«Άλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς», είναι η έκφραση που χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε ότι κάποιος δεν αλλάζει αλλά παραμένει ίδιος.
Η φράση προέρχεται από έναν γραφικό τύπο που ζούσε στην Αθήνα την περίοδο της βασιλείας του Όθωνα.
Το όνομά του ήταν Μανώλης Μπατίνος και παρουσίαζε τον εαυτό τους ως ρήτορα και φιλόσοφο.Κυκλοφορούσε ρακένδυτος στους δρόμους της Αθήνας και συνήθως πήγαινε στις πλατείες και έβγαζε λόγους.
Όλοι οι Αθηναίοι τον γνώριζαν και χαίρονταν όταν τον συναντούσαν στην πρωτεύουσα.
Μια μέρα που βρισκόταν σε μια πλατεία, περνούσε από μπροστά του ο Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος Πρωθυπουργός της Ελλάδας.
Ο Μανώλης έτρεξε προς το μέρος του και τον ρώτησε αν θα του επέτρεπε να πάει στη βουλή και να βγάλει λόγο.
Ο Κωλέττης του απάντησε πως θα μπορούσε να πάει στη Βουλή αν έβγαζε τα κουρέλια που φορούσε και ντυνόταν ευπρεπώς.
Την επόμενη ημέρα ο Μπατίνος παρουσιάστηκε στην πλατεία με τα ίδια κουρελιασμένα ρούχα. Η μόνη διαφορά ήταν ότι τα είχε φορέσει ανάποδα.
Δεν κατάφερε να μπει στη Βουλή. Παρέμεινε στη κεντρική πλατεία και έβγαλε τον εξής λόγο στους περαστικούς:
«Άλλαξε η Αθήνα όψη, σαν μαχαίρι δίχως κόψη, πήρε κάτι απ’ την Ευρώπη και ξεφούσκωσε σαν τόπι. Άλλαξαν χαζοί και κούφοι και μας κάναν κλωτσοσκούφι. Άλλαξε κι ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς».Από τότε η τελευταία φράση του λόγου του χρησιμοποιούταν όταν κάποιος προσπαθούσε να αλλάξει αλλά δεν τα κατάφερνε.
Την ίδια περίοδο ειπώθηκε άλλη μια γνωστή παροιμιώδη έκφραση από τον Ιωάννη Κωλέττη.
Στα χρόνια του Όθωνα, ξεκίνησε να δημιουργείται η αστική τάξη και να πραγματοποιούνται δεξιώσεις στα κοσμικά σαλόνια της πόλης.
Καλεσμένοι ήταν συνήθως άνθρωποι από τον χώρο της πολιτικής, βασιλιάδες, αγωνιστές και αντιπρόσωποι των ξένων κρατών.
Σε μια δεξίωση του αντιβασιλιά Άρμανσμπεργκ παραβρέθηκε και ο Κωλέττης. Πιθανόν το περιστατικό συνέβη πριν ο Κωλέττης έρθει σε αντιπαράθεση με την αντιβασιλεία και σταλεί στην Γαλλία ως πρεσβευτής.
Ανάμεσα στους καλεσμένους του αντιβασιλιά ήταν και η «εύθυμη» χήρα Μαριορή-Ζαφειρίτσα Κοντολέοντος, η οποία είχε καλύψει το πρόσωπό της με ένα αραχνοΰφαντο μαύρο βέλο.
Κάποια στιγμή ένας από τους καλεσμένους ρώτησε τον Κωλέττη πώς του φαίνεται αυτό που φορούσε κυρία Κοντολέοντος και ο Κωλέττης του αποκρίθηκε:
«Έτσι δε θα φαίνεται όταν θα κοκκινίζει καμιά φορά». Και συμπλήρωσε: «Μωρέ όλα τα’ χει η Μαριορή ο φερετζές της λείπει».Δείτε από πού βγήκαν περισσότερες φράσεις εδώ.