Γράφει ο Τάσος Χατζηαναστασίου
Το σοβαρότατο περιστατικό προπηλακισμού καθηγήτριας από μαθητή μέσα στην αίθουσα σε ΕΠΑΛ της Θεσσαλονίκης - το οποίο μάλιστα βιντεοσκοπήθηκε και «ανέβηκε» στα κοινωνικά δίχτυα – πέραν των άλλων ζητημάτων που αναδεικνύει, επιτάσσει την, χωρίς ολιγωρία, άμεση λήψη μέτρων προστασίας του κύρους, της επαγγελματικής αξιοπρέπειας, αλλά και της διασφάλισης της ακεραιότητας, ψυχικής και σωματικής των εκπαιδευτικών.
Αναμφισβήτητα, τόσο για το συγκεκριμένο όσο και για κάθε ανάλογο περιστατικό, τίθενται ζητήματα αξιών και προτύπων, κάτι που επιβάλει να συζητήσουμε επιτέλους σοβαρά για το πώς το σχολείο, η οικογένεια και η κοινωνία γενικότερα, θα καλλιεργούν τον σεβασμό και θα παρέχουν κοινωνική αγωγή. Δεν μπορούμε ωστόσο να περιμένουμε να δούμε εάν και πότε θα συμφωνήσουμε σ’ αυτό ώστε να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα και ύστερα να περιμένουμε πάλι μέχρι να αποδώσουν, γιατί μέχρι τότε κι άλλοι δάσκαλοι και καθηγητές θα έχουν προπηλακιστεί, δαρθεί και θα έχουν διαπομπευτεί στο διαδίκτυο. Εξάλλου, δεν είμαι και πολύ αισιόδοξος ότι θα μπορέσει να υπάρξει ομοφωνία ως προς το είδος της αγωγής που θεωρεί ο καθένας ότι πρέπει να παρέχεται. Όσο για πρότυπα και αξίες, άλλη πονεμένη ιστορία. Ας μην ανοίξουμε τώρα αυτή τη συζήτηση. Σε κάθε περίπτωση όμως, η τυπολογία αυτών των επιθέσεων έχει κάποια γενικά χαρακτηριστικά που επιτρέπουν να τα θεωρήσουμε φασιστικού χαρακτήρα με έντονο το σεξιστικό στοιχείο αφού στην πλειοψηφία των περιπτώσεων τα θύματα εκπαιδευτικοί είναι γυναίκες. Ως τέτοια λοιπόν πρέπει να αντιμετωπίζονται, ανεξάρτητα από το ότι είναι προφανέστατα εκφράσεις της γενικότερης κοινωνικής μας παθογένειας. Το χειρότερο που έχουμε να κάνουμε είναι να καλύψουμε αυτά τα περιστατικά απαλλάσσοντας τους δράστες επειδή είναι «παιδιά», που μπορεί να έχουν προβλήματα στο σπίτι, έχουν λάβει «κακή ανατροφή» ή έχουν γαλουχηθεί με την ιδέα ότι τους επιτρέπονται και τους ανήκουν τα πάντα και οι πάντες, κτλ κτλ, στο πλαίσιο της γενικότερης, καταστροφικής για την ομαλή ψυχική ανάπτυξη των παιδιών, κυρίαρχης τελικά, παιδοκεντρικής αντίληψης. Ακριβώς επειδή είναι παιδιά, θα πρέπει να τα βοηθήσουμε να ωριμάσουν θέτοντάς τους όρια και καθιστώντας τα υπεύθυνα. Δεν πάμε να λύσουμε το κοινωνικό πρόβλημα της Ελλάδας. Αυτό απαιτεί μια συνολικότερη κινητοποίηση και παρέμβαση που ξεπερνά τις δυνατότητές μας. Πάμε να δώσουμε ένα σαφές παιδαγωγικό στίγμα αλλά και να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας.
Όπως θεωρούμε προτεραιότητα του έργου μας στο σχολείο την ασφάλεια των παιδιών, ανάλογα θα πρέπει να μεριμνούμε και για τη δική μας. Ανεξάρτητα δηλαδή από τις διαφορετικές παιδαγωγικές, ιδεολογικές ή άλλες αντιλήψεις μας, στο ζήτημα της αξιοπρέπειας και της ασφάλειας του εκπαιδευτικού ως εργαζόμενου, οφείλουμε να είμαστε ως κλάδος μία γροθιά. Και γι’ αυτό θα πρέπει να απαιτήσουμε να ληφθούν άμεσα μέτρα.
Εισηγούμαι λοιπόν, ως εκπαιδευτικός με περισσότερα από 15 χρόνια υπηρεσίας ως καθηγητής Γενικής Παιδείας στην επαγγελματική εκπαίδευση, ως πατέρας τριών παιδιών, ως συνδικαλιστής και πρώην πρόεδρος ΕΛΜΕ, αλλά πάνω απ’ όλα, ως πολίτης μιας χώρας που θέλει τη νέα γενιά περήφανη και με αγωνιστικό δημοκρατικό ήθος και όχι περιθωριοποιημένη τσογλανοπαρέα «χωρίς μαγκιά και ήθος», να θεσπιστούν συγκεκριμένες και πολύ αυστηρές ποινές για τους δράστες ανάλογων περιστατικών. Ο προπηλακισμός, οι ύβρεις, οι κάθε είδους απειλές, η παράνομη βιντεοσκόπηση και ακόμη χειρότερα η χειροδικία σε βάρος εκπαιδευτικού, πέραν των άλλων παιδαγωγικών πειθαρχικών ποινών και μέτρων, θα πρέπει να επισύρει, ανάλογα με τη βαρύτητα του γεγονότος και ποινές αστικού, κυρίως, και κατά περίπτωση και ποινικού χαρακτήρα, ήτοι χρηματικές αποζημιώσεις τέτοιες που θα αποθαρρύνουν κάθε επίδοξο δράστη, γονιό ή μαθητή, από το να κάνει επίδειξη της κακώς εννοούμενης μαγκιάς του. Ένα γερό πρόστιμο μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά έως ότου αποδώσουν τα πιο ουσιαστικά (παιδαγωγικά, οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά, ψυχολογικά ή όποια άλλα) μέτρα κριθούν απαραίτητα που θα αντιμετωπίζουν ριζικά το φαινόμενο κάθε φασιστικής συμπεριφοράς και κυρίως της βίας. Αρκεί, βεβαίως, να συμφωνήσουμε πρώτα και γι’ αυτά ως οργανωμένη πολιτεία. Η επιβολή μιας αποβολής, ως αποκλειστικού πειθαρχικού μέτρου, μπορεί να θεωρηθεί έως και … τιμητική, ως «παράσημο», με βάση τον κώδικα αξιών μίας παραβατικής κουλτούρας. Αυτό θα πρέπει να το λαμβάνουν υπόψη τους οι Διευθυντές, κυρίως, που έχουν την κύρια ευθύνη για την εμπέδωση ενός κλίματος συνεργασίας, συναδελφικότητας, ηρεμίας και εύρυθμης λειτουργίας του σχολείου. Ο/η συνάδελφος που θα υφίσταται έργω ή λόγω εξύβριση θα καταγγέλλει το περιστατικό στον Διευθυντή, ο οποίος υποχρεωτικά θα συγκαλεί τον Σύλλογο Διδασκόντων στον οποίον θα καλούνται και οι εμπλεκόμενοι μαθητές να καταθέσουν την άποψή τους. Με ανάλογο τρόπο θα πρέπει να αντιμετωπίζονται και οι βανδαλισμοί, όπως και οι απειλές για άσκηση σωματικής βίας και φθοράς περιουσίας (τα κλασικά: «θα σου σπάσω το αυτοκίνητο», «ξέρω πού μένεις…»), όλα αυτά πρέπει να κοπούν μαχαίρι. Για κάθε φθορά που αποδεδειγμένα έχει διαπραχθεί από μαθητή, να προβλέπεται άμεση αποκατάσταση. Το δε δικαστήριο, εφόσον αποφασίσει ο παθών/η παθούσα να προσφύγει σ’ αυτό, θα πρέπει να δέχεται την απόφαση του Συλλόγου ως επαρκές τεκμήριο των πραγματικών περιστατικών· να μην επιδέχεται δηλαδή αμφισβήτηση. Έτσι, η προσβολή ενός/μιας συναδέλφου αντιμετωπίζεται ως προσβολή στο πρόσωπο κάθε συναδέλφου με συλλογικό τρόπο, αλληλεγγύη και συναδελφικότητα. Να μπορεί επίσης, ο Σύλλογος να παραπέμπει παιδιά σε ειδικούς, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς κ.ά. που μπορούν να τα στηρίξουν υπεύθυνα και σίγουρα, περισσότερο αποτελεσματικά.
Κι εφόσον επιδικαστούν αποζημιώσεις, αυτές να διατίθενται για την ενίσχυση των σχολείων και, ενδεχομένως, κάποιων απόρων μαθητών. Δεν θέλουμε τα χρήματα κανενός, θέλουμε δικαιοσύνη και την αξιοπρέπειά μας. Έτσι, τίθενται και οι γονείς ενώπιον των ευθυνών τους, για τους οποίους βέβαια θα πρέπει να προβλέπονται ακόμη βαρύτερες ποινές όταν θα προβαίνουν σε ανάλογες επιθέσεις.