Μέχρι το 1905 η άσφαλτος δεν είχε ακόμα κάνει την εμφάνισή της στην ελληνική πρωτεύουσα. Τη χρονιά εκείνη, που ανήκε στην δεύτερη περίοδο της δημαρχίας του Σπύρου Μερκούρη, ξεκίνησαν από την οδό Αιόλου τα πρώτα έργα ασφαλτόστρωσης και αργότερα προχώρησαν και στους υπόλοιπους κεντρικούς δρόμους.
Έως εκείνη την στιγμή η πρωτεύουσα πνίγονταν στη σκόνη που γινόταν αφόρητη τους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ μόλις έμπαινε χειμώνας, η λάσπη σκέπαζε τα πάντα.Αν και επρόκειτο για ένα πραγματικά μεγάλο έργο που σηματοδοτούσε την έναρξη μιας νέας εποχής, δεν έλειψαν οι αντιδράσεις. Ο Δημήτρης Λαμπίκης γράφει στο βιβλίο του «τα 100 χρόνια του Δήμου Αθηναίων»: «Αυτοί που αντέδρασαν πρώτοι για το εκτελούμενο έργο ήταν οι αμαξάδες, καθώς οι ρόδες των οχημάτων τους γλιστρούσαν επικίνδυνα στο νέο οδόστρωμα».
Οι αντιδράσεις όμως συνεχίστηκαν και από άλλες επαγγελματικές ομάδες. Τότε στην Αθήνα υπήρχαν δεκάδες χαμάληδες, που η δουλειά τους ήταν να σηκώνουν στους ώμους τις καλοντυμένες κυρίες για να περάσουν στην απέναντι πλευρά των λασπωμένων δρόμων ή κάποια πλατείας.
Λογικό ήταν αυτοί να μην βλέπουν με καλό μάτι την ασφαλτόστρωση των δρόμων. Αντιθέτως, ένθερμοι υποστηρικτές του έργου ήταν οι σύζυγοι, διότι δεν άντεχαν να βλέπουν αναιδείς χαμάληδες να χουφτώνουν τα καπούλια των γυναικών τους, καθώς τις κουβαλούσαν στους ώμους τους.
Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι η πρώτη ασφαλτόστρωση δρόμου στη χώρα θεωρήθηκε οικονομικό σκάνδαλο. Έκτοτε, όλοι οι δρόμοι που κατασκευάστηκαν στην Ελλάδα ως τις μέρες μας, κουβαλούν αυτό το προπατορικό αμάρτημα.
Αναφερόμενος ο Λαμπίκης στα διαχειριστικά του έργου, τονίζει ότι υπήρξαν πολλές αμφισβητήσεις για το αν η ανάδοχος εταιρεία τήρησε πλήρως τη συμφωνία που είχε υπογράψει με τον δήμο.
Κάποιος δαιμόνιος δημοσιογράφος μάλιστα, κυνηγός σκανδάλων, στοιχειοθέτησε την κατηγορία με τον ακόλουθο τρόπο: Βύθισε το μπαστούνι του στον καινούριο δρόμο και διαπίστωσε ότι το πάχος της ασφάλτου ήταν μόλις 4 εκατοστά, αντί για οχτώ που προέβλεπε η σύμβαση.
Παρά όμως τις ενστάσεις, παρά τι κακοτεχνίες, οι ασφαλτοστρώσεις συνεχίστηκαν μετά την Αιόλου και σε άλλους δρόμους, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την είσοδο του αυτοκινήτου στην καθημερινότητα του Αθηναίου πολίτη.
Το πρώτο αυτοκίνητο είχε κάνει την εμφάνισή του στην χώρα μας το 1897. Ήταν ένα επιβατικό Γκάρντνερ 14 θέσεων, το οποίο μπήκε αμέσως στο στόχαστρο των αμαξάδων, καθώς υποψιάστηκαν ότι το νέο αυτό «διαβολικό» μηχάνημα θα τους έπαιρνε την δουλειά.
Οι αμαξάδες βρήκαν πάτημα στο εκκωφαντικό θόρυβο που προκαλούσε το όχημα.
Υποστήριξαν ότι θα απέβαλλαν οι έγκυες και ζήτησαν την απαγόρευση της κυκλοφορίας του. Τα κατάφεραν.
Μέχρι το 1900 το αυτοκίνητο ήταν σχεδόν άγνωστο στους Αθηναίους, ενώ η βενζίνη ήταν ένα είδος που πουλιόταν μόνο στα φαρμακεία για τον καθαρισμό των λεκέδων.
Το 1901 κυκλοφόρησε το πρώτο αυτοκίνητο ταξί. Ο ιδιοκτήτης του ονομαζόταν Μωραϊτίνης.
Το ταξί αυτό δεν είχε την ίδια τύχη με το προηγούμενο Γκάρντνερ.
Αυτό κατάφερε και επιβίωσε, παρά τις σθεναρές αντιδράσεις των αμαξάδων, αφού ήδη υπήρχαν αρκετά αυτοκίνητα στην Ευρώπη και την Αμερική.
Το 1909 τα αυτοκίνητα της Αθήνας, είχαν φτάσει τα 37,
το 1915 τα 203,
το 1925 τα 900,
το 1936 τα 35.000.
Ακόμα όμως οι δρόμοι ήταν σχεδόν άδειοι και τα αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν χωρίς πρόβλημα από την μία πλευρά της πόλης στην άλλη.
Τα σοβαρά κυκλοφοριακά προβλήματα στην πρωτεύουσα ξεκίνησαν τη δεκαετία του ’60 και συνεχίζονταν αυξανόμενα με το πέρασμα των χρόνων.
Πηγή: «Μια σταγόνα ιστορία», του Δημήτρη Καμπουράκη, mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.