Οι λευκοί σπόροι που πωλούνται από τους μικροπωλητές στα γήπεδα και στα θερινά σινεμά είναι οι γνωστοί κολοκυθόσποροι. Είναι μικροί συνήθως αλατισμένοι σπόροι που προέρχονται από το εσωτερικό της κολοκύθας και για να τους καταναλώσεις χρειάζεται χρόνος και δυνατά δόντια για να σπάσεις τη φλούδα. Εξαιτίας του θορύβου που προκαλείται κατά τη μάσηση, τους ονόμαζαν χαριτολογώντας και «τσάκα-τσκούκα».
Ωστόσο είναι περισσότερο γνωστοί ως πασατέμπος, μια λέξη που προέρχεται από την ιταλική γλώσσα και πιθανόν ήρθε στην Ελλάδα από τους ισπανόφωνους Εβραίους που εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη τον 16ο αιώνα.«Passo» σημαίνει περνάω και «tempo” χρόνος, γιατί καταναλώνονται για να περάσει η ώρα.
Πουλιόταν από τους «στραγαλατζήδες», που στέκονταν σε πολυσύχναστους δρόμους και πλατείες και φώναζαν στους περαστικούς: «Πασατέμπος ζεστός, εδώ της ώρας!». Επειδή ήταν ένα φθηνό σνακ είχε συνδυαστεί κυρίως με τους εργάτες και τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, γιατί συνήθιζαν να τρώνε σπόρους στο διάλειμμα της δουλειάς για να χορτάσουν.Επίσης ήταν δημοφιλές σνακ στους καλοκαιρινούς περιπάτους και από τους τηλεθεατές τα πρώτα χρόνια της τηλεόρασης, που παρακολουθούσαν με μανία το τηλεοπτικό πρόγραμμα.
Οι κολοκυθόσποροι θεωρούνται το πιο θρεπτικό κομμάτι της κολοκύθας και παρουσιάζουν την υψηλότερη περιεκτικότητα σε σίδηρο από όλους του σπόρους.
Τη λέξη «πασατέμπος» δεν τη χρησιμοποιούμε μόνο για τους σπόρους αλλά και ως έκφραση που σημαίνει «περνάει η ώρα». Με αυτή την έννοια χρησιμοποίησε τη λέξη ο Γεωργακόπουλος στο ρεμπέτικο τραγούδι «Ο Πασατέμπος» .
Τραγούδι «Ο Πασατέμπος»
Το 1946 ο Γιώργος Γιαννακόπουλος έγραψε τους στίχους του τραγουδιού «Ο Πασατέμπος». Ο Μανώλης Χιώτης σε ηλικία 25 ετών έκανε τη σύνθεση και αρχικά ερμηνεύτηκε από την Ιωάννα Γεωργακοπούλου και τον Στελλάκη Περπινιάδη.
Το τραγούδι συμπεριλαμβανόταν στον δίσκο του Μανώλη Χιώτη, που ήταν ο πρώτος δίσκος που κυκλοφόρησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αυτά που λές εγώ τ’ακούω βερεσέ
Τα παραμύθια σου τ’ανθίστηκα πια τώρα
Και το κατάλαβα πως ήμουνα για σε
Ο πασατέμπος σου για να περνάς την ώρα
Κάθε σου φίλημα τα βρίσκω πιο πικρό
Και τον καημό μου δεν μπορείς να τον γλυκάνεις
Μαζί μου έρχεσαι μπαμπέσικο μικρό
Γιατί γυρεύεις κόνξες σ’άλλονε να κάνεις
Φύγε λοιπόν αφού το θες αλλού να πας
Ασ’ τις μουρμούρες και τις κλάψες και τις τρίχες
Κι όταν θα σμίξεις με τον μάγκα π’ αγαπάς
Να μην του πεις ότι για πασατέμπο μ’είχες
Ποια ήταν η μούσα του πασατέμπου
Το 1948 ο Γιαννακόπουλος είχε αποκαλύψει σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Εδώ Αθήναι» για ποια γυναίκα είχε γράψει το τραγούδι:«Φαίνεται λοιπόν ότι ο διχασμός του Εγώ δεν αποτελεί σπάνια περίπτωση. Κι έτσι ένα βράδυ, πλημμυρισμένος από έρωτα, παραπονεμένος για τη συμπεριφορά της απέναντί μου, φτιαγμένος από κρασί και επηρεασμένος από μια συντροφιά που τραγουδούσε όλο ζεϊμπέκικα και χασάπικα, έγινα άλλος άνθρωπος. Όσο για τη μούσα μου, τη λένε… πάλι Μαρίνα Σμυρνάκη».
Το τραγούδι έγινε τεράστια επιτυχία και όπως είχε αναφέρει ο Γιαννακόπουλος οι περισσότεροι αποκαλούσαν τη Σμυρνάκη «Πασατέμπο».
Ακούστε το τραγούδι «Ο Πασατέμπος» από την Ιωάννα Γεωργακοπούλου και τον Στελλάκη Περμινιάδη