υπαστυνόμος Ηλίας Ψυχογιός, που πριν από χρόνια είχε σταλεί στις ΗΠΑ για εκπαίδευση.
Αυτό που ήθελε ήταν να συγκροτηθεί μια δύναμη 150 εκπαιδευμένων ανδρών, που θα αναλάμβανε δράση αντί για τους συνήθως ανεκπαίδευτους χωροφύλακες.
Έτσι το 1976 αγοράστηκαν ασπίδες, δακρυγόνα, αύρες από το Βέλγιο, και ότι άλλο χρειαζόταν και με μια απλή υπουργική απόφαση, το νεοσύστατο σώμα έπιασε δουλειά.
Αργότερα, ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Αναστάσιος Μπάλκος, έγινε ο «νονός» του σώματος, το οποίο βάφτισε ως Μονάδες Αποκατάστασης Τάξεως (ΜΑΤ).
Η εκπαίδευση των ΜΑΤ γινόταν από τον ίδιο τον Ψυχογιό, που σε συνέντευξή του στην «Ελευθεροτυπία», έλεγε ότι περιελάμβανε ομαδικές ασκήσεις, χρήση δακρυγόνων (πιθανόν στο Καντήλι Μεγάρων), σχηματισμούς και αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων.
Επίσης, τρέξιμο, σκοποβολή στο Χαϊδάρι, εκμάθηση εξάρτυσης και άσκηση σε συνθήκες μάχης.
Το μάθημα γινόταν με βάση δικά του εγχειρίδια, τα οποία βελτίωνε κάθε φορά που εντόπιζε δυσλειτουργία της Μονάδας.
«Δεν είμαι ο θεωρητικός, όπως με είχαν ονομάσει τότε, ήμουνα της πράξης, αφού ήμουνα ο επικεφαλής σ” αυτές τις επιχειρήσεις», έλεγε ο Ψυχογιός. Μπροστά – μπροστά έβαζε τους πιο ψηλούς και τους πιο δυνατούς άνδρες και τους εξηγούσε πως θα πετύχαιναν την «ριζικήν μεταβολήν της ψυχολογίας εις τον κέντρον της μάζης ευρισκόμενων».
Ο πρώην αστυνομικός των ΜΑΤ Χρήστος Μπρατάκος, που παραιτήθηκε από την υπηρεσία μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου του 1980, και έγραψε το βιβλίο «ΜΑΤ – Οι κρανοφόροι», υποστηρίζει ότι η δημιουργία της Μονάδας είχε εξ΄ αρχής προβλήματα.
«Εξασφαλίστηκαν 100 λοκατζήδες αμέσως μετά τη θητεία τους στο Μεγάλο Πεύκο και βρέθηκαν στη σχολή της Νέας Φιλαδέλφειας αστυφύλακες, με προοπτική, τελειώνοντας την εξάμηνη φοίτηση και με την έξοδό τους από τη σχολή, να αποτελέσουν τα ΜΑΤ μαζί με τους πρώην λοκατζήδες, αρχιφύλακες των διμοιριών της νέας μονάδας.
Πολλά στελέχη, ανώτεροι αξιωματικοί της Αστυνομίας Πόλεων, δεν ήθελαν τη δημιουργία των ΜΑΤ, καθώς πίστευαν ότι η «σκληρή» νέα μονάδα θα είναι εις βάρος της μεταδικτατορικής αστυνομίας», γράφει ο Μπρατάκος.
Τα πουκαμισάκια με τα σκαρπίνια και ο Βαζέχα
Στα χρόνια που ακολούθησαν οι ΜΑΤ εξελίχθηκαν όχι μόνο στην τακτική τους εναντίον μαζικών συγκεντρώσεων, αλλά επίσης στον εξοπλισμό και στην εμφάνισή τους.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 80, το ντύσιμό τους ήταν με υφασμάτινα πουκάμισα και παντελόνια, συνοδευόμενα από σκαρπίνια και κράνη τύπου jet.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 όμως η εμφάνιση άλλαξε και έγινε καθαρά στρατιωτική.
Το νέο λουκ ανέλαβε «θρυλικό» πρόσωπο της Μονάδας, επονομαζόμενο και ως «Βαζέχα».
Αφενός γιατί αγαπούσε τον Παναθηναϊκό και αφετέρου διότι δίδαξε νέες πιο επιθετικές τακτικές.
Έτσι οι ΜΑΤ εμφανίζονταν πλέον πιο αποφασιστικά και με στρατιωτικού τύπου ενδυμασία που περιελάμβανε σύγχρονα κράνη, ασύρματους, γκλομπ, ασπίδες, θώρακες προστασίας, χημικά (συνήθως ληγμένα), επικνημίδες, αντιασφυξιογόνες μάσκες και χειροβομβίδες κρότου – λάμψης. Αμέτρητες φορές τα ΜΑΤ ανέλαβαν δράση εναντίων αναρχικών, αντιεξουσιαστών, καταληψιών, εργαζομένων, φοιτητών, συνταξιούχων, δημοσιογράφων, φωτορεπόρτερ, διαδηλωτών, ή όποιων άλλων πήραν διαταγή να απωθήσουν με τη βία.
Ο Τύπος υπήρξε πάντα σκληρός απέναντί τους, όπως όμως ήταν και οι Ματατζήδες με τους ρεπόρτερ.
Ο πιο σίγουρος τρόπος για ένα συντάκτη να φάει ξύλο σε διαδήλωση ήταν να δείχνει την ταυτότητά του. Γι” αυτό και συνήθως το ξύλο το έτρωγαν οι άπειροι,καθώς οι παλιοί είχαν ιδία πείρα, του πόσο αποτρεπτική ήταν η δημοσιογραφική ιδιότητα. Ήταν η εποχή που στις πορείες αντιεξουσιαστές και δημοσιογράφοι ήταν δίπλα δίπλα. Αυτό άλλαξε ριζικά όταν έγινε η ιδιωτική τηλεόραση που έδειχνε πλάνα των αναρχικών με ευδιάκριτα τα πρόσωπά τους. Αυτό θεωρήθηκε ρουφιανιά και οι καλές σχέσεις έληξαν οριστικά με το καινούριο σύνθημα «αλήτες ρουφιάνοι δημοσιογράφοι».
Η βεντέτα με τα Εξάρχεια
Για περισσότερο από δύο δεκαετίες, το κέντρο δράσης των ΜΑΤ είναι κυρίως οι δρόμοι γύρω από Πολυτεχνείο και τη Βουλή.
Ειδικά με τους αντιεξουσιαστές των Εξαρχείων και παλιότερα με τους αναρχικούς, υπάρχει μια διαχρονική βεντέτα και άσβεστο μίσος.
Και οι δύο πλευρές είχαν τις «νίκες» και τις «ήττες» τους.
Για τις ΜΑΤ η μεγαλύτερη «επιτυχία» ήταν ίσως το 1995, όταν δόθηκε το πράσινο φως για την άρση του ασύλου και την εισβολή τους στο Πολυτεχνείο, όταν σε ζωντανή μετάδοση κάηκε η ελληνική σημαία.
Το πρωί της 18ης Νοεμβρίου 20 κλούβες, μετέφεραν περισσότερα από 504 άτομα.
Κατά τη διάρκεια εκείνης της νύχτας, το μένος των αστυνομικών εναντίον των καταληψιών, ήταν πρωτοφανές.
Για την απέναντι πλευρά «σημαντική στιγμή», ήταν όταν μέλη αντιεξουσιαστικής ομάδας φωτογραφήθηκαν με κουκούλες, κρατώντας ασπίδες και κράνη που είχαν αποσπάσει από ΜΑΤατζήδες.
Μια διμοιρία όμως, που έδρασε κυρίως τις μέρες που ακολούθησαν από τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου, είναι ίσως η πιο μισητή που υπήρξε ποτέ.
«Πρώτα σε έστελναν στο νοσοκομείο και μετά στον εισαγγελέα», έλεγαν τότε θαμώνες της περιοχής των Εξαρχείων.
Οι άνδρες της συγκεκριμένης διμοιρίας φωτογραφίζονταν συνέχεια από τους «αντιπάλους» τους, να κρατούν ανάποδα τα γκλομπ, ή να χτυπούν ομαδικά συλληφθέντες.
Στο διαδίκτυο μάλιστα ανέβηκαν πολλά βίντεο που τεκμηριώνουν αλόγιστη βία.
Και από την άλλη και οι αναρχικοί έχουν πετάξει πάνω σε αστυνομικούς μολότωφ, που τους έχουν προκαλέσει σοβαρά εγκαύματα.
«Δεν θα γίνει πράσινος ποτέ, μπάτσε μπλε»
Από την ίδρυσή τους μέχρι και σήμερα πάντως, τα ΜΑΤ αποτελούν μόνιμο στόχο τρομοκρατικών οργανώσεων και δεκάδες μέλη τους, έχουν τραυματιστεί σοβαρά κατά της διάρκεια της υπηρεσίας. Από την άλλη όμως, φαίνεται να απολαμβάνουν ένα ιδιότυπο καθεστώς ατιμωρησίας, καθώς σπάνια άνδρες των ΜΑΤ τιμωρούνται για την υπέρμετρη βία που εφαρμόζουν.
Σήμερα εκτός από τις ΜΑΤ, που ονομάζονται πλέον Υπηρεσία Αποκατάστασης Τάξης (ΥΑΤ), με αποκλειστικό σκοπό την καταστολή, υπάρχει και η Υπηρεσία Μέτρων Τάξης (ΥΜΕΤ).
Οι άνδρες των ΥΜΕΤ φορούν τις μπλε στολές και είναι συνήθως αυτοί που έρχονται πρώτοι σε επαφή με τον κόσμο.
Σε περίπτωση που δεν τα καταφέρνουν, τότε αναλαμβάνουν τα ΜΑΤ.
Οι αστυνομικοί των ΥΜΕΤ ωστόσο δεν φαίνεται να απολαμβάνουν την «εκτίμηση των αντιπάλων» τους, όπως οι συνάδελφοί τους των ΥΑΤ.
Για αυτόν τον λόγο μονίμως, ακούν το υποτιμητικό σύνθημα, «δεν θα γίνεις πράσινος ποτέ, μπάτσε μπλε», που φωνάζουν διαδηλωτές πάσης φύσεως.
Το ειδικό εκλογικό τμήμα αποκάλυψε και τις πολιτικές προτιμήσεις τους, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό ψήφισε χρυσή αυγή.
Πηγές : Ελευθεροτυπία, βιβλίο «ΜΑΤ – Οι κρανοφόροι» του Χρήστου Μπρατάκου, mixanitouxronou.gr