Οι ανθρώπινες στιγμές και η ερωτική ζωή των πρωτεργατών της εθνικής παλιγγενεσίας θάφτηκαν κάτω από τις προτομές τους.
Εν έτει 1745, πολύ προτού εμφανιστούν στον Τύπο οι πρώτες στήλες σεξουαλικών νουθετήσεων, ο πατέρας του αμερικανικού έθνους Βενιαμίν Φραγκλίνος έγραψε ένα άρθρο με ολόδικές του «Συμβουλές για την επιλογή ερωμένης». Η παραίνεση προς τους απανταχού εργένηδες ήταν η εξής μία: Προτιμήστε τις μεγαλύτερες γυναίκες. «Μαζί τους δεν υπάρχει ο κίνδυνος της τεκνοποίησης», ενώ «εμφανίζονται ιδιαίτερα ευγνώμονες όταν ένας νεαρός άνδρας τούς δείξει ερωτικό ενδιαφέρον». Αυτές και άλλες «πικάντικες» λεπτομέρειες σχετικά με τη σεξουαλική φιλοσοφία και (και τις πρακτικές) των εθνοπατέρων των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής συγκέντρωσε εσχάτως ο αμερικανός ιστορικός Τόμας Α. Φόστερ στο βιβλίο του «Sex and the Founding Fathers: The American Quest for a Relatable Past»: oι φημολογούμενες ομοφυλοφιλικές σχέσεις του Τζορτζ Ουάσιγκτον, η δημόσια συγγνώμη που ζήτησε ο πρώτος αμερικανός υπουργός των Οικονομικών, Αλεξάντερ Χάμιλτον, για την εξωσυζυγική σχέση του (δύο αιώνες πριν από τον Μπιλ Κλίντον), ο έρωτας του Τόμας Τζέφερσον για τη μιγάδα σκλάβα του, Σάλι Χέμινγκς κ.ο.κ. Ο συγγραφέας έχει πλήρη γνώση του ειδικού ενδιαφέροντος του βιβλίου του, καθότι, όπως εξηγεί, «το σεξ πάντα διαδραμάτιζε έναν καθοριστικό, αν και υποτιμημένο, ρόλο στην προσπάθεια των Αμερικανών να έρθουν πιο κοντά στους πατέρες του έθνους. Είναι ο τρόπος να τους καταστήσουμε, αν όχι λιγότερο ηρωικούς, περισσότερο ανθρώπινους».
Κάτι αντίστοιχο με τους ημέτερους εθνοπατέρες φαντάζει σχεδόν σαν επιστημονική φαντασία. Χαοτικά τα κενά ακόμη και στη νεότερη ελληνική ιστοριογραφία. Το θέμα εξαιρετικά εύθραυστο, δύσκαμπτο και ακανθώδες. Οι ραγιάδες πάλευαν με νύχια και με δόντια να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό. Ως εκ τούτου, οι ερωτικές περιπτύξεις κάτω από φουστανέλες ή τζουμπέδες από σαμουρόγουνα σε βουνά, κάστρα και βάλτους, με τα οθωμανικά χαντζάρια να παραμονεύουν, δεν φαίνεται να απασχολούν κανέναν. Και βέβαια, δεν περιποιούν τιμή στον Αγώνα. Και όμως, υπάρχει μια εγχώρια έκπληξη. Πριν από λίγες μόλις ημέρες κυκλοφόρησε από τις πατραϊκές εκδόσεις Διαπολιτισμός το βιβλίο «Τα ερωτικά του '21». Συγγραφέας του ο εκπαιδευτικός Κυριάκος Σκιαθάς (ο οποίος, σημειωτέον, δηλώνει «φιλίστωρ» και ουχί «ιστορικός»), που αποτόλμησε ίσως μια παγκόσμια πρώτη: να περισυλλέξει σε έναν τόμο τις ερωτικές ιστορίες των πρωτεργατών της Ελληνικής Επανάστασης. Αναμεσά τους ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, η Μπουμπουλίνα, ο Πάνος Κολοκοτρώνης, ο λόρδος Βύρων, ο Ιωάννης Κωλέττης, η Μαντώ Μαυρογένους, ο Ανδρέας Λόντος, ο Κίτσος Τζαβέλας και ο Ρήγας Βελεστινλής.
Η ανθρώπινη πλευρά του 1821
«Εχω πλήρη επίγνωση ότι δεν ανακάλυψα την Αμερική» τονίζει ο συγγραφέας στο BΗmagazino. «Σκόρπια αυτά τα στοιχεία υπάρχουν παντού. Η μοναδικότητα του βιβλίου αυτού είναι η συγκέντρωση όλων εκείνων των πληροφοριών ενδεχομένως για πρώτη φορά. Τη βιβλιογραφία τη μάζευα πάνω από 20 χρόνια. Με κίνδυνο να γίνω κουραστικός, για κάθε ηγετική φυσιογνωμία του '21 παραθέτω πληθώρα πηγών». «Στόχος μου δεν είναι να σκανδαλίσω επ' ουδενί λόγω», συμπληρώνει ο κ. Σκιαθάς, «ούτε βέβαια να απομυθοποιήσω τους πρωτεργάτες της Ελληνικής Επανάστασης. Ηθελα, όμως, να δείξω ότι, εκτός από παλικάρια και τουρκοφάγοι, ήταν στην καθημερινότητά τους και άνθρωποι. Και όμως, επιμένουμε να τους παρουσιάζουμε ως ήρωες ακηλίδωτης ηθικής». Σημειωτέον ότι ήδη ετοιμάζεται και ο δεύτερος τόμος αυτής της «πατριωτικής» σεξουαλικής «Βίβλου» (προγραμματίζεται να κυκλοφορήσει την 25η Μαρτίου 2015), με τον Αθανάσιο Διάκο, τον Παπαφλέσσα (τον οποίο ο Παλαιών Πατρών Γερμανός θα αποκαλέσει στη Σύσκεψη της Βοστίτσας «εξωλέστατο καλόγερο»), τον Αναστάση Μαυρομιχάλη (γιο του Πετρόμπεη), τον πρωταγωνιστή στην πολιορκία του Μεσολογγίου Δημήτρη Μακρή κ.ά.
Σε αυτόν τον πρώτο τόμο, η ποικιλία των ερωτικών ανδραγαθημάτων που πλαισιώνουν τον αιματοβαμμένο Ξεσηκωμό του Γένους είναι μεγάλη. Η σεξουαλική ασυδοσία του καπετάν Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη του Μοριά, οι δύο γάμοι, το υποβόσκον «ειδύλλιο» με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και οι λάθρες συνευρέσεις (ακόμη και με νεαρούς γάλλους πλοιάρχους) της μεγάλης καπετάνισσας του '21 Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας για την οποία μιλάει όλη η Ευρώπη (μάλιστα, στα παριζιάνικα σαλόνια έχει γίνει ανάρπαστη η γυναικεία φορεσιά «La Bobeline»), ο γάμος της κόρης της Ελένης με τον Πάνο Κολοκοτρώνη, πρωτότοκο γιο του Γέρου του Μοριά (θα βουήξει όμως ολάκερη η Τριπολιτσά, όταν η Ελένη τα φτιάξει με τον Θεόδωρο Γρίβα), ο «μινίστρος του πολέμου» Ιωάννης Κωλέττης που θα κάνει «μορόζα» τη γυναίκα του Χρήστου Παλάσκα (τον ίδιο θα τον στείλει να σφαγιαστεί από τον Ανδρούτσο), αλλά και θα κορτάρει τη Μαρκησία Πουιζεράν, όταν ντυμένος με φουστανέλα και βελούδινο γιλέκο παρελαύνει, τα πρώτα χρόνια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, στα γαλλικά σαλόνια. Αλλά και ο ατυχής έρωτας της «ωραίας Μυκονίας» Μαντώς Μαυρογένους (η Ελληνίδα Ζαν ντ'Αρκ για τους Ευρωπαίους του αρχών του 19ου αιώνα) με τον καχεκτικό, κοντό και δύσμορφο «με φωνήν έρρινον και άχρουν» Δημήτρη Υψηλάντη (ίσως εκ των ελαχίστων «ροζ» ιστοριών του '21 που είναι οικείες και στους μη μυημένους). Οσο για τον Ανδρέα Λόντο που στις 23 Μαρτίου 1821 ύψωνε τη σημαία του Αγώνα, το 1840 ηράσθη σφόδρα την ιταλίδα πριμαντόνα Ρίτα Μπάσο (την πρώτη θηλυκή θεατρίνα που αντίκριζαν οι Αθηναίοι καθότι τους γυναικείους ρόλους τους υποδύονταν άνδρες). Ο γερο-Κολοκοτρώνης (σύμφωνα με τον Γεώργιο Τερτσέτη) θα περιγράψει ως εξής το «αδιάντροπον» του φορέματός της: «Eίδα πράγμα οπού δεν το είδα άλλη φορά, τόσων χρονών οπού είμαι, οι γυναίκες ως τώρα ήξευρα πώς εφούσκωναν απ' ομπρός, εις τας Αθήνας είδα ότι φουσκώνουν από πίσω».
Ειδική μνεία, βέβαια, και στον διαβόητο για τη «ζωώδη βωμολοχία» του Γεώργιο Καραϊσκάκη (όταν το 1822 ο Χουρσίτ πασάς του παραγγέλνει από τη Λάρισα να δηλώσει υποταγή, ο Αητός της Ρούμελης δεν θα μασήσει τα λόγια του: «Μου γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω· κι εγώ πασά μου ρώτησα τον πούτζο μου τον ίδιον, κι αυτός μου αποκρίθηκε να μη σε προσκυνήσω· κι αν έλθης κατ' επάνω μου ευθύς να πολεμήσω»). Ο «γιος της καλογριάς», παρότι πιστός οικογενειάρχης, κουβαλά πάντα μαζί του στις μάχες μια εκχριστιανισμένη Τουρκοπούλα ντυμένη ανδρικά. Τη λέγανε Μαριώ, αλλά τη φωνάζανε «Ζαφείρη» : «Ηταν στρογγυλοπρόσωπη, με μαύρα μάτια και μια κοτσίδα γύρω στο κόκκινο φέσι με τη γαλάζια φούντα» θα γράψει ο επιφανής λόγιος και ιστοριοδίφης Γιάννης Βλαχογιάννης σε άρθρο του στην «Εστία» το 1917: «Φορούσε άσπρες μπαμπακερές κάλτσες, άσπρο φλοκωτό σακκάκι, φουστανέλλα και στο σελλάχι δυο μπιστόλια και ένα γιαταγάνι και στο χέρι ένα ελαφρό ντουφέκι. Ο Καραϊσκάκης, αρρωστιάρης και μακριά από τους δικούς του, είχε ανάγκη από τη φροντίδα μιας γυναίκας». Μια φορά που η Καπετάνισσα ζήλεψε την παρουσία της Μαριώς στο πλάι του, ο Καραϊσκάκης αποπειράθηκε να την κατευνάσει ως εξής: «Εγνοια σου, μουρή, έχω και για σένα πούτσο. Μη μου χολιάζεις».
Ο σάρκινος ξεσηκωμός του γένους
Ελληνες ιστορικοί επιβεβαιώνουν σήμερα ότι το βιβλίο του κ. Σκιαθά είναι πιθανότατα το πρώτο του είδους (από έλληνα ή ξένο μελετητή), αν μη τι άλλο το πρώτο που τόλμησε να περιμαζέψει τα διάσπαρτα ίχνη των αυτολογοκριθέντων απομνημονευματογράφων και των λοιπών, κάθε άλλο παρά λαλίστατων περί του ερωτικού, πηγών του Αγώνα. Διότι η μέχρι τούδε ακαδημαϊκή ιστοριογραφία μοιάζει να προσπερνά - ή να παραγκωνίζει τεχνηέντως - την ανθρώπινη φύση των πρωτεργατών του '21, αποστραγγίζοντάς τους από οτιδήποτε σάρκινο. «Οχι γιατί είναι ταμπού» καταθέτει στο ΒΗmagazinο η Μαρία Ευθυμίου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. «Η ιστοριογραφία έχει τις μόδες της. Για 20-30 χρόνια όλοι ασχολούμασταν, π.χ., με την οικονομία. Μετά ήρθε η έννοια του φύλου, η έννοια του παιδιού. Τώρα είναι η απελευθέρωση των ομοφυλοφίλων και γενικά όλα εκείνα που φέρνουν μπροστά την έννοια της σεξουαλικότητας. Και βέβαια, κάθε κύμα ενδιαφέροντος κάτι συνεισέφερε. Και ένα βιβλίο με τα ερωτικά του '21 θα δώσει με τη σειρά του να καταλάβουμε λίγο βαθύτερα την εποχή, να πάρουμε μια γεύση από τις προτεραιότητες των ανθρώπων, αλλά και τις δευτεραιότητές τους. Θα μας βοηθήσει να αισθανθούμε ότι ακόμη και η Επανάσταση του '21 έγινε από εσένα και από μένα, δηλαδή από καθημερινούς ανθρώπους που βρέθηκαν σε μια επαναστατική κατάσταση και μπήκαν σε αυτήν, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο. Εμείς έχουμε την αντίστροφη ιδέα, ότι κάποιες ξεχωριστές προσωπικότητες, πέραν ημών, πρωτοστάτησαν στον Αγώνα».
«Μέχρι τώρα οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν ανθρώπινη φύση. Είναι σούπερ ήρωες, γυαλισμένα αγαλματάκια» καταθέτει στο BΗmagazino o καθηγητής Ιστορικής και Θεωρητικής Κοινωνιολογίας κ. Νίκος Θεοτοκάς (συγγραφέας ενός από τα πλέον εικονοκλαστικά βιβλία των τελευταίων ετών, «Ο βίος του στρατηγού Μακρυγιάννη», εκδ. Βιβλιόραμα, 2012). «Και ξαφνικά, με τέτοιου είδους πληροφορίες, αποκτούν την ανθρωπινότητά τους: διψάνε, πεινάνε, ερωτεύονται, λερώνονται... Είναι σαφές ότι υπάρχει απουσία λόγου ως προ τον ερωτισμό των ανθρώπων αυτών. Μόνο τον Δημήτριο Χρηστίδη θυμάμαι (σε ένα απομνημόνευμα που έσωσε ο Βλαχογιάννης στο Αθηναϊκό Αρχείο) να μιλάει ανοιχτά για "ερωτικές συνεντεύξεις", με έναν λόγο που σοκάρει ακόμη και τον σύγχρονο αναγνώστη. Αυτή η απουσία λόγου οφείλεται στο ότι στον δημόσιο χώρο ο ερωτισμός ήταν κάτι που εκείνη την εποχή δεν χωρούσε». Υπάρχουν βεβαίως λίαν εύγλωττα ίχνη. Ακόμη και ο πολύ συντηρητικός Μακρυγιάννης, «που καθετί που τον έφερνε στις κανονικότητες του βίου τον γέμιζε ενοχές», επιτρέπει στον εαυτό του να γράψει «Ηταν ωραία» για τη γυναίκα του Αθανάσιου Λιδωρίκη (η μόνη φράση στα «Απομνημονεύματα» που αναφέρεται στην όψη μιας γυναίκας).
«Δεν αρκεί να εντοπίσεις τα ίχνη, αλλά και να μπεις στον κώδικα του κόσμου εκείνης της εποχής» τονίζει ο κ. Θεοτοκάς. «Και δεν είναι μόνο ο κώδικας ηθικής. Είναι ο κώδικας διατύπωσης του πάθους, του έρωτα που πρέπει να ανασυσταθεί για να μπουν όλα αυτά σε μια τάξη. Ενας σύγχρονος άνθρωπος προσλαμβάνει το νόημα μιας ερωτικής σκηνής με τον κώδικα της εποχής μας. Οι παλιοί είχαν άλλους τρόπους, άλλες λέξεις, άλλα σήματα και σημάδια. Για παράδειγμα, στα κλέφτικα τραγούδια το ερωτικό στοιχείο είναι απομονωμένο, η όποια αναφορά έχει απόσταση από τη σωματικότητα των ανθρώπων. Δεν θα μιλήσεις για το στήθος της γυναίκας, αλλά για την κορμοστασιά της».
«Δεν αρκεί να εντοπίσεις τα ίχνη, αλλά και να μπεις στον κώδικα του κόσμου εκείνης της εποχής» τονίζει ο κ. Θεοτοκάς. «Και δεν είναι μόνο ο κώδικας ηθικής. Είναι ο κώδικας διατύπωσης του πάθους, του έρωτα που πρέπει να ανασυσταθεί για να μπουν όλα αυτά σε μια τάξη. Ενας σύγχρονος άνθρωπος προσλαμβάνει το νόημα μιας ερωτικής σκηνής με τον κώδικα της εποχής μας. Οι παλιοί είχαν άλλους τρόπους, άλλες λέξεις, άλλα σήματα και σημάδια. Για παράδειγμα, στα κλέφτικα τραγούδια το ερωτικό στοιχείο είναι απομονωμένο, η όποια αναφορά έχει απόσταση από τη σωματικότητα των ανθρώπων. Δεν θα μιλήσεις για το στήθος της γυναίκας, αλλά για την κορμοστασιά της».
Η σεξουαλική βία του πολέμου
Μέσα από τις προσωπικές ιστορίες αναδεικνύονται αναπόφευκτα και τα κοινωνικά ήθη της εποχής. Ηταν, π.χ., σύνηθες φαινόμενο ο καπετάνιος κλέφτης να αρπάζει την κόρη του κοτζαμπάση (ίσα ίσα για να ρεζιλέψει τον εχθρό του, διότι η κόρη θα επιστραφεί τελικώς «αμόλυντη» στο σπιτικό της) ενώ στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι γαμβροί (ακόμη και 14 χρόνων) συχνά λιγοθυμούν μέσα στις εκκλησίες μετά τα πρώτα αποκαλυπτήρια της (ακόμη και δεκάχρονης) νύφης. Και βέβαια η βία, αναπόσπαστο κομμάτι της κανονικότητας του πολέμου. Οπως όταν ο Αλήμπεης της Μονεμβασιάς αντίκρισε εν έτει 1791 μια Ελληνίδα, το κάλλος της οποίας «κατεφλόγισε την καρδίαν» του και εκείνη του αρνήθηκε. Οπως θα γράψει ο κληρικός Αμβρόσιος Φραντζής:
«...ούτως ιδών ο θηριωδέστατος Αλήμπεης το αμετάθετον αυτής ήθος, διέταξε τρεις εκ των υπηρετών, και έθεσαν τους μαστούς της νέας μεταξύ του σκεπάσματος εν τω μέσω ενός κιβωτίου (κασσέλας) και αναβάντες οι τρεις υπηρέται, επάτουν το σκέπασμα του κιβωτίου εις τρόπον ως εκόπησαν από την ορμήν οι μαστοί της Ελληνίδος, ήτις εν ακαρεί εξέψυξε».
«...ούτως ιδών ο θηριωδέστατος Αλήμπεης το αμετάθετον αυτής ήθος, διέταξε τρεις εκ των υπηρετών, και έθεσαν τους μαστούς της νέας μεταξύ του σκεπάσματος εν τω μέσω ενός κιβωτίου (κασσέλας) και αναβάντες οι τρεις υπηρέται, επάτουν το σκέπασμα του κιβωτίου εις τρόπον ως εκόπησαν από την ορμήν οι μαστοί της Ελληνίδος, ήτις εν ακαρεί εξέψυξε».
Οι ευρωπαίοι περιηγητές, κατά βάση εκπρόσωποι των ανώτερων τάξεων, άνθρωποι φιλελεύθεροι, αντισυμβατικοί και υπέρμαχοι των εν γένει ρήξεων θα εναποθέσουν τη δική τους διεισδυτική και ελεύθερη ματιά στην «εξωτική» Ελλάδα του 19ου αιώνα. Κάποιες φορές θα καταγράψουν βιασμούς και σεξουαλικές ωμότητες που οι επίσημες πηγές των εξεγερθέντων επιλέγουν να λησμονήσουν. Γράφοντας για την τύχη των αιχμαλώτων γυναικών του Ακροκορίνθου, ο εθελοντής ιταλός αξιωματικός Μπρενγκέρι δεν κρύβει τον αποτροπιασμό του: «Μια μέρα περνώντας από την αγορά, είδα πλήθος συγκεντρωμένο. Ζύγωσα και είδα μια νεαρή Τουρκάλα που οι έλληνες στρατιώτες, ύστερα από κάθε λογής προσβολές και ταπεινώσεις, την είχαν μαχαιρώσει πολλές φορές στο πρόσωπο και στα χέρια... Ηταν μια από τις φρικαλέες σκηνές που αντίκριζα καθημερινά» («Πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του '21» του Κυριάκου Σιμόπουλου, Πολιτιστικές Εκδόσεις, 2004).
Στις σπηλιές του πανσεξουαλισμού
Ξεχωριστό και μεστό το ερωτικό κεφάλαιο για τον Βύρωνα, ο οποίος ως γνωστόν θα διαβεί ασμένως ένα ένα όλα τα μονοπάτια «του ανθισμένου δρόμου της ηδονής». Στην Κεφαλλονιά θα ερωτευθεί παράφορα τον 15χρονο Λουκά Χαλανδριτσάνο, ένα εκπάγλου καλλονής Ελληνόπουλο, συνοδό και υπηρέτη του, που όμως δεν θα ενδώσει ποτέ στις σεξουαλικές ορέξεις του (γεγονός που θα τον οδηγήσει σε μια άκρως επικίνδυνη μεσαιωνική δίαιτα για την αντιμετώπιση της ομοφυλοφιλίας με σόδα και μπισκότα). Στο Μεσολόγγι, πάλι, όπου ο περιώνυμος φιλέλλην θα ζήσει τρεις μήνες και δεκατρείς ημέρες, εμπλέκεται σε ένα παρ' ολίγον καταστροφικό για τη θέση του στο πάνθεον των ηρώων του '21 σεξουαλικό σκάνδαλο, όταν «παρασύρει» (με την αρωγή του υπηρέτη του Τίτα) ένα μικρό φτωχό αγόρι: «Το έντυσαν κοριτσίστικα και ήταν έτοιμοι για όλα. Κάποιος ειδοποίησε τον αδελφό του αγοριού... Ο Μπάιρον μόλις που γλύτωσε, γιατί ο αδελφός του αγοριού απείλησε να τον σφάξει. Το περιστατικό έγινε γνωστό στη μικρή κοινωνία του Μεσολογγίου, αλλά ο Μαυροκορδάτος κατάφερε να ξεχαστεί. Μετ' από αυτό το συμβάν, ο λόρδος προχώρησε, όπως ιστορείται, στην ίδρυση πορνείου - του πρώτου ίσως στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας - για να καλύπτονται οι ανάγκες του ντόπιου και ξένου αντρικού πληθυσμού».
Αρκετές από αυτές τις πληροφορίες για τη δράση του πανσεξουαλικού Μπάιρον (που θα καταδυθεί πολλάκις σε «άβυσσο αισθησιασμού», ακόμη και με την ετεροθαλή αδελφή του, Αυγούστα Λη) παραδίδει στην Ιστορία ο βρετανός εκκεντρικός «συγγραφέας και πειρατής» Εντουαρντ Τρελόνι («Τζον» ή «Τρε» για τους φίλους). Τον Βύρωνα, όπως και τον άλλο κορυφαίο βρετανό ποιητή και επίσης ένθερμο φιλέλληνα Πέρσι Σέλεϊ, ο Τρελόνι θα τον γνωρίσει εν έτει 1822 στους κόλπους του περίφημου «Κύκλου της Πίζας» (κύκλος επιφανών Αγγλων, Ιρλανδών, Ιταλών και Ελλήνων στον οποίο εμβαπτίζεται και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος).
Ο Τρελόνι, από παλαιά διακεκριμένη οικογένεια της Κορνουάλης, θα ζήσει από κοντά την ερωτική αδηφαγία των κορυφαίων ρομαντικών ποιητών, τις καταχρήσεις τους (λάβδανο ο Σέλεϊ, κρασί ο Βύρωνας), την περιφρόνησή τους για τις κοινωνικές συμβάσεις και τον κοσμοπολίτικο τυχοδιωκτισμό τους. Στο βιβλίο «Με τον Βύρωνα και τον Ανδρούτσο» (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Θύραθεν) δεν διστάζει, π.χ., να μιλήσει εκτενώς για τον καταδικασμένο γάμο του «ακόλαστου» Μπάιρον με την «αγνή» Αναμπέλα Μίλμπανκ (η οποία ως λόγο του διαζυγίου προτάσσει την «αφύσικη σεξουαλική συμπεριφορά» του συμβίου της): «Για το πολυσυζητημένο θέμα του χωρισμού του ποιητή απ' τη γυναίκα του, όλες τις λεπτομέρειες τις έχει γράψει ο ίδιος, και σε πρόζα και σε ρίμα· αυτό που παρέλειψε, όμως, να πει ήταν ότι τις γυναίκες τις αντιμετώπιζε σα να ήταν πράγματα χωρίς ψυχή ή λογικό· μαζί τους ούτε έτρωγε, ούτε προσευχόταν, ούτε πήγαινε περίπατο, ούτε μιλούσε σοβαρά. Μέχρι έναν ορισμένο βαθμό συγγένειας οι γάμοι απαγορεύονται· το ίδιο θα έπρεπε να ισχύει και όταν δεν υπάρχει φυσική συγγένεια στα αισθήματα, στις συνήθειες, στα γούστα και στις προτιμήσεις. Είναι πολύ ευγενικό εκ μέρους των αγίων να δένονται με τους αμαρτωλούς, αλλά ενενήντα εννιά φορές στις εκατό το αποτέλεσμα είναι μια αποτυχία· στην περίπτωση του Βύρωνα, μάλιστα, παταγώδης».
O ίδιος ο Εντουαρντ Τρελόνι, μία από τις ελάσσονες μορφές των βρετανικών γραμμάτων και του ελληνικού Αγώνα, δεν θα αφήσει σε αμφότερα παρά ένα ελάχιστο ίχνος του, που όμως θα καταγοητεύσει μεταγενέστερα τους βρετανούς ιστορικούς (στη Γηραιά Αλβιώνα κυκλοφορούν τουλάχιστον τέσσερις βιογραφίες του). Οχι μόνο θα συνοδεύσει τον Βύρωνα στην Ελλάδα (φθάνουν στην Κεφαλλονιά πάνω στο ναυλωμένο μπρίκι «Ηρακλής») και θα σπεύσει να αγοράσει δεκαπενταμελές χαρέμι στην Αθήνα, αλλά θα πολεμήσει και θα καπνίσει τσιμπούκια στο πλευρό της κλεφτουριάς νυμφευόμενος τελικώς (το 1824) τη 13χρονη ετεροθαλή αδελφή του «αρχιστράτηγου της Ανατολικής Στερεάς» Οδυσσέα Ανδρούτσου, Τερζίτσα. Ο ατυχής και εντελώς παράταιρος αυτός γάμος (αφού, μεταξύ των πλείστων πολιτισμικών διαφορών, δεν υπάρχει και κανένας τρόπος λεκτικής επικοινωνίας μεταξύ του ζεύγους) θα λάβει χώρα παρουσία ορθόδοξου παπά στη «Μαύρη Τρούπα», το κρησφύγετο του Ανδρούτσου, στον Παρνασσό. O Τρελόνι θα το περιγράψει λεπτομερώς (καθότι εκεί μέσα θα γίνει αργότερα και η απόπειρα δολοφονίας του): «O Oδυσσέας είχε καταφέρει ν' ανέβει ως εκεί και να τη μετατρέψει σε οχυρό καταφύγιο για την οικογένεια και τα υπάρχοντά του όσο καιρό θα κρατούσε ο πόλεμος. Δεν μπορούσες να πλησιάσεις στη σπηλιά παρά μόνο με σκάλες μπηγμένες στον βράχο... Το εσωτερικό τούτου του λαμπρού άντρου, με τις παράπλευρες σπηλιές, τα κλίτη και τη θολωτή οροφή του, μου θύμιζε καθεδρικό ναό, ιδίως όταν τα τραχιά του τοιχώματα απαλύνονταν στο φως του δειλινού στο φεγγαρόφωτο». Στα 17 της χρόνια η Τερτζίτσα θα χωρίσει το βρετανοτραφές πρωτοπαλίκαρο του Ανδρούτσου (αφού προηγουμένως αποκτήσει μαζί του μία κόρη), μέγα σκάνδαλο για την εποχή. Το 1835 ο Τρελόνι επιστρέφει στην Αγγλία για να αφηγηθεί σε αριστοκρατικά σαλόνια τους παλικαρισμούς του στις σπηλιές και τους βάλτους, υποδυόμενος τον ρόλο του βυρωνικού ήρωα ως το τέλος.
Αντέχει, όμως, η Ελλάδα του Μνημονίου και του τρωθέντος ηθικού μια τέτοια απομυθοποίηση των αγωνιστών του 1821; Οι αντιδράσεις που προκάλεσαν οι πρόσφατες «εμπρηστικές» δηλώσεις του συγγραφέα Νίκου Δήμου (ανήμερα την 25η Μαρτίου) δείχνουν ότι οι ανοχές σε κάθε απόπειρα «αποκαθήλωσης» των τόσο φορτισμένων (με προσδοκίες κατοπινών καιρών) μορφών της Ελληνικής Επανάστασης είναι ισχνές. «Πιστεύω ότι αυτή η απομυθοποίηση, στον βαθμό βέβαια που τιμά την αλήθεια και δεν εξυπηρετεί άλλους στόχους, είναι πολύ χρήσιμη» υπογραμμίζει η καθηγήτρια του ΕΚΠΑ, κυρία Ευθυμίου. «Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια συζητούμε για το '21 σε πιο ήπιους τόνους, έχει περάσει πια ο χρόνος, η κοινωνία μας έχει γίνει λιγότερο συντηρητική σε διάφορα θέματα-ταμπού. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρξουν αντιδράσεις, που είναι λογικό και υγιές. Για κάποιους μπορεί να είναι ακόμη και συντριβή να νιώσουν ότι χάνουν τη βακτηρία τους στη ζωή, το στήριγμά τους. Οι κοινωνίες ζουν με σύμβολα και θεοποιήσεις. Εμείς, μια κοινωνία ανώριμη, το βιώνουμε ακόμη πιο έντονα». Ομως τα ψήγματα από τη ζωή των μεγάλων δεν πρέπει να τρομάζουν. Αλλωστε, σύμφωνα με τη γνωστή ρήση του Διονύσιου Σολωμού, «το Εθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές».
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 1 Ιουνίου 2014, tovima.gr
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 1 Ιουνίου 2014, tovima.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.