Στις 5 Νοεμβρίου του 1935, το διάσημο επιτραπέζιο Μονόπολη τοποθετήθηκε για πρώτη φορά στα ράφια των καταστημάτων. Έκτοτε δεν κατέβηκε ποτέ.
Για τη Μονόπολη δε χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Αν και έχουν περάσει σχεδόν 80 χρόνια από την κυκλοφορία της, σπάνια θα βρεθεί σπίτι που να μην έχει τουλάχιστον μία από τις αμέτρητες εκδόσεις της. Σκοπος του παιχνιδίου είναι να αποκτήσεις τεράστια ακίνητη περιουσία, η οποία θα δημιουργήσει και έσοδα απο τους αντίπαλους παίκτες.
Η Μονόπολη εξοικειώνει τους νεότερους σε ηλικία παίκτες σε έννοιες όπως πτώχευση, υποθήκη, χρέη, φυλακή. Στο επιτραπέζιο είναι προφανές ότι το σύστημα τιμωρεί τους φτωχούς και άτυχους, ενώ οι πλούσιοι έχουν τα πάντα. Φυσικά το παιχνίδι δεν κάνει διακρίσεις. Θα στείλει στη φυλακή έναν παίκτη ακόμη και αν είναι δέκα χρονών. Δικαίως, η Μονόπολη θεωρείται από αρκετούς όχι ένα αθώο παιχνίδι αλλά, σύμβολο του καπιταλισμού. Άλλωστε ακόμα και το όνομά της προέρχεται από τη λέξη μονοπώλιο, που είναι ένας σημαντικός όρος του καπιταλιστικού συστήματος.
«Το παιχνίδι του νοικοκύρη».
Τι κι αν η Μονόπολη έχει σαν σκοπό τη συσσώρευση πλούτου. Η αρχική ιδέα του παιχνιδιού, είχε τον ακριβώς αντίθετο στόχο. Να αποκαταστήσει την οικονομική αδικία. Ο πρώτος σχεδιασμός του παιχνιδιού απο την Αμερικανίδα Ελίζαμπεθ Μάγκι ονομαζόταν «το παιχνίδι του νοικοκύρη».
Επηρεασμένη από τις ιδέες του οικονομολόγου Χένρι Τζόρτζ, ο οποίος υποστήριζε ότι η γη είναι δημόσια και η φορολόγησή της θα έσωζε τον κόσμο από τους κερδοσκόπους, η Ελίζαμπεθ πίστευε ότι δημιούργησε ένα διδακτικό επιτραπέζιο παιχνίδι. Με αυτό ήθελε να δείξει και να καταγγείλει την άδικη συσσώρευση πλούτου. Όμως τελικά οι παίκτες απλά έδειξαν τη ροπή τους προς τον καπιταλισμό και την ιδιοκτησιακή μανία του συγχρονου κόσμου. Αν και το παιχνίδι της Λίζι διαδόθηκε και αγαπήθηκε από τον κύκλο της, η ίδια δεν κατάφερε να συνδέσει επίσημα το όνομά της με τη δημιουργία της μετέπειτα διάσημης Μονόπολη.
Το συζυγικό δαιμόνιο
Η εταιρία των αδελφών Πάρκερ, που έχει τα εμπορικά δικαιώματα, δηλώνει ως επίσημο δημιουργό του παιχνιδιού έναν άνεργο έμπορο από την Πελσυλβάνια, τον Τσαρλς Ντάροου. Ο Ντάροου αναπολώντας τα παιδικά του χρόνια στο Ατλάντικ Σίτι, άρχισε να σχεδιάζει έναν χάρτη με κτίρια της πατρίδας του στο τραπεζομάντηλο της κουζίνας του. Κάπως έτσι γεννήθηκε στο μυαλό του η ιδέα ενός παιχνιδιού, που θα είχε να κάνει με το real estate της εποχής σε συγκεκριμένες πόλεις. Παρά τον ενθουσιασμό των φίλων του Ντάροου για το παιχνίδι, η πρώτη του προσπάθεια να το πουλήσει στην εταιρία των αδελφών Πάρκερ, απέτυχε. Ο Ντάροου πιστεύοντας στο δημιούργημά του, συνέχισε να το εμπλουτίζει και να το βελτιώνει. Η τύχη του άλλαξε, όταν συμπτωματικά είδε τα σχέδια η συζύγος του προέδρου της εταιρίας, που ενθουσιάστηκε. Η εταιρία αγόρασε τα δικαιώματα του παιχνιδιού, κάνοντας τον «κύριο Μονόπολη», Τσάρλς Ντάροου, εκατομμυριούχο.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περισσότεροι από 500 εκατομμύρια παίκτες έχουν παίξει Μονόπολη, γεγονός που της δίνει μια θέση στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες, ενώ η τιμή της παρά το πέρασμα των χρόνων παραμένει ανταγωνιστική και αντίστοιχη αυτής των ολοκαίνουριων παιχνιδιών.