Στις 15 Μαρτίου έκλεισε και το τελευταίο από τα συνολικά 16 νοσοκομεία που έχτισαν οι Κινέζοι για να αντιμετωπίσουν τον κορωνοϊό. «Καθαρή» πια, η χώρα από την οποία ξεκίνησαν όλα προσφέρεται για μια εξέταση των ακραίων μέτρων που πήρε για να νικήσει –όπως φαίνεται- την επιδημία, με την οποία πάλεψε για τρεις μήνες.
Σε αυτόν τον ιδιότυπο πόλεμο χρησιμοποιήθηκαν και «αθέμιτα» ή –καλύτερα- αμφιλεγόμενα μέτρα, χάρις στα οποία (σύμφωνα με τους ειδικούς) τα κρούσματα μειώθηκαν σε ένα ποσοστό που αγγίζει το 95%, βοηθώντας έτσι την χώρα να μην θρηνήσει αμέτρητα θύματα.
Έτσι, από τα περίπου 110.000 κρούσματα και τους σχεδόν 3.200 θανάτους από το τέλος του 2019, χθες η Κίνα ανακοίνωσε μόλις 20 νέες περιπτώσεις (αριθμός αστείος για το μέγεθός της), εκ των οποίων οι 16 ήταν άτομα που προέρχονταν από το εξωτερικό και μόνο 4 δικά της, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν στην δημοσιότητα. Μέσα σε αυτό το διάστημα πάνω από 65.000 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν στα νοσοκομειακά ιδρύματα ανάρρωσαν, χάρις στην αυτοθυσία (πολλές φορές κυριολεκτικά) γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού που ρίχτηκαν στην μάχη.
Τα μέτρα στα οποία κατέφυγε το κράτος της Κίνας δεν ήταν καθόλου δημοφιλή ανάμεσα στους πολίτες, ούτε είχαν την έγκρισή τους. Πράγμα, βέβαια, παντελώς αδιάφορο για μια χώρα της οποίας οι θεσμοί έχουν μάθει να λειτουργούν πολύ συχνά έτσι. Αγνοώντας, δηλαδή, την λαϊκή βούληση και επιβάλλοντας συχνά δια της βίας τις απαιτήσεις του «κόμματος» ή της κυβέρνησης, περιορίζοντας τα ατομικά δικαιώματα, καταπατώντας ελευθερίας και καταστέλλοντας οποιαδήποτε μορφή αντίστασης.
Όταν πλέον αντιλήφθηκαν με τι έχουν να κάνουν, οι Αρχές της Κίνας υπήρξαν αδυσώπητες. Ανθρωπιστικό ή όχι, το μότο το οποίο ακολούθησαν ευλαβικά ήταν ότι, ναι, θα θυσίαζαν το δέντρο για να σώσουν το δάσος. Για την ακρίβεια, θα θυσίαζαν όσα δέντρα χρειαζόταν για να σωθεί.
Σύμφωνα με τις μελέτες, πριν την εφαρμογή των μέτρων, κατά μέσο όρο κάθε φορέας μετέδιδε τον ιό σε 3,82 συνανθρώπους του. Μετά την επιβολή τους, αυτό το νούμερο έπεσε στο 0,32… Ορισμένοι εκτιμούν πως χωρίς την έγκαιρη αντίδραση, πάνω από 7.500.000 Κινέζοι θα είχαν εκτεθεί και νοσήσει, εκτοξεύοντας το αντίστοιχο νούμερο των νεκρών σε αδιανόητα ύψη. Επομένως, είναι δίκαιο να αποφανθεί κανείς πως ό,τι κι αν έκανε η Κίνα, έπιασε. Και η αλήθεια είναι πως καμία από τις αποφάσεις της δεν ήταν ευχάριστη.
Τα μοντέλα των ειδικών δείχνουν ότι με τον COVID-19 ακόμη και μια μέρα αργοπορίας μπορεί να κάνει την διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου και να κόψει… μηδενικά στον τελικό απολογισμό των θυμάτων. Εκείνο, όμως, με το οποίο οφείλει να συνοδευτεί η ταχύτητα λήψης αποφάσεων είναι η επιβολή τους δίχως όρους, αστερίσκους και εξαιρέσεις.
Ξεκινώντας από την περιοχή από όπου ξεκίνησαν όλα και συνεχίζοντας σε κάθε άλλο σημείο εμφάνισης του ιού, οι Κινέζοι απομόνωσαν κυριολεκτικά ολόκληρες πόλεις, περιοχές ή και επαρχίες. Στην πραγματικότητα άφησαν σε κατάσταση καραντίντας τεράστιες εκτάσεις, βάζοντας την αστυνομία και τον στρατό να εποπτεύει και να επιβάλλει με κάθε τρόπο το καθεστώς απόλυτης αποκοπής από την υπόλοιπη χώρα.
Μόνο η πόλη της Γουχάν έχει 11.000.000 κατοίκους. Όσο η Ελλάδα… Η επαρχία Χουμπέι που ακολούθησε φιλοξενεί πάνω από 60.000.000. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι ένιωσαν στο πετσί τους τον κρατικό αυταρχισμό, στερούμενοι κάθε ελευθερία. Με απαγόρευση μετακινήσεων και συγκεντρώσεων, με αναστολή δραστηριοτήτων, με βίαιες μετατοπίσεις πληθυσμών, με μαζικές συλλήψεις… Επιπλέον, μάλιστα, όλοι οι κάτοικοι τέθηκαν σε υποχρεωτικό κατ’ οίκον περιορισμό, με μόνο ένα μέλος ανά νοικοκυριό να επιτρέπεται να βγαίνει κάθε 48 ώρες και το κράτος να αναλαμβάνει την προμήθεια τροφίμων με δελτίο.
Όσο η Δύση παρατηρούσε με ανησυχία και αποτροπιασμό τις κινεζικές πρακτικές (χωρίς να είναι απολύτως έτοιμη για τις συνέπειες σε εκείνη) η Κίνα συνέχιζε στον ίδιο δρόμο της καταστολής, λαμβάνοντας ακόμη πιο σκληρά μέτρα και ελέγχοντας παράλληλα τις πηγές πληροφόρησης, διατηρώντας την μυστικιστική ταυτότητά της.
Σε χρόνο ρεκόρ χτίστηκαν νοσοκομεία από τα θεμέλια, ενώ τα αμφιλεγόμενα και επικίνδυνα μέτρα συνεχίστηκαν. Δημόσια κτήρια μετατράπηκαν μέσα σε ένα βράδυ σε εξεταστικά κέντρα όπου εξετάζονταν τα ύποπτα κρούσματα. Και φυσικά στην κορυφή του σχεδίου βρέθηκε ο ίδιος ο άνθρωπος, με την μορφή των χιλιάδων γιατρών, νοσοκόμων, νοσηλευτών και λοιπού προσωπικού το οποίο ουσιαστικά διατάχτηκε να «πολεμήσει», στην αρχή κιόλας σχεδόν άοπλος, τον «εχθρό».
Ανάμεσα στα θύματα αυτού του πολέμου υπήρξαν πολλοί τέτοιοι ήρωες. Θυσιάστηκαν και αυτοί, μα τουλάχιστον βοήθησαν την πατρίδα τους κι εκατομμύρια συμπατριώτες του να βγουν ζωντανοί από τον πόλεμο με τον κορωνοϊό. Δυστυχώς, η πολύ πιο χαλαρή ευρωπαϊκή αντιμετώπιση απέδειξε ότι δεν πήραμε αρκετά σοβαρά τα διδάγματα της κινεζικής εμπειρίας.
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.