Απόσπασμα από το βιβλίο του Διονύση Σ. Διαμαντόπουλου
«Ο δυσλ3κτικός μαθητής»
Εκδόσεις Φυλάτος 2014
«Ο δυσλ3κτικός μαθητής»
Εκδόσεις Φυλάτος 2014
Η εμπειρική παρατήρηση και η εκπαιδευτική πραγματικότητα μας αποκαλύπτουν πως πολλά από τα παιδιά με δυσλεξία εμφανίζουν ορισμένες ιδιαίτερες ικανότητες και
ταλέντα που, όχι μόνο περιμένουν να τα αναδείξουμε, αλλά και διαψεύδουν εκείνους, και κυρίως ορισμένους γονείς και εκπαιδευτικούς, που βιάζονται να τους χαρακτηρίσουν «κουτούς»,«τεμπέληδες», «αδιάφορους».
Είναι λοιπόν ανάγκη, στο πλαίσιο μιας αντικειμενικής προσέγγισης του προβλήματος να δούμε τους πιο διαδεδομένους απ’ αυτούς τους μύθους και να αναδείξουμε τις ικανότητες
που μπορεί να κρύβει μέσα του ένα δυσλεκτικό παιδί:
α) Καταρχήν η δυσλεξία δεν είναι ούτε πάθηση, ούτε ασθένεια με την κλασική έννοια του όρου.
Όλοι οι ερευνητές σήμερα συμφωνούν πως πρόκειται για μια νευρολογικής φύσεως δυσλειτουργία του εγκεφάλου ή ορθότερα για ένα διαφορετικό τρόπο επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των δύο εγκεφαλικών ημισφαιρίων. Ο τρόπος αυτής της επικοινωνίας και οι παράγοντες που τον διαφοροποιούν από τα μη δυσλεκτικά άτομα δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί. Ως εκ τούτου, η δυσλεξία δε θεραπεύεται με κανενός είδους ιατρική
παρέμβαση, παρά μόνο αντιμετωπίζεται ψυχολογικά και παιδαγωγικά ως προς τα πιθανά προβλήματα συμπεριφοράς και εκπαιδευτικά-διδακτικά ως προς τα σαφή και διαπιστωμένα λάθη στον γραπτό και προφορικό λόγο.
β) Τα δυσλεκτικά παιδιά δεν είναι ούτε λιγότερο, ούτε περισσότερο ευφυή από τα μη δυσλεκτικά. Όλες οι σχετικές έρευνες μας αποκαλύπτουν πως μεταξύ των δυσλεκτικών μπορεί κανείς να συναντήσει παιδιά με χαμηλό, μέσο ή και ανώτερο
νοητικό επίπεδο. Καταγράφονται όμως και περιπτώσεις δυσλεκτικών με πολύ υψηλή νοημοσύνη.
γ) Οι αδυναμίες των δυσλεκτικών μαθητών στην ορθογραφία συνιστούν ένα κοινό στοιχείο όλων αυτών των παιδιών.
Παρά τις επίμονες προσπάθειες και τη συστηματική εκπαίδευση οι αδυναμίες αυτές θα το συνοδεύουν σε όλη του τη ζωή.
δ) Το αρνητικό οικογενειακό περιβάλλον, υπό την έννοια της ψυχολογικής πίεσης, της έλλειψης κινήτρων για μάθηση και των πολιτισμικών αποστερήσεων, καθώς και η απουσία
εκπαίδευσης ή η κακή παροχή αυτής, δε δημιουργούν δυσλεξία.
Επιτείνουν όμως τα συμπτώματα μιας υπάρχουσας δυσλεξίας.
Φυσικά ισχύει και το αντίθετο. Δηλαδή, ένα θετικό οικογενειακό περιβάλλον και μια αποτελεσματική παροχή εκπαίδευσης μειώνουν σημαντικά τα συμπτώματα της δυσλεξίας.
ε) Πολλές επιστημονικές έρευνες συνδέουν τη δυσλεξία με την αριστεροχειρία. Η συσχέτιση αυτή αναφέρεται στην κυριαρχία του δεξιού ημισφαιρίου και στον προορισμό του για συγκεκριμένες νοητικές λειτουργίες. Αν και πολλοί από τους δυσλεκτικούς είναι αριστερόχειρες, αυτό δε σημαίνει ότι η αριστεροχειρία προκαλεί δυσλεξία, ούτε είναι βέβαιο ότι ένα αριστερόχειρο παιδί θα παρουσιάσει δυσλεξία.
στ) Ένα από τα χαρακτηριστικά λάθη των δυσλεκτικών μαθητών είναι οι αντιστροφές γραμμάτων και αριθμών, καθώς και η σύγχυση μεταξύ γραμμάτων που μοιάζουν οπτικά ή ακουστικά. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι όλα τα παιδιά που γράφουν «3» αντί για «ε» ή που συγχέουν το «χ» με το «γ» έχουν δυσλεξία. Τα προβλήματα προσανατολισμού των γραμμάτων και ακουστικής σύγχυσης είναι συχνά στο ξεκίνημα της σχολικής εκπαίδευσης και αυτό είναι γνωστό σε όλες τις δασκάλες της Πρώτης τάξης.
ζ) Τα γνωστικής φύσεως προβλήματα της δυσλεξίας εμφανίζονται με την έναρξη της φοίτησης του παιδιού στο σχολείο και κυρίως όταν το παιδί εισαχθεί στον μηχανισμό της πρώτης ανάγνωσης και γραφής. Αυτό όμως δε σημαίνει πως όσα παιδιά στη φάση αυτή παρουσιάζουν ανάλογες δυσκολίες είναι δυσλεκτικά. Πολύ συχνά μια καθυστερημένη ωρίμανση ή μια άλλη μαθησιακή δυσκολία μπορεί να δημιουργήσει αντίστοιχα με τη
δυσλεξία προβλήματα.
η) Διατυπώνεται από ορισμένους η άποψη ότι σε περίπτωση υποψίας για ύπαρξη δυσλεξίας, αυτό μπορεί να διαπιστωθεί απλά και γρήγορα με την υποβολή και μόνο του παιδιού σε κάποια εργαστηριακή εξέταση (π.χ. εγκεφαλογράφημα, εξέταση οφθαλμοκίνησης κ.λπ.). Στην πραγματικότητα η διάγνωση της δυσλεξίας είναι μια σύνθετη διαδικασία που απαιτεί τη συμμετοχή ειδικών από διάφορους επιστημονικούς κλάδους.
θ) Ο δυσλεκτικός, σε αντίθεση με τον μη δυσλεκτικό, δε σκέφτεται με βάση τα σύμβολα, αλλά με βάση τις εικόνες.
Στη θέα δηλαδή μιας γραμμένης λέξης στον πίνακα, δε σκέφτεται το περιεχόμενό της με βάση τα γράμματα, αλλά με την εικόνα που η λέξη αυτή αντιστοιχίζεται. Αυτό, αν και δημιουργεί προβλήματα στη διαδικασία της μάθησης που εκδηλώνονται με μια αργοπορία στις απαντήσεις, στην πραγματικότητα αποτελεί έναν τρόπο σύνθετης σκέψης σε ανώτερο επίπεδο και σε μια περίπτωση δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως εκδήλωση αδιαφορίας ή χαμηλής νοημοσύνης.
ι) Λόγω της σύνθετης σκέψης τους, πολλοί δυσλεκτικοί διακρίνονται για τη φαντασία και τη δημιουργικότητά τους. Παρουσιάζουν μια έφεση στις τέχνες, την υποκριτική, τη μουσική, τη διακόσμηση και την εφαρμοσμένη μηχανική. Ακόμα, διαθέτουν αυξημένη διαίσθηση, έχουν μια απαράμιλλη περιέργεια και συχνά βρίσκουν λύσεις εκεί που πολλοί άλλοι δυσκολεύονται.
ταλέντα που, όχι μόνο περιμένουν να τα αναδείξουμε, αλλά και διαψεύδουν εκείνους, και κυρίως ορισμένους γονείς και εκπαιδευτικούς, που βιάζονται να τους χαρακτηρίσουν «κουτούς»,«τεμπέληδες», «αδιάφορους».
Είναι λοιπόν ανάγκη, στο πλαίσιο μιας αντικειμενικής προσέγγισης του προβλήματος να δούμε τους πιο διαδεδομένους απ’ αυτούς τους μύθους και να αναδείξουμε τις ικανότητες
που μπορεί να κρύβει μέσα του ένα δυσλεκτικό παιδί:
α) Καταρχήν η δυσλεξία δεν είναι ούτε πάθηση, ούτε ασθένεια με την κλασική έννοια του όρου.
Όλοι οι ερευνητές σήμερα συμφωνούν πως πρόκειται για μια νευρολογικής φύσεως δυσλειτουργία του εγκεφάλου ή ορθότερα για ένα διαφορετικό τρόπο επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των δύο εγκεφαλικών ημισφαιρίων. Ο τρόπος αυτής της επικοινωνίας και οι παράγοντες που τον διαφοροποιούν από τα μη δυσλεκτικά άτομα δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί. Ως εκ τούτου, η δυσλεξία δε θεραπεύεται με κανενός είδους ιατρική
παρέμβαση, παρά μόνο αντιμετωπίζεται ψυχολογικά και παιδαγωγικά ως προς τα πιθανά προβλήματα συμπεριφοράς και εκπαιδευτικά-διδακτικά ως προς τα σαφή και διαπιστωμένα λάθη στον γραπτό και προφορικό λόγο.
β) Τα δυσλεκτικά παιδιά δεν είναι ούτε λιγότερο, ούτε περισσότερο ευφυή από τα μη δυσλεκτικά. Όλες οι σχετικές έρευνες μας αποκαλύπτουν πως μεταξύ των δυσλεκτικών μπορεί κανείς να συναντήσει παιδιά με χαμηλό, μέσο ή και ανώτερο
νοητικό επίπεδο. Καταγράφονται όμως και περιπτώσεις δυσλεκτικών με πολύ υψηλή νοημοσύνη.
γ) Οι αδυναμίες των δυσλεκτικών μαθητών στην ορθογραφία συνιστούν ένα κοινό στοιχείο όλων αυτών των παιδιών.
Παρά τις επίμονες προσπάθειες και τη συστηματική εκπαίδευση οι αδυναμίες αυτές θα το συνοδεύουν σε όλη του τη ζωή.
δ) Το αρνητικό οικογενειακό περιβάλλον, υπό την έννοια της ψυχολογικής πίεσης, της έλλειψης κινήτρων για μάθηση και των πολιτισμικών αποστερήσεων, καθώς και η απουσία
εκπαίδευσης ή η κακή παροχή αυτής, δε δημιουργούν δυσλεξία.
Επιτείνουν όμως τα συμπτώματα μιας υπάρχουσας δυσλεξίας.
Φυσικά ισχύει και το αντίθετο. Δηλαδή, ένα θετικό οικογενειακό περιβάλλον και μια αποτελεσματική παροχή εκπαίδευσης μειώνουν σημαντικά τα συμπτώματα της δυσλεξίας.
ε) Πολλές επιστημονικές έρευνες συνδέουν τη δυσλεξία με την αριστεροχειρία. Η συσχέτιση αυτή αναφέρεται στην κυριαρχία του δεξιού ημισφαιρίου και στον προορισμό του για συγκεκριμένες νοητικές λειτουργίες. Αν και πολλοί από τους δυσλεκτικούς είναι αριστερόχειρες, αυτό δε σημαίνει ότι η αριστεροχειρία προκαλεί δυσλεξία, ούτε είναι βέβαιο ότι ένα αριστερόχειρο παιδί θα παρουσιάσει δυσλεξία.
στ) Ένα από τα χαρακτηριστικά λάθη των δυσλεκτικών μαθητών είναι οι αντιστροφές γραμμάτων και αριθμών, καθώς και η σύγχυση μεταξύ γραμμάτων που μοιάζουν οπτικά ή ακουστικά. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι όλα τα παιδιά που γράφουν «3» αντί για «ε» ή που συγχέουν το «χ» με το «γ» έχουν δυσλεξία. Τα προβλήματα προσανατολισμού των γραμμάτων και ακουστικής σύγχυσης είναι συχνά στο ξεκίνημα της σχολικής εκπαίδευσης και αυτό είναι γνωστό σε όλες τις δασκάλες της Πρώτης τάξης.
ζ) Τα γνωστικής φύσεως προβλήματα της δυσλεξίας εμφανίζονται με την έναρξη της φοίτησης του παιδιού στο σχολείο και κυρίως όταν το παιδί εισαχθεί στον μηχανισμό της πρώτης ανάγνωσης και γραφής. Αυτό όμως δε σημαίνει πως όσα παιδιά στη φάση αυτή παρουσιάζουν ανάλογες δυσκολίες είναι δυσλεκτικά. Πολύ συχνά μια καθυστερημένη ωρίμανση ή μια άλλη μαθησιακή δυσκολία μπορεί να δημιουργήσει αντίστοιχα με τη
δυσλεξία προβλήματα.
η) Διατυπώνεται από ορισμένους η άποψη ότι σε περίπτωση υποψίας για ύπαρξη δυσλεξίας, αυτό μπορεί να διαπιστωθεί απλά και γρήγορα με την υποβολή και μόνο του παιδιού σε κάποια εργαστηριακή εξέταση (π.χ. εγκεφαλογράφημα, εξέταση οφθαλμοκίνησης κ.λπ.). Στην πραγματικότητα η διάγνωση της δυσλεξίας είναι μια σύνθετη διαδικασία που απαιτεί τη συμμετοχή ειδικών από διάφορους επιστημονικούς κλάδους.
θ) Ο δυσλεκτικός, σε αντίθεση με τον μη δυσλεκτικό, δε σκέφτεται με βάση τα σύμβολα, αλλά με βάση τις εικόνες.
Στη θέα δηλαδή μιας γραμμένης λέξης στον πίνακα, δε σκέφτεται το περιεχόμενό της με βάση τα γράμματα, αλλά με την εικόνα που η λέξη αυτή αντιστοιχίζεται. Αυτό, αν και δημιουργεί προβλήματα στη διαδικασία της μάθησης που εκδηλώνονται με μια αργοπορία στις απαντήσεις, στην πραγματικότητα αποτελεί έναν τρόπο σύνθετης σκέψης σε ανώτερο επίπεδο και σε μια περίπτωση δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως εκδήλωση αδιαφορίας ή χαμηλής νοημοσύνης.
ι) Λόγω της σύνθετης σκέψης τους, πολλοί δυσλεκτικοί διακρίνονται για τη φαντασία και τη δημιουργικότητά τους. Παρουσιάζουν μια έφεση στις τέχνες, την υποκριτική, τη μουσική, τη διακόσμηση και την εφαρμοσμένη μηχανική. Ακόμα, διαθέτουν αυξημένη διαίσθηση, έχουν μια απαράμιλλη περιέργεια και συχνά βρίσκουν λύσεις εκεί που πολλοί άλλοι δυσκολεύονται.
Περισσότερα θέματα για τη δυσλεξία εδώ.