Ένα όνομα συνδεδεμένο με την αστρονομία. Πρόκειται για τον Νικόλαο Κοπέρνικο, τον πρώτο άνθρωπο που έβγαλε τη Γη από το κέντρο του σύμπαντος και στη θέση της τοποθέτησε τον Ήλιο!
Ο Νικόλαος Κοπέρνικος γεννήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου το 1473 στην πόλη Τόρν της Πολωνίας. Σε νεαρή ηλικία έχασε το στήριγμα του, τον πατέρα του. Αυτό, όμως, δεν τον σταμάτησε στο να εξελιχθεί, αλλά και να μελετήσει το μαγικό κόσμο του σύμπαντος.
Η ίδια του η μητέρα τον παρότρυνε να συνεχίσει τη μόρφωση του, με αποτέλεσμα να φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο της Κρακοβίας. Εκεί σπούδασε Ιατρική, Θεολογία, Μαθηματικά και Αστρονομία. Πέντε χρόνια μετά, ταξίδεψε στην Ιταλία για να σπουδάσει Εκκλησιαστικό Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια. Βέβαια, όπως αποδείχτηκε και στη συνέχεια, τον κέρδισε η Αστρονομία.
Τα πολύπλευρα ταλέντα του Νικόλαου Κοπέρνικου
Το 1497 ο Νικόλαος Κοπέρνικος διορίστηκε από το θείο του ως ιερέας στον Καθεδρικό Ναό του Φρόμπορκ στην Πολωνία. Την ίδια περίοδο, όμως, γνωρίζει τον αστρονόμο Ντομένικο Νοβάρα ντα Φερράρα και γίνεται μαθητής και βοηθός του.
Λίγους μήνες αργότερα, ο Κοπέρνικος πήγε στη Ρώμη, όπου παρατήρησε μία έκλειψη Σελήνης και έδωσε τις πρώτες του διαλέξεις πάνω σε μαθηματικά και αστρονομικά ζητήματα. Μελετώντας τους Αρχαίους Έλληνες, οι οποίοι υποστήριζαν ότι το σύμπαν περιστρέφεται γύρω από τον Ήλιο και όχι από τη Γη, άρχισε να έχει τις πρώτες του αμφιβολίες. Ποιες ήταν αυτές; Μα, φυσικά, ότι η Γη δεν είναι ακίνητη στο κέντρο του Σύμπαντος.
Έτσι, αναλύοντας τη θεωρία του Πτολεμαίου, υποστήριξε την ηλιοκεντρική θεωρία. Δηλαδή, ότι η Γη και τα άλλα σώματα του Ηλιακού Συστήματος περιστρέφονται γύρω από τον Ήλιο, σε αντίθεση με την τότε επίσημη γεωκεντρική θεωρία, που ήθελε τη Γη ακίνητη και ευρισκόμενη στο κέντρο του κόσμου.
Επιστρέφοντας στην Πολωνία, έγινε μέλος της κυβέρνησης της Βάρμιας. Παράλληλα, εξασκούσε και το επάγγελμα του γιατρού. Είχε για πελάτες τους πλουσιότερους ανθρώπους της πρωτεύουσας, όμως έχανε πολλές ώρες με το να εξετάζει δωρεάν τους φτωχούς, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να στραφεί στην Αστρονομία αποκλειστικά.
Η θεωρία του Κοπέρνικου ανοίγει το δρόμο προς την Αστρονομία
Το 1514 κυκλοφόρησε – μεταξύ των φίλων του – το Commentariolus («Μικρή Ερμηνευτική Πραγματεία»), εξασέλιδο χειρόγραφο κείμενο με τις ιδέες του για το Ηλιοκεντρικό Σύστημα, που πιθανώς γράφτηκε μεταξύ 1507 και 1514.
Επρόκειτο για αρκετά κατηγορηματικά συμπεράσματα. Ο Κοπέρνικος εργάστηκε πάνω στη θεωρία του και παρότι αφιέρωσε πολλές ώρες στην παρατήρηση του ουρανού, οι εξαιρετικές του ικανότητες ξεδιπλώθηκαν, όταν μελέτησε τις παρατηρήσεις των άλλων αστρονόμων.
Το μοντέλο του Κοπέρνικου είχε μία ακόμη πολύ σημαντική συνέπεια: Πιο συγκεκριμένα, συνεπαγόταν ότι τα άστρα βρίσκονταν πολύ πιο μακριά από τη Γη, απ’ ότι είχαν υποθέσει ο Αριστοτέλης και άλλοι προγενέστεροι στοχαστές.
Αρχικά, ο Αριστοτέλης πίστευε ότι ο χρόνος είναι άπειρος και ο χώρος σταθερός και καθορισμένος. Έπειτα, η Εκκλησία δίδασκε ότι ο χρόνος ήταν καθορισμένος, όπως και ο χώρος, με εξαίρεση τον Παράδεισο. Από την άλλη μεριά, ο Κοπέρνικος αποδεχόταν τις ιδέες της Εκκλησίας για το χρόνο και τη δημιουργία, αλλά σύμφωνα με τις μετρήσεις του η Γη βρισκόταν πολύ πιο κοντά στον Ήλιο, απ’ ότι ο Ήλιος στους άλλους αστέρες. Υπολόγισε, επίσης, κατά προσέγγιση τις αποστάσεις του Ήλιου από τους πλανήτες και της Σελήνης από τη Γη. Τελικά, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Σύμπαν ήταν πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι πίστευαν οι άνθρωποι και είχε δίκιο.
Το 1542 ολοκλήρωσε το σπουδαίο βιβλίο του «De revolutionibus orbium coelestium» (Περί της περιστροφής των ουρανίων σφαιρών). Ήταν, όμως, πλέον μεγάλος σε ηλικία και φοβούμενος την αντίδραση του κόσμου σε κάτι καινούργιο, εμπιστεύθηκε την εκτύπωσή του βιβλίου στο φίλο του, και επίσης ιερέα, Ρέτικους, ο οποίος γνώριζε τις ιδέες του.
Ο Ρέτικους ξεκίνησε τις διαδικασίες, αλλά στη συνέχεια χρειάστηκε να αναλάβει ένα πανεπιστημιακό πόστο στη Γερμανία, και έτσι εμπιστεύθηκε με τη σειρά του την εκτύπωση σε έναν άλλο ιερέα, τον Αντρέας Οσιάντερ.
Ο Οσιάντερ έβρισκε τις ιδέες του Κοπέρνικου επικίνδυνες, γι’ αυτό πρόσθεσε τη δική του εισαγωγή σε αυτό το σπουδαίο βιβλίο, το οποίο τελικά εκτυπώθηκε το 1543. Εκεί ανέφερε πως στην πραγματικότητα οι ιδέες του Κοπέρνικου δεν ήταν αληθείς, αλλά ήταν απλώς ένας τρόπος να επιλυθούν ορισμένες από τις δυσκολίες που οι αστρονόμοι συναντούσαν εδώ και καιρό κατά τη μελέτη του γεωκεντρικού μοντέλου του Σύμπαντος.
Ο Οσιάντερ έγραψε τον πρόλογο, αλλά ουσιαστικά παρουσίασε ως συγγραφέα του τον Κοπέρνικο. Εφόσον δεν έφερε την υπογραφή κανενός, οι αναγνώστες θα θεώρησαν φυσικά ότι είχε γραφτεί από το συγγραφέα. Τότε ο Κοπέρνικος πλησίαζε προς το θάνατό του, άρα δε μπορούσε να κάνει τίποτε για να διορθώσει την εσφαλμένη εντύπωση που ο συγκεκριμένος πρόλογος είχε δημιουργήσει.
Κατά συνέπεια, για σχεδόν εκατό χρόνια, οι αναγνώστες αυτού του υπέροχου βιβλίου υπέθεταν ότι ο Κοπέρνικος απλώς πειραματιζόταν με διάφορους τρόπους εξήγησης των παρατηρήσεών του, χωρίς πραγματικά να ισχυρίζεται ότι η γη περιφερόταν γύρω από τον Ήλιο. Εξαιτίας αυτού του προλόγου, οι περισσότεροι αγνόησαν το επαναστατικό μήνυμα του βιβλίου του Κοπέρνικου. Βέβαια από την άλλη, ο πρόλογος αυτός τον έσωσε από την αυστηρή Καθολική Εκκλησία.
Αν και η θεωρία ήταν ανατρεπτική, ο Κοπέρνικος δε διώχθηκε, επειδή φάνηκε να αποδέχεται πλήρως το ρόλο του Θεού και της εκκλησίας στη δημιουργία του κόσμου. Αντιθέτως, ο Γαλιλαίος παρουσίασε τη θεωρία του ως τη μοναδική αλήθεια και τιμωρήθηκε σκληρά από τον Πάπα, που τον υποχρέωσε σε κατ’ οίκον φυλάκιση μέχρι το θάνατό του.
«Περί της περιστροφής των Ουράνιων Σφαιρών»
Το έργο αυτό του Κοπέρνικου χωρίζεται σε έξι μέρη ή «βιβλία». Ο συγγραφέας του επιθυμούσε η δομή του να είναι σχεδόν όμοια με τη Μεγίστη, και γι’ αυτό άλλωστε έχει αποκληθεί «ο τελευταίος πτολεμαϊκός αστρονόμος».
Στο πρώτο μέρος εκτίθεται μια γενική περιγραφή του συστήματος του κόσμου, κέντρο του οποίου δεν είναι πια η Γη, αλλά ο Ήλιος.
Τα κύρια χαρακτηριστικά του συστήματος αυτού είναι τα εξής: η Γη περιστρέφεται γύρω από τον άξονά της και η κίνηση αυτή δημιουργεί την εντύπωση της καθημερινής περιστροφής του στερεώματος. Επίσης, η Γη περιφέρεται γύρω από κάποιο κέντρο, που βρίσκεται κοντά στον ακίνητο Ήλιο. Επομένως, η φαινομενική ετήσια κίνηση του Ήλιου δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της περιφοράς της Γης.
Τέλος, οι φαινόμενες ορθοδρομήσεις και αναδρομήσεις των πλανητών είναι το αποτέλεσμα που προκύπτει από τη δική τους περιφορά γύρω από τον Ήλιο σε συνδυασμό με την περιφορά της Γης. Η απόσταση κάθε πλανήτη από τον Ήλιο είναι διαφορετική, αλλά πολύ μικρή σε σχέση με την απόσταση που χωρίζει τη Γη από τους απλανείς αστέρες.
Το δεύτερο μέρος περιέχει έναν αστρικό κατάλογο, στον οποίο ο Κοπέρνικος είχε συμπεριλάβει παρατηρήσεις και μετρήσεις των αρχαίων, αλλά και νεότερων αστρονόμων. Τέλος, τα υπόλοιπα τέσσερα μέρη περιέχουν λεπτομερείς εκθέσεις γεωμετρικών και τριγωνομετρικών μεθόδων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πρόβλεψη των θέσεων των πλανητών, της Γης και της σελήνης.
Το έργο αυτό είναι μια εξαιρετικά λεπτομερής διατύπωση ενός νέου συστήματος του κόσμου, με την κατάλληλη γεωμετρική μορφή που του επέτρεψε να υποκαταστήσει την πτολεμαϊκή Μεγίστη.
Ο Κοπέρνικος δεν υπήρξε παρατηρητής αστρονόμος και δε μελέτησε συστηματικά τους ουρανούς, αντιθέτως είχε υπερβολική εμπιστοσύνη στις παρατηρήσεις που είχαν συλλέξει οι παλαιότεροι, και ιδιαίτερα ο Πτολεμαίος.
Κατάφερε, όμως, να διακρίνει ότι εφόσον η Γη κινείται γύρω από τον Ήλιο, μια σειρά κύκλοι του πτολεμαϊκού συστήματος ήταν περιττοί. Μετέτρεψε τους ρόλους της Γης και του Ήλιου και αντάλλαξε τη θέση ορισμένων κύκλων. Περιόρισε τον αριθμό των κύκλων από ογδόντα σε τριάντα τέσσερις. Ταυτόχρονα, κατάφερε να περιγράψει τις κινήσεις των πλανητών με ένα σύστημα ομαλής κυκλικής κίνησης, χωρίς τη χρήση διαφόρων τεχνασμάτων.
Οι αντιδράσεις
Μετά την πρώτη δεκαετία του 17ου αιώνα, αρκετοί αστρονόμοι και άλλοι μορφωμένοι άνθρωποι γνώριζαν πλέον για τη νέα θεωρία. Ανάμεσα στους πρώτους υποστηρικτές, κατά τον πρώτο βιογράφο του Κοπέρνικου, τον Πιέρ Γκασεντί, συγκαταλέγονταν οι: Ραιτικός, Ιωσήφ Σκάλιγκερ, Κομένιος, Τζιορντάνο Μπρούνο, Γιοχάνες Κέπλερ, Μαρέν Μερσέν και Ρενέ Ντεκάρτ (Καρτέσιος).
Βέβαια, υπήρξαν και οι αντιδράσεις της κοπερνίκειας θεωρίας και αυτοί που ξεχώριζαν ήταν οι: Φίλιππος Μελάγχθων, Μαρτίνος Λούθηρος, Ιωάννης Καλβίνος και Χριστόφορος Κλάβιος.
Το παράδοξο της ιστορίας ήταν ότι ο Τυχό Μπραχέ εμφανίζεται ως υποστηρικτής, παρά το ότι πίστευε πως η Γη ήταν ακίνητη.
Το έργο του Κοπέρνικου αποτέλεσε τη βάση για την εξέλιξη της σύγχρονης Αστρονομίας και άνοιξε το δρόμο για τους αστρονόμους της επόμενης γενιάς, όπως ο Κέπλερ και ο Γαλιλαίος, αλλά και την Επιστημονική Επανάσταση του 17ου αιώνα.
Άξιο αναφοράς αποτελεί το γεγονός πως το 1616 ο Καρδινάλιος Μπελαρμίνε έδωσε στον Γαλιλαίο, ο οποίος είχε ξεκάθαρα επηρεαστεί από το έργο του Κοπέρνικου, διαταγή από τον Πάπα να υιοθετήσει τη θέση ότι το ηλιοκεντρικό σύστημα ήταν καθαρά υποθετικό. Μετά από αυτό το βήμα, το De revolutionibus εντάχθηκε στον «Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων» (Index Librorum Prohibitorum) της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Οι τελευταίες στιγμές
Σύμφωνα με το θρύλο, ένας ιππότης έτρεξε πάνω σε γρήγορο άλογο και παρέδωσε το πρώτο τυπωμένο αντίτυπο του βιβλίου στα χέρια του Κοπέρνικου λίγες ώρες πριν πεθάνει, στις 24 Μαΐου 1543. Ο Κοπέρνικος τάφηκε στον Καθεδρικό Ναό του Φρόμπορκ, στην Πολωνία.
Στις 3 Νοεμβρίου του 2005 ερευνητές ανακάλυψαν το κρανίο του και στις 22 Μαΐου του 2010, πέντε ολόκληρους αιώνες μετά το θάνατό του, ο Κοπέρνικος κηδεύτηκε με τιμές ήρωα.