Ρεμπέτικο τραγούδι (ή γενικά στον πληθυντικό Ρεμπέτικα) ονομάζεται το ελληνικό αστικό λαϊκό τραγούδι που εμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και απέκτησε τη γνώριμη μορφή του, περίπου μέχρι την τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Εξελίχθηκε στα λιμάνια ελληνικών πόλεων όπου ζούσε η εργατική τάξη (τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη, τον Βόλο) και στη συνέχεια πέρασε και σε άλλα αστικά κέντρα. Την ίδια περίπου εποχή αναπτύχθηκε στα Ταμπάχανα Πάτρας μια διαφορετική μορφή αστικού λαϊκού τραγουδιού.
Ονομασία
Όπως μας πληροφορεί ο ερευνητής του ρεμπέτικου Πάνος Σαββόπουλος, η λέξη ρεμπέτικο είναι δυσετυμολόγητη (καταγράφει 15 ετυμολογικές εκδοχές), πάντως πρωτοεμφανίζεται ανάμεσα στα 1910 και 1913 σε ετικέτες δύο δίσκων γραμμοφώνου:
ο ένας εκδόθηκε μάλλον το 1912 στην Κωνσταντινούπολη από τη δισκογραφική εταιρεία ORFEON RECORD με αριθμό 10188.Στη μια του πλευρά υπάρχει το τραγούδι «Απονιά», αρχικά επιθεωρησιακό που σημείωσε επιτυχία στη Σμύρνη και έπειτα ηχογραφήθηκε. Στην ετικέτα του δίσκου και δίπλα στον τίτλο, μέσα σε παρένθεση, υπάρχει η ένδειξη ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ.
Ο άλλος δίσκος ηχογραφήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μάλλον το 1913 από τη γερμανική δισκογραφική εταιρεία FAVORITE RECORD. Στη μια πλευρά του δίσκου υπάρχει το γνωστό τραγούδι Τίκι τίκι τακ άγνωστου δημιουργού με ερμηνευτή τον Γιάγκο Ψαμαθιανό. Κάτω από τον τίτλο υπάρχει η ένδειξη ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ.
Οι ίδιοι οι ρεμπέτες αποκαλούσαν τα τραγούδια τους απλά «λαϊκά τραγούδια». Ο όρος «ρεμπέτικο» καθιερώθηκε στη δεκαετία του '60, κυρίως λόγω της δουλειάς του Ηλία Πετρόπουλου, για να συμπεριλάβει όλην την προγενέστερη λαϊκή μουσική, αλλά και άλλα είδη όπως τα σμυρναίικα, τα πολίτικα, τα μουρμούρικα και άλλα αδέσποτα τραγούδια, που δεν έχουν στενή μουσικολογική σχέση μεταξύ τους.
Κατά μία άποψη, η χρήση του όρου "ρεμπέτικο" ήταν πιο εύηχη από το "λαϊκό", διότι το λαϊκό παραπέμπει ευθέως στο λαό που γράφει ακούει και εκφράζεται με αυτή τη μουσική (δηλαδή στη συγκεκριμένη περίπτωση τον Ελληνικό Λαό). Οπότε βόλευε κάποιους ο όρος "ρεμπέτικο" που είναι πιο γενικός. Στην πραγματικότητα ρεμπέτικα και λαϊκά ήταν ακριβώς το ίδιο πράγμα.
Ιστορία
Ο Ηλίας Πετρόπουλος, ένας από τους μεγαλύτερους μελετητές του ρεμπέτικου, χωρίζει την ιστορία του ρεμπέτικου σε τρεις περιόδους:
1922-1932 - Η εποχή που κυριαρχούν τα στοιχεία από τη μουσική της Σμύρνης.
1932-1942 - Η κλασική περίοδος.
1942-1952 - Η εποχή της ευρείας διάδοσης και αποδοχής.
Προϊστορία
Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι το ελληνικό αστικό τραγούδι στη απαρχή του. Εξελίχθηκε μέσα από την ελληνική μουσική παράδοση, του δημοτικού τραγουδιού και των κλέφτικων από τους κατοίκους των ελληνικών πόλεων. Τα πρώτα ρεμπέτικα ακούσματα άρχισαν να σημειώνονται στην Αθήνα στις φυλακές του Μεντρεσέ το 1834 τα λεγόμενα "μουρμούρικα". Την ίδια εκείνη εποχή οι Βαυαροί προσπαθούσαν να εισάγουν στη τότε αθηναϊκή κοινωνία τις καντρίλιες και την πόλκα. Αντίθετα στη πλατεία του Ψυρρή τα μουρμούρικα, και τα σεβνταλήτικα άρχισαν να βρίσκουν ανάπτυξη. Στις αρχές του 1900 τα ρεμπέτικα αποτελούσαν το λαϊκό τραγούδι των φτωχών συνοικιών των κυριοτέρων πόλεων. Την ίδια εποχή εμφανίζονται στον Πειραιά ως πρωτορεμπέτικα τα λεγόμενα "γιαλάδικα", που πήραν τ΄ όνομά τους από τη συχνά επαναλαμβανόμενη λέξη "γιάλα -γιάλα" ή "αμάν γιάλα" ή "γιαλελέλι". Μετά το 1922 έγινε μίξη των τραγουδιών μ΄ εκείνα της Μικράς Ασίας και του Βοσπόρου, με έντονη την εμφάνιση του αμανετζίδικου λαϊκού τραγουδιού. Τότε εμφανίζονται και τα περισπούδαστα του είδους Καφέ Αμάν όπου το ρεμπέτικο τραγούδι άρχισε ν΄ αναπτύσσεται ευρύτατα μέχρι το 1936 όταν και απαγορεύτηκαν θεωρούμενα ως τουρκοειδή.
Σημειώνεται πως ένα χρόνο πριν το 1935, τα αμανετζίδικα είχαν απαγορευτεί στη Τουρκία θεωρούμενα ως κατάλοιπο ελληνικό μουσικό είδος.
Περίοδος της κυριαρχίας των σμυρναίικων στοιχείων
Το 1922 είναι η χρονιά της Μικρασιατικής καταστροφής την οποία ακολουθεί η αναγκαστική πλέον ανταλλαγή πληθυσμών, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης. Πολλοί μικρασιάτες εγκαθίστανται στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας φέρνοντας από εκεί τις μουσικές τους παραδόσεις.
Αυτή την περίοδο η θεματολογία του ρεμπέτικου περιλαμβάνει κυρίως ερωτικά (όπως σε όλες τις μουσικές) αλλά και μάγκικα τραγούδια (π.χ. τραγούδια της φυλακής, ναρκωτικά).
Κλασική περίοδος
Το 1932 κυκλοφορούν οι πρώτες ηχογραφήσεις τραγουδιών από τον Μάρκο Βαμβακάρη. Την επόμενη χρονιά, το 1933, καταγράφονται οι πρώτες ηχογραφήσεις με μπουζούκι στην Ελλάδα από τον Γιώργο Μπάτη σε δίσκο που δεν κυκλοφόρησε αμέσως και τον Μάρκο Βαμβακάρη με το «Να 'ρχόσουνα ρε μάγκα μου». Το 1934 δημιουργείται η πρώτη επίσημη ρεμπέτικη κομπανία με την ονομασία «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς» με τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Γιώργο Μπάτη, τον Στράτο Παγιουμτζή και τον Ανέστο Δελιά.
Το 1936 ξεκινάει η δικτατορία του Μεταξά και επιβάλλεται λογοκρισία. Αναγκαστικά η δισκογραφία προσαρμόζεται και οι αναφορές σε ναρκωτικά, τεκέδες κ.λ.π. εκλείπουν από τις ηχογραφήσεις. Πάντως, μέχρι το 1941 εμφανίζονται οι περισσότεροι από τους κλασικούς συνθέτες και τραγουδιστές του ρεμπέτικου τραγουδιού στη δισκογραφία, όπως ο Στράτος Παγιουμτζής, ο Μπαγιαντέρας, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Απόστολος Χατζηχρήστος, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Μανώλης Χιώτης, ο Στελλάκης Περπινιάδης, η Ρόζα Εσκενάζυ και πολλοί άλλοι.
Με τη κήρυξη του πολέμου το 1940 γράφτηκαν αρκετά ρεμπέτικα τραγούδια για τον πόλεμο, όπως χαρακτηριστικά τέτοια ήταν "Ο Μάρκος φαντάρος" (Μ. Βαμβακάρη), "Τους Κενταύρους δεν φοβάμαι", "Στης Πίνδου τα βουνά", "Γλυκό νά 'ναι το βόλι", (και τα τρία του Μπαγιαντέρα), "Τον πόλεμο μας κήρυξες" (του Καρίπη), "Θα πάρω το τουφέκι μου" (του Κηρομύτη), κ.ά. Με την γερμανική κατοχής το 1941, τα εργοστάσια των δισκογραφικών εταιρειών κλείνουν και οι ηχογραφήσεις σταματούν έως το 1946.
Εποχή της μαζικής αποδοχής
Κορυφαία προσωπικότητα του ρεμπέτικου αναδεικνύεται αυτή την περίοδο ο Βασίλης Τσιτσάνης. Μετά την απελευθέρωση το ρεμπέτικο αρχίζει να καταξιώνεται ως λαϊκή μουσική ευρείας αποδοχής και βγαίνει από το περιθώριο. Εμφανίζονται νέοι τραγουδιστές όπως η Σωτηρία Μπέλλου και ο Πρόδρομος Τσαουσάκης. Οι περισσότεροι μελετητές θεωρούν ότι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '50 το ρεμπέτικο, στη γνήσιά του μορφή, πεθαίνει και δίνει τη θέση του σε μια νεώτερη μορφή του ρεμπέτικου το λεγόμενο αρχοντορεμπέτικο το οποίο και άνοιξε το δρόμο της ευρύτερης πλέον αποδοχής του μουσικού είδους και του μεταγενέστερου λαϊκού τραγουδιού. Γνωστοί καλλιτέχνες του είδους είναι οι: Ζακ Ιακωβίδης, Κώστας Καπνίσης, Tάκης Mωράκης, Γιώργος Μουζάκης και άλλοι.
Στη δεκαετία του '60, αρχίζει η εποχή της 'πρώτης αναβίωσης' του ρεμπέτικου, όπου και επανηχογραφούνται παλαιότερες επιτυχίες και εκδίδονται μελέτες πάνω στο θέμα και ανθολογίες τραγουδιών, από συγγραφείς όπως ο Ηλίας Πετρόπουλος και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, βιογραφίες ρεμπετών, ενώ γίνονται και αρκετές νέες ηχογραφήσεις (την πρώτη "μελέτη" όμως έχει παρουσιάσει ο Μάνος Χατζιδάκις ήδη μετά την κατοχή). Όμως από το 1944 ο Νίκος Σκαλκώτας θα εισάγει τη ρεμπέτικη μουσική στην Ελληνική συμφωνική δημιουργία: πρόκειται για το κονσέρτο για δύο βιολιά όπου εντάσσει, στο δεύτερό του μέρος, το Θα πάω εκεί στην Αραπιά του Βασίλη Τσιτσάνη. Τον επόμενο χρόνο ο συνθέτης Γιάννης Α. Παπαϊωάννου θα χρησιμοποιήσει σε δικό του συμφωνικό έργο, τον ΄΄Βασίλη Αρβανίτη,΄΄ ένα ζεϊμπέκικο.
Το ρεμπέτικο στις Η.Π.Α.
Τα χρόνια που ακολούθησαν τη Μικρασιατική καταστροφή, αλλά και πριν από αυτήν, μεγάλος αριθμός Ελλήνων μετανάστευσε στις Η.Π.Α., μεταφέροντας εκεί την ελληνική μουσική παράδοση, αλλά και το ρεμπέτικο. Ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα ηχογραφούνται από αμερικάνικες εταιρείες σμυρναίικα και δημοτικά τραγούδια.
Το 1919 ιδρύονται οι πρώτες ελληνικές δισκογραφικές εταιρείες και από τα μέσα της δεκαετίας του '20 υπάρχουν ηχογραφήσεις τραγουδιών τα οποία μπορούν να θεωρηθούν ρεμπέτικα, πριν ακόμα αρχίσουν οι ηχογραφήσεις στην Ελλάδα. Μέχρι και το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο γράφονται και ηχογραφούνται αρκετά πολύ αξιόλογα κομμάτια, ενώ η συνεργασία ελλήνων με ξένους μουσικούς δίνει πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα.
Μουσικά όργανα και ορχήστρα
Τα βασικά όργανα του ρεμπέτικου τραγουδιού της κλασικής περιόδου είναι το μπουζούκι και η κιθάρα. Το μπουζούκι είναι το σολιστικό όργανο και παίζει την μελωδία, ενώ η κιθάρα αναλαμβάνει το ρυθμικό μέρος -με παίξιμο «μπασοκίθαρο» όπως λέγεται ο χαρακτηριστικός τρόπος παιξίματος της λαϊκής κιθάρας. Συχνά υπάρχουν δύο μπουζούκια που παίζουν διφωνίες (πρίμο-σεγόντο) ή και ψηλά-χαμηλά. Καμιά φορά συμμετέχει και ο μπαγλαμάς σαν σολιστικό συμπλήρωμα του μπουζουκιού, αν και τις περισσότερες φορές παίζει ρυθμό.
Ενίοτε χρησιμοποιούνται επίσης το ακορντεόν, το βιολί, το πιάνο, το κοντραμπάσο, και ως κρουστά τα κουτάλια, τα ζίλια. Στις παλαιότερες ηχογραφήσεις, πιο κοντά στη δημοτική ή στην ανατολική παράδοση, ακούγονται σαντουροβιόλια (σαντούρι και βιολί), κανονάκι και ούτι. Ορισμένες φορές ακούγεται κάτι σαν ήχος γυαλιού. Πρόκειται για τον ήχο που παράγεται από το χτύπημα ενός κομπολογιού σε ένα ποτήρι, γνωστό και ως ποτηροκομπολόγι. Στις παρέες και στις ταβέρνες συνήθιζαν να συνοδεύουν τους μουσικούς με αυτόν τον τρόπο, συνήθεια που πέρασε και σε κάποιες ηχογραφήσεις.
Θεματολογία
Η θεματολογία των ρεμπέτικων τραγουδιών κινείται σε χώρους συνηθισμένους σε κάθε είδος μουσικής, π.χ. έρωτας, αλλά και στο χώρο της μαγκιάς. Αρχικά κυριαρχούσε το ερωτικό στοιχείο και η θεματολογία ναρκωτικά - φυλακή - παρανομία. Σταδιακά και με την εξάπλωση του ρεμπέτικου σε ευρύτερες μάζες η τα μάγκικα τραγούδια πέρασαν στο περιθώριο, και αναδεικνύονται πολλά κοινωνικά θέματα χωρίς βέβαια να χάσει τη πρωτοκαθεδρία του ο έρωτας.
Έχουν γραφτεί ρεμπέτικα τραγούδια για θέματα όπως ο έρωτας, τα ναρκωτικά (χασίς, κοκαΐνη κ.α.) και οι τεκέδες, η φυλακή, για συγγενικά πρόσωπα (π.χ. η μητέρα), ο θάνατος, η ξενιτιά, σατιρικά, για τον στρατό και τον πόλεμο, για «μικρά» θέματα της καθημερινής ζωής, για εξωτικούς τόπους, για τη φτώχεια, για πρόσωπα, για την εργασία, την ασθένεια, την πορνεία, για τις μικρές λύπες και καημούς των ανθρώπων, και άλλα.
Ειδικότερα για τους ρεμπέτες χαρακτηριστικοί υπήρξαν οι "αισιόδοξοι" στίχοι δύο κλασικών ρεμπέτικων τραγουδιών:
Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά εμένα μ΄ αγαπούνε,
μόλις θα μ΄ αντικρύσουνε θυσία θα γενούνε. (στίχοι, σύνθεση Μ. Βαμβακάρη)
--------------------------------------------------------------------
Εβίβα ρεμπέτες εβίβα παιδιά, μες΄ τη ρεμπέτικη τούτη βραδιά.
Παίξε μπουζούκι μου κι όχι πολλά, λίγα χρόνια και καλά. (στίχοι σύνθεση Απ. Καλδάρα)
Συνθέτες - Στιχουργοί - Μουσικοί - Τραγουδιστές
Ο κατάλογος αυτός με τα προσωνύμια, δεν είναι πλήρης, αφού υπάρχουν κάποιοι ακόμα αξιόλογοι καλλιτέχνες του ρεμπέτικου
Α
Ανέστης Αθανασίου (ή "Γύφτος")
Ρίτα Αμπατζή
Σοφία Αμπατζή ή Καρύβαλη
Στράτος Ατταλίδης
Πέτρος Αναγνωστάκης
Β
Αργύρης Βαμβακάρης (ή "Κοιλιάς")
Μάρκος Βαμβακάρης ("Ρόκος" ή "Φράγκος")
Στέλιος Βαμβακάρης
Χαράλαμπος Βασιλειάδης (ή "Τσάντας")
Κώστας Βίρβος
Γ
Σωτήρης Γαβαλάς (ή "Μεμέτης")
Πάνος Γαβαλάς (ή Πίτουρας")
Μιχάλης Γενίτσαρης
Δημήτρης Γκόγκος (ή "Μπαγιαντέρας")
Μπάμπης Γκολές
Καίτη Γκρέι
Ιωάννα Γεωργακοπούλου
Βούλα Γκίκα
Δ
Ανέστης Δελιάς (ή "Αρτέμης")
Αντώνης Διαμαντίδης (ή "Νταλγκάς")
Γιάννης Δραγάτσης (ή "Ογδοντάκης")
Θεόδωρος Δερβενιώτης
Ε
Γιάννης Εϊτζιρίδης ή Ετσειρίδης ("Γιοβάν Τσαούς")
Ρόζα Εσκενάζυ (Σάρα Σκενάζι)
Τόλης Εσδράς (ή "Εβραίος")
Δημήτρης Ευσταθίου
Σπύρος Ευσταθίου (ή "Μπουμπούνας")
Αθανάσιος Ευγενικός (ή "Σαμιώτης")
Ζ
Γιώργος Ζαμπέτας
Σπύρος Ζαγοραίος
Ι
Γιάννης Ιωαννίδης (ρεμπέτης)
Ζακ Ιακωβίδης
Κ
Γεράσιμος Κλουβάτος
Γιώργος Κάβουρας
Στέλιος Καζαντζίδης (ή "Στελάρας")
Απόστολος Καλδάρας
Μαρίκα Καναροπούλου (ή "Τουρκαλίτσα")
Κώστας Καπλάνης (ή "Κεφαλάς")
Κώστας Καρυπόπουλος ("Καρίπης")
Μήτσος Καρυδάκης (ή "Καρυδάκιας")
Γιώργος Κατσαρός (ρεμπέτης)
Στέλιος Κερομύτης (ή "Μπούμπης")
Γιώργος Κωνσταντινίδης (ή Μακαρόνας")
Σούλα Καλφοπούλου
Ζαχαρίας Κασιμάτης
Νίκος Καρανικόλας
Σπύρος Καλφόπουλος
Βασίλης Καραπατάκης
Λ
Στέλιος Λαζάρου (ή "Θηβαίος")
Ελένη Λαμπίρη ("Έλσα Λάμπο")
Μαίρη Λίντα
Χαρούλα Λαμπράκη
Χάρης Λεμονόπουλος
Γιώτα Λύδια
Γιώργος Λαύκας
Μ
Στέλιος Μακρυδάκης (ή "Κουφός")
Γιώργος Μανησαλής
Μανώλης Μαργαρώνης (ή το "Μανωλάκι")
Μαρινέλλα (Κυριακή Παπαδοπούλου)
Γιώργος Μητσάκης (ή "Καραντουζένι")
Βαγγέλης Μουστακίδης (ή "Τυρόπιτας")
Μπάμπης Μπακάλης (ή "Κουβάς")
Δημήτρης Μπαρούσης (ή "Μπαρούς")
Σωτηρία Μπέλλου
Ιάκωβος Μοντανάρης (ή Γιακουμής)
Γιώργος Μουφλουζέλης
Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Τάκης Μπίνης
Βίκυ Μοσχολιού
Παναγιώτης Μιχαλόπουλος
Οδυσσέας Μοσχονάς
Ευαγγελία Μαργαρώνη
Μιχάλης Μενιδιάτης
Ν
Μαρίκα Νίνου
Απόστολος Νικολαΐδης (μουσικός)|Απόστολος Νικολαΐδης]]
Ευαγγελία Νικολαΐδου
Ζωή Νάχη
Λουκάς Νταράλας
Ρένα Ντάλια (Ελευθερία Παπακώστα)
Π
Στράτος Παγιουμτζής (ή "Τεμπέλης")
Πόλυ Πάνου (Πολυτίμη Κολοπάνου)
Βαγγέλης Παπάζογλου (ή Αγγούρης)
Γιάννης Παπαϊωάννου (ή "Πατσάς")
Σπύρος Περιστέρης
Στέλιος Περπινιάδης (ή "Στελλάκης")
Πάνος Πετσάς
Ηλίας Ποτοσίδης (ή "Πανωβλέπας")
Άκης Πάνου
Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ( ή "Γριά" )
Βαγγέλης Περπινιάδης
Δημήτρης Περδικόπουλος
Σεβαστή Παπαδοπούλου ( Σεβάς Χανούμ)
Θόδωρος Πολυκανδριώτης
Μαρίκα Παπαγκίκα
Ρ
Κώστας Ρούκουνας (ή "Σαμιωτάκι")
Αντώνης Ρεπάνης
Σ
Δημήτρης Σέμσης (ή "Σαλονικιός)
Κώστας Σκαρβέλης (ή "Παστουρμάς")
Γιάννης Σταματίου (ή "Σπόρος")
Γιάννης Σταμούλης (τραγουδιστής) (ή "Μπιρ Αλλάχ")
Νταίζη Σταυροπούλου
Δημήτρης Στεργίου (ή "Μπέμπης")
Βαγγέλης Σωφρονίου (ή "Βιβλιοδέτης")
Γιάννης Σαλασίδης
Γιάννης Σπαχάνης
Χρήστος Σύρπος ( ή "Χρηστάκης")
Ρένα Στάμου
Δήμητρα Σκαρβέλη
Τ
Σταύρος Τζουανάκος
Αγάπιος Τομπούλης (ή "Μπουλμπούλ")
Παναγιώτης Τούντας
Λευτέρης Τσαγγάρης (ή "Ψυχούλας")
Πρόδρομος Τσαουσάκης
Βασίλης Τσιτσάνης (ή "Βλάχος")
Γιώργος Τσουμπαριώτης (ή "Σμυρνιός")
Γιώργος Τσώρος ("Μπάτης" ή "Αμπάτης")
Γιάννης Τατασόπουλος
Ιορδάνης Τσομίδης
Υ
Φ
Κώστας Φλώρος (ή "Ψευτο-Νούρος")
Μαρίκα Φραντζεσκοπούλου (Μαρίκα η Πολίτισσα)
Χ
Γιάννης Χαλκιάς
Λίτσα Χαρμαντά
Τόλης Χαρμαντάς
Στέλλα Χασκήλ
Απόστολος Χατζηχρήστος (ή "Σμυρνιωτάκι")
Μανώλης Χιώτης
Άννα Χρυσάφη
Στέλιος Χρυσίνης
Μανώλης Χρυσοφάκης (ή "Φυστιξής")
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.