Με το που μπαίνει ο Οκτώβριος -πολλές φορές και από νωρίτερα- αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση: «Πάει ο πρώτος μήνας, έμειναν τόσες ημέρες μέχρι τις πολυπόθητες διακοπές των Χριστουγέννων και τόσες μέχρι την επόμενη αργία».
Η προαιώνια καταμέτρηση ημερών από τους μαθητές όλων των γενεών και όλων των εποχών - κάποτε το έκαναν φυλλομετρώντας την ατζέντα τους, τώρα κοιτώντας το ημερολόγιο στα κινητά τους τηλέφωνα. Αυτή η παν-μαθητική συνήθεια δεν ξεχωρίζει ηλικίες, τάξεις, σχολεία, μέρη, εποχές. Συμβαίνει σχεδόν αυτονόητα, ξεπηδά μέσα από τους μαθητές σαν να φλέγεται να εκφραστεί η συλλογική μαθητική ταυτότητα: πόσο ακόμα;
«Πολύ», είναι η απάντηση, αφού είμαστε ακόμα στον Οκτώβριο. Περίπου ένα μήνα λειτουργίας συμπληρώνουν αυτές τις ημέρες τα σχολεία και οι μαθητές ήδη κουβαλούν, επεξεργάζονται και εξελίσσουν το πολύτιμο φορτίο τους, αυτό των γνώσεων και των δεξιοτήτων που αποκτούν στα σχολικά τους χρόνια (πόσο πολύτιμο είναι δεν το συνειδητοποιούν συνήθως, ούτε εμείς το συνειδητοποιούσαμε στην ηλικία τους, χρειάζεται να περάσουν τα χρόνια για να νιώσεις τους καρπούς αυτού του σχολικού μόχθου, αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση).
Η συζήτηση για την παιδεία είναι σχεδόν… αιώνια, οι εξαγγελίες για τις μεταρρυθμίσεις στο χώρο της παιδείας στα εκ των ων ουκ άνευ κάθε κυβέρνησης και αρμόδιου υπουργού και τα θέματα που (θεωρούμε ότι) απασχολούν τους μαθητές κάνουν μια ολόκληρη χώρα να ακούει το κουδούνι να χτυπά στις αρχές Σεπτεμβρίου και να ιδρώνει πάνω από την εξεταστική κόλλα στις περίφημες πανελλαδικές.
Την ώρα που οι γονείς ελπίζουν, φιλοδοξούν, εύχονται, στηρίζουν, βοηθούν και κάποιες φορές πιέζουν (ενίοτε ασφυκτικά) τα παιδιά τους στο σχολείο, την ώρα που οι δημοσιογράφοι ασχολούνται με τρόπο σχεδόν κλίσε με τους «κολοφώνες» της σχολικής ζωής, την έναρξη της χρονιάς, τις παρελάσεις, τις εξετάσεις, τις εξωσχολικές δραστηριότητες, τη λεγόμενη παραπαιδεία κλπ, χιλιάδες παιδιά ζουν αυτό που όλοι εμείς περιγράφουμε. Ζουν αυτά τα περιλάλητα «σχολικά χρόνια» τα οποία άλλοι ορκίζονται πως ήταν τα καλύτερα της ζωής τους κι άλλοι ξορκίζουν με εκφράσεις ακατάλληλες να γραφτούν εδώ. Ζουν αυτή τη 12ετία που «ενώνει» με έναν τρόπο, στην Ελλάδα τουλάχιστον, ανθρώπους όλων των ηλικιών, των επαγγελμάτων και των προελεύσεων. Αυτό το πέρασμα από τα θρανία που μας εξισώνει όλους από την άποψη πως αποτελεί το απολύτως κοινό βίωμα.
Ο «πυρήνας» της κοινωνίας
Κοινό ναι, ίδιο όμως; Ίδιο όχι. Αλλά ίσως όχι και τόσο διαφορετικό όσο νομίζουμε. Τα σχολεία είναι σύνολα με δυναμική που μεταβάλλεται ανάλογα με τους ανθρώπους που τα αποτελούν. Ρόλο παίζουν βέβαια και οι υποδομές που πολλές φορές πάσχουν κι άλλοτε πολύ φιλόξενα αποτελούν το φόντο για αυτή την περίφημη 12ετία της εκπαίδευσης. Αν σκεφτεί κανείς πως το σχολείο θεωρείται ο «πυρήνας» της κοινωνίας μετά την οικογένεια είναι προφανές πόσο σημαντικό είναι το τι αποκομίζουν τα παιδιά από αυτό, σε όλα τα επίπεδα.
Οπότε, τι είναι αυτό που κάνει ένα σχολείο καλό; Είναι ο αριθμός των αριστούχων; Είναι ο αριθμός των επιτυχόντων στις πανελλαδικές; Είναι ο πλούτος των ερεθισμάτων που παρέχει στους μαθητές του; Οι ποικίλες δραστηριότητες; Η ομοιογένεια των μαθητών του μήπως; Είναι το ανθρώπινο κεφάλαιό των εκπαιδευτικών του που μπορεί να βρει τρόπο να ξεπεράσει τις όποιες δυσκολίες και να καθοδηγήσει δημιουργικά τους μαθητές; Είναι το ιδιωτικό σχολείο με τα συν και τα πλην του ή το δημόσιο, με τα δικά του θετικά και αρνητικά; Έχουν νόημα οι γενικεύσεις;
Η απάντηση πιθανώς δεν είναι άσπρο ή μαύρο αλλά έχει και αρκετές «γκρι» περιοχές. Και ο καθένας, με τα βιώματά του, τις καλές ή τις κακές αναμνήσεις από τα δικά του σχολικά χρόνια, τις προβολές στα παιδιά του ή την καθημερινότητά τους, όπως τη ζει ως γονιός πια, πιθανώς να δίνει- και να τεκμηριώνει- μια διαφορετική απάντηση. Στις παρακάτω δύο ιστορίες οι μαθήτριες που περιγράφουν πώς ξεκίνησε για εκείνες η νέα σχολική χρονιά έχουν καλά πράγματα να αφηγηθούν για τα σχολεία τους- το ιδιωτικό η μία και το δημόσιο η άλλη -αλλά σκιαγραφούν όμως και τα αρνητικά τους- που δεν έχουν να κάνουν με το αν είναι ιδιωτικά ή δημόσια: ένας καθηγητής που ακόμα δεν έχει μάθει τα ονόματα των μαθητών του ή το χαμηλό επίπεδο του μαθήματος.
Στο ιδιωτικό σχολείο
Η φετινή χρονιά βρήκε την 14χρονη Α. στην τρίτη γυμνασίου του ίδιου ιδιωτικού σχολείου της Αττικής όπου πήγε νηπιαγωγείο και δημοτικό. Η επιστροφή στο σχολείο συνοδεύτηκε από ωραία συναισθήματα, «επειδή θα ξαναέβλεπα τους φίλους μου, είχα βαρεθεί στο σπίτι και είχα και μια μελαγχολία που τελείωσε το καλοκαίρι», όπως λέει στο newsbeast.gr. Στο ερώτημα αν ανυπομονεί για κάτι βέβαια η απάντηση είναι αυθόρμητη και εντελώς αναμενόμενη: φυσικά και ανυπομονεί για την 28η Οκτωβρίου που είναι η επόμενη αργία και ακολούθως για το χορό του σχολείου τα Χριστούγεννα και επειδή βλέπει μακριά και για τον Απρίλιο που θα πάνε εκδρομή με το σχολείο στη Θεσσαλονίκη.
Οι στενότεροι φίλοι της είναι στον κύκλο των συμμαθητών της, που είναι οι ίδιοι με πέρσι, τα 27 παιδιά της τάξης της που θα αφήσουν μαζί πίσω τους το γυμνάσιο για το τελευταίο βήμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το λύκειο. Μαζί περνούν τις ώρες του σχολείου και μαζί βγαίνουν και τα Σαββατοκύριακα, στην πολυπόθητη έξοδο του Σαββάτου. Γιατί τα Σάββατα για την Α. έχουν μπαλέτο και ωδείο, ξεκούραση και διάβασμα ή έξοδο και η Κυριακή είναι κατά κύριο λόγο ημέρα διαβάσματος (την επόμενη φορά που θα ξεμυτίσει στη γλώσσα μας η έκφραση «οι έφηβοι δεν ασχολούνται με τίποτα» ή «η νεολαία που κάθεται» ή το απαξιωτικό και όλο υπονοούμενα «αυτά τα νέα παιδιά…», ας το ξανασκεφτούμε. Άλλωστε η Α. ξυπνά γύρω γύρω στις 7 το πρωί και συνήθως κοιμάται από τις 11 έως τις 12 το βράδυ. Τις καλές μέρες ίσως κι από τις 10:30…).
Η χρονιά ξεκίνησε για την Α. με τη γνωστή ακλόνητη τάξη του ιδιωτικού σχολείου. Το πρόγραμμα των μαθημάτων ήταν έτοιμο από τις πρώτες ημέρες και τηρήθηκε επίσης από τις πρώτες μέρες. Οι καθηγητές ήταν όλοι στις θέσεις τους και στην ώρα τους και η λέξη «κενά» τής είναι άγνωστη με την έννοια που την ξέρουν- ή την ήξεραν- οι συμμαθητές της σε δημόσια σχολεία. Οι καθηγητές της είναι όλοι ίδιοι με πέρσι εκτός από τρεις, το κουδούνι χτυπά στις 8:30 κάθε πρωί για την πάντα δύσκολη «πρώτη ώρα» και στις 14:40 είναι η ώρα για το «φτου ξελευτερία» του σχολάσματος. Κάθε μέρα.
Εντάξει, ίσως όχι και τόσο «φτου ξελευτερία» αφού τα απογεύματα εκτός από διάβασμα η Α. έχει μπαλέτο, πιάνο, γαλλικά και αγγλικά. Είναι δραστηριότητες βέβαια που την ευχαριστούν, όπως λέει, και τόσες όσες να περνά ομαλά η εβδομάδα της, «είμαι εντάξει, και ξεκουράζομαι και είναι αρκετά αυτά που κάνω», συμπληρώνει. Από αυτά, κάποια τα παρέχει- με επιπλέον πληρωμή- και το σχολείο της αλλά εκείνη για οικογενειακούς λόγους επιλέγει να τα παρακολουθήσει εκτός. Κάποιες από τις δραστηριότητες αυτές τις κάνει γιατί θέλει να προχωρά πιο γρήγορα από το ρυθμό του σχολείου, κάποιες άλλες γιατί δεν κρίνει επαρκή τα παρεχόμενα από το σχολείο επιπλέον μαθήματα.
Το σχολείο της είναι «αρκετά μεγάλο» με άνετο προαύλιο και πολλά γήπεδα όπου μπορούν οι μαθητές να περάσουν την απολαυστική- και πάντα λίγη- ώρα του διαλείμματος ενώ έχει κυλικείο που πουλά χυμούς, κουλούρια και διάφορες σφολιάτες (που την αφήνουν ασυγκίνητη γιατί εκείνη παίρνει από το σπίτι τοστ από την… πρώτη δημοτικού!)
Στην κλισέ ερώτηση για το αγαπημένο της μάθημα δεν ξέρει τι να απαντήσει, «ουφ, μου βάζεις δύσκολα», λέει αλλά στην αναδιατύπωσή της «σε ποιο μάθημα βαριέσαι λιγότερο» η απάντηση είναι εύκολη: στη χημεία. Μήπως συμβάλλει σε αυτό και ο καθηγητής που ίσως διακρίνεται από εξαιρετική μεταδοτικότητα και κάνει το μάθημα ενδιαφέρον και ελκυστικό; «Όχι» είναι η ειλικρινέστατη απάντησή της, «τον κοροϊδεύουμε λιγάκι, έχει κερδίσει μόνο τα αγόρια επειδή ασχολείται με το ποδόσφαιρο. Απλώς η χημεία μου αρέσει», εξηγεί. Το πιο βαρετό μάθημα για εκείνη είναι τα αγγλικά, «σε όλο το γυμνάσιο τα βαριέμαι», προσθέτει.
Η αναφορά στον καθηγητή της χημείας μάς δίνει πάσα για το διαχρονικό ερώτημα τι είναι αυτό που κάνει έναν εκπαιδευτικό να περάσει αλώβητος κατά το δυνατόν από την αυστηρότατη κρησάρα των μαθητών και να έχει και την τύχη να τον χαρακτηρίσουν «καλό». «Η επικοινωνία και η συνεργασία», απαντά με άνεση η Α. «Να επικοινωνεί με τους μαθητές, να συνεργάζεται καλά μαζί μας, να κάνει καλά το μάθημά του, να επιβάλει και την τάξη όταν χρειάζεται», απαριθμεί τις προϋποθέσεις της.
«Να για παράδειγμα ο σύμβουλος της τάξης μας εδώ και τόσες εβδομάδες έχει γνωρίσει μόνο τέσσερις μαθητές, τους υπόλοιπους μάς αγνοεί», συνεχίζει, «δεν έχει ενδιαφερθεί ούτε τα ονόματά μας να μάθει». «Έχουμε και καθηγητή που είναι ‘στον κόσμο του’, στο μάθημά του γίνεται χαμός στη τάξη, κάποιοι κάθονται ακόμα και στο πάτωμα. Επίσης δεν κόβει τα νύχια του και καπνίζει πολύ», προσθέτει και κάθε εκπαιδευτικός μπορεί να θυμηθεί την εξονυχιστική «σάρωση» που υφίσταται από το αυστηρό βλέμμα των μαθητών, το οποίο δεν συγχωρεί και μπορεί να εντοπίσει στη στιγμή το παραμικρό «παράξενο» πάνω του.
«Στο σχολείο μαθαίνεις πολλά, γνωρίζεις ανθρώπους, κάνεις φιλίες και παρέες», είναι η κατακλείδα της. «Έλεος όμως, με τα διαγωνίσματα είναι χάλια. Είναι πολύ σημαντικό να έχεις φίλους για να περνάς καλά στα διαλείμματα γιατί αλλιώς θέλεις να σηκωθείς και να φύγεις». «Τα ίδια θα έλεγες κι αν σε ρωτούσε κάποιος φίλος σου;» ρωτάω για να έρθει η αποστομωτική απάντηση: «Μπορεί, δεν το έχω φιλοσοφήσει. Με τους φίλους μου δεν συζητάμε για το σχολείο». Λογικό…
Γενικά θετική εντύπωση έχει για το σχολείο και η μαμά της. «Είναι οργανωμένο, γίνονται όλα κανονικά και τα πράγματα είναι υπό έλεγχο», λέει η Λ. στο newsbeast.gr, απόφοιτος ιδιωτικού σχολείου και η ίδια. Στα συν μετρά και την «καλή ποιότητα των παιδιών». «Δεν υπάρχουν ακραίες περιπτώσεις», εξηγεί, «αλλά και αν προκύψει κάτι το εκπαιδευτικό προσωπικό θα ασχοληθεί για να το αντιμετωπίσει. Το σχολείο έχει και πολύ καλή ψυχολόγο που μπορούμε να εμπιστευτούμε». Έχει επίσης διαπιστώσει πως γίνεται καλή δουλειά και με τα καινούρια παιδιά. «Οι καθηγητές δείχνουν ενδιαφέρον για το παιδί και συνεργάζονται και μεταξύ τους για να γίνει ομαλά η ένταξή του στην ομάδα», λέει, αναγνωρίζοντας πως αυτό πιθανότατα σημαίνει αρκετά περισσότερη δουλειά για τον εκάστοτε δάσκαλο.
Η επικοινωνία με τους εκπαιδευτικούς είναι για τη Λ. ικανοποιητική και οι γονείς μπορούν να σηκώσουν το τηλέφωνο για ό,τι θέλουν να πουν στο σχολείο. «Αν έχεις μια απορία παίρνεις τηλέφωνο και σου τη λύνουν», εξηγεί, «επίσης μια ορισμένη μέρα την εβδομάδα μπορεί ο γονιός να δει όλους τους καθηγητές ή τους διευθυντές των ειδικοτήτων ή τη γραμματεία, ανάλογα το θέμα». Αναγνωρίζει επίσης τις «ωραίες δράσεις» που γίνονται εντός του σχολείου όπως η δανειστική βιβλιοθήκη αγγλικών αλλά και το γεγονός πως η διδασκαλία των ξένων γλωσσών είναι σε πολύ καλό επίπεδο.
Στα μειονεκτήματα επισημαίνει το ζήτημα των εκδρομών και κυρίως του κόστους τους. «Έχω ακούσει σε δημόσια σχολεία εκδρομές στο εξωτερικό αρκετά οικονομικά, στο σχολείο της κόρης μου είναι πανάκριβες», λέει.
Στο δημόσιο σχολείο
Για τη Β., μητέρα ενός 13χρονου κοριτσιού που φοιτά σε πρότυπο δημόσιο σχολείο, το βασικό αρνητικό που έχει να επισημάνει για το σχολείο της κόρης της είναι ζητήματα οργάνωσης. «Για παράδειγμα η ιστοσελίδα του είναι άθλια και πολύ μπερδεμένη, δεν μπορείς να βρεις ούτε τις ανακοινώσεις», εξηγεί στο newsbeast.gr. Εκτός αυτού όμως και η δική της εντύπωση είναι πολύ θετική για το – δημόσιο- σχολείο της κόρης της, η οποία φέτος φοιτά στη δευτέρα γυμνασίου. Είναι ευχαριστημένη με το εκπαιδευτικό επίπεδο και με τους καθηγητές, με τους οποίους υπάρχει, όπως λέει χαρακτηριστικά «πολύ υγιής σχέση». «Ξέρω πως στα ιδιωτικά είναι εύκολα τα πολλά τηλεφωνήματα, υπάρχει περισσότερη άνεση. Σε μας τα πράγματα είναι πιο χαλαρά και η σχέση πολύ υγιής μεταξύ γονιών και καθηγητών», προσθέτει.
Η ίδια και ο σύζυγός της είναι απόφοιτοι δημοσίων σχολείων. Η 13χρονη κόρη τους Δ. πήγε δημοτικό σε ιδιωτικό σχολείο που όμως δεν είχε υψηλότερη βαθμίδα εκπαίδευσης. «Ήξερε πως στο γυμνάσιο θα άλλαζε σχολείο οπότε η μετάβασή της ήταν πολύ ομαλή. Το συγκεκριμένο σχολείο ήταν ουσιαστικά επιλογή της, εκείνη διάλεξε να πάει με την αξία της σε αυτό, έδωσε εξετάσεις και τα κατάφερε», προσθέτει. «Ως γονείς είχαμε αποφασίσει να επενδύσουμε στην παιδεία των παιδιών μας. Τα ιδιωτικά σχολεία ήταν για μας απαγορευτικά κι έτσι αναζητήσαμε τα καλύτερα δημόσια», αφηγείται στο newsbeast.gr, «θέλαμε ένα σχολείο που να είναι τα παιδιά πιο ελεύθερα, να έχουν περισσότερες επιλογές».
Η σχολική χρονιά ξεκίνησε και για την Δ. με χαρούμενα συναισθήματα γιατί θα ξαναέβλεπε τους φίλους της αλλά και με τη γνωστή αδημονία των νέων ξεκινημάτων. «Ανυπομονούσα να δω πώς θα είναι τα μαθήματα, οι καθηγητές μας, ήμουν και λίγο αγχωμένη», περιγράφει στο newsbeast.gr.
Στην τάξη της είναι 24 παιδιά, όλα ίδια με πέρσι, κι ανάμεσά τους είναι και οι πιο στενοί της φίλοι. Το πρόγραμμα μαθημάτων είχε βγει από την πρώτη κιόλας μέρα- «τη δεύτερη μέρα στο σχολείο κάναμε κατευθείαν 7ωρο!», λέει χαρακτηριστικά. Τον Σεπτέμβριο το πρόγραμμα της εβδομάδας έβγαινε κάθε Παρασκευή καθώς η Δ. έχει δύο ημέρες της εβδομάδας 7ωρο και τρεις ημέρες 6ωρο ενώ πλέον το πρόγραμμα έχει οριστικοποιηθεί για την υπόλοιπη χρονιά. Οι καθηγητές της ήταν όλοι εξαρχής στη θέση τους και στην ώρα τους, «κενά» δεν υπήρξαν παρά μόνο κατ’ εξαίρεση και μεμονωμένα.
Στο σχολείο της την εντυπωσίασαν τα πολύχρωμα κάγκελα στην κύρια είσοδο και το μεγάλο προαύλιο με μπασκέτες και δίχτυ για βόλεϊ. «Στο υπόστεγο με την άδεια της διεύθυνσης τα παιδιά έχουν ζωγραφίσει γκράφιτι, σε αυτούς τους χώρους περνάμε την ώρα του διαλείμματος, έχουμε κι άλλο μεγάλο χώρο που συνήθως κάνουμε γυμναστική», λέει. Το σχολείο της διαθέτει μεγάλο κυλικείο που επίσης φαίνεται να πάσχει ως προς τα τρόφιμα που προσφέρει στους μαθητές. «Έχει κάποιους φυσικούς χυμούς που τους ζητάς εκ των προτέρων για να σου τους στύψουν. Κατά τα άλλα έχει αναψυκτικά, πεϊνιρλί, πίτσες και το καλοκαίρι φέρνει παγωτά», περιγράφει. Ανήκει όμως κι εκείνη στην κατηγορία των μαθητών που δεν το επισκέπτονται καθώς παίρνει από το σπίτι της ένα σνακ για όταν πεινάσει.
Το κουδούνι χτυπά για τη Δ. στις 8:20 το πρωί και η λήξη τη σχολικής ημέρας είναι είτε στις 13:25 είτε στις 14:10. Μετά το κανονικό ωράριο των μαθημάτων στο σχολείο διοργανώνονται όμιλοι στους οποίους οι μαθητές μπορούν προαιρετικά να συμμετάσχουν. Η Δ. έχει επιλέξει τον όμιλο ρητορικής ή εναλλακτικά δημιουργικής γραφής. «Πέρσι γίνονταν πολύ λίγοι όμιλοι φέτος όμως υπάρχουν περισσότερες επιλογές», εξηγεί. Η αγάπη της για την ανάγνωση και τη λογοτεχνία βρίσκει έδαφος στο σχολικό πρόγραμμα στα μαθήματα της Λογοτεχνίας και της Νεοελληνικής Γλώσσας. Στον αντίποδα η Δ. βαριέται τη Βιολογία. «Δεν φταίει η Βιολογία, φταίει η καθηγήτρια. Πέρσι το μάθημα ήταν πολύ ενδιαφέρον, η καθηγήτρια μας έδειχνε εκπαιδευτικά βιντεάκια και γενικά εμπλούτιζε το μάθημά της, η φετινή απλώς… παραδίδει», συμπυκνώνει σε λίγες προτάσεις τη σημασία του να μπορεί ο εκπαιδευτικός να κερδίσει τους μαθητές του.
Έχει κι εκείνη τον δικό της «κατάλογο» με προϋποθέσεις για να κρίνει ως καλό έναν καθηγητή της: «είναι σημαντική η επικοινωνία με τους μαθητές και η προσωπικότητα του καθηγητή. Θέλουμε να κάνει σωστά το μάθημά του, να μας δίνει πολλές πληροφορίες, να έχει άνετη σχέση με τους μαθητές και να μην υπερεκτιμά την εξουσία του», περιγράφει αφοπλιστικά. Είναι και 13 χρονών είπαμε… «Να, έχουμε κι έναν καθηγητή που είναι κρύος, νοιάζεται πιο πολύ για την τάξη παρά για το μάθημά του»…
Η Δ. ξυπνά γύρω στις 7 το πρωί και πέφτει για ύπνο μεταξύ 9 και 10 το βράδυ. Αφήνοντας πίσω της το σχολείο της κάθε μεσημέρ έχει εκτός από το διάβασμά της και τις εξωσχολικές της δραστηριότητες. «Κάνω χορό, αγγλικά και γαλλικά. Χορό και αγγλικά επειδή μου αρέσουν, γαλλικά επειδή στο σχολείο ο ρυθμός είναι πολύ αργός. Στην α’ γυμνασίου ξεκίνησαν από το… αλφάβητο!», λέει στο newsbeast.gr, «είναι κρίμα γιατί θα μπορούσαμε να κάνουμε πολύ πιο ωραία πράγματα».
Το Σαββατοκύριακό της περιλαμβάνει το απαραίτητο διάβασμα και βόλτες με τους γονείς ή τις φίλες της. Το Σάββατο έχει και δίωρο μάθημα γαλλικών οπότε η μελέτη γίνεται κυρίως την Κυριακή. Και φυσικά όλες τις ημέρες ανυπομονεί, για τι άλλο, για την επόμενη αργία!
«Το σχολείο είναι για να πας να δεις τους φίλους σου αλλά και να μάθεις και κάτι, να κάνεις νέους φίλους αλλά και να μάθεις να αντιμετωπίζεις καταστάσεις», καταλήγει συνοψίζοντας με τόσο απλό και λιτό τρόπο αυτά που αντιπροσωπεύει συνήθως για τους μαθητές το σχολείο: τη γνώση (είπαμε, αυτό θα το εκτιμήσουν αργότερα) αλλά και την κοινωνικοποίηση, τη γνωριμία με νέους ανθρώπους αλλά και την απόκτηση δεξιοτήτων.
Κάπως έτσι δεν θα θέλαμε όλοι να ήταν το σχολείο; Να πετυχαίνει τον ιδανικό συνδυασμό γνώσεων και κοινωνικής συναναστροφής, απόκτησης νέων εμπειριών και δεξιοτήτων. Να απαντά στα ερωτήματα των παιδιών με τρόπο που όχι μόνο να ικανοποιεί την- έμφυτη- δίψα τους για μάθηση, όχι μόνο να μην «σκοτώνει» την – έμφυτη- περιέργειά τους αλλά να τους γεννά ακόμα περισσότερα ερωτήματα για τον κόσμο, για τη ζωή.
Όπως είχε πει άλλωστε και ο Αϊνστάιν - που γνώρισε και την απόρριψη από το Πολυτεχνικό Ινστιτούτο της Ζυρίχης, πριν γίνει μια από τις κορυφαίες διάνοιες που σφράγισαν τον 20ο αιώνα και αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο, «να μαθαίνεις από το παρελθόν, να ζεις για το σήμερα, να ελπίζεις για το αύριο. Το σημαντικό είναι να μην πάψεις ποτέ να διερωτάσαι».
Περισσότερα χρήσιμα θέματα εδώ.