Ο Αλέξιος Γ΄ Μέγας Κομνηνός (5 Οκτωβρίου 1338 - 20 Μαρτίου 1390) ήταν αυτοκράτορας της Τραπεζούντας από το Δεκέμβριο του 1349 έως το θάνατό του. Είναι ίσως ο καλύτερα τεκμηριωμένος κυβερνήτης της αυτοκρατορίας και η βασιλεία του διακρίνεται για μία σειρά θρησκευτικών παραχωρήσεων και λογοτεχνικών δημιουργιών.
Ήταν δευτερότοκος γιος του αυτοκράτορα Βασιλείου Μέγα Κομνηνού και της ερωμένης του, που μετά νυμφεύθηκε, Ειρήνης, κόρης Tραπεζουντίου αριστοκράτη. Αρχικά ο Αλέξιος Γ' ονομάστηκε Ιωάννης και πήρε το όνομα Αλέξιος είτε στη μνήμη του μεγαλύτερου αδελφού του, ο οποίος είχε πεθάνει πρόωρα, είτε του πατρικού παππού του, αυτοκράτορα Αλέξιου Β' Μέγα Κομνηνού.
Η μακρόχρονη βασιλεία του ήταν περίοδος ακμής για την αυτοκρατορία του Πόντου και ο ίδιος θεωρείται ένας από τους πιο αξιόλογους ηγεμόνες της. Υπέγραφε τα χρυσόβουλά του ως Αλέξιος εν Χω τω Θω πιστός Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας (Κριμαίας) ο Μέγας Κομνηνός. Η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ιδιαίτερα μετά το 1364 ήταν ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα εμπορίου, επιστημών, γραμμάτων και τεχνών της ευρύτερης περιοχής.
Ο Αλέξιος Γ΄ (το βαπτιστικό του όνομα ήταν Ιωάννης) είχε σταλεί κατά τη νηπιακή του ηλικία μαζί με τη μητέρα του και τον αδελφό του Αλέξιο στην Κωνσταντινούπολη, από την πρώτη σύζυγο του πατέρα του και αυτοκράτειρα της Τραπεζούντας Ειρήνη Παλαιολογίνα. Στις 22 Δεκεμβρίου 1349, ύστερα από την παραίτηση του θείου του, Μιχαήλ Κομνηνού στις 13 Δεκεμβρίου 1349 κλήθηκε να αναλάβει το θρόνο της Αυτοκρατορίας. Στέφθηκε στις 21 Ιανουαρίου του 1350 στο ναό του πολιούχου της Τραπεζούντας, Aγίου Ευγενίου σε ηλικία 10-12 ετών και τότε άλλαξε και το όνομά του σε Αλέξιος. Οι πρώτες του ενέργειες ως αυτοκράτορας ήταν να εξορίσει τον προκάτοχό του Μιχαήλ στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια να ζητήσει σύζυγο από την βυζαντινή αυλή μια συγγενή του αυτοκράτορα. Ο Ιωάννης ΣΤ' Καντακουζηνός έστειλε τη μικρανιψιά του Θεοδώρα Καντακουζηνή, η οποία στις 20 Σεπτεμβρίου 1350 ή 1351 παντρεύτηκε το νεαρό ηγεμόνα.
Οι διαμάχες μεταξύ των μελών της αριστοκρατίας, που είχαν ενταθεί τις προηγούμενες δεκαετίες, συνεχίστηκαν. Ο Αλέξιος Γ' δεν είχε την δύναμη να επιβληθεί και επικύρωνε τις σχέσεις δυνάμεων που επικρατούσαν μεταξύ μεγάλων οικογενειών, διατάζοντας τη σύλληψη μελών διαφόρων οικογενειών. Η κατάσταση δεν ήταν δυνατό να συνεχιστεί σε αυτή την ένταση και τελικά αποφάσισε να αποτραβηχτεί στο κάστρο της Τρίπολης, απ' όπου προσπάθησε να επιβάλει την τάξη οργανώνοντας εκστρατείες και δημεύοντας περιουσίες. Ο Νικήτας Σχολάρις και ο γιος του, οι οποίοι είχαν βοηθήσει τον Αλέξιο Γ' να αντιμετωπίσει διάφορες αντίπαλες αριστοκρατικές οικογένειες, αποστάτησαν και κατέφυγαν στην Κερασούντα (1355). Εν συνεχεία ο Νικήτας Σχολάρις προσπάθησε να καταλάβει την Τραπεζούντα από την θάλασσα. Ο Αλέξιος Γ', όμως, κατέλαβε την Κερασούντα, που υπεράσπιζε ο γιος του Σχολάρι, ο οποίος διέφυγε στον Κεχρυνά, κοντά στον πατέρα του. Ο Αλέξιος Γ' τελικά κατέλαβε και αυτή την πόλη, αλλά οι Σχολάριοι διέφυγαν και πάλι. Τον Οκτώβριο του 1356 ο μέγας δομέστικο Μειζομάτης και ο Μιχαήλ Σαμψών συνέλαβαν, για λογαριασμό του αυτοκράτορα, τους αποστάτες και τους οπαδούς τους. Το ίδιο διάστημα ο προηγούμενος αυτοκράτορας, Μιχαήλ, προσπάθησε χωρίς επιτυχία να ανακαταλάβει τον θρόνο. Έτσι, η τάξη και η ειρήνη αποκαταστάθηκαν στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας.
Κατά τη διάρκεια της μακράς βασιλείας του, ο Αλέξιος Γ' επιδιόρθωσε όλες τις ζημιές που είχε υποστεί τα προηγούμενα χρόνια η Τραπεζούντα, έκανε δωρεές σε μοναστήρια, ειδικά στο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά. Επίσης ίδρυσε τη μονή Διονυσίου στο Άγιο Όρος με πρώτο ηγούμενο τον Διονύσο, αδελφό του μητροπολίτη Τραπεζούντος Θεοδοσίου. Το τυπικό της μονής αποτελεί δείγμα μοναδικής κομψότητας και τεχνοτροπίας.
Εξωτερική πολιτική
Οι Γενουάτες και οι Βενετοί, εκείνη την εποχή, έχοντας χάσει κάθε έλλειψη σεβασμού, μετέφεραν τον μεταξύ τους πόλεμο στην Τραπεζούντα. Ο βενετικός στόλος επιτέθηκε στον γενουατικό μέσα στο λιμάνι της πόλης. Η σύγκρουση αυτή ήταν καταστροφική για την οικονομία της Αυτοκρατορίας. Ο Αλέξιος για να ισορροπήσει τις σχέσεις τους, παραχώρησε με χρυσόβουλο προνόμια στους Βενετούς (1364).
Με τους Τουρκομάνους εφαρμόστηκε πολιτική επιγαμιών Τραπεζουντίων πριγκιπισσών με τους διάφορους εμίρηδες της περιοχής, πάντρεψε την αδελφή του Μαρία με κάποιον αρχηγό της φυλής των Ασπροπροβατάδων. Τελικά αυτή η προσέγγιση δεν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα και δεν έλειψαν οι μικροσυμπλοκές.
Ανανέωσε τη συμμαχία με τη γειτονική Γεωργία μέσω διαφόρων επιγαμιών και ιδιαίτερα με το γάμο του γιου του, Μανουήλ Γ' με την Γεωργιανή πριγκίπισσα Ευδοκία. Όταν ο Μογγόλος κατακτητής Ταμερλάνος κατέλαβε τη Γεωργία, ο Αλέξιος ήταν στη δύση της ζωής του. Ο Μανουήλ Γ', που τον διαδέχτηκε, έκλεισε ειρήνη μαζί του και έγινε φόρου υποτελής του.
Νομίσματα
Έκοψε αργυρά άσπρα, χάλκινα 13-16 χιλ. Στη μία όψη ο Αλέξιος Γ' έφιππος ή όρθιο με σκήπτρο και σφαίρα. Εξάφυλλο περίγραμμα. Επιγραφή ΑΛΕΞ. ΚΟΜ. Στην άλλη ο άγ. Ευγένιος με επιγραφή Ο Α. ΕVΓΕΝΙOS. Ή σταυρός με τα γράμματα Ο Ε Γ Ν στα τέσσερα περιθώρια.
Οικογένεια
Με την σύζυγό του Θεοδώρα Καντακουζηνή, ο Αλέξιος Γ΄ είχε έξι παιδιά, τους:
Μανουήλ Γ', αυτοκράτορα (1390-1416).
Ευδοκία, που παντρεύτηκε αρχικά κάποιον μουσουλμάνο και μετέπειτα τον Σέρβο πρίγκιπα Κωνσταντίνο Δραγάση, πεθερό του Μανουήλ Β' Παλαιολόγου.
Μαρία, που παντρεύτηκε κάποιον Τουρκομάνο φύλαρχο.
Άννα, που παντρεύτηκε τον Βαγράτ Ε΄ της Γεωργίας.
Κόρη που δεν διασώζεται το όνομά της και παντρεύτηκε τον Τούρκο εμίρη του Ερζιτζάν.
Με μία παλακίδα, της οποίας το όνομα δεν διασώζεται, είχε δύο γιους, τους:
Ανδρόνικο (1355-1376)
Ιωάννη.
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.