Θρησκεία = «ανάμνηση» τού θείου ή «διαφύλαξη, τήρηση» ; Religio = «αναστοχασμός» ή «δεσμός» με το θείο ;
Aναπάντητα ετυμολογικά ερωτήματα
Συχνά στην ιστορική και ειδικότερα στην ετυμολογική έρευνα των λέξεων συμβαίνει ώστε για πολύ σημαντικές, καίριες θα λέγαμε, λέξεις δεν έχουμε ακόμη ασφαλή γνώση τής προέλευσής τους. Αυτό ισχύει και για την καίρια, ήδη αρχαία ελληνική, πολισμική λέξη θρησκεία, αλλά και για την αντίστοιχη λατινική λέξη religio, η οποία μάλιστα μέσω τής Γαλλικής επικράτησε σε πολλές ευρωπαϊκἐς γλώσσες. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν διττές τουλάχιστον ετυμολογικές ερμηνείες, που μπορεί ωστόσο κανείς να υποστηρίξει ότι έχουν μια παράλληλη πορεία και σημασιολογική αντιστοιχία.
Η ελληνική λέξη θρησκεία (τού 5ου αιώνα) παράγεται από το ρήμα θρησκεύω (απ’ όπου και το θρήσκος). Ετυμολογικά η λέξη πρέπει να συνδέεται με δύο διαλεκτικές λέξεις (πιθανότατα ιωνικές), δύο «γλώσσες» τού λεξικογράφου Ησυχίου, τις λέξεις θρήσκω = «νοώ» / θράσκειν = «ἀναμιμνήσκειν» και την ομόρριζη ἐν-θρεῖν = «φυλάσσω, τηρώ». Βάσει αυτών μπορούμε να πούμε ότι στην Ελληνική η λέξη θρησκεία θα σήμαινε «τη νοητική σύλληψη και ανάκληση στον νου, την ανάμνηση τού θείου» (κάτι που θα θύμιζε την περί ιδεών θεωρία τού Πλάτωνος) και, κατ’ επέκτασιν, «την τήρηση αυτής τής νοητικής σχέσης προς το θείο και αυτών που συνδέονται με αυτήν (ευσέβεια, διαφύλαξη, λατρεία)».
Η λατινική λέξη religio έχει επίσης διττή ερμηνεία ως προς την προέλευσή της. Την συνδέουν είτε με το ρήμα relegere = «συλλέγω – περισυλλέγω», οπότε το religio θα σήμαινε –όπως το ελληνικό θρησκεία– «μια νοητική σύλληψη και σχέση με το θείο, μια περισυλλογή», είτε με το ρήμα religare = «συνδέω», οπότε το religio θα σήμαινε «δεσμός, σύνδεση με το θείο».
Επομένως, και οι δύο λέξεις μπορεί να υποστηριχθεί ότι σήμαναν αρχικά «τον στοχασμό και τον αναστοχασμό μέσα από την ανάμνηση τού θείου, που οδηγεί σε μια σχέση με το θείο, η οποία γεννά ευσέβεια, διατήρηση τού δεσμού και λατρεία τού θείου».
Γεώργιος Μπαμπινιώτης
Περισσότερες ιστορίες λέξεων εδώ.