Ο Πλάτων (427 π.Χ. – 347 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος από την Αθήνα, ο πιο γνωστός μαθητής του Σωκράτη και δάσκαλος του Αριστοτέλη. Το έργο του με τη μορφή φιλοσοφικών διαλόγων έχει σωθεί ολόκληρο (του αποδίδονται ακόμα και μερικά νόθα έργα)· άσκησε τεράστια επιρροή στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και γενικότερα στη δυτική φιλοσοφική παράδοση μέχρι και σήμερα. Κύριος οικοδόμος της φιλοσοφίας, οδηγητής είτε προάγγελος μεταγενεστέρων προβάσεών της, εμπνευστής άμεσα ή έμμεσα των σπουδαιότερων κοινωνικοπολιτικών οραματισμών. Ο Πλάτων, μεταξύ άλλων, έγραψε την Απολογία του Σωκράτους, η οποία θεωρείται ως μια σχετικά ακριβής καταγραφή της απολογίας του Σωκράτη στη δίκη που τον καταδίκασε σε θάνατο, το Συμπόσιο όπου μιλά για τη φύση του έρωτα, τον «Πρωταγόρα» όπου μεταξύ άλλων θεμελιώνεται θεωρητικά η αρχή της «πρόληψης» που δεν λαμβάνει την ποινή ως απολύτως «ανταποδοτική» 324b, τον Παρμενίδη και τον Θεαίτητο, όπου θεμελιώνει την αντικειμενικότητα του λόγου και της ιδέας, ενώ σε δύο μακρούς διαλόγους, την Πολιτεία και τους Νόμους περιέγραψε την ιδανική πολιτεία.
To σύνολο του έργου του, συχνά τον κατατάσσει μεταξύ των κορυφαίων παγκοσμίων προσωπικοτήτων όλων των εποχών με τη μεγαλύτερη επιρροή, μαζί με τον δάσκαλο του, Σωκράτη, και τον μαθητή του, Αριστοτέλη.
Βιογραφία
Ο μύθος για τη γέννηση του Πλάτωνα, αναφέρει ότι οι μέλισσες του Υμηττού κατέβηκαν κι έβαλαν στο στόμα του μέλι. Ο πατέρας του Αρίστων, ανήκε στο βασιλικό γένος του Κόδρου, η δε μητέρα του, Περικτιόνη, αδερφή του Χαρμίδη, ενός από τους Τριάκοντα τυράννους, και ανιψιά του Κριτία, επίσης μέλος των Τριάκοντα, με καταγωγή από το γένος του νομοθέτη Σόλωνα. Ως εκ τούτου ο Πλάτων ανήκε σε ένα από τα αριστοκρατικότερα γένη των Αθηνών. Αδέρφια του ήταν οι Αδείμαντος και Γλαύκων. Μετά το θάνατο του Αρίστωνα η Περικτιόνη παντρεύτηκε το θείο της, Πυρίλαμπη, ο οποίος συνδεόταν φιλικά με τον Περικλή.
Το πραγματικό όνομά του Πλάτωνα ήταν Αριστοκλής, όπως ήταν το όνομα του παππού του, από τον πατέρα του, αλλά κατά την παιδική του ηλικία επωνομάστηκε Πλάτων για το πλατύ του στέρνο και το πλατύ του μέτωπο. Αυτό το όνομα επικράτησε τόσο πολύ ώστε το αρχικό πραγματικό του λησμονήθηκε. Aνήκοντας σε ευγενή και εύπορη οικογένεια μορφώθηκε με πολλή επιμέλεια και είναι γνωστό, ότι κατά τη νεότητά του ασχολήθηκε πολύ με την ποίηση και είχε σκοπό μάλιστα να συνθέσει τραγωδίες για τους Διονυσιακούς αγώνες. Είναι επίσης γνωστό ότι είχε ζωηρό ενδιαφέρον για την πολιτική αφού στενοί συγγενείς του, όπως ο Κριτίας διανοούμενος που συνδέθηκε στενά με το σοφιστικό κίνημα και ο Χαρμίδης, δύο σημαντικοί παράγοντες της πολιτικής κίνησης κατά την εποχή εκείνη.
Σωκρατική επιρροή
Έζησε στην ακμή της αθηναϊκής πολιτείας, συναναστράφηκε τον Θουκυδίδη, τον Ξενοφώντα, τον Ευριπίδη, τον Αριστοφάνη, τον Φειδία κι είχε δασκάλους τους σοφότερους άντρες της εποχής του. Όλα αυτά του προετοίμασαν μια λαμπρή σταδιοδρομία στην πνευματική ζωή της χώρας μας. Από μικρός διδάχτηκε από τον Κρατύλο τις φιλοσοφικές απόψεις του Ηρακλείτου. Νέος ασχολήθηκε με την τραγική ποίηση, όμως όταν γνώρισε τον Σωκράτη και δεν ασχολήθηκε ξανά με την ποίηση, αν και το λογοτεχνικό του ταλέντο είναι φανερό στην ανάγνωση των διαλόγων του. Το 18ο έτος της ηλικίας του γνώρισε τον Σωκράτη, ο οποίος τότε ήταν 60 ετών και αμέσως αισθάνθηκε ζωηρότατο ενδιαφέρον για την διδασκαλία του. Σε λίγο είχε γοητευθεί τόσο πολύ από τους νέους ορίζοντες της Σωκρατικής φιλοσοφίας, ώστε εγκατέλειψε κάθε άλλη ασχολία και έγινε πιστός μαθητής και φίλος του φιλοσόφου για δέκα περίπου χρόνια, μέχρι το θάνατό του. Επηρεάστηκε από τον Σωκράτη, που είχε στραφεί στην πρακτική φιλοσοφία, δηλαδή στην φιλοσοφία σαν τρόπο ζωής, τόσο που στα συγγράμματά του δεν μπορούμε να διακρίνουμε τις απόψεις του δασκάλου από του μαθητή. Γνώρισε τις απόψεις των Ελεατών και Ιώνων φιλοσόφων και κυρίως του Παρμενίδη και του Αναξαγόρα.
Μετά τον θάνατο του Σωκράτη το 399 π.Χ., φαίνεται ότι φοβήθηκε μήπως υποστεί κι αυτός δίωξη, εφόσον μάλιστα ο μισητότατος Κριτίας των Τριάκοντα Τύραννων ήταν συγγενής του και κατέφυγε στα Μέγαρα, όπου φιλοξενήθηκε από τον συμμαθητή του Ευκλείδη. Δεν έμεινε όμως για μεγάλο διάστημα εκεί. Επανήλθε σύντομα στην Αθήνα και πιθανότατα στρατεύθηκε κατά τον Κορινθιακό πόλεμο (395 π.Χ.). Πάντως παρέμεινε στην Αθήνα μέχρι το 390 π.Χ. Κατά τα χρόνια αυτά έγραψε την «Απολογία του Σωκράτους», τον «Κρίτωνα» και κάποιους άλλους διαλόγους, για να υπερασπίσει τη μνήμη του μεγάλου δασκάλου του και να δείξει πόσο άδικη ήταν η εναντίον του κατηγορία και η επακόλουθη καταδίκη του.
Κατά το τέλος του 390 π.Χ. μιμούμενος τον πρόγονό του Σόλωνα, επιχείρησε ένα μεγάλο για την εποχή του ταξίδι, για να πλουτίσει τις γνώσεις του και να μορφωθεί περισσότερο. Θεωρείται πιθανότατο ότι επισκέφθηκε την Αίγυπτο, περίφημη τότε για τη σοφία των ιερέων της, και την Κυρήνη, όπου ζούσε τότε ο μαθηματικός Θεόδωρος. Είναι βέβαιο ότι μετέβη στις πόλεις της Κάτω Ιταλίας, όπου γνώρισε και συνδέθηκε φιλικά με τους Πυθαγόρειους φιλοσόφους, περίφημους τότε για την ηθική διδασκαλεία τους και την επίδοσή τους στα μαθηματικά. Κατόπιν συνέχισε το ταξίδι του στην Σικελία και διέμεινε για κάποιο χρόνο στα ανάκτορα του Τυράννου των Συρακουσών Διονυσίου του πρεσβύτερου, όπου γνώρισε τον βασιλικό γυναικάδελφο Δίωνα, με τον οποίον συνδέθηκε φιλικά. Η φιλία όμως αυτή προκάλεσε τις υποψίες του Διονυσίου για συνωμοσία, γι' αυτό έδιωξε τον Πλάτωνα από τη Σικελία. Λέγεται ότι ο κυβερνήτης του πλοίου που τον μετέφερε στην επιστροφή του στην Αθήνα, τον πούλησε ως δούλο με διαταγή του Διονυσίου, στην Αίγινα. Εκεί όμως τον αγόρασε ο γνωστός του από την Κυρήνη, Αννίκερης και αμέσως τον άφησε ελεύθερο να επιστρέψει στην Αθήνα.
Επανερχόμενος στην Αθήνα το έτος 388 π.Χ., ο Πλάτων αγόρασε κτήμα κοντά στο Γυμναστήριο, που βρίσκονταν στην τοποθεσία Ακαδημία (ή Ακαδήμεια) και ίδρυσε εκεί φιλοσοφική σχολή η οποία ονομάστηκε, λόγω της θέσης της, Ακαδημία. Εκεί ο Πλάτων ώριμος πλέον αφοσιώθηκε στη διδασκαλία των πολυπληθών μαθητών του και στη συγγραφή των περίφημων διαλόγων του, στους οποίους αναπτύσσει το αθάνατο φιλοσοφικό σύστημά του. Στην είσοδο της Ακαδημίας είχε γράψει την επιγραφή «Άγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω», δηλαδή: «Κανένας ας μη μπαίνει εδώ, που να μην ξέρει γεωμετρία» και μαθηματικά, που ήταν τότε ένας κλάδος της φιλοσοφίας. Μαθητές του ήταν ο Αριστοτέλης, που διαφώνησε μαζί του και ακολούθησε άλλη φιλοσοφική πορεία, ο Χαβρίας, ο Φωκίωνας, ο Δημοσθένης, ο ανιψιός και διάδοχός του Σπεύσιππος, ο Ξενοκράτης, ο Φίλιππος από τον Οπούντα, και άλλοι σημαντικοί φιλόσοφοι της ελληνιστικής εποχής.
Κατά τα χρόνια 366 και 361 π.Χ. επιχείρησε ακόμη δύο ταξίδια στη Σικελία, όπου είχε πεθάνει ο Διονύσιος και τον είχε διαδεχτεί ο γιος του Διονύσιος ο νεότερος, ο οποίος είχε ως σύμβουλο του τον Δίωνα, επιστήθιο φίλο του Πλάτωνα, που διατηρούσε την ελπίδα ότι θα έπειθε τον νέο Διονύσιο να κυβερνήσει ως φιλόσοφος, όμως δεν το κατόρθωσε. Κατά το δεύτερο ταξίδι του μάλιστα κινδύνευσε να εκτελεστεί και σώθηκε με τη μεσολάβηση των Πυθαγόρειων φίλων του της Κάτω Ιταλίας, κυρίως του Αρχύτα, ενώ ο Δίωνας δολοφονήθηκε το 353 π.Χ. και ο Πλάτωνας έχασε τον άνθρωπο στον οποίο στήριξε τις ελπίδες του για την επιβολή των πολιτικών του ιδεών. Τα τρία ταξίδια του στη Σικελία είχαν σκοπό την πρακτική εφαρμογή της πολιτικής του θεωρίας, όπως την αναπτύσσει στο διάλογό του «Πολιτεία ή Περί Δικαίου». Έκτοτε παρέμεινε πλέον οριστικά στην Αθήνα, όπου ασχολήθηκε με τη διδασκαλία και με τη συγγραφή φιλοσοφικών έργων, ενώ στην Ακαδημία τον διαδέχθηκε ο ανιψιός του Σπεύσιππος.
Ιδεολογικό υπόβαθρο
Δημιούργησε δική του σχολή σκέψεως η οποία ονομάζεται Πλατωνισμός και το βασικό κέντρο της είναι μια ορθολογιστική ηθική. Οι αντιλήψεις του είναι αριστοκρατικές, ανάλογες με της καταγωγή και την ανατροφή του. Οι αντιδημοκρατικές του αντιλήψεις βέβαια, αποδίδονται στην εχθρική στάση της αθηναϊκής δημοκρατίας απέναντι στους φιλοσόφους, και ιδιαίτερα απέναντι στον Σωκράτη.
Κατά τον Πλάτωνα η ψυχή είναι αιώνια κι αθάνατη, και διακρίνει σ' αυτήν 3 μέρη
- Το λογιστικό,
με το οποίο επικοινωνεί με τον κόσμο των ιδεών,
- το θυμοειδές,
το οποίο την οδηγεί στα ευγενή πάθη και
- το επιθυμητικό,
που την οδηγεί στα αγενή πάθη.
Αναγνωρίζει τρεις αρετές: τη σοφία, την ανδρεία και τη σωφροσύνη, που καθεμία της αντιστοιχεί και σε ένα από τα τρία μέρη της ψυχής, ενώ παραλληλίζει τις αρετές με τις τρεις χορδές της λύρας, την υπάτη, τη μέση και τη νήτη. Με βάση αυτή τη διάκριση ο Πλάτωνας υποστήριξε ότι πρέπει να αντιστοιχεί η διαστρωμάτωση της ιδανικής πολιτείας σε τάξεις,
- στους Δημιουργούς, τους κοινούς πολίτες που καθοδηγούνται στις πράξεις τους από το επιθυμητικό τμήμα της ψυχής τους, όπως οι βιοτέχνες, οι γεωργοί και οι έμποροι.
Έργο τους είναι η παραγωγή και η διάθεση των υλικών αγαθών που χρειάζονται τα μέλη της πολιτείας για τη συντήρησή τους και ως εκ τούτου ασχολούνται κυρίως με χειρωνακτικές εργασίες.
- στους φύλακες-επίκουρους, των οποίων η συμπεριφορά κυριαρχείται από το θυμοειδές τμήμα της ψυχής τους.
Έργο τους είναι η διασφάλιση της τάξεως και της καλής λειτουργίας της πολιτείας, καθώς και την προστασία της από εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς.
- στους φύλακες-βασιλείς ή παντελείς, που ζουν σύμφωνα με τις αρχές και τις υποδείξεις του λογιστικού τμήματος της ψυχής τους.
Αποτελούν την ανώτερη, την άρχουσα τάξη κι είναι επιφορτισμένοι με τη διακυβέρνηση της πολιτείας. Επιλέγονται στα πενήντα τους με αυστηρή επιλογή από τη δεύτερη τάξη, με μοναδικό σκοπό την ευημερία και την εξυπηρέτηση του συνόλου. Καμία περιουσία, καμία τιμή και δόξα δεν θα πρέπει να απολαμβάνουν παρά μόνο τη μετά το θάνατο αναγνώριση από τους συμπολίτες τους κι είναι οι φιλόσοφοι και πνευματικοί αρχηγέτες της πόλεως.
Στις δύο ανώτερες τάξεις, τα αγαθά, οι γυναίκες και τα παιδιά είναι κοινά και τη μόρφωση των παιδιών την αναλαμβάνει η πολιτεία. Τα μορφωτικά αγαθά, που οδηγούν στην αληθινή φιλοσοφική γνώση, προορίζονται μόνο για τους άρχοντες, που πρέπει να γίνουν φιλόσοφοι για να διοικούν καλά. Τις ακραίες αριστοκρατικές απόψεις του τις αναθεώρησε αργότερα και στους «Νόμους», όπου περιγράφει μια άλλη μορφή πολιτείας, που είναι μείγμα μοναρχίας και δημοκρατίας. Πίστευε, απογοητευμένος από τις εφαρμογές των πολιτευμάτων της εποχής, ότι μοναδική λύση ήταν είτε να φιλοσοφήσουν οι πολιτικοί είτε να αναλάβουν την εξουσία οι φιλόσοφοι.
Στη θεωρία του για της ιδέες, χάρη στην οποία μπορεί να θεωρηθεί πατέρας του φιλοσοφικού ρεύματος που λέγεται ιδεαλισμός, όπου υποστηρίζει τη θεωρία της μετεμψυχώσεως, ότι η ψυχή δεν πεθαίνει μετά το θάνατο του ανθρώπου, αλλά πηγαίνει και ζει σε κάποιον άλλο οργανισμό. Σύμφωνα με τη θεωρία των ιδεών, η πραγματικότητα χωρίζεται σε αισθητή και νοητή. Στην πρώτη ανήκουν τα πράγματα και τα αντικείμενα που τα καταλαβαίνουμε με τις αισθήσεις μας και στη δεύτερη ανήκουν οι ιδέες, που γίνονται αντιληπτές μόνο με το νου μας. Οι ιδέες είναι τα «καθαρά όντα», τα «όντως όντα», δηλαδή αυτές που μόνο υπάρχουν πραγματικά, είναι άυλες, αιώνιες κι απόλυτες. Πηγή της γνώσης θεωρεί αυτές τις μεταφυσικές ιδέες. Τα αντικείμενα του αισθητού κόσμου που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας είναι ατελή αντίγραφα των ιδεών. Η ψυχή λοιπόν, βλέποντας τ' αντικείμενα του αισθητού κόσμου, τα κατανοεί επειδή θυμάται (θεωρία της ανάμνησης) τις ιδέες τους, που είχε γνωρίσει σε κάποια προηγούμενη ζωή της στον κόσμο των Ιδεών. Στην κορυφή του κόσμου των Ιδεών ανήκει η ιδέα του Αγαθού, που συμβολίζει και την έννοια της θεότητας. Η ιδέα του Αγαθού είναι η τελειότητα. Όλες οι άλλες ιδέες έχουν σαν πηγή τους την ιδέα του Αγαθού.
Περί των ατομικών
Αντίθετα από τον Αριστοτέλη, δεν αναφέρεται στο Δημόκριτο ή γενικά τους ατομικούς. Η ατομική θεωρία, εντούτοις, θα πρέπει να του ήταν καλά γνωστή, αφού σε ορισμένους διαλόγους, κυρίως στον Τίμαιο και τους Νόμους, αντικρούονται οι απόψεις τους. Σύμφωνα με μια πληροφορία θέλησε να κάψει όσα βιβλία του Δημόκριτου μπόρεσε να συγκεντρώσει, τον συγκράτησαν όμως την τελευταία στιγμή οι Πυθαγόρειοι, ο Αμύκλας και ο Κλεινίας με το επιχείρημα ότι τα βιβλία του Δημόκριτου υπήρχαν ήδη στα χέρια πολλών. Παρ' όλη τη μεγάλη διαφορά που χωρίζει το πλατωνικό σύστημα από το ατομικό, υπάρχουν σημεία στα οποία οι δύο θεωρίες παραδόξως συγκλίνουν, καθώς δανείστηκε από το Δημόκριτο την έννοια της ιδέας, η οποία αποτελεί το κέντρο του συστήματος σκέψεως του. Απλώς, απέκοψε την ταύτιση της μορφής με τα υλικά σώματα και την ανύψωσε σε έναν ξεχωριστό και αληθέστερο κατά τη γνώμη του κόσμο. Αλλά και η πλατωνική αντίληψη της μαθηματικής δομής των στοιχείων της φύσης, αποτελεί συνδυασμό της ατομικής θεωρίας και της πυθαγόρειας αριθμολογίας, η έννοια των ατμήτων επιπέδων φαίνεται να αντλεί την έμπνευσή της κατευθείαν από την ατομική έννοια των ατμήτων ελάχιστων μεγεθών.
Εργογραφία
Δημιούργησε και άφησε ένα τεράστιο και πολύτιμο οδηγό της σωκρατικής σκέψεως και ρητορικής, ενώ προσέφερε στην ανθρωπότητα περισσότερους από είκοσι διαλόγους σε θέματα πολιτικής, ηθικής και μεταφυσικής. Το έργο του με τη μορφή φιλοσοφικών διαλόγων έχει σωθεί ολόκληρο, ενώ του αποδίδονται ακόμα και μερικά νόθα έργα, άσκησε καταλυτική επιρροή στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία αλλά και στη δυτική φιλοσοφική παράδοση. Στον Πλάτωνα αποδίδονται περί τα τριάντα επιγράμματα της Παλατινής Ανθολογίας, πολλά από τα οποία είναι αμφισβητούμενα. Από το έργο του σώθηκαν 35 διάλογοι και 13 επιστολές και σήμερα, θεωρούνται γνήσια έργα του 26 διάλογοι, η «Απολογία Σωκράτους» και η «Εβδόμη επιστολή», που αποτελεί την πνευματική και πολιτική αυτοβιογραφία του Πλάτωνα. Σε όλους τους διαλόγους, εκτός των «Νόμων», την συζήτηση διευθύνει ο Σωκράτης, ενώ οι ονομασίες των περισσότερων διαλόγων προέρχονται από το όνομα του σπουδαιότερου συνομιλητή του Σωκράτη ή από το όνομα του αφηγητή της συνομιλίας, ενώ σε κανένα διάλογο δεν εμφανίζεται ο ίδιος ο Πλάτων. Έξι μόνο διάλογοι, το «Συμπόσιον», η «Πολιτεία», ο «Σοφιστής», ο «Πολιτικός», οι «Νόμοι» και η «Επινομίς» τιτλοφορούνται από το περιεχόμενό τους.
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι η καθαρή αττική διάλεκτος, με ποιητικές επιδράσεις. Οι φράσεις του άλλοτε είναι σύντομες και άλλοτε εκτεταμένες, ενώ μερικές φορές δεν αποφεύγει τις συντακτικές ανακολουθίες μιμούμενος το ύφος του προφορικού λόγου. Στους παλαιότερους διαλόγους διατηρεί την εικόνα του πραγματικού Σωκράτη, ενώ στους νεότερους, όπως εικάζουν οι φιλόλογοι, κάτω από το πρόσωπο του δάσκαλου κρύβεται ο ίδιος ο μαθητής. Οι μύθοι είναι διάσπαρτοι στους μεγάλους διαλόγους του Πλάτωνα και αποκαλύπτουν τέλεια τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποίησε το είδος αυτό της φιλοσοφικής διδαχής. Στους Πλατωνικούς διαλόγους εκτίθεται η ηθική και πολιτική διδασκαλία του Σωκράτη, αλλά αναπτύσσονται και πέραν αυτής οι θαυμάσιες φιλοσοφικές θεωρίες του ίδιου του Πλάτωνα, οι οποίες έχουν εξασφαλίσει σ’ αυτόν τον τίτλο του μέγιστου φιλόσοφου μέσα στους αιώνες. Εκτός από μέγιστος φιλόσοφος είναι και ανυπέρβλητος λογοτέχνης και πολύ μεγάλα μέρη των έργων του είναι οι πιο αξιοθαύμαστες σελίδες της παγκόσμιας λογοτεχνίας, λόγους για τους οποίους το όνομα του συχνά συνοδεύεται από το επίθετο «Θείος».
Χρονολόγηση του έργου του
Τα έργα που προϋποθέτουν το θάνατο του Σωκράτη έχουν γραφεί μετά το έτος 399 π.Χ., με πρώτο το έργο «Απολογία» και ύστερα ακολουθούν τα «Κρίτων» και «Ευθύφρων» για την ευσέβεια, ενώ ο «Φαίδων» είναι το τελευταίο έργο της σειράς, καθώς σ' αυτό έχουμε καθαρή τη θεωρία της ιδέας.
Όλοι οι διάλογοι που αναφέρονται στο διδακτικό έργο της Ακαδημίας, καθώς και όσοι μαρτυρούν σπουδές μαθηματικές και ιατρικές, έχουν γραφεί μετά το 387 π.Χ. και το άνοιγμα της Πλατωνικής Ακαδημίας. Πρώτο στης σειράς είναι ο «Γοργίας», προγραμματικό έργο του ανοίγματος της Ακαδημίας, όπως και ο Μένων, ενώ ο «Μενέξενος» πρέπει να τοποθετηθεί μετά το έτος 386 π.Χ., διότι, όπως φαίνεται από τον οικείο διάλογο, προϋποθέτει την «βασιλέως ειρήνη», την Ανταλκίδεια ειρήνη. Το «Συμπόσιον» τοποθετείται αμέσως μετά το έτος 385 π.Χ. από όλους εκείνους οι οποίοι σχετίζουν όσα λέγονται για το σκόρπισμα των Μαντινιέων σε χωριά, πράγμα που έγινε το 386 π.Χ., ενώ το έτος 369 π.Χ. είναι γραμμένος ο «Θεαίτητος», διότι ο μαθηματικός Θεαίτητος τραυματίστηκε το έτος αυτό στη μάχη των Αθηναίων με τους Θηβαίους που έγινε αυτό το χρόνο και ο διάλογος είναι μνημόσυνο στη μνήμη του.
Διάλογοι
- «Αλκιβιάδης Α΄ ή Περί Ανθρώπου Φύσεως, μαιευτικός»,
- «Αλκιβιάδης Β΄ ή Περί Προσευχής, μαιευτικός»,
- «Απολογία Σωκράτους, ηθικός», έργο που θεωρείται ως μια σχετικά ακριβής καταγραφή της απολογίας του Σωκράτη στη δίκη που τον καταδίκασε σε θάνατο.
Ο Σωκράτης εκθέτει τον τρόπο με τον οποίο προτίθεται να απολογηθεί, αποκρούει τις κατηγορίες που έχουν διατυπωθεί σε βάρος του για αθεΐα και διαφθορά και αναφέρεται στη ζωή και τη δράση του. Στη συνέχεια, κάνει τις αντιπροτάσεις του για την ποινή που πρέπει να του επιβληθεί και τέλος απευθύνεται προς τους δικαστές που τον καταδίκασαν σε θάνατο, αλλά και σε αυτούς που τον αθώωσαν.
- «Γοργίας ή Περί Ρητορικής, ανατρεπτικός»,
- «Επινομις ή Νυκτερινός Σύλλογος, πολιτικός»,
- «Επιστολαί, ηθικαί»,
- «Ερασταί ή Περί Φιλοσοφίας, ηθικός»,
- «Ευθύδημος ή Εριστικός, ανατρεπτικός»,
- «Ευθύφρων ή Περί του Οσίου»,
- «Θεάγης ή Περί Φιλοσοφίας, μαιευτικός»,
- «Θεαίτητος ή Περί Επιστήμης, πειραστικός»,
- «Ίππαρχος ή Φιλοκερδής, ηθικός»,
- «Ιππίας ελάσσων ή Περί του Ψεύδους, ανατρεπτικός»,
- «Ιππίας μείζων ή Περί του Καλού, ανατρεπτικός»,
- «Ίων ή Περί Ιλιάδος, πειραστικός»,
- «Κλειτοφών ή Προτρεπτικός, ηθικός»,
- «Κρατύλος ή Περί Ονομάτων Ορθότητος, λογικός»,
- «Κριτίας ή Ατλαντικός, ηθικός»,
- «Κρίτων ή Περί του Πρακτέου, ηθικός».
Ο Κρίτων που ήταν μαθητής του Σωκράτη, τον επισκέπτεται νύκτα στη φυλακή, για να τον πείσει να δραπετεύσει και να σωθεί. Ο φιλόσοφος αρνείται να παραβεί τους νόμους, διδάσκοντας με τη στάση του ότι κάθε πολίτης πρέπει να υπακούει στους νόμους της πατρίδας του, ακόμη και στην περίπτωση που αυτή τον αδικεί. Με τη στάση του αυτή ο Σωκράτης απέδειξε τη συνέπεια λόγων και έργων.
- «Λάχης ή Περί Ανδρείας, ηθικός,
- «Λύσις ή Περί Φιλίας, μαιευτικός»,
- «Μενέξενος ή Επιτάφιος, ηθικός»,
- «Μένων ή Περί Αρετής, πειραστικός»,
- «Μίνως ή Περί Νόμου, πολιτικός»,
- «Νόμοι ή Περί Νομοθεσίας, πολιτικός», στο οποίο όπως και στην «Πολιτεία», περιγράφει την ιδανική πολιτεία,
- «Παρμενίδης ή Περί Ιδεών, λογικός», στο οποίο, όπως και στο «Θεαίτητο», θεμελιώνει την αντικειμενικότητα του λόγου και της ιδέας,
- «Πολιτεία ή Περί Δικαίου, πολιτικός», στο οποίο όπως και στο έργο «Νόμοι ή Περί Νομοθεσίας, πολιτικός», περιγράφει την ιδανική πολιτεία.
Το έργο περιλαμβάνει την Αλληγορία του σπηλαίου, με την οποία εξηγεί τη Θεωρία των Ιδεών του, στην αρχή του έβδομου βιβλίου. Σύμφωνα με τον αλληγορικό μύθο οι άνθρωποι ζούμε σαν φυλακισμένοι μέσα στις παραισθήσεις και τις αυταπάτες μας και δεν μπορούμε να γνωρίσουμε την αλήθεια γιατί μας εμποδίζουν τα δεσμά των αισθήσεων αλλά και τα δεσμά των εξουσιαστών, που χειραγωγούν τις αισθήσεις μας ώστε να αντιλαμβανόμαστε μόνο την πραγματικότητα όπως την καθορίζουν εκείνοι. Ο μύθος διηγείται ότι σε ένα σπήλαιο, κάτω από τη γη, βρίσκονται άνθρωποι αλυσοδεμένοι με τρόπο, ώστε να μπορούν να δουν μόνο τον απέναντί τους τοίχο και πίσω τους υπάρχει αναμμένη φωτιά. Οτιδήποτε διαδραματίζεται πίσω από την πλάτη τους αναπαριστάνεται ως σκιά στον τοίχο. Οι άνθρωποι αυτοί τα μόνα πράγματα που έχουν δει είναι οι σκιές των πραγμάτων, γι' αυτό έχουν την εντύπωση πως ότι βλέπουν πάνω στον τοίχο είναι τα ίδια τα πράγματα. Μόλις κάποιος από τους αλυσοδεμένους ανθρώπους ελευθερωθεί και βγει από τη σπηλιά κι επιστρέψει στη γη και, θα δει τα πράγματα κάτω από το φως του ήλιου και θα καταλάβει την πλάνη στην οποία ζούσε μέσα στη σπηλιά. Έτσι θα αντιληφθεί ότι οι σύντροφοι του, που εξακολουθούν να βρίσκονται αλυσοδεμένοι στο σπήλαιο, εξακολουθούν να ζουν βυθισμένοι στις ψευδαισθήσεις.
- «Πολιτικός ή Περί της Βασιλείας, λογικός»,
- «Πρωταγόρας ή Σοφισταί, επιδεικτικός», στο οποίο μεταξύ άλλων θεμελιώνεται θεωρητικά η αρχή της «προλήψεως» που δεν λαμβάνει την ποινή ως απολύτως «ανταποδοτική».
Ο διάλογος γίνεται στην οικία του Καλλία, όπου φιλοξενούνται οι σοφιστές Πρωταγόρας, Ιππίας, Πρόδικος και προσέρχονται ο νεαρός Ιπποκράτης με το Σωκράτη. Αρχικά, η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το «διδακτόν» ή μη της αρετής. Ο Πρωταγόρας αποφαίνεται ότι η αρετή είναι δυνατό να διδαχθεί, ενώ ο Σωκράτης υποστηρίζει ότι όσοι επαγγέλλονται το διδάσκαλο της αρετής δεν είναι ικανοί γι’ αυτό. Στη συνέχεια, συζητείται η σχέση δικαιοσύνης, οσιότητας, σωφροσύνης, σοφίας και ανδρείας. Ο Πρωταγόρας υποστηρίζει ότι όλα αυτά διαφέρουν μεταξύ τους. Ο Σωκράτης, αντίθετα, υποστηρίζει ότι πρόκειται για όψεις της αυτής ενιαίας αρετής. Ο διάλογος τελειώνει με την εναλλαγή των θέσεων για το «διδακτόν» και την αποδοχή της άποψης ότι το θέμα της αρετής χρειάζεται πολλή έρευνα ακόμη.
- «Σοφιστής ή Περί του Όντος, λογικός»,
- «Συμπόσιον ή Περί Αγαθού, ηθικός», στο οποίο μιλά για τη φύση του έρωτα,
- «Τίμαιος ή Περί Φύσεως, φυσικός»,
- «Φαιδρος ή Περί Έρωτος, ηθικός»,
- «Φαίδων ή Περί Ψυχής, ηθικός»,
- «Φίληβος ή Περί Ηδονής, ηθικός»,
- «Χαρμίδης ή Περί Σωφροσύνης, πειραστικός».
Περισσότερες βιογραφίες εδώ.