Η «Μάγια η μέλισσα» προβλήθηκε στην δημόσια τηλεόραση στις αρχές της δεκαετίας του ’80 και αργότερα, μετά το 2000, σε ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Η σειρά κινουμένων σχεδίων βασίστηκε στο ομώνυμο βιβλίο του Γερμανού Waldemar Bonsels, που πρωτοεκδόθηκε το 1912.
Η ιστορία επικεντρώνεται στις περιπέτειες της Μάγιας, μιας περίεργης, παράτολμης και μαχητικής μέλισσας.
Η Μάγια γεννιέται σε μια κυψέλη, σε περίοδο εσωτερικών αναταραχών. Το σμήνος ετοιμάζεται να διαιρεθεί σε δύο αποικίες. Την αναθρέφει η δασκάλα της, η δεσποινίς Κασσάνδρα.
Παρά τις προειδοποιήσεις της, η Μάγια, θέλοντας να εξερευνήσει τον κόσμο, αποφασίζει να εγκαταλείψει την κυψέλη.
Στη διάρκεια των περιπετειών της, γίνεται φίλη με άλλα έντομα και μπλέκει συνεχώς σε μπελάδες.
Στα δύο τελευταία επεισόδια της σειράς, η Μάγια συλλαμβάνεται από τις σφήκες, τις ορκισμένες εχθρούς των μελισσών.
Όσο είναι αιχμάλωτη, μαθαίνει για το σχέδιό τους να επιτεθούν στην κυψέλη της και αντιμετωπίζει το εξής δίλημμα: να γυρίσει στο σπίτι της και να υποστεί τιμωρία, επειδή το είχε εγκαταλείψει, σώζοντας όμως την κυψέλη ή να μην αποκαλύψει των σχέδιο των σφηκών και να σώσει τον εαυτό της, χωρίς να αποτρέψει την καταστροφή της κυψέλης της;
Τελικά, μετά από σοβαρή σκέψη, αποφασίζει να επιστρέψει στη φωλιά της και να αποκαλύψει την επικείμενη επίθεση και οι άλλες μέλισσες την συγχωρούν.
Ενημερωμένες και καλά προετοιμασμένες, αντιμετωπίζουν θριαμβευτικά τις σφήκες και τις τρέπουν σε φυγή.
Η Μάγια είναι πια η ηρωίδα της κυψέλης, γίνεται δασκάλα και μοιράζεται τις περιπέτειες και τη σοφία της με τη νεότερη γενιά.
Για το βιβλίο του Bonsels έχουν γίνει πολλές αναλύσεις οι οποίες συγκλίνουν στο ότι το βιβλίο είναι μια πολιτική αλληγορία με έντονα ρατσιστικά, εθνικιστικά και μιλιταριστικά στοιχεία.
Στις περίπου 200 σελίδες του η Μάγια αντιπροσωπεύει τον ιδανικό πολίτη και η κυψέλη μια καλά οργανωμένη μιλιταριστική κοινωνία. Οι αναλυτές για να τεκμηριώσουν την άποψή τους, χρησιμοποιούν δύο παραδείγματα: όταν η ακρίδα δεν μπορεί να ξεχωρίσει τις μέλισσες από τις σφήκες, η Μάγια θυμώνει και αποκαλεί τις σφήκες «άχρηστη συμμορία ληστών που δεν έχει ούτε σπίτι ούτε πίστη». Στη δεύτερη περίπτωση η μύγα αποκαλεί τη Μάγια «ηλίθια». Η πρωταγωνίστρια την απειλεί με το κεντρί της «για να μάθει να σέβεται τις μέλισσες». Θέλησε δηλαδή να επιβάλλει τον σεβασμό μέσω της βίας.
Κατά τους αναλυτές, η φυγή της Μάγιας από την κυψέλη για να γνωρίσει τον κόσμο θεωρείται από τον συγγραφέα επιλήψιμη και η Μάγια συγχωρείται μόνο όταν επιστρέφει και προειδοποιεί την κυψέλη για την επικείμενη επίθεση από τις σφήκες.
Στις σελίδες του βιβλίου όπου περιγράφεται η επίθεση, η βούληση των μελισσών να υπερασπιστούν την κυψέλη και οι ηρωικοί θάνατοι των αξιωματικών τους δοξάζονται σε έντονο μιλιταριστικό τόνο. Στη διασκευή που έγινε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα έντονα μιλιταριστικά στοιχεία μετριάστηκαν και ο ρόλος των «κακών» εντόμων περιορίστηκε σημαντικά.
Στη σειρά, η Μάγια είναι μια τρισχαριτωμένη μελισσούλα, ευαίσθητη και καλόκαρδη και όλα τα παραπάνω έχουν εξαφανιστεί.
Οι χαρακτήρες
Βίλυ: Κολλητός φίλος της Μάγιας που την ακολουθεί παντού. Πρόκειται για ένα κηφήνα, που είναι μόνιμα κουρασμένος, τεμπέλης, πεινασμένος, διστακτικός, λιγάκι δειλός, αλλά καλόκαρδος. Ζηλεύει όταν η Μάγια στρέφει την προσοχή της σε άλλους, επειδή είναι ερωτευμένος μαζί της και πάντα υποχωρεί, όταν η φίλη του τον παρασύρει σε διάφορες περιπέτειες. Ο εφιάλτης και των δύο είναι η μυγοσκοτώστρα.
Φλιπ: Ακρίδα που φοράει ημίψηλο καπέλο και είναι καλός φίλος της Μάγια και του Βίλυ.
Κασσάνδρα: Είναι η δασκάλα της Μάγια κι επικεφαλής στην κυψέλη. Εμφανίζεται κυρίως στα πρώτα επεισόδια της σειράς.
Αλεξάντερ: Ένα πανέξυπνο ποντίκι που κάνει πολλή παρέα με τη Μάγια. Αυτό φυσικά κάνει τον Βίλυ να σκάει από τη ζήλια του.
Κερτ: το μαύρο σκαθάρι, που έχει καημό να εξευγενιστεί και να αποκτήσει τριανταφυλλί χρώμα.
Πακ-Φλαϊ: εκπαιδεύει τα άλλα έντομα σχετικά με τον ανθρώπινο τρόπο ζωής και συμπεριφοράς.
Θέκλα: η αράχνη που κατά καιρούς παραμονεύει τη Μάγια, θέλοντας να της κάνει κακό.
Η σειρά κινουμένων σχεδίων έφερε τεράστια επιτυχία στους παραγωγούς. Επί σχεδόν 30 χρόνια προβαλλόταν σε χώρες της Ευρώπης και της Ασίας και μεταγλωττίστηκε σε 42 γλώσσες. Το 2014 κυκλοφόρησε η ομώνυμη ταινία.
http://www.mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.