Ο υπαρξισμός σαν όρος, εισάγεται στη φιλοσοφική γραμματεία τον 20ο αιώνα από τον Γάλλο φιλόσοφο Gabriel Μarcel, έναν από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους του.
Ωστόσο, σαν φιλοσοφική στάση 1 διαμορφώθηκε πολύ νωρίτερα, κατά τον 19ο αιώνα, από τον Δανό φιλόσοφο Σαίρεν Κίρκεγκωρ κατά τον οποίο, η βάση της φιλοσοφίας δεν θα έπρεπε να είναι το γενικό και το αφηρημένο αλλά η προσωπικά προσδιορισμένη ύπαρξη του ατόμου.
Κατά τον Ζαν –Πωλ Σαρτρ, μεγάλο πρωταγωνιστή της σχολής του υπαρξισμού, η ύπαρξη προηγείται της ουσίας, ο άνθρωπος δηλαδή πρώτα υπάρχει και στη συνέχεια, μέσα από τη διαδικασία του γίγνεσθαι, καθίσταται ουσία.
Για τους εισηγητές της διδασκαλίας του υπαρξισμού εκείνο το οποίο προέχει είναι να στραφεί κανείς ευθέως στην ίδια του την ύπαρξη και να την κατανοήσει.Αυτό σημαίνει πως ο κάθε άνθρωπος όταν γεννιέται δεν είναι μία δεδομένη οντότητα αλλά μια ύπαρξη που σταδιακά, σε κάθε χρονική στιγμή εξελίσσεται και μεταβάλλεται σε κάτι άλλο.
Βεβαίως, οι υπαρξιστές παράλληλα με την παράμετρο της ύπαρξης προέβησαν και στην ανάλυση άλλων καταστάσεων όπως η αυθεντικότητα, η ελευθερία της βούλησης, η επιλογή και η προσωπική ευθύνη, το παράδοξο, η αγωνία κ. α. 2
Αυτή η δυνατότητα αυτοπροσδιορισμού του προϋποθέτει θέληση και θάρρος γιατί η κάθε επιλογή όχι απλά καθορίζει τον άνθρωπο αλλά ενέχει και την απώλεια όλων εκείνων που δεν επέλεξε. Ακόμη και το γεγονός της μη επιλογής είναι επίσης μία επιλογή, μια στάση μη αυθεντικότητας.Για τους υπαρξιστές, κάθε ανθρώπινη ύπαρξη είναι μια μοναδική κι ανεπανάληπτη οντότητα που ενέχει παράδοξα και αντιφάσεις. Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να επιλέξει τη στάση του απέναντι στις δυνατότητες και τους περιορισμούς της ζωής και αυτή η ελευθερία τού κάθε ατόμου να δημιουργήσει τον εαυτό του, συνδέεται με την ανάληψη της προσωπικής του ευθύνης.
Η ζωή δεν έχει εγγενές νόημα, καθένας καλείται με τα δικά του δεδομένα να νοηματοδοτήσει την ύπαρξή του. Η συνειδητοποίηση της θνητότητας είναι εκείνη που αποτελεί κινητήριο δύναμη και μοχλό αλλαγής, διευκολύνοντας την αυθεντική ύπαρξη κάθε ανθρώπου, το ξεδίπλωμα ολόκληρου του δυναμικού του, τη δημιουργικότητά του.
Βασικοί φιλόσοφοι του υπαρξισμού
Soren Kierkegaard (1813-1855) Δανός φιλόσοφος, κατέκρινε την έλλειψη πάθους και την υποταγή στη χριστιανωσύνη του 19ου αιώνα και υποστήριξε πως τα ανθρώπινα όντα οφείλουν να τείνουν προς τις δικές τους υποκειμενικές αλήθειες κάνοντας προσωπική υπέρβαση προς τον Θεό.
Friedrich Nietzsche (1844-1900) Γερμανός φιλόσοφος που εναντιώθηκε στη νοοτροπία της αγέλης και στη συμβατικότητα του Χριστιανισμού. Υποστηρικτής της φιλοσοφίας του Υπερανθρώπου.
Martin Buber (1878-1965) Eβραίος θεολόγος και φιλόσοφος. Αναφέρθηκε στη σχεσιακή φύση της ανθρώπινης ύπαρξης και διέκρινε το «Εγώ –Εσύ» και το «Εγώ –Αυτό» ως τρόπους σχέσεων.
Karl Jaspers (1883-1969) Γερμανός ψυχίατρος που στράφηκε στη φιλοσοφία και οι ιδέες του θεμελίωσαν σοβαρές εξελίξεις στην υπαρξιστική φιλοσοφία τον εικοστό αιώνα, όπως οι «οριακές καταστάσεις» που αντιμετωπίζουν τα ανθρώπινα όντα.
Paul Tillich (1886-1965) Γερμανός διαμαρτυρόμενος θεολόγος, κατέφυγε στην Αμερική στη δεκαετία του ’30 και διέκρινε την «υπαρξιακή» από τη «νευρωτική» αγωνία και ενοχή.
Gabriel Marcel ( 1889-1973) Γάλλος χριστιανός φιλόσοφος που τόνισε το μυστήριο και την απεραντωσύνη της ύπαρξης και εστίασε στην πίστη, στην ελπίδα και στο άνοιγμα προς τους άλλους.
Martin Heidegger (1889-1976) Γερμανός φιλόσοφος, ο δημιουργός του έργου « Είναι και ο χρόνος». Επικεντρώθηκε στην αγωνία, στην ενοχή, στο θάνατο και στη γλώσσα.
Jean-Paul Sartre (1905-1980) Γάλλος φιλόσοφος, θεατρικός συγγραφέας και μυθιστοριογράφος. Έδωσε έμφαση στην ελευθερία ως πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης , στην υπαρξιακή αγωνία ,την απουσία νοήματος και στη ναυτία που αυτή προκαλεί.
Maurice Merleau-Ponty (1907-1961) Γάλλος φιλόσοφος που εστίασε κυρίως στο ενσώματο της ύπαρξης.
Αlbert Camus (1913-1960) Γάλλος μυθιστοριογράφος και φιλόσοφος που έδωσε έμφαση στο παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης και στη δημιουργία νοήματος σε ένα κόσμο χωρίς νόημα.