Mίροσλαβ Χόλουμπ, Η πόρτα
Πήγαινε κι άνοιξε την πόρτα.
Μπορεί απ’ έξω εκεί να στέκει
ένα δέντρο, ένα δάσος,
ένας κήπος
ή μια πόλη μαγική.
Πήγαινε κι άνοιξε την πόρτα.
Μπορεί να είναι το σκυλί που ψαχουλεύει.
Μπορεί να δεις κάποια μορφή,
ή ένα μάτι,
ή την εικόνα
μιας εικόνας.
Πήγαινε κι άνοιξε την πόρτα.
Αν είναι η καταχνιά
θα καθαρίσει.
Πήγαινε κι άνοιξε την πόρτα.
Κι αν είναι μόνο η σκοτεινιά
που θορυβεί
κι αν είναι μόνο
κούφιος άνεμος
κι αν
τίποτα
δεν είναι
έξω εκεί,
πήγαινε κι άνοιξε την πόρτα.
Τουλάχιστον
θα γίνει
κάποιο
ρεύμα.
(μτφρ. Σπύρος Τσακνιάς)
[Χόλουμπ 1998: 176. Βλ. και http://ebooks.edu.gr]
1. Κάνετε κάποια σκέψη για την τετραπλή επανάληψη της προτροπής «πήγαινε κι άνοιξε την πόρτα» στην αρχή της κάθε στροφής»;
Η επανάληψη της προτροπής «πήγαινε κι άνοιξε την πόρτα» υποδηλώνει πως σε αυτή εντοπίζεται ένα κεντρικό μήνυμα του ποιήματος. Το ποιητικό υποκείμενο επιχειρεί να παρακινήσει σε δράση τον αποδέκτη των λόγων του, θέλοντας να του δώσει την ευκαιρία να ανακαλύψει κάτι απ’ όσα βρίσκονται πέρα από τον ασφαλή, μα και συνάμα περιορισμένο χώρο στον οποίο κινείται. Το άνοιγμα της πόρτας λειτουργεί σε συμβολικό επίπεδο ως ένα πρώτο βήμα για τη βίωση νέων εμπειριών και για τη συνειδητοποίηση πως πέρα από τα στενά όρια των ήδη οικείων και γνωστών ενδέχεται να διαδραματίζονται καίρια νέα γεγονότα. Έξω από την κλειστή πόρτα υπάρχει ένας ζωντανός κι ενδιαφέρον κόσμος που διαρκώς εξελίσσεται και αλλάζει.
2. Παρατηρήστε στη β΄ και γ΄ στροφή την κλιμάκωση αυτών που μπορεί να δει κανείς αν ανοίξει μια πόρτα (από το ειδικό στο γενικότερο και μετά στο φανταστικό). Φαίνεται να έχει σημασία το τι θα δει κανείς;
Η παρακίνηση για ν’ ανοίξει την πόρτα μοιάζει να βασίζεται, ως ένα βαθμό, στο άκουσμα κάποιου ήχου. Έτσι, σ’ ένα πρώτο κυριολεκτικό επίπεδο, ανοίγοντάς την ενδέχεται να δει πως είναι απλώς το σκυλί που ψαχουλεύει. Ενδέχεται, ωστόσο, να δει κάποια μορφή -πιθανά ανθρώπινη- ή ένα μάτι, περνώντας κατ’ αυτό τον τρόπο από κάτι το συγκεκριμένο (το σκυλί που ψαχουλεύει) σε κάτι πιο αόριστο, όπως είναι μια απροσδιόριστη μορφή ή ένα μάτι, που επιχειρεί με τη σειρά του να δει πίσω απ’ την κλειστή πόρτα. Ακόμη γενικότερα, ανοίγοντας την πόρτα ενδέχεται να δει «την εικόνα μιας εικόνας», μέρος, δηλαδή, μιας ευρύτερης εικόνας ή την αναπαράστασή της, αποκομίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο μια ιδέα έστω για το τι βρίσκεται πέρα από τα στενά όρια του σπιτιού του.
Αν έξω έχει καταχνιά (ομίχλη), θα καθαρίσει σταδιακά η ατμόσφαιρα και θα μπορέσει να δει καθαρότερα. Αν πάλι το μόνο που κάνει θόρυβο είναι η σκοτεινιά ή ο κούφιος αέρας, αν δεν υπάρχει τίποτα εκεί έξω, τουλάχιστον θα έχει κάνει την κίνηση να αναζητήσει τι βρίσκεται πέρα από την κλειστή του πόρτα. Υπ’ αυτή την έννοια το τι ακριβώς θα δει ανοίγοντας την πόρτα δεν έχει σημασία, αφού εκείνο που κυρίως μετρά είναι το να μην παραμένει αποκομμένος από τον έξω κόσμο. Η άρνηση να δει αν υπάρχει κάτι νέο ή διαφορετικό έξω από τα περιχαρακωμένα όρια της ύπαρξής του συνιστά έναν επιζήμιο εγκλωβισμό που του στερεί την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με τη διαρκώς εξελισσόμενη ζωή.
3. Υπάρχει κάτι άλλο που επισημάνατε στις προτροπές;
Ένα επιπρόσθετο στοιχείο που χαρακτηρίζει τις επαναλαμβανόμενες προτροπές του ποιήματος είναι πως ακόμη και το ποιητικό υποκείμενο φαίνεται να αγνοεί τι πραγματικά βρίσκεται έξω από την πόρτα, σαν να βιώνει την ίδια κατάσταση εγκλεισμού. Παρακινεί κάποιον άλλον να ανοίξει την πόρτα, σαν να απουσιάζει από εκείνον η διάθεση ή η απαιτούμενη ενέργεια να πραγματοποιήσει αυτή τη φαινομενικά απλή κίνηση. Θα σχολίαζε, βέβαια, κανείς πως το όλο ζητούμενο είναι να αποκτήσει ο αποδέκτης των λόγων του την αναγκαία «περιέργεια», ώστε να κινητοποιηθεί και να πάψει να ζει αποκομμένος από τον έξω κόσμο. Εντούτοις, υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο το ποιητικό υποκείμενο να απευθύνεται στον ίδιο του τον εαυτό και να επιχειρεί να απελευθερωθεί ο ίδιος από τη φοβία ή την έλλειψη ενδιαφέροντος για το τι συμβαίνει γύρω του.
4. Ποιο είναι το μέγιστο και ποιο το ελάχιστο που μπορεί να κερδίσει κανείς ανοίγοντας την πόρτα;
Το μέγιστο που μπορεί να κερδίσει κάποιος ανοίγοντας την πόρτα είναι η συνειδητοποίηση πως εκεί έξω βρίσκεται κάτι το εκπληκτικά όμορφο, όπως ένα δάσος, ή κάτι το εξαιρετικά σπουδαίο, όπως μια πόλη μαγική. Μπορεί, άρα, να αποκτήσει τη δυνατότητα να ζήσει σπουδαίες εμπειρίες στη γεμάτη μαγεία πόλη που βρίσκεται γύρω του, πλουτίζοντας τη ζωή του με ευδαιμονικά βιώματα και νέες γνώσεις. Μπορεί, κατ’ επέκταση, να βρει όσα προσδοκούσε, ώστε η ζωή του να γίνει πολύ πιο ενδιαφέρουσα κι ο ίδιος να αισθανθεί πλήρης και ευτυχής. Από την άλλη, ωστόσο, το μόνο που μπορεί να κερδίσει με το άνοιγμα της πόρτας είναι να σχηματιστεί κάποιο ρεύμα που θα του προσφέρει δροσιά μέσα στο σπίτι.
Η πιθανότητα κάποιας εκπληκτικής και ουσιώδους εμπειρίας συνυπάρχει με το ενδεχόμενο ενός μηδαμινού κέρδους, φανερώνοντας πως η δραστηριοποίηση του ατόμου κι η προθυμία του να τολμήσει μπορεί -χωρίς βεβαιότητες- είτε να το οδηγήσει σε κάτι σημαντικό είτε σε κάτι ελάχιστο.
5. Ποιο βρίσκετε να είναι το κεντρικό ερώτημα/θέμα συζήτησης που θέτει το κείμενο;
Το θέμα που θέτει το ποίημα «Η πόρτα» έγκειται στην τάση των ανθρώπων να αυτοπεριορίζονται στο οικείο και γνώριμο -είτε αυτό τους ικανοποιεί είτε όχι-, διστάζοντας να αναζητήσουν το νέο και διαφορετικό. Είναι σαν να κυριαρχεί ο φόβος στη ζωή των ανθρώπων πως η οποιαδήποτε αλλαγή στη γνώριμη «ρουτίνα», θα τους επιφέρει ανυπόφορη αναστάτωση ή θα επιδεινώσει την κατάστασή τους. Φοβούνται το νέο, παρά το γεγονός ότι δεν γνωρίζουν αν αυτό θα έχει θετικό ή αρνητικό αντίκτυπο στη ζωή τους, κι επιλέγουν να παραμένουν στάσιμοι σε μια κατάσταση, έστω κι αν αυτή δεν είναι ιδανική.
Η στασιμότητα αυτή χαρακτηρίζει σχεδόν κάθε πτυχή του ανθρώπινου βίου, εφόσον, για παράδειγμα, συχνά διαπιστώνουμε πως ένας άνθρωπος μένει εγκλωβισμένος σε μια εργασία που δεν τον ικανοποιεί μόνο και μόνο γιατί φοβάται να πάρει κάποιο ρίσκο ή παραμένει περιχαρακωμένος σε μια ιδεολογία, έστω κι αν αυτή είναι πια παρωχημένη και δεν βρίσκεται σε ανταπόκριση με τα νέα δεδομένα της κοινωνικής πραγματικότητας. Προσαρμόζονται οι άνθρωποι σε μια κατάσταση και παραμένουν εγκλωβισμένοι σε αυτή, απεμπολώντας το δικαίωμά τους στην αλλαγή και τη βελτίωση είτε γιατί φοβούνται είτε γιατί αισθάνονται πως δεν έχουν το απαιτούμενο κουράγιο να αλλάξουν ό,τι μοιάζει να έχει εδραιωθεί.
6. Ο αφηγητής ειρωνεύεται αυτόν που διστάζει να πάει να ανοίξει την πόρτα. Υπάρχουν κάποια σημεία στο κείμενο που επιβεβαιώνουν αυτή τη διαπίστωση;
Η πιο σαφής έκφραση της ειρωνείας του ποιητικού υποκειμένου απέναντι σε αυτόν που διστάζει να ανοίξει την πόρτα εντοπίζεται στο κλείσιμο του ποιήματος, όταν σχολιάζει πως έστω κι αν δεν υπάρχει τίποτε εκεί έξω «Τουλάχιστον θα γίνει κάποιο ρεύμα». Η φράση αυτή, μέσω της οποίας δηλώνεται το ελάχιστο πιθανό όφελος από το άνοιγμα της πόρτας, λειτουργεί παράλληλα ως εμπαιγμός στους δισταγμούς και τις φοβίες του ατόμου. Είναι σαν να του επισημαίνει πως δεν έχει απολύτως τίποτε να φοβάται, αφού ίσα ίσα αν ανοίξει την πόρτα θα κερδίσει τουλάχιστον τη δροσιά που θα φέρει το ρεύμα αέρα που θα σχηματιστεί.
Αντιληπτή, επίσης, γίνεται η ειρωνεία του ποιητικού υποκειμένου σε κάποιες από τις πιθανότητες που παρουσιάζει στο συνομιλητή του. Είναι πιθανό, του επισημαίνει, όταν ανοίξει την πόρτα να μη δει απολύτως τίποτα ή να επιτρέψει σε κάποιο αδιάκριτο μάτι να δει μέσα στο σπίτι του. Γιατί θα πρέπει να τον ανησυχεί αυτό; Παρομοίως, μπορεί ανοίγοντας την πόρτα να δει έξω «κάποια μορφή», κάποια άγνωστη μορφή, που η παρουσία του ίσως τον ξαφνιάσει. Αν είναι αυτό που φοβάται, τότε, ναι, είναι πιθανό να αντικρίσει ακριβώς αυτό.
7. Ένας Άγγλος ποιητής, ο Ted Hughes, χαρακτήρισε τον Χόλουμπ ως «έναν από τους πέντε ή έξι σπουδαιότερους ποιητές του 20ού αιώνα». Εσείς βρίσκετε κάτι σπουδαίο σ’ αυτό το ποίημα;
Η σπουδαιότητα αυτού του ποιήματος έγκειται στο γεγονός ότι με τον πλέον απλό και σαφή τρόπο περνά ένα ιδιαιτέρως σημαντικό μήνυμα, αυτό της αξίας που έχει η προσπάθεια του ατόμου να ξεπερνά τους όποιους δισταγμούς του και να προσπαθεί να βελτιώνει ή να αλλάζει τις καταστάσεις στη ζωή του. Η παρουσίαση ενός ατόμου που έχει σε τέτοιο βαθμό αφεθεί στους περιορισμούς που του έχουν τεθεί ή έχει το ίδιο θέσει στον εαυτό του, ώστε αδυνατεί -ή δεν θεωρεί πως υπάρχει καν λόγος- να έρθει σε επαφή με τα όσα συμβαίνουν στον κόσμο γύρω του, καθρεφτίζει καταστάσεις που συναντάμε συχνά στη ζωή μας. Ο συμβιβασμός με ένα ελάχιστο περιθώριο ελευθεριών, η αποδοχή της αποκοπής από τον έξω κόσμο, η περιχαράκωση του ατόμου στο στενό πλαίσιο της ατομικότητάς του είναι εκδοχές του ίδιου εγκλωβισμού που είτε προκύπτει εξαιτίας προσωπικών περιορισμών είτε έξωθεν επιβεβλημένων περιορισμών, καταλήγει κατά τρόπο παρόμοιο στο να κρατά το άτομο δέσμιο και να του στερεί τη δυνατότητα να γνωρίσει και πιθανώς να οικειοποιηθεί νέους τρόπους ζωής και σκέψης.
8. Το ποίημα είναι λιτό, χωρίς πολλά επίθετα, περίτεχνο ύφος κ.λπ. Αυτό βρίσκετε να το εμπλουτίζει ή να το κάνει φτωχότερο;
Η επιλογή του λιτού ύφους και της απλότητας στη διατύπωση λειτουργεί θετικά για το ποίημα, εφόσον αναδεικνύει πιο αποτελεσματικά τη σημασία του κεντρικού του μηνύματος. Η αναγκαιότητα της προσωπικής δράσης και της προσπάθειας του ατόμου να αποδεσμευτεί απ’ όσα το περιορίζουν ή το εγκλωβίζουν αποτελεί μια καίρια σκέψη που αποδίδεται κατ’ αυτό τον τρόπο με σαφήνεια. Ακόμη, άλλωστε, και με τις πιο απλές λέξεις μπορούν δημιουργηθούν αξιόλογα ποιήματα, αρκεί το περιεχόμενο τους να κινητοποιεί τη σκέψη του αναγνώστη. Ο ποιητής έχει την επίγνωση πως αυτό που επιχειρεί να περάσει στους αναγνώστες του είναι ιδιαιτέρως σημαντικό, γι’ αυτό και δεν αισθάνεται την ανάγκη να το παρουσιάσει με περίτεχνο τρόπο που θα δυσκόλευε χωρίς λόγο την πρόσληψή του και ίσως αποσπούσε την προσοχή των αναγνωστών από την ουσία του κειμένου.
9. Λέγεται ότι το ποίημα «Η πόρτα» θεωρήθηκε πολλά χρόνια μετά τη δημοσίευσή του ως ύμνος στη βελούδινη επανάσταση της Πράγας. Αυτή η πληροφορία θα σας βοηθούσε να προεκτείνετε την ανάγνωσή σας;
Το Νοέμβριο του 1989 και για ένα μήνα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της τότε Τσεχοσλοβακίας ξεκίνησε μια ειρηνική και αναίμακτη επανάσταση (γι’ αυτό και «βελούδινη»), η οποία είχε ως συνέπεια την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος και την πρώτη -μετά από σαράντα χρόνια- δημοκρατική κυβέρνηση στη χώρα. Οι πολίτες της Τσεχοσλοβακίας κατόρθωσαν να αποδεσμευτούν από τον εξαναγκαστικό απομονωτισμό που τους είχε επιβληθεί από το κομμουνιστικό καθεστώς κι είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν την εκπληκτική πρόοδο που είχαν στο μεταξύ επιτύχει τα δημοκρατικά κράτη της Ευρώπης. Η επανάσταση αυτή ήρθε λίγες μόλις μέρες μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, που ενίσχυσε στους Τσεχοσλοβάκους την επιθυμία να απελευθερωθούν από τα ασφυκτικά δεσμά του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Υπ’ αυτό το πρίσμα η ανάγνωση του ποιήματος μπορεί να επεκταθεί πέρα από τα όρια του ατομικού βίου και των προσωπικών δεσμεύσεων, και να οδηγηθεί σε ευρύτερες προσπάθειες αποδέσμευσης και διεκδίκησης της ελευθερίας. Το άτομο, άλλωστε, ενδέχεται να βρεθεί περιορισμένο όχι λόγω προσωπικών του επιλογών ή αδυναμιών, αλλά επειδή τυχαίνει να ζει σε μια χώρα που έχει απωλέσει συνολικά την ελευθερία της. Έτσι, η ανάγκη του ατόμου να διεκδικήσει την αλλαγή κάποτε ξεπερνά τα όρια της ανάγκης να βελτιώσει την προσωπική του ζωή και προχωρά σε κάτι κατά πολύ ευρύτερο και σημαντικότερο όπως είναι η εθνική ελευθερία και ανεξαρτησία.
10. Ίσως το μείζον θέμα να κρύβεται στο «τουλάχιστον», στο ότι, δηλαδή, πρέπει να τολμάμε χωρίς να είμαστε σίγουροι ότι μας περιμένει κάτι καλύτερο. Ποια είναι η δική σας άποψη;
Στους καταληκτικούς στίχους διατυπώνεται η άποψη ότι αν ανοίξει την πόρτα «Τουλάχιστον θα γίνει κάποιο ρεύμα». Το ποιητικό υποκείμενο δεν μπαίνει στη διαδικασία να παρουσιάσει ως δεδομένο ότι αν κινητοποιηθεί κι αν προσπαθήσει το άτομο θα κερδίσει κάτι το σπουδαίο. Υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο η προσπάθειά του να αποφέρει μηδαμινά οφέλη, όπως το να δροσιστεί λίγο το σπίτι από το ρεύμα που θα σχηματιστεί. Θεωρεί, ωστόσο, ότι σε κάθε περίπτωση -είτε πετύχει κάτι σημαντικό είτε όχι- είναι αναγκαίο το να καταβληθεί η προσπάθεια από τη μεριά του ατόμου, ώστε να έχει «τουλάχιστον» την επίγνωση πως έκανε κάτι και πως δεν άφησε τα πράγματα στην τύχη τους.
Θα ήταν σαφώς προτιμότερο κάθε φορά που το άτομο προσπαθεί, να επιβραβεύεται με κάποιο σημαντικό όφελος, ωστόσο η ζωή δεν λειτουργεί κατ’ αυτό τον τρόπο. Η αποτυχία μιας προσπάθειας ή η απουσία ουσιαστικών επιτευγμάτων συνιστούν πιθανά δεδομένα. Διαπίστωση, εντούτοις, που δεν θα πρέπει να αποθαρρύνει το άτομο, εφόσον εκείνο που καθιστά σίγουρα αναπόφευκτη την αποτυχία ή τη μη βελτίωση μιας κατάστασης είναι η απουσία προσπάθειας. Υπ’ αυτή την έννοια το «τουλάχιστον», το όποιο δηλαδή αποτέλεσμα, έστω κι αν αυτό είναι μηδαμινό, αποτελεί προτιμότερη επιλογή από την αδράνεια και τη στασιμότητα.
11. Πώς συνδέονται τα δύο κείμενα; [= Η σύσκεψη και Η Πόρτα]
Η σύνδεση ανάμεσα στο διήγημα του Μάριου Χάκκα «Η σύσκεψη» και το ποίημα του Mίροσλαβ Χόλουμπ «Η Πόρτα» εντοπίζεται στην έλλειψη εκείνης της αποφασιστικότητας που θα ωθούσε τα άτομα σε δράση και θα τα οδηγούσε είτε στην αλλαγή της κατάστασης που βιώνουν είτε στην αποδέσμευσή τους απ’ όσα τους εγκλωβίζουν. Ο ήρωας της Σύσκεψης παραμένει εγκλωβισμένος, διότι δεν τολμά να κάνει τα αποφασιστικά βήματα που θα τον οδηγήσουν στην ορθάνοιχτη πόρτα, και παρομοίως ο ήρωας του ποιήματος απομένει αποκομμένος από τα όσα διαδραματίζονται στον έξω κόσμο, διότι διστάζει ν’ ανοίξει την κλειστή πόρτα.
Οι ήρωες και των δύο κειμένων βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε κλειστούς χώρους, στερούμενοι την επαφή με τον έξω κόσμο -είτε κυριολεκτικά είτε σε επίπεδο ιδεολογικών και κοινωνικών εξελίξεων-, διότι δεν έχουν το ψυχικό σθένος να διεκδικήσουν μια αλλαγή στη ζωή τους. Για τον ήρωα της Σύσκεψης η αλλαγή αυτή θα σήμαινε αποδέσμευση από τον καταπιεστικό έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος, ενώ για τον ήρωα του ποιήματος η αλλαγή αυτή θα σήμαινε τη δυνατότητα να έρθει σε άμεση επαφή με τον έξω κόσμο και να βιώσει νέες εμπειρίες, επιτρέποντας στον εαυτό του να γνωρίσει τις εξελίξεις που συντελούνται γύρω του.