Οι πειραματιστές John Darley και Bibb Latane το 1964 παρακινήθηκαν από τη στυγερή δολοφονία της Kitty Genovese και εμπνεύστηκαν ένα από τα σημαντικότερα πειράματα στην Κοινωνική Ψυχολογία. Το «Bystander Apathy Experiment».
Η δολοφονία της Kitty Genovese
Στις 13 Μαρτίου του 1964, η Kitty Genovese δολοφονήθηκε μπροστά στο σπίτι της.
Η Kitty είχε σχολάσει από τη δουλειά της και είχε παρκάρει το αυτοκίνητό της λίγα μέτρα μακριά από την οικία της. Ξαφνικά, ένας νεαρός άνδρας, ο Winston Moseley την κυνήγησε.
Όταν την έπιασε, τη μαχαίρωσε 2 φορές στην πλάτη με στιλέτο.
H Kitty εκλιπαρούσε για βοήθεια. Ένας γείτονας που την είδε, προκειμένου να τη σώσει, πυροβόλησε τον δράστη φωνάζοντας: «Άσε την κοπέλα ήσυχη!»
Ο Moseley φοβήθηκε και τράπηκε σε φυγή, ενώ άφησε την Kitty αιμόφυρτη στα σκαλιά του σπιτιού της.
Πολλοί μάρτυρες του σκηνικού υποστήριξαν στις Αρχές ότι είδαν το νεαρό άνδρα να επιστρέφει 10 λεπτά αργότερα στο σημείο. Αφού είδε ότι η γυναίκα είχε χάσει τις αισθήσεις της, άρχισε να τη μαχαιρώνει ξανά με μανία.
Στη συνέχεια, ασέλγησε σεξουαλικά στο κορμί της, ενώ έκλεψε και τα χρήματα από το πορτοφόλι της.
Ένας περαστικός τηλεφώνησε στην αστυνομία και κάλεσε ασθενοφόρο. Ωστόσο, ήταν πολύ αργά.
Η κοπέλα είχε πεθάνει από ακατάσχετη αιμορραγία.
Η ψυχολογία των μαρτύρων
Συνολικά 37 γείτονες είχαν γίνει μάρτυρες της δολοφονίας της Genovese. Ωστόσο, κανένας τους δεν προσπάθησε να τη διασώσει. Για ποιο λόγο οι άνθρωποι αυτοί έμειναν απαθείς και αδιάφοροι;
Παρακολουθούσαν αυτό που διαδραματιζόταν κι όμως απέφυγαν να κάνουν το οτιδήποτε.
Δύο κοινωνικοί ψυχολόγοι άρχισαν να αναρωτιούνται γιατί οι μάρτυρες δεν αντέδρασαν όταν είδαν το θύμα να ζητάει βοήθεια.
«Bystander Apathy Experiment»
Οι Darley και Latane σκέφτηκαν να πραγματοποιήσουν ένα πείραμα με κοινά χαρακτηριστικά με εκείνα της δολοφονίας. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσαν ίσως να κατανοήσουν τη ψυχοσύνθεση των μαρτύρων.
Συγκέντρωσαν μια ομάδα φοιτητών και τους είπαν ότι θα λάβουν μέρος σε μια συζήτηση σχετικά με τα προσωπικά προβλήματα.
Έτσι κι έγινε. Ο κάθε συμμετέχων μιλούσε με άλλους για το ζήτημα που ήθελε, αλλά από ξεχωριστά δωμάτια.
Δεν μπορούσαν να βλέπουν ο ένας τον άλλον, ενώ η επικοινωνία γινόταν μόνο μέσω μικροφώνων.
Ο κάθε φοιτητής είχε το δικαίωμα να μιλήσει για 2 λεπτά. Τα μικρόφωνα των υπολοίπων ήταν κλειστά,
ώστε να μην τον διακόπτουν. Το κάθε υποκείμενο όμως δεν γνώριζε ότι οι φωνές που άκουγε
ήταν μαγνητοφωνημένες.
Ο αριθμός των φωνών που άκουγε ο καθένας, ήταν τα «βήματα» που ακολουθούσαν οι επιστήμονες για την πορεία του πειράματος. Τα στάδια ήταν 5.
Μια από τις φωνές που άκουγαν ήταν ενός υποκειμένου με επιληψία. Στο πρώτο στάδιο, παραδεχόταν ότι έπασχε από τη συγκεκριμένη διαταραχή, ενώ στο δεύτερο ξεκινούσαν οι κρίσεις.
«I’m… I’m having a fit… I… I think I’m… help me… I… I can’t… Oh my God… err… if someone can just help me out here… I… I… can’t breathe p-p-properly… I’m feeling… I’m going to d-d-die if…»
Το αληθινό υποκείμενο άκουγε τις φωνές, αλλά δεν μπορούσε να δει το άτομο που είχε τις κρίσεις.
Οι πειραματιστές μέσα από ένα δωμάτιο με κάμερες παρακολουθούσαν την αντίδραση των φοιτητών. Σηκωνόντουσαν όρθιοι; Έψαχναν την πόρτα για να βγουν και να ζητήσουν βοήθεια ή δεν αντιδρούσαν καθόλου;
Αποτελέσματα του πειράματος
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι μόνο το 31% των υποκειμένων έσπευσαν να ζητήσουν βοήθεια.
Αυτό σήμαινε ότι δεν τους ενδιέφερε ή δεν τους κινητοποιούσε δραστικά το γεγονός ότι κάποιος συνάνθρωπος τους υπέφερε και αντιμετώπιζε πρόβλημα.
Οι περισσότεροι ήταν πολύ αγχωμένοι, αλλά έμειναν άπραγοι.
Ωστόσο, στο στάδιο της τετ-α-τετ συζήτησης, το 85% ζήτησε βοήθεια.
Όταν οι φοιτητές νόμιζαν ότι ήταν οι μόνοι που γνώριζαν για το συμβάν, υπήρχε μεγαλύτερη πιθανότητα να κάνουν κάτι. Αντίθετα, οι μεγαλύτερες ομάδες έδειξαν πλήρη αδιαφορία.
Ανάλυση και επίλογος
Το μεγάλο ποσοστό των φοιτητών που ζήτησαν βοήθεια κατά τη διάρκεια του πειράματος αποδεικνύει ότι οι άνθρωποι αντιδρούν σε ένα γεγονός όταν είναι λίγοι σε αριθμό.
Από την άλλη μεριά, φάνηκε ότι το άτομο, όταν βρίσκεται ανάμεσα σε πολύ κόσμο, αδυνατεί να δράσει ουσιαστικά.
Οπότε το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν οι κοινωνικοί ψυχολόγοι ήταν το εξής:
Πρώτα-πρώτα, τα υποκείμενα παρουσίασαν ανευθυνότητα. Αυτό συμβαίνει όταν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι κάποιος άλλος θα βρεθεί να βοηθήσει, όταν παραστεί ανάγκη.
Έπειτα έρχεται η αμέλεια. Ο λόγος που σχεδόν κανένας δεν αντιδρά σε ένα συμβάν είναι επειδή
όλοι πιστεύουν ότι η βοήθεια τους δεν είναι απαραίτητη. Βλέποντας άλλους ανθρώπους γύρω τους, δεν αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα της κατάστασης και αδρανούν. Οι πειραματιστές επανέλαβαν το πείραμα της «απάθειας του περαστικού».
Το «Bystander Apathy Experiment» 4 χρόνια αργότερα, είχε τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα.
mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.
Η δολοφονία της Kitty Genovese
Στις 13 Μαρτίου του 1964, η Kitty Genovese δολοφονήθηκε μπροστά στο σπίτι της.
Η Kitty είχε σχολάσει από τη δουλειά της και είχε παρκάρει το αυτοκίνητό της λίγα μέτρα μακριά από την οικία της. Ξαφνικά, ένας νεαρός άνδρας, ο Winston Moseley την κυνήγησε.
Όταν την έπιασε, τη μαχαίρωσε 2 φορές στην πλάτη με στιλέτο.
H Kitty εκλιπαρούσε για βοήθεια. Ένας γείτονας που την είδε, προκειμένου να τη σώσει, πυροβόλησε τον δράστη φωνάζοντας: «Άσε την κοπέλα ήσυχη!»
Ο Moseley φοβήθηκε και τράπηκε σε φυγή, ενώ άφησε την Kitty αιμόφυρτη στα σκαλιά του σπιτιού της.
Πολλοί μάρτυρες του σκηνικού υποστήριξαν στις Αρχές ότι είδαν το νεαρό άνδρα να επιστρέφει 10 λεπτά αργότερα στο σημείο. Αφού είδε ότι η γυναίκα είχε χάσει τις αισθήσεις της, άρχισε να τη μαχαιρώνει ξανά με μανία.
Στη συνέχεια, ασέλγησε σεξουαλικά στο κορμί της, ενώ έκλεψε και τα χρήματα από το πορτοφόλι της.
Ένας περαστικός τηλεφώνησε στην αστυνομία και κάλεσε ασθενοφόρο. Ωστόσο, ήταν πολύ αργά.
Η κοπέλα είχε πεθάνει από ακατάσχετη αιμορραγία.
Η ψυχολογία των μαρτύρων
Συνολικά 37 γείτονες είχαν γίνει μάρτυρες της δολοφονίας της Genovese. Ωστόσο, κανένας τους δεν προσπάθησε να τη διασώσει. Για ποιο λόγο οι άνθρωποι αυτοί έμειναν απαθείς και αδιάφοροι;
Παρακολουθούσαν αυτό που διαδραματιζόταν κι όμως απέφυγαν να κάνουν το οτιδήποτε.
Δύο κοινωνικοί ψυχολόγοι άρχισαν να αναρωτιούνται γιατί οι μάρτυρες δεν αντέδρασαν όταν είδαν το θύμα να ζητάει βοήθεια.
«Bystander Apathy Experiment»
Οι Darley και Latane σκέφτηκαν να πραγματοποιήσουν ένα πείραμα με κοινά χαρακτηριστικά με εκείνα της δολοφονίας. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσαν ίσως να κατανοήσουν τη ψυχοσύνθεση των μαρτύρων.
Συγκέντρωσαν μια ομάδα φοιτητών και τους είπαν ότι θα λάβουν μέρος σε μια συζήτηση σχετικά με τα προσωπικά προβλήματα.
Έτσι κι έγινε. Ο κάθε συμμετέχων μιλούσε με άλλους για το ζήτημα που ήθελε, αλλά από ξεχωριστά δωμάτια.
Δεν μπορούσαν να βλέπουν ο ένας τον άλλον, ενώ η επικοινωνία γινόταν μόνο μέσω μικροφώνων.
Ο κάθε φοιτητής είχε το δικαίωμα να μιλήσει για 2 λεπτά. Τα μικρόφωνα των υπολοίπων ήταν κλειστά,
ώστε να μην τον διακόπτουν. Το κάθε υποκείμενο όμως δεν γνώριζε ότι οι φωνές που άκουγε
ήταν μαγνητοφωνημένες.
Ο αριθμός των φωνών που άκουγε ο καθένας, ήταν τα «βήματα» που ακολουθούσαν οι επιστήμονες για την πορεία του πειράματος. Τα στάδια ήταν 5.
Μια από τις φωνές που άκουγαν ήταν ενός υποκειμένου με επιληψία. Στο πρώτο στάδιο, παραδεχόταν ότι έπασχε από τη συγκεκριμένη διαταραχή, ενώ στο δεύτερο ξεκινούσαν οι κρίσεις.
«I’m… I’m having a fit… I… I think I’m… help me… I… I can’t… Oh my God… err… if someone can just help me out here… I… I… can’t breathe p-p-properly… I’m feeling… I’m going to d-d-die if…»
Το αληθινό υποκείμενο άκουγε τις φωνές, αλλά δεν μπορούσε να δει το άτομο που είχε τις κρίσεις.
Οι πειραματιστές μέσα από ένα δωμάτιο με κάμερες παρακολουθούσαν την αντίδραση των φοιτητών. Σηκωνόντουσαν όρθιοι; Έψαχναν την πόρτα για να βγουν και να ζητήσουν βοήθεια ή δεν αντιδρούσαν καθόλου;
Αποτελέσματα του πειράματος
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι μόνο το 31% των υποκειμένων έσπευσαν να ζητήσουν βοήθεια.
Αυτό σήμαινε ότι δεν τους ενδιέφερε ή δεν τους κινητοποιούσε δραστικά το γεγονός ότι κάποιος συνάνθρωπος τους υπέφερε και αντιμετώπιζε πρόβλημα.
Οι περισσότεροι ήταν πολύ αγχωμένοι, αλλά έμειναν άπραγοι.
Ωστόσο, στο στάδιο της τετ-α-τετ συζήτησης, το 85% ζήτησε βοήθεια.
Όταν οι φοιτητές νόμιζαν ότι ήταν οι μόνοι που γνώριζαν για το συμβάν, υπήρχε μεγαλύτερη πιθανότητα να κάνουν κάτι. Αντίθετα, οι μεγαλύτερες ομάδες έδειξαν πλήρη αδιαφορία.
Ανάλυση και επίλογος
Το μεγάλο ποσοστό των φοιτητών που ζήτησαν βοήθεια κατά τη διάρκεια του πειράματος αποδεικνύει ότι οι άνθρωποι αντιδρούν σε ένα γεγονός όταν είναι λίγοι σε αριθμό.
Από την άλλη μεριά, φάνηκε ότι το άτομο, όταν βρίσκεται ανάμεσα σε πολύ κόσμο, αδυνατεί να δράσει ουσιαστικά.
Οπότε το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν οι κοινωνικοί ψυχολόγοι ήταν το εξής:
Πρώτα-πρώτα, τα υποκείμενα παρουσίασαν ανευθυνότητα. Αυτό συμβαίνει όταν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι κάποιος άλλος θα βρεθεί να βοηθήσει, όταν παραστεί ανάγκη.
Έπειτα έρχεται η αμέλεια. Ο λόγος που σχεδόν κανένας δεν αντιδρά σε ένα συμβάν είναι επειδή
όλοι πιστεύουν ότι η βοήθεια τους δεν είναι απαραίτητη. Βλέποντας άλλους ανθρώπους γύρω τους, δεν αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα της κατάστασης και αδρανούν. Οι πειραματιστές επανέλαβαν το πείραμα της «απάθειας του περαστικού».
Το «Bystander Apathy Experiment» 4 χρόνια αργότερα, είχε τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα.
mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.