Ο Ρουβίκωνας είναι ένας μικρός ποταμός, κοντά στο Ρίμινι της Ιταλίας. Ήταν το όριο που χώριζε την Ιταλία από τη Γαλατία και μετά από αυτό, κανείς Ρωμαίος δεν επιτρεπόταν να έχει τον έλεγχο του στρατό του, ώστε να μη γίνεται απειλητικός για τη Ρωμαϊκή εξουσία. Όποιος το τολμούσε, ήταν εχθρός της Ρώμης και θα εκτελούνταν.
Ο νόμος αυτός ονομαζόταν «imperium» και προστάτευε τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία από στρατιωτικά πραξικοπήματα.
Ο Καίσαρας διέσχισε τον Ρουβίκωνα μαζί με τη 13η Λεγεώνα και μπήκε ένοπλος στη Ρώμη.
Στις 10 Ιανουαρίου του 49 π.Χ., ο Ιούλιος Καίσαρας διέσχισε τον ποταμό Ρουβίκωνα και κήρυξε πόλεμο εναντίον της Ρωμαϊκής Συγκλήτου και του πρώην συμμάχου του, Πομπήιου. Στη Ρώμη σύντομα διαπίστωσαν ότι «διέβη τον Ρουβίκωνα», δηλαδή επέλεξε τον πόλεμο.
Ήταν μια πράξη τόσο σημαντική, που η φράση έμεινε συμβολικά στην καθημερινή γλώσσα των ευρωπαϊκών λαών.
Τότε λέγεται πως ακούστηκε από το δεινό ρήτορα, πολεμιστή και πολιτικό, άλλη μία απ’ τις ιστορικές του ρήσεις: «Ο κύβος ερρίφθη»!
Ο μεγάλος στρατηγός ήξερε πολύ καλά, ότι μετά από αυτή την κίνηση, δεν υπήρχε γυρισμός.
Καίσαρας εναντίον Πομπήιου
Ο Καίσαρας και ο Πομπήιος ήταν παλιοί σύμμαχοί. Το 60 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Γνάιος Πομπήιος και ο Μάρκος Κράσσος δημιούργησαν μία ανεπίσημη Τριανδρία, για να επεκτείνουν τα συμφέροντά τους.
Εκμεταλλεύτηκαν την τεράστια περιουσία του Κράσσου, τις στρατιωτικές επιτυχίες του Πομπήιου στην Ανατολή και τη δημοφιλία του Καίσαρα, για να εξασφαλίσουν το ανώτατο αξίωμα στη Ρώμη.
Το 59 π.Χ. ο Πομπήιος και ο Καίσαρας εκλέχθηκαν Ύπατοι της Ρώμης. Επισφράγισαν τη συμμαχία τους, όταν ο Πομπήιος παντρεύτηκε την Ιουλία, την κόρη του Καίσαρα.
Ο Πομπήιος έμεινε στη Ρώμη, για να διευθύνει τις υποθέσεις της Συγκλήτου, ενώ ο Καίσαρας αναχώρησε για την εκστρατεία του στη Γαλατία.
Η εκστρατεία δεν είχε την επίσημη έγκριση της Συγκλήτου, αλλά ήταν τέτοια η ισχύς της τριανδρίας, που κανείς δεν τόλμησε να την εμποδίσει.
Το 54 π.Χ. πέθανε η Ιουλία και ένα χρόνο μετά, ο Μάρκος Κράσσος. Οι τελευταίοι συνδετικοί κρίκοι των δύο ανδρών, δηλαδή του Καίσαρα και του Πομπηίου, είχαν χαθεί. Οι απύθμενες φιλοδοξίες τους δεν άργησαν να τους οδηγήσουν στη σύγκρουση.
Ο Πομπήιος τάχθηκε με τους συντηρητικούς της Συγκλήτου, που ήθελαν πάση θυσία να σταματήσουν τον Καίσαρα, γιατί φοβόνταν ότι θα προσπαθούσε να γίνει δικτάτορας της Ρώμης.
Πράγματι, οι επιτυχίες του στρατηγού στη Γαλατία και ο επιδέξιος λαϊκισμός του, τον είχαν ανυψώσει τόσο στα μάτια του απλού λαού, που ένα τέτοιο σενάριο δεν ήταν απίθανο.
Το 52 π.Χ, τον διέταξαν να παραιτηθεί από το αξίωμά του, να διαλύσει τις λεγεώνες του και να επιστρέψει στη Ρώμη, όπου θα δεχόταν την τιμωρία που του άρμοζε.
Ο Καίσαρας δέχτηκε, μόνο αν έκανε κι ο Πομπήιος το ίδιο. Ασφαλώς και δεν έγιναν έτσι τα πράγματα.
Η προκλητική απάντηση του Καίσαρα ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Η Σύγκλητος τον ενημέρωσε, ότι είχε τις εξής επιλογές: ή θα διέλυε αμέσως τις λεγεώνες του, ή θα τον ανακήρυσσαν εχθρό της Ρώμης.
Ο Καίσαρας γνώριζε, ότι το να μπει άοπλος στη Ρώμη, ισοδυναμούσε με αυτοκτονία.
Γι’ αυτό αποφάσισε να συνεχίσει την πορεία του με τη 13η Λεγεώνα και να διασχίσει τον Ρουβίκωνα.
Με αυτή την ενέργεια, ξεκίνησε εμφύλιος πόλεμος μεταξύ του Καίσαρα και του Πομπήιου, ο οποίος έληξε με τη θριαμβευτική νίκη του Καίσαρα στη Μάχη των Φαρσάλων.
Το 48 π.Χ., ο Πομπήιος δολοφονήθηκε στην Αίγυπτο, από τους ανθρώπους που είχαν σταλεί για να τον υποδεχτούν.