Ιστορικά καρέ, χάρτες και ντοκουμέντα από την Ελλάδα μιας άλλης εποχής και μιας πραγματικής προσφυγικής κρίσης όπου οι ξεριζωμένοι αποτελούσαν σχεδόν το 20% του πληθυσμού, παρουσιάζει η έκθεση: Πρόσφυγες του '22 στην Αττική και το Αγρίνιο.
Στη σημερινή Ελλάδα των 60.000 προσφύγων και μεταναστών, της αλληλεγγύης αλλά και του ρατσισμού και της ξενοφοβίας που διχάζει τις τοπικές κοινωνίες, η έκθεση «Πρόσφυγες του '22 στην Αττική και το Αγρίνιο» μοιάζει δραματικά επίκαιρη. Ανοίγει τις πύλες της την Κυριακή, στη Δημοτική Πινακοθήκη Αγρινίου, για να ξεναγήσει τους επισκέπτες στις πρώτες δύσκολες μέρες της νέας ζωής των Ελλήνων -τότε- προσφύγων από την Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία, στην καινούρια καθημερινότητά τους καθώς και στην προσπάθειά τους για αποκατάσταση και ένταξη. Ξεκινώντας από το ιστορικο-πολιτικό πλαίσιο της εποχής, μέσα από φωτογραφίες, έγγραφα και χάρτες καταγράφεται κι αποτυπώνεται η διπλή εμπειρία της υποδοχής των προσφύγων του 1922, από τη μία στην Αττική και από την άλλη στην ευρύτερη περιοχή του Αγρινίου. Παράλληλα, οι φωτογραφικές μαρτυρίες ανασυνθέτουν την εικόνα της νέας πραγματικότητας που διαμορφώθηκε στις δύο περιοχές με την άφιξη των προσφύγων και φωτίζουν προσωπικές ιστορίες προσφυγιάς.
19,69%
Μετά την ήττα του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία τον Αύγουστο του 1922, χιλιάδες πρόσφυγες διαπεραιώθηκαν στην Ελλάδα. Τον Οκτώβριο του 1922 έφτασαν οι Έλληνες της Ανατολικής Θράκης, συναποκομίζοντας μεγάλο μέρος της κινητής περιουσίας τους, ενώ αυτοί της κεντρικής και της νότιας Μικράς Ασίας ήρθαν το 1924 και το 1925, με τη φροντίδα της Μικτής Επιτροπής Ανταλλαγής Πληθυσμών. Δεν γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των προσφύγων που κατέφυγαν στην Ελλάδα το φθινόπωρο του 1922. Το 1928 απογράφτηκαν 1.221.849 (το 19,69% του πληθυσμού), στους οποίους όμως περιλαμβάνονταν και όσοι είχαν έρθει παλαιότερα από τη Βουλγαρία, τη Ρωσία και αλλού. Αν όμως ληφθεί υπόψη το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας, η μείωση των γεννήσεων και η άμεση μετανάστευση πολλών σε άλλες χώρες, προκύπτει ότι ο αριθμός των προσφύγων που ήρθαν στην Ελλάδα πρέπει να ήταν μεγαλύτερος.
Στον χάρτη που ακολουθεί, φαίνεται η κατανομή των προσφύγων στην ελληνική επικράτεια, με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση να παρουσιάζεται στη βόρεια και ανατολική Ελλάδα. Στο νομό Δράμας οι πρόσφυγες αποτελούσαν το 70,2% του πληθυσμού, στο νομό Θεσσαλονίκης το 48,1%, στη Μυτιλήνη το 46,8%, στη Χίο το 35,7%, στην Αθήνα το 28,2%, στον Πειραιά το 40,2% και στο Αγρίνιο το 17,1%.
Η άμεση ανάγκη υποδοχής των πολλών χιλιάδων προσφύγων και της εξασφάλισης στοιχειωδών συνθηκών ζωής γι' αυτούς αποτέλεσε μια μεγάλη πρόκληση για τη χώρα, η οποία εξερχόταν από δεκαετίες εξουθενωτικούς πολέμους και συγχρόνως αναζητούσε διέξοδο από την παράλυση που προκαλούσε ο εσωτερικός διχασμός. Σε συνθήκες μεγάλης φτώχειας στη συντριπτική τους πλειονότητα, οι πρόσφυγες διακινήθηκαν σε μια χώρα ηττημένη, οικονομικά εξαντλημένη και χωρίς σοβαρές υποδομές.
Το ελληνικό κράτος απευθύνθηκε στην Κοινωνία των Εθνών (ΚτΕ), η οποία βοήθησε την Ελλάδα να συνάψει δάνειο και ίδρυσε την Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ), έναν αυτόνομο οργανισμό που θα δρούσε με τη συνεργασία του ελληνικού κράτους. Η ΕΑΠ λειτούργησε από το 1923 έως το 1930 και ασχολήθηκε κυρίως με την αποκατάσταση των προσφύγων στην ύπαιθρο. Περίπου 750.000 πρόσφυγες οδηγήθηκαν στη Μακεδονία και στη Θράκη, γιατί εκεί υπήρχαν διαθέσιμες γαίες αλλά και για να εξασφαλιστεί η αριθμητική υπεροχή του ελληνικού στοιχείου σε αυτές τις περιοχές.
Mε βάση τα στοιχεία της Κοινωνίας των Εθνών, σε πολλές περιοχές της νέας τους εγκατάστασης κατά τα πρώτα χρόνια πέθανε από τις κακουχίες το 20% των προσφύγων, ενώ αντιστοιχούσε 1 γέννηση σε 3 θανάτους.
Περίπου 750.000 πρόσφυγες οδηγήθηκαν στη Μακεδονία και στη Θράκη, γιατί εκεί υπήρχαν διαθέσιμες γαίες αλλά και για να εξασφαλιστεί η αριθμητική υπεροχή του ελληνικού στοιχείου σε αυτές τις περιοχές.
Φωτιά στους Τουρκόσπορους
Οικονομικές και κοινωνικές διαφορές, αλλά και πολιτιστικές και γλωσσικές ιδιαιτερότητες χαρακτήριζαν τον προσφυγικό πληθυσμό. H εγκατάσταση των προσφύγων προκάλεσε μεγάλες ανακατατάξεις σε όλες τις περιοχές που τους υποδέχθηκαν, τόσο στην ύπαιθρο όσο και στις πόλεις. Η οικονομική ανέχεια γηγενών και προσφύγων οδήγησε σε απεργίες και αιματηρές διαδηλώσεις. «Φωτιά στους τουρκόσπορους πρόσφυγες» ακουγόταν σε συλλαλητήριο των μοναρχικών στις στήλες του Ολυμπίου Διός το 1923. «Στην Τουρκία μας ονομάζανε Έλληνες και στην Ελλάδα Τούρκους» έλεγαν χαρακτηριστικά οι ξεριζωμένοι.
Οι πρόσφυγες, όμως, ενσωματωμένοι η μη στη δομή των πόλεων, κατάφερα να μετατραπούν σε ζωογόνο αίμα και κινητήρια δύναμη. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Αττική οι πρώτοι προσφυγικοί συνοικισμοί μετατρέπονται σταδιακά σε βιομηχανικές κοινότητες, αφού γύρω από αυτούς δημιουργούνται τα μεγάλα εργατικά προάστια του Πειραιά (Κοκκινιά, Δραπετσώνα, Κερατσίνι) αλλά και της Αθήνας (Βύρωνας, Καισαριανή, Νέα Ιωνία) που αναπτύσοουν έντονη δραστηριότητα στο χώρο της ταπητουργίας και όχι μόνο, καθώς οι προσφυγικές πολύκατοικίες περιτριγυρίστηκαν από νέες βιομηχανίες.
Στην Τουρκία μας ονομάζανε Έλληνες και στην Ελλάδα Τούρκους
Ο τεράστιος αριθμός των προσφύγων που έφτασε στην Ελλάδα τους τελευταίους μήνες του 1922 προκάλεσε έντονες πιέσεις, αρχικά προκειμένου να ικανοποιηθούν οι στοιχειώδεις ανάγκες τους, και στη συνέχεια για να αποκατασταθούν και να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία. Παρά τις όποιες καθυστερήσεις, τις βιαστικές και πρόχειρες υλοποιήσεις των σχεδιασμών, η αποκατάσταση των προσφύγων έχει κριθεί επιτυχημένη και από πολλούς θεωρείται ως το μεγαλύτερο επίτευγμα του ελληνικού κράτους.
Η αρχική έκθεση που παρουσιάστηκε το 2006 στον εκθεσιακό χώρο του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων με θέμα «Η αττική γη υποδέχεται τους πρόσφυγες του '22» παρουσίαζε τον τρόπο με τον οποίο η πρωτεύουσα του κράτους προσπάθησε να αντιμετωπίσει το μεγάλο κύμα προσφύγων που εγκαταστάθηκε σε διάφορες περιοχές της Αττικής, να οργανώσει συσσίτια και καταυλισμούς, να διευκολύνει κατά το δυνατόν την επιβίωσή τους και τη σταδιακή ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας, στον κοινωνικό κορμό και στη ζωή της πόλεως, έως τη δημιουργία των προσφυγικών δήμων γύρω από την Αθήνα και τον Πειραιά.
Στο Αγρίνιο η έκθεση συμπληρώνεται με πολύτιμο φωτογραφικό υλικό του Συλλόγου Μικρασιατών Προσφύγων Αιτωλοακαρνανίας, δημιουργώντας τη νέα έκθεση «Πρόσφυγες του '22 στην Αττική και το Αγρίνιο», που διοργανώνουν στη Δημοτική Πινακοθήκη Αγρινίου τo Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία σε συνεργασία με τον Δήμο Αγρινίου και τον Δικηγορικό Σύλλογο της πόλης. Τα εγκαίνια θα πραγματοποιηθούν την Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016 στις 11.30 π.μ.
*Λίγα λόγια για τους διοργανωτές
Το Αγρίνιο είναι ίσως από τις ελάχιστες μεγάλες πόλεις η οποία, εν μέσω κρίσης, όχι μόνο δεν συρρίκνωσε δομές πολιτισμού αλλά τόλμησε δημιουργώντας και νέες.
Η Δημοτική Πινακοθήκη Αγρινίου λειτουργεί από το 2013 με διαρκή διαδρομή και ζωντανή παρουσία στα εικαστικά δρώμενα της περιοχής της Δυτικής Ελλάδας και όχι μόνο. Σήμερα αποτελεί μια ζωντανή κυψέλη πολιτισμού και αποφασιστική κίνηση εξωστρέφειας της δημοτικής αρχής για το πολιτιστικό πρόσωπο της περιοχής.
Καλλιτεχνικός Διευθυντής της είναι ο ζωγράφος Χρήστος Γαρουφαλής, τον οποίο ευχαριστούμε για τη συμβολή του στη δημιουργία αυτού του άρθρου.
ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΑΓΡΙΝΙΟΥ
Δ. Βότση 2, Αγρίνιο 301 31
Τηλ. 26413 60316
Ε-mail: pinakothiki@agrinio.gr
Περισσότερα στη σελίδα της πινακοθήκης στο Facebook
ΙΔΡΥΜΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία συστάθηκε, με ομόφωνη απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής, το 1999 και άρχισε να λειτουργεί το 2003. Σκοπός του Ιδρύματος είναι η μελέτη και η διάδοση των αρχών του Κοινοβουλευτισμού και της Δημοκρατίας.
Περισσότερα στην ιστοσελίδα του ιδρύματος καθώς και στη σελίδα του ιδρύματος στο Facebook.
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.